ΒΙΒΛΙΟ: Μέρες δωσιλογισμού στο Βόλο

 

Ο δημοσιογράφος Θανάσης Βογιατζής παραμένει πιστός στο ρητό του Μίλαν Κούντερα ότι ο αγώνας του ανθρώπου ενάντια στην εξουσία είναι ο αγώνας της μνήμης ενάντια στη λήθη. Με ερωτήματα για το παρόν και το μέλλον, αφοσιώνεται στο παρελθόν των μεγάλων ρηγμάτων και τομών. Εκεί που η ιστορία των κυρίαρχων διακόπτεται κι αρχίζει η ιστορία των καταπιεσμένων. Ενάντια στον τετριμμένο εξελικτισμό της σοσιαλδημοκρατίας που πετσόκοψε τον μαρξισμό στα μέτρα του δημοκρατικού κοινοβουλευτικού αγώνα, ο ίδιος στρέφει τη ματιά του στη διακοπή της ιστορικής εξέλιξης η οποία οδηγεί στην καταστροφή.
Μέσα από τη καταστροφή, στο νέο του βιβλίο ο Θ.Β. προβάλλει “το υποκείμενο της ιστορικής γνώσης” που για τον Βάλτερ Μπένγιαμιν στις Θέσεις για την Ιστορία “είναι η ίδια η αγωνιζόμενη τάξη, η καταπιεζόμενη τάξη”. Οι εργάτες του βιομηχανικού Βόλου σηκώνουν μέσα στη φασιστική κατοχή το ανάστημά τους και κινητοποιούνται για να διασφαλίσουν τρόφιμα και όταν βιομήχανοι αναστέλλουν τη λειτουργία των εργοστασίων ή παραβιάζουν τις συμφωνίες χορήγησης τροφίμων (Τσαλαπάτας, Αξελός, βιοτέχνες υποδημάτων) τους συλλαμβάνουν όπως στην περίπτωση του Τσαλαπάτα που τον βάζουν σε καροτσάκι και τον φέρνουν με πομπή έναντι του δικαστηρίου προκειμένου να ανοίξει το εργοστάσιό του και να υλοποιήσει τη συμφωνία για χορήγηση τροφίμων στους εργάτες. (σελ. 74)
Οι βιομήχανοι και οι τοπικές αρχές μαζί με τους κατακτητές συνασπίζονται για να αντιμετωπίσουν τόσο το αναδυόμενο μαχητικό εργατικό κίνημα, την επέκταση του ΕΑΜ μέσα τη πόλη και του ένοπλου βραχίονά του, του ΕΛΑΣ που με την καθοδήγηση του ΚΚΕ αναπτύσσει εκτεταμένη δραστηριότητα σε επίπεδο διεκδικήσεων, τοπικών μαχών και γίνεται κυρίαρχη δύναμη μέσα στη χώρα όταν τα πολιτικά φαντάσματα του παλαιού αστικού κόσμου συνεργάζονται με τους φασίστες κατακτητές ή φεύγουν για να συνταχθούν με τους Bρετανούς ιμπεριαλιστές στο Kάιρο και το Λονδίνο.

Σε συνεργασία με τους ναζιστές οι αστικές πολιτικές δυνάμεις δημιουργούν συμπληρωματικούς ένοπλους μηχανισμούς, τα ΕΑΣΑΔ (Εθνικός Αγροτικός Σύνδεσμος Αντικομμουνιστικής Δράσης) με αρχηγό τον Τάκη Μακεδόνα και την ΕΕΕ (Εθνικιστική Ένωσις Ελλάδος) με αρχηγούς τον Γεκενίδη και Κωνσταντινίδη που χρηματοδοτούνται αδρά από τον ευγενή κόσμο των ντόπιων βιομηχάνων και στηρίζονται πολιτικά από τις αρχές της πόλης που συνεργάζονται με τους κατακτητές. Οι εκτελέσεις αγωνιστών πολλαπλασιάζονται και η Κίτρινη Αποθήκη γίνεται ο τόπος μαρτυρίου όσων συλλαμβάνονται από τα ΕΑΣΑΔ και οι δρόμοι του Βόλου ο τόπος επίδειξης της θηριωδίας.

Ο Δήμαρχος Βόλου Θ. Παπασακελλαρίου, ένας εκ των ηγετικών στελεχών κι εμπνευστών των δωσιλογικών οργανώσεων στο Βόλο και τη Θεσσαλία, σε έκθεση του στον ΕΔΕΣ Αθήνας αναφέρει ότι “Ευθύς μετά την ιταλικήν ανακωχήν, το ΕΑΜ έθεσε κοινωνικούς σκοπούς εις τα φανερά, διαλαλόν ότι θα εγκαταστήση εν Ελλάδι λαοκρατίαν”. (σελ. 125). Οι τρομοκρατικές δωσιλογικές οργανώσεις εμφανίζονται στην περιοχή του Βόλου, σχετικά καθυστερημένα, στις αρχές του Απρίλη 1944, όταν γίνεται πια φανερό ότι για να διατηρηθεί η καπιταλιστική εξουσία πρέπει να καταπολεμηθεί ο κομμουνιστικός κίνδυνος και απαιτούνται νέες μέθοδοι τρομοκρατίας πρώτα σε συνεργασία με τους χιτλερικούς και αμέσως μετά με τους “απελευθερωτές” Άγγλους συμμάχους. Η τύχη των δωσίλογων μετά την απελευθέρωση επιβεβαίωσε το ρόλο τους. Στις δίκες που γίνονται ο αριθμός τους έχει μειωθεί απελπιστικά (μόνο 26 από τους 258 καταγεγραμμένους στο Βόλο – σελ. 270) και οι ποινές που τους επιβάλλονται αποτελούν περισσότερο μέτρο προσωρινής προστασίας από τον απελευθερωμένο λαό που απαιτεί, για τα αμέτρητα θύματα, εκδίκηση και δικαίωση.

Αυτή η δικαίωση δεν θα έρθει. Όχι γιατί λείπει η οργάνωση, ο ενθουσιασμός, η αυτοθυσία ή πολύ περισσότερο η ένοπλη δύναμη, αλλά όπως αναφέρεται ήδη από τον πρόλογο του εκδότη γιατί δεν υπάρχει διαμορφωμένη στρατηγική για την ανατροπή της αστικής εξουσίας που θα αξιοποιούσε τις συνθήκες της επαναστατικής κατάστασης που δημιουργήθηκε κατά την απελευθέρωση. (σελ. 8)

Ενώ η άρχουσα τάξη εξοπλίζεται μέχρι τα δόντια για την επικείμενη αναμέτρηση, η ηγεσία των καταπιεσμένων ακολουθεί μια εντελώς συμβιβαστική γραμμή που οδηγεί στην ήττα.

Αυτή η συμβιβαστική γραμμή επικρίνεται από τον συγγραφέα ακόμα κι όταν αναφέρεται στη συγκρότηση του πρώτου δημοτικού συμβουλίου του Δήμου Παγασών (21/10/1944) όπου συμμετέχει και ο εκπρόσωπος των βιομηχάνων, δηλαδή οι εμπνευστές και οικονομικοί αρωγοί των ΕΑΣΑΔ. (σελ.248)

Η γραμμή της ταξικής συνεργασίας επεκτείνεται σε όλα τα επίπεδα και φυσικά μέσα στους μαχητές του ΕΛΑΣ κάτω από το κάλυμμα του πατριωτισμού, δηλαδή με την πλήρη εγκατάλειψη του επαναστατικού διεθνισμού. Το 1ο φύλλο της εφημερίδας του Κόκκινου Μαχητή που κυκλοφόρησε στις 31/10/1943 ανάμεσα στους μαχητές του ΕΛΑΣ της 1η Μεραρχίας απευθύνεται αποκλειστικά στα μέλη του ΚΚΕ. Σε σχετικό άρθρο επισημαίνεται ότι “ Το βασικό κομματικό καθήκον των κομμουνιστών μέσα στον ΕΛΑΣ είναι να το καταστήσουν ικανό να εκπληρώσει το καθήκον που του ανατέθηκε δηλαδή να γίνει όργανο της εθνικής απελευθέρωσης. Με άλλα λόγια ο καλός κομμουνιστής πρέπει να γίνει καλός πατριώτης με όλη τη σημασία της λέξης και να φροντίζει να κάνει τέτοιους και τους γύρω του.” (σελ. 97). Ο συγγραφέας επισημαίνει ότι το άρθρο του Κόκκινου Μαχητή “υποδήλωνε την αντίφαση που υπήρχε ανάμεσα στις θέσεις των κομμουνιστών που είχαν στρατολογηθεί την περίοδο του μεσοπολέμου και στη στρατηγική του αντιφασιστικού μετώπου, που προέβλεπε τη συνεργασία και με αστικές πολιτικές δυνάμεις.” (σελ. 97)

Καθώς το βιβλίο εστιάζει στην τοπική ιστορία του Βόλου, ο αναγνώστης θα πρέπει να έχει υπόψη του τη συνολική εξέλιξη των γεγονότων. Η συμφωνία της Βάρκιζας (12/1/1945) υπογράφεται την επομένη της Διάσκεψης της Γιάλτας (11/1/1945) όπου οι νικητές, Τσώρτσιλ, Ρούσβελτ, Στάλιν συνομολογούν για την μεταπολεμική τάξη πραγμάτων. Έχουν προηγηθεί οι μεταξύ τους συμφωνίες στη Μόσχα και την Τεχεράνη όπου καθορίζονται οι σφαίρες επιρροής αλλά και η τύχη της επανάστασης στην Ελλάδα. Το 1943 διαλύεται η 3η Διεθνής που ίδρυσε ο Λένιν. Οι θεωρίες της ταξικής συνεργασίας είχαν κυριαρχήσει πολύ πριν την επερχόμενη ελληνική τραγωδία, ήδη από το 7ο συνέδριο της Κομιντέρν (1935) που εισήγαγε την πολιτική των Λαϊκών Μετώπων. 
H άποψη που διατυπώνεται στο βιβλίο ότι η πολιτική της ηγεσίας του ΚΚΕ ήταν ασυμβίβαστη με την αστική εξουσία, ενώ το ΕΑΜ ακολούθησε μια αδικαιολόγητη συμβιβαστική πολιτική, είναι λανθασμένη. Αναφέρεται ότι: “Η μάχη του Δεκέμβρη απέδειξε ότι οι αδικαιολόγητοι συμβιβασμοί του ΕΑΜικού κινήματος (υπαγωγή του ΕΛΑΣ στο Βρετανικό Στρατηγείο της Μέσης Ανατολής, Συμφωνίες Λιβάνου, Καζέρτας) δεν αποτελούσαν τη συνέπεια του συμβιβασμού του ΚΚΕ με την αστική εξουσία”. (σελ. 261). Δεν πρέπει να ξεχνιέται ότι όλα τα ηγετικά πόστα του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ κυριαρχούνται από επιφανή πολιτικά στελέχη του ΚΚΕ και ότι όλη η εξέλιξη της σύγκρουσης του Δεκέμβρη 1944 δεν βρίσκεται σε αντίφαση με την πολιτική της ηγεσίας του ΚΚΕ που αναζητά ένα συμβιβασμό με την αστική τάξη. Ο συγγραφέας σωστά επισημαίνει αμέσως παρακάτω ότι: “Το ΚΚΕ και το ΕΑΜ δεν διέθεταν στρατηγική για την κατάκτηση της εξουσίας, αλλά αντιμετώπισαν ακόμα και την ένοπλη πάλη ως μέσο πίεσης για την επίτευξη του ουτοπικού στόχου της δημοκρατικής εξομάλυνσης, σε μια περίοδο που ο ταξικός αντίπαλος προετοιμαζόταν να τσακίσει με όλα τα μέσα το εργατικό-λαϊκό κίνημα”. (σελ. 262)

Η παραπάνω διαπίστωση είναι σωστή αλλά ανεπαρκής γιατί επιμερίζει εξίσου, σε ΕΑΜ και ΚΚΕ, τις ευθύνες για την απουσία επαναστατικής στρατηγικής γεγονός που δημιουργεί τεράστια σύγχυση για τη σχέση κόμματος-μετώπου και το ρόλο του κόμματος στα μέτωπα. Το ΕΑΜ από την ίδρυσή του βρίσκεται σε πλήρη συμφωνία με την πολιτική του ΚΚΕ και αυτό δεν αλλάζει ούτε κατά τη διάρκεια της ένοπλης σύγκρουσης του Δεκέμβρη 1944. Η στρατηγική είναι συνεπής με τις θέσεις του ΚΚΕ που έχουν υιοθετηθεί δέκα χρόνια πριν (6η Ολομέλεια 1934), όπου το αστικοδημοκρατικό στάδιο (λόγω της υστέρησης του καπιταλισμού στην Ελλάδα) προηγείται υποχρεωτικά της σοσιαλιστικής επανάστασης. Αν και το ΚΚΕ διατηρεί την πολιτική ηγεμονία καθόλη τη διάρκεια του ένοπλου αγώνα, ΕΑΜ και ΕΛΑΣ συσπειρώνουν το σύνολο του μαχόμενου λαού (σε επίπεδο Θεσσαλίας το 43% του πληθυσμού είναι οργανωμένο, σελ. 206), διατηρεί μια λάθος στρατηγική.

Τα συμπεράσματα είναι τελείως αντίθετα από την πείρα της προλεταριακής επανάστασης του 1917 και οι συνέπειες είναι τραγικές. Η μάχη της Αθήνας χάνεται γιατί οι έμπειρες μάχιμες μονάδες του ΕΛΑΣ εμποδίζονται από την ηγεσία του KKE να λάβουν μέρος. Ακόμα και τότε ο πόλεμος δεν είχε ακόμα κριθεί. Σε εκείνη την κρίσιμη στιγμή η OΠΛA, που έχει ιδρυθεί ως οργάνωση προστασίας των λαϊκών αγωνιστών και τιμωρίας των προδοτών αντί να δίνει τη μάχη κατά των ταγματασφαλιτών και των εγγλέζων επικυρίαρχων εκτελεί διαφωνούντες  κομμουνιστές, τροτσκιστές και διαφωνούντα μέλη του KKE, θεωρώντας τον εξ αριστερών κίνδυνο πιο επικίνδυνο για την πολιτική του επιδιωκόμενου ταξικού συμβιβασμού. Μετά από 33 ημέρες μάχης στην Αθήνα, το ΚΚΕ επιλέγει τελικά το συμβιβασμό που ολοκληρώνεται με τον αφοπλισμό του ΕΛΑΣ στη συμφωνία της Βάρκιζας και την αποκήρυξη του Άρη Βελουχιώτη τον Iούνιο του 1945.
Όμως ο συμβιβασμός αποδεικνύεται αδύνατος. Την επομένη του αφοπλισμού του αντάρτικου, συμμορίες (συμμορία Σούρλα) και δωσιλογικά αποσπάσματα βρίσκονται ξανά στους δρόμους χωρίς καμιά αντίσταση. Συγχρόνως, τα έκτακτα στρατοδικεία επιτελούν το ταξικό καθήκον τους: Aποφασίζουν την εκτέλεση όσων αγωνίστηκαν, ενώ αποδίδουν τους συνεργάτες των κατακτητών εξαγνισμένους στην κοινωνία για να αποτελέσουν το αυριανό πολιτικό προσωπικό της άρχουσας τάξης στον κρατικό μηχανισμό της.

Ο συγγραφέας δεν παρελθοντολογεί αλλά αγωνιά αν οι καταπιεσμένοι έχουν διδαχτεί από την ιστορία. Ο ίδιος γνωρίζει ότι η αποφασιστικότητα της άρχουσας τάξης να διατηρήσει την ταξική της κυριαρχία δεν έχει όρια στη βαρβαρότητα. Μας καλεί να δούμε την ιστορία όχι με τα μάτια χαμηλωμένα στο έδαφος αλλά στραμμένα ψηλά στον έναστρο ουρανό.

Γιάννης Χατζηγιάννης