της Μαργαρίτας Κουτσανέλλου*
Από τις ανακοινώσεις που διακινούνται μεταξύ των σωματείων και δημοσίως, το ενδιαφέρον, όπως ήταν αναμενόμενο, συγκεντρώνει την περίοδο αυτή το θέμα της συστηματικής καταστρατήγησης του επιδόματος εορτών (Δώρο Χριστουγέννων όπως συνηθίζεται να λέγεται).
Οι καταγγελίες για εικονική καταβολή του, πρακτικά δηλαδή κατάθεση στο λογαριασμό του εργαζόμενου για να φαίνεται ότι δόθηκε και εν συνεχεία επιστροφή του στον εργοδότη υπό την απειλή ακόμα και βίας ή η περικοπή του στους εργαζόμενους που βρίσκονται σε αναστολή σύμβασης, βρίσκονται στην πρώτη γραμμή. Οι κρατικές υπηρεσίες που υποτίθεται θα έπρεπε να βρίσκονται σε εγρήγορση και κινητοποίηση για την αποτροπή αυτών των καταχρηστικών πρακτικών είναι αποψιλωμένες και πρακτικά ανεπαρκείς. Η κατάσταση που επικρατεί δηλαδή, είναι πλήρης αποχαλίνωση και ασυδοσία της εργοδοτικής αυθαιρεσίας.
Το συνδικαλιστικό κίνημα απέναντι σε αυτή την κατάσταση, τη στιγμή δηλαδή που εκατομμύρια άνθρωποι έχουν τεθεί σε μία γκρίζα ζώνη στην οποία δεν μπορούν να θεωρηθούν ούτε εργαζόμενοι, ούτε άνεργοι φαίνεται να βρίσκεται σε χαρακτηριστική αμηχανία, για όποιο κομμάτι τουλάχιστον δεν έχει παραδώσει τα όπλα και μάχεται με σκιώδη αντίπαλο την κρατική τρομοκρατία που έχει παγιωθεί στο όνομα του κορονοϊού.
Χαρακτηριστικά, τη Δευτέρα 21/12, τελευταία τυπικά ημέρα για την καταβολή του επιδόματος εορτών, συλλογικότητες, συνδικαλιστικά σχήματα και σωματεία υπό το κράτος απειλών και διωγμού πραγματοποίησαν στην Πλατεία Κοραή στις 6:00 μ.μ. συγκέντρωση με πανώ για την καταγγελία των αλλεπάλληλων καταχρήσεων στο θέμα του επιδόματος εορτών. Η κινητοποίηση αφορούσε επίσης την περίπτωση των εργαζόμενων που η σύμβασή τους βρίσκεται σε αναστολή, στο πλαίσιο της οποίας γίνεται περικοπή του ονομαστικού μισθού τους και δεν τους καταβάλλεται ακέραιο το επίδομα. Η κατάσταση γι αυτούς τους εργαζόμενους-άνεργους έχει ξεπεράσει πλέον τα όρια και το επίδομα αυτό αποτελεί κυριολεκτικά σανίδα σωτηρίας ώστε να καλύψουν βασικές υποχρεώσεις και βιοτικές ανάγκες των ίδιων και των οικογενειών τους. Εκατομμύρια άνθρωποι βρίσκονται εγκλωβισμένοι σε κατάσταση απελπιστικής φτωχοποίησης, ενώ η τελευταία φορά που είδανε χρήματα στα χέρια τους από την κυβέρνηση είναι αρκετούς μήνες πριν, με το «έχεις να λαβαίνεις» να ακούγεται ως μόνιμη επωδός από τις αρμόδιες υπηρεσίες.
Η συγκεκριμένη συγκέντρωση που δεν τελούσε τις ρητές, τυπικές απαγορεύσεις της 17/11 και 6/12 επιβεβαίωσε πως η νέα κανονικότητα για την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας είναι πλέον, η de facto κατάργηση του συνταγματικού δικαιώματος της δημόσιας συνάθροισης. Αστυνομικές δυνάμεις όλων των σωμάτων και ειδών, περισσότερες στον αριθμό από τους διαδηλωτές, αποτελούμενες από κλασικούς ροπαλοφόρους με ασπίδες έως μεταμοντέρνους/ες με τζόκευ και αμφίεση αισθητικής «Τσεκλένη» για πιο εύπεπτη αποδοχή της καταστολής κατά τα φαινόμενα, περικύκλωσαν σε μία γελοία πραγματικά παράταξη μερικές δεκάδες διαδηλωτές που άνοιξαν δύο πανώ, τηρώντας μεταξύ τους τις απαραίτητες υγειονομικές αποστάσεις για να φωνάξουν συνθήματα κατά του ξηλώματος των εργατικών δικαιωμάτων από τα αφεντικά με τις πλάτες της κυβέρνησης, αλλά και κατά της ξεδιάντροπης αστυνομικής καταστολής της Χρυσοχουντιδικής θητείας. Μετά από μισή περίπου ώρα και αφού ο επικεφαλής των αστυνομικών δυνάμεων δήλωσε στους συγκεντρωμένους ότι οι συναθροίσεις απαγορεύονται, ζήτησε να αποχωρήσουν οι διαδηλωτές διαφορετικά θα προσαχθούν άπαντες.
Στην εποχή της παρακμής, με ένα πρωθυπουργό που θυμίζει σε πολλές πτυχές της προσωπικότητάς του τον εμμονικό Κόμμοδο, η αστυνομία του Χρυσοχουντίδη φαίνεται να προσκτάται το εύρος εξουσίας και δύναμης των πραιτοριανών του διεστραμμένου αυτοκράτορα, συνθήκη που είναι άγνωστο πώς θα συντελέσει στις ήδη επισυμβαινόμενες πολιτειακές μεταλλάξεις.
Την ίδια στιγμή, στα εργασιακά θέματα «η γη ανακατεύεται με τη φωτιά» με τη ΓΣΕΕ να έχει ενσωματωθεί πλέον σε τέτοιο βαθμό στο Κράτος, ώστε οι χαρακτηρισμοί «προδοτική» ή «ξεπουλημένη» να θεωρούνται ξεπερασμένοι, αφού πλέον η σχέση και επαφή που έχει με την εργατική τάξη και τα θέματα που την απασχολούν είναι ανύπαρκτη. Τη σημερινή εποχή της απόλυτης όξυνσης της ταξικής πάλης, η ΓΣΕΕ έχει καταστεί συστατικό μέρος της «κοινωνικής συμμαχίας», κόντρα σε κάθε καθήκον που μία εργατική, συνδικαλιστική οργάνωση θα έπρεπε να έχει.
Το καθήκον να ορθώσουν μέτωπο απέναντι σε αυτή την Δαντική κόλαση για τους εργαζόμενους και την εργατική τάξη καλούνται να αναλάβουν οι ίδιοι οι εργάτες από τα κάτω και χωρίς τα βαρίδια της γραφειοκρατίας και του εργοδοτικού/κυβερνητικού συνδικαλισμού, τους οποίους ξεπερνά η ίδια η εποχή και αυτό φαίνεται όπως θα δούμε στη συνέχεια από μία σύντομη επισκόπηση στη συνδικαλιστική επικαιρότητα.
Ο σφυγμός των ημερών
Το είδος της μεταχείρισης που η κυβέρνηση επιφυλάσσει για το συνδικαλισμό έχει γίνει προ πολλού αντιληπτό. Την αρχή είχε κάνει βεβαίως ο ΣΥΡΙΖΑ, με τη ψήφιση του νόμου για την απεργία, όπως και για το φακέλωμα με τους πραγματικούς δικαιούχους και τα συναφή. Πλέον, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας που δικαίως μπορεί να της προσαφθεί και επιπλέον διαστροφικό μίσος προς την οργάνωση των εργατών, προχωρά και σε πιο «επικοινωνιακές» ενέργειες όπως η προσαγωγή τριών συνδικαλιστών στον επισιτισμό – τουρισμό που άνοιξαν ένα πανώ έξω από το Μέγαρο Μαξίμου με τη δήλωση «ΠΕΙΝΑΜΕ». Μιλώντας για προσαγωγές, το επόμενο ζήτημα που χαρακτηρίζει την περίοδο αυτή είναι ότι το κίνημα απορροφά η διοργάνωση οικονομικών εξορμήσεων για την κάλυψη των χιλιάδων ευρώ που έχουν καταλογιστεί σε συνδικαλιστές και πολιτικά οργανωμένους κατά τις κινητοποιήσεις που πραγματοποιήθηκαν το δίμηνο τκαι κυρίως γύρω από τις καθολικές απαγορεύσεις στην επέτειο του Πολυτεχνείου στις 17/11, κατά την απεργία στις 26/11 και βεβαίως στις 6/12 στην επέτειο της δολοφονίας Γρηγορόπουλου.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι ο Βρούτσης δεν κατέθεσε όπως αναμενόταν το νομοσχέδιο, το οποίο υπήρξε η αφορμή για την κήρυξη της απεργίας στις 26/11! Υποτίθεται ότι αυτό θα γινόταν στις αρχές Δεκέμβρη και θα έμπαινε σε δημόσια διαβούλευση. Όπως φαίνεται οι συνδικαλιστές της ΔΑΚΕ στο ΕΚΑ και οι κυβερνητικοί συνδικαλιστές στα σωματεία των μεταφορών, όταν έλεγαν ότι δεν υπάρχει λόγος να απεργήσουμε αφού νομοσχέδιο ακόμα δεν έχει κατατεθεί, μπορεί να μην κατατεθεί, να το αφήσουν για αργότερα κ.λπ., κάτι ήξεραν και προσπαθούσαν να το περάσουν στις εργατικές συνελεύσεις. Διατελούσαν σε υπηρεσία αγγελιοφόρου της κυβέρνησης, η οποία προφανώς είναι πιο ευάλωτη απ’ όσο θέλει να εμφανίζεται.
Κάτι ανάλογο φαίνεται να συνέβη και στην απεργία των δημοσιογράφων της τηλεόρασης. Όπως ανακοίνωσε η ΠΟΣΠΕΡΤ η απεργία ανεστάλη γιατί η κυβέρνηση δέχτηκε να μπει σε συζήτηση με τους δημοσιογράφους για τις επιχειρούμενες αλλαγές στις υποχρεώσεις των τηλεοπτικών επιχειρήσεων όσον αφορά την προστασία των θέσεων εργασίας.
Παρόλα αυτά, επιχειρήθηκε η κήρυξη μίας ανάλογης με τις 26/11 απεργίας για τις 15/12, ημέρα ψήφισης του κουτσουρεμένου προϋπολογισμού για το 2021, η οποία δεν είχε καμία τύχη. Δεν επιτεύχθηκε τίποτα περισσότερο από κάποια κινητοποίηση την Τρίτη 15/12 με αποφάσεις για απεργία από κάποια πρωτοβάθμια σωματεία. Το ΠΑΜΕ για την ημέρα αυτή κάλεσε σε συμβολική παράσταση έξω από τη Βουλή.
Γεγονός είναι ότι γιγαντώνεται η ελαστικοποίηση των σχέσεων εργασίας. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι η μεταφορά 5.500 εργαζόμενων του ΟΤΕ σε θυγατρική εταιρεία (COSMOTE TECHNICAL SERVICES), με βασική επίπτωση την απώλεια εργατικών δικαιωμάτων, την αλλαγή των συμβάσεων από εξαρτημένη εργασία σε συμβάσεις έργου και γενικά την εξαίρεση χιλιάδων εργαζόμενων από τους κανονισμούς εργασίας που συνιστούν το πλαίσιο της εξαρτημένης εργασίας.
Ανάλογη κατάσταση παρουσιάζεται και στον τραπεζικό τομέα, όπου και εκεί, είτε διαπιστώνεται αθρόα μετακίνηση με εκβιαστικούς όρους σε θυγατρικά εταιρικά σχήματα, με άμεση συνέπεια την απώλεια των εργατικών δικαιωμάτων που εξασφαλίζουν οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας για το «κανονικό/τακτικό» προσωπικό, είτε μεθοδεύεται εκβιαστική εξώθηση σε παραιτήσεις – «εθελούσιες εξόδους». Αυτή την περίοδο στο προσκήνιο βρίσκεται η περίπτωση της Πειραιώς με 32 υπαλλήλους στην Piraeus Direct με 15 και πάνω χρόνια προϋπηρεσίας. Υπάρχει μία σχετική κινητικότητα με την έκδοση ανακοινώσεων για το θέμα, αλλά τίποτα περισσότερο απ’ αυτό.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι πληθαίνουν ως προς τον αριθμό και την ένταση –τουλάχιστον η εντύπωση αυτή δίνεται από τις ανακοινώσεις που διακινούνται– οι ενδοσωματειακές συγκρούσεις. Οι καταγγελίες για εργοδοτικές ηγεσίες στα σωματεία και για το ρόλο που παίζουν στη διευκόλυνση των απολύσεων και της καταστρατήγησης των εργατικών δικαιωμάτων γίνονται όλο και περισσότερες. Προφανώς δεν πρόκειται για μία απλή εντύπωση. Είναι αναμενόμενο ότι σε τέτοιους καιρούς εκ των πραγμάτων ξεκαθαρίζει η ήρα από το στάρι, όπως και γκρεμίζονται οι αυταπάτες. Βέβαια αυτό δεν μπορεί να γίνεται από μόνο του. Επίσης, προκύπτουν και διασπάσεις σε παρατάξεις, οι οποίες υποτίθεται ότι διαθέτουν μία αγωνιστική πλατφόρμα και φαντάζει παράλογο με την πρώτη ματιά να προκύπτει πραγματική κατάσταση κατά την οποία αυτά που χωρίζουν να είναι περισσότερα από αυτά που ενώνουν. Δεν είναι τυχαίο ότι αφορά τη συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζόμενων στον επισιτισμό-τουρισμό. Στον πιο σφοδρά πληττόμενο κλάδο αυτή την περίοδο!
Την ίδια στιγμή παίζεται και ένας άλλος μετασχηματισμός που σχετίζεται άμεσα με τον θεσμοποιημένο τρόπο οργάνωσης της συνδικαλιστικής δράσης, ο οποίος αφορά όμως και τον ουσιαστικό πυρήνα της. Έχει να κάνει με την αδυναμία διεξαγωγής των σωματειακών εκλογών. Αυτή τη στιγμή παρατάθηκε με νόμο η θητεία των συλλογικών οργάνων των σωματείων που έληγε μέσα στο 2020. Σε πολλά σωματεία, αν και κατέβαλαν κάθε προσπάθεια δεν κατέστη δυνατόν να γίνουν οι εκλογές. Οι δικηγορικοί σύλλογοι που εκτελούν χρέη δικαστικού αντιπροσώπου –κυρίως στη Θεσσαλονίκη– έχουν θέσει σε αναστολή τη λειτουργία αυτή. Λογικό. Όμως, καθένας δικαιούται να γίνεται καχύποπτος, διότι μέσα σε αυτή την κατάσταση το αντίπαλο δέος είναι η ηλεκτρονική ψηφοφορία. Εκτός από τα υπηρεσιακά συμβούλια στο δημόσιο, όπου είδαμε τη σύγκρουση των συνδικαλιστών με την Κεραμέως στο Υπουργείο Παιδείας για το θέμα της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας, το οποίο θα μπορούσαμε να παρομοιάσουμε με μία πρόβα τζενεράλε, έχουμε το παράδειγμα της σύγκρουσης που προέκυψε στον ΠΑΣΥΜΗΤΕ (Πανελλήνιος Σύλλογος Μηχανικών Τεχνικών ΕΡΤ) με αφορμή την εφαρμογή ηλεκτρονικής ψηφοφορίας για τις αρχαιρεσίες. Πράγμα που σημαίνει ότι την επόμενη περίοδο θα βρεθούμε μπροστά στην απόπειρα γενίκευσης των πρακτικών αυτών με ό, τι αυτό συνεπάγεται.
Στο δημόσιο τομέα η είσοδος των ιδιωτών με την ανάληψη αντικειμένων των δημόσιων υπηρεσιών είναι πλέον ορατή δια γυμνού οφθαλμού. Οι εργαζόμενοι από ιδιωτικές εταιρείες που αναλαμβάνουν κομμάτια της καθημερινής εργασίας που δεν μπορεί να διεκπεραιωθεί από τους υπαλλήλους με εργοδότη το κράτος γίνονται όλο και περισσότεροι. Είναι αδύνατον να διαγνωστεί ο βαθμός (ποσοστό) διείσδυσης. Πέρα από την επικράτηση και κυριάρχηση του μοντέλου εργαζόμενων πολλών (αμέτρητων) ταχυτήτων, μέγα ζήτημα γεννάται για το γεγονός ότι περιέρχεται στη σφαίρα ελέγχου ιδιωτών τεράστιος όγκος πληροφοριών, οι οποίες με τις σύγχρονες τεχνολογίες ΤΠΕ συνιστούν εκτός άλλων, αυθεντικό περιουσιακό στοιχείο ανυπολόγιστης αξίας, το οποίο είναι αδύνατον να ελέγξεις πώς θα χρησιμοποιηθεί.
Την ίδια στιγμή, οι δημόσιοι υπάλληλοι χωρίς να μπορεί κανείς να τους κατηγορήσει ότι δεν έχουν συναίσθηση του τι συμβαίνει, σε μεγάλο βαθμό φαίνεται να λειτουργούν με τη λογική του χάσματος των γενεών, αφού όντας σε αρκετό ποσοστό σε ηλικίες κοντά στη συνταξιοδότηση ή λίγο πριν και όσο τα δικά τους κεκτημένα (κανονισμοί προσωπικού) δεν θίγονται σοβαρά (αν και βλέπουν ότι συστηματικά τίθενται σε αμφισβήτηση), σε συνδυασμό με την τηλεργασία που στην πραγματικότητα για αρκετούς –όχι για όλους– είναι άδεια με αποδοχές, δεν φαίνεται να τους απασχολεί σοβαρά η επόμενη ημέρα, χωρίς να τρέφουν ψευδαισθήσεις ότι αυτή δεν θα έλθει. Την αναμένουν και εκφράζουν την ανησυχία τους, προς το παρόν παρόλα αυτά διαβιούν εξ αποστάσεως τα εργασιακά θέματα με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Εκκωφαντική συνδικαλιστική σιωπή επικρατεί για τη ΛΑΡΚΟ. Η ΓΣΕΕ, όπως προαναφέρθηκε, έχει μετασχηματιστεί κανονικότατα και χωρίς προσχήματα σε ΑΕ. Το νομοσχέδιο για τη μεταρρύθμιση στην επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση επισημοποιεί αυτή την μετάλλαξη αφού γίνεται επίσημος κοινωνικός εταίρος στη διαμόρφωση της αντιδραστικής πολιτικής στο θέμα αυτό, το οποίο αν και προσδιορίζεται ως «εκπαίδευση» δεν είναι παρά η νομιμοποίηση της γενίκευσης της εργασίας ανηλίκων 16 έως 18 ετών με συνθήκες μεσαίωνα, όπου οι παραγιοί (καλφάδες) δούλευαν νυχθημερόν με αντάλλαγμα ένα πιάτο φαί, παραμένοντας αμόρφωτοι. Το ζήτημα της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτιση συνδέεται ευθέως με τη διαμόρφωση με ακόμα πιο απάνθρωπους όρους του εργασιακού τοπίου. Παράλληλα, το εν λόγω νομοσχέδιο προκαλεί τη σφοδρή αντίδραση χιλιάδων εργαζόμενων στον ΟΑΕΔ, οι οποίοι βλέπουν τις θέσεις εργασίας τους να απειλούνται, καθώς οι επαγγελματικές σχολές του ΟΑΕΔ (ΕΠΑΣ Μαθητείας), υποβαθμίζονται από λυκειακές σχολές σε μεταγυμνασιακή κατάρτιση του χαμηλότερου επιπέδου στην ευρωενωσιακή τυποποίηση (επίπεδο 3 από επίπεδο 4 που είναι σήμερα. Αυτό σημαίνει ότι αντί για εκπαιδευτικούς για τα 15χρονα στις σχολές αυτές θα απασχολούνται εκπαιδευτές ανηλίκων (ειδικότητα απροσδιόριστη και επιστημονικά και νομικά). Οι εργαζόμενοι – εκπαιδευτικοί στον ΟΑΕΔ κατέβηκαν στις 17/12 σε απεργία για το θέμα αυτό και είναι άγνωστο ποια θα είναι η εξέλιξη. Και σε αυτό το χώρο επικεφαλής βρίσκονται κυβερνητικοί συνδικαλιστές, οι οποίοι φαίνεται να κινητοποιούνται πιεζόμενοι από την αντικειμενική αρνητική γι’ αυτούς συνθήκη. Το θέμα είναι πώς θα συμπεριφερθούν μέχρι το τέλος.
Το νομοσχέδιο Κεραμέως, αν και αφορά υποτίθεται ζητήματα της εκπαίδευσης, συνδέεται ευθέως με θέματα εργασιακά. Εξάλλου, είναι κατανοητό για όποιον έχει επεξεργαστεί αναλυτικά επαρκώς το θέμα, ότι η εκπαίδευση, πόσο μάλλον η επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση δεν μπορεί παρά να συνδέεται και να διαμορφώνει το εργασιακό τοπίο με το σχεδιασμό της. Εκτός από το μεγάλο κεφάλαιο της εργασίας ανηλίκων και της πύλης για την καταστρατήγηση ακρογωνιαίων θεμελιακών διεθνών συμβάσεων και συνθηκών για το παιδί και τα ανθρώπινα δικαιώματα που ανοίγει διάπλατα με το νομοθέτημα αυτό, ενδιαφέρον παρουσιάζει και η τροπολογία που πέρασε εν κρυπτώ μέσα στη νύχτα η «σιγανοπαπαδιά» Υπουργός και αφορά την υποχρέωση των επαγγελματικών επιμελητηρίων –ΤΕΕ για τους μηχανικούς και Οικονομικό Επιμελητήριο για τους οικονομολόγους– να εγγράφουν στα μητρώα τους πτυχιούχους ιδιωτικών κολλεγίων. Η ρύθμιση αυτή έχει ξεσηκώσει θύελλα διαμαρτυριών αφού η διεύρυνση της δεξαμενής των εχόντων επαγγελματικά δικαιώματα στους συγκεκριμένους κλάδους, αλλάζει άρδην τη σχετική αγορά εργασίας, προφανώς εις βάρος των επαγγελματιών και προς όφελος των μεγάλων αφεντικών του χώρου.
Γενικά, εάν κάποιος θα ήθελε να περιγράψει με δύο λόγια την κατάσταση που επικρατεί στο χώρο της εργασίας και της οργάνωσης της παραγωγής γενικά, θα έλεγε ότι το τοπίο της εργασίας γίνεται όλο και πιο θολό, οι γραμμές και τα περιγράμματα συγχέονται, γίνονται ασαφή, όσα τυπικά ισχύουν είναι αμφίβολο κατά πόσο εφαρμόζονται, δεν εφαρμόζονται για όλους το ίδιο και κατά τα φαινόμενα μάλλον δεν εφαρμόζονται. Επίσης, έχει δημιουργηθεί μία κατάσταση που κανένας δεν ξέρει τι ισχύει για κανέναν, κανένας δεν μπορεί να θεωρηθεί εργαζόμενος με ό,τι μέχρι σήμερα αυτό σήμαινε, ενώ αυτό που ίσχυε για κάποιον εργαζόμενο χθες, την επόμενη ανατρέπεται και είναι άγνωστο σε ποια κατάσταση θα βρεθεί. Αλλαγές συμβάσεων, απολύσεις, ελαστικές σχέσεις εργασίας, διαφορετικές συμβάσεις και σχέσεις εργασίας με τον ίδιο εργοδότη για την ίδια δουλειά και πάει λέγοντας. Οι συνθήκες είναι πολύ παραπάνω από ώριμες για να βγει στο προσκήνιο η καταπιεζόμενη τάξη των εκμεταλλευόμενων. Τα σωματεία και οι εργατικές οργανώσεις έχουν βαρύ καθήκον και πολλή δουλειά, αν δεν θέλουμε ένα νέο μεσαίωνα να καταπλακώνει τις ζωές μας και τις ζωές των παιδιών μας.
* Η Μαργαρίτα Κουτσανέλλου είναι Γ. Γραμματέας του Συλλόγου Εργαζόμενων ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ – Εκπρόσωπος ΕΚΑ