[Από το blog OUR BALKANS, ΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ, ΤΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ, ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝ ΑΓΩΝΩΝ, αναδημοσιεύουμε ένα ιστορικό κείμενο της Βαλκανικής -Δουναβικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας. Στις νεότερες γενιές η ΒΚΟ και η προκάτοχός της Βαλκανική Σοσιαλιστική Ομοσπονδία, ή η Παραδουνάβιος Ομοσπονδία του 19ου αιώνα, φαντάζουν σαν εξωτικά πολιτικά φρούτα. Όμως, χιλιάδες μαχητές της δημοκρατικής, και μετέπειτα της σοσιαλιστικής-κομμουνιστικής απελευθέρωσης, και η εργατική τάξη των Βαλκανίων στην πρώτη της διαμόρφωση ως τάξης «για τον εαυτό της» εμπνεύστηκαν από αυτήν την διεθνιστική προοπτική, ενάντια στους ιμπεριαλιστές, τις ντόπιες μοναρχίες και τις εθνικιστικές μπουρζουαζίες. Οι ρίζες αυτής της παράδοσης μπορούν να ανιχνευτούν στις αριστερές τάσεις της αστικοδημοκρατικής επανάστασης, που εκπροσωπούσε ο Ρήγας Φεραίος και πρωτοπόροι διανοούμενοι αγωνιστές σε άλλες βαλκανικές χώρες. Ο Κρίστιαν Ρακόφσκυ στον 20ό αιώνα και ο πατέρας Ρακόφσκυ κατά τον 19ο αιώνα είναι μέρος αυτής της μεγάλης επαναστατικής παράδοσης. Η κυριαρχία του σταλινισμού και της θεωρίας του σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα στη δεκαετία του 1920-30 είναι η βασική αιτία της απόσυρσης του διεθνιστικού συνθήματος της βαλκανικής (κομμουνιστικής) ομοσπονδίας. Καιρός είναι οι επαναστάτες κομμουνιστές των Βαλκανίων να αναζωογονήσουν αυτές τις μεγάλες διεθνιστικές επαναστατικές παραδόσεις. Γιατί ο κομμουνισμός ή θα είναι διεθνής και διεθνιστικός ή δεν θα υπάρξει…
Ακολουθούν τα σχόλια του blog, η εισαγωγή του μεταφραστή Aegri Somnianovic και το ντοκουμέντο.
Θ.Κ.]
Το blog μας έχει τη χαρά να παρουσιάσει μεταφρασμένο στα ελληνικά το ιδρυτικό κείμενο της Βαλκανικής-Δουναβικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας, όπως αυτό δημοσιεύτηκε στις 10 Αυγούστου 1920. Το σημαντικό αυτό ιστορικό ντοκουμέντο είναι πλέον διαθέσιμο online σε κάθε ερευνητή και άνθρωπο που ενδιαφέρεται για την ιστορία της περιοχής.
Η ίδρυση της βαλκανικής-δουναβικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας
*τη μετάφραση του ντοκουμέντου καθώς και του εισαγωγικού κειμένου έκανε ο φίλος της σελίδας Aegri Somnianovic, τον οποίο ευχαριστούμε θερμά.
i) Τα πρώιμα χρόνια
Το ιδεώδες για τη συγκρότηση μιας βαλκανικής ομοσπονδίας είχε ήδη αναπτυχθεί στη Βαλκανική Χερσόνησο από το 19ο αιώνα. Η κοινή ή κατά περιφέρειες συμβίωση διαφόρων λαών, όπως και η έλλειψη δύναμης του καθενός τους ξεχωριστά έκαναν όλο και πιο γοητευτική την ιδέα για τη δημιουργία μιας ομοσπονδίας βαλκανικών κρατών. Η εν λόγω ιδέα λάμβανε διάφορες μορφές ανάλογα με τους πολιτικούς φορείς που την εξέφραζαν. Μια απ’ αυτές τις μορφές υποστήριζαν οι σοσιαλιστές των Βαλκανίων. Μάλιστα ορισμένοι εξ αυτών για ένα χρονικό διάστημα δεν απέρριπταν τη δυνατότητα μιας ομοσπονδίας με τη συμβολή των κατά τόπους αστικών τάξεων, γι’ αυτό και παρουσιάζονταν στις αρχές του 20ού αιώνα ως υποστηρικτές της πολιτικής της.
Εντούτοις, υπήρχαν και άλλες απόψεις: στη Β’ Βαλκανική Συνδιάσκεψη των Σοσιαλιστών στο Βουκουρέστι, το 1915, ιδρύθηκε η Εργατική Βαλκανική Σοσιαλδημοκρατική Ομοσπονδία και σκοπός της ήταν ο συντονισμός του αγώνα των Σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων εναντίον του σοσιαλσωβινισμού, ο αγώνας για την ειρήνη και η συνεισφορά στην εξέλιξη της ταξικής πάλης. Γραμματέας του Διαβαλκανικού Σοσιαλιστικού Γραφείου, ηγετικού οργάνου της Εργατικής Βαλκανικής Σοσιαλδημοκρατικής Ομοσπονδίας, εξελέγη ο Christian Rakovsky, ο οποίος αναφερόταν συχνά στο εθνικό μίσος που έτρεφαν μεταξύ τους οι λαοί -Ρουμάνοι, Βούλγαροι, Έλληνες, Σέρβοι, Τούρκοι και Αλβανοί. Είχε επικεντρώσει το ενδιαφέρον του στη δυνατότητα ίδρυσης, με τη βοήθεια της Ομοσπονδίας, ενός ισχυρού κράτους με πληθυσμό άνω των 30 εκατομμυρίων κατοίκων και με διέξοδο σε όλες τις νότιες θάλασσες. Πρόμαχος μιας τέτοιας ομοσπονδίας, ο Rakovsky, όπως και πολλοί άλλοι σοσιαλιστές των Βαλκανίων, θεωρούσε ότι εργατική τάξη είναι μια τάξη τα συμφέροντα της οποίας συγκλίνουν σε όλες τις Βαλκανικές χώρες. Παράλληλα, ήταν εκείνος που εξ ονόματος της Εργατικής Βαλκανικής Σοσιαλδημοκρατικής Ομοσπονδίας υπέγραψε, ως ένα από τα ιδρυτικά μέλη, το έγγραφο για τη δημιουργία της 3ης Κομμουνιστικής Διεθνούς. Από τη στιγμή εκείνη το σύνθημα μιας βαλκανικής ομοσπονδίας γίνεται σύνθημα για μια Ομοσπονδία Βαλκανικών Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών, η πορεία προς την οποία θα περνούσε μέσα από μια προλεταριακή επανάσταση στα Βαλκάνια· και αυτή με τη σειρά της αντιμετωπίζεται ως ένας από τους κρίκους της παγκόσμιας επανάστασης.
ii) Η ίδρυση
Η Βαλκανική Κομμουνιστική Ομοσπονδία (BKF) ιδρύθηκε στη Σόφια τον Ιανουάριο του 1920, ως ομπρέλα των Βαλκανικών Κομμουνιστικών Κομμάτων. Έχει τις ρίζες της στη Βαλκανική Ομοσπονδία Εργαζομένων Σοσιαλδημοκρατών, που ιδρύθηκε στο Βελιγράδι ακριβώς δέκα χρόνια νωρίτερα. Η συνέχεια μεταξύ των δύο οργανώσεων ήταν σαφής και η συντριπτική πλειονότητα αυτών που ίδρυσαν την Ομοσπονδία το 1910 συμμετείχε επίσης στην ίδρυση μιας νέας, επαναστατικής ομοσπονδίας δέκα χρόνια αργότερα. Ο διακηρυγμένος στόχος της Ομοσπονδίας ήταν η ίδρυση της Βαλκανικής Σοβιετικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας, με τα εργατικά και αγροτικά συμβούλια ως εκτελεστικά και νομοθετικά όργανα της εργατικής τάξης. Η ιδέα μιας ενωμένης Βαλκανικής χερσονήσου στόχευε στην ουσία “να σκοτώσει δύο μύγες με ένα χτύπημα”. Αφενός, θα επίλυε το ζήτημα των εθνικιστικών εντάσεων στα Βαλκάνια μέσω της ενοποίησης και της αντικατάστασης της εθνικής ενότητας με την ταξική αλληλεγγύη. Αφετέρου, τα ενωμένα βαλκανικά έθνη θα ήταν ευκολότερο να αντισταθούν στον ιμπεριαλισμό των μεγάλων δυνάμεων που παρενέβαιναν στα αδύναμα, μικρά κράτη επί αιώνες ολόκληρους. Στα πρώτα χρόνια της ύπαρξής της, η Ομοσπονδία προσπάθησε να συντονίσει την παγκόσμια επανάσταση στο επίπεδο των Βαλκανίων, συνδέοντας τα κομμουνιστικά κόμματα και περιμένοντας τη στιγμή της εξέγερσης σε μια από τις βαλκανικές χώρες. Οι συναντήσεις της πραγματοποιούνταν στη Βιέννη και τη Σόφια, όπου, λόγω συνεχών διώξεων, η Εκτελεστική της Επιτροπή κινούνταν σταυρωτά. Μετά το πραξικόπημα και την αποτυχημένη κομμουνιστική εξέγερση στη Βουλγαρία το 1923, η Ομοσπονδία μετακόμισε στη Βιέννη και λίγο αργότερα στη Μόσχα, όπου και βρέθηκε πιο έντονα υπό τον έλεγχο της ηγεσίας του σοβιετικού κόμματος.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η Ομοσπονδία υπέστη σημαντικό επαναπροσανατολισμό στο έργο της: από ένας οργανισμός που συντονίζει επαναστατικές ενέργειες εργατών και αγροτών, έγινε οργανισμός που συνδέεται κυρίως με εθνικά-επαναστατικά κινήματα, λόγω της άποψης ότι η χρήση εθνικών και αγροτικών ζητημάτων θα ήταν υποκατάστατο για την ενθάρρυνση της προλεταριακής μαχητικότητας από τις αρχές της δεκαετίας του ’20. Αυτή η διαδικασία κορυφώθηκε το 1928, όταν η Ομοσπονδία υποστήριξε ανοιχτά τη διάλυση κρατών όπως η Γιουγκοσλαβία και η Ρουμανία, έτσι ώστε οι λαοί αυτοί να μπορούν να ενωθούν ισότιμα στη Βαλκανική Ομοσπονδία. Μετά το 1935 και τη στροφή της Κομιντέρν προς την πολιτική του Λαϊκού Μετώπου, τα Βαλκανικά Κομμουνιστικά Κόμματα αγωνίζονται να διατηρήσουν την εδαφική ακεραιότητα των χωρών στις οποίες δρουν, προκειμένου να αποφευχθεί η ανάδυση του φασισμού. Αυτό οδηγεί επίσης στην ήσυχη εξαφάνιση και τον τελικό αφανισμό της Βαλκανικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας.
Το όραμά της αναβίωσε κατά τη διάρκεια του Β ‘Παγκοσμίου Πολέμου, μέσω των κοινών στρατιωτικών ενεργειών Γιουγκοσλάβων, Αλβανών, Ελλήνων και Βουλγάρων παρτιζάνων και κομμουνιστών. Μετά τον πόλεμο, η προσπάθεια δημιουργίας μιας βαλκανικής ομοσπονδίας μεταξύ των Λαϊκών Δημοκρατιών της Γιουγκοσλαβίας, της Αλβανίας και της Βουλγαρίας ήταν μια από τις αιτίες του σοβιετικού-γιουγκοσλαβικού σχίσματος. Έκτοτε η ιδέα μιας σοσιαλιστικής ομοσπονδίας στα Βαλκάνια ουσιαστικά δεν επανήλθε ως άμεσο σχέδιο προς υλοποίηση. Ωστόσο, η ιδέα της συνεχίζει να είναι ελκυστική για πολλούς και πολλές στα Βαλκάνια.
iii) Ιστορικό πλαίσιο
Το «Μανιφέστο της Βαλκανικής-Δουναβικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας» συντάχθηκε τον Ιούλιο του 1920 στη Σόφια, σε συνάντηση εκπροσώπων των Βουλγαρικών, Ελληνικών και Γιουγκοσλαβικών Κομμουνιστικών Κομμάτων. Οι Ρουμάνοι εκπρόσωποι δεν μπόρεσαν να παρευρεθούν εξαιτίας της οξυμένης κρατικής καταστολής που δέχονταν στη χώρα τους. Το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα της Γιουγκοσλαβίας εκπροσωπήθηκε από τους Filip Filipović (1878-1938), Živko Jovanović (1888-1923) και Lazar Stefanović (1885-1950). Αυτοί μετέβησαν στο Δεύτερο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς μέσω της Σόφιας, αλλά συνειδητοποίησαν ότι δεν θα μπορούσαν να φτάσουν εγκαίρως, επειδή η μετακίνηση μέσω της Σοβιετικής Ρωσίας ήταν δύσκολη λόγω του εμφυλίου πολέμου. Το «Μανιφέστο» δημοσιεύθηκε στις επίσημες εφημερίδες όλων των βαλκανικών κομμουνιστικών κομμάτων, καθώς και στο δέκατο τέταρτο τεύχος του περιοδικού της Κομμουνιστικής Διεθνούς (το κείμενο που ακολουθεί είναι μετάφραση του ρωσικού κειμένου από αυτό το περιοδικό). Το όνομα «Βαλκανική-Δουναβική» κομμουνιστική ομοσπονδία αναφέρεται σε προσπάθειες ένταξης χωρών όπως η Ουγγαρία και η Τσεχοσλοβακία στην ομοσπονδία, σε περίπτωση που το επαναστατικό κύμα εξαπλωνόταν στην Κεντρική Ευρώπη. Αν και αυτές οι χώρες δεν έγιναν ποτέ μέλη της Ομοσπονδίας, οι κομμουνιστές τους συχνά παρακολούθησαν βαλκανικά κομμουνιστικά συνέδρια και διατηρούσαν στενούς δεσμούς μαζί τους.
Το κύριο θέμα του εισαγωγικού μέρους του μανιφέστο είναι η καταδίκη του παγκόσμιου πολέμου και οι καταστροφικές συνέπειες που είχε στις βαλκανικές χώρες. Η επικέντρωση στον πόλεμο δείχνει πόσο σημαντικό ρόλο έπαιξε στη ριζοσπαστικοποίηση του εργατικού κινήματος και στη δέσμευση για επανάσταση ως ο μόνος τρόπος ενάντια στην συνθήκη στην οποία οι ηγέτες της Ευρώπης ώθησαν τους εργαζόμενους. Η τεράστια συντεχνία του πολέμου αντανακλάται καλύτερα στα παθιασμένα γραπτά με τα οποία οι Βαλκάνιοι κομμουνιστές αφηγούνται την τρέχουσα κατάσταση, αναμένοντας νέους πολέμους και καταστροφές, αφού για εκείνους η ειρήνη ήταν πρακτικά αδιανόητη εκείνη την εποχή. Ταυτόχρονα, όπως ανέφεραν οι ίδιοι, η ειρήνη δεν είχε επιτευχθεί, αφού ο πόλεμος μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας διήρκησε άλλα δύο χρόνια και η καταστολή εργατών και αγροτών στις βαλκανικές χώρες σίγουρα λειτούργησε ως συνέχεια του πολέμου, με τα ίδια μέσα (οι δολοφονίες κομμουνιστών από αστυνομικούς ήταν πάγια πρακτική στη Ρουμανία, οι ηγέτες των γιουγκοσλαβικών και ελληνικών κομμάτων συλλαμβάνονταν, και το Βασίλειο των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων είχε στήσει στρατόπεδα συγκέντρωσης για τους επαναπατριζόμενους από τη Ρωσία και την Ουγγαρία με στόχο την αποτροπή της εξάπλωσης του κομμουνισμού).
Το ίδιο το Μανιφέστο είναι μια περιεκτική και λεπτομερής επισκόπηση της πολιτικής κατάστασης στα Βαλκάνια το 1920. Εκτός από την καταστροφή που επέφερε ο πόλεμος, οι Βαλκάνιοι κομμουνιστές επικεντρώνονταν στις εκτεταμένες συνέπειές του. Ένα σημαντικό μέρος της ανάλυσης είναι αφιερωμένο στην οικονομία του χρέους στην οποία αφέθηκαν οι χώρες των Βαλκανίων προκειμένου, αν και φτωχές, να χρηματοδοτήσουν με κάθε τρόπο τις εθνικιστικές oρέξεις των αστικών τους τάξεων. Το Μανιφέστο προβλέπει ορθώς τη διαρθρωτική εξάρτηση και την οικονομική υποταγή στην οποία θα περιέρχονταν οι βαλκανικές χώρες τις επόμενες δεκαετίες, ειδικά εξαιτίας της κυριαρχίας της Γαλλίας και της Μεγάλης Βρετανίας. Διακηρύσσει επίσης ότι, όπως και πριν, οι ντόπιες ολιγαρχίες των Βαλκανίων, ενώ προσέφεραν μεγαλοπρεπείς ιδέες σχετικά με την επέκταση των κρατικών συνόρων, παρέμεναν πλήρως υποταγμένες στο ξένο κεφάλαιο, του οποίου η ενίσχυση συνέβαλε διαρκώς στην καταπίεση του δικού τους πληθυσμού.
Το Μανιφέστο επιτίθεται ιδιαίτερα στους «σοσιαλσωβινιστές» και τους «οπορτουνιστές», δηλαδή εκείνους που συμμετείχαν στο εργατικό κίνημα αλλά υποστήριξαν την εμπλοκή στον παγκόσμιο πόλεμο, ή που, κατά τη διάρκεια και μετά τον πόλεμο, εισήλθαν σε διάφορες «κυβερνήσεις εθνικής ενότητας», παρασυρμένοι από αυτές τις υποσχέσεις εδαφικής επέκτασης και «εθνικού συμφέροντος». Ένας από τους κύριους εχθρούς του κομμουνιστικού κινήματος, ήταν επίσης η Σοσιαλδημοκρατία της Δεύτερης Διεθνούς, η οποία θεωρήθηκε υπαίτια για τον παγκόσμιο πόλεμο. Η ποδοπάτηση των υποσχέσεων ότι, σε περίπτωση ευρωπαϊκού πολέμου, απεργίες και διαδηλώσεις θα μπορούσαν να σταματήσουν τη σφαγή που επίκειται, συνέβαλαν στο θάνατο περίπου 17 εκατομμυρίων ανθρώπων σε μέτωπα σε όλο τον κόσμο.
Είναι ενδιαφέρον ότι, εκτός από την επικέντρωση στην εργατική τάξη και την αγροτιά, που αποτελεί ίδιον της λενινιστικής θεωρίας, το «μανιφέστο» απευθύνεται συχνά στον «φτωχό πολίτη». Αφιερώνεται πολύς χώρος στην επισφαλή θέση της μεσαίας τάξης στην καπιταλιστική περιφέρεια, και στον ισχυρισμό ότι σε υπανάπτυκτες καπιταλιστικές χώρες υπάρχει μια ακόμη πιο έντονη ταξική διαστρωμάτωση του πληθυσμού, στην οποία η μεσαία τάξη σχεδόν αφανίζεται, έτσι ώστε ένα μικρό μέρος της να ενταχθεί στην εθνική αστική τάξη, κι οι υπόλοιποι, παρά τη θέλησή τους, να προλεταριοποιούνται.
Το Μανιφέστο καταλήγει έτσι όπως ξεκίνησε: με έκκληση για την ενοποίηση των βαλκανικών χωρών και την κατάργηση των εθνικών διαιρέσεων μέσω της οικοδόμησης της διεθνούς, ταξικής αλληλεγγύης. Οι Βαλκάνιοι Κομμουνιστές, μέσω της κριτικής τους για τη νεοσύστατη μεταπολεμική τάξη, καταδεικνύουν την αδυναμία και την έλλειψη βιωσιμότητας των εθνικά ομοιογενών κρατών στα Βαλκάνια. Για αυτούς, η ομοσπονδιοποίηση και το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση είναι το κλειδί για την επίλυση των εθνικών διαιρέσεων, οι οποίες διαφέρουν αισθητά από την μετέπειτα ανάπτυξη της Ομοσπονδίας, όπου η εθνική αυτοδιάθεση συνέβαλε στην χάραξη πολιτικών συμμαχιών με σοβινιστικές και εθνικιστικές ομάδες, που οδήγησαν σε μια σειρά αποτυχιών όσον αφορά την καθοδήγηση μιας εργατικής επανάστασης στην περίοδο του μεσοπολέμου.

* * *
Μανιφέστο της Βαλκανικής-Δουναβικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας
Προς τις εργατικές τάξεις των βαλκανικών-δουναβικών χωρών
Εργάτες, φτωχοί πολίτες και αγρότες!
Τα κομμουνιστικά κόμματα της Βουλγαρίας, της Ελλάδας, της Ρουμανίας και της Γιουγκοσλαβίας, τα οποία χωρίστηκαν μεταξύ τους κατά τη διάρκεια του Παγκόσμιου Πολέμου, σήμερα δίνουν αδελφικά τα χέρια μεταξύ τους για έναν κοινό αγώνα. Σε αυτήν την επίσημη στιγμή, καθώς ξεπερνάμε δυναμικά τα εμπόδια που δημιουργούνται μεταξύ μας, θεωρούμε καθήκον μας να δηλώσουμε ότι είμαστε πλέον πιο ενωμένοι και συνδεδεμένοι από ποτέ.
Κατά τη διάρκεια όλων των εποχών της σκληρής, αιματηρής αντιπαράθεσης και του εξαγριωμένου εθνικιστικού και σωβινιστικού ανεμοστρόβιλου, παραμείναμε πιστοί στον διεθνή επαναστατικό σοσιαλισμό και την αδελφική ενότητα των Βαλκανικών και Δουναβικών λαών. Σήμερα, δηλώνουμε ότι είμαστε αναπόσπαστο μέρος της Κομμουνιστικής Διεθνούς και ότι ασπαζόμαστε πλήρως το πρόγραμμα και τις τακτικές της. Μαζί με όλους τους εργάτες που φέρουν την κόκκινη σημαία του προλεταριάτου, χαιρετίζουμε με ενθουσιασμό τη Ρωσική Επανάσταση και το σπουδαίο δημιούργημά της, τη Ρωσική Σοσιαλιστική Ομοσπονδιακή Σοβιετική Δημοκρατία. Δηλώνουμε την πλήρη αλληλεγγύη μας προς τις εργατικές μάζες όλου του κόσμου, που παλεύουν για την απελευθέρωσή τους από τον καπιταλιστικό ζυγό, και στον επίσημο θρίαμβο της διεθνούς επανάστασης των εργατών και των φτωχών αγροτών βλέπουμε τη σωτηρία των λαών που ζουν στις περιοχές των Βαλκανίων και του Δούναβη, απέναντι σε οποιαδήποτε εκμετάλλευση και καταπίεση.
Εργάτες και αγρότες!
Οι ιμπεριαλιστές και οι καπιταλιστές όλων των χωρών, μαζί με τους εγκάθετους υπηρέτες τους, άναψαν την παγκόσμια φωτιά του πολέμου με εγκληματική ευκολία και τώρα, δύο χρόνια αργότερα, μετά το τέλος της «ειρήνης», δεν είναι σε θέση να τη σβήσουν.
Από το 1912, οι Βαλκανικές και Δουναβικές χώρες αποτελούν την πιο τρομερή αρένα αιματοχυσίας και καταστροφής. Σήμερα, εις βάρος των λαών αυτών των χωρών ελλοχεύει ο κίνδυνος νέων καταστροφών. Οι ιμπεριαλιστές της Αντάντ, προκειμένου να ολοκληρώσουν τη λεηλασία τους στην Ανατολή και να διασφαλίσουν την κυριαρχία του κεφαλαίου σε όλο τον κόσμο, συνεχίζουν να διεξάγουν πόλεμο εναντίον του λαού της πρώην τουρκικής αυτοκρατορίας και δεν σταματούν να πολεμούν τη Ρωσική Σοβιετική Δημοκρατία. Δεδομένου ότι οι Άγγλοι, Γάλλοι και Ιταλοί εργάτες δεν θέλουν πλέον να χύσουν το αίμα τους προς το συμφέρον του κεφαλαίου, οι κυβερνήσεις τους καταφεύγουν στο φτηνό αίμα των λαών των Βαλκανίων και του Δούναβη, το οποίο οι αστικές τάξεις αυτών των χωρών είναι πάντα έτοιμες να πουλήσουν με ελάχιστο κόστος. Οι Έλληνες εργάτες και αγρότες αποτελούν τα πρώτα θύματα του ιμπεριαλισμού της Αντάντ και του «Πανελληνισμού». Πριν από ενάμιση χρόνο, έχυσαν το αίμα τους άφθονα στη νότια Ρωσία για τα συμφέροντα της διεθνούς αντεπανάστασης, ενάντια στον Μπολσεβικισμό. Τώρα σπέρνουν με τα πτώματά τους τα θρακικά χωράφια και τα βουνά της Μικράς Ασίας, αποτελώντας τα απρόθυμα υποχείρια της αγγλικής, γαλλικής και ελληνικής αστικής τάξης. Μετά την ήττα των πολωνικών αντεπαναστατικών στρατών, οι Άγγλοι και Γάλλοι ιμπεριαλιστές κίνησαν γη και ουρανό, προκειμένου να στρέψουν τους ρουμάνους αγρότες και εργάτες, εναντίον του νικηφόρου Κόκκινου Στρατού. Οι Ρουμάνοι γαιοκτήμονες και καπιταλιστές συμμετείχαν επίσης στην προετοιμασία αυτού του ύπουλου σχεδίου, προβαίνοντας σε στυγνές αιματοχυσίες, ως τη μόνη διέξοδο από την μεγάλη κρίση στη χώρα τους, αλλά και ως το μοναδικό μέσο καταστολής του επαναστατικού ξεσηκωμού των μαζών. Οι λαοί της Γιουγκοσλαβίας, εξαντλημένοι από τον πόλεμο, απειλούνται επίσης από το φάντασμα της νέας αιματοχυσίας. Αισθάνονται επίσης την καταπίεση των μεγάλων δυτικών «συμμάχων», που θέλουν να τους χρησιμοποιήσουν μαζί με τους Ρουμάνους, στον πόλεμο εναντίον της Ρωσικής Επανάστασης. Από την άλλη πλευρά, οι ιμπεριαλιστές της Ιταλίας και των νότιων σλαβικών χωρών, προκαλούν διαρκείς συγκρούσεις για να κερδίσουν την υπεροχή τους επί της Αδριατικής Θάλασσας και της Αλβανίας, και απειλούν να ανάψουν τη φωτιά ενός νέου πολέμου μεταξύ των λαών τους ανά πάσα στιγμή. Ο ηττημένος βουλγαρικός λαός κινδυνεύει επίσης. Το αίμα του έχει ακόμα κάποιο κόστος, και οι Ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές, με το πρόσχημα της επανεξέτασης της παγκόσμιας συμφωνίας, κυματίζουν για άλλη μια φορά τη σκισμένη σημαία των «εθνικών ιδανικών» μπροστά στα μάτια της βουλγαρικής αστικής τάξης. Και η άρχουσα τάξη, η οποία έχει χρεοκοπήσει και ντρέπεται, είναι έτοιμη να πουλήσει για άλλη μια φορά το αίμα των Βουλγάρων εργατών και αγροτών.
Όμως πλέον οι λαοί των βαλκανικών και παραδουνάβιων χωρών δεν είναι πια όπως ήταν πριν από τον πόλεμο. Η φρικτή εμπειρία της μόνιμης αιματοχυσίας και καταστροφής άνοιξε τα μάτια τους, και το παράδειγμα των Ρώσων εργατών και αγροτών τούς δείχνει τον δρόμο της σωτηρίας. Ενωμένοι κάτω από την κόκκινη σημαία των κομμουνιστικών κομμάτων και συνδεδεμένοι με την Βαλκανική-Δουναβική Κομμουνιστική Ομοσπονδία, δηλώνουν ότι δεν θα επιτρέψουν πλέον να άγονται σαν κοπάδι προβάτων για σφαγή προς όφελος των ληστρικών συμφερόντων των διεθνών και ντόπιων καπιταλιστών. Θα χρησιμοποιήσουν όλα τα μέσα για να αντισταθούν σε οποιαδήποτε απόπειρα να τους ωθήσουν πίσω στον πόλεμο και θα δώσουν μάχη με όλη τους τη δύναμη για να σταματήσουν την αιματοχυσία. Ας γνωρίζουν οι άρχουσες τάξεις ότι κάθε μια από τις αιματηρές περιπέτειες τους θα επιταχύνει την εργατική επανάσταση, η οποία θα πάρει την εξουσία από τα χέρια τους για να την παραδώσει στα συμβούλια των εργατών, των αγροτών και των στρατιωτικών διοικητών .
Παράλληλα, οι ιμπεριαλιστές της Αντάντ μετέτρεψαν τις βαλκανικές και δουναβικές χώρες σε ορμητήριο δράσης κατά της διεθνούς προλεταριακής επανάστασης. Μάλιστα, πέρυσι, οργάνωσαν μια εκστρατεία για την πολιορκία της Σοβιετικής Δημοκρατίας της Ουγγαρίας και για την αιματηρή καταστολή της με τη βοήθεια της ρουμανικής ολιγαρχίας. Το προλεταριάτο των Βαλκανίων και του Δούναβη, το οποίο επικρότησε με ενθουσιασμό τους Όύγγρους προλετάριους που με ξεσηκωμό απαλλάχθηκαν απ’ τον ζυγό των ντόπιων γαιοκτημόνων και κεφαλαιοκρατών, ιδρύοντας το προλεταριακό τους κράτος, τώρα, στις μέρες του πιο φρικτού τρόμου και των πιο σκληρών δοκιμασιών, εκφράζει τη βαθύτατη συμπάθειά του και την ετοιμότητα για έμπρακτη στήριξη με κάθε τρόπο. Ένα χρόνο πριν, τα αρπακτικά της Αντάντ, με τη συμβολή των βαλκάνιων υπηρετών τους, οργάνωσαν επίσης την επαίσχυντη εκστρατεία τους εναντίον της Σοβιετικής Ρωσίας, βαθιά ενοχλημένοι από την επαναστατική ισχύ του Κόκκινου Στρατού. Από τότε, η Βαλκανική Χερσόνησος έχει μετατραπεί σε ανοιχτό πεδίο για τους Ρώσους αντεπαναστάτες. Ο ΑντόνΝτενίκιν και ο Πιότρ Βράνγκελ έστειλαν στη Ρωσία πυρομαχικά και όπλα από εδώ, όπως επίσης εδώ στρατολόγησαν εθελοντές για τον αντεπαναστατικό τους στρατό… Οι βαλκανικές κυβερνήσεις, οι οποίες δεν ήταν επίσημα σε πόλεμο με τη Ρωσική Σοβιετική Δημοκρατία, βοηθούν τους Ρώσους αντεπαναστάτες τόσο πολιτικά όσο και υλικά και στρατιωτικά. Οι εργαζόμενοι και οι αγρότες των βαλκανικών και δουναβικών χωρών, που τρέφουν ένα αίσθημα βαθύτατης συμπάθειας και ευγνωμοσύνης προς τιμήν του σπουδαίου ρωσικού προλεταριάτου και των ρώσων αγροτών για τη μεγάλη τους πρωτοβουλία και την ισχυρή υποστήριξή τους, δηλώνουν ότι οι χώρες τους δεν πρόκειται να αποτελέσουν αρένα για την οργάνωση εκστρατειών ενάντια στη Ρωσική Σοβιετική Δημοκρατία. Επιθυμούν ειρήνη με τη Σοβιετική Ρωσία και ταχεία εξομάλυνση των σχέσεων με αυτήν. Απαιτούν την απομάκρυνση όλων των Ρώσων αντεπαναστατών από τις βαλκανικές και παραδουνάβιες χώρες και παύση της παροχής άμεσης ή έμμεσης βοήθειας στο στρατό του Βράνγκελ. Να μη σταλεί ούτε μία χειροβομβίδα από τις χώρες των Βαλκανίων και του Δούναβη, η οποία θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί ενάντια στον περίφημο Κόκκινο Στρατό.
Προλετάριοι των Βαλκανίων και του Δούναβη!
Πολλοί ήλπιζαν ότι ένας παγκόσμιος πόλεμος θα ένωνε διχασμένους και καταπιεσμένους λαούς. Στο όνομα της εθνικής ενότητας, οι λαοί των Βαλκανίων ρίχτηκαν επίσης στον πόλεμο. Έχει πλέον καταστεί σαφές σε όλους ότι ο πόλεμος όχι μόνο απέτυχε να επιλύσει αυτά τα καθήκοντα, αλλά έχει διχάσει βαθύτερα τα έθνη και τους έχει προσφέρει ακόμη σκληρότερη καταπίεση. Ο βουλγαρικός λαός ήταν ακόμη πιο έντονα διχασμένος και διαιρεμένος. Οι κοινωνίες της Μακεδονίας, της Δοβρουτσάς και της Θράκης βρίσκονται υπό τον ζυγό άλλων, πιο ισχυρών. Κάτω από τον ζυγό της ρουμανικής ολιγαρχίας, ακούγονται οι κλαυθμοί των εθνικών μειονοτήτων της περιοχής: Βούλγαροι και Τούρκοι στη Δοβρουτσά, Ρώσοι στη Βεσσαραβία, Ούγγροι και Γερμανοί στην Τρανσυλβανία, Σλάβοι στο Μπανάτ και άλλοι πολλοί. Η γιουγκοσλαβική μοναρχία και ο ιμπεριαλισμός επέβαλαν τη σκληρή κυριαρχία τους στην Μακεδονία και σ’ ένα μέρος της Αλβανίας, στους Ούγγρους και τους Γερμανούς στη Βοϊβοντίνα και σε ιταλικές πληθυσμιακές ομάδες στη Δαλματία. Η ελληνική ολιγαρχία, μεθυσμένη από το ιδεώδες της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, καθυπόταξε τις μάζες Βουλγάρων, Τούρκων και Αλβανών υπό την κυριαρχία της και συνεχίζει να καταλαμβάνει ξένα εδάφη στη Μικρά Ασία. Οι Ιταλοί ιμπεριαλιστές έχουν σφίξει τον κλοιό τους εις βάρος του αλβανικού λαού στην προσπάθεια τους να τον υποδουλώσουν. Ωστόσο, οι μέθοδοι του ιμπεριαλιστικού πολέμου δεν μπορούσαν να εξασφαλίσουν πλήρη εθνική ενότητα ακόμη και για τους νικητές. Εκτός των συνόρων της Γιουγκοσλαβίας, μεγάλο μέρος του πληθυσμού των Σλάβων παρέμεινε υπό τον ιταλικό ζυγό, και μάζες Ελλήνων στην Κωνσταντινούπολη και σε άλλα μέρη παρέμειναν επίσης εκτός των συνόρων του ελληνικού κράτους.
Ως εκ τούτου, ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος προσέφερε στους λαούς μια νέα σκλαβιά, μια νέα αποσύνθεση, έθεσε σε κίνδυνο την ιδέα της ενοποίησης των λαών και της συνεργασίας τους, δημιούργησε νέες πηγές διεθνούς εχθρότητας και έσπειρε τους σπόρους για νέες, ακόμη πιο φρικτές διαμάχες και πολέμους.
Τα κομμουνιστικά κόμματα των βαλκανικών και παραδουνάβιων χωρών, τόσο πριν από τον πόλεμο όσο και τώρα, δηλώνουν εχθροί οποιασδήποτε εθνικής καταπίεσης και πολέμιοι απέναντι στην υποδούλωση ενός λαού ή μέρους του από έναν άλλο λαό. Τασσόμαστε υπέρ της εθνική ελευθερίας και της ισότητας όλων των λαών των Βαλκανίων και του Δούναβη και υπερασπίζουμε το δικαίωμα καθενός από αυτούς στην αυτοδιάθεση. Αλλά ταυτόχρονα, ανακοινώνουμε ότι με τις υπάρχουσες εθνικές διαφορές σε αυτές τις χώρες, η ενοποίηση αυτών των λαών είναι δυνατή μόνο στα σύνορα μιας Ομοσπονδιακής Σοβιετικής Βαλκανικής-Δουναβικής Δημοκρατίας, η οποία από μόνη της μπορεί να προσφέρει τα ίδια δικαιώματα και ίσες ευκαιρίες για ανάπτυξη στους λαούς της. Το πρώτο σημαντικό βήμα προς την ενοποίηση έγινε από τα κομμουνιστικά κόμματα, τα οποία ίδρυσαν την Βαλκανική-Δουναβική Κομμουνιστική Ομοσπονδία. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το προλεταριάτο των πόλεων και της υπαίθρου, ενωμένο σε κομμουνιστικές οργανώσεις και ταγμένο στην κομμουνιστική ομοσπονδία για έναν κοινό επαναστατικό αγώνα, μετά την κατάκτηση της εξουσίας και την ίδρυση εργατικών και αγροτικών συμβουλίων, θα προχωρήσει αμέσως στην ίδρυση της Σοσιαλιστικής Βαλκανικής-Δουναβικής Δημοκρατίας, όπου όλοι οι λαοί και οι περιοχές θα ζουν μαζί ελεύθερα, ισότιμα και αυτοδιευθυνόμενα απ’ τα ίδια τους τα μέλη.
Εργάτες, φτωχοί πολίτες και αγρότες!
Πουθενά αλλού δεν έχουν αποδειχθεί οι ολέθριες συνέπειες του Παγκοσμίου Πολέμου τόσο αποτρόπαιες και τεράστιες όσο στα Βαλκάνια. Η Βουλγαρία, η Ελλάδα, η Ρουμανία, η Σερβία, με συνολικό πληθυσμό περίπου 22 εκατομμύρια, έχασαν περίπου 2.700.000 ανθρώπους στον πόλεμο, δηλαδή το 12,5% του συνολικού πληθυσμού τους. Όλες οι βαλκανικές περιοχές, όπου εκτυλίχθηκε το σκηνικό του πολέμου, κυριολεκτικά ρημάχτηκαν και λεηλατήθηκαν. Το γεωργικό απόθεμα καταστράφηκε, τα κτηνοτροφικά βοοειδή είχαν κλαπεί ή σκοτωθεί. Ο πληθυσμός των Βαλκανίων δεν είναι πλέον σε θέση να καλλιεργήσει ακόμη και τα δύο τρίτα της γης που καλλιεργούσε πριν από τον πόλεμο. Η διαδικασία της καταστροφής και της λεηλασίας επηρέασε κι άλλους τομείς της εθνικής οικονομίας. Τα δάση, οι κατεστραμμένοι σιδηρόδρομοι και όλα τα μέσα μεταφοράς και οι επικοινωνίας μειώθηκαν και καταστράφηκαν. Οι πετρελαιοπηγές και τα ορυχεία καταστράφηκαν και υπέστησαν ζημιές, μηχανήματα και εξοπλισμοί των βιομηχανικών επιχειρήσεων αποσυναρμολογήθηκαν ή υπέστησαν βλάβες. Ολόκληρη η οικονομική ζωή αυτών των χωρών δέχτηκε ένα βαρύ, οδυνηρό πλήγμα. Οι πόλεμοι γκρέμισαν όλη την πολιτιστική κληρονομιά των λαών των Βαλκανίων, κατέστρεψαν τη στοιχειώδη ευημερία τους και τους ώθησαν σε βαθιά δυστυχία.
Η χρηματοπιστωτική κατάρρευση των βαλκανικών κρατών ήταν εξίσου τρομακτική. Η Βουλγαρία ήταν υποχρεωμένη να καταβάλει τεράστια αποζημίωση, και τα άλλα βαλκανικά κράτη επιβαρύνθηκαν με τα υπέρογκα ποσά του χρέους των χωρών των οποίων οι περιοχές προσαρτήθηκαν σε αυτές. Τα χρέη των βαλκανικών κρατών φτάνουν τώρα δεκάδες δισεκατομμύρια. Επιπλέον, οι κρατικοί προϋπολογισμοί έχουν αυξηθεί σε απίστευτες αναλογίες. Αυτοί οι προϋπολογισμοί, οι οποίοι είναι πολύ υψηλοί για μια ρημαγμένη οικονομία, καταρτίζονται με τεράστια ελλείμματα, για τα οποία οι κυβερνήσεις των Βαλκανίων δεν έχουν άλλα μέσα και πόρους πέρα από την απεριόριστη εκτύπωση χαρτονομισμάτων. Αλλά αυτό επιδεινώνει περαιτέρω τη χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση. Με αυτόν τον τρόπο, όλες οι βαλκανικές χώρες απειλούνται με επικείμενη πτώχευση.
Η οικονομική κατάρρευση και η χρηματοπιστωτική κρίση των μικρών κρατών αποτελούν απαραίτητες προϋποθέσεις για την οικονομική τους υποδούλωση, και οι άπληστοι καπιταλιστές της Αντάντ έχουν ήδη ξεκινήσει την ληστρική πολιορκία τους. Έτσι, κατάσχουν χωρίς δισταγμούς όλες τις πηγές πλούτου των εξαντλημένων Βαλκανικών λαών. Κατέλαβαν τον έλεγχο μιας σημαντικής αρτηρίας του Δούναβη, καθώς και ολόκληρου του εμπορικού και ναυτικού του στόλου. Αναζητούν πόρους πετρελαίου στη Ρουμανία, η διαίρεση της οποίας έχει ήδη αποτελέσει αντικείμενο ειδικής συμφωνίας μεταξύ Αγγλίας και Γαλλίας. Τέλος, αγοράζουν χονδρικά τα μερίδια μεγάλων βιομηχανικών και εμπορικών επιχειρήσεων, διαχειρίζονται μεγάλη αρόσιμη γη και τοποθετούν τα λαίμαργα χέρια τους σε όλα τα γεωργικά προϊόντα των βαλκανικών και δουναβικών χωρών.
Παρά τον φρικτό όλεθρο της εθνικής οικονομίας κατά τη διάρκεια του πολέμου, από την άλλη πλευρά, υπήρξε μια ιλιγγιωδώς γρήγορη συσσώρευση τεράστιου πλούτου στα χέρια της βαλκανικής αστικής τάξης. Φαίνεται σαν ένα πλήθος τραπεζών, ανώνυμων πολυμετοχικών εταιρειών ή και μεγαλοεταιρειών με κεφάλαιο αξίας πολλών εκατομμυρίων να ξεπηδούν υπόγεια, έχοντας ξεκινήσει ανεξέλεγκτες και άγριες κερδοσκοπίες και μονοπωλώντας στην πραγματικότητα όλο το εμπόριο. Το κεφάλαιο, που αποκτήθηκε σε βάρος των μαζών, δεν προορίζεται να αυξήσει και να βελτιώσει τις παραγωγικές δυνάμεις της χώρας, αλλά χρησιμοποιείται για σκοπούς στυγερής κερδοσκοπίας, με καθημερινή αύξηση του κόστους, και ως εκ τούτου αποτελεί ένα μέσο λήψης των τελευταίων ψίχουλων από τις πλατιές εργατικές μάζες.
Οι κοινωνικές συνέπειες όλων αυτών ήταν ήδη ορατές, οι λαοί των Βαλκανίων και του Δούναβη είχαν ήδη χωριστεί σε δύο εχθρικές κοινωνικές τάξεις. Αφενός – μια δράκα τραπεζιτών, κερδοσκόπων, εμπόρων, βιομηχάνων και γαιοκτημόνων, που κατέχουν τεράστιο πλούτο, μεγάλα κτήματα, που ζουν στην πολυτέλεια και περνούν χρόνο σε πλουσιοπάροχες γιορτές, και από την άλλη – τεράστιες μάζες εργατών, αγροτών και υπαλλήλων, που είναι φτωχοί κάτοικοι των πόλεων ή της υπαίθρου και ζουν με χαμηλό εισόδημα, που εξαντλημένοι κουβαλούν το βάρος της υπερβολικής εργασίας και της ανεργίας, που είναι χρόνια πεινασμένοι, γίνονται θύματα επιδημιών και κοινωνικών κρίσεων, γεννιούνται, ζουν στη δυστυχία και πεθαίνουν σαν τις μύγες. Όντας ανάμεσα σε αυτές τις δύο τάξεις, τα μεσαία στρώματα διαλύονται γρήγορα και περνάνε στη μία ή στην άλλη τάξη. Σε μια εποχή που οι προοπτικές του απεριόριστου πλουτισμού, της αφθονίας, της διαφθοράς και της παρασιτικής ζωής ανοίγουν το δρόμο στην αστική τάξη, η μοίρα της μαύρης δυστυχίας λάμπει μπροστά στις εργατικές μάζες και μόνο οι ασθένειες, τα βάσανα και ο θάνατος προβλέπονται γι’ αυτές. Αυτή η κοινωνική κρίση, την οποία βιώνουν σήμερα όλοι οι λαοί στις βαλκανικές και παραδουνάβιες χώρες, έχει λάβει αφόρητα δύσκολες μορφές.
Πολίτες, εργαζόμενοι αγρότες!
Πώς πιστεύουν οι άρχουσες τάξεις των βαλκανικών χωρών ότι πρέπει να αντιμετωπίσουν την τρομερή οικονομική κατάρρευση; Πώς σκέφτονται να αποτρέψουν την οικονομική χρεοκοπία; Πώς θα σώσουν τους λαούς τους από την επαπειλούμενη οικονομική σκλαβιά; Πώς θα εξαλείψουν τις σοβαρές κοινωνικές συνέπειες του πολέμου;
Έχουν μόνο μια συνταγή για την καταπολέμηση της οικονομικής κατάρρευσης: απεριόριστη κυριαρχία και ασύδοτη ελευθερία του κεφαλαίου. Και ήδη διακηρύσσουν την αναγκαιότητα του «ελεύθερου» εμπορίου, που σημαίνει ανεξέλεγκτη και απόλυτη λεηλασία των μαζών. Επικαλούνται νόμους για την προστασία της εργασίας και επιτίθενται σε εργατικές οργανώσεις προκειμένου να καθιερώσουν την άνευ όρων καπιταλιστική εκμετάλλευση. Ωστόσο, η εργατική τάξη δεν θέλει πλέον να υπόκειται σ’ αυτή την εκμεταλλευτική διαδικασία. Πρωτοφανείς συγκρούσεις λαμβάνουν χώρα καθημερινά, οι οποίες κλονίζουν ολόκληρη την παραγωγή. Γίνεται σαφές ότι υπό την ηγεσία του κεφαλαίου δεν υπάρχει παραγωγή, δεν είναι εφικτά τα περαιτέρω κατασκευαστικά έργα. Ο καπιταλισμός δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την οικονομική καταστροφή, αλλά θα τη βαθύνει ακόμη περισσότερο.
Για να αποφευχθεί η χρηματοπιστωτική κατάρρευση, οι καπιταλιστές δεν γνωρίζουν άλλα μέσα πέρα από την ατέρμονη συλλογή έμμεσων φόρων από τις ευρείες μάζες. Η φορολογία του κεφαλαίου και των μεγαλοεισοδηματιών είναι μόνο ένα μέσο που ρίχνει σκόνη στα μάτια των μαζών. Ωστόσο, η αύξηση των έμμεσων φόρων αυξάνει περαιτέρω το κόστος ζωής και επιδεινώνει την κοινωνική κρίση. Οι κοινωνικές αντιθέσεις και συγκρούσεις γίνονται όλο και πιο συχνές μέρα με τη μέρα. Είναι εμφανές ότι κανένας έμμεσος φόρος δεν θα σώσει τη χώρα από την οικονομική κατάρρευση. Η πτώχευση των βαλκανικών κρατών είναι αναπόφευκτη, η κεφαλαιοκρατία είναι ανίκανη να κυβερνήσει περαιτέρω τα κράτη.
Η βαλκανική αστική τάξη δεν μπορεί να αντιταχθεί στην οικονομική υποταγή των Βαλκανίων στους ξένους καπιταλιστές. Αντιθέτως, είναι συνεπής σε αυτή. Υποτάσσει τον πλούτο της στη σημαία κάποιου άλλου. Η μόνη της ανησυχία τώρα είναι να εξασφαλίσει για τον εαυτό της ένα κατάλληλο μέρος του προϊόντος της εργασίας των ανθρώπων. Η βαλκανική μπουρζουαζία εκπληρώνει με ζήλο την προδοτική της δραστηριότητα. Αποδεικνύει σε ολόκληρο τον κόσμο την αδυναμία της να ηγηθεί της οικονομικής ανάπτυξης των λαών των Βαλκανίων.
Υποστηριζόμενη από σοσιαλσωβινιστές και οπορτουνιστές, που για άλλη μια φορά πρόδωσαν το προλεταριάτο και τον σοσιαλισμό, η αστική τάξη προσπάθησε να δαμάσει την λαϊκή αναταραχή υποσχόμενη ριζικές μεταρρυθμίσεις. Ωστόσο, το ρεφορμιστικό έργο των σοσιαλσωβινιστών απέτυχε γρήγορα και όλη η κοινωνική πολιτική της μπουρζουαζίας αποδείχθηκε ότι ήταν μια νέα απάτη. Η σκληρή εκμετάλλευση της εργασίας εντείνεται συνεχώς, η βία και η αυθαιρεσία των καπιταλιστών εξαπλώνονται ολοένα και περισσότερο, οι αγρότες παραμένουν χωρίς γη στο μέλλον, το κόστος αυξάνεται – οι εργατικές μάζες πεθαίνουν στη δυστυχία. Μαζί με αυτό, ο θυμός τους μεγαλώνει. Οι μάζες οργανώνουν διαδηλώσεις, διαμαρτύρονται, απειλούν… Σε απάντηση, οι βαλκανικές κυβερνήσεις, οι πιστοί υπηρέτες του κεφαλαίου και οι γαιοκτήμονες, έχουν δείξει την πραγματική τους φύση: επιλέγουν να καταπνίξουν τη λαϊκή οργή με ένοπλες δυνάμεις και να καταστείλουν τις ταραχές με στρατιωτική δικτατορία.
Σήμερα στα Βαλκάνια κυριαρχεί μια σκοτεινή αντιδραστική πολιτική. Χρησιμοποιώντας τη σαν ασπίδα, οι Έλληνες ιμπεριαλιστές ξεκίνησαν τη νέα αιματηρή εκστρατεία τους στη Θράκη και τη Μικρά Ασία, αγνοώντας όλες τις διαμαρτυρίες. Η γιουγκοσλαβική μοναρχική και ιμπεριαλιστική ολιγαρχία, δεδομένου ότι δεν είχε καν το θάρρος να διεξάγει εκλογές, πνίγει τώρα ένα ισχυρό εργατικό κίνημα στο αίμα μέσω στρατιωτικής δικτατορίας. Το προλεταριάτο και η αγροτιά της Βουλγαρίας ασφυκτιούν υπό τον σκληρό ζυγό της αυτάρεσκης και κυνικής αστικής τάξης της υπαίθρου, η οποία χρησιμοποιεί την κρατική της δύναμη για να ικανοποιήσει τις άπληστες ορέξεις της. Οι Ρουμάνοι γαιοκτήμονες και καπιταλιστές, φορώντας τη μάσκα των ευεργετών του λαού, καταφεύγουν σε αδίστακτες προσπάθειες αποθάρρυνσης των μαζών και τρομοκρατίας προκειμένου να ενισχύσουν τους δεσμούς των κατακτημένων χωρών με την παλιά Ρουμανία και να διαλύσουν την εργατική εξέγερση. Στρατιωτικός νόμος, λογοκρισία, καταστολή, στρατιωτικά δικαστήρια – αυτό είναι το καθεστώς στο οποίο υπάγονται οι χώρες των Βαλκανίων.
Οι λεπίδες της μιλιταριστικής αντιδραστικότητας των καπιταλιστών και των γαιοκτημόνων, στρέφονται αποκλειστικά ενάντια στο κομμουνιστικό κίνημα. Δεν είναι τυχαίο που τα κομμουνιστικά κόμματα, αποτελούνται από τα πιο συνειδητά και πιο πιστά κομμάτια του προλεταριάτου των πόλεων και της υπαίθρου, προκαλώντας το μίσος της άρχουσας τάξης. Μέσα από έντονες κριτικές για το αστικό καθεστώς και τις πολιτικές όλων των αστικών, μικροαστικών και σοσιαλσωβινιστικών κομμάτων, οι Κομμουνιστές αφυπνίζουν την επαναστατική συνείδηση των εργατικών μαζών: οργανώνουν και ενώνουν όλους τους καταπιεσμένους και εκμεταλλευόμενους στις τάξεις των μαχητικών οργανώσεων, είναι πάντα στην πρώτη γραμμή του εργατικού κινήματος. Η καταστολή των κομμουνιστικών κομμάτων αποσκοπεί στην κατάργηση του επαναστατικού κινήματος των εργατικών μαζών για μεγάλο χρονικό διάστημα. Γι’ αυτό οι κομμουνιστές όλων των βαλκανικών χωρών είναι εκτεθειμένοι στις σκληρότερες διώξεις και απαγορεύσεις. Παντού οι φυλακές είναι γεμάτες από κομμουνιστές και τα στρατιωτικά δικαστήρια εκδίδουν δρακόντειες ποινές εναντίον τους. Όλα τα μέσα επιτρέπονται για την εξάλειψη του κομμουνισμού. Παρ’ όλα αυτά, το κομμουνιστικό κίνημα ανασυγκροτείται ταχέως στις βαλκανικές και δουναβικές χώρες: τα κομμουνιστικά κόμματα αναπτύσσονται και ενισχύονται συνεχώς. Οι εργάτες και οι καταπιεσμένες μάζες παύουν όλους τους δεσμούς με τα αστικά κόμματα, απομακρύνονται με περιφρόνηση από τους σοσιαλσωβινιστές, αυτούς τους προδότες του σοσιαλισμού και του εργατικού κινήματος, και συντάσσονται ανοιχτά με τα κομμουνιστικά κόμματα. Στις βαλκανικές χώρες, δεν υπάρχει εργατικό και λαϊκό κίνημα που να αμφισβητεί τον κομμουνισμό, που να αρνείται την καθοδήγηση από τα στελέχη του Κομμουνιστικού Κόμματος.
Εργάτες και αγρότες!
Η κυριαρχία του κεφαλαίου και της γαιοκτητικής καπιταλιστικής τάξης πλησιάζει γρήγορα προς το ιστορικό της τέλος.
Χρηματοπιστωτική κατάρρευση, οικονομική πτώχευση, κοινωνικός εκφυλισμός, οικονομική και πολιτική σκλαβιά των εργαζομένων μαζών – αυτά είναι τα αποτελέσματά της. Και ως συνέπεια όλων αυτών – μια βαθιά κοινωνική και πολιτική κρίση. Ανίκανη να το αντιμετωπίσει, η άρχουσα τάξη νοιάζεται μόνο για το πώς να διατηρήσει τη δύναμή της. Ξεκίνησε μια εποχή ανελέητης καπιταλιστικής-μιλιταριστικής δικτατορίας.
Ο μόνος δρόμος απ’ τη δική μας θέση, όπως έδειξε η μεγάλη ρωσική επανάσταση, είναι η επανάσταση των εργατών και των αγροτών των βαλκανικών και παραδουνάβιων χωρών. Η σημερινή κυριαρχία της γαιοκτητικής καπιταλιστικής τάξης πρέπει να ανατραπεί, η υπάρχουσα διακυβέρνηση πρέπει να αφαιρεθεί από τα χέρια τους και να παραδοθεί στα οργανωμένα συμβούλια εργατών και αγροτών. Στη θέση της καπιταλιστικής και αριστοκρατικής δικτατορίας για την καταπίεση των εργατικών μαζών, είναι απαραίτητο να καθιερωθεί – η δικτατορία της συντριπτικής πλειοψηφίας των λαών, – η δικτατορία των εργαζομένων και των φτωχών αγροτών, – προκειμένου να απαλλοτριωθούν άμεσα τα μεγάλα κτήματα και να επιστραφούν στην εργατιά, καθώς και όλες οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις, εργοστάσια, τράπεζες και το ιδιωτικό κεφάλαιο με στόχο την καταστροφή της κυβερνητικής χρεοκοπίας. Με την εγκαθίδρυση μιας δικής της δικτατορίας, η εργατική τάξη, η οποία βασίζεται σε έναν ενιαίο, ενωμένο και πειθαρχημένο Κόκκινο Στρατό Εργατών και Χωρικών, μπορεί επιτέλους να απελευθερώσει την εργασία από το καπιταλιστικό χάος και να δομήσει μια νέα κομμουνιστική κοινωνία την οποία θα διευθύνουν οι άνθρωποι που μοχθούν για ένα πιάτο φαΐ, οι άνθρωποι της εργατιάς.
Η επανάσταση των εργατών και των αγροτών στις χώρες των Βαλκανίων και του Δούναβη είναι αναπόφευκτη. Ωριμάζει γρήγορα. Μαζικές απεργίες, διαδηλώσεις και αιματηρές συγκρούσεις εξαπλώνονται, μαρτυρώντας τη δυσαρέσκεια των εργαζομένων μαζών απέναντι στην υπάρχουσα καπιταλιστική-αριστοκρατική τάξη. Η μαζική ψήφος στις εκλογές υπέρ των κομμουνιστικών κομμάτων δείχνει προφανώς πού κατευθύνονται οι απόψεις των εργατικών μαζών. Τα Βαλκανικά Κομμουνιστικά Κόμματα οργανώνουν γρήγορα τις δυνάμεις τους και η ενοποίηση αυτών των κομμάτων σε μια Βαλκανική-Δουναβική Κομμουνιστική Ομοσπονδία δείχνει ότι κατανοούν σαφώς τις συνθήκες για την άνθιση της προλεταριακής και αγροτικής επανάστασης στις χώρες τους. Η αστική τάξη, η οποία σε καθεμία από τις χώρες επισημαίνει τον κίνδυνο εχθροπραξιών σε περίπτωση εσωτερικής επανάστασης, διεξάγει πόλεμο στην κομμουνιστική ενότητα των εργαζομένων μαζών σε όλες τις βαλκανικές και παραδουνάβιες χώρες. Η αναπόφευκτη ενοποίηση της αντεπαναστατικής αστικής τάξης των Βαλκανίων, σε μια εποχή που η επανάσταση απειλεί την κυριαρχία της, θα βρει τα Βαλκανικά Κομμουνιστικά Κόμματα να τάσσονται πλάϊ στο ενωμένο επαναστατικό μέτωπο των Βαλκάνιων εργατών και αγροτών και της αδελφικής τους αλληλεγγύης στο επαναστατικό προλεταριάτο όλης της γης.
Η προλεταριακή επανάσταση είναι το νομοτελειακό και επιτακτικό καθήκον της εποχής που βιώνουμε. Φουντώνει μέσα στις ψυχές των σπουδαίων Ρώσων εργαζομένων, θριάμβευσε απόλυτα στην αχανή γη των πρώην Ρώσων τσάρων και η φλόγα της σιγοκαίει ήδη στην καρδιά των καπιταλιστικών κρατών της Κεντρικής και Δυτικής Ευρώπης και της Αμερικής, με τα μεγάλα αποικιακά τους κτήματα να αποσυντίθενται.
Όλες οι εκμεταλλευόμενες, σκλαβωμένες και καταπιεσμένες μάζες της Ανατολής και απανταχού, ξυπνούν και ξεσηκώνονται για να πολεμήσουν ενάντια στον παγκόσμιο καπιταλισμό και τον ιμπεριαλισμό. Τα θεμέλια των ισχυρών κεφαλαιοκρατικών αυτοκρατοριών έχουν κλονιστεί. Επικεφαλής αυτού του γιγαντιαίου αγώνα είναι η Μεγάλη Ρωσική Σοβιετική Δημοκρατία με την Κομμουνιστική Διεθνή, η οποία ενώνει τα κομμουνιστικά κόμματα όλων των χωρών. Είναι καθήκον όλων των εργαζομένων να στέκονται κάτω από την υψωμένη κομμουνιστική σημαία. Είναι καθήκον των εργατικών μαζών και των καταπιεσμένων λαών των Βαλκανίων και της περιοχής του Δούναβη να ενωθούν στις τάξεις των κομμουνιστικών κομμάτων και της Βαλκανικής-Δουναβικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας για να ξεκινήσουν τον θριαμβευτικό τους αγώνα για τη νίκη του κομμουνισμού.
Κάτω η Βαλκανική και Δουναβική καπιταλιστική και γαιοκτητική αστική τάξη!
Κάτω η διεθνής αντεπανάσταση!
Ζήτω η Ρωσική Σοσιαλιστική Ομοσπονδιακή Σοβιετική Δημοκρατία!
Ζήτω η Κομμουνιστική Διεθνής!
Ζήτω η Βαλκανική-Δουναβική Κομμουνιστική Ομοσπονδία!
Ζήτω η διεθνής επανάσταση!
10 Αυγούστου 1920
Βαλκανική-Δουναβική Κομμουνιστική Ομοσπονδία
Κεντρική Επιτροπή του Βουλγαρικού Κομμουνιστικού Κόμματος: D. Blagoev, V. Kolarov, Hr. Kabakchiev, G. Dimitrov, T. Lukanov, N. Penev, T. Kirkova.
Εκτελεστική Επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γιουγκοσλαβίας: V. Mirić, V. Ćopić, D. Marjanović, D. Cekić, Ž. Milojkovic, L. Stefanovic, P. Pavlovic, S. Markovic, F. Filipovic.
Για την Κεντρική Επιτροπή του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδος: Ν. Δημητράτος
ΠΗΓΕΣ:
1) https://ojs.lib.uom.gr/index.php/ValkanikaSymmeikta/article/viewFile/333/339
2) https://www.noviplamen.net/glavna/manifest-balkansko-podunavske-komunisticke-federacije/

ΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ, ΤΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ, ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝ ΑΓΩΝΩΝ