[ Ανεπιθύμητη επιστροφή στο σπίτι: Εβραίοι, αντισημιτισμός και το στεγαστικό πρόβλημα στο μεταπολεμικό Κίεβο ]

Πογκρόμ του Λβιβ (1941)

της Victoria Khiterer

[ To άρθρο έρευνας της Victoria Khiterer υπό τον τίτλο «Unwelcome Return Home: Jews, Anti-Semitism and the Housing Problem in Post-War Kyiv», δημοσιεύθηκε στο διαδίκτυο στις 11 Οκτωβρίου 2022. Η Victoria Khiterer είναι καθηγήτρια Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Millersville της Pennsylvania.]

Περίληψη: Το άρθρο εξετάζει τις συνέπειες του Ολοκαυτώματος στο Κίεβο και δείχνει ποιοι παράγοντες συνέβαλαν στην απότομη άνοδο του κρατικού και λαϊκού αντισημιτισμού στην πόλη στα μεταπολεμικά χρόνια. Κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής, το Μπάμπι Γιάρ, στο Κίεβο, έγινε ένα από τα μεγαλύτερα πεδία του Ολοκαυτώματος, όπου οι Ναζί και οι ντόπιοι συνεργάτες τους εξόντωσαν σχεδόν όλους τους Εβραίους που παρέμειναν στην πόλη. Όταν οι επιζώντες Εβραίοι επέστρεψαν στο Κίεβο από την εκκένωση και τα πολεμικά μέτωπα, οι “εθνικοί¨1η συγγραφέας χρησιμοποιεί την έκφραση εθνικός, σε διάκριση με την έκφραση Εβραίος, όπως ισχύει στην Παλαιά και Καινή Διαθήκη – Σ.τ.Μ. συχνά αρνούνταν να παραδώσουν τα διαμερίσματα στους προπολεμικούς ιδιοκτήτες τους. Οι εβραϊκές εκκλήσεις προς τις αρχές συχνά απορρίφθηκαν. Οι εκπρόσωποι των αρχών, πολλοί από τους οποίους συμμερίζονταν την αντισημιτική διάθεση μεγάλου μέρους του τοπικού πληθυσμού, συνήθως αρνούνταν να βοηθήσουν τους Εβραίους που επέστρεφαν, να διεκδικήσουν τις περιουσίες τους. Ένα αντιεβραϊκό πογκρόμ ξέσπασε στο Κίεβο τον Σεπτέμβριο του 1945, όπου δεκαέξι Εβραίοι σκοτώθηκαν και περισσότεροι από 100 τραυματίστηκαν.

Η σκληρότητα της ζωής στην κατεστραμμένη πόλη, η σοβαρή έλλειψη διαμερισμάτων και η άνοδος του αντισημιτισμού συνέβαλαν στο Κίεβο και προκάλεσαν μια έκρηξη αντιεβραϊκής βίας στην πόλη. Οι σοβιετικές αρχές προσπάθησαν να καταστείλουν τον λαϊκό αντισημιτισμό στην Ουκρανία μετά τον πόλεμο, αλλά απέτυχαν. Στη συνέχεια υιοθέτησαν την πολιτική του κρατικού αντισημιτισμού το 1948-1953.

Η ιουδαιοφοβία και ο αντισημιτισμός γίνονταν πάντα πιο έντονοι κατά τη διάρκεια πολιτικών και οικονομικών κρίσεων. Πολλοί διαφορετικοί παράγοντες υπερτίθενται στο Κίεβο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, γεγονός που προκάλεσε την έκρηξη του λαϊκού αντισημιτισμού: σοβαρά προβλήματα στέγασης στην κατεστραμμένη από τον πόλεμο πόλη, έλλειψη τροφίμων, μακροχρόνιες ιουδαιοφοβικές και αντισημιτικές παραδόσεις και ναζιστική προπαγάνδα κατά τη διάρκεια της κατοχής. Ο λαϊκός αντισημιτισμός εξερράγη μετά την απελευθέρωση του Κιέβου και την επιστροφή των επιζώντων Εβραίων. Το άρθρο μου εξετάζει τη σχέση μεταξύ του προβλήματος στέγης στο μεταπολεμικό Κίεβο και της ανόδου του λαϊκού αντισημιτισμού στην πόλη.

Πολλές επιστημονικές δημοσιεύσεις περιγράφουν την ανάπτυξη του κρατικού αντισημιτισμού στη Σοβιετική Ένωση στα τέλη της δεκαετίας του 1940 – αρχές της δεκαετίας του 1950. Συνήθως, εξηγούν αυτό το φαινόμενο ως αντίδραση στη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ. Ωστόσο, αυτές οι δημοσιεύσεις συχνά υποτιμούν τον αντίκτυπο του λαϊκού αντισημιτισμού στην κυβερνητική πολιτική μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Εξηγώ στο άρθρο μου γιατί η σοβιετική κυβέρνηση αποφάσισε να ακολουθήσει και να χρησιμοποιήσει τον λαϊκό αντισημιτισμό μάλλον αντί να τον καταστείλει.

Το άρθρο μου βασίζεται σε έγγραφα από πολλά ουκρανικά αρχεία, συμπεριλαμβανομένης της μυστικής αλληλογραφίας των ανώτατων αρχών της Ουκρανίας: της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ουκρανίας και του Λαϊκού Επιτροπάτου Εσωτερικών Υποθέσεων (NKVD).2Η γνωστή μυστική υπηρεσία που στην περίοδο του Στάλιν πραγματοποίησε τις μεγάλες εκκαθαρίσεις και την εκτέλεση όλης της ηγεσίας του Μπολσεβίκικου κόμματος που ηγήθηκε στην επανάσταση του 1917 και των αρχηγών του Κόκκινου Στρατού που υπεράσπισαν την επαναστατική Ρωσία από τη Λευκή αντεπανάσταση και την εισβολή των 15 ιμπεριαλιστικών στρατιών. Επικεφαλής της είχε διαδοχικά τους Γιάκοντα, Γιέζοφ και Μπέρια. Σ.τ.Μ. Χρησιμοποίησα επίσης υλικό τεκμηρίωσης από τα Central Archives for the History of the Jewish People (CAHJP) στην Ιερουσαλήμ, επιστημονικές εργασίες για το θέμα, καθώς και απομνημονεύματα και προφορική ιστορία.3Η συγγραφέας για την τεκμηρίωση του άρθρου της παραθέτει 66 παραπομπές, που για λόγους ευαναγνωσιμότητας παραλείπονται από την παρούσα ηλεκτρονική δημοσίευση. Σ.τ.Μ.

1. Ο Αντισημιτισμός στο Κίεβο πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο

Η ιουδαιοφοβία και ο αντισημιτισμός στο Κίεβο έχουν βαθιές ιστορικές ρίζες. Η θρησκευτική μισαλλοδοξία κατά των Εβραίων σε αυτήν την Ιερή Ορθόδοξη Χριστιανική πόλη, ο φθόνος για την επαγγελματική επιτυχία των Εβραίων και αργότερα ο πολιτικός και φυλετικός αντισημιτισμός, συνέβαλαν στο μίσος κατά των Εβραίων από μεγάλο μέρος του εθνικού πληθυσμού του Κιέβου. Αντιεβραϊκά πογκρόμ σημειώθηκαν στο Κίεβο το 1881, το 1905 και αρκετές φορές κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου (1918–1920).

Η συκοφαντική κατηγορία του αίματος της υπόθεσης Beilis (1911-1913) 4Υπόθεση Beilis. Μια συκοφαντική κατηγορία σε βάρος του Εβραίου εργάτη Mentel Beilis. H ανακάλυψη ενός ακρωτηριασμένου σώματος παιδιού οδήγησε στη σύλληψη του Beilis. Ξεσηκώθηκε σάλος από τους αντισημίτες ότι οι Εβραίοι κάνουν τις τελετές του Πάσχα με αίμα παιδιών. Ύστερα από δύο χρόνια προφυλάκισης ο Beilis αφέθηκε ελεύθερος με δικαστική απόφαση. Καμμία ενοχή δεν προέκυψε σε βάρος του. Σ.τ.Μ. ξεκίνησε από την οργάνωση των Μαύρων Εκατονταρχιών του Κιέβου «Δικέφαλος Αετός». Το Κίεβο ήταν ένα προπύργιο του ρωσικού εθνικισμού και σωβινισμού πριν από την επανάσταση του Φλεβάρη του 1917.

Κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου οι σοβιετικές αρχές κατέστειλαν τον λαϊκό αντισημιτισμό, αλλά αυτός συνέχισε να επιμένει στην καθημερινή ζωή. Για παράδειγμα, ο τελευταίος μου καθηγητής ιστορίας στο γυμνάσιο, Alexander Yakovlevich Kravets (1929 – 2006), μου είπε πώς ανακάλυψε ότι είναι Εβραίος. Μια φορά, όταν ήταν έξι χρονών (το 1935) οι γονείς του πήγαν στο θέατρο και τον άφησαν στο σπίτι, στο κοινόχρηστο διαμέρισμά τους με τους συγκατοίκους τους (συνήθως τρεις έως πέντε διαφορετικές οικογένειες ζούσαν σε ένα κοινόχρηστο διαμέρισμα). Μια από αυτές τις συγκατοίκους μοιράστηκε με μια άλλη τις αναμνήσεις της από την εποχή του εμφυλίου πολέμου. Περιέγραψε γλαφυρά πώς οι petliurovtsy (όπως ονομάζονταν τα μέλη του λεγόμενου Ουκρανικού Εθνικού Στρατού – του Πετλιούρα) έβαζαν ένα «Ζιντ» σε μια τούρνα και μιμήθηκε με χαρά πώς ο «Ζιντ» ούρλιαζε με θλίψη και προσπάθησε να δραπετεύσει. Ο Αλέξανδρος Γιακόβλεβιτς μου είπε ότι όλοι στο διαμέρισμα γελούσαν με την ιστορία, εκτός από αυτόν, γιατί αυτός δεν κατάλαβε τη σημασία της λέξης «Ζιντ». Έτσι, ρώτησε τη γυναίκα τι σημαίνει «Ζιντ». Όλοι οι συγκάτοικοι άρχισαν να γελούν μαζί του, επειδή ήταν Εβραίος και δεν καταλάβαινε την έννοια της λέξης «Ζιντ».5Ζιντ (Γιντ) στον ενικό / Ζίντι στον πληθυντικό, στην αργκό, στα ρωσικά, είναι το αντίστοιχο της έκφρασης “βρωμοΕβραίος ή “παλιοτσιφούτης” στα ελληνικά. Σ.τ.Μ.

Ο αντισημιτισμός εντάθηκε στο Κίεβο με τη ναζιστική εισβολή στη Σοβιετική Ένωση. Όταν οι αντισημίτες δεν φοβούνταν πλέον την τιμωρία από τις σοβιετικές αρχές, άρχισαν να εκφράζονται ανοιχτά εναντίον των Εβραίων. Έτσι, η Klepfer Chumak, μια γυναίκα κάτοικος του Κιέβου, είπε στα τέλη Ιουλίου 1941, «Ο Χίτλερ θα έρθει σύντομα και… θα σκοτώσει όλους τους Εβραίους. Τότε θα είμαστε όλοι καλύτερα». Ένας λέκτορας ονόματι P.M., ο Korbut, εξέφρασε παρόμοιες σκέψεις στις 6 Αυγούστου 1941: «… Οι Εβραίοι εκτροχιάστηκαν στον πόλεμο. Ήταν οι πρώτοι που έσπειραν τον πανικό και την καταστροφή. Έφεραν τη χώρα στην καταστροφή». Ο ιστορικός Igor Shchupak έγραψε ότι ορισμένοι αντισημίτες στο Κίεβο «περιμένουν ανυπόμονα την άφιξη των Γερμανών» για να οργανώσουν ένα πογκρόμ στην πόλη και να σκοτώσουν Εβραίους.

2. Μπάμπι Γιάρ

Η ναζιστική κατοχή του Κιέβου εξαπέλυσε και ενθάρρυνε τον λαϊκό αντισημιτισμό στην πόλη και τον ώθησε σε ένα νέο επίπεδο. Το Κίεβο ήταν η πρώτη μεγάλη ευρωπαϊκή πόλη όπου σχεδόν όλοι οι Εβραίοι, που παρέμειναν στην πόλη κατά τη διάρκεια της κατοχής, σφαγιάστηκαν. Οι ιστορικοί συνεχίζουν να συζητούν τις πολύ διαφορετικές εκτιμήσεις για τον αριθμό των Εβραίων που δολοφονήθηκαν στο Μπάμπι Γιάρ του Κιέβου. Ανάλογα με την πηγή, ο αριθμός των Εβραίων που δολοφονήθηκαν στο Μπάμπι Γιάρ εκτιμάται από 33.771 έως 150.000.

Είναι αδύνατο να γνωρίζουμε με ακρίβεια πόσοι Εβραίοι βρίσκονταν στο Κίεβο όταν οι Ναζί κατέλαβαν την πόλη στις 19 Σεπτεμβρίου 1941. Δεν ξέρουμε πόσοι Εβραίοι μπόρεσαν να φυγαδευτούν, πόσοι Εβραίοι του Κιέβου κινητοποιήθηκαν στον Κόκκινο Στρατό, ή πόσοι Εβραίοι πρόσφυγες από άλλα μέρη ήταν στην πόλη. Την εποχή της χαοτικής υποχώρησης του Σοβιετικού Στρατού, κανείς δεν σκέφτηκε τέτοιες στατιστικές. Λίγες μέρες μετά τη γερμανική κατοχή, στις 28 Σεπτεμβρίου, η Einsatzgruppe C, η ναζιστική παραστρατιωτική μονάδα εξόντωσης στο Κίεβο, ανέφερε: «Υπάρχουν πιθανώς 150.000 Εβραίοι στο Κίεβο. Ο έλεγχος αυτών των πληροφοριών ήταν αδύνατος μέχρι στιγμής». Όταν οι Ναζί κατέλαβαν το Κίεβο, δεν μπορούσαν να αναγνωρίσουν τους Εβραίους. Η πλειοψηφία των Εβραίων του Κιέβου ήταν αρκετά αφομοιωμένοι και δεν διέφεραν στην εμφάνιση από τους εθνικούς γείτονές τους. Όμως, σύμφωνα με τον Timothy Snyder, «Στο Κίεβο, Ουκρανοί και Ρώσοι βοήθησαν τη Γερμανική Αστυνομία Τάξης να βρει και να καταγράψει Εβραίους πριν από τις μαζικές εκτελέσεις στο Μπάμπι Γιάρ». Έτσι, λόγω της συνεργασίας κάποιου μέρους του τοπικού εθνικού πληθυσμού με τους Ναζί, σχεδόν όλοι οι Εβραίοι που βρίσκονταν στην πόλη κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής εκτελέστηκαν στο Μπάμπι Γιάρ.

Τα γερμανικά στατιστικά στοιχεία του αριθμού των Εβραίων που σφαγιάστηκαν στο Μπάμπι Γιάρ δεν είναι αξιόπιστα, επειδή μέτρησαν τον αριθμό των Εβραίων που εκτελέστηκαν μόνο για δύο ημέρες, 29-30 Σεπτεμβρίου 1941. Ο Karel Berkhoff έγραψε ότι οι Ναζί άρχισαν ήδη να σκοτώνουν Εβραίους στο Μπάμπι Γιάρ από τις 27 Σεπτεμβρίου και συνέχισαν μετά τις 30 Σεπτεμβρίου «τουλάχιστον μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου». Στη συνέχεια οι περιοδικές εκτελέσεις Εβραίων και εθνικών αιχμαλώτων πολέμου, παρτιζάνων και άλλων, συνεχίστηκαν στο Μπάμπι Γιάρ σε όλη την περίοδο της ναζιστικής κατοχής του Κιέβου μέχρι τον Νοέμβριο του 1943. Μόνο μερικές δεκάδες Εβραίοι που ήταν κρυμμένοι από τους εθνικούς γείτονές τους επέζησαν στο κατεχόμενο από τους ναζιστές Κίεβο. Οι υπόλοιποι Εβραίοι του Κιέβου που επέζησαν του πολέμου ήταν αυτοί που εκτοπίστηκαν ή επέστρεψαν από το μέτωπο. Ωστόσο, οι επιζώντες Εβραίοι δεν έγιναν δεκτοί κατά την επιστροφή τους στο Κίεβο.

3. Ο Αγώνας για Διαμερίσματα

Μερικοί Εβραίοι και μη Εβραίοι εκτοπισμένοι επέστρεψαν στο Κίεβο αμέσως μετά την απελευθέρωση της πόλης, πριν από το τέλος του πολέμου. Παρόλο που το Κίεβο ήταν ερειπωμένο, οι συνθήκες εκτόπισης ήταν σκληρές, έτσι πολλοί εκτοπισμένοι ήλπιζαν σε μια καλύτερη ζωή και να ανακτήσουν την περιουσία τους και τα πρώην διαμερίσματά τους όταν επέστρεφαν στην πατρίδα τους. Αυτή ήταν μια «μη εξουσιοδοτημένη» επιστροφή των εκτοπισμένων. Ο ιστορικός Σολομόν Σβαρτς (Solomon Schwarz) έγραψε:

Γενικά, η επιστροφή χωρίς ειδική άδεια δεν επιτρεπόταν μέχρι τον Αύγουστο του 1945. Έκτοτε, η οργανωμένη εκκένωση έγινε με ειδικά τρένα. Η έναρξή της αναφέρθηκε στα τέλη Αυγούστου από το Καζακστάν και το Ουζμπεκιστάν. Ένας ανταποκριτής από την Τασκένδη έγραψε:

Τις τελευταίες μέρες έχει ξεκινήσει η μαζική εκκένωση του εβραϊκού πληθυσμού του Ουζμπεκιστάν. Εκτός από εκείνες τις εκατοντάδες και χιλιάδες που κινήθηκαν προς τα δυτικά με την τακτική σιδηροδρομική κυκλοφορία, τώρα αποστέλλονται κατά καιρούς ειδικά τρένα για την εκ νέου εκτόπιση.

Αυτός ο ανταποκριτής της Τασκένδης είδε την αναχώρηση ενός ειδικού τρένου που μετέφερε 2.500 Εβραίους από την Τασκένδη στην Ουκρανία και τη Λευκορωσία· πολλά άλλα ειδικά τρένα είχαν προγραμματιστεί για τις επόμενες εβδομάδες. Παρόμοιες αναφορές αφθονούσαν.

Ωστόσο, όταν οι επιζώντες Εβραίοι επέστρεψαν στο Κίεβο και σε άλλες πόλεις της Ουκρανίας, αντιμετώπισαν ένα εντελώς νέο επίπεδο μοχθηρού, βίαιου αντισημιτισμού που δεν υπήρχε

στην Ουκρανία πριν τον πόλεμο. Αυτή η έκρηξη του λαϊκού αντισημιτισμού μπορεί να εξηγηθεί εν μέρει από την επιρροή της ναζιστικής προπαγάνδας στον τοπικό εθνικό πληθυσμό και εν μέρει από τις απαίσιες συνθήκες ζωής στις ερειπωμένες πόλεις και κωμοπόλεις. Σύμφωνα με την έκθεση της Έκτακτης Κρατικής Επιτροπής για τη διερεύνηση των γερμανικών-φασιστικών εγκλημάτων που διαπράχθηκαν στην ουκρανική επικράτεια, πάνω από 6.000 πολυκατοικίες και σπίτια (πάνω από το 40 τοις εκατό όλων των κατοικιών) καταστράφηκαν στο Κίεβο κατά τη διάρκεια του πολέμου και πάνω από 200.000 κάτοικοι του Κιέβου ήταν άστεγοι το 1944.

Σε αυτή την κατάσταση, πολλοί εθνικοί στο Κίεβο εισέβαλαν στα άδεια διαμερίσματα των εκτοπισμένων και στη συνέχεια αρνήθηκαν να τα επιστρέψουν στους νόμιμους κατοίκους τους, όταν οι εκτοπισμένοι επέστρεψαν στα σπίτια τους. Όταν οι Εβραίοι ξαναγύρισαν και προσπάθησαν να επιστρέψουν στα διαμερίσματά τους, αυτό προκάλεσε μια έντονη αντισημιτική αντίδραση. Έτσι, οι περισσότεροι Εβραίοι που «επανεκκενώθηκαν» στο Κίεβο δεν κατάφεραν να ανακτήσουν τα διαμερίσματά τους και άλλες περιουσίες τους. Οι προσφυγές στις αρχές ή ακόμη και οι επίσημες δικαστικές εντολές να αποδοθούν στους Εβραίους οι περιουσίες τους, συνήθως δεν είχαν αποτέλεσμα.

Τον Ιανουάριο – Μάρτιο του 2021 πήρα δώδεκα συνεντεύξεις για το Μνημείο του Ολοκαυτώματος του Μπάμπι Γιάρ, από Εβραίους του Κιέβου που επέζησαν μετά τον εκτοπισμό τους κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου. Μόνο δύο από τις δώδεκα εβραϊκές οικογένειες κατάφεραν να επιστρέψουν στα προπολεμικά τους διαμερίσματα ή σε δωμάτια κοινόχρηστων διαμερισμάτων. Δέκα άλλες οικογένειες έπρεπε να βρουν άλλο μέρος για να ζήσουν, σε υπόγεια, σε στρατώνες, σε δωμάτια σε ημιερειπωμένα σπίτια ή να μοιράζονται ένα δωμάτιο σε κοιτώνα για εργάτες.

Ίλια Έρεμπουργκ

Ακόμη και όταν οι αρχές εξέδωσαν αποφάσεις υπέρ των Εβραίων ιδιοκτητών διαμερισμάτων ή δωματίων σε κοινόχρηστα διαμερίσματα, οι ντόπιοι εθνικοί συχνά αρνούνταν να επιστρέψουν στους Εβραίους την ιδιοκτησία τους. Έτσι ο Εβραίος Kiva Aronovich Vekselman έγραψε στον Ίλια Έρεμπουργκ, τον Αύγουστο του 1944, ότι το δωμάτιό του σε ένα κοινόχρηστο διαμέρισμα ήταν κατειλημμένο από τον γείτονα ενόσω αυτός και η οικογένειά του είχαν μεταφερθεί στο Καζακστάν. Ο Βέκσελμαν παραπονέθηκε ότι, «παρά μια ολόκληρη σειρά ψηφισμάτων από το γραφείο της εισαγγελίας της περιφέρειας Καγκάνοβιτς του Κιέβου και τα ψηφίσματα του σοβιέτ της ίδιας περιοχής σχετικά με την απελευθέρωση ενός δωματίου για την οικογένειά μου, το δωμάτιο δεν έχει ακόμη εκκενωθεί».

Σίγουρα μια τέτοια ανυπακοή στις επίσημες αποφάσεις από τον μη εβραϊκό πληθυσμό δείχνει την αδυναμία των σοβιετικών αρχών στο Κίεβο αμέσως μετά την απελευθέρωση της πόλης και στα μεταπολεμικά χρόνια. Είναι σαφές ότι οι εθνικοί δεν χρειαζόταν να ανησυχούν πολύ για την τιμωρία λόγω ανυπακοής στις αρχές, ούτε για τη διοικητική έξωση.

Μια παρόμοια ιστορία μού διηγήθηκε η μητέρα μου Liudmila Brovarnik (γεν. 1939) για την επιστροφή της οικογένειάς της από την εκτόπιση. Όταν οι παππούδες και η γιαγιά τής μητέρας μου επέστρεψαν στο Κίεβο με τα δύο τους παιδιά το 1946, βρήκαν το διαμέρισμά τους κατειλημμένο από εθνικούς. Ο παππούς μου, Il’ia Vladimirovich Brovarnik, προσέφυγε στο δικαστήριο. Ο δικαστής αποφάσισε ότι, λόγω της έλλειψης διαμερισμάτων στο Κίεβο, το ένα από τα δύο δωμάτια του διαμερίσματος θα επιστρεφόταν στους παππούδες μου και το άλλο δωμάτιο στην οικογένεια των εθνικών, που εγκαταστάθηκαν εκεί κατά τη διάρκεια του πολέμου. Ωστόσο, όταν οι παππούδες μου προσπάθησαν να ξανακαταλάβουν το ένα δωμάτιο τους, ο αρχηγός της οικογένειας των εθνικών απείλησε ότι θα έσφαζε τα παιδιά των παππούδων μου (τη μητέρα μου και την αδερφή της) τη νύχτα, αν ο παππούς μου τολμούσε να εγκατασταθεί εκεί. Οι παππούδες μου αποφάσισαν ότι θα ήταν αδύνατο να ζήσουν με τόσο λυσσασμένους αντισημίτες σε ένα διαμέρισμα και αναζήτησαν ένα εναλλακτικό μέρος για να ζήσουν.

Μέσω της προσωπικής σχέσης του παππού μου με τον δήμαρχο του Κιέβου Fedor Chebotarev (ο παππούς μου ήταν καλός οδοντίατρος και είχε θεραπεύσει τον Chebotarev), έλαβαν ένα υπόγειο στην οδό Andreevskii που έπρεπε να μοιραστούν μόνο με μεγάλους αρουραίους. Ακόμη και ένα τέτοιο μέρος για να ζεις ήταν δύσκολο να αποκτηθεί στο Κίεβο μετά τον πόλεμο. Η μητέρα μου θυμήθηκε ότι οι αρουραίοι έκαναν τρύπες στην οροφή και ήρθαν στο υπόγειο διαμέρισμά τους από τον πρώτο και τον δεύτερο όροφο και έτρεχαν στους τοίχους και στην οροφή. Μετά τον πόλεμο η οδός Andreevskii Descent ήταν κακόφημη και υπήρχαν πολλοί χούλιγκαν (shpana). Όταν η μητέρα μου επέστρεφε σπίτι από το δημοτικό σχολείο, τα αγόρια της περιοχής την τρόμαζαν συχνά με τον Γερμανικό Ποιμενικό τους, δίνοντας εντολή στον σκύλο: «Πήγαινε κι άρπαξε την Εβραία!».

Η Rebecca Manley επεσήμανε ότι οι σοβιετικές αρχές συχνά επέλυαν τις διαφορές για τα διαμερίσματα «υπέρ των δικαιωμάτων των οικογενειών των στρατιωτικών». Αυτό εξηγεί προφανώς την «καλή τύχη» των παππούδων και της γιαγιάς από τον πατέρα μου που μπόρεσαν να ανακτήσουν το ενός δωματίου διαμέρισμά τους μετά την απελευθέρωση του Κιέβου. Ο παππούς μου, Boris Yakovlevich Khiterer, ήταν ανώτερος υπολοχαγός στον Κόκκινο Στρατό και πολέμησε στο μέτωπο σε όλη τη διάρκεια του πολέμου. Όταν η γυναίκα και ο γιος του επέστρεψαν στο Κίεβο το 1944, το διαμέρισμα ήταν κατειλημμένο από εθνικούς, οι οποίοι αρνήθηκαν να φύγουν. Ο παππούς μου έλαβε άδεια 10 ημερών και ήρθε στο Κίεβο για να επισκεφτεί την οικογένειά του και μπόρεσε να πάρει το διαμέρισμά του. Ο πατέρας μου Mikhail Borisovich Khiterer μου είπε ότι ο πατέρας του μπόρεσε να ανακτήσει το διαμέρισμά τους, επειδή ήταν αξιωματικός και επειδή ο επικεφαλής της οικογένειας των εθνικών που κατείχε το διαμέρισμα ήταν συνεργάτης των Ναζί, ο οποίος είχε συλληφθεί στο παρελθόν. Έτσι, όταν ο παππούς μου ήρθε στο διαμέρισμα με έναν αστυνομικό, η σύζυγος του συνεργάτη των Ναζί και άλλα μέλη της οικογένειας εξαφανίστηκαν γρήγορα χωρίς άλλη αντίσταση.

Ο παππούς μου ήταν ο πιο τυχερός στην ευρύτερη οικογένειά του. Όλοι οι συγγενείς του και οι συγγενείς της συζύγου του δεν μπόρεσαν να επιστρέψουν στα διαμερίσματά τους μετά τον πόλεμο. Όλοι αυτοί λοιπόν ήρθαν να ζήσουν με την οικογένεια του παππού μου και τελικά δεκατρία άτομα ζούσαν στο διαμέρισμα του ενός δωματίου. Έμειναν εκεί μέχρι που ο Νικήτα Χρουστσόφ ξεκίνησε το πρόγραμμα μαζικής κατασκευής διαμερισμάτων στις αρχές της δεκαετίας του 1960. Η θεία μου Έλενα Σοκολόφσκι θυμόταν ότι το ένα μεγάλο δωμάτιο (πριν από την επανάσταση στο σπίτι ήταν ένα αρτοποιείο) χωριζόταν σε θαλάμους με σανίδες από κόντρα πλακέ, αλλά όχι μέχρι το ταβάνι, επειδή το δωμάτιο είχε μόνο ένα τζάκι. Οι δύο τουαλέτες για τα έξι διαμερίσματα της πολυκατοικίας ήταν έξω: μία για άνδρες και μία για γυναίκες.

Ωστόσο, ακόμη και η στρατιωτική θητεία στο μέτωπο δεν βοηθούσε πάντα τους Εβραίους να επιστρέψουν στα διαμερίσματά τους. Οι περισσότεροι Εβραίοι του Κιέβου που επέζησαν δεν μπόρεσαν να πάρουν πίσω τα διαμερίσματά τους. Οι εκκλήσεις τους προς τις αρχές, όπου ανέφεραν τα μέλη των οικογενειών τους που υπηρέτησαν ή σκοτώθηκαν στο μέτωπο ή που χάθηκαν κατά τη διάρκεια του Ολοκαυτώματος, δεν βοήθησαν πολύ, αν όχι καθόλου. Έξι μέλη της οικογένειας της Tsil’ia Solomonovna Sokolovsky σκοτώθηκαν στο μέτωπο κατά τη διάρκεια του πολέμου: ο σύζυγός της, ο θετός γιος της και τα τέσσερα αδέρφια της. Επέστρεψε στο Κίεβο με τα δύο της παιδιά από τη Σιβηρία μετά τον πόλεμο και έκανε αίτηση στις αρχές ζητώντας να επιστρέψουν το διαμέρισμά της ή να της δώσουν άλλο διαμέρισμα ή δωμάτιο. Ωστόσο, όλα τα αιτήματά της απορρίφθηκαν. Νοίκιασε ένα δωμάτιο και ο έφηβος γιος της έπρεπε να πιάσει δουλειά για να μπορούν να το αντέξουν οικονομικά.

Κατά τη διάρκεια του πολέμου, ο Kyivan Moisei Volynsky (γεν. 1936) έζησε με τη μητέρα του εκτοπισμένοι στα Ουράλια. Ο πατέρας του Ιακώβ Βολίνσκι επιστρατεύτηκε στον Κόκκινο Στρατό και σκοτώθηκε στο μέτωπο. Όταν ο Μόισε και η μητέρα του επέστρεψαν στο Κίεβο το 1945, το διαμέρισμά τους είχε καταληφθεί από εθνικούς. Δεν μπορούσαν να βρουν κανένα διαμέρισμα ή δωμάτιο όπου θα μπορούσαν να ζήσουν. Η μητέρα του πήγε να ζήσει σε έναν γυναικείο κοιτώνα εργοστασίων και έβαλε τον Μόισε σε ορφανοτροφείο, επειδή δεν της επέτρεπαν να ζει στον κοιτώνα με τον γιο της. Ο Mόισε έζησε αρκετά χρόνια στο ορφανοτροφείο μέχρι που μετά από μια μακρά δικαστική διαδικασία η μητέρα του έλαβε πίσω το διαμέρισμά της. Ο Μόισε υπενθύμισε ότι πολλά παιδιά Εβραίων ζούσαν στο ορφανοτροφείο για τον ίδιο λόγο: οι συγγενείς τους δεν είχαν πού να ζήσουν ή ήταν τόσο φτωχοί που δεν μπορούσαν να τα βγάλουν πέρα στη ζωή τους.

Έτσι, οι ελπίδες πολλών Εβραίων που επέστρεψαν στο Κίεβο διαψεύστηκαν: νόμιζαν ότι επέστρεφαν στο σπίτι, αλλά όχι μόνο δεν μπορούσαν να ανακτήσουν τα διαμερίσματα και τα υπάρχοντά τους, αλλά δυσκολεύτηκαν να βρουν κάποιο μέρος για να ζήσουν στην πατρίδα τους. Κατά την εκκένωση, οι τοπικές αρχές συχνά διέθεταν κάποιο μέρος διαμονής για τους νεοφερμένους. Όταν οι Εβραίοι επέστρεφαν στο Κίεβο, συχνά ανακάλυπταν ότι το να βρουν ένα μέρος για να ζήσουν ήταν δικό τους πρόβλημα και οι αρχές δεν τους έδωσαν καμία απολύτως υποστήριξη.

Η Σοφία Κούπερμαν από το Κίεβο έγραψε σε επιστολή της σε δικηγόρο για νομική συνδρομή, με ημερομηνία 22 Φεβρουαρίου 1946, ότι πήγαινε από γραφείο σε γραφείο για να λάβoυν μέτρα σχετικά με τη δικαστική απόφαση που της επέτρεψε να επιστρέψει στο διαμέρισμα που κάποτε της ανήκε. Χρησιμοποιώντας όχι μόνο νομικά επιχειρήματα αλλά και συναισθηματικά, η Kούπερμαν έγραψε ότι έντεκα μέλη της οικογένειάς της σκοτώθηκαν από τους Ναζί κατά τη διάρκεια της κατοχής. Ο πρώτος γραμματέας του Κόμματος στην περιοχή τους, τον οποίο τελικά συνάντησε (δεν αναφέρει το όνομά του), απάντησε: «Ποιος σας προμηθεύει με εχθρική παραπληροφόρηση για τα υποτιθέμενα μαρτύρια Εβραίων; Γιατί δεν αναζητάτε κάπου στην Τασκένδη τους βασανισμένους συγγενείς σας; Μόλις άλλαξαν τα ονόματά τους και ζουν ευτυχισμένοι. Και συ πού κρύφτηκες; Όχι σε παρτιζάνικα χαρακώματα, θα στοιχηματίσω. Ταΐσατε το πρόσωπό σας στα οπίσθια του μετώπου και τώρα θέλετε και ένα διαμέρισμα. Θα διαβιβάσω το παράπονό σας στην NKVD, θα το φροντίσουν σίγουρα.

Η κρίση των διαμερισμάτων δεν επηρέασε μόνο τους Εβραίους, αλλά και τον πληθυσμό των εθνικών, ωστόσο για τους Εβραίους ήταν ιδιαίτερα σοβαρή. Η Manley έγραψε: «Σε ευδιάκριτα μειονεκτική θέση στην αναδυόμενη ιεραρχία των δικαιωμάτων ήταν οι Εβραίοι. Όπως και στην επανεγκατάσταση γενικότερα, οι Εβραίοι που επιδίωκαν να ανακτήσουν κατοικίες στις πρώην κατεχόμενες περιοχές αντιμετώπισαν ιδιαίτερες δυσκολίες». Εξήγησε εν μέρει αυτές τις δυσκολίες με τον αντισημιτισμό, εν μέρει με την έντονη κρίση των διαμερισμάτων, όταν εθνικοί που έμειναν στα κατεχόμενα μετακόμισαν σε άδεια διαμερίσματα. Η Manley έδειξε στο έργο της ότι οι Εβραίοι που επανήλθαν στην Οδησσό είχαν παρόμοιο πρόβλημα με την ανάκτηση των διαμερισμάτων και των υπαρχόντων τους, όπως οι Εβραίοι στο Κίεβο. Ωστόσο, η κρίση διαμερισμάτων στο Κίεβο ήταν ακόμη χειρότερη, επειδή η πόλη ήταν πιο ερειπωμένη από την Οδησσό κατά τη διάρκεια του πολέμου.

4. Αντι-Εβραϊκό πογκρόμ στο Κίεβο

Η σοβαρή κρίση διαμερισμάτων στο Κίεβο προκάλεσε έντονο αντισημιτισμό και αντιεβραϊκή βία. Πολλοί εθνικοί που κατέλαβαν εβραϊκό διαμέρισμα κατά τη διάρκεια του πολέμου και χρησιμοποίησαν τα εβραϊκά υπάρχοντα δεν ήθελαν να τα επιστρέψουν στους νόμιμους ιδιοκτήτες τους. Μετά την απελευθέρωση του Κιέβου από τη ναζιστική κατοχή, λαϊκός αντισημιτισμός ξέσπασε στην πόλη χωρίς την άδεια, την ενθάρρυνση ή την έγκριση των τοπικών ή ανώτερων αρχών. Οι ουκρανικές αρχές ανησυχούσαν για το πώς να αντιμετωπίσουν αυτό το φαινόμενο, όχι τόσο λόγω της συμπόνιας τους για τους Εβραίους, αλλά περισσότερο πιθανότατα επειδή φοβούνταν την ευθύνη τους απέναντι στη Μόσχα για ταραχές στους δρόμους.

Η Υπηρεσία Ασφαλείας της Ουκρανίας (NKGB) παραδέχτηκε την άνοδο του λαϊκού αντισημιτισμού στην Ουκρανία μετά την απελευθέρωσή της από τους Ναζί. Σύμφωνα με μια άκρως απόρρητη έκθεση του Λαϊκού Επιτρόπου της Υπηρεσίας Ασφαλείας της Ουκρανίας προς τον Νικήτα Χρουστσόφ, Πρόεδρο του Υπουργικού Συμβουλίου της Ουκρανίας και Πρώτο Γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ουκρανίας το 1944 – 47, «Σχετικά με τον Αντισημιτισμό στην Ουκρανία», με ημερομηνία 13 Σεπτεμβρίου 1944, ο πληθυσμός του Κιέβου είχε καλέσει σε πογκρόμ στις 22 Ιουνίου 1944 (την τρίτη επέτειο από την έναρξη του πολέμου των Ναζί κατά της Σοβιετικής Ένωσης) και ο τοπικός εθνικός πληθυσμός επιτέθηκε και χτύπησε τους Εβραίους του Κιέβου στους δρόμους.

Οι Εβραίοι που επέστρεψαν στο Κίεβο από την εκκένωση υπέστησαν βαθιά τραύματα από την απώλεια των συγγενών και των φίλων τους στο Μπάμπι Γιάρ. Ένοιωσαν ότι έπρεπε να κάνουν κάτι για να τιμήσουν τη μνήμη των θυμάτων του Μπάμπι Γιάρ. Ωστόσο, όταν ο Γίντις ποιητής David Hofshtein προσπάθησε να οργανώσει «μια μαζική διαδήλωση [σύμφωνα με άλλη πηγή, μια συνάντηση] του εβραϊκού πληθυσμού στην επέτειο της γερμανικής σφαγής στο Μπάμπι Γιάρ» το 1944, οι αρχές απαγόρευσαν τη διαδήλωση, με τον ισχυρισμό ότι μπορεί να «προκαλέσει αντισημιτισμό». Και μάλλον οι αρχές είχαν δίκιο. Λαμβάνοντας υπόψη τη μαχητική αντισημιτική διάθεση μεγάλου μέρους του πληθυσμού των εθνικών, μια τέτοια εβραϊκή διαδήλωση θα μπορούσε να υποκινήσει ένα πογκρόμ στην πόλη. Ωστόσο, ένα αντιεβραϊκό πογκρόμ ξέσπασε στο Κίεβο τον επόμενο χρόνο.

Στις 5 Σεπτεμβρίου 1945, ο αντιπρόεδρος εσωτερικών υποθέσεων της Ουκρανικής ΣΣΔ, I. L. Loburenko, ανέφερε στον γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος Ουκρανίας, D. Korotchenko, σχετικά με την κατάσταση πριν από το πογκρόμ στο Κίεβο, μετά την εκτέλεση από τον υπολοχαγό της NKGB Γιόσιφ Ροζενστάιν δύο ντόπιων αντισημιτών την προηγούμενη μέρα. Τα γεγονότα εξελίχθηκαν ως εξής. Κατά τη διάρκεια του πολέμου, ο Ivan Grabar και η μητέρα του κατέλαβαν το διαμέρισμα της εβραϊκής οικογένειας Rybchinsky, η οποία μεταφέρθηκε στο Ουζμπεκιστάν. Ο Γκράμπαρ κλήθηκε στον Κόκκινο Στρατό στην αρχή του πολέμου, αλλά σύντομα ξέφυγε από την περικύκλωση των Ναζί και επέστρεψε στο Κίεβο. Έμεινε με τη μητέρα του στο Κίεβο κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής. Μετά την απελευθέρωση του Κιέβου, ο Γκράμπαρ κλήθηκε ξανά στον Κόκκινο Στρατό τον Νοέμβριο του 1943. Η οικογένεια Ρίμπτσινσκι επέστρεψαν στο Κίεβο από την εκτόπιση τον Φεβρουάριο του 1945 και μέσω του δικαστηρίου πήραν πίσω το διαμέρισμά τους. Η μητέρα του Γκράμπαρ και οι συγγενείς του έγραψαν γράμματα στον Ιβάν, απαιτώντας να έρθει στο Κίεβο και να τους βοηθήσει να ανακτήσουν το διαμέρισμα. Έτσι, ο Ιβάν Γκράμπαρ και ο φίλος του Nikolai Melnikov πήραν άδεια από τον στρατό από τις 16 Αυγούστου έως τις 8 Σεπτεμβρίου 1945 και ήρθαν στο Κίεβο. Ωστόσο, οι ελπίδες του Γκράμπαρ να πάρει πίσω το διαμέρισμα του Rybchinsky σύντομα διαψεύστηκαν.

Λίγες μέρες πριν από τη δολοφονία του, ο Γκράμπαρ πήγε στο Γραφείο του Εισαγγελέα και είπε στον εισαγγελέα: «Πολεμάμε στο μέτωπο και οι Ζίντι καταλαμβάνουν τα διαμερίσματά μας».

Ο Γκράμπαρ έκφρασε ανοιχτά τις αντισημιτικές του απόψεις και είπε ότι ονειρευόταν να εκδικηθεί όλους τους Εβραίους. Στις 4 Σεπτεμβρίου ο Γκράμπαρ και ο Μέλνικοφ ήταν μεθυσμένοι στο δρόμο όταν ο Εβραίος Ιωσήφ Ροζενστάιν πέρασε από δίπλα τους.

Στις 4 Σεπτεμβρίου 1945, στις 5:30 μ.μ., ο Ροζενστάιν, ο οποίος εργαζόταν για την NKGB ως τεχνικός ραδιοφώνου, επέστρεφε σπίτι του φορώντας πολιτικά ρούχα. Ο Γκράμπαρ και ο Μέλνικοφ έβρισαν και χτύπησαν τον Ροζενστάιν. Μερικοί περαστικοί ήρθαν σε υπεράσπιση του Ροζενστάιν και μπόρεσε να φτάσει στο σπίτι του, είδε όμως πού πήγαν οι αντισημίτες που τον παρενόχλησαν. Στο σπίτι, ο Ροζενστάιν φόρεσε τη στολή της NKGB, πήρε το υπηρεσιακό του πιστόλι και πήγε στην αυλή του σπιτιού της μητέρας της Γκράμπαρ, παρόντος επίσης του Μέλνικοφ. Η γυναίκα του Ροζενστάιν τον ακολούθησε. Ο Ροζενστάιν απαίτησε να έρθουν μαζί του ο Γκράμπαρ και ο Μέλνικοφ στο αστυνομικό τμήμα. Αλλά αρνήθηκαν και συνέχισαν να τον προσβάλλουν. Ο Ροζενστάιν έχασε τον έλεγχο, πυροβόλησε και σκότωσε και τους δύο υβριστές του στην αυλή του σπιτιού του Γκράμπαρ. Ακούγοντας τις κραυγές της μητέρας του Γκράμπαρ, ένα μεγάλο πλήθος συγκεντρώθηκε, φωνάζοντας αντισημιτικά συνθήματα και ξυλοκοπώντας άγρια τη γυναίκα τού Ροζενστάιν και έναν περαστικό Εβραίο ονόματι Μπόρις Σπέκτορ.

Η αστυνομία του Κιέβου έφτασε γρήγορα στον τόπο των δολοφονιών και προσπάθησε να ηρεμήσει το πλήθος που είχε συγκεντρωθεί εκεί, αλλά το πλήθος αντιστάθηκε στις αρχές.

Έπειτα ήρθε η έφιππη αστυνομία και αποκατέστησε την τάξη. Ο Ροζενστάιν συνελήφθη αμέσως και σύντομα εκτελέστηκε σύμφωνα με την απόφαση ενός στρατοδικείου.

Η κηδεία των αντισημιτών που πυροβόλησε ο Ροζενστάιν, η οποία έγινε στις 7 Σεπτεμβρίου 1945, μετατράπηκε σε ανοιχτή βία κατά των Εβραίων του Κιέβου, με τη συμμετοχή περίπου τριών εκατοντάδων ταραχοποιών. Οι Εβραίοι του Κιέβου Κότλιαρ, Ζαμπρόντιν, Πεσίν και Μιλοσλάβσκι έγραψαν μια επιστολή στις 16 Οκτωβρίου 1945, απευθυνόμενη στην «Κεντρική Επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος, τον σύντροφο Ι. Β. Στάλιν, την NKVD της ΕΣΣΔ, τον σύντροφο Μπέρια και τον εκδότη της εφημερίδας Πράβντα, σύντροφο Ποσπέλοφ», σημειώνοντας ότι οι κηδείες είχαν μετατραπεί σε πογκρόμ:

Οι κηδείες οργανώθηκαν με ιδιαίτερο τρόπο. Τα φέρετρα μεταφέρθηκαν στους πολυσύχναστους δρόμους [στο κέντρο του Κιέβου] και στη συνέχεια η πομπή πήγε στην εβραϊκή αγορά. Αυτήν την πομπή την μετέτρεψαν σε πογκρόμ. Άρχισαν να επιτίθενται στους Εβραίους. Εκατό Εβραίοι ξυλοκοπήθηκαν αυτήν την ημέρα, τριάντα έξι από αυτούς μεταφέρθηκαν στα νοσοκομεία του Κιέβου με σοβαρά τραύματα και πέντε από αυτούς πέθαναν την ίδια μέρα.

Ο Schwarz ανέφερε ότι δεκαέξι Εβραίοι σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια του πογκρόμ στο Κίεβο.

Οι Κότλιαρ, Ζαμπρόντιν, Πεσίν και Μιλοσλάβσκι θρηνούσαν στην επιστολή τους ότι δεν μπορούσαν να αναγνωρίσουν την πόλη τους «όχι μόνο από την προοπτική της, αλλά και λόγω της υπάρχουσας πολιτικής κατάστασης εκεί». Είπαν ότι ένοιωσαν την ισχυρή επιρροή της ναζιστικής προπαγάνδας:

Τις λέξεις «Ζιντ» ή «Χτυπήστε τους Ζίντι» μπορείτε να τις ακούσετε παντού στην πρωτεύουσα της Ουκρανίας: σε τραμ, τρόλεϊ, καταστήματα, αγορές, ακόμη και σε ορισμένα σοβιετικά γραφεία.

Σε κάποια πιο λανθάνουσα μορφή, [ο αντισημιτισμός] είναι παρών στις κομμουνιστικές οργανώσεις, μέχρι την Κεντρική Επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ουκρανίας.

Οι συντάκτες της επιστολής έγραψαν ότι το πογκρόμ ήταν αποτέλεσμα του λυσσασμένου αντισημιτισμού που μαινόταν στο Κίεβο. Σημείωσαν ότι καθημερινά πολλοί Εβραίοι υβρίζονταν και ξυλοκοπούνταν στο Κίεβο και οι αρχές δεν τους υπερασπίστηκαν.

Οι ουκρανικές αρχές ανέφεραν επίσης τη διάθεση για πογκρόμ στην πόλη και έλαβαν μέτρα για την ενίσχυση της ασφάλειας. Όπως φαίνεται, στις 8 Σεπτεμβρίου 1945, σε μυστική έκθεση του Λαϊκού Επιτρόπου Εσωτερικών Υποθέσεων της Ουκρανικής ΣΣΔ, V. Riasnoi, προς τον Γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος Ουκρανίας, Korotchenko, οι τοπικές αρχές έλαβαν σοβαρά υπ’ όψιν τους την απειλή ενός ακόμη μεγαλύτερου πογκρόμ στο Κίεβο. Ο Riasnoi έγραψε:

Λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση έξαψης ενός συγκεκριμένου μέρους του πληθυσμού της πόλης λόγω της διάδοσης ψεύτικων φημών και αγκιτάτσιας στρεφόμενης κατά των Εβραίων, ενισχύσαμε τις περιπολίες στην πόλη, δίνοντας επιπλέον ιδιαίτερη προσοχή στις αγορές και τους χώρους συγκέντρωσης και τόπους διαμονής συγγενών των δολοφονηθέντων Γκράμπαρ και Μέλνικοφ».

Είναι προφανές ότι χωρίς τα μέτρα που έλαβαν οι σοβιετικές αρχές, η βία κατά των Εβραίων στην πόλη θα μπορούσε κάλλιστα να είχε λάβει ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις.

Ο αποστρατευμένος βετεράνος Μ. Βάσλιτς έγραψε στην επιστολή του στην εφημερίδα Πράβδα ότι το στεγαστικό ζήτημα ήταν ο κύριος λόγος για την άνοδο του αντισημιτισμού στο Κίεβο. Τόνισε ότι «όσοι είχαν βρεθεί εδώ με τους Γερμανούς είχαν ήδη καταφέρει στις περισσότερες περιπτώσεις να εγκατασταθούν. Η προσπάθεια έξωσης αυτών των εποίκων οδήγησε στη διάδοση του αντισημιτισμού παντού και σε όλα».

Δυστυχώς, το πογκρόμ του Κιέβου δεν ήταν μοναδικό. Βία κατά των Εβραίων σημειώθηκε και σε άλλες πόλεις και κωμοπόλεις της Ουκρανίας, αν και σε μικρότερη κλίμακα. Η αντισημιτική βία πυροδοτήθηκε συχνά από τις προσπάθειες των Εβραίων να επιστρέψουν στα προ του πολέμου διαμερίσματά τους. Ακόμα και όταν οι Εβραίοι έρχονταν στα διαμερίσματά τους με δικαστικές εντολές, οι ένοικοι αρνούνταν να φύγουν. Στις 25 Αυγούστου 1944 ο Εβραίος οδοντίατρος Γιούσεφ Μάρκοβιτς Πετελέβιτς προσπάθησε να επιστρέψει στο διαμέρισμά του στο Ντνιπροπετρόφκ, όπου είχε εγκατασταθεί η Πελαγία Ορλόβα. Ο Πετελέβιτς είχε δικαστική απόφαση που του αναγνώριζε το δικαίωμα στο διαμέρισμα και η Ορλόβα, σύμφωνα με την απόφαση του δικαστηρίου, επρόκειτο να εγκατασταθεί σε ένα λιγότερο άνετο διαμέρισμα. Κατά τη διάρκεια της αναγκαστικής μετακίνησής της, η οποία απαιτήθηκε με «διοικητική διαταγή», η «Ορλόβα αντιστάθηκε και στις κραυγές της, συγκεντρώθηκε ένα πλήθος διακοσίων περίπου ατόμων φωνάζοντας, “Χτυπάτε τους Ζίντι, σώστε τη Ρωσία!”, “Θάνατος στους Ζίντι”, “Τριάντα επτά χιλιάδες Εβραίοι σφάχτηκαν [από τους Ναζί στο Ντνιπροπετρόφκ], θα σκοτώσουμε τους υπόλοιπους” κ.λπ.».

Στη συνέχεια, πολλοί από το πλήθος επιτέθηκαν στον Πετέλεβιτς με πέτρες και προσπάθησαν να σπάσουν ένα γειτονικό διαμέρισμα, στο οποίο έμενε ένας Εβραίος ονόματι Ουλανόφσκι:

«Επειδή το διαμέρισμα ήταν κλειδωμένο, η προαναφερθείσα ομάδα ατόμων έφερε ένα τσεκούρι, έσπασε την πόρτα και εισέβαλε στο διαμέρισμα, όπου χόρεψαν και κραύγαζαν αντισημιτικά συνθήματα ενώ ετοιμάζονταν να σπάσουν τα έπιπλα». Η αστυνομία του Ντνιπροπετρόβσκ διέλυσε το πλήθος και συνέλαβε τους τρεις πιο ενεργούς πογκρομίστες.

Τον Μάρτιο του 1945 το Δελτίο της Επιτροπής Διάσωσης της Εβραϊκής Υπηρεσίας για την Παλαιστίνη δημοσίευσε τη μαρτυρία ενός Ουκρανο-Εβραίου που είχε δραπετεύσει από το Χάρκοβο και τη Σοβιετική Ένωση το 1944. Ανέφερε:

Οι Ουκρανοί αντιμετωπίζουν τους Εβραίους που επιστρέφουν, με εχθρότητα. Τις πρώτες εβδομάδες μετά την απελευθέρωση του Χάρκοβο [η πόλη απελευθερώθηκε στις 23 Αυγούστου 1943], κανένας Εβραίος δεν τολμούσε να βγει στους δρόμους τη νύχτα.

Η κατάσταση βελτιώθηκε μόνο μετά την παρέμβαση των αρχών, οι οποίες ενίσχυσαν τις αστυνομικές περιπολίες στην πόλη. Υπήρχαν πολλές περιπτώσεις που ξυλοκοπήθηκαν Εβραίοι στις πλατείες της αγοράς και σε ένα περιστατικό ένας Εβραίος σκοτώθηκε στην αγορά από έναν Ουκρανό. Κλήθηκε η αστυνομία στο σημείο του εγκλήματος· ωστόσο, οι αγρότες που ήταν παρόντες κατά τη διάρκεια της δολοφονίας άρχισαν να διαπληκτίζονται με την αστυνομία· συνελήφθησαν όλοι, μαζί με τον δολοφόνο…

Επιστρέφοντας στα διαμερίσματά τους, οι Εβραίοι έλαβαν μόνο ένα μικρό μέρος από τα υπάρχοντά τους. Όταν προσέφυγαν στο δικαστήριο κατά των Ουκρανών που είχαν στην κατοχή τους τα αντικείμενά τους, άλλοι Ουκρανοί υποστήριξαν τους κλέφτες και παρείχαν ψευδείς μαρτυρίες στο δικαστήριο.

Οι ουκρανικές αρχές έχουν μολυνθεί σε σημαντικό βαθμό από τον αντισημιτισμό. Οι εκκλήσεις που γίνονται από Εβραίους δεν εξετάζονται με τον κατάλληλο τρόπο. Όταν το Εμπορικό Ινστιτούτο [του Κιέβου] επέστρεψε από το Χάρκοβο στο Κίεβο, Εβραίοι καθηγητές ζήτησαν επίσης την άδεια να επιστρέψουν. Το αίτημά τους απορρίφθηκε… Το Εβραϊκό Θέατρο δεν έλαβε άδεια να επιστρέψει στο Χάρκοβο.

Το ραδιοφωνικό πρόγραμμα στην εβραϊκή γλώσσα [Γίντις] δεν ανανεώθηκε. Η επίσημη απάντηση σε όλες τις καταγγελίες των Εβραίων ανέφερε ότι ο αντισημιτισμός, μέσω του οποίου οι Γερμανοί είχαν δηλητηριάσει τη νοοτροπία του πληθυσμού, μπορούσε να εξαλειφθεί μόνο βαθμιαία.

5. Αντισημιτισμός και Σοβιετικές Αρχές

Ο αντισημιτισμός έκανε μετάσταση σε όλα τα στρώματα της σοβιετικής κοινωνίας. Στο λαϊκό επίπεδο ήταν συχνά πιο ανοιχτός και βίαιος, ενώ στην κυβέρνηση ήταν πιο κρυφός.

Οι επιστολές που αναφέρθηκαν παραπάνω από Εβραίους του Κιέβου δείχνουν ότι προσπάθησαν να παλέψουν ενάντια στον αντισημιτισμό, υποβάλλοντας αιτήματα στις ανώτερες αρχές στη Μόσχα και ζητώντας νομική βοήθεια από δικηγόρους. Ήταν σίγουροι ότι ο αντισημιτισμός έρχεται σε αντίθεση με τις σοσιαλιστικές διεθνιστικές αρχές και ότι οι ανώτερες αρχές θα αποκαθιστούσαν την τάξη.

Ωστόσο, οι αρχές έλαβαν παράπονα όχι μόνο από Εβραίους, αλλά και από αντισημίτες. Για παράδειγμα, ο Ivan Sergeevich Soloviev, Ρώσος, γεννημένος το 1902, έγραψε στον Πρόεδρο της Επιτροπής Ελέγχου της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος, A.A. Andreev, ότι ο ρωσικός λαός πάντα «ήταν και είναι το ηγετικό έθνος» στη χώρα:

Είδαμε ποιος πούλησε και πρόδωσε την Mητέρα Πατρίδα – είναι αυτοί οι καταραμένοι Ζίντι, καθισμένοι στα μετόπισθεν στα δεύτερα κλιμάκια και παίρνοντας εντολές για ξένο αίμα…

Τι συμβαίνει εδώ στην Ουκρανία; Πώς κατέληξαν οι Εβραίοι να είναι ιδιοκτήτες όλης της Ουκρανίας; Είναι αυτοί, με τις εβραϊκές μουσούδες τους που χλευάζουν τον ρωσικό λαό στην Ουκρανία. Με χρήματα εξαγόρασαν πολλούς ανθρώπους, ακόμη και Ουκρανούς ηγέτες περιφερειών και πόλεων. Ποιος πουλά διαβατήρια στην αγορά; Οι Εβραίοι.

Ποιος εμπορεύεται βραβεία; Οι Εβραίοι. Ποιος σκοτώνει Ρώσους; Οι Εβραίοι. Ποιος διώχνει τους ανθρώπους από τα διαμερίσματά τους μέσα στον χειμώνα στο Κίεβο; Οι Εβραίοι.

Ο Soloviev έγραψε ότι οι Εβραίοι τον πέταξαν έξω από το διαμέρισμά του μέσα στον χειμώνα, έναν ανάπηρο βετεράνο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Αλλά ανέφερε επίσης ότι πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ζούσε στη Σιβηρία και εγκαταστάθηκε στο Κίεβο μετά την απελευθέρωση της πόλης. Ο Soloviev προφανώς κατείχε ένα διαμέρισμα που ανήκε σε κάποια εβραϊκή οικογένεια πριν από τον πόλεμο.

Έγραψε ότι «είναι απαραίτητο να εξοντωθούν όλα αυτά τα παράσιτα (δηλαδή οι Εβραίοι)». Ο Soloviev είπε επίσης ότι οργάνωσε μια συνάντηση είκοσι ατόμων και αποφάσισαν να ξεκινήσουν έναν «ανελέητο αγώνα με αυτά τα παράσιτα». Υποστήριξε ότι αυτήν την άποψη συμμερίζονται πολλοί άνθρωποι στο Κίεβο. Είπε ότι συνθήματα που εμφανίζονταν στην πόλη έγραφαν “Χτυπήστε τους Ζίντι, σώστε τη Ρωσία!” και ρωτούσε γιατί η κυβέρνηση της Μόσχας αγνόησε αυτή τη βούληση του λαού.

Ο Soloviev πρότεινε τη λύση του για το εβραϊκό ζήτημα:

1. Εξορίστε μέχρι και τον τελευταίο, όλους τους Εβραίους στη Σιβηρία και στη συνέχεια επανεγκαταστήστε μέρος των Σιβηριανών στην Ουκρανία, ώστε οι Ρώσοι της Σιβηρίας να γευτούν τη ζωή.

2. Εκκαθαρίστε τους Εβραίους από όλα τα κρατικά γραφεία της Ουκρανίας… και του Στρατού…

Ο Μάρτιν Μπλάκγουελ έγραψε ότι η άνοδος του αντισημιτισμού στο Κίεβο «άφησε το καθεστώς του Στάλιν… με ελάχιστες επιλογές από το να επικυρώσει την περιθωριοποίηση των εβραϊκών συμφερόντων σε αυτή την πόλη».

Οι ουκρανικές αρχές προσπάθησαν να περιορίσουν την επανεγκατάσταση των Εβραίων της Ουκρανίας, ακολουθώντας την πολιτική λιγότεροι Εβραίοι, λιγότερος αντισημιτισμός. Ο αντιστράτηγος της NKVD Pavel Sudoplatov έγραψε στα απομνημονεύματά του ότι ήταν παρών στο γραφείο τού πρώτου γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος του Ουζμπεκιστάν, Usman Yusupov, κατά τη διάρκεια μιας τηλεφωνικής συνομιλίας που είχε ο Γιουσούποφ με τον Χρουστσόφ το 1947:

Ο Χρουστσόφ παραπονέθηκε [στον Γιουσούποφ] ότι οι Εβραίοι που μεταφέρθηκαν κατά τη διάρκεια του πολέμου στην Τασκένδη και τη Σαμαρκάνδη “πετούν στην Ουκρανία σαν τα κοράκια”. Σε αυτή τη συνομιλία, που έγινε το 1947, [ο Χρουστσόφ] ισχυρίστηκε ότι δεν είχε χώρο να τους δεχτεί όλους, επειδή η πόλη [το Κίεβο] ήταν ερειπωμένη και ήταν απαραίτητο να σταματήσει αυτή η πλημμύρα, διαφορετικά τα πογκρόμ θα ξεκινούσαν στο Κίεβο.

Οι ουκρανικές αρχές προσπάθησαν να αποτρέψουν την περαιτέρω εισροή Εβραίων στην πόλη. Ζήτησαν, για την επιστροφή, έγγραφα που να αποδεικνύουν ότι οι Εβραίοι ζούσαν στο Κίεβο πριν τον πόλεμο και ότι ήταν απαραίτητοι στους χώρους εργασίας τους. Έτσι, έγινε πολύ δύσκολο για πολλούς Εβραίους να επιστρέψουν στο Κίεβο. Στο Κρατικό Εβραϊκό Θέατρο του Κιέβου δεν επετράπη να επιστρέψει από το Καζακστάν στο Κίεβο μετά τον πόλεμο, με το πρόσχημα ότι το κτήριο του θεάτρου τους καταστράφηκε κατά τη διάρκεια του πολέμου και δεν υπήρχε άλλο κτήριο. Αντί για το Κίεβο, το θέατρο στάλθηκε «προσωρινά» στο Τσερνόβσκι και στη συνέχεια διαλύθηκε το 1950 κατά τη διάρκεια της εκστρατείας κατά του κοσμοπολιτισμού.

Όμως, παρ’ όλα τα εμπόδια, οι περισσότεροι Εβραίοι του Κιέβου που επέζησαν από το Ολοκαύτωμα επέστρεψαν στην πόλη. Ο εβραϊκός πληθυσμός του Κιέβου αυξήθηκε ραγδαία μετά τον πόλεμο.

Μέχρι την 1η Ιανουαρίου 1947, οι Εβραίοι αποτελούσαν ήδη το 18,8% του πληθυσμού του Κιέβου: 132.467 από τους 704.609 κατοίκους της πόλης. Το 1959, 153.466 Εβραίοι (το 13,8% του συνολικού πληθυσμού) ζούσαν στο Κίεβο. Πολλοί από αυτούς τους Εβραίους μετακόμισαν στο Κίεβο από επαρχιακές πόλεις και εβραϊκά χωριά (shtetls) μετά τον πόλεμο, συχνά χωρίς άδεια.

Έτσι, οι σοβιετικές αρχές απέτυχαν να αποτρέψουν την εισροή Εβραίων στην πόλη, καθώς και να αποτρέψουν βίαια αντισημιτικά επεισόδια. Προφανώς, ο Χρουστσόφ αντιμετώπιζε προβλήματα στο χειρισμό της κατάστασης σχετικά με τον αντισημιτισμό στην Ουκρανία. Ο λαϊκός αντισημιτισμός στο Κίεβο και την Ουκρανία φάνηκε να είναι ισχυρότερος από την ισχυρή σοβιετική μηχανή καταστολής. Ο Solomon Schwarz έγραψε:

Το Κομμουνιστικό Κόμμα δεν πολέμησε ανοιχτά κατά του ουκρανικού αντισημιτισμού, αλλά θεωρώντας τον κίνδυνο του αντισημιτισμού ως την πιο δημοφιλή μορφή της ουκρανικής αντισοβιετικής διάθεσης, ξεκίνησε μια εκστρατεία κατά του αντισημιτισμού με συγκαλυμμένο τρόπο, προσαρμόζοντας αργά τον πληθυσμό στο γεγονός της προώθησης Εβραίων σε σημαντικές θέσεις σε διαφορετικούς τομείς εργασίας, μεταξύ των οποίων ιδιαίτερα το έργο του [Kομμουνιστικού] κόμματος… Είναι πιθανό η υλοποίηση αυτής της πολιτικής να ήταν ένας από τους στόχους για τους οποίους στάλθηκε ο Καγκάνοβιτς στην Ουκρανία.

Τον Μάρτιο του 1947 ο Χρουστσόφ απολύθηκε από τη θέση του Πρώτου Γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος (Μπολσεβίκων) Ουκρανίας) και στη θέση του διορίστηκε ο Λάζαρ Μοϊσέεβιτς Καγκάνοβιτς. Η επίσημη εξήγηση γι’ αυτήν την αλλαγή ήταν «η ανάγκη διαχωρισμού των θέσεων του πρωθυπουργού και του πρώτου γραμματέα της δημοκρατίας, αλλά επικρίσεις για τις επιδόσεις [του Χρουστσόφ] στη γεωργία εμφανίστηκαν και στον Τύπο». Φυσικά, όταν ο Στάλιν έστειλε τον Καγκάνοβιτς στην Ουκρανία, το εβραϊκό ζήτημα δεν ήταν το κύριο μέλημά του. Η αγροτική αποτυχία και ο λιμός στην Ουκρανία το 1946-47 ήταν οι κύριοι λόγοι για τη δυσαρέσκεια του Στάλιν από την απόδοση του Χρουστσόφ. Ο αγώνας ενάντια σε κάθε είδους εθνικισμό και σοβινισμό ήταν δευτερεύον καθήκον.

Μετά την άφιξη του Καγκάνοβιτς στο Κίεβο στα τέλη Φεβρουαρίου 1947, ο Χρουστσόφ εξαφανίστηκε από το προσκήνιο μέχρι τον Σεπτέμβριο. Ο Χρουστσόφ διατήρησε τη θέση τού πρωθυπουργού της Ουκρανίας αλλά δεν συμμετείχε ενεργά στην πολιτική όσο ο Καγκάνοβιτς βρισκόταν στην Ουκρανία. Ο Χρουστσόφ έγραψε στα απομνημονεύματά του ότι ήταν άρρωστος από πνευμονία. Ωστόσο, οι βιογράφοι του Χρουστσόφ υποδηλώνουν ότι η «ασθένειά» του ήταν περισσότερο πολιτική. Ίσως ο Χρουστσόφ φοβόταν ότι η απόλυσή του από τη θέση του Πρώτου Γραμματέα θα ήταν η αρχή του τέλους της πολιτικής του σταδιοδρομίας.

Τον Μάιο του 1947 ο Kαγκάνοβιτς πρότεινε ένα ψήφισμα, το οποίο εγκρίθηκε από την Κεντρική Επιτροπή του KΚ(μπ) Ουκρανίας, «για τη βελτίωση της ιδεολογικοπολιτικής δουλειάς τού προσωπικού και για την πάλη ενάντια σε εκδηλώσεις της αστικής – εθνικιστικής ιδεολογίας», αναφέροντας ότι οι εθνικιστικές δυνάμεις στην Ουκρανία χρησιμοποιούν «το πιο αποκρουστικό όπλο του φασιστικού σκοταδισμού – τον αντισημιτισμό». Στις 29 Μαΐου 1947, αυτό το έγγραφο στάλθηκε στον Στάλιν.

Είναι δύσκολο να πούμε πόσο επιτυχημένος θα ήταν ο Καγκάνοβιτς στην καταστολή τού αντισημιτισμού στην Ουκρανία αν παρέμενε περισσότερο στη θέση του. Η θητεία του ως Πρώτος Γραμματέας του KΚ(μπ) Ουκρανίας συνεχίστηκε μόνο για αρκετούς μήνες. Στις 15 Δεκεμβρίου 1947, ο Καγκάνοβιτς έλαβε εντολή «να μεταφέρει τη θέση του ως πρώτος γραμματέας του ΚΚ(μπ) Ουκρανίας στον Χρουστσόφ και να επιστρέψει στη Μόσχα για να αναλάβει ξανά τη θέση τού Αντιπροέδρου του Υπουργικού Συμβουλίου της ΕΣΣΔ.».

Γιατί ο Στάλιν ανακάλεσε τον Καγκάνοβιτς στη Μόσχα τόσο σύντομα; Ίσως ένας από τους λόγους ήταν η έκρηξη του λαϊκού αντισημιτισμού στην Ουκρανία. Με την άφιξη του Καγκάνοβιτς στην Ουκρανία, ο αντισημιτισμός έγινε ακόμη πιο δυνατός. Τον Δεκέμβριο του 1946 – αρχές του καλοκαιριού του 1947, σημειώθηκε λιμός στην Ουκρανία. Αυτό ήταν το αποτέλεσμα της κακής συγκομιδής του 1946, όταν, λόγω της ξηρασίας, το σχέδιο για τη συλλογή σιτηρών στην Ουκρανία εκπληρώθηκε μόνο κατά 52,4%. Όταν έφτασε ο Καγκάνοβιτς στην Ουκρανία ο λιμός είχε ήδη αρχίσει. Η κεντρική σοβιετική κυβέρνηση δεν παρείχε καμία βοήθεια με σιτηρά, έτσι οι Ουκρανοί ηγέτες δεν μπορούσαν να κάνουν πολλά για να βελτιώσουν την κατάσταση πριν από την επόμενη συγκομιδή. Το ψωμί διανέμονταν με κουπόνια που επέτρεπαν μόνο 100–200 gr ανά άτομο την ημέρα. Ωστόσο, τα δελτία ψωμιού λάμβαναν μόνο οι εργαζόμενοι, ενώ παιδιά, συνταξιούχοι και ανάπηροι δεν έλαβαν κουπόνια. Οι αρχές οργάνωσαν αίθουσες εστίασης, οι οποίες παρείχαν δωρεάν ένα φτωχό γεύμα την ημέρα στους πεινασμένους, κάτι που δεν βοήθησε πολύ. Μέχρι το καλοκαίρι του 1947 πάνω από ένα εκατομμύριο άνθρωποι στην Ουκρανία υπέφεραν από την πείνα. Το 1946-47 περίπου 800 χιλιάδες πέθαναν από την πείνα στην Ουκρανία. Η κατάσταση βελτιώθηκε μόνο μετά τη συγκομιδή του 1947.

Παραδόξως, ο τοπικός [μη εβραϊκός] πληθυσμός κατηγόρησε για τις φρικτές συνθήκες διαβίωσής του και την πείνα όχι στις ανώτερες σοβιετικές αρχές, αλλά τους Εβραίους και τους κερδοσκόπους. Αυτό ήταν «ένα δημοφιλές μοτίβο σε αναγραφές πάνω στα ψηφοδέλτια και ανώνυμα σημειώματα» κατά τις δημοτικές εκλογές τον Δεκέμβριο του 1947.

«Οι Εβραίοι ζουν καλά», «Κάτω οι Ζίντι» και «Κτυπήστε τους Ζίντι» εμφανίζονταν τακτικά στα ψηφοδέλτια.

Υπήρχαν επίσης μακροσκελέστερα γράμματα, όπως και αυτό του Δεκεμβρίου του 1947, που συνδύαζαν τη Μπολσεβίκικη γλώσσα με τη γλώσσα της προκατάληψης: «Δίνω την ψήφο μου στο μπλοκ του κομμουνιστικού και μη κομματικού λαού και ευχαριστώ την Κυβέρνηση, το κόμμα και τον Σύντροφο Στάλιν για την κατάργηση του δελτίου και τη νομισματική μεταρρύθμιση. Ωστόσο, υπάρχει ένα ακόμη αίτημα, δηλαδή η απομάκρυνση των Εβραίων κερδοσκόπων από το σοβιετικό εμπόριο». Την ίδια χρονιά άλλοι ψηφοφόροι εξέφρασαν αυτό το συναίσθημα με πιο χονδροειδείς όρους: «Σας ψηφίζουμε, αλλά μέχρι πότε θα μας βασανίζετε; Έχετε επιτρέψει στους Ζίντι να ζήσουν [καλά], ενώ οι εργάτες λιμοκτονούν». «Θα ήταν καλό οι Εβραίοι να δούλευαν περισσότερο και να έπιναν λιγότερο το αίμα των εργατών». Δεδομένου ότι μερικοί από τους εκατοντάδες υποψηφίους στις δημοτικές εκλογές του 1947 είχαν εβραϊκά ονόματα, βλέποντάς τα στα ψηφοδέλτια οι αντισημίτες ψηφοφόροι ωθήθηκαν να γράψουν πράγματα όπως «Ζίντι, στην Παλαιστίνη!», «Ενάντια. Δεν είμαι σίγουρος για την εθνικότητά τους» ή «Δεν τους χρειαζόμαστε».

Οι αντισημίτες στο Κίεβο δεν φοβήθηκαν να δείξουν ανοιχτά το μίσος τους προς τους Εβραίους που κατείχαν υψηλές κυβερνητικές θέσεις, ιδιαίτερα το μέλος του Προεδρείου της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος των Μπολσεβίκων της Σοβιετικής Ένωσης, Λάζαρ Καγκάνοβιτς. Το ακόλουθο αντισημιτικό περιστατικό συνέβη λίγο πριν από τον διορισμό τού Καγκάνοβιτς ως πρώτου γραμματέα του KΚ(μπ) Ουκρανίας τον Μάρτιο του 1947. Ο επικεφαλής του Διοικητικού Τμήματος της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος Ουκρανίας I. Golynnyi έγραψε σε μια μυστική αναφορά στον Γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος Ουκρανίας L.G. Mel’nikov στις 23 Φεβρουαρίου 1947:

Ο Αρχηγός της Αστυνομικής Διοίκησης του Υπουργείου Κρατικής Ασφάλειας (MGB) της Ουκρανικής ΣΣΔ σύντροφος Rudenko με ενημέρωσε τηλεφωνικά για ένα περιστατικό που συνέβη χθες στην 175η εκλογική περιφέρεια της πόλης Κιέβου.

Ο Ερμάκοφ, τυφλός εργάτης του Συλλόγου Τυφλών, γεννημένος το 1903, ήρθε να ψηφίσει σε κατάσταση μέθης, μαζί με τη σύζυγό του.

Έλαβαν ψηφοδέλτια για τις εκλογές με το όνομα του Λ.M. Καγκάνοβιτς σε ένα από αυτά. Ο Ermakov έσκισε τα ψηφοδέλτια και έκανε αντισημιτικές δηλώσεις παρουσία ψηφοφόρων και μελών της [εκλογικής] επιτροπής.

Η Περιφερειακή Διοίκηση της MGB ελέγχει την κατάσταση.

Ίσως η σοβιετική κυβέρνηση εξέτασε την ευρέως διαδεδομένη αντισημιτική διάθεση όταν μεταπήδησε από την καταστολή του λαϊκού αντισημιτισμού σε μια πολιτική κρατικού αντισημιτισμού. Μετά τον πόλεμο οι σοβιετικές αρχές έχασαν τον ολοκληρωτικό έλεγχο του πληθυσμού. Για να αποκατασταθεί ο έλεγχος, πρέπει να συμπλέουν με τη λαϊκή διάθεση, όχι ενάντια. Αυτό το κατάλαβε ξεκάθαρα ο πρώτος γραμματέας του KPΚ(μπ) Ουκρανίας Νικήτα Χρουστσόφ, ο οποίος φέρεται να είπε: «Αυτή είναι η Ουκρανία! Και δεν είναι προς το συμφέρον μας οι Ουκρανοί να συσχετίσουν την επιστροφή της σοβιετικής εξουσίας με την επιστροφή των Εβραίων». Η καταστολή του λαϊκού αντισημιτισμού και η προστασία των Εβραίων θα υπονόμευε περαιτέρω το κύρος των σοβιετικών αρχών. Αντίθετα, υποστηρίζοντας τη λαϊκή αντισημιτική διάθεση, οι σοβιετικές αρχές ικανοποίησαν την επιθυμία μεγάλου μέρους του εθνικού πληθυσμού και ήρθαν πιο κοντά στον λαό τους. Η χρήση του λαϊκού αντισημιτισμού ήταν επίσης βολική, γιατί μετέθεσε την οργή του λαού, για την πείνα και τη άθλια φτωχή ζωή του, από τις σοβιετικές αρχές προς «Εβραίους αιμορουφήχτρες και κερδοσκόπους».

Ίσως οι σοβιετικοί ηγέτες να εξέτασαν όλους αυτούς τους παράγοντες όταν υιοθέτησαν την πολιτική του κρατικού αντισημιτισμού, τον Ιανουάριο του 1948. Οι μεταγενέστερες απογοητεύσεις των σοβιετικών αρχών από τις ισραηλινές πολιτικές ενίσχυσαν τον κρατικό αντισημιτισμό. Οι σοβιετικοί ηγέτες ήταν δυσαρεστημένοι που το νεοσύστατο Κράτος του Ισραήλ επέλεξε μια φιλοδυτική, όχι φιλοκομμουνιστική πορεία.

Ο ηγέτης της Εβραϊκής Αντιφασιστικής Επιτροπής Solomon Mikhoels (δεξιά), στο κέντρο ο Αϊνστάιν και αριστερά ο Σοβιετικός Εβραίος ηθοποιός Itzik Feffer

Η κρατική αντισημιτική εκστρατεία ξεκίνησε με τη δολοφονία του προέδρου της Εβραϊκής Αντιφασιστικής Επιτροπής, του εξέχοντος Εβραίου ηθοποιού και σκηνοθέτη του Κρατικού Εβραϊκού Θεάτρου της Μόσχας Σολομόν Μίκχαελς (Solomon Mikhoels) τον Ιανουάριο του 1948 με εντολή του Στάλιν. Τον Νοέμβριο του 1948 η Εβραϊκή Αντιφασιστική Επιτροπή διαλύθηκε και πολλά μέλη της συνελήφθησαν. Ο αγώνας ενάντια στον λαϊκό αντισημιτισμό δεν συνεχίστηκε πλέον επειδή το ίδιο το σοβιετικό καθεστώς υιοθέτησε αντισημιτικές πολιτικές.

Οι Σοβιετικοί ηγέτες που είχαν αποθαρρύνει νωρίτερα τον αντισημιτισμό άρχισαν δημόσια να διαδίδουν αντιεβραϊκές προκαταλήψεις για να υποστηρίξουν την αντισημιτική εκστρατεία του κράτους και να κατασκευάσουν την υπόθεση της Εβραϊκής Αντιφασιστικής Επιτροπής και την Εβραϊκή Συνωμοσία των «Γιατρών». Οι Εβραίοι έγιναν βολικοί αποδιοπομπαίοι τράγοι για τη σοβιετική κυβέρνηση, η οποία τους κατηγόρησε για όλα τα εσωτερικά προβλήματα και τις δυσκολίες της χώρας. Την αντισημιτική διάθεση στη Σοβιετική Ένωση συμμερίζονταν οι σοβιετικοί ηγέτες και ο γενικός πληθυσμός. Ο λαϊκός αντισημιτισμός ήταν ακόμη πιο επικίνδυνος για τους Εβραίους επειδή ήταν πιο βίαιος, ενώ ο σοβιετικός κρατικός αντισημιτισμός ήταν μεταμφιεσμένος κάτω από γενικές εκστρατείες που στρέφονταν εναντίον ορισμένου είδους «εχθρών».

Έτσι, η πολιτική του κρατικού αντισημιτισμού και οι αντιεβραϊκές εκστρατείες που οργάνωσαν οι Σοβιετικοί ηγέτες από το 1948 μέχρι το θάνατο του Στάλιν στις 5 Μαρτίου 1953, ήταν κατά κάποιο τρόπο απάντηση και εκμετάλλευση των ευρέως διαδεδομένων αντισημιτικών αισθημάτων μεταξύ του ντόπιου πληθυσμού ως επακόλουθο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

6. Συμπέρασμα

Ο Ρωσο-Εβραίος ποιητής Naum Korzhavin (ψευδώνυμο του Nαούμ Μάντελ), ο οποίος ζούσε στη Μόσχα και επισκέφτηκε την πατρίδα του το Κίεβο το καλοκαίρι του 1946, θυμάται στα απομνημονεύματά του ότι συνάντησε εκεί «σκληρό, αφόρητο αντισημιτισμό, που σε τέτοια συγκέντρωση και απόλυτη εξουσία δεν ξαναείδα πουθενά».65 Υπήρχαν αρκετοί επικαλυπτόμενοι παράγοντες στο Κίεβο και έκαναν τον αντισημιτισμό τόσο επιθετικό:

η μακροχρόνια τοπική αντισημιτική παράδοση, η ναζιστική προπαγάνδα κατά τη διάρκεια του πολέμου, η μεταπολεμική πάλη για επιβίωση στην κατεστραμμένη πόλη και ο αντισημιτισμός του σοβιετικού κράτους.

Οι φρικτές συνθήκες διαβίωσης και ο λιμός του 1946-47 πίκραναν περαιτέρω και αποκτήνωσαν τον τοπικό εθνικό πληθυσμό. Ο αντισημιτισμός στο Κίεβο πήρε πιο βίαιες μορφές από ό,τι σε άλλα μέρη της Σοβιετικής Ένωσης.

Οι σοβιετικές αρχές προσπάθησαν να καταστείλουν τον λαϊκό αντισημιτισμό στην Ουκρανία μετά τον πόλεμο, αλλά απέτυχαν. Στη συνέχεια υιοθέτησαν την πολιτική του κρατικού αντισημιτισμού το 1948 – 1953. Αποφάσισαν να συμπλεύσουν με τη διάθεση ενός σημαντικού μέρους του εθνικού πληθυσμού, που ήθελε να δει τους Εβραίους να καταπιέζονται και να ταπεινώνονται. Ο κρατικός αντισημιτισμός στράφηκε κατά της εβραϊκής εθνικής αφύπνισης στη Σοβιετική Ένωση μετά τον πόλεμο, ενάντια στον εβραϊκό πολιτισμό και στους Εβραίους διανοούμενους. Το κράτος ξεκίνησε εκστρατείες κατά των «αστών εθνικιστών», των «κοσμοπολιτών» και των «γιατρών-δολοφόνων» που ενέπνευσαν τους αντισημίτες για νέες επιθέσεις εναντίον των Εβραίων. Στο Κίεβο, ωστόσο, οι ντόπιοι αντισημίτες ξεπέρασαν τα αποδεκτά όρια επιθέσεων που επέτρεπαν οι αρχές και καλούσαν στα φυλλάδιά τους την απέλαση ή την εξόντωση όλων των Εβραίων.66 Έτσι οι αντισημίτες του Κιέβου ήταν πιο βίαιοι από την κυβέρνηση στην προσπάθειά τους να λύσουν το εβραϊκό ζήτημα. Οι αρχές, που κατάλαβαν την πραγματική απειλή ενός νέου εβραϊκού πογκρόμ στην πόλη, συνέλαβαν και καταδίκασαν τους πιο λυσσαλέους αντισημίτες. Έτσι, αν συγκρίνουμε τον κρατικό με τον λαϊκό αντισημιτισμό στο Κίεβο, ο τελευταίος ήταν πιο βίαιος και στρεφόταν εναντίον όλων των Εβραίων, ενώ οι κρατικές αρχές επέλεγαν τα θύματά τους κυρίως μεταξύ της εβραϊκής ιντελιγκέντσιας.

Μετά το θάνατο του Στάλιν, το επίπεδο του κρατικού και του λαϊκού αντισημιτισμού μειώθηκε σε όλη τη Σοβιετική Ένωση, καθώς και στο Κίεβο. Οι αντισημίτες έχασαν την επίσημη δικαιολογία για τις επιθέσεις τους στους Εβραίους. Επιπλέον, είδαν ότι οι πιο λυσσαλέοι αντισημίτες, που ζητούσαν τη δολοφονία των Εβραίων, συνελήφθησαν και καταδικάστηκαν με μεγάλες ποινές σε στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας. Σίγουρα, τόσο ο κρατικός όσο και ο λαϊκός αντισημιτισμός συνέχισαν να υπάρχουν στο Κίεβο και στη Σοβιετική Ένωση, αλλά σε πιο λανθάνουσες μορφές, συχνά μεταμφιεσμένες κάτω από τον αγώνα κατά του Σιωνισμού και του Ιουδαϊσμού.

Μετάφραση Θόδωρος Κουτσουμπός

Σχετικό άρθρο στη Νέα Προοπτική: “Δεν Αναγνωρίσαμε τη Χώρα μας”

Υποσημειώσεις[+]