Στις 23 Φεβρουαρίου του 2018 έκλεισε ένας αιώνας από την δημιουργία του Κόκκινου Στρατού, του πρώτου προλεταριακού στρατού στην ιστορία της ανθρωπότητας, σκοπός του οποίου ήταν η υπεράσπιση της νεαρής τότε Σοβιετικής δημοκρατίας και η εξάπλωση της σοσιαλιστικής επανάστασης σε όλον τον πλανήτη. Ο Λέον Τρότσκι ήταν ο εμπνευστής και δημιουργός του Κόκκινου Στρατού. Παρ’ όλο που την πληροφορία αυτή την συναντάμε συχνά στην υπάρχουσα βιβλιογραφία, ως τώρα, δεν έχουμε διαθέσιμα στα ελληνικά κείμενά του που περιγράφουν την πορεία δημιουργίας του Κόκκινου Στρατού, το θεωρητικό – πολιτικό υπέδαφος αυτής της διαδικασίας, αλλά και τις δυσκολίες και τις υπερβάσεις που χρειάστηκε να γίνουν στην προσπάθεια υλοποίησης αυτού του τεράστιου εγχειρήματος. Στη Νέα Προοπτική ξεκινάμε έναν κύκλο μετάφρασης και δημοσίευσης στρατιωτικών κειμένων του Λέον Τρότσκι των ετών 1918 – 1923, γιατί οι μεγάλες ταξικές μάχες είναι μπροστά μας και η εμβάθυνση στην ιστορική και πολιτική κληρονομιά του επαναστατικού μαρξισμού είναι ο αναγκαίος παράγοντας εξοπλισμού και έμπνευσης των μαχητών της εργατικής τάξης.
Σάββας Στρούμπος
ΛΕΟΝ ΤΡΟΤΣΚΙ
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΜΑΣ ΣΤΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ KOKKINOY ΣΤΡΑΤΟΥ1
Θέσεις που υιοθετήθηκαν από το 8ο Συνέδριο του Ρωσικού Κομμουνιστικού Κόμματος τον Μάρτιο του 19192
-
Γενικές Προβλέψεις
Ι
Το παλιό Σοσιαλδημοκρατικό πρόγραμμα ζητούσε τη δημιουργία πολιτοφυλακής από όλους τους ικανούς να φέρουν όπλα πολίτες, των οποίων η στρατιωτική εκπαίδευση θα συνεχιζόταν, όσο αυτό θα ήταν δυνατό, έξω από τους στρατώνες. Αυτό το προγραμματικό αίτημα, το οποίο, στην εποχή της 2ης Διεθνούς, κατευθυνόταν εναντίον των ιμπεριαλιστικών σταθερών στρατευμάτων, με την εκπαίδευση εντός του στρατώνα, τις μεγάλες περιόδους υπηρεσίας και τις κάστες των αξιωματικών, κατείχε την ίδια ιστορική σημασία όπως άλλα δημοκρατικά αιτήματα – καθολική και ισότιμη ψήφος, κοινοβουλευτικό σύστημα διακυβέρνησης κ.λπ. Υπό συνθήκες «ειρηνικής» καπιταλιστικής ανάπτυξης και την ανάγκη εκείνης της περιόδου, να προσαρμοστεί η ταξική πάλη του προλεταριάτου σε ένα γενικό πλαίσιο αστικής νομιμότητας, ένα από τα καθήκοντα των Σοσιαλδημοκρατών ήταν, φυσικά, να απαιτούν τις πιο δημοκρατικές μορφές οργάνωσης για το καπιταλιστικό κράτος και τον καπιταλιστικό στρατό. Η πάλη που δόθηκε σε αυτή τη βάση, αναμφισβήτητα είχε την εκπαιδευτική της αξία, αλλά, όπως αποδείχθηκε από την μεγάλη εμπειρία του τελευταίου πολέμου, ο αγώνας για εκδημοκρατισμό του αστικού μιλιταρισμού έφερνε ακόμα μικρότερα αποτελέσματα από τον αγώνα για εκδημοκρατισμό του αστικού κοινοβουλευτικού συστήματος. Κι αυτό γιατί στη σφαίρα του μιλιταρισμού, η αστική τάξη μπορεί, χωρίς να εγκαταλείψει την εξουσία της, να επιτρέψει τόσο «δημοκρατισμό» όσο δεν επηρεάζει την ταξική της κυριαρχία: αυτό σημαίνει, έναν απατηλό, δήθεν δημοκρατισμό. Όταν αυτό που διακυβεύεται είναι τα θεμελιώδη συμφέροντα της αστικής τάξης, τόσο στη διεθνή σφαίρα όσο και στις εσωτερικές σχέσεις, ο μιλιταρισμός της αστικής τάξης στη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ελβετία, την Αγγλία και τις ΗΠΑ, ανεξαρτήτως των όποιων διαφορών στη μορφή του κράτους και στις δομές του στρατού, έχει παρουσιάσει πανομοιότυπα χαρακτηριστικά αδίστακτης ταξικής αγριότητας.
ΙΙ
Όταν η ταξική πάλη μεταμορφωθεί σε ανοιχτό εμφύλιο πόλεμο, σχίζοντας το πέπλο της αστικής νομιμότητας και των αστικών δημοκρατικών θεσμών, το σύνθημα της «λαϊκής πολιτοφυλακής» χάνει όλη του τη σημασία, ακριβώς με τον ίδιο τρόπο όπως το σύνθημα του δημοκρατικού κοινοβουλευτισμού κι έτσι, μετατρέπεται σε όπλο της αντίδρασης. Όπως το σύνθημα για «Συντακτική Συνέλευση» έγινε το κάλυμμα που στόχευε στην αποκατάσταση της εξουσίας των γαιοκτημόνων και των καπιταλιστών, έτσι και το σύνθημα για «λαϊκό» στρατό ή για στρατό «όλου του λαού» έγινε το μέσον για το χτίσιμο των στρατών του Κρασνόφ3 και του Κολτσάκ4.
Μετά την εμπειρία της Ρωσικής επανάστασης, χρειάζεται η ποταπή μικροαστική τυφλότητα ενός Κάουτσκυ για να κηρύσσει κανείς την τυπική δημοκρατία στη σφαίρα οργάνωσης της κρατικής εξουσίας και του στρατού5, σε μια στιγμή που η Γερμανική Συντακτική Συνέλευση έχει μεταφερθεί από το Βερολίνο στη Βαϊμάρη, παραδίδοντας τον εαυτό της στην προστασία συνταγμάτων Λευκοφρουρών, όταν ο Στρατηγός Χόφμαν στρατολογεί τα σιδερένια του τάγματα από τους γιους των Γιούνκερς, των μπουρζουάδων και των κουλάκων, ενώ οι Σπαρτακιστές6 εξοπλίζουν τους επαναστατημένους εργάτες. Η εποχή της προλεταριακής επανάστασης που άρχισε, είναι εποχή ανοιχτού εμφυλίου πολέμου του προλεταριάτου ενάντια σε κάθε αστικό κράτος και κάθε αστικό στρατό, ανεξάρτητα από το αν καλύπτεται ή όχι πίσω από δημοκρατικές μορφές. Η νίκη του προλεταριάτου σε αυτόν τον εμφύλιο πόλεμο θα οδηγήσει αναπόφευκτα στην εγκαθίδρυση του προλεταριακού ταξικού κράτους και του ταξικού στρατού.
III
Αφήνοντας στην άκρη για την παρούσα ιστορική περίοδο τον λεγόμενο «εθνικό» χαρακτήρα της πολιτοφυλακής, όπως καθορίζονταν στο παλιό μας πρόγραμμα, προγραμματικά δεν σπάμε με το ζήτημα της πολιτοφυλακής ως τέτοιας. Τοποθετούμε την πολιτική δημοκρατία σε ταξική βάση και τη μεταμορφώνουμε σε Σοβιετική δημοκρατία. Τοποθετούμε την πολιτοφυλακή σε ταξική βάση και τη μεταμορφώνουμε σε Σοβιετική πολιτοφυλακή. Έτσι, το άμεσο πρόγραμμα εργασίας μας συνίσταται στη δημιουργία ενός στρατού εργατών και φτωχών αγροτών στη βάση της υποχρεωτικής στρατιωτικής εκπαίδευσης, η οποία συνεχίζεται, όσο αυτό είναι δυνατόν, έξω από τους στρατώνες, που σημαίνει, υπό συνθήκες που είναι κοντά στις συνθήκες δουλειάς της εργατικής τάξης.
ΙV
Η πραγματική πορεία εξέλιξης του Κόκκινου Στρατού μας, κινείται, για να το πούμε έτσι, κόντρα στις απαιτήσεις που μόλις εκφράστηκαν. Αρχικά δημιουργήσαμε τον στρατό στη βάση του εθελοντισμού. Όταν, αργότερα, εισαγάγαμε υποχρεωτική στρατιωτική εκπαίδευση για εργάτες και αγρότες που δεν εκμεταλλεύονται την εργασία άλλων, την ίδια στιγμή, καταφύγαμε στην υποχρεωτική κλήση ηλικιακών σειρών των εργαζόμενων τάξεων. Αυτές οι αντιφάσεις δεν ήταν τυχαίες παρεκκλίσεις, αλλά προκύπτανε από τις πραγματικές συνθήκες και αποτελούσαν, μάλλον, μεταβατικές μορφές στη διαδικασία δημιουργίας του στρατού υπό συγκεκριμένες συνθήκες, που μας κληροδοτήθηκαν από τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και την αστική (Γαλλική) επανάσταση.
Ο εθελοντισμός είναι το μόνο δυνατό μέσο δημιουργίας μονάδων με κάποιο βαθμό μαχητικής ετοιμότητας, υπό συνθήκες κατά τις οποίες ο παλιός στρατός έχει καταστραφεί ολότελα, μαζί με όλα τα όργανα συγκρότησης και διοίκησής του. Η καλύτερη απόδειξη για τα παραπάνω δίνεται από το γεγονός ότι στη Γερμανία σήμερα, τόσο οι αντεπαναστάτες στρατηγοί, όσο και οι Σπαρτακιστές, βρίσκονται υποχρεωμένοι να καταφεύγουν στη δημιουργία εθελοντικών ταγμάτων. Το πέρασμα από τον εθελοντισμό στη στρατολογία κατέστη δυνατό όταν οι βασικές μάζες του παλιού στρατού είχαν διαλυθεί στις πόλεις και τα χωριά και όταν εμείς καταφέραμε να δημιουργήσουμε κατά τόπους όργανα στρατιωτικής διοίκησης: για εγγραφή, συγκρότηση και ανεφοδιασμό (κομισάριοι περιοχών και επαρχιών).
συνεχίζεται
Μετάφραση Σάββας Στρούμπος
Η μετάφραση γίνεται από την αγγλική έκδοση των Στρατιωτικών Κειμένων του Λ. Τρότσκι: “The Military Writings and Speeches of Leon Trotski”, vol. 1, pg. 243-254, New Park publications, London, 1979.
Το 8ο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος Ρωσίας (Μπολσεβίκοι) έγινε στη Μόσχα, 18 – 23 Μαρτίου 1919.
3Ο Πιότρ Νικολάγιεβιτς Κρασνόφ (1869 – 1947), ήταν ιστορικός και αξιωματικός Κοζάκος του Ντον, που προήχθη σε Αντιστράτηγο του Ρωσικού στρατού όταν ξέσπασε η επανάσταση το 1917, και ένας από τους ηγέτες του αντεπαναστατικού Λευκού κινήματος στη συνέχεια.
4Ο Ναύαρχος Αλέξανδρος Κολτσάκ (1874-1920) ήταν από τους ηγέτες των Λευκών στον Ρωσικό εμφύλιο πόλεμο.
Οι προσπάθειες να εφαρμοστούν οι αρχές της τυπικής δημοκρατίας σε Γερμανικό έδαφος κατέληξαν με θλιβερό τρόπο. Η επανάσταση του Νοεμβρίου του 1918 ξεκίνησε με την ανταρσία στο Κίελο και την Εξέγερση των Σπαρτακιστών τον Ιανουάριο του 1919. Kαθώς το κίνημα μεγάλωνε, ο αυτοκράτορας Γουλιέλμος Β΄ παραιτήθηκε από το θρόνο του και εγκατέλειψε τη χώρα. Επικεφαλής των εξεγερμένων εργατών και στρατιωτών, ο Καρλ Λίμπκνεχτ, κήρυξε την σοσιαλιστική δημοκρατία. Σύμφωνα με τον Κάουτσκυ, «στην εξουσία ήρθαν αληθινοί δημοκράτες»: τρεις οπαδοί του Σάιντεμαν, μέλη του Σοσιαλ-Δημοκρατικού κόμματος και τρεις, μέλη του Ανεξάρτητου Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, στο οποίο ηγούνταν ο ίδιος ο Κάουτσκυ. Ήδη από τον Ιανουάριο του 1919, η μικροαστοί φοβούνταν το φάντασμα της κοινωνικής επανάστασης και άρχισαν να εφαρμόζουν μέτρα αιματοβαμμένης καταστολής. Ακολούθησε η καταστολή των εργατικών εξεγέρσεων του Βερολίνου και της Βαυαρίας, το πραξικόπημα του Καπ και η εκδήλωση του φασισμού.
Οι Σπαρτακιστές ήταν παράνομη οργάνωση που δημιουργήθηκε στη Γερμανία, στην αρχή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, από τον Καρλ Λίμπκνεχτ και την Ρόζα Λούξεμπουργκ, για να παλέψουν ενάντια στην αστική τάξη και το επίσημο Σοσιαλ-Δημοκρατικό κόμμα. Μετά την επανάσταση του Νοέμβρη του 1918, η Λίγκα των Σπαρτακιστών έπαψε να υπάρχει και συγχωνεύθηκε στο νεο-δημιουργημένο Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας.