Η «Νέα Προοπτική» είχε προειδοποιήσει πριν τέσσερις μήνες επ’ αυτού όταν έγραφε πως «το βασικό στοιχείο του τρίτου εγχειρήματος του “κορονο-κρατισμού” στην απασχόληση είναι η απόπειρα… αναίρεσής του, καθώς το κράτος μειώνει τις εισφορές που εισπράττει την ίδια ώρα που υποτίθεται διακηρύσσει πως συνεχίζει να στηρίζει, με κρατικό χρήμα, την απασχόληση, η οποία εξακολουθεί να κρέμεται από μια κλωστή πριν την ανεξέλεγκτη κατάρρευση. Έτσι η κυβέρνηση επιχειρεί μία επιστροφή στις νεοφιλελεύθερες ρίζες της, όπως φαίνεται εξάλλου και από τις εξαγγελίες για “μεταρρύθμιση” του εργασιακού αλλά και της επικουρικής ασφάλισης στην κατεύθυνση της “κεφαλαιοποίησης» (Νέα Προοπτική, άρθρο: Μειώνουν τις εισφορές ανεργίας, ενώ αυξάνονται οι άνεργοι, 18/9/2020)…
Πλέον, ήλθε η ώρα του πολιτικού επιστεγάσματος αυτής της στροφής, καθώς επικεφαλής ενός νευραλγικού Υπουργείου, δηλαδή εκείνου της Εργασίας τέθηκε ένας από τους διάσημους ακραιφνείς νεοφιλελεύθερους πολιτικούς της χώρας, ο Κωστής Χατζηδάκης. Νομικοί κύκλοι σχολίαζαν, δικαίως, πως πρόκειται για «εκτελεστή», εννοώντας πως σε όποια θέση έκατσε, εκτέλεσε το καθήκον που του ανατέθηκε. Για παράδειγμα, ξεπούλησε την κρατική Ολυμπιακή στην Aegean και «απελευθέρωσε» την αγορά ενέργειας, σε βάρος της ΔΕΗ.
Τώρα, του ανατέθηκε νέο καθήκον: Να απορρυθμίσει ακόμα περισσότερο τις εργασιακές σχέσεις και να προωθήσει την ιδιωτικοποίηση της δημόσιας ασφάλισης. Και αυτό γιατί, όπως ο ίδιος τόνισε στην ομιλία του κατά την παραλαβή των καθηκόντων του από τον Γιάννη Βρούτση (ο οποίος ανήκει στη «λαϊκή» δεξιά πτέρυγα του Αντώνη Σαμαρά), δύο εκ των προτεραιοτήτων του είναι να περάσει ένα νομοσχέδιο για τα εργασιακά και ένα νομοσχέδιο για την επικουρική ασφάλιση.
Θα «πατήσει» στην προετοιμασία την οποία έχει ήδη κάνει ο προκάτοχος του. Θα επιχειρήσει να περάσει εργασιακό νομοσχέδιο που θα προβλέπει αύξηση των απλήρωτων υπερωριών και ανατροπή του συνδικαλιστικού νόμου. Θα επιχειρήσει, επίσης, να περάσει ασφαλιστικό νομοσχέδιο που θα προβλέπει επένδυση των εισφορών επικουρικής ασφάλισης όλων των νέων ασφαλισμένων σε ομόλογα και μετοχές (από το 2022).
Τρία είναι βασικά θέματα σε σχέση με αυτές τις απόπειρες :
1. Το πρώτο σημαντικό ζήτημα είναι πως τα χτυπήματα αυτά επιχειρούνται σε συνθήκες, όπουσχεδόν ένας στους δύο εργαζομένους του ιδιωτικού τομέα επιβιώνει με τις αποζημιώσεις του κράτους καθώς βρίσκεται σε «καθεστώς» αναστολής, «συν-εργασίας», επιδότησης εισφορών. Είναι σ’ αυτή τη φάση που η κυβέρνηση ετοιμάζει νόμο που προβλέπει την αύξηση των ωρών υπερωρίας και την «πληρωμή» τους υπό τη μορφή περισσότερων ημερών αδείας, ρεπό κ.λπ. Έτσι δεν φτάνει που μισή εργατική τάξη υπο-αμείβεται και μάλιστα με κρατική επιδότηση, θα πρέπει και η άλλη μισή να μην πληρώνεται για τις επιπλέον ώρες τις οποίες θα κληθεί να δουλέψει…
Επίσης, το κράτος εξακολουθεί να κλείνει όλες τις «τρύπες» των ταμείων στις οποίες έχει οδηγήσει η κορονο-κρίση αλλά και τα κυβερνητικά μέτρα κάλυψης εισφορών και έτσι είναι δυνατή η πληρωμή των συντάξεων. Είναι σ’ αυτή τη φάση που η κυβέρνηση ετοιμάζει νόμο που θα στερήσει από τη δημόσια ασφάλιση έσοδα από εισφορές, ρίχνοντας τις τελευταίες στις μετοχές ενός καθημαγμένου (πριν καν ξεσπάσει η κορονο-κρίση) χρηματιστηρίου. Έτσι το κράτος όχι μόνο καλύπτει τις απλήρωτες τρέχουσες εισφορές των πληττόμενων και μη εργοδοτών, αλλά ετοιμάζεται να χαρίσει τις μελλοντικές εισφορές στους ίδιους, μέσω της«επένδυσης» τους σετίτλους των ανωνύμων εταιρειών τους.Πρόκειται για διπλή προσφορά της κυβέρνησης προς την αστική τάξη και, παράλληλα, για διπλό χτύπημα σε βάρος της εργατικής τάξης!
2. Το δεύτερο σημαντικό είναι πως το χτύπημα αυτό στην εργατική τάξη είναι ταυτόχρονο, καθώς χτυπιούνται τόσο εργασιακές, όσο και ασφαλιστικές κατακτήσεις. Ωστόσο, ενώ είναι αλληλοσυμπληρούμενο ως προς την πολιτική λογική του (καθώς βρίσκεται στην κατεύθυνση της «φιλελευθεροποίησης»), θα φέρει τα αντίθετα -από τα εξαγγελθέντα- αποτελέσματα, εφόσον εφαρμοστεί.
Η αύξηση των απλήρωτων υπερωριών, σε συνθήκες μάλιστα καθίζησης της απασχόλησης και των αμοιβών λόγω της κορονο-κρίσης, σημαίνει λιγότερα έσοδα όχι μόνο για τα υφιστάμενα αναδιανεμητικά ταμεία, αλλά και για το σχεδιαζόμενο επικουρικό ταμείου κεφαλαιοποιητικού χαρακτήρα. Με άλλα λόγια, θα διευρυνθούν τα ελλείμματα στα υφιστάμενα ταμεία, αλλά και θα μειωθούν τα έσοδα του νέου ταμείου.
Έτσι, θα πρέπει να αυξηθεί η κρατική επιχορήγηση στα υφιστάμενα ταμεία, ενώ θα επενδυθούν λιγότερες εισφορές σε χρηματοπιστωτικούς τίτλους… Άρα, και το κράτος θα πρέπει να αυξήσει την παρουσία στα ταμεία και δεν θα επενδυθούν τα δέοντα στο χρηματιστήριο. Και αυτά που θα επενδυθούν (μετά το 2022) θα βρεθούν εκτεθειμένα σε χιλιάδες «νάρκες» που θα αφήσει πίσω της η τρέχουσα κρίση…
3. Το τρίτο σημαντικό είναι πως όλα τα παραπάνω ελάχιστα απασχολούν τους κυβερνώντες.
Αντί -θα έλεγε κανείς… καλοπροαίρετος- να κοιτάνε να αποφύγουν τέτοιες παράτολμες κινήσεις υπό τους σημερινούς όρους, όχι μόνο βαθύτατης κρίσης, αλλά και βαθύτατης αβεβαιότητας για την έξοδο από την κρίση αλλά και για το περιβάλλον μετά από αυτήν, ως «λύκοι» χαίρονται στην «αναμπουμπούλα» και κοιτάνε να αρπάξουν ό,τι μπορούν οι ίδιοι και για λογαριασμό των εντολοδοτών τους, τους διαχειριστές κεφαλαίων και πίσω από αυτούς τις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες και τις τράπεζες…
Για την ακρίβεια, είναι η κατρακύλα των τραπεζών και των ασφαλιστικών εταιρειών εκείνη που καθιστά επείγουσα την ιδιωτικοποίηση του ασφαλιστικού. Κάθε άλλο παρά τυχαίο είναι πως την ίδια ώρα που η κυβέρνηση ετοιμάζει την ιδιωτικοποίηση της επικουρικής ασφάλισης, οι ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες έχουν… “ξεσκισθεί” στις διαφημίσεις για προσέλκυση νέων πελατών, αλλά και για την διατήρηση των υπαρχόντων. Ωστόσο, πολλές φορές, παθαίνει κανείς γαστρεντερολογικά προβλήματα, όταν πέφτει με τα μούτρα στο φαΐ, μετά από πολλές ώρες «νηστικομάρας»… Έτσι, μπορεί η ίδια η κατρακύλα της αγοράς να είναι εκείνη που θα οδηγήσει σε αποτυχία μία τέτοια διαδικασία. Ήδη η κυβέρνηση μετρά μία αποτυχία σ’ αυτό το μέτωπο. Το ξέσπασμα του πρώτου κύματος της πανδημίας (Μάρτιος 2020) σε συνδυασμό με τα αναδρομικά που προέβλεψαν δικαστικές αποφάσεις και τα οποία έπρεπε να πληρώσει η κυβέρνηση, απέτρεψε την κατάθεση νομοσχεδίου από τον τότε Υφυπουργό Εργασίας, Νότη Μηταράκη.
Μένει να δει κανείς, αν ο διάδοχος του Μηταράκη, Πάνος Τσακλόγλου, ο οποίος έχει λάβει «επ’ ώμου» την ιδιωτικοποίηση του επικουρικού, μαζί με τον νέο Υπουργό Εργασίας, Κωστή Χατζηδάκη, θα ξεπεράσει τις νέες πιέσεις (π.χ. συνέπειες του δεύτερου κύματος πανδημίας, αναμενόμενες νέες δικαστικές αποφάσεις για αναδρομικά, “έκρηξη” πλήθους εκκρεμών συντάξεων) και θα καταφέρει να ψηφίσει αυτές τις αλλαγές και προπαντός να τις εφαρμόσει και να «προστατεύσει τις συντάξεις των νεοεισερχόμενων στην αγορά εργασίας χωρίς να θίγει τους παλιούς», όπως δήλωσε ο τελευταίος…
Δ.Κ.