του Χόρχε Αλταμίρα
Μέχρι το θάνατο του Ούγκο Τσάβες, το πολιτικό καθεστώς της Βενεζουέλας καυχιόταν για την υποστήριξη της πλειοψηφίας του πληθυσμού που απολάμβανε, μέσω των πολλών δημοψηφισμάτων.
Διαμόρφωνε με αυτόν τον τρόπο ένα κλασικό βοναπαρτιστικό σύστημα, ένα αντίγραφο σχεδόν του πρωτότυπου μοντέλου που αναπτύχθηκε στην Ευρώπη περίπου διακόσια χρόνια πριν. Η κοινωνική βάση αυτού του βοναπαρτισμού αποτελούνταν από μια τεράστια μάζα φτωχών που ζούσε στους ενδιάμεσους ιστούς μιας οικονομίας στηριγμένης στο εισόδημα από το πετρέλαιο, καθώς και σε ένα μεγάλο μέρος του βιομηχανικού προλεταριάτου. Όταν, το 2008, έχασε ένα δημοψήφισμα για τη μεταρρύθμιση του Συντάγματος με μια πραγματικά ελάχιστη διαφορά, ο “τσαβισμός” έκανε ζήτημα το σχολαστικό σεβασμό του αποτελέσματος, για το βασικό λόγο ότι η εναντίωση σε αυτό θα σήμαινε την υπονόμευση της ίδιας της αρχής του πολιτικού καθεστώτος του. Η άλλη όψη της δημοψηφισματικού “τσαβισμού” ήταν η αντιπολίτευση της μειοψηφίας, που γι’ αυτό το λόγο, το κυβερνόν κόμμα τη βάφτισε “τιποτένια”.
De facto
Η αντίθεση με την παρούσα κατάσταση δε θα μπορούσε να είναι πιο έντονη. Ο “τσαβισμός” έχασε συντριπτικά στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές και από τότε δεν κάνει τίποτα περισσότερο από το να παραβιάζει την αυτονομία της Εθνοσυνέλευσης με τη δύναμη των διαταγμάτων και αποφάσεων της Δικαστικής Εξουσίας. Η βοναπαρτιστική κυβέρνηση έχει παύσει να υφίσταται και επιβιώνει μόνο με την υποστήριξη των ενόπλων δυνάμεων. Την περασμένη εβδομάδα, το Δικαστήριο άρχισε να παρεμβαίνει στη ρύθμιση της Εθνοσυνέλευσης, που έχει στερηθεί, στην πορεία, τη δυνατότητα προσφυγής και αντίταξής της σε υπουργούς, όπως και τη δυνατότητα παρέμβασής της στο διορισμό του προέδρου της Κεντρικής Τράπεζας. Με προσχηματικές δικαστικές διαδικασίες, το δίδυμο Μαδούρο-Καμπέγιο έχει εξουδετερώσει τη νέα Συνέλευση, με την υποστήριξη του Στρατού.
Ενώ στη Βραζιλία, μια κοινοβουλευτική πλειοψηφία εγκαταλείπει την ίδια της την κυβέρνηση για να πετύχει την καθαίρεση της Προέδρου Ρούσεφ σε μια ξεκάθαρη συνωμοσία με τις μεγάλες τράπεζες και την μεγάλη βιομηχανία, στη Βενεζουέλα επίσης αναπτύσσεται ένα πραξικόπημα, αλλά σε αυτήν την περίπτωση, από την Προεδρική Εξουσία και την κλίκα της ενάντια σε ένα κοινοβούλιο που η πλειοψηφία του εκλέχθηκε για να εκπροσωπήσει τη (δεξιά) αντιπολίτευση στο εγκατεστημένο για δεκαπέντε χρόνια και επικυρωμένο από τα δημοψηφίσματα σύστημα.
Το πέρασμα του δημοψηφισματικού βοναπαρτισμού στον de facto βοναπαρτισμό σηματοδοτεί την ασυγκράτητη πια διάλυση της Μπολιβαριανής πολιτικής σκηνής. Τις τελευταίες ημέρες έχει αυξηθεί η δραστηριότητα της διεθνούς διπλωματίας και του Βατικανού για να βρεθεί μια συναινετική διέξοδος από το τσαβικό καθεστώς. Ξανάρχεται έτσι στην επιφάνεια το θέμα του πραξικοπήματος, σε αυτήν την περίπτωση ενός “αυτό-πραξικοπήματος” του τσαβικού στρατοπέδου για να οικοδομηθεί μια μεταβατική κυβέρνηση με την αντιπολίτευση του παραδοσιακού φιλελευθερισμού. Το αναφέρει ο ανταποκριτής της La Naci½n (4/5), με όνομα και επώνυμο. Το επιχειρηματικό σχέδιο του κοινού αυτού πραξικοπήματος τσαβικών και τιποτένιων, διατυπώθηκε αρκετές φορές από τον ιδιοκτήτη της μεγαλύτερης εταιρείας στη Βενεζουέλα, της ζυθοποιίας Polar, ο οποίος είχε πει ότι το διεθνές κεφάλαιο ήταν πρόθυμο να συνεργαστεί σε ένα σχέδιο οικονομικής διάσωσης, συμπεριλαμβανομένης της αναδιάρθρωσης του εξωτερικού χρέους. Η θριαμβολογία για την οριστική και πλήρη επιστροφή της δημοκρατίας στη Λατινική Αμερική, θα πρέπει να λάβει υπόψη της μια σειρά πραξικοπημάτων που άνοιξε με την αποπομπή του Ονδουριανού Προέδρου Μανουέλ Σελάγια το 2009 και τώρα επεκτείνεται στη Βραζιλία και τη Βενεζουέλα, μετά από ένα πέρασμα από τη Γουατεμάλα και την Παραγουάη. (Μια ξεχωριστή παράγραφο αξίζει το επικείμενο πραξικόπημα που θα έκανε ο Ομπάμα στο Πουέρτο Ρίκο. Στη Βενεζουέλα, ωστόσο, ένα αυτό-πραξικόπημα της κυβερνώσας κλίκας είναι καταδικασμένο σε αποτυχία – θα επιτάχυνε μόνο τη μετάβαση από την de facto κυβέρνηση σε μια μεταβατική κυβέρνηση. Με τις εκδηλώσεις αυτές της κρίσης της αστικής κυριαρχίας στη Λατινική Αμερική ανοίγει μια προοπτική εμφάνισης προεπαναστατικών καταστάσεων μεγέθους που θα εξαρτηθεί από την ποιότητα της πολιτικής στρατηγικής της επαναστατικής αριστεράς.)
Μια εξαντλημένη εμπειρία
Το πέρασμα από το ένα πολιτικό σύστημα στο άλλο εκφράζει αναμφίβολα την πλήρη κατάρρευση της οικονομίας της Βενεζουέλας, της οποίας ο εισοδηματικός-εξορυκτικός χαρακτήρας οξύνθηκε κατά τη διάρκεια του τσαβικού σταδίου. Σε αντίθεση με ένα πρόγραμμα εκβιομηχάνισης ανεπτυγμένο από το Κράτος, ο Τσάβες επέστρεφε ένα σημαντικό μέρος των εσόδων από το πετρέλαιο στην ανάπτυξη του κοινωνικού προγράμματος, το μέγεθος του οποίου είναι ανάλογο με την αδυναμία να διατηρήσει αυτά τα προγράμματα σε βάθος χρόνου, με βάση την ισχύουσα οικονομική δομή. Ένα άλλο μεγάλο μέρος “εκτράπηκε” στις επίσημες κλοπές, καλυμένο με την ανάγκη να αναπτυχθεί μια μπολιβαριανή μπουρζουαζία – όπως έγινε και σε αργεντίνικες επιχειρήσεις, κάποιες από τις οποίες συνδεόνται με κινέζικα ή ρωσικά κεφάλαια. Η σύνδεση με το ξένο κεφάλαιο για την εκμετάλλευση της λεκάνης του ποταμού Ορινόκου δεν έδωσε σημαντικά αποτελέσματα, απόρροια της απόρριψης των διεθνών μονοπωλίων (συμπεριλαμβανομένων των κινεζικών και των ρωσικών) μιας συνεργασίας υπό την ηγεσία της κρατικής επιχείρησης. Είχαν στηθεί για να εξασφαλίσουν τα αποθέματα υδρογονάνθρακα στα χρηματιστήρια, όπου διαπραγματεύονται τις μετοχές τους και για να είναι ευνοημένοι από μια ενδεχόμενη στροφή στην ιδιωτικοποίηση – σχεδόν ό,τι συνέβη στη Βραζιλία.
Η οικονομία της Βενεζουέλας υπέκυψε πολύ πριν από την πτώση των τιμών του πετρελαίου, καθώς οι υψηλές τιμές της τελευταίας δεκαετίας σταδιακά μετακινήθηκαν στους τομείς των διυλιστηρίων, στις εταιρείες τεχνολογίας και στις τράπεζες. Η κατάρρευση της διεθνούς τιμής του πετρελαίου έδωσε μόνον τη χαριστική βολή: τα Πετρέλαια ης Βενεζουέλας (PDVSA) έχουν ένα ανεξόφλητο χρέος περίπου 50 δις δολάρια, ενώ τα αποθέματα της Κεντρικής Τράπεζας μετά βίας υπερβαίνουν τα 10 δις δολάρια. Μια στάση πληρωμών θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί μετά από μια κατάρρευση τον επόμενο Οκτώβριο. Με σημαντικούς οικονομικούς πόρους να έχουν εξαντληθεί, η Βενεζουέλα σήμερα δεν είναι σε θέση να διατηρήσει τη ροή των εισαγωγών από την οποία εξαρτάται το σύνολο της οικονομίας της. Οι ελλείψεις κατεδαφίζουν την κοινωνική ζωή. Η κυβερνητική γραφειοκρατία εναποθέτει την τελευταία της ελπίδα σε μια ανάκαμψη των διεθνών τιμών του πετρελαίου, που θα της ανοίξει μια δυνατότητα επιστροφής στο διεθνές χρέος – πράγμα που αποτελεί μια χίμαιρα.
Μια νέα σημαντική κρίση πλήτει το πρόγραμμα στέγασης, με μια αυξανόμενη απαίτηση εξώσεων, η οποία θα λειτουργήσει σαν άνοιγμα μιας τεράστιας αγοράς ακινήτων.
Αλλά με την κατάρρευση του τσαβισμού, τους νικητές δεν τους αρκεί πλέον η επίσημη προστασία της προεδρικής εξουσίας, κι έχουν αρχίσει να την αντιμετωπίζουν ανοιχτά. Το “σχέδιο στέγασης”, έτσι, μετατρέπεται στο αντίθετό του: στο αίτημα ενός σχεδίου ιδιωτικοποίησης που η δεξιά υποστηρίζει με μεγάλο ενθουσιασμό.
Κρίση και ευκαιρίες
Η αντιπολίτευση κατάφερε πριν από λίγες ημέρες μια σημαντική νίκη, συγκεντρώνοντας σχεδόν δύο εκατομμύρια υπογραφές για να προωθήσει ένα δημοψήφισμα ανάκλησης της εντολής του Μαδούρο. Παρά το γεγονός ότι η κυβερνητική γραφειοκρατία αναγνώρισε τη διαδικασία, που ο διεθνής Τύπος αποδίδει σε πιέσεις από διάφορες χώρες και τον Πάπα, λέγεται ότι θα καθυστερήσει τη διαδικασία μέχρι τον Ιανουάριο, όταν το ανακλητικό δημοψήφισμα θα μπορεί να αφαιρέσει την εντολή Προεδρίας του Μαδούρο χωρίς να προκαλέσει νέες εκλογές, μεταφέροντας δηλαδή την εντολή στον αντιπρόεδρο. Στην περίπτωση αυτή θα μπορούσε να είναι ο Ντιοσδάδο Καμπέγιο, ο επικεφαλής της στρατιωτικής κλίκας, ο οποίος δεν θα συμβιβαζόταν με το να αποδεχθεί τη λύση μιας μεταβατικής κυβέρνησης. Η Βενεζουέλα βρίσκεται στο τελικό στάδιο μιας πολιτικής κατάρρευσης.
Οι πέντε μήνες του [δεξιού Προέδρου] Μάκρι στην Αργεντινή, δείχνουν ότι οι μεταβάσεις από τις λεγόμενες «λαϊκιστικές» κυβερνήσεις στη χρηματιστική Δεξιά χαρακτηρίζοναι από την εντατικοποίηση των οικονομικών αντιφάσεων, την όξυνση της ταξικής πάλης και την τάση για πολιτική κρίση. Μόνο για όσους ο «λαϊκισμός» είναι η μόνη λαϊκή εναλλακτική λύση, η μετάβαση αυτή χαρακτηρίζεται ως «ήττα», και όχι ως πολιτική ευκαιρία για μια εργατική και σοσιαλιστική εναλλακτική.
Είναι από αυτό το ανώτερο στάδιο της κρίσης εξουσίας που θα πρέπει να αντιμετωπιστεί η νέα κατάσταση. Ένα δημοψήφισμα υπό τον Πρόεδρο Μαδούρο δεν είναι εφικτό· μένει μόνο το αυτο-πραξικόπημα και η διάλυση της Εθνοσυνέλευσης ή ένα πραξικόπημα επιβολής μεταβατικής κυβέρνησης. Η εργατική τάξη της Βενεζουέλας χρειάζεται μια αριστερή πολιτική για να βγει από αυτήν την φάση. Η κρίση θα περάσει από πολλά στάδια και θα φέρει νέες προκλήσεις για την Αριστερά. Στον ορίζοντα βρίσκεται η ευκαιρία για ένα Συνέδριο του εργατικού κινήματος και της Αριστεράς που θα σχεδιάσει συλλογικά μια διέξοδο και την καταπολέμηση της οικονομικής καταστροφής. Ενάντια στην κυβέρνηση, τα αυτο-πραξικοπήματα και τα συμφωνημένα πραξικοπήματα, διεκδικούμε μια ελεύθερη και κυρίαρχη Συντακτική Συνέλευση που θα την συγκαλέσει μια κυβέρνηση των εργαζομένων. Είναι μια πρόταση για να συσπειρωθούν οι δυνάμεις της εργατικής τάξης και της αριστεράς, και με τον τρόπο αυτό να αναπτύξουν μια εργατική σοσιαλιστική εναλλακτική λύση για την κρίση.
6/5/2016