Τι κρύβει η Fed πίσω από την αύξηση των επιτοκίων
Η είδηση πέρασε μάλλον στα ψιλά του διεθνούς οικονομικού τύπου αλλά αξίζει προσοχής και… εξήγησης.
Στο αμερικάνικο CNBC, λίγες ημέρες μετά την αύξηση των επιτοκίων από την κα Γιέλλεν κατά 0,25%, είδαν την δημοσιότητα κάποια στοιχεία για την “δραστηριότητα” της Fed από τα μέσα του Ιανουαρίου και ειδικά τις δύο τελευταίες εβδομάδες πριν από την αύξηση.
Τα στοιχεία αυτά αποκαλύπτουν ότι η Fed, παρ’ ότι έχει διακόψει τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης από τον Οκτώβρη του 2014 και έχει αρχίσει την αύξηση των επιτοκίων από τον Δεκέμβριο του 2015 -η τελευταία είναι η τρίτη μόλις αυξηση επιτοκίων από τότε- στο διάστημα αυτό, δηλαδή από τα μέσα Ιανουαρίου μέχρι προχθές έχει ξοδέψει πάνω από 265 δισ. δολ. για την αγορά τίτλων προσφέροντας έτσι στις τράπεζες το τρομακτικό -για τόσο μικρό διάστημα- ποσό με… μηδενικό κόστος.
Από τα ίδια στοιχεία αποκαλύπτεται ότι πάνω από το ένα τρίτο αυτού του ποσού (πάνω από 115 δισ. δολ.) η Fed το έριξε τις δύο τελευταίες εβδομάδες.
Το ποσό αυτό είναι πολύ μεγαλύτερο από εκείνα που ξόδευε η Fed για το ίδιο χρονικό διάστημα όταν είχε σε λειτουργία τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης.
Γιατί το έκανε, γιατί ξόδεψε ένα τόσο μεγάλο ποσό σε τόσο μικρό διάστημα;
Σε πραγματικούς όρους η Fed με αυτό που έκανε ήταν σαν να άνοιγε ένα νέο QE [πρόγραμμα πιστωτικής χαλάρωσης] την ίδια στιγμή που ετοίμαζε το επόμενο βήμα της στην “ομαλοποίηση” του συστήματος.
Ο ισολογισμός της με τον τρόπο αυτό χτύπησε τα 3,9 τρισ. δολ. και έφτασε σχεδόν στο ίδιο σημείο που ήταν το 2014.
Η απάντηση δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολη αν σκεφτεί κανείς ότι τα βήματα “ομαλοποίησης” στο ύψος του κόστους του χρήματος που επιχειρεί η Fed από τον Δεκέμβρη του 2015, αν και έχουν γίνει με ρυθμό σημειωτόν είχαν προκαλέσει τρομακτικής έκτασης τριγμούς στις αγορές.
Αυτή την φορά -και με τις εκλογές του Νοέμβρη πίσω της- η Fed φόρτωσε τις τράπεζες με μηδενικού σχεδόν κόστους ρευστότητα προκειμένου να απορροφήσει τους όποιους τριγμούς προκαλούσε η αύξηση. Και πράγματι, οι αγορές με τον ωκεανό ρευστότητας που είχαν φορτωθεί οι τράπεζες επί δύο μήνες αντέδρασαν “θετικά” εκτινάσσοντας τους δείκτες της Γουώλ Στρήτ σε νέα ιστορικά υψηλά, ενώ θα έπρεπε –δεδομένης και της πολιτικής συγκρουσης Fed με Τράμπ– να έχουν υποστεί ζημιές, όπως άλλωστε αναμενόταν από όσους δεν είχαν προσέξει τι έκανε “σιωπηρά” η Fed.
Τα χρηματιστήρια “γιόρτασαν” με τα λεφτά της κας Γιέλλεν και κανείς ακόμα δεν ξέρει αν αυτή ήταν μια επιλογή μπροστά στο φόβο ενός εφιαλτικού μήνα όπως ο Ιανουάριος του 2016 που θα υποχρέωνε την Fed να κάνει πάλι πίσω ή ήταν ένας σιωπηρός πολιτικός και οικονομικός συμβιβασμός με τον Τράμπ ή και τα δύο.
Ό,τι και να συμβαίνει πάντως από τα δύο, η “επιταγή” που πλήρωσε η Fed για να δείξει ότι είναι η μοναδική κεντρική τράπεζα στο σύστημα που μπορεί και εξακολουθεί να επιδιώκει την επιστροφή στην “ομαλότητα” (στο κόστος του χρήματος) είναι τόσο μεγάλη που από μόνη της είναι η απόδειξη πως ούτε η Fed μπορεί να το κάνει χωρίς δραματικές συνέπειες.
Γιατί δεν υπάρχει αυτή την φορά επιστροφή στην “ομαλότητα” της σχέσης του χρήματος με την “τιμή” του. Με άλλα λόγια στην “ομαλότητα” της λειτουργίας του κεφαλαίου.
Γ. Αγγ.