Το συνέδριο της ΓΣΕΕ και η πάλη για την ανεξαρτησία της τάξης
από τον εργοδοτικό και κρατικοδίαιτο συνδικαλισμό
Το φιάσκο του 37ου Συνέδριο της ΓΣΕΕ και η αδυναμία πραγματοποίησής του εκφράζει το απόλυτο αδιέξοδο τόσο της κρατικοδίαιτης μνημονιακής γραφειοκρατίας που λυμαίνεται την ηγεσία της, όσο και της αδιέξοδης σύγκρουσης στο όνομα της καταστατικής νομιμότητας των αντιπροσώπων που θα πρέπει να πάρουν μέρος σ’ αυτό.
H βία, η νοθεία κι ο εκφυλισμός, οι πλαστές κάρτες συνέδρων, η παρουσία αστυνομίας και του εισαγγελέα έδιναν τον τόνο στο συνέδριο που είχε συγκληθεί στην Καλαμάτα και προοριζόταν να αρχίσει την Πέμπτη 21 Μαρτίου αλλά ουδέποτε ξεκίνησε. Έτσι κι αλλιώς ήταν ένα συνέδριο μακριά και ενάντια στην εργατική τάξη και τα συμφέροντά της.
Αυτό το αδιέξοδο δεν μπορεί να κρυφτεί πίσω από τις συγκρούσεις ανάμεσα στην εργοδοτική κρατικοδίαιτη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, με την «ταξική γραφειοκρατία» (ΠΑΜΕ), με την εκατέρωθεν επίκληση για επέμβαση προς την «αστική δικαιοσύνη» και το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη. Η λυσσαλέα προσπάθεια της μνημονιακής κλίκας των Παναγόπουλων να διατηρήσει με κάθε τρόπο τον έλεγχο της ΓΣΕΕ, δεν έχει πίσω της μόνο την ανάγκη επιβίωσής της απέναντι στην αντιπολίτευση του ΠΑΜΕ και των άλλων συνδικαλιστικών οργανώσεων.
Σ’ αυτό το συγκεκριμένο Συνέδριο μέσα από την προσπάθεια διατήρησης του ελέγχου της ΓΣΕΕ, παίζεται η «ικανότητα» της γραφειοκρατίας έναντι των εντολοδόχων της, να διατηρήσει στα χέρια της τα «εργαλεία» ελέγχου και καταστολής, της αυτονομίας του εργατικού κινήματος, στη νέα φάση αγώνων που εγκυμονούν οι νέες πολιτικές και οικονομικές συνθήκες. Γι’ αυτό δεν θα διστάσουν να ζητήσουν και να έχουν όλη την βοήθεια του κράτους και της καταστολής προκειμένου να κρατήσουν μεγάλο αριθμό των αντιπροσώπων της εργατικής τάξης έξω από τις διαδικασίες του Συνεδρίου και να γεμίσουν τις «τρύπες» με συνέδρους ανδρείκελα. Στόχος τους είναι να κρατήσουν την ΓΣΕΕ στις υπηρεσίες της γραφειοκρατίας και των εντολοδόχων της.
Θέλουν οι επόμενες γενιές της εργατικής τάξης και του λαού να συνεχίσουν να πληρώνουν τα επαχθή μέτρα των Μνημονίων, που υπέγραψαν όλες οι καπιταλιστικές κυβερνήσεις από το 2010, μέχρι και την τελευταία την κυβέρνηση των ΣYPIZANEΛ, για να εξοφληθεί το γιγάντιο χρέος που βαραίνει τον εγχώριο καπιταλισμό. H επιτροπεία και τα μέτρα της E.E. και του ΔNT, συνεχίζονται και θα συνεχίζονται μέχρι να πληρωθεί το χρέος, εφόσον δεν τους ανατρέπει το εργατικό και λαϊκό κίνημα.
Γιατί παρά τις εξαγγελίες της Κυβέρνησης που με τυμπανοκρουσίες προσπαθεί να μας πείσει για την ανάκαμψη της χώρας και την επιστροφή σε μια νέα «κανονικότητα» λειτουργίας του ελληνικού καπιταλισμού, στην προσπάθεια να παραμυθιάσει τον φτωχό λαό ενόψει των εκλογικών αναμετρήσεων της επόμενης περιόδου, οι αγορές προβλέπουν μια νέα φάση καπιταλιστικής χρεοκοπίας που θα προσθέσει νέα δεινά στην τάξη. Γι’ αυτό η αστάθεια θα επιδεινωθεί και η κρίση εξουσίας δεν θα λυθεί όποιος κι αν κερδίσει τις επόμενες εκλογές, καθώς ο «νικητής» και οι αδύναμοι «σύμμαχοί» του θα υποχρεωθούν, λόγω της επιδείνωσης της κατάστασης να έρθουν σε σύγκρουση με την εργατική τάξη και τα ήδη καθημαγμένα λαϊκά στρώματα, για να επιβάλουν νέα μέτρα, που θα επιδεινώσουν την ήδη τραγική θέση του φτωχού εργαζόμενου λαού.
Η σύγκρουση της τάξης με την κυβέρνηση και τον καπιταλισμό προέρχεται από την ανάγκη της πάλης για την υπεράσπιση της ζωής της, από μέτρα που το σύστημα νομοθετεί για να υπερασπίσει το δικό του μέλλον. Αυτή η αιτία φερνει την σύγκρουση των εργατών με τις κυβερνήσεις που νομοθετούν μνημόνια, και την προσπάθεια αποδέσμευσης της τάξης από την εργοδοτική και κρατική συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Το είδαμε να συμβαίνει στην αρχή της μνημονικής λαίλαπας (2011, 12, 13), χωρίς όμως να ολοκληρώνεται, λόγω της κυριαρχίας των ρεφορμιστικών αντιλήψεων, που σε συνδυασμό με την έλλειψη μιας αξιόλογης επαναστατικής προοπτικής, πρόσδεσαν το εργατικό κίνημα στην διέξοδο της κάλπης που έταξε ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ήδη η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, φρόντισε με νόμο να περιορίσει δραστικά το δικαίωμα για απεργιακές κινητοποιήσεις στα πρωτοβάθμιά σωματεία. Η αστική δικαιοσύνη λοιπόν εξοπλίζεται από την κυβέρνηση για να προστατέψει την ομαλή αστική διακυβέρνηση της χώρας. Γι’ αυτό η δράση ενάντια στον εργοδοτικό και κρατικοδίαιτο συνδικαλισμό, με διαιτητή την αστική νομιμότητα, που σήμερα καθορίζεται από τις μνημονιακές υποχρεώσεις (τουλάχιστον μέχρι το 2060) στους δανειστές της χώρας, εκτός από αναποτελεσματική μόνο σύγχυση μπορεί να φέρει στους εργάτες. Αυτή είναι μια αλήθεια που δεν κρύβεται παρά τις δράσεις με «ταξική αναφορά», που προκάλεσε το ΠΑΜΕ στο 37ο συνέδριο.
Στο 37ο συνέδριο λοιπόν κορυφώθηκε η πάλη για να μπορέσει ο λαβωμένος εργοδοτικός συνδικαλισμός (ΠΑΣΚΕ-ΔΑΚΕ), με την βοήθεια των ρεφορμιστών να κτίσει την κοινωνική συμμαχία με τα αφεντικά.
Προς την υλοποίηση αυτού του στόχου βοηθά με τις πολιτικές ταλαντεύσεις του και το ΠΑΜΕ, ταλαντεύσεις μεταξύ μιας πιο αριστερής ταξικής έκφρασης και υποταγής στην αστική νομιμότητα. Μια τακτική που την είδαμε με την υπαναχώρηση της ηγεσίας του ΠΑΜΕ / ΚΚΕ και την δήλωση συμμόρφωσης προς το σύστημα, με την συμμετοχή του στην φιέστα της ΓΣΕΕ στις 30/5/18 (έστω και με άλλο πλαίσιο αιτημάτων). Ένα ΠΑΜΕ που μέσα στα συνδικάτα και τα όργανα διοίκησης, επιμένει μονότονα ακόμα και σήμερα, στο όνομα της δημοκρατίας, σε προτάσεις προεδρείων με αναλογική αντιπροσώπευση (ακόμα και εκεί που μπορεί να υπάρξει προεδρείο με αριστερό ταξικό πρόσημο – ΕΚΑ). Όταν παραχωρείς, στο όνομα της δημοκρατικής εκπροσώπησης, σε εργοδοτικούς, θέσεις με ευθύνη που δεν θα είχαν διαφορετικά, αποτρέπεις την δυνατότητα που οι εργάτες σου έδωσαν με την ψήφο τους να τους απομονώσεις. Είναι λοιπόν βήμα προς στα πίσω και δεν βοηθάει να αναπτυχθεί η ταξική συνείδηση στους εργάτες εναντίον των εργοδοτικών. Γιατί συγχύζει τους εργάτες που χάνονται για το κίνημα πιστεύοντας τελικά πως όλοι το ίδιο είναι, όλα για την καρέκλα γίνονται, βλέπουν τις προεκλογικές κόντρες στα συνδικάτα σαν κοκορομαχίες χωρίς ουσιαστικό επίδικο.
Η πάλη για την καταστατική νομιμότητα των αντιπροσώπων των εργατών δεν μπορεί να αποτρέψει τον εργοδοτικό συνδικαλισμό. Πολύ δε περισσότερο δεν βοηθά η αμφισβήτηση συλλήβδην όλων όσων εκλέχτηκαν σε εκλογικές διαδικασίες που απλά καθυστέρησαν. Και μάλιστα χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο λόγος μιας τέτοιας εκπρόθεσμης εκλογής (σωματεία που βρίσκονταν σε σύγκρουση με την εργοδοσία). Η καταγγελία έτσι λειτουργεί πρωτον σαν αφορμή σε εργοδοτικές δυνάμεις να την επικαλεστούν για να λύσουν διαφορές με όσους δεν ελέγχουν. Και κατά δευτερον η τακτική αυτή απογοητεύει εργάτες που αισθάνονται την αμφισβήτηση της νομιμότητάς τους, σαν κτύπημα εναντίον τους. Η ιστορία δε, έχει αποδείξει πως οι εργοδοτικοί συνδικαλιστές ξεπερνιούνται από την τάξη στον αγώνα που δίνει η ίδια για να ικανοποιήσει τις ανάγκες της.
Γι’ αυτό είναι πρόβλημα η τακτική του ΠΑΜΕ, που παρά την αυξημένη δόση αριστερής φρασεολογίας με την οποία ντύνεται, κάνει ό,τι μπορεί για να καθυστερήσει, στο πεδίο της ταξικής πάλης την τάση των εργατών που δίνει πραγματικούς αγώνες με ανεξαρτησία από τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Αυτό φάνηκε όταν ανέκρουσε πρίμα μετά την απεργία της 12/1/18 (που κήρυξε το ΠΑΜΕ κόντρα και ενάντια στους γραφειοκράτες της ΓΣΕΕ, ενάντια στον απεργοκτονο νόμο, συγχρόνως με τα ανεξάρτητα σωματεία βάσης, πολλά Εργατικά Κέντρα και δυνάμεις από την εξωκοινοβουλευτική αριστερά και είχε επιτυχία συγκρίσιμη με απεργίες της ΓΣΕΕ), με την συμμετοχή του στην φιέστα της κοινωνικής συμμαχίας της ΓΣΕΕ 30/5/18. Αλλά και η στάση του να κυλά τις ημερομηνίες (με πρόσχημα κοινή ημερομηνία για την συμμετοχή της ΑΔΕΔΥ / ΓΣΕΕ), για την Γενική απεργιακή κινητοποίηση του Νοέμβρη 2018 που πίεζαν με τις αποφάσεις τους σωματεία, εργατικά κέντρα και ομοσπονδίες.
Η πραγματική διαδικασία απεγκλωβισμού της τάξης από την συνδικαλιστική γραφειοκρατία των Παναγοπουλων, μπορεί εν δυνάμει να φανεί στις απεργίες της 1ης Νοέμβρη των 7 σωματείων, και κάπως καλύτερα στην κινητοποίηση των αναπληρωτών καθηγητών, με τη κατάληψη της πρυτανείας, στην πάλη για απεργία διαρκείας. Δυο αγώνες που η σημασία τους δεν έγκειται στο μέγεθος των δυνάμεων που κινητοποίησαν, ή του αποτελέσματος, αλλά της κίνησης «από τα κάτω», με «αλληλεγγύη», διαδικασίες συνελεύσεων, χωρίς διαμεσολαβητές γραφειοκράτες και «ειδικούς».
Για να αντιμετωπίσουν τέτοιους αγώνες ετοιμάζεται το κράτος και η εργοδοσία, νομοθετώντας τον περιορισμό του δικαιώματος στην απεργία και ελπίζουν στην βοήθεια εργοδοτικών, κρατικοδίαιτων συνδικαλιστών.
Αυτοί οι αγώνες δείχνουν στην αριστερά που φιλοδοξεί να ηγηθεί της πάλης της τάξης για την απελευθέρωση της ίδιας και όλης της κοινωνίας από τα ταξικά δεσμά, το τι πρέπει να κάνει.
Προσωρινή επιτροπή για τη δημιουργία επαναστατικής συνδικαλιστικής κίνησης/παράταξης
10/3/2019