ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ ΑΛΛΑΓΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ
Η πρώτη φάση του αγώνα των αγροτών με τα μπλόκα σε όλη την επικράτεια, βρίσκεται ήδη πίσω μας. Μιλάμε μόνο για μια «πρώτη φάση», κι όχι για τέλος του αγώνα, διότι τίποτα δεν έχει τελειώσει όσον αφορά την μάχη κατά του ασφαλιστικού, ούτε για τους αγρότες, ούτε για κανέναν άλλο κλάδο εργαζομένων.
Δεν είναι απλά οι δηλώσεις του Βαγγέλη Μπούτα από το Κιλελέρ, όπου σήμαναν την απόσυρση των τρακτέρ από τα τελευταία μπλόκα (που έχει επιρροή το ΚΚΕ, με ένα μεγάλο αριθμό από τα συνολικά 69 να έχουν υποχωρήσει σταδιακά όλες τις προηγούμενες ημέρες), πως οι αγρότες θα συνεχίσουν τον αγώνα και θα ξαναβρεθούν στην Αθήνα όταν πάει σε ψήφιση το Ασφαλιστικό στη Βουλή. Είναι το αντικειμενικό γεγονός, πως το Αντι-ασφαλιστικό έκτρωμα, που έβγαλε στον δρόμο εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους, έχει… πολύ δρόμο ακόμη μπροστά του, ίσως κι ως το Πάσχα, πριν καταλήξει σε μια τελική μορφή και πάει σε ψήφιση, και με τον διάλογο αγροτών-κυβέρνησης να έχει ναυαγήσει, όλες οι αιτίες του ξεσηκωμού είναι ενεργές. Το δυναμικό του αγώνα, ίσως κουρασμένο από την διάρκεια των 40 ημερών στα μπλόκα, αλλά όχι ηττημένο, τηρεί μια στάση αναμονής, με το δάχτυλο στη σκανδάλη. Που να επιστρέψει άλλωστε; Σε ποια γη και σε ποια ζωή, που κατακαίγονται και ξεθεμελιώνονται από τις επινοήσεις των τοκογλύφων;
Μια εβδομάδα πριν, στις 25/2, οι εκπρόσωποι των αγροτών συναίνεσαν να πάνε σε ένα διάλογο με τον πρωθυπουργό (κάτι που εξ αρχής ζητούσαν αρκετά «διαλλακτικά» μπλόκα με προεξάρχοντα τα Τέμπη). Ένας διάλογος, όμως, που τα αποτελέσματα του ήταν προκαθορισμένα: ο πρωθυπουργός περιορίστηκε να «υποσχεθεί» κάποιες χρονικές καθυστερήσεις της εφαρμογής πλευρών του ασφαλιστικού –που ούτε αυτές ήταν προφανώς αρκετές για να καθησυχάσουν τους αγρότες- την ίδια στιγμή που όλοι γνώριζαν εκ των προτέρων πως οτιδήποτε συζητηθεί θα είναι «αέρας κοπανιστός», με τους πραγματικούς όρους του παιχνιδιού και τις πραγματικές αποφάσεις να παίρνονται σε Βρυξέλλες και Βερολίνο, και όχι στην Αθήνα. Αντικειμενικά, δεν είχαν να αναμένουν σε «βελτιώσεις» του νομοσχέδιου Κατρούγκαλου οι εκπρόσωποι των αγροτών, όταν αυτό είχε ήδη κριθεί ως «λίγο» και σε λάθος κατεύθυνση από τους δανειστές, που ζητούν να μπει «εδώ και τώρα» το μαχαίρι στο κόκκαλο. Το ίδιο το αντικείμενο της συζήτησης, το ν/σ Κατρούγκαλου, είναι εν πολλοίς ξεπερασμένο, προς το χειρότερο, από την πραγματικότητα που ορίζουν οι «θεσμοί».
Αδιέξοδα του αγώνα ή αδιέξοδα της επικρατούσας στρατηγικής;
Έχει την ιδιαίτερη σημασία του, πως ο αγώνας των αγροτών άρχισε να φθίνει, όχι μετά από ένα ισχυρό χτύπημα καταστολής, αστυνομικής ή δικαστικής, όχι ύστερα από μια ανοιχτή προδοσία με μια παρασκηνιακή συμφωνία και εξαγορά, αλλά όταν βρισκόταν στο υψηλότερο σημείο του και με την δυναμική του σε πλήρη ανάπτυξη: μετά την διήμερη απόβαση της αγροτιάς στην Αθήνα (12-13/2), που τρομοκράτησε την πανικόβλητη κυβέρνηση Τσίπρα. «Και μετά, τι;» ήταν το εύλογο ερώτημα.
Από την επαύριο ήδη, τα ΜΜΕ άρχισαν να ασχολούνται με τις δεύτερες σκέψεις εντός του αγροτικού κινήματος, με τις τάσεις υποχώρησης, υπερτονίζοντας την διάσπαση ανάμεσα σε διαλλακτικούς, που ήθελαν τον διάλογο με την κυβέρνηση, και αδιάλλακτους, που τον απέρριπταν.
Γεγονός είναι πως είτε διαλλακτικοί είτε αδιάλλακτοι (βλ. ΚΚΕ) τελικά όλοι αποδέχτηκαν την «λύση» του διαλόγου με την κυβέρνηση. Και μπορεί ο αγροτοσυνδικαλιστής του ΚΚΕ, Β. Μπούτας, να κατήγγειλε άλλους αγροτοσυνδικαλιστές που ζητούσαν τον διάλογο, ως κομματικά ενεργούμενα κι ως διορισμένους σε αγροτικούς οργανισμούς από τον υπ. Αγροτικής Ανάπτυξης Β. Αποστόλου, αλλά τελικά, στις 25 του Φεβρουαρίου, βρέθηκε και αυτός να σφίγγει το χέρι του Τσίπρα στη συνάντηση με τα μπλόκα, φέρνοντας του μάλιστα και τσίπουρο σαν πεσκέσι, μαζί με άλλους δύο αντιπροσώπους της Νίκαιας.
Αυτή ήταν μια λογική εξέλιξη στην πορεία ενός αγώνα, που δεν κατάφερε να ξεπεράσει ένα σημαντικό έλλειμμα πολιτικής στρατηγικής, κληροδότημα της μοναδικής οργανωμένης δύναμης με αξιώσεις ηγεσίας στο κίνημα, όπως φάνηκε και από την διοργάνωση του διημέρου 12-13/2, δηλαδή του ΚΚΕ. Τα περίφημα «5 σημεία» που κατατέθηκαν από τη Νίκαια, και υιοθετήθηκαν από δεκάδες μπλόκα (κυρίως της μικρομεσαίας αγροτιάς) ως πλαίσιο αιτημάτων του αγώνα, εσκεμμένα διατήρησαν το έδαφος της μάχης σε συνδικαλιστικό, κλαδικό, μη-πολιτικό πεδίο (απόσυρση του ν/σ, κατάργηση φόρων από το πρώτο ευρώ, αποτροπή κατασχέσεων, κατάργηση φόρων στο κρασί, αφορολόγητο πετρέλαιο). Με την κυβέρνηση Τσίπρα σε ολομέτωπη σύγκρουση με το σύνολο της κοινωνίας και με την πλάτη στον τοίχο, το ΚΚΕ (όπως είναι πάγια πολιτική του) αρνήθηκε να θέσει ζήτημα ανατροπής της κυβέρνησης, με τον φόβο της δεξιάς επανόδου.
Δεν πρόκειται απλά για μια υποτίμηση της κατάστασης και άγνοια των συσχετισμών, αλλά για μια επικίνδυνη αυταπάτη: είναι εφικτή η απόσυρση ενός ν/σ που βρίσκεται στον πυρήνα του τρίτου μνημονίου, συνδεδεμένο απόλυτα με το ζήτημα του δημόσιου χρέους, χωρίς το συνολικό «σκίσιμο» του μνημονίου (και μαζί κι όλων των προηγούμενων μνημονιακών νόμων), και άρα χωρίς την ανατροπή της κυβέρνησης που το υπέγραψε, και κρατιέται στην εξουσία με «δανεικό χρόνο» και με «ειδικό σκοπό» μέχρι να ψηφίσει το ασφαλιστικό και να το εφαρμόσει; Η αυταπάτη με την σειρά της δείχνει μη κατανόηση του βάθους της κρίσης και της πολιτικής κατάστασης συνολικά, της ίδιας της ιστορικής περιόδου που διανύουμε.
Χωρίς έναν ορίζοντα και έναν πολιτικό στόχο πάλης, τα ταλαντευόμενα μεσαία στρώματα τραβιούνται αναπόφευκτα πίσω από τις πιο δεξιές και συντηρητικές φωνές των πιο εύπορων αγροτών, που τους προσφέρουν μια αμφίβολη αλλά ορατή προοπτική: τον «διάλογο» με την κυβέρνηση. Όσο η μια πλευρά αρνείται να ανατρέψει αυτόν που έχει απέναντί του στη μάχη, όσο του αναγνωρίζει το δικαίωμα να τον κυβερνά, τότε είναι νόμος πως κάποια στιγμή θα αναγκαστεί να συρθεί κι ο ίδιος σε ένα διάλογο μαζί του, σε μια «προσπάθεια να βρεθεί μια λύση», ιδιαίτερα όσο οι βδομάδες περνούν, τα χωράφια μένουν άσπαρτα, οι πιέσεις αυξάνονται, και δεν υπάρχει καμιά άλλη πρόταση παρά μόνο «παραμονή στα μπλόκα». Όταν, δε, ο «διάλογος» αποβαίνει άκαρπος, η έλλειψη αγωνιστικών προτάσεων πραγματικής κλιμάκωσης, αφήνει να κυριαρχήσει η απογοήτευση.
Είναι σημαντικό να βγουν τα μαθήματα, για τις επόμενες φάσεις του αγώνα που αναπόφευκτα θα ξεσπάσουν: δεν αρκεί η κλιμάκωση στις μορφές της πάλης, όσο το περιεχόμενο αυτής δεν πολιτικοποιείται, δεν τραβάει την σύγκρουση στα άκρα, αγκαλιάζοντας και κινητοποιώντας τα πιο απελπισμένα και αποφασισμένα στρώματα της φτωχολογιάς πόλης και υπαίθρου, πετώντας στην άκρη τα πιο συντηρητικά και σκεπτικιστικά στρώματα. Ούτως ή άλλως, η κοινωνική διαφοροποίηση στο εσωτερικό του αγροτικού κινήματος είναι επιβεβλημένη όσο προχωρά η σύγκρουση. Το κρίσιμο είναι να συμβεί προς όφελος της μεγάλης φτωχής μάζας της υπαίθρου, συνδέοντας τις τύχες της με εκείνες της εργατικής τάξης.
Η πολιτικοποίηση του αγώνα, το σπάσιμο της κλαδικής λογικής και της απομόνωσης του χωριού, είναι μια ικανή συνθήκη για να ξεσηκώσει στο βαθμό που απαιτεί η κατάσταση, και την εργατική τάξη και την φτωχολογιά της πόλης, θέτοντας την επικεφαλής της μάχης. Κάτι που ως τα τώρα, δεν έχει συμβεί, δείχνοντας έτσι τις αδυναμίες και την απροετοιμασία συνολικά της Αριστεράς, και της ίδιας της εργατικής τάξης.
Αδυναμίες, ωστόσο, που οφείλουμε να ξεπεράσουμε με γοργούς ρυθμούς, και να προετοιμαστούμε για την επόμενη φάση της σύγκρουσης, με την εργατική τάξη και την φτωχή αγροτιά σε ολομέτωπη σύγκρουση με κυβέρνηση και αστικό κράτος, με μια Γενική Πολιτική Απεργία Διαρκείας για την ανατροπή της κυβέρνησης, και με επαναστατική εξέγερση μέχρι την ανατροπή του βάρβαρου καπιταλισμού και την οικοδόμηση μιας νέας κοινωνίας.
Κ. Αποστολόπουλος