της Εύης Νικολοπούλου

Στις 29/6/2022 το Δίκτυο Αλληλεγγύης Κοινωνικών Ιατρείων με την επιστημονική του ομάδα, σε συνεργασία με το Σωματείο Υποστήριξης του Κοινωνικού και Επιστημονικού Έργου του 18 άνω, διοργάνωσαν ημερίδα με θέμα: "Έμφυλη Βία".

Μέσα στην βαρβαρότητα της εποχής που διανύουμε, με τον αριθμό τον δολοφονημένων γυναικών να αυξάνεται διαρκώς, τους συνεχείς βιασμούς, το bullying, τα παρατημένα σώματα των νεκρών trans γυναικών στα αζήτητα των νοσοκομείων (όπως έγινε και πριν λίγες ημέρες στο νοσοκομείο Παπαγεωργίου στη Θεσσαλονίκη), τέτοιου είδους πρωτοβουλίες είναι πολύ σημαντικές. Υπάρχει επιτακτική ανάγκη να γίνεται σωστή και ενδελεχής ενημέρωση γύρω από ένα θέμα ανεξάντλητο, πολλές φορές ακόμα και ταμπού, αλλά ταυτόχρονα τόσο επίκαιρο και φλέγον.

Η βία που αφορά στο φύλο, πρωτότοκο τέκνο του «ζεύγους» πατριαρχίας και καπιταλισμού, θα εκλείψει όταν εκριζωθούν οι σχέσεις εξουσίας που το δημιουργούν και οι νοοτροπίες που το συντηρούν αιώνες τώρα. Οι αυτο-οργανωμένες και από τα κάτω δράσεις είναι πιο αναγκαίες από ποτέ ώστε να ακουστεί ένα συλλογικό και ηχηρό «φτάνει πια» σε ό,τι σκοτώνει, βιάζει και καταπιέζει και προς αυτήν την κατεύθυνση θα πρέπει να συνεχίσουμε να κινούμαστε. Παράλληλα με τις συνεχείς πολιτικές μας δράσεις η επιμόρφωση γύρω από αυτά τα ζητήματα αποτελεί άλλο ένα όπλο στην φαρέτρα μας.

Η ημερίδα διεξήχθη στην Τσαμαδού 15, στα Εξάρχεια, και στέφθηκε με επιτυχία αφού το «παρών» έδωσαν πολλά μέλη του Δικτύου Αλληλεγγύης Κοινωνικών Ιατρείων, αλληλέγγυα άτομα, κόσμος της γειτονιάς αλλά και φίλοι που στηρίζουν τις πρωτοβουλίες μας. Οι θεματικές της ενημερωτικής εκδήλωσης κινήθηκαν στους εξής άξονες: 

*  Βία στην οικογένεια, με εισηγήτρια την Εύη Νικολοπούλου
*  Το βασίλειο της σιωπής, με εισηγήτρια την Ειρήνη Μαρία Ντατούτη
*  Η βία στον αθλητισμό, με εισηγητή τον8 Αλέξη Χαλβατζή.
*  Γυναικοκτονίες, με εισηγήτρια την Κατερίνα Μάτσα
*  Ενδοοικογενειακή βία, με εισηγητές τον Νικολάϊ Μπάγιεφ και την Ισιδώρα Καψαλάκη
*  Το κίνημα Metoo στην Ελλάδα, με εισηγήτριες την Ρόζυ Μονάκη και την Κωνσταντίνα Ιωαννίδη.

Οι παρευρισκόμενοι/ες παρακολούθησαν διαδικτυακή συνέντευξη με την Κατερίνα, μέλος της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας στην Ολλανδία και εμπνεύστρια της ομάδας στο Facebook Metoo Greece, και επίσης προβλήθηκε το ντοκιμαντέρ "Το λουλούδι του Κισινάου" που πραγματεύεται την βία στα σχολεία. Το όμορφο και συντροφικό κλίμα που δημιουργήθηκε συμπλήρωσε η εικαστική έκθεση της Ίρις Δεσπάστα που και αυτή είχε ως θέμα την έμφυλη βία και μάλιστα μέσα από την ευαίσθητη μάτια της ίδιας της δημιουργού.

Το κείμενο που ακολουθεί είναι η εισήγηση της ψυχολόγου και μέλους του Δικτύου Αλληλεγγύης Κοινωνικών Ιατρείων Εύης Νικολοπούλου, η οποία ανέπτυξε το θέμα της βίας μέσα στην οικογένεια.
Βίκυ Κ. 

ΒΙΑ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΚΑΙ ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

Όταν οι περισσότεροι άνθρωποι ακούνε ή διαβάζουν τις λέξεις βία και «τραύμα», έχουν στο μυαλό τους περισσότερο ένα ατύχημα ή μια πράξη βίας. Οι συνθήκες που δεν έχουν ορατό και άμεσο αντίκτυπο είναι δύσκολο να ταυτοποιηθούν ως τραυματικές. Όμως δεν ταυτοποιούνται ως τέτοιες από την επίσημη συστημική θεώρηση και παιδαγωγική πρακτική, για ευνόητους λόγους. Για παράδειγμα, η κατάσταση την οποία βιώνουν τα παιδιά σε συνθήκες φτώχειας αποτελεί μια μόνιμη και διαρκή τραυματική συνθήκη. Τα παιδιά βιώνουν το διαρκές τραύμα της φτώχειας και ό,τι αυτή συνεπάγεται, παραμέληση, στέρηση πόρων, ευκαιριών και δυνατοτήτων, γονείς με ψυχιατρικά/ψυχολογικά προβλήματα χωρίς πρόσβαση στην κατάλληλη περίθαλψη. Τα ανθρώπινα πλάσματα δεν αισθάνονται μόνο πόνο, αλλά προβλέπουν και φαντάζονται τις συνέπειες. Βασανίζονται από υποψίες υπαρκτών ή μελλοντικών πόνων και βασάνων, λέει ο νευρολόγος και συγγραφέας Vertosic. Για αυτό ο πόνος έχει διπλή υπόσταση: τη σωματική, και την νοητική-ψυχολογική. Ο πολύπλοκος και πολυσύνθετος εγκέφαλός μας μάς επιτρέπει να δίνουμε υπερφυσικές διαστάσεις είτε να υποβαθμίζουμε τη σημασία του πόνου και των ψυχικών μας τραυμάτων. Η οδύνη δεν είναι τίποτα άλλο παρά η επίγνωση του ανθρώπινου πόνου.

Δυστυχώς, ένα πολύ μεγάλο μέρος του πλανήτη μεγαλώνει υπό αυτές τις δυσμενέστατες συνθήκες στέρησης. Το 40% του παγκόσμιου πληθυσμού, 3 δισεκατομμύρια άνθρωποι, δεν έχουν πρόσβαση σε νερό και σαπούνι στο σπίτι τους (Unicef, 2020)˙ 82 εκατομμύρια άνθρωποι ζουν με λιγότερο από ένα δολάριο την ημέρα. Σύμφωνα με τα δεδομένα της Παγκόσμιας Τράπεζας, το 1/4 του πλανήτη ζει με λιγότερο από 3 δολάρια την ημέρα, και το χειρότερο στοιχείο είναι ότι οι μισοί άνθρωποι από αυτούς που βρίσκονται κάτω από το όριο της φτώχειας είναι παιδιά.

Ας μιλήσουμε για τα τρία πεδία στα οποία τα παιδιά βιώνουν την βία στις διάφορες μορφές της και για τα οποία λίγος λόγος γίνεται.

ΠΑΙΔΙΚΟ ΤΡΑΥΜΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Αν δεν έχουμε συνείδηση τι μας συνέβη κατά τα πρώτα στάδια της ζωής μας, όλη η υπόθεση του πολιτισμού δεν είναι παρά μια φάρσα. Λέει η Α. Μίλερ: είναι εξαιρετικά σημαντικό να κατανοήσουμε ότι η έλλειψη σεβασμού στα παιδιά μεταφέρεται διαχρονικά από τη μια γενιά στην άλλη.

Οι βασικές οδηγίες που ακολουθούσαν οι γονείς μέχρι τον μεσαίωνα στην εκπαίδευση των παιδιών τους, ήταν από τη Βίβλο, όπου η σωματική τιμωρία ήταν απαραίτητο εργαλείο διαπαιδαγώγησης. Στη λαϊκή παράδοση, βρίσκουμε να επιβιώνουν μέχρι και σήμερα φράσεις όπως: όποιος με αγαπάει με κάνει και κλαίω, το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο κ.ά. “Τα παιδιά πρέπει να φαίνονται και να μην ακούγονται”, είναι εκφράσεις ενδεικτικές των παιδαγωγικών αντιλήψεων της κοινωνίας.

Από τα τέλη του 17ου αιώνα, βλέπουμε τις απόψεις των διανοούμενων της εποχής απέναντι στα παιδιά να παίρνουν μια προοδευτική κατεύθυνση. Στο έργο του «Μερικές σκέψεις σχετικά με την Εκπαίδευση» (1693) ο Λοκ μίλησε για την ανάγκη τα παιδιά να αντιμετωπίζονται ως άνθρωποι. Ενώ ο Ρουσσώ στο έργο του «Αιμίλιος» στήριξε το δικαίωμα του παιδιού να είναι παιδί και να είναι ευτυχισμένο, αντί να προετοιμάζεται πάντοτε για την ενήλικη ζωή. Πολλά παιδιά, τόνισε, θα μπορούσαν να πεθάνουν νέα έχοντας περάσει τη ζωή τους προετοιμαζόμενα για μια ενήλικη ζωή, στην οποία δε θα φτάσουν ποτέ. Δυστυχώς η εξέλιξη των κοινωνιών δεν ακολούθησε αυτή την ευθύγραμμη κατεύθυνση προόδου για την αντιμετώπιση των παιδιών από την οικογένεια, την εκπαίδευση και την κοινωνία. Οι έρευνες δείχνουν ότι παρότι η σωματική κακοποίηση τις τελευταίες δεκαετίες καταδικάζεται κοινωνικά ως σκληρή και επιβλαβής μέθοδος πειθαρχίας, από κάποια συντηρητικά κομμάτια και κοινωνικές ομάδες δεν αντιμετωπίστηκε με ενθουσιασμό (Gershof, 2013). Η σωματική τιμωρία χρησιμοποιείται ακόμα από τους γονείς, και διάφορες εναλλακτικές στρατηγικές οριοθέτησης, με παρόμοιες ωστόσο συνέπειες για την ψυχική υγεία του παιδιού, όπως οι φωνές, η αποστέρηση και οι τιμωρίες. (Regalado, 2004).

Έρευνες

  • Σύμφωνα με έρευνα της Unicef σε 33 χώρες, το 2010 τα μισά παιδιά της έρευνας πειθαρχούνται με ξύλο.
  • Σύμφωνα με την έρευνα της Αντωνοπούλου σε φοιτητικό πληθυσμό, η κακοποίηση κατά την παιδική ηλικία και κυρίως η συναισθηματική κακοποίηση έχει αρνητικές επιπτώσεις σε σημαντικούς τομείς της ψυχοκοινωνικής προσαρμογής κατά την ενήλικη ζωή. Επιπλέον, η μελέτη καταδεικνύει ότι το παιδικό τραύμα είναι ένα ανησυχητικά συχνό φαινόμενο στον ελληνικό φοιτητικό πληθυσμό, γεγονός το οποίο θα πρέπει να προβληματίσει τους ειδικούς και χρήζει περαιτέρω διερεύνησης.
  • Σοκάρουν τα στοιχεία για τη ραγδαία αύξηση των ποσοστών στις κλήσεις που δέχτηκε το «Χαμόγελο του Παιδιού» στη Γραμμή SOS 1056, στο πρώτο εξάμηνο του 2021, και αφορούν είτε κακοποίηση ανηλίκων, με οποιαδήποτε μορφή, είτε γυναικών.

Είναι χαρακτηριστικό ότι σημειώθηκε αύξηση κατά:

81,69% στις κλήσεις για παιδιά που έχουν κακοποιηθεί ή κακοποιούνται και

41,29% στις ανώνυμες και επώνυμες αναφορές για παιδιά που βρίσκονται σε κίνδυνο. Επίσης, καταγράφηκε αύξηση 248,89% για παιδιά που εξέφρασαν αυτοκτονικό ιδεασμό και 1000% σε γυναίκες που έπεσαν θύματα ενδοοικογενειακής βίας.

ΒΙΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

«Το ιδιωτικό βασανιστήριο της συνείδησης δεν διαθέτει μαστίγια και φάλαγγες, τα λόγια αρκούν». Η κόλαση του Εγώ, είναι ένας κόσμος δηλητηριασμένος από λόγια μεγεθυμένα σε ύψος μεταφυσικών σκιάχτρων, στραγγαλιστικές φράσεις που τρέπουν σε φυγή τον κατσικοπόδαρο ακροατή τους. Τα λόγια γενικά κρύβουν τόση δύναμη μέσα στη συνείδηση, ώστε ο βασανιστής με τα γνωστά του ταλέντα να ωχριά και να γελοιοποιείται. Γενικά ο αυτοβασανισμός υπερτερεί απείρως απέναντι σε κάθε «έτερο-βασανισμό». (Κωστής Παπαγιώργης).

Κάθε παιδί έρχεται στον κόσμο για να αναπτύξει την προσωπικότητά του με προστασία, ελευθερία, αυτονομία. Η οικογένεια θα έπρεπε να αποτελεί το εφαλτήριο για μια υγιή ανάπτυξη, με σεβασμό στον εαυτό και το περιβάλλον. Αν οι ζωτικές ανάγκες του παιδιού σε αυτή την σημαντική και επίπονη διαδικασία αγνοηθούν, παραμεληθούν και ματαιωθούν, το παιδί χάνει την αίσθηση της ασφάλειας και της αυτοπεποίθησης, που αποτελούν βασικά του εργαλεία στην πορεία του για την εύρεση του προσωπικού του νοήματος, ώστε να χαράξει την ατομική του διαδρομή (Mann, 2004). Οι πρώτες παιδικές εμπειρίες, είναι κομβικές για τη δημιουργία της υγιούς αυτοεικόνας, της ασφαλούς προσκόλλησης (Bowlby, 1969). Ο Αυστριακός ψυχίατρος Άλφρεντ Άντλερ τόνισε τον σπουδαίο ρόλο που παίζει το αίσθημα της κατωτερότητας στο σχηματισμό των νευρώσεων. Το αίσθημα της κατωτερότητας, της μειονεξίας, της ασημαντότητας, της ελαττωματικότητας, δημιουργείται πρωταρχικά και σχεδόν αποκλειστικά από τους «σημαντικούς άλλους» των πρώτων παιδικών μας χρόνων, αυτών που αποτέλεσαν τους κηδεμόνες μας: γονείς, παππούδες, θείους κ.τ.λ., καθορίζοντας τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας, το “αφήγημα” με το οποίο θα πορευτούμε προς την ενήλικη ζωή. Τα λόγια που εκστομίζουν οι γονείς, οι κουβέντες που βάζουν αρνητική ταμπέλα στο παιδί, όχι μόνο δεν το βοηθάνε να διαχειριστεί τα συναισθήματά του, όχι μόνο αντιστρατεύονται την βελτίωση και τη υγιή συναισθηματική ανάπτυξη, αλλά ευνουχίζουν την αίσθηση αξίας του παιδιού, και του δημιουργούν ενοχικά συναισθήματα και ντροπή για τον εαυτό, ντροπή για αυτό που είναι και όχι για αυτό που κάνει. Η κακομεταχείριση των παιδιών από την βρεφική ηλικία ήδη και στην παιδική ηλικία, με ψυχολογική βία και φωνές, επηρεάζει σημαντικά την ανάπτυξη του παιδιού, αλλά και τον τρόπο που θα αντιμετωπίζει τον κόσμο, καθώς τα υψηλά ποσοστά στρες δημιουργούν μια προσωπικότητα ευάλωτη και στρώνουν το δρόμο για προβλήματα σωματικής και ψυχικής υγείας.

Και μια που μιλήσαμε για βρεφική ηλικία, τι μπορεί να δημιουργήσει στρες στα βρέφη; Το να αφήνεται ένα παιδί να ουρλιάζει μέχρι να ηρεμήσει χωρίς γονική προσοχή και αγάπη.

Να μην ταΐζεται το παιδί όταν πεινάει.

Να μην προσφέρεται παρηγοριά και ανακούφιση στο παιδί όταν είναι ταραγμένο και ενοχλημένο.

Να υπάρχει περιορισμένη σωματική επαφή κατά τη διάρκεια της σίτισης, καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας και κατά τη διάρκεια νυχτερινών επεισοδίων στρες.

Τα ευρήματα από έρευνες αποδεικνύουν ότι η απομόνωση από τη μητέρα, η μειωμένη διέγερση του δέρματος και η φτωχή ανταπόκριση στις ανάγκες του παιδιού, έχουν βιοχημικές και μόνιμες συνέπειες στον εγκέφαλο.

Δεν δημιουργούνται δηλαδή οι συνθήκες για την ψυχική ανθεκτικότητα. Αν οι ενήλικες εκμεταλλεύονται, ματαιώνουν, πληγώνουν, χτυπούν, τιμωρούν, ειρωνεύονται και κακομεταχειρίζονται το παιδί για να ικανοποιήσουν τις δικές τους ανάγκες, χωρίς ποτέ να παρεμβαίνει κάποιος που είναι μάρτυρας της κατάστασης αυτής, η διαδικασία ολοκλήρωσης του Εγώ του παιδιού δέχεται μακροχρόνιο πλήγμα. (Miller, 2016). Το συναίσθημα του πόνου έχει νευρωνική βάση. Ο εγκέφαλός μας καταγράφει την απόρριψη στην ίδια περιοχή που ενεργοποιείται όταν πονάμε σωματικά (Eisenberg 2004, Mate 2012, Goleman 2006). Πολλά παιδιά μεγαλώνουν με επαρκώς καλυμμένες τις υλικές τους ανάγκες, αλλά με ψυχοκοινωνική απομόνωση, γονική παραμέληση, με την αίσθηση του ψυχικού πόνου και της μοναξιάς. Όταν η ανάγκη για εγγύτητα με τον άλλον δεν εκπληρώνεται, μπορεί να εμφανιστούν συναισθηματικές διαταραχές. Η έλλειψη στενών σχέσεων εμπιστοσύνης, ζεστασιάς και φροντίδας, και η κοινωνική απόρριψη αποτελούν τις πιο κοινές αιτίες του άγχους στην παιδική και εφηβική ηλικία (Goleman, 2012).

 Η συνέπεια μιας παιδικής ηλικίας σε μια οικογένεια που δεν σέβεται την προσωπικότητα και τις ανάγκες του παιδιού έχει και ατομικό αντίκτυπο (χρήση ουσιών, διατροφικές διαταραχές, διαταραχές προσωπικότητας, ψυχοσωματική υγεία κ.τ.λ.) αλλά και κοινωνικό: σύμφωνα με την Μίλερ, όταν δεν υπάρχει το κλίμα σεβασμού στην οικογένεια και στο παιδί, τα παιδιά αποφεύγουν κάποια επώδυνη αλήθεια, αναζητώντας καταφύγιο σε επικίνδυνες ιδεολογίες. Ο εθνικισμός, ο φασισμός και ο ρατσισμός, στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτα άλλο πέρα από ιδεολογικές μεταμφιέσεις της προσπάθειας να απομακρυνθούμε από τις επώδυνες και ασυνείδητες αναμνήσεις της περιφρόνησης που βιώσαμε κάποτε, καθώς και της στροφής μας προς την έλλειψη σεβασμού για την ανθρώπινη ζωή, η οποία εκδηλώνεται με τη μορφή ενός πολιτικού προγράμματος.

Βία στο σχολείο – το σχολείο ως κρεβάτι του Προκρούστη

Μια βασική κατάκτηση της επιστήμης της ψυχολογίας στο δρόμο της για την εξερεύνηση του ψυχισμού του ανθρώπου, είναι η ανακάλυψη ότι μια από τις βασικές ανάγκες του ανθρώπου, είναι η κοινωνική αποδοχή και η ανάγκη του να ανήκει σε μια ομάδα, σε ένα κοινωνικό σύνολο. Τα δύο βασικά κοινωνικά σύνολα που διερχόμαστε στην πορεία μας προς την ενηλικίωση είναι η οικογένεια και το σχολείο. Μέσα στο κλίμα των μαζικών καταγγελιών για ψυχολογική, σωματική και σεξουαλική παρενόχληση που έλαβε χώρα στην ελληνική κοινωνία το 2021, με αφετηρία τις καταγγελίες για κακοποίηση στα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια του Αρσάκειου, θα ήταν σοβαρή παράλειψη σε μια εισήγηση για το παιδικό ψυχικό τραύμα να μην αναφερθούμε στον ρόλο του σχολείου. Ο αυταρχισμός και η ψυχολογική βία στο σχολείο, μολονότι δεν έχουν αξιολογηθεί σε μεγάλη κλίμακα από την έρευνα -σε αντίθεση με την εκτεταμένη βιβλιογραφία για την βία και την παρενόχληση στο εργασιακό περιβάλλον- είναι συνήθεις πρακτικές στο σχολικό περιβάλλον, και επικροτείται σιωπηρά ή φανερά από γονείς που θεωρούν αυτές τις μεθόδους παιδαγωγικά εργαλεία ή αναγκαίες παιδαγωγικές πρακτικές.

Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού “οι προϋποθέσεις που παράγουν ή και συντηρούν τη βία στο σχολείο είναι χρήση σωματικής τιμωρίας ή άλλων μεθόδων ελέγχου της συμπεριφοράς όπως η ειρωνεία, η ανάρμοστη σύγκριση, η υποτίμηση, ο εξευτελισμός, η απομόνωση. Τέτοιες μέθοδοι δεν είναι παρά τα εργαλεία του κλίματος αυτού σ’ ένα σχολείο «γενεσιουργό βίας». Ο αυταρχισμός στην διδακτική αίθουσα είναι έλλειψη φαντασίας, διάθεσης για δημιουργία, επικοινωνία και τροχοπέδη της ψυχο-συναισθηματικής εξέλιξης. Είναι ψυχολογική βία. Μην ξεχνάμε ότι το bullying είναι εξ ορισμού διαφορά δύναμης και εξουσίας. Ο πιο δυνατός θα προσπαθήσει να επιβληθεί στον ευάλωτο. Η επίκληση της αυθεντίας των εκπαιδευτικών είναι ένα διαχρονικό επιχείρημα για την άνευ όρων υποταγή και συμμόρφωση των μαθητών στους σχολικούς κανόνες. Αυτή τη διαφορά δύναμης έχουν το θεσμικό προνόμιο να την εκμεταλλεύονται απεριόριστα και ανεξέλεγκτα κάποιοι διδάσκοντες, καθώς για το bullying εκπαιδευτικών προς τους μαθητές υπάρχει ανύπαρκτο ή ελάχιστο ερευνητικό ενδιαφέρον.

Με ποιον τρόπο δημιουργείται η αίσθηση της απαξίωσης και της ψυχικής αποδυνάμωσης του παιδιού στο σχολικό περιβάλλον λοιπόν; Η αίσθηση του μαθητή ότι “δεν ανήκει” δημιουργείται αφενός από τις τιμωρίες, τις απειλές και τις ειρωνείες και των καθηγητών και αφετέρου των μαθητών. Όταν ένας μαθητής νιώθει ότι είναι ανεπιθύμητος και εξόριστος από την ομάδα, ότι είναι περίγελος και αντικείμενο χλευασμού και κουτσομπολιού των συνομήλικων, το συναίσθημα της απομόνωσης σφραγίζει τις θύρες των αισθήσεων “απαγορεύοντας” την μάθηση. Δημιουργεί έναν ψυχικό θόρυβο με αυτο-υποτιμητικές σκέψεις, απομονώνει τον μαθητή από την εκπαιδευτική διαδικασία και προκαλεί ψυχικό πόνο. Η ορολογία που χρησιμοποιείται, είναι αποκαλυπτική των αξιών και της σχολικής κοινότητας: πειθαρχία και τιμωρίες, είναι λέξεις που παραπέμπουν ευθέως σε στρατιωτικούς όρους και αυταρχικά, αντιδημοκρατικά καθεστώτα.

Το σχολείο ξεφεύγει από το ρόλο του:

– Όταν μέσα στην εργαλειοθήκη των εκπαιδευτικών υπάρχει η χειραγώγηση και όχι η διαπαιδαγώγηση των μαθητών – αυτό συνιστά μορφή ψυχολογικής βίας.

– Όταν η αξία του μαθητή ελαχιστοποιείται και περικλείεται αποκλειστικά στην βαθμολογική του επίδοση και τη μαθησιακή του ικανότητα.

– Όταν έχει από όλα τα παιδιά τις ίδιες απαιτήσεις και τις ίδιες προσδοκίες.

Τότε το σχολείο παίζει ένα ισοπεδωτικό ρόλο, καθώς δεν λαμβάνει υπόψη τις ατομικές διαφορές και καταργεί αυτό που διεθνώς αναφέρεται ως “σεβασμός και αποδοχή της διαφορετικότητας”. Σε έρευνες που έχουν επιχειρήσει να διερευνήσουν το bullying στη σχολική αίθουσα, διαπιστώθηκε ότι εάν οι καθηγητές είχαν θυματοποιηθεί ως παιδιά, ήταν πολύ πιθανόν να αναπαράγουν τέτοιες συμπεριφορές στους μαθητές τους. (Twemlow, 2006).

Ο εκπαιδευτικός πρέπει να είναι πολύ προσεκτικός ώστε να μην καταχραστεί την εξουσία του και την επιρροή του, με τρόπους που δεν θα κάνει ένα μαθητή να νιώσει άσχημα για αυτό που είναι, και με τρόπο που δεν θα περάσει την δική του οπτική ως τη μια και μοναδική σωστή οπτική. Ένας εκπαιδευτικός έχει ένα συγκεκριμένο ποσό δύναμης και προνόμια, των οποίων πρέπει να είναι ενήμερος, δεκτικός και έτοιμος να μιλήσει για αυτά στους μαθητές του. Αν ο εκπαιδευτικός δεν μπορεί να συσχετιστεί με τις διαφορετικές κοινωνικο-συναισθηματικές καταστάσεις των μαθητών του, αν νοιάζεται πρωτίστως για την αποπεράτωση της διδακτέας ύλης, ο μαθητής δεν μπορεί να βρει αντικείμενο ταύτισης και έμπνευσης, και η απορρόφηση σε σκέψεις αποτυχίας και ανικανότητας θα αντιστρατεύονται κάθε διάθεση μάθησης. Ο εκπαιδευτικός πέρα από τον γεωγραφικό χώρο, πρέπει να έχει υπόψιν του την ύπαρξη του ψυχολογικού χώρου, και το πρώτο του μέλημα είναι να φροντίσει αυτός ο ψυχολογικός χώρος να είναι ο παρόμοιος για όλα τα παιδιά. Το συναίσθημα δηλαδή της αποδοχής, της αίσθησης της προσωπικής αξίας και της ισότιμης ύπαρξης ευκαιριών για να αναπτύξει το δυναμικό του.

Η βασική ανάγκη του «ανήκειν», όπως αναδείχθηκε στην πυραμίδα του Maslow, πρέπει να υπηρετείται από το εκπαιδευτικό σύστημα και στην πράξη. Με ενσωμάτωση των παιδιών και όχι περιθωριοποίηση με βάση την απόδοσή τους και τις ατομικές ιδιαιτερότητες. Τα σχολεία μέχρι σήμερα στην πλειοψηφία τους βασίζονται στην αξιολόγηση της απόδοσης των μαθητών με την ισοπεδωτική βαθμολογία, που λαμβάνει ελάχιστα υπόψιν τις ατομικές διαφορές, το συναισθηματικό στάτους, την ψυχική γεωγραφία, και την ωριμότητα του μαθητή καθώς και το κοινωνικοοικονομικό του υπόβαθρο. Οι κεντρικές επιδιώξεις σε ένα περιβάλλον με στόχο την ψυχική ενδυνάμωση και την ενσωμάτωση των μαθητών, θα έπρεπε να είναι η ενθάρρυνση της ομαδικής δράσης, η σύσφιξη των σχέσεων των συνομηλίκων, η ενίσχυση της περιέργειας και της έρευνας, η εμβάθυνση της γνώσης και η καλλιέργειας της ψυχής, με την προσφορά επιλογής καλλιτεχνικών, αθλητικών, εξωσχολικών αναζητήσεων και ενδιαφερόντων, και κυρίως να ενισχύουν της αίσθησης της αξίας του κάθε μαθητή. Μην ξεχνάμε, ο μαθητής νοιάζεται πάνω απ’ όλα να συσσωρεύσει κοινωνικό κεφάλαιο, δηλαδή αποδοχή και εκτίμηση από τους συνομήλικους και τα κοινωνικά περιβάλλοντα όπου ανήκει. Αν η παιδαγωγική πρακτική δεν το λαμβάνει αυτό υπ’ όψιν της και έχει μοναδικό γνώμονα την απαρέγκλιτη τήρηση του προγράμματος αφήνοντας ανικανοποίητες τις ανάγκες αποδοχής και κοινωνικοποίησης των παιδιών, θα εστιάζουμε στο δέντρο (το παιδαγωγικό μας αντικείμενο) και θα χάσουμε το δάσος (την ενίσχυση της ψυχικής υγείας και αυτοεκτίμηση των μαθητών) δίνοντας στα παιδιά κουσούρια και όχι εφόδια, στην πορεία τους για την ανάπτυξη της προσωπικότητας με ελευθερία, τόλμη και αυτοπεποίθηση και για την δημιουργία του προσωπικού τους νοήματος.