[1897]
του Κριστιάν Ρακόφσκυ
Πρόλογος του μεταφραστή
Το κείμενο αυτό, που παρουσιάζεται για πρώτη φορά στα ελληνικά, γράφτηκε από τον Κριστιάν Ρακόφσκυ την άνοιξη του 1897 στη Γαλλία.
Στη Γαλλία ο Ρακόφσκυ είχε φτάσει, διωγμένος πρώτα από την Γερμανία και μετά από την Ελβετία, το 1894. Εκεί, ήδη ενεργός στο σοσιαλιστικό κίνημα, γνωρίζει μερικούς από τους σημαντικότερους Γάλλους σοσιαλιστές, όπως τον Ζυλ Γκεζντ και τον Ζαν Ζωρές. Το κείμενο γράφτηκε για την εφημερίδα του Γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος που διευθύνει ο δεύτερος, την ημερήσια εφημερίδα La Petite Republique.
Μια περίληψη και σύνοψη αυτού του κειμένου θα δημοσιευθεί στα γερμανικά στην εφημερίδα των Γερμανών Σοσιαλδημοκρατών, «Neue Zeit» κατόπιν σχετικής παράκλησης του εκδότη της, Καρλ Κάουτσκι.
Σε αυτό το κείμενο, ο Ρακόφσκυ καλείται να παρουσιάσει στο κοινό της ημερησίας Γαλλικής σοσιαλιστικής εφημερίδας, τα συμπεράσματα και την ανάλυση που είχε κάνει μερικούς μήνες πιο πριν, ως επικεφαλής της αντιπροσωπείας των Βουλγάρων σοσιαλιστών που πήρε μέρος στο συνέδριο της Σοσιαλιστικής Διεθνούς στο Λονδίνο, σχετικά με το Ανατολικό ζήτημα, την Ρωσσία, τα Βαλκάνια, το ζήτημα της Αρμενίας και την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Θεωρούμε ότι υπό το πρίσμα του ξεσπάσματος του πολέμου στο ξεχασμένο Ναγκόρνο Καραμπάχ, το άγνωστο στο ελληνικό κοινό κείμενο, αποκτά μια χρησιμότητα για την κατανόηση της ιστορικότητας του ζητήματος αυτού. Σε αντίθεση με την αγοραία δημοσιογραφική αστική αντίληψη, το Αρμενικό ζήτημα και το πρόβλημα του Ναγκόρνο Καραμπάχ, δεν το δημιούργησε η Σοβιετική Ένωση. Η Σοβιετική Ένωση κλήθηκε να το διαχειριστεί και επί σταλινικής διοίκησης απέτυχε. Κληρονόμησε ένα εθνικιστικό χάος από το προεπαναστατικό παρελθόν και κληροδότησε ένα εθνικιστικό χάος στο μέλλον που κρατάει μέχρι τις μέρες μας. Το πρόβλημα αυτό όμως είναι προγενέστερο του 1917 και έλκει την καταγωγή του στους ιστορικούς όρους διαμόρφωσης του ανταγωνισμού των τριών μεγάλων αυτοκρατοριών που διασταυρώθηκαν στον Καύκασο ήδη από τον 18ο αιώνα: της Περσικής που παρήκμαζε, της Ρωσσικής που επεκτείνονταν, και της Οθωμανικής που σάπιζε αργά αλλά σταθερά ως ο «Μεγάλος Ασθενής». Στο τρίγωνο αυτό η ηγεμονική ιμπεριαλιστική Αγγλία της Βικτωριανής εποχής θα παρέμβει για να ανακόψει τους Ρώσσους, να υιοθετήσει τους Πέρσες και να ανταγωνιστεί με όλους τους άλλους ανταγωνιστικούς ιμπεριαλισμούς της Ευρώπης.
Παρόλο που τα σύγχρονα προβλήματα γεωπολιτικής δεν μπορούν να κριθούν φυσικά με ιστορικούς όρους, εντούτοις είναι φορτισμένα και με ιστορικό φορτίο. Επιπλέον, οι κοινωνικές και οικονομικές αλλαγές δεν αλλάζουν την γεωγραφία. Στην περιοχή του Καυκάσου και της Κασπίας Θάλασσας συναντώνται οι δρόμοι του μεταξιού του Μεσαίωνα. Αυτοί αντικαταστάθηκαν από τους σιδηροδρόμους του τέλους του 19ου αιώνα και τελικά από τους αγωγούς υδρογονανθράκων στις μέρες μας. Ασφαλώς είναι τελείως διαφορετικό το κοινωνικό και ιστορικό πλαίσιο κάθε εποχής και ιδιαίτερα της δικής μας, με την ιστορική κρίση του παγκόσμιου ιμπεριαλισμού σε συνδυασμό με την κρίση της καπιταλιστικής παλινόρθωσης και μετάβασης των sui generis μετασοβιετικών χωρών της περιοχής. Το παρελθόν ζει μέσα στο παρόν.
Ο Ρακόφσκυ σε αυτό το κείμενο λίγα χρόνια μετά την αποτυχημένη Αρμένικη επανάσταση του 1894-95 και τις πρώτες μεγάλες σφαγές που ακολούθησαν, έχει αναλάβει να εκτελέσει ένα διπλό καθήκον. Από την μια μεριά, να παρουσιάσει στη δυτική σοσιαλδημοκρατία το Βαλκανικό σοσιαλιστικό κίνημα, που τότε κάνει τα πρώτα του βήματα, και από την άλλη μεριά, να ψηλαφήσει μια νέα πιθανή επαναστατική στρατηγική που είναι «αιρετική» ως προς το ότι καλείται να αναθεωρήσει μια πάγια πεποίθηση των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών. Αυτή η πεποίθηση έβλεπε με καχυποψία κάθε επαναστατικό δημοκρατικό κίνημα στα Βαλκάνια και στην ευρύτερη Ανατολή, μαζί και στην Αρμενία, φοβούμενη ότι αυτά θα αποτελούσαν όργανα διείσδυσης της Τσαρικής απολυταρχίας.
Αυτός ο φόβος, που αντανακλά πεποιθήσεις των αστικών τάξεων της δυτικής Ευρώπης, είχε βρει έδαφος και μέσα στους δυτικο-Ευρωπαίους σοσιαλιστές. Χρόνια μετά, το 1926, ο ίδιος ο Ρακόφσκυ στην «Αυτοβιογραφία», σημειώνει ότι με την Αρμένικη επανάσταση του 1894-96 και τις σφαγές που ακολούθησαν από τους Οθωμανούς, αντιλήφθηκε ότι «… η άγνοια και η έλλειψη κατανόησης του Ανατολικού Ζητήματος από την Σοσιαλιστική διεθνή ήταν τα πλέον αδύνατα σημεία της πολιτικής της».
Ο Ρακόφσκυ θεωρεί αναπόφευκτη την διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την ανάδειξη ενός νέου κύματος επαναστάσεων στην περιοχή. Θεωρεί επίσης πως ο μόνος τρόπος να αποφευχθεί η Τσαρική διείσδυση είναι να υιοθετηθεί ο στόχος της επανάστασης από την εργατική τάξη και το σοσιαλιστικό κίνημα των Βαλκανίων αλλά και από την Διεθνή στο σύνολο της.
Έτσι θα αντιμετωπιστεί και η ανίερη συμμαχία ανάμεσα στους δυτικούς κεφαλαιοκράτες ομολογιούχους και την καταρρέουσα Οθωμανική σουλτανική εξουσία. Θεωρεί ότι η κακοδαιμονία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας δεν βρίσκεται κυρίως στην δική της εγγενή δυσκολία μεταρρύθμισης, ούτε καν στις προφανείς Ρωσσικές τσαρικές μηχανορραφίες διείσδυσης, αλλά στην ανάπτυξη του δυτικού ιμπεριαλισμού που αποκτάει οικονομικά προνόμια στην Αυτοκρατορία και για αυτόν τον λόγο αναπτύσσεται εις βάρος της δικής της ανάπτυξης και επωφελείται στον βαθμό που την κρατάει καθυστερημένη.
Τα επόμενα χρόνια ο Ρακόφσκυ θα καταπιαστεί με μεγαλύτερη ακόμη προσοχή στην ανάλυση αυτού του σχήματος, μελετώντας την Ρωσσική διείσδυση στα Βαλκάνια, την Αυστριακή πολιτική που θεμελιώνει τις προηγούμενες 7-8 δεκαετίες ο Μέττερνιχ, θα μελετήσει την ανάπτυξη του καπιταλισμού κυρίως στη Ρουμανία, την Βουλγαρία και την Σερβία, θα αναλύσει από κοντά την επανάσταση των Νεότουρκων και τους συμβιβασμούς και παλινωδίες τους και θα επιχειρήσει να χαράξει μια επαναστατική πολιτική ενάντια στον πόλεμο τόσο την εποχή των Βαλκανικών πολέμων όσο και του πρώτου παγκοσμίου πολέμου. Μπορούμε δικαιωματικά να πούμε ότι η αφετηρία των αναλύσεών του βρίσκεται σε αυτό το κείμενο, που το γράφει σε ηλικία 24 ετών.
Μακριά ακόμη από μια πιο ρητά διατυπωμένη θεωρία για τις ακριβείς σχέσεις ανάμεσα στις τάξεις που θα αναλάβουν την επανάσταση αυτή – η θεωρία της διαρκούς επανάστασης θα διατυπωθεί από τον Τρότσκυ για πρώτη φορά μετά από 8 χρόνια περίπου, ενώ είναι λίγο αργότερα, το 1908, που οι Βαλκάνιοι Σοσιαλδημοκράτες θα αρχίσουν να επεξεργάζονται τον στόχο της Βαλκανικής Δημοκρατικής Ομοσπονδίας, και η ανάλυση του Λένιν για την ανισομερή και συνδυασμένη ανάπτυξη του ιμπεριαλισμού θα διατυπωθεί αρκετά αργότερα – η ανάλυση του Ρακόφσκυ ωστόσο βάζει ένα καρφί στο φέρετρο της γραμμικής εξελικτικής αντίληψης της ιστορίας που διακατέχει την πλειοψηφία της Σοσιαλιστικής διεθνούς. Και γι’ αυτό το κείμενο αυτό έχει και αναμφισβήτητη θεωρητική εκτός από ιστορική αξία.
Ιδιαίτερα στις μέρες μας που απαιτείται μια επαναστατική στρατηγική για τα Βαλκάνια, την Μέση Ανατολή, τον Καύκασο.
Πηγή: Δημοσιευμένο σε τρεις συνέχειες στην ημερήσια γαλλική σοσιαλιστική εφημερίδα La Petite République, Nο 7670, 7671, 7672, μεταξύ 14 και 16 Απριλίου του 1897.
Μετάφραση και απόδοση από το αγγλικό κείμενο του Marxist Internet Archive:
https://www.marxists.org/archive/rakovsky/1897/07/16.htm
https://www.marxists.org/archive/rakovsky/1897/07/16b.htm
Μετάφραση και επιμέλεια σημειώσεων: Γιώργος Χλωρός
Ι. Οι ιστορικές συνθήκες για την προώθηση των σοσιαλιστικών ιδεών στην Ανατολή
Το Ανατολικό ζήτημα μπορεί να εξεταστεί από δύο πλευρές:
- Σε σχέση με τα άμεσα συμφέροντα των Βαλκανικών λαών, και
- Από την σκοπιά των συνολικότερων συμφερόντων της δημοκρατικής Ευρώπης.
Θα αναλύσουμε ξεχωριστά την κάθε μία από αυτές τις πλευρές του ζητήματος και θα αναδείξουμε τα συμπεράσματα που απορρέουν από αυτές. Μετά από τις επαναλαμβανόμενες σφαγές στην Αρμενία1Σφαγές στην Αρμενία: αναφέρεται στις πρόσφατες τότε Σφαγές των Αρμενίων του 1894-1896 ή αλλιώς «Σφαγές του Χαμιντιάν», που κόστισαν την ζωή σε έναν απροσδιόριστο αριθμό Αρμενίων και Συρο-Χαλδαίων που εκτιμάται από 80 έως 300 χιλιάδες νεκρούς. Στην περιοχή του Ντιγιάρμπακιρ και του Μαρντίν οι Οθωμανοί χρησιμοποίησαν εκτεταμένα Κούρδους ατάκτους για να κάνουν την βρώμικη δουλειά της εθνοκάθαρσης και του πλιάτσικου, και ένας από τους Κούρδους φύλαρχους που ήταν επικεφαλής τους είναι και ο Αχμέτ Αγά, που κατονομάζεται από τον Ρακόφσκυ σε αυτό το κείμενο., δεν νομίζουμε ότι μπορούμε να βρούμε έστω και έναν άνθρωπο που να μπορεί να αμφισβητήσει την βαρβαρότητα και σκληρότητα της τουρκικής κυβέρνησης. Ομοίως, μετά από τις επίσημες εκθέσεις των Ευρωπαίων πρεσβευτών και προξένων -και ειδικά τις αγγλικές εκθέσεις, που είδαν το φως της δημοσιότητας, δημοσιευμένες στα «Μπλε Βιβλία»2«Μπλε βιβλία»: Έτσι ονομάζονταν τότε τα Αλμανάκ και οι εκλαϊκευμένες εγκυκλοπαίδειες-ένθετα των εφημερίδων. του Ρωσσικού τύπου χθες– δεν πιστεύουμε να υπάρχει πια ούτε ένας δημοσιογράφος που θα θεωρούσε τις μαζικές σφαγές στην Αρμενία ως μύθευμα, ως αποτέλεσμα παραποίησης, όπως ισχυρίζονταν για παλαιότερα ρεπορτάζ του αγγλικού τύπου στο θέμα της Βουλγαρίας και της Βοσνίας, όπου γίνονταν αναφορά επίσης στην Αρμενία και στην Κρήτη.
Η Τουρκία
Κανείς δεν αμφιβάλει πλέον για την πολιτική και κοινωνική κατάσταση της Τουρκίας, ούτε και για την αδυναμία της να ικανοποιεί πια τις απαιτήσεις και τις ανάγκες της σύγχρονης κοινωνίας. Εδώ βρισκόμαστε ενώπιον ενός κράτους του οποίου η αποσύνθεση έχει φτάσει στο ανώτατο επίπεδο. Παντού επικρατεί ασυδοσία και ένα αυταρχικό και ένα ανορθόδοξο καθεστώς διακυβέρνησης.
Η δικαιοσύνη, η δημόσια διοίκηση, τα οικονομικά και γενικά τα πάντα, είναι εντελώς αποδιοργανωμένα, χωρίς ποτέ πριν στο παρελθόν να είχαν πραγματικά οργανωθεί. Πουθενά αλλού οι κρατικοί αξιωματούχοι δεν κλέβουν τόσο και δεν είναι διεφθαρμένοι σε τέτοια κλίμακα, όπως είναι στην Τουρκία. Οι αστυνομικοί συλλαμβάνουν αθώους απλώς και μόνο για να τους υποχρεώσουν να πληρώσουν για να απελευθερωθούν. Οι δίκες δεν διεξάγονται σύμφωνα με τους νόμους, τους οποίους οι Τούρκοι δικαστές αγνοούν και καταστρατηγούν, αλλά σύμφωνα με το ποσό που οι υπόδικοι μπορούν να δώσουν. Αυτός που δίνει τα περισσότερα μπορεί να είναι σίγουρος, ότι η υπόθεσή του θα τακτοποιηθεί προς όφελός του.
Οι αστυνομικοί και οι εφοριακοί, προστατεύουν τους μεγαλύτερους κλέφτες και ληστές που λεηλατούν και εξοντώνουν τον πληθυσμό. Για αυτόν τον λόγο και η ληστεία ανθίζει περισσότερο στην Τουρκία, παρά στις πιο ταραχώδης περιόδους που είχαμε δει στην Ισπανία και στην Σικελία. Για να δείξουμε το μέγεθος αυτής της ανομίας και την προστασία που δίνει η κυβέρνηση, θα αναφέρουμε το ακόλουθο πραγματικό περιστατικό:
Η κυβέρνηση κεντρικά διέταξε, μετά από αρκετές πιέσεις του Άγγλου πρέσβη, την σύλληψη του Αχμέτ Αγά, του οποίου οι λεηλασίες, οι δολοφονίες και οι κλοπές, είχαν σπείρει επί μακρόν τον τρόμο στην ευρύτερη περιοχή του Ντιγιάρμπακιρ. Αυτή η εντολή δεν εκτελέστηκε ποτέ καθώς ο Αχμέτ Αγά, απέκτησε σχέσεις με τον βαλή (νομάρχη) που έγινε ο μεγαλύτερος προστάτης του. Υπάρχει και συνέχεια: Ο ίδιος ο Αχμέτ Αγά, κατονομάστηκε ως ο βασικότερος από τους Κούρδους πολέμαρχους που συμμετείχαν στις πρόσφατες σφαγές της Αρμενίας, και παρασημοφορήθηκε από τον ίδιο τον Σουλτάνο.
Η δικαιοσύνη στην Τουρκία αποδίδεται βάση μιας συγκεκριμένης οικονομικής συναλλαγής, που λέγεται «μπαχτσίς», με την οποία κάποιος μπορεί να εξαγοράσει οποιονδήποτε κρατικό αξιωματούχο. Αυτοί σπανίως λαμβάνουν τον μισθό τους κανονικά και ψάχνουν άλλο τρόπο να βγάλουν τα σπασμένα τους.
Οι υπεύθυνοι των ταχυδρομείων, του τηλέγραφου και των τελωνείων, προτού αποδώσουν στην κεντρική διοίκηση τις εισπράξεις τους, βάζουν στην άκρη ένα ποσό που θεωρούν ότι τους ανήκει ως μισθός. Τέτοια λογιστική απέχει πολύ από την τελειότητα, αλλά η κυβέρνηση είναι αδύνατον να την αλλάξει, καθώς η κλοπή είναι ευρύτατα διαδεδομένη στην κρατική μηχανή από την κορυφή ως τα νύχια.
Αυτό που ισχύει για τους αξιωματούχους ισχύει επίσης και στους στρατιώτες. Η μόνη προοπτική για αυτούς είναι το πλιάτσικο που μπορούν να κάνουν κατά την διάρκεια των σφαγών.
Οι Κούρδοι
Εδώ ήρθε η ώρα να πούμε δυο λόγια για τους Κούρδους, που απέκτησαν μια απαίσια φήμη στην περίπτωση των σφαγών στην Μικρά Ασία.
Αυτοί ήταν οργανωμένοι παλαιότερα σε αρκετές φιλήσυχες μικρές φυλές, που ζούσαν από την γεωργία. Ωστόσο, η τουρκική κυβέρνηση ήρθε και τους εκδίωξε από τις παραδοσιακές ασχολίες τους, μεταφέροντάς τους ως ακρίτες στην Ρωσσοτουρκική μεθόριο. Ως αποζημίωση, οι αρχές τους επέτρεψαν να λεηλατούν τα γειτονικά αρμένικα χωριά.
Δεν είναι δύσκολο να φανταστούμε ότι η οικονομική μιζέρια βρίσκεται πίσω από ένα τέτοιο πολιτικό καθεστώς. Οι εκμεταλλευτές, οι κερδοσκόποι, οι μεγάλοι γαιοκτήμονες, Χριστιανοί και Μουσουλμάνοι, προσπαθώντας να βρουν χρήματα για να δωροδοκούν την αστυνομία και τους αξιωματούχους, εκμεταλλεύονται και καταπιέζουν τους εργάτες και τους αγρότες, χωρίς διάκριση μεταξύ Χριστιανών και Μουσουλμάνων.
Μετά τις σφαγές ήρθε η σειρά του λιμού για να αποδεκατίσει τον πληθυσμό της Μικράς Ασίας. Η Κωνσταντινούπολη είναι στις μέρες μας, γεμάτη με χιλιάδες επί χιλιάδων ανέργους.
Και είναι άραγε κατανοητό το πόσο πολύ αυτή η βαθειά κοινωνική κρίση και η ένδεια έχουν συνεισφέρει και θα συνεχίσουν να συνεισφέρουν στις σφαγές; H τουρκική κυβέρνηση στην πραγματικότητα, στηρίζει τις σφαγές για να θέσει μια διαχωριστική γραμμή στον Μουσουλμανικό πληθυσμό έναντι των υπολοίπων.
Η Ρωσσική κυβέρνηση, κατά τον ίδιο τρόπο, χρησιμοποιεί τους Εβραίους και τους καταδικάζει να υποστούν την εκδίκηση και τον ηλίθιο φανατισμό των μαζών, για να φτιάξει δικλείδες εκτόνωσης της φτώχειας των Ρώσσων αγροτών και μικροαστών. Έτσι και η τουρκική κυβέρνηση, χρησιμοποιεί τους Αρμενίους και τους Κρητικούς σήμερα, με τον ίδιο τρόπο που το έκανε χθες με τους Μακεδόνες, και πριν είκοσι χρόνια με τους Βούλγαρους. Τους καταγγέλλει στον Μουσουλμανικό πληθυσμό ως την κύρια αιτία των κακοδαιμονιών του.
Η οικονομική κατάσταση
Αυτό που κάνει ακόμη πιο τρομερή την κατάσταση της μιζέριας είναι ότι η προλεταριοποίηση του πληθυσμού δεν ανταποκρίνεται σε κάποια ανάπτυξη του καπιταλισμού με την ευρύτερη έννοια της λέξης, δηλαδή την ανάπτυξη του εμπορίου και της βιομηχανίας.
Το κεφάλαιο για να αναπτυχθεί, χρειάζεται να προστατευθεί από νόμους και διοίκηση περισσότερο ή λιγότερο μοντέρνα. Ωστόσο, οι πολιτικό-κοινωνικές συνθήκες της Τουρκίας δεν μπορούν να πάρουν άλλη μορφή παρά μόνο της τοκογλυφίας και της λεηλασίας.
Η βιομηχανία στην χώρα αντιπροσωπεύεται από ορισμένους κονκισταδόρες βαρόνους της βιομηχανίας, που προέρχονται από τις τέσσερεις γωνιές της Ευρώπης, και μόνο για ένα μικρό κομματάκι οικονομικής δραστηριότητας, συνήθως έχοντας αποκτήσει δικαιώματα εξόρυξης χρωμίου και άνθρακα, ή έχοντας φτιάξει μερικές τεχνικές εταιρείες συντήρησης των σιδηροδρόμων.
Σκορπώντας μερικά χρήματα δεξιά και αριστερά, καταφέρνουν να εξασφαλίσουν στον εαυτό τους τα πλέον εξοργιστικά προνόμια και να λεηλατούν τον ντόπιο πληθυσμό. Επιπλέον, εκμεταλλεύονται στο έπακρο τα προνόμια που τους δίνει το καθεστώς των διομολογήσεων3Διομολογήσεις: Ήταν ειδικά προνόμια, όπως φοροαπαλλαγές, απαλλαγές από τον ποινικό κώδικα κλπ., που δίνονταν σε Ευρωπαίους πολίτες που εγκαταστάθηκαν και αποφάσιζαν να ασκήσουν εμπορική δραστηριότητα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αυτό όμως σήμανε πως το εμπόριο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία σταδιακά πέρασε σε ξένα χέρια., αυτής της συμφωνίας που έχει φτιαχτεί για τα δικαιώματα των κερδοσκόπων.
Ας φανταστούμε τώρα, ότι στη θέση της Τουρκίας, μερικά νέα κράτη που έχουν αρχίσει να σχηματίζονται, με σύγχρονες αστικές αρχές. Αυτό αλλάζει αποφασιστικά την εικόνα. Φυσικά, δεν είναι υποχρέωση των σοσιαλιστών να υμνούν τα μικρά αστικά κράτη της Ανατολής, αλλά δεν μπορούμε να κλείσουμε τα μάτια μας μπροστά στη σχετικά μεγάλη πρόοδο που αυτά αντιπροσωπεύουν σε σχέση με την Τουρκία.
Εντέλει, τι είδους πολιτική γραμμή θα χαράξουμε στο Ανατολικό ζήτημα; Εκτός από το αίσθημα δικαιοσύνης και ανθρωπισμού, που μας οδηγεί να υπερασπιζόμαστε την υπόθεση των καταπιεσμένων εδώ πέρα, δεν είμαστε τυφλοί να μην βλέπουμε ότι την ίδια στιγμή που υπερασπιζόμαστε την υπόθεση του σοσιαλισμού, πρέπει να βλέπουμε τις ιστορικές προϋποθέσεις της ανάπτυξής του.
Ο Σοσιαλισμός στην Ανατολή
Η πολιτική αυτονομία των βαλκανικών λαών, ενίσχυσε την οικονομική ανάπτυξη και την γέννηση του σοσιαλιστικού κόμματος. Η πτώση της τουρκικής κυριαρχίας στη Ρουμανία, την Βουλγαρία, την Σερβία, συμπαρέσυρε μαζί της το τείχος του βαρβαρισμού που εμπόδιζε τον σοσιαλιστικό σκοπό στους πρόποδες των Καρπαθίων, τον Δούναβη και στα Βαλκάνια.
Σήμερα το διεθνές κόμμα του σοσιαλισμού4Αναφέρεται στο τέταρτο συνέδριο της Σοσιαλιστικής Δεύτερης Διεθνούς που διεξήχθη την τελευταία εβδομάδα του Ιουλίου 1896 στο Λονδίνο. μπορεί να είναι υπερήφανο. Έχει χιλιάδες χιλιάδων υποστηρικτές στην Βουλγαρία, την Ρουμανία, την Σερβία και την Ελλάδα. Στη Βουλγαρία και την Ρουμανία έχουμε αντιπροσώπους στο κοινοβούλιο, έναν καλά οργανωμένο τύπο, σοσιαλιστικούς ομίλους, συνδικάτα. Με δυο λόγια εδώ και καιρό το κόμμα μας βρίσκεται σε έναν καλό και παραγωγικό δρόμο, ο οποίος δεν μπορεί παρά να αποβεί νικηφόρος. Μπορούμε να πούμε το ίδιο και για την Σερβία, αν και με μερικούς περιορισμούς.
Μόνο η Ελλάδα προς το παρόν δεν εμφανίζεται ως τόσο φιλόξενο έδαφος για τον σοσιαλισμό. Ο λόγος είναι ο σωβινισμός, ο οποίος δεν εμφανίζεται μόνο σε αρκετές δυτικές χώρες αλλά ακόμη περισσότερο σε ορισμένες ανατολικές και ειδικά στην Ελλάδα. Είναι το πικρό παρελθόν αυτής της χώρας ο βασικότερος λόγος για αυτό το πρόβλημα και η ελληνική ενοποίηση θα είναι το καλύτερο αντίδοτο.
Ναι! Είναι προς το συμφέρον της σοσιαλιστικής υπόθεσης στην Ανατολή, να υποστηριχτούν οι εθνικοί αγώνες των υποτελών στον Σουλτάνο, λαών.
Φυσικά, παραδεχόμαστε ότι το ζήτημα δεν είναι και τόσο απλό και αποτελεί το αντικείμενο πολλών αντιπαραθέσεων, εξαιτίας του σοβαρού και πολύπλοκου χαρακτήρα που προκαλούν οι παρεμβάσεις άλλων εμπλεκόμενων κρατών και κυρίως της Ρωσσίας.
Είναι γεγονός ότι οι μανούβρες της Αυτοκρατορικής Ρωσσίας πρέπει να διατηρούν το διεθνές σοσιαλιστικό κόμμα σε κατάσταση μονίμου επιφυλακής.
Προς το παρόν, «περισσότερο παρά ποτέ τα μακριά πλοκάμια της Ρωσσικής διπλωματίας έχουν καταφέρει να απλωθούν σε όλες τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις», όπως είπε το πρώτο μανιφέστο της Διεθνούς το 18645Αναφέρεται στο μανιφέστο που υιοθέτησε το ιδρυτικό συνέδριο της Πρώτης Διεθνούς στο Λονδίνο, το 1864.. Και με αυτόν τον τρόπο παρεμβαίνει με ισχύ στις εσωτερικές υποθέσεις όλων των χωρών. Κάθε Ρωσσική επιτυχία θα έχει καταστροφικές επιπτώσεις στην εσωτερική κατάσταση όλων των χωρών.
Συνεπώς, το Ανατολικό Ζήτημα, που απασχολεί κατ’ αποκλειστικότητα το σύνολο της Ρωσσικής εξωτερικής πολιτικής, καθίσταται για το διεθνές σοσιαλιστικό κόμμα, όχι μόνο ένα θέμα εξωτερικής πολιτικής, αλλά επιπλέον και ειδικότερα ένα ζήτημα εσωτερικής πολιτικής.
II-III. Η Ρωσσική επιρροή στην ανατολή, οι αιτίες της και τα μέσα αντιμετώπισής της
Η αγωνία συχνά εκφράζεται στο ότι, δίνοντας αυτονομία σε διάφορες χριστιανικές περιοχές [Σ.τ.Μ.: της οθωμανικής αυτοκρατορίας], αυτό θα σημάνει την αποδυνάμωση της Τουρκίας και την εξυπηρέτηση των σχεδίων της Ρωσσικής διπλωματίας. Αυτή η πολιτική, που συγκλίνει πέρα από αποχρώσεις της, στη διατήρηση της υπόστασης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, είναι η πολιτική που ακολουθεί η Ευρώπη εδώ και περισσότερο από έναν αιώνα.
Αλλά τι πέτυχε; Είναι η διατήρηση της Τουρκίας πιο σίγουρη από ό,τι ήταν πριν από εκατό χρόνια; Έχει αποδυναμωθεί η ισχύς της Ρωσσικής διπλωματίας;
Ούτε το ένα ούτε το άλλο έχει συμβεί. Αυτή η πολιτική, από τις ίδιες τις αντινομίες της, κατέληξε να χάσει την απόλυτη δυναμική της. Όχι μόνο δεν αποτελεί ένα αποφασιστικό μέσο αναχαίτισης της Ρωσσίας, αλλά ούτε καν λειτουργεί, όπως θα αποδείξουμε. Στην πραγματικότητα η Ρωσσία εκμεταλλεύτηκε την αδυναμία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αλλά δεν την προκάλεσε η ίδια.
Η Τουρκική ισχύς, βασίζονταν παραδοσιακά στα πολεμικά έθιμα των φυλών της Κεντρικής Ασίας, όταν το πατριαρχικό μοντέλο βρίσκονταν στο απόγειό του. Οι Σουλτάνοι αυτής της εποχής ήταν κυρίως στρατιώτες από τους πιο γενναίους στη μάχη.
Οι Τούρκοι ήρθαν στην Ευρώπη, φέρνοντας τον δικό τους πολιτισμό, με τις ιδιαίτερες σχέσεις ιδιοκτησίας που ήταν εντελώς διαφορετικές από τις δικές μας. Αλλά ευθύς μόλις οι Τούρκοι εγκατέλειψαν το σπαθί για χάρη του άροτρου και όταν αντικατέστησαν την νομαδική και πολεμική ζωή για την αγροτική ζωή και την μόνιμη εγκατάστασή τους, η ισχύς τους άρχισε να αναπτύσσεται μοιραία σε σχέση με την ίδια την παρακμή τους.
Η Ρωσσία κέρδισε από αυτήν την κατάσταση αποσύνθεσης και επέκτεινε το έδαφος και την εξουσία της εις βάρος της Τουρκίας. Και τι έκανε η Ευρώπη;
Αντί να διατηρήσει την κατάσταση ενός ασθενούς, του οποίου η αρρώστια -αυτή της ιστορικής παρακμής- είναι οργανική και αθεράπευτη, και που ήταν ανίκανος να αποδεχτεί τον ευρωπαϊκό πολιτισμό, εκτός από τα πάθη και τα λάθη του, θα έπρεπε να είχε βρει γιατρειά για να τον υποκαταστήσει προτού να εξαφανιστεί από την Ρωσσία.
Οι συμβατικές γιατρειές για την Τουρκική Αυτοκρατορία, έχουν αρχίσει να δείχνουν τα όριά τους.
Η αναγέννηση της εθνικής ιδέας μετά από τους Ναπολεόντειους πολέμους, δεν άφησε ανεπηρέαστη την Ανατολή. Οι Έλληνες, οι Σέρβοι, οι Αλβανοί, οι Ρουμάνοι, οι Βούλγαροι, ο ένας μετά τον άλλον, ξεσηκώθηκαν ζητώντας την πολιτική και εθνική τους ανεξαρτησία. Το μόνο θα έπρεπε να κάνουν οι δυτικές χώρες θα ήταν να αποκομίσουν κέρδη από αυτά τα κινήματα, ενθαρρύνοντάς τα, και έτσι να προετοιμάσουν το καλύτερο πεδίο για τον δυτικό πολιτισμό στην Ανατολή.
Αλλά αντίθετα, ήταν η Ρωσσία που κέρδισε από αυτά τα κινήματα. Τα οδήγησε στην κατεύθυνση των δικών της συμφερόντων. Σύντομα άρχισε να παίζει αποτελεσματικά ένα ρόλο, που αν και δεν της ταίριαζε, ωστόσο τον εκπλήρωσε πολύ καλά, αυτόν του προστάτη των καταπιεσμένων. Κάτω από αυτό το πρόσχημα, έκανε τον έναν μετά τον άλλον πόλεμο κατά της Τουρκίας, στέλνοντας αντιπροσώπους της να κηρύξουν την ελευθερία.
Υποστήριξε την Ρουμάνικη και την Σέρβικη ανεξαρτησία. Δια μέσου των Ελλήνων εμπόρων της Οδησσού, έστειλε βοήθεια στους Έλληνες, ενώ ένας από τους Πρίγκιπες Ορλώφ, πήγε στην Ελλάδα για να αναλάβει το γενικό πρόσταγμα της εξέγερσης6Ο κόμης Γκριγκόρι Γκριγκόριεβιτς Ορλώφ (1734-1783) και ο αδερφός του κόμης Αλεξέι Γκριγκόριεβιτς Ορλώφ (1737-1808) αναμίχθηκαν στην υποκινούμενη Ελληνική εξέγερση στα τέλη του 1769 και το 1770, σαν ένα επί μέρους μέτωπο των επεκτατικών σχεδιασμών της Μεγάλης Αικατερίνης στα Βαλκάνια..
Και όταν μετά από αρκετούς ξεσηκωμούς στην Βουλγαρία -που καταστέλλονταν βιαίως και ακολουθούνταν από φρικιαστικά αντίποινα, που προκάλεσαν την αγανάκτηση ολόκληρης της Ευρώπης- οι Βούλγαροι βρέθηκαν σε απελπιστική κατάσταση, η Ρωσσία έστειλε ως αντιπρόσωπό της τον Ιόνιν7Ο Βλαντιμίρ Σεμιόνοβιτς Ιόνιν ήταν ο διπλωματικός απεσταλμένος της Ρωσσίας στη Βουλγαρία που έπαιξε έναν σημαντικό ρόλο στην προσέλκυση και υποστήριξη ενός δικτύου φιλο-Ρώσσων συμπαθούντων στην χώρα, τόσο πριν όσο και μετά την αυτονόμησητης Βουλγαρίας με το Συνέδριο του Βερολίνου του 1878.. Αυτός που εξελίχθηκε αργότερα σε έναν διπλωμάτη της Βουλγαρίας, κατάφερε να αναδιοργανώσει στο Βουκουρέστι το 1876, την Βουλγάρικη Κεντρική Επαναστατική Επιτροπή8Η Βουλγάρικη Κεντρική Επαναστατική Επιτροπή πρωτοδημιουργήθηκε το 1870 από τον Βούλγαρο επαναστάτη και εθνικιστή Λιούμπεν Καραβέλοφ (1834-1879) με σκοπό να οργανώσει τους Βουλγάρους για να εξεγερθούν εναντίων των Οθωμανών..
Έτσι αποτελεί την πιο μεγάλη αντίφαση, το γεγονός ότι η Ρωσσία, που υπερασπίζονταν την «νομιμότητα» στην δύση, υιοθετώντας και περιθάλποντας βασιλείς που είχαν ανατραπεί από τους θρόνους τους, την ίδια στιγμή στην ανατολή έκανε το αντίθετο παίζοντας με την ιδέα της επανάστασης. Ταυτόχρονα είναι γεγονός ότι κάθε φορά που εμπλέκονταν σε πόλεμο στο όνομα των «Χριστιανών αδερφών» της, κατάφερνε να ενσωματώνει και μια περιοχή στα εδάφη της. Ακόμη παραπέρα, είναι αδιαμφισβήτητο ότι κάθε λαός που απελευθερώνονταν από την Ρωσσία, μοιραία έπεφτε, αργά ή γρήγορα, κάτω από τον δικό της ζυγό, και εάν αυτό δεν ολοκληρώνονταν εντελώς, αυτό δεν συνέβαινε εξαιτίας της δικής της επιδίωξης.
Έτσι για παράδειγμα, η Ρωσσία στην Κριμαία, έσπρωξε τους Τατάρους9Αναφέρεται στην απόσπαση από την Οθωμανική Αυτοκρατορία του Χανάτου της Κριμαίας, που κατοικούνταν από Τατάρους, και την ενσωμάτωσή του στη Ρωσσική Αυτοκρατορία το 1783 από την Μεγάλη Αικατερίνη. να ξεσηκωθούν ενάντια στην Τουρκική ηγεμονία, υποσχόμενη παράλληλα ότι αν ενωθούν μαζί της, θα τους εγγυόταν ένα καθεστώς αυτονομίας. Τώρα, η αυτονομία τους υποβιβάζεται και μπαίνουν στο ίδιο συνταγματικό καθεστώς με την Πολωνία!10Αναφέρεται στα σκληρά μέτρα καταστολής και την εξαφάνιση της Πολωνικής αυτονομίας που ακολούθησαν την κατάπνιξη της Πολωνικής δημοκρατικής επανάστασης του 1863-64 και που ανάμεσα σε άλλα περιλάμβαναν την απώλεια του αυτόνομου Πολωνικού συνταγματικού χάρτη.
Κατά τον ίδιο τρόπο, η Ρωσσία εκμεταλλεύτηκε τα εθνικά συναισθήματα των Φινλανδών, ενάντια στους Σουηδούς. Οι Φινλανδοί, είναι η αλήθεια, έχουν όντως πετύχει ένα καθεστώς αυτονομίας σε επίπεδο εσωτερικής αυτοδιοίκησης, αλλά η Ρωσσική κυβέρνηση ολοένα και περισσότερο τους περιορίζει τα δικαιώματά τους. Σε μια πρόσφατη εκδήλωση αυτού του είδους, που συνέβη μόλις πριν λίγες εβδομάδες, είχαμε την υποστολή της Φινλανδικής σημαίας. «Από τούδε και εις το εξής», λέει η σχετική Αυτοκρατορική ντιρεκτίβα, «πουθενά στην Φινλανδία, δεν επιτρέπεται άλλη σημαία, πέρα από την Ρωσσική σημαία»11Η πολιτική εκρωσσισμού των Φινλανδών εισήχθη στο αυτόνομο Μεγάλο Δουκάτο της Φινλανδίας ήδη από το 1881 αλλά κορυφώθηκε μετά το 1894 και την εποχή που γράφτηκε αυτό το κείμενο..
H Ρωσσική επιρροή στην Αρμενία
Με τα ίδια μέσα η Ρωσσία κατάφερε να βάλει χέρι και στα 2 εκατομμύρια Αρμενίων που τώρα στενάζουν κάτω από τον τσαρικό ζυγό. Οι Αρμένιοι παλιά ήταν υπήκοοι είτε της Τουρκίας είτε της Περσίας. Και είχαν καταφέρει ακόμη και κάτω από την Περσική κυριαρχία να διατηρήσουν κάποιον βαθμό ανεξαρτησίας. Έτσι, υπήρξαν τέσσερα ημι-αυτόνομα Αρμένικα πριγκιπάτα στα βουνά του Καυκάσου12Εδώ ο Ρακόφσκυ κάνει ένα μικρό λάθος, καθώς τα πριγκιπάτα (ή Μελικουτγιουννέρ στα Αρμένικα) του Καραμπάχ ιστορικά ήταν πέντε και όχι τέσσερα., που ήταν γνωστά από το όνομα του πριγκιπάτου του Καραμπάχ, με συνολικό πληθυσμό 120-150 χιλιάδων κατοίκων. Οι πρίγκιπές τους, διεξήγαγαν πολέμους με την Περσία, καθ’ υπόδειξη των Ρώσσων, βοηθώντας στην επέκταση της Τσαρικής κυριαρχίας αλλά χάνοντας στο τέλος την δική τους ανεξαρτησία.
Εν τέλει, το μάθημα που έδωσε η Μεγάλη Αικατερίνη στους Αρμενίους φαίνεται πως δεν ήταν επαρκές και τους βλέπουμε ξανά να συμμαχούν με την Ρωσσία σε όλους τους πολέμους της με την Περσία και την Τουρκία. Εξάλλου, την αποτελεσματικότητα της βοήθειας τους την αναγνωρίζουν ακόμη και Ρώσσοι ιστορικοί, σαν τον Γκλίνκα13Εδώ ο τόνος του Ρακόφσκυ και η αναφορά του στον Γκλίνκα, είναι μάλλον ειρωνικός, καθώς αναφέρεται στην «αποτελεσματικότητα» των Αρμενίων πολεμώντας στο πλευρό του Τσάρου. Ο Σεργκέι Γκλίνκα (1774-1847) είναι Ρώσσος ρομαντικός συγγραφέας και ιστορικός που στα 1831 εξύμνησε τους Αρμενίους για τον πόλεμό τους κατά των Περσών και των Οθωμανών στο πλευρό της Ρωσσίας, που όμως οδήγησε στον διωγμό των ομοεθνών τους από αυτές τις χώρες και στη μετανάστευσή τους στην Ρωσσία..
Και πήγαν ακόμη παραπέρα. Κάτω από την βασιλεία του Νικολάου του 1ου, ενώθηκαν με τον Πάσκεβιτς -τον Ρώσσο στρατιωτικό διοικητή- για να εξαπολύσουν πόλεμο ενάντια στην Περσία14Αναφέρεται εδώ στον Ρωσσοπερσικό πόλεμο του 1826-1828, επί βασιλείας τσάρου Νικολάου του 1ου και με στρατιωτικό διοικητή του τσαρικού στρατού τον Κοζάκο Ιβάν Πάσκεβιτς (1782- 1856). Αποτέλεσμά του ήταν ο οριστικός παραγκωνισμός της Περσίας από τον Καύκασο, η ενσωμάτωση της Αρμενίας στην Ρωσσία, ο διαμελισμός του Αζερμπαϊτζάν μεταξύ Ρωσσίας και Περσίας και η σχετική υποχώρηση των Βρεταννών συμμάχων της Περσίας, από την περιοχή., προσφέροντάς του δέκα χιλιάδες οπλισμένους εθελοντές, χρηματοδοτούμενους από το μοναστήρι του Ετσμιατζίν, την έδρα δηλαδή των Πατριαρχών της Αρμένικης εκκλησίας, που την εποχή του Πάσκεβιτς ήταν κάτω από την κυριαρχία της Ρωσσίας15Το μοναστήρι του Ετσμιατζίν είναι το πιο ιερό θρησκευτικό μνημείο της Αρμενικής εκκλησίας και ιστορική έδρα της ηγεσίας της, με τον καθεδρικό ναό κατασκευασμένο τον 4ο μ.Χ. αιώνα..
Ο ίδιος ο κατοπινός πατριάρχης Νερσής ο 5ος, γνωστός αργότερα ως Νερσής ο Μέγας16Νερσής Ασταρακέτσι ή Νερσής o 5ος,1770-1857, θεωρείται εκ των ηρώων του αγώνα για εθνική ανεξαρτησία των Αρμενίων, καθώς συμμετείχε και στις μάχες απελευθέρωσης του Ερεβάν. Έγινε πατριάρχης της Αρμένικης εκκλησίας το 1843 και ήταν αρχικά απόλυτα ελεγχόμενος από την Ρωσσία, μέχρι που συγκρούστηκε μαζί της για τα όρια της αυτονομίας των Αρμενίων εντός της Τσαρικής αυτοκρατορίας., -πιθανόν εξαιτίας της τεράστιας αφέλειάς του- έθεσε τον εαυτό του επικεφαλής αυτών των δέκα χιλιάδων πολεμιστών. Αλλά οι Αρμένιοι δεν πήγαν να πολεμήσουν για την ψυχή της μάνας τους: τους είχαν υποσχεθεί ένα αυτόνομο πριγκιπάτο το οποίο θα λειτουργούσε ως προτεκτοράτο της Ρωσσίας. Το υποτιθέμενο αυτό πριγκιπάτο επρόκειτο να πάρει το όνομα «Αραράτ».
Βγαίνοντας από αυτόν τον πόλεμο, η Ρωσσία κατακτούσε την επαρχία του Ερεβάν: Ο ίδιος ο Πάσκεβιτς, δοξασμένος στα πεδία των μαχών πήρε τον τίτλο του διοικητή της νέας επαρχίας. Όσον αφορά τους Αρμενίους, κέρδισαν επίσης κάτι: το κλείσιμο των σχολείων τους, αυτών που τα είχαν σεβαστεί πιο πριν η Τουρκία και η Περσία!!
«Μερικές δεκάδες χρόνια πιο πριν», σημειώνει μια Αρμένικη προκήρυξη του αγώνα της ανεξαρτησίας στα 1884-85, «οι άρχοντες της Ρωσσίας μας είχαν υποσχεθεί με την εγγύηση της ίδιας της υπογραφής τους, την ανεξαρτησία της χώρας του Αραράτ. Μας είχαν υποσχεθεί ότι θα αποκαθιστούσαν τα αρχαία συντάγματα του Ανί και του Βαγκαρσαπάτ17Δύο από τα αυτόνομα μεσαιωνικά πριγκιπάτα του Καυκάσου., την δόξα τους και την αυτοκυβέρνησή τους. Παρ’ όλα αυτά, αθέτησαν κατ’ αχρείο τρόπο τον λόγο τους, και αντί για αυτές τις ξεκάθαρες υποσχέσεις, ήρθαν να προσθέσουν στα ερείπια του Ανί, και τα ερείπια των σχολείων μας».
Η Ρωσσική επιρροή στα Βαλκάνια
Ας μας επιτραπεί να προσθέσουμε σε αυτά ότι, αν της είχε δοθεί η ευκαιρία, η Ρωσσία θα είχε δράσει κατά τον ίδιο τρόπο και απέναντι στους λαούς των Βαλκανίων. Δυστυχώς, οι λαοί αδυνατούν να ξεχωρίσουν τα βαθύτερα κίνητρα των κυβερνήσεων: με την απλοϊκή τους σκέψη και από την στιγμή που η Ρωσσία τους βοήθησε να αμυνθούν κατά της Τουρκικής βαρβαρότητας, εκδηλώνουν απεριόριστα την συμπάθειά τους στους δήμιους της Πολωνίας, καθώς έχουν γίνει για αυτούς «προστάτες» και «ελευθερωτές».
Επιπλέον, η Ρωσσία κατάφερε να παίξει με την φωτιά της επανάστασης στην ανατολή με ολοένα και μεγαλύτερη ευκολία, στον βαθμό που οι μάζες του Ρωσσικού λαού ήταν καθηλωμένες σε μια κατάσταση δουλοπαροικίας και αμάθειας. Δεν υπήρχαν αντιδράσεις για να φοβίζουν τους κρατούντες.
Για ποιόν λόγο λοιπόν, η Δύση δεν πήρε αυτό το αξεπέραστο όπλο από τα χέρια της Ρωσσίας για να το στρέψει εναντίον της, υπερασπιζόμενη εκείνη την υπόθεση της ελευθερίας στην Ανατολή; Ήταν αυτό απλά το αποτέλεσμα της έλλειψης προνοητικότητας και λανθασμένος διπλωματικός χειρισμός; Ξεκάθαρα όχι! Μαζί με αυτές υπάρχουν και άλλες αιτίας που εξηγούν καλύτερα την αδράνεια και το συντηρητικό πνεύμα προσέγγισης της Ευρώπης στην Ανατολή.
Ήδη εδώ και 8 μήνες, στο ραπόρτο που δώσαμε στο Συνέδριο της Διεθνούς στο Λονδίνο18Βλέπε σημείωση 4., εγώ και οι Βούλγαροι σοσιαλιστές αφιερώσαμε αρκετό χρόνο για να υπογραμμίσουμε εμφατικά τον πρωταρχικά κυρίαρχο ρόλο που παίζουν οι κάτοχοι ομολόγων στην Ανατολή, και φυσικά οι κάτοχοι των ομολόγων του χρέους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Στην πραγματικότητα, είναι απολύτως σαφές ότι κανένα από τα κράτη που ήδη έχουν απελευθερωθεί από την Τουρκία (δηλαδή η Βουλγαρία, η Σερβία, η Ελλάδα, η Ρουμανία) αλλά και αυτά που αναμένεται να απελευθερωθούν αύριο (δηλαδή η Αρμενία, η Κρήτη, η Μακεδονία) δεν πρόκειται να δεχτούν την βαριά κληρονομιά των χρεών του Σουλτάνου. Και αυτός είναι ο λόγος που για μια συγκεκριμένη κατηγορία ανθρώπων στην Δύση με πολύ μεγάλη επιρροή, η διατήρηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είναι υψίστου ενδιαφέροντος.
Από την άλλη μεριά, η σημερινή Τουρκία, με το καθεστώς των διομολογήσεων, μετατρέπει όλους τους τοπικούς πασάδες της σε έρμαια του καθενός απατεώνα από την δύση, καθιερώνοντας έτσι την καλύτερη δυνατή αποικία προς εκμετάλλευση!
Όσον αφορά την Ρωσσία, στον βαθμό που η βιομηχανία της δεν αναπτύσσεται και δεν υπάρχει συσσώρευση κεφαλαίου για να δανείσει και να επενδύσει στο εξωτερικό, δεν έχει κανένα ιδιαίτερα μεγάλο χρηματιστηριακό και βιομηχανικό συμφέρον στην Τουρκία. Είναι γι’ αυτό που τα χέρια της δεν είναι δεμένα και το βλέμμα της είναι μονοσήμαντα στραμμένο προς τους άμεσους πολιτικούς στόχους.
Και εδώ βρίσκονται, στο κάτω-κάτω της γραφής, οι σημαντικότερες αιτίες που έχουν οδηγήσει στην παθητικότητα της Ευρώπης, από την μια μεριά, και έχουν δώσει απεριόριστη ελευθερία κινήσεων για τις Ρωσσικές επιδιώξεις, από την άλλη μεριά.
Την ώρα που η Ευρώπη δεν επιθυμούσε να ακούσει καμιά κουβέντα για την αυτονομία αυτών των λαών και διακήρυττε ρητά δια στόματος του Λόρδου Τσάταμ: «Δεν έχω τίποτα να συζητήσω με όποιον δεν βλέπει τα συμφέροντα της Αγγλίας αλλά και όλης της Ευρώπης, στη διατήρηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας»19Λόρδος Τσάταμ (ή όπως ήταν ο πλήρης τίτλος του, William Pitt, 1st Earl of Chatham) 1708-1778, πρωθυπουργός της Αγγλίας μεταξύ 1766-1768 από το κόμμα των Ουίγων (Whigs). Ήταν ο αρχιτέκτονας της Βρεταννικής πολιτικής διατήρησης του statusquo της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της προσπάθειας αποτροπής της Ρωσσικής επέκτασης στα Βαλκάνια – και σε μεγάλο βαθμό καθορίζει την σκέψη της Βρεταννικής διπλωματίας μέχρι και την εποχή των Βαλκανικών πολέμων., η Ρωσσία εργαζόταν πυρετωδώς για την εγκαθίδρυση αυτής της αυτονομίας και επέκτεινε την δική της δύναμη στην περιοχή.
Συνεπώς, οι δυτικές αστικές τάξεις, μέσα από τον δικό τους εμπορικό εγωισμό, τις διαιρέσεις τους και τους εσωτερικούς καβγάδες για τις αγορές της Οθωμανικής Τουρκίας, έχουν αποτύχει να εκπληρώσουν τον ιστορικό τους ρόλο στην Ανατολή.
Καθώς αυτές πίστευαν αυτό και υποστήριζαν την Τουρκία, ήταν η ανταγωνίστριά τους, η Ρωσσία, που άνετα έπαιξε τον δικό τους ρόλο και καθιερώθηκε ως η αδιαμφισβήτητη προστάτιδα των Χριστιανικών λαών που εγκαταλείφθηκαν από την Δύση, και μετατράπηκε σε ένα πλαστό εργαλείο προόδου. Η πλήρης ευθύνη για την Ρωσσική κυριαρχία στην Ανατολή χρεώνεται στην καπιταλιστική αστική τάξη της Ευρώπης.
Πέφτει πλέον το καθήκον, στο κόμμα του Διεθνούς Σοσιαλισμού, να παίξει τον ρόλο που η μπουρζουαζία δεν μπόρεσε να παίξει.
Και αυτός ο ρόλος που πρέπει τώρα να αναληφθεί για το ίδιο το συμφέρον του πολιτισμού αλλά και την σοσιαλιστική μας υπόθεση είναι τώρα περισσότερο από ποτέ ξεκάθαρος, αφ’ ότου η Ρωσσία, με την νέα τοποθέτησή της για το ζήτημα της Κωνσταντινούπολης20Εδώ προφανώς ο Ρακόφσκυ αναφέρεται στις πιέσεις της Ρωσσίας που θέτουν σε κίνδυνο την κυριαρχία των Οθωμανών στην ίδια την Κωνσταντινούπολη, όπως φάνηκε και στον Ρωσσοτουρκικό πόλεμο του 1878, που οδήγησε στην Συνθήκη του Βερολίνου και την ανεξαρτησία της Βουλγαρίας, όταν οι Ρώσσοι έφτασαν μέχρι την Αδριανούπολη., η ίδια μόνη της μας δίνει την ευκαιρία να την χτυπήσουμε στο μαλακό υπογάστριό της.
Υποσημειώσεις