Γιάννης Πευκιώτης
Στις 14 Ιούνη, ημέρα Κυριακή, την επομένη της μεγαλειώδους πορείας κατά της καύσης σκουπιδιών που οργάνωσε ο Συντονισμός Συλλογικοτήτων Βόλου, προσήχθησαν με τη διαδικασία του αυτοφώρου ένας σύντροφος φοιτητής που χτυπήθηκε στην πύλη της ΑΓΕΤ και μια συντρόφισσα που βιντεοσκόπησε το γεγονός.
Στο σημείο αυτό, επί της οδού Ιωλκού που χωρίζει τα δικαστήρια από την πλατεία, ο Βασίλης σταμάτησε, απρογραμμάτιστα, όπως ο ίδιος είχε δηλώσει στην επιστολή που έγραψε μέσα από το νοσοκομείο με τον δεικτικό τίτλο “Εγώ ο Βασίλης Μάγγος, καταγγέλλω” για να στηρίξει ομάδα αλληλέγγυων που ανέμεναν την εξέλιξη της υπόθεσης. Βρέθηκε ξαφνικά μόνος του στον κεντρικό δρόμο και ομάδα αστυνομικών του επιτέθηκε βάναυσα, τον έχωσαν σε αυτοκίνητο της ασφάλειας όπου συνέχισαν να τον χτυπούν ακόμα και μέσα στο τμήμα υποβάλλοντάς τον σε βασανιστήρια.
Στις 13 Ιούλη βρέθηκε νεκρός στο σπίτι του που βρίσκεται σχεδόν πίσω από την πλατεία Ελευθερίας, στην οδό Καρτάλη, παράλληλη της οδού Ιωλκού. Η κηδεία του έγινε 16 Ιούλη σε εκκλησία του Άνω Βόλου και στα τελευταία 500 μέτρα προς το κοιμητήριο το φέρετρο σηκώθηκε ψηλά στα χέρια από τους συντρόφους του. Η πομπή ήταν μια μεγάλη διαδήλωση αποχαιρετισμού.

Το πολιτικό μνημόσυνο που οργανώθηκε στις 30 Ιούλη στην πλατεία Ελευθερίας στη μνήμη του Βασίλη από το Συντονισμό Συλλογικοτήτων Βόλου είναι πράξη καταγγελίας της αστυνομικής βαρβαρότητας και των διαρκών εγκλημάτων του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη. Είναι ταυτόχρονα υπόσχεση αγώνα. “Κι ας μη νικήσουμε ποτέ, θα πολεμάμε πάντα” όπως έγραψε ο ίδιος.
Συμμετείχαν οργανώσεις, συλλογικότητες εντός κι εκτός της πόλης, πλήθος πολιτών, συντρόφων, φίλων από όλο το φάσμα των κοινωνικών και πολιτικών δραστηριοτήτων του Βασίλη. Περίπου 700-800 αγωνιστές τίμησαν τη μνήμη του. Στο πολιτικό μνημόσυνο συμμετείχε και η οικογένεια του άδικα χαμένου συντρόφου.
Η μουσική επένδυση ήταν με αγαπημένα του τραγούδια και στη συνέχεια διαβάστηκαν τρία κείμενα, η ανακοίνωση του Συντονισμού, ο χαιρετισμός του σωματείου ΣΒΕΟΔ
και το κείμενο του Βασίλη από το Νοσοκομείο Βόλου που περιγράφει τη στάση ζωής του απέναντι σε κάθε εξουσία και τη βαρβαρότητα των αστυνομικών δυνάμεων που έβγαλαν το άχτι τους για τη μαχητική πορεία στην ΑΓΕΤ και το κυριότερο τη σύνταξη του πλήθους που ακολούθησε την πορεία από το νοσοκομείο Βόλου στην πύλη της ΑΓΕΤ με ένα πολιτικό πρόγραμμα πάλης.
Τελευταίος ομιλητής ήταν ο πατέρας του Βασίλη, που έκανε μια σύντομη δήλωση:
“ΔΗΛΩΣΗ ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΓΓΟΥ
Τιμούμε σήμερα πολιτικά τη μνήμη του παιδιού μας Βασίλειου που πέθανε πριν γιάνουν τα 7 πλευρά του, που άνανδροι εδώ μπροστά στο χώρο της δικαιοσύνης του τάσπασαν. Μόνο άνανδροι, δειλοί και ανάξιοι συμπεριφέρονται έτσι σε ανυπεράσπιστους πολίτες.
Τιμούμε τη μνήμη του παιδιού μας Βασίλειου που πέθανε ταλαιπωρημένος σωματικά και με ανοιχτές τις πληγές της ψυχής του. Του παιδιού μας που όταν εγώ τον βρήκα στις 14 Ιουνίου 2020, τότε που τον πέταξαν έξω από το τμήμα, τον είδα να μη μπορεί να σταθεί πουθενά από τους πόνους και τα δάκρυά του έτρεχαν ποτάμι, γύρισε και μου είπε: πατέρα να ξέρεις ότι μέσα στο Τμήμα που συνέχισαν να με χτυπούν πάνω στα χτυπημένα πλευρά μου και να προσπαθούν να με εξευτελίσουν, να ξέρεις ότι δεν έβγαλα ούτε ένα δάκρυ, γιατί δεν ήθελα να το δουν οι φασίστες βασανιστές μου!
Τιμούμε τη μνήμη του παιδιού μας Βασίλειου, ζώντας σε μια πόλη που είναι γεμάτη καυσαέριο και αρρώστιες εξ αιτίας της καύσης σκουπιδιών.
Τιμούμε τη μνήμη του παιδιού μας Βασίλειου, ζώντας σε μια χώρα όπου καθημερινά κυριαρχεί η αστυνομική βία.
Οι πολίτες και τα κινήματα οφείλουμε να αντιπαλέψουμε αυτή την αστυνομική βία.
Τιμούμε τη μνήμη του παιδιού μας Βασίλειου, ζώντας σε μια χώρα όπου κανένας πολιτικός δεν έχει την ανδρεία να πει: ναι έκανα λάθος, ναι είπα ψέματα, ναι έσφαλα, αναλαμβάνω την ευθύνη και παραιτούμαι. Ζούμε σε μια χώρα όπου δεν υπάρχει δημοκρατία. Τιμούμε τους αγώνες του παιδιού μας, Βασίλειου, για μια καλύτερη και πιο δίκαιη κοινωνία.
Αυτά είναι η παρακαταθήκη μας.”
Μέχρι εκείνη τη στιγμή ο πατέρας είχε σταθεί μπροστά από τα δικαστήρια κρατώντας ψηλά το μπουφάν που φόραγε ο Βασίλης τη μέρα που χτυπήθηκε από την αστυνομία μαζί με μια φωτογραφία από τον βίαιο ξυλοδαρμό. Το μπουφάν κενό σώματος αλλά πλήρες ιδεών για όσους έχουν μείνει πίσω να αντιμετωπίσουν την οδύνη ενός άκαρδου κόσμου.
Στη συγκέντρωση παραβρέθηκε και ο σκιτσογράφος που φιλοτέχνησε το πορτραίτο του Βασίλη την ώρα της αναχώρησής του με εκείνο το πικρό γέλιο για την τύχη αυτού του κόσμο που είδε μέχρι τα εικοσιέξι του.
Η θλίψη και ο θρήνος έγινε ένα ορμητικό ποτάμι στη διαδήλωση που ακολούθησε και διέσχισε τους κεντρικούς δρόμους της πόλης με συνθήματα κατά της αστυνομικής βίας και συχνά επαναλαμβανόμενο το προσκλητήριο των νεκρών “Βασίλειος Μάγγος, Παρών!”.

Η πορεία σταμάτησε για αρκετά λεπτά στο σπίτι του, εκεί που άφησε την τελευταία του πνοή. Η απόλυτη σιγή διακοπτόταν από συνθήματα.
Οι αστυνομικές δυνάμεις είχαν περικυκλώσει την πόλη αλλά δεν τόλμησαν να κάνουν ό,τι έκαναν τον Ιούνιο ή στην πορεία κατά της κρατικής καταστολής στις 3 Ιουλίου που ακολουθούσαν κατά πόδας την πορεία. Έμειναν μακριά, με την ασφάλεια να παρακολουθεί διακριτικά το πολιτικό μνημόσυνο και τη διαδήλωση που έσπασε τον πρόσφατα ψηφισθέντα χουντικής έμπνευσης νόμο περί διαδηλώσεων.
Τελευταίο αλλά όχι έσχατο. Οι τοπικές εφημερίδες δεν έγραψαν τίποτα γι’ αυτό το σημαντικό για την πόλη πολιτικό γεγονός. Κυριολεκτικά άκρα του τάφου σιωπή. Μονάχα η εφημερίδα ΘΕΣΣΑΛΙΑ είχε ένα μικρό μονόστηλο την επόμενη ημέρα, αναντίστοιχο της βαρύτητας των γεγονότων που έχουν διαδραματιστεί στην πόλη αλλά και στην υπόλοιπη Ελλάδα με την πλήρη εφαρμογή του δόγματος ΝΟΜΟΣ ΚΑΙ ΤΑΞΗ που οδηγεί αναπόφευκτα σε νέα θύματα.
Ο Walter Benjamin, “την εποχή που ο αιώνας χτυπούσε μεσάνυχτα”, έγραψε στις Θέσεις για τη φιλοσοφία της ιστορίας (1940):
ΘΕΣΗ VI
“Το να αρθρώνουμε ιστορικά το παρελθόν δεν σημαίνει να το γνωρίζουμε “έτσι όπως πραγματικά υπήρξε” αλλά, πολύ περισσότερο, να αποκτούμε μια ανάμνηση καθώς εκείνη αστράφτει σε μια στιγμή κινδύνου. Στον ιστορικό υλισμό ταιριάζει να συγκρατεί ακράδαντα μια εικόνα του παρελθόντος έτσι όπως εκείνο επιβάλλεται, απροσδόκητα, στο ιστορικό υποκείμενο σε μια στιγμή κινδύνου. Ο κίνδυνος απειλεί την ύπαρξη της παράδοσης τόσο, όσο και τους αποδέκτες της. Και η μεν και οι δε διατρέχουν τον κίνδυνο να παραδοθούν, σαν εργαλεία, στην κυρίαρχη τάξη. Σε κάθε εποχή θα πρέπει να επιχειρούμε εκ νέου να αποσπάσουμε την παράδοση από τον κομφορμισμό που θέλει να την κυριεύσει. Ο Μεσσίας δεν έρχεται μόνον ως λυτρωτής~ έρχεται επίσης και ως νικητής του Αντίχριστου. Το χάρισμα να υποδαυλίζει τη σπίθα της ελπίδας λαχαίνει μόνο στον ιστοριογράφο που είναι απόλυτα πεισμένος ότι από τον εχθρό, αν εκείνος νικήσει, ακόμα και οι νεκροί δεν θα βρουν κάπου ασφάλεια. Και αυτό ο εχθρός δεν έχει πάψει να νικά.”
Για να νιώσουνε ασφάλεια οι νεκροί μας, το χρέος μας είναι να νικήσουμε.
3 Αυγούστου 2020