της Χριστίνας Λυκοτσέτα*
Θριαμβικοί και λυπημένοι
Αγγελική Ελευθερίου
Περνάμε μες στον κόσμο.
Διανύομε χιλιόμετρα γιορτής
Κι ακολουθίες πένθιμες
Με πρόσωπα συγκεντρωμένα
Τραγικά
Φορώντας για διάδημα
Το αμετάκλητο που μας χωρίζει
Διαβάζοντας το ποίημα αυτό θαρρείς πως γράφτηκε για εκείνους/ες. Για τα φιτσίρια και τα μπατσόρια του τόπου αυτού. Έτσι ονομάζονται οι πρώτοι τσιγγάνοι νομάδες που ζούσαν και συνεχίζουν να ζουν σε τσαντίρια. Η άφιξή τους στον ελλαδικό χώρο τοποθετείται τον 14ο αιώνα, στην περιοχή της Πελοποννήσου. Και, παρόλο που η παραμονή τους είναι μακροχρόνια, οι Ρομά στην Ελλάδα απέκτησαν πολιτικά δικαιώματα μόλις τη δεκαετία του 1970. Η πρώτη χαρτογράφηση τσιγγάνικων πληθυσμών τοποθετείται το 1996.
Η πλειονότητα των Ρομά έχει να αντιμετωπίσει εκτός από οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα και τις στερεοτυπικές αντιλήψεις που έχουν συγκροτηθεί μέσα στους αιώνες. Τα ποσοστά θνησιμότητας των Ρομά είναι από δύο έως έξι φορές υψηλότερα σε σχέση με τον γενικότερο πληθυσμό. Μεγαλώσαμε ακούγοντας ιστορίες για τους πανούργους «γύφτους» και την απειλή πως αν δεν φάμε το φαΐ μας ή δεν ακολουθήσουμε τις υποδείξεις των γονιών μας θα μας αρπάξουν οι σκουρόχρωμοι, πονηροί νομάδες. Σε πολλά παραμύθια υπάρχει μια κακιά «γύφτισσα» που παίρνει τα παιδιά, τους κάνει μάγια και τα ξελογιάζει.
Αυτά τα στερεότυπα είναι καλά ριζωμένα μέσα μας. Για αυτό και δεν φάνηκε ποτέ να μας προβληματίζει το πώς αυτοί οι άνθρωποι καταφέρνουν και ζουν δίπλα σε χωματερές, δίπλα σε βουνά από σκουπίδια, συνήθως στην άκρη της πόλης. Και αν καμιά φορά πέρασε αστραπιαία από τον νου ένα «πώς» και ίσως ένα «γιατί», υπήρχε και γι’ αυτό μια ανακουφιστική δικαιολογία.
Πολλές είναι οι προφορικές «μαρτυρίες» που έχουν επινοηθεί για τον άναρχο τρόπο ζωής των Ρομά, που έχουν δήθεν οι ίδιοι επιλέξει. Όλες αυτές οι ιστορίες, πολύ συχνά με μπόλικη δόση αληθοφάνειας, έρχονται να απομακρύνουν τις όποιες ενοχές που συσκοτίζουν καμιά φορά τον νου. Όλοι/ες θα έχουμε ακούσει για κάποιους τσιγγάνους που κάπου, κάπως, κάποτε, τους δόθηκαν πλούτη και παλάτια και εκείνοι τα απαρνήθηκαν για να μείνουν στο τσαντίρι. Το ανησυχητικό στο άκουσμα αυτών των ιστοριών είναι πως ποτέ δεν ζητήσαμε αποδείξεις για την εγκυρότητά τους. Μήπως δεν το κάναμε γιατί αυτές οι ιστορίες έχουν ως σκοπό την ανακούφισή μας από τα όποια «γιατί»;
Η μόνη περίπτωση να στραφεί το βλέμμα μας προς τη μεριά τους είναι για λόγους καθαρά φολκλορικούς. Το φολκλορικό και φωτογραφικό ενδιαφέρον για τους γάμους και τις πολύχρωμες γιορτές που διοργανώνουν οι Ρομά είναι αδιαμφισβήτητο. Το ενδιαφέρον, όμως, για το πώς επιβιώνουν οι οικογένειες είναι αμυδρό και σπάνιο. Κάποιες φορές υπαρκτό, αλλά αποσπασματικό και σύντομο. Τόσο σύντομο, όσο διαρκεί το κλικ της φωτογραφικής μας μηχανής. Που τόσο ακόρεστα αποζητά να τους απαθανατίσει, να ξεκλέψει κάτι από την πολύβουη και πολύχρωμη ζωή τους.
Αλλά όσο και εάν μας γοητεύουν είναι βέβαιο πως αγνοούμε βασικές πτυχές της καθημερινότητάς τους, καθώς και την καταπάτηση στοιχειωδών δικαιωμάτων τους. Ακόμα και στις περιπτώσεις που νομικά τα δικαιώματά τους είναι κατοχυρωμένα, εντούτοις η ελεύθερη άσκησή τους περιορίζεται από τον κοινωνικό περίγυρο. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της εκπαίδευσης των μικρών τσιγγανοπαίδων και η συνύπαρξή τους με τον υπόλοιπο πληθυσμό.
Η Λυδάκη στο βιβλίο της Μπαλαμέ και Ρομά καταθέτει πολλά στοιχεία για την εκπαίδευση των τσιγγανόπουλων στην περιοχή των Άνω Λιοσίων καθώς και για την καθημερινή ζωή τους. Τόσο στο 2ο όσο και στο 9ο δημοτικό σχολείο Άνω Λιοσίων μέχρι και τις αρχές του 2000 υπήρχαν τάξεις αμιγείς τσιγγανοπαίδων. Ο διαχωρισμός ήταν αρκετά έντονος και οι στερεοτυπικές αντιλήψεις των ενηλίκων μεταφέρονταν εντός της σχολικής μονάδας:
«Οι φίλοι μας είναι τσιγγάνοι, αλλά παίζουμε και με μπαλαμέ. Όχι όμως πολύ, γιατί μας βρίζουν» (κορίτσι 12 χρονών),
«μας βρίζουνε, κυρία: άει στο διάολο γύφτοι. Εγώ τι να τους πω κυρία, μετά θα με πουν…Δε με νοιάζει, που δε με θέλουν. Αφού δεν τους γνοιάζει αυτούς για εμάς, τι να γνοιαστούμε εμείς; Αφού έχουμε παρέα, έχουμε τους δικούς μας..» (αγόρι, 13 ετών).
Κάποιες φορές τα συναισθήματα μειονεξίας είναι ιδιαίτερα εμφανή στον λόγο των παιδιών, οι μπαλαμοί φαντάζουν σπουδαίοι:
«Με τους μπαλαμέ παίζω πιο καλά. Είναι πιο καλύτεροι» (αγόρι, 12 χρονών).
Πολλές φορές η εικόνα που σχηματίζουν για τους «άλλους» και παράλληλα η άσχημη αυτοεικόνα σε συνδυασμό με ποικίλα προβλήματα, οικονομικά, έλλειψη σταθερής και μόνιμης κατοικίας, οδηγούν στην απόσυρση και την υψηλή σχολική διαρροή:
«Σταμάτησα το σχολείο στην πρώτη τάξη. Έπρεπε να δουλέψω με τη μάνα μου στη λαϊκή. Χαλιά, μοκέτες…Μερικά ξέρω να διαβάζω, όχι και όλα. Κάθε μέρα πάω στη δουλειά. Πριν πεθάνει ο πατέρας μου, πηγαίναμε ταξίδια συχνά. Κρήτη, Χανιά, Ηράκλειο. Μέναμε σε τσαντίρια. Εδώ έχουμε σπίτια. Από τη δουλειά τελειώνω τρεις η ώρα και παίζουμε μπάλα με λεφτάμ στοιχήματα πεντακόσιες μέχρι χίλιες δραχμές. Πάμε στα ηλεκτρονικά, στα γκούντις. Χαρτιλίκι μου δίνουν οι δικοί σας που τους κουβαλάω τα χαλιά στο σπίτι. Μ’ αρέσει η δουλειά μου» (αγόρι, 13 ετών).
Αλλά αν αυτή είναι μια λίγο ως πολύ δομημένη εικόνα χρόνιας γκετοποίησης, ας δούμε πώς μεταβλήθηκε μέσα στις ιδιαίτερες συνθήκες της πανδημίας.
Ξαφνικά και πολύ πρόσφατα ο τηλεοπτικός φακός στράφηκε ξανά προς τη μεριά τους, αλλά όχι από ενδιαφέρον. Δεν απασχόλησαν η πανδημία, οι άσχημες συνθήκες διαβίωσης και ο αποκλεισμός των παιδιών από την εκπαίδευση. Στόχος ήταν η εύρεση ενός θύτη, ο εντοπισμός ενός φταίχτη, ενός βολικού αποδιοπομπαίου τράγου. Είδαμε να στοχοποιούνται ολόκληρες γειτονιές Ρομά και να αποκλείονται από τα κλιμάκια της αστυνομίας από το Μάιο του 2020. Οι συγκεκριμένες γειτονιές των Ρομά, μαζί με ορισμένα πομακοχώρια και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης των προσφύγων ήταν οι πρώτες περιοχές στις οποίες το κράτος Λεβιάθαν εφάρμοσε πολιτικές οριζόντιου κοινωνικού αποκλεισμού με μοναδικό κριτήριο τα φυλετικά χαρακτηριστικά.
Είναι όμως και η μόνη φορά που η έλλειψη πρόσβασης σε βασικά αγαθά, όπως το ρεύμα, λειτούργησε κάπως «θετικά». Κι αυτό διότι πολλοί Ρομά δεν μπόρεσαν ποτέ να δουν στην τηλεόραση ή στο διαδίκτυο πώς καλύφθηκε δημοσιογραφικά η περίπτωσή τους. Δεν κατάφεραν να δουν τον τρόπο με τον οποίο τέθηκαν στο στόχαστρο, για άλλη μια φορά.
Στις υποτυπώδεις παράγκες, στις οποίες προσπαθούν να επιβιώσουν, πάρα πολλές φορές δεν έχουν ρεύμα και τηλέφωνο και άρα ούτε τηλεόραση και ίντερνετ. Για αυτόν τον λόγο και τα ξεχασμένα παιδιά των καταυλισμών δεν έχουν καμία πρόσβαση στη λεγόμενη περίφημη και πολυδιαφημισμένη τηλεκπαίδευση. Οι διαδικτυακές πλατφόρμες, σαν το webex, όταν για παράδειγμα είσαι κάτοικος Νέας Ζωής Ασπροπύργου και μένεις κάτω από μουσαμάδες, δίπλα στη χωματερή, εκεί που εναποθέτουμε τα απορρίμματά μας, φαντάζει ως κακόγουστο αστείο.
Και σαν να μην έφτανε αυτό, πρόσφατα διαβάσαμε πως διακόπτονται τα σχολικά γεύματα (προσωρινά ή μόνιμα, θα δείξει). Πιθανότατα, η ύπαρξη αυτών των ανθρώπων και των αναγκών τους να είναι άγνωστη σε αυτούς που μας διαφεντεύουν. Ίσως να μην γνωρίζουν πως η τροφή αποτελεί βασική ανάγκη για αυτόν τον πληθυσμό. Και τα δωρεάν σχολικά γεύματα για τα περισσότερα από αυτά τα παιδιά είναι το μοναδικό φαγητό που μπαίνει στο τραπέζι.
Η κατάσταση επιδεινώθηκε και στο στεγαστικό, το οποίο είναι ένα επίσης χρόνιο και πάγιο πρόβλημα αυτού του πληθυσμού. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών πολλοί δήμοι εκδίωξαν τους Ρομά από τις κοινότητες στις οποίες διέμεναν, καταστρέφοντας τις πρόχειρα στημένες κατοικίες, φτιαγμένες από φθηνά υλικά (μουσαμάδες, ξύλα, πανιά και κουρελούδες).
Η τοπική αυτοδιοίκηση, όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά οι Παρθένης και Φραγκούλης στο βιβλίο τους Η διαπολιτισμική εκπαίδευση απέναντι σε νέες προκλήσεις: Ρομά. Μια θεωρητική και εμπειρική προσέγγιση, υποκύπτει πολλές φορές στις ρατσιστικές πιέσεις των τοπικών κοινωνιών που απαιτούν την εκδίωξη των παιδιών Ρομά από την περιοχή και τα σχολεία.
Πρόσφατη σχετικά είναι η περίπτωση της Νέας Ζωής Ασπροπύργου. Εκεί με ενέργειες της δημοτικής αρχής για πολλοστή φορά στο συγκεκριμένο δήμο οι τεχνικές υπηρεσίες το διάστημα Μαΐου-Ιουνίου 2020 γκρέμισαν με τρόπο παράνομο και αυθαίρετο τις παράγκες των Ρομά στην περιοχή. Η κατεδάφιση έγινε υπό το πρόσχημα της αντιμετώπισης της «καταπάτησης» σε ιδιωτικές εκτάσεις, χωρίς όμως να έχει προηγηθεί προηγούμενη νόμιμη έγκλιση των φερόμενων ως θιγόμενων ιδιοκτητών. Η βιασύνη και το μένος με το οποίο καταστράφηκαν οι παράγκες των ανθρώπων αυτών ήταν τόσο μεγάλα που κάτω από τα ερείπια των πρόχειρα στημένων σπιτιών τους καταπλακώθηκαν ακόμα και τα οικόσιτα ζώα τους.
Για να γίνει εφικτό αυτό, αξιοποιήθηκε το πλαίσιο του περιορισμού των μετακινήσεων που είχε εισαχθεί κατά τη διάρκεια του πρώτου lockdown. Η ενέργεια της κατεδάφισης είχε ως αποτέλεσμα οι μαθητές/τριες του 7ου Δημοτικού Σχολείου Ασπροπύργου, των οποίων τα σπίτια καταστράφηκαν, να μην καταφέρουν να επανέλθουν στις τάξεις τους μετά την προσωρινή άρση της καραντίνας τον Ιούνιο και να χάσουν το υπόλοιπο της σχολική χρονιάς. Αυτά τα παιδιά και οι οικογένειές τους καταδικάστηκαν για μεγάλο χρονικό διάστημα να κοιμούνται πάνω από τα ερείπια των σπιτιών τους.
Στις 9 Ιουλίου 2020 ύστερα από σχετική προσφυγή, το Ευρωπαϊκό δικαστήριο δικαιωμάτων του ανθρώπου ανέστειλε τις καταναγκαστικές εξώσεις των Ρομά στην περιοχή, μετά από εντολή του δήμου. Οι οικογένειες των Ρομά άρχισαν να αποκαθιστούν τις παράγκες τους χωρίς φυσικά καμία βοήθεια από τη δημοτική αρχή που απλά ανέχθηκε την προσωρινή απόφαση αναστολής των κατεδαφίσεων. Σύλλογοι Ρομά και ανθρωπιστικές οργανώσεις πέραν της προσωρινής αναστολής κατεδαφίσεων έχουν προσφύγει στα Ευρωπαϊκά δικαστήρια αξιώνοντας την καταδίκη του δήμου Ασπροπύργου και την καταβολή χρηματικών αποζημιώσεων από πλευράς του. Αν αυτό συμβεί, θα είναι η τρίτη φορά τα τελευταία χρόνια στον συγκεκριμένο δήμο, που το ελληνικό δημόσιο θα κληθεί να πληρώσει σημαντικά ποσά αποζημιώσεων στις θιγόμενες οικογένειες.
Φυσικά και στη φετινή σχολική χρονιά, με δεδομένη την απουσία κρατικής και δημοτικής αρωγής με την έναρξη της καραντίνας η πλειοψηφία των παιδιών Ρομά αποκλείστηκε από την τηλεκπαίδευση. Στο σύνολο της χώρας υπολογίζεται πως το 1/3 της φετινής σχολικής χρονιάς, 2020-21, έχει χαθεί, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία. Το γεγονός αυτό έχει θορυβήσει πολλές οικογένειες σε όλη την επικράτεια. Ας αναλογιστούμε όμως πως η έλλειψη πρόσβασης στην εκπαίδευση, για κάποια παιδιά, για τα τσιγγανόπουλα και τα προσφυγόπουλα, είναι ένα φαινόμενο συχνό και επαναλαμβανόμενο. Είναι η δική τους «κανονικότητα».
Αν καμιά φορά ο κανόνας ανατρέπεται, αν συμβαίνει κάτι διαφορετικό, κάτι αναπάντεχο και συνάμα δύσκολο, οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στο φιλότιμο κάποιων εκπαιδευτικών. Εκείνων που δεν πτοούνται μπροστά στα εμπόδια και στις δυσκολίες. Στο 7ο δημοτικό σχολείο της Νέας Ζώης Ασπροπύργου, στο οποίο αναφερθήκαμε, εκείνη η εκπαιδευτικός που κατάφερε να ανατρέψει τον κανόνα, είναι η επί χρόνια διευθύντριά του, η κυρία Ματίνα Βαβούλη. Η «μπαλαμή» που έφερε τα παιδιά στο σχολείο. Πρόκειται για μία εκπαιδευτικό της οποίας οι δράσεις και οι παρεμβάσεις δεν περιορίστηκαν ποτέ στα όρια που έθετε το καθηκοντολόγιό της. Άλλωστε, όταν οι εκπαιδευτικοί καλούμαστε να διδάξουμε σε ευάλωτους πληθυσμούς επιβάλλεται να αναλάβουμε και άλλους ρόλους (υλικής, ψυχολογικής και κοινωνικής στήριξης).
Οι εκπαιδευτικοί με δύναμη και όραμα θα κάνουν την αλλαγή. Και τότε θα καταφέρουμε να οικοδομήσουμε ένα σχολείο που θα συμπεριλάβει όλα τα παιδιά, δίχως αποκλεισμούς και στερεότυπα.
Ένα σχολείο ελεύθερο που θα σέβεται την κουλτούρα των παιδιών, την ιστορία τους, την ταυτότητά τους και τη γλώσσα τους.
Αυτό το σχολείο οραματιζόμαστε!
Αμαρί τσχιπ
Γεκ τσχιπ πφαλά ασταρέλ αμέν,
Γεκ τσχιπ πφαλά σικαβέλ αμέν
Οπρά πφου,
Η Ρομανί, η μπουτ γκιλαμπαντί
Ροντέν Ρομάλεν λακέ ορπέ
Κα αρακχέν ε ντρομά κάι πφιρνταμούσας,
Ροντέν Ροαμαλέν αμαρέ νταντένγκε
Ροή(ν) νταρντε γκιλά,
Καντικχέν ε ντουκχά σαρ γκιλάμπενας
Νάι σας βον πατρά κάι πφουρντάς
Ζουραλί μπαλβάλ ντα κάι ουλαντάς λεν.
Γιάννης Αλεξίου
Απόδοση στα Ελληνικά
Η γλώσσα μας
Μία γλώσσα αδέρφια μας κρατάει
Μια γλώσσα αδέρφια μας δείχνει
Πάνω στη γη,
Η Τσιγγάνικη, η πολύ τραγουδιστή.
Ψάξτε τσιγγάνοι τις λέξεις της
Θα βρείτε τους δρόμους που περπατήσαμε
Ψάξτε τσιγγάνοι τα μοιρολόγια των προγόνων μας
Θα δείτε τους πόνους
Πως τους τραγουδούσανε
Δεν ήταν οι πρόγονοί μας φύλλα
Που φύσηξε ο άνεμος δυνατός
Και τους εσκόρπισε
Βιβλιογραφικές αναφορές
Λυδάκη, Α. (2000). Μπαλαμέ και Ρομά: οι τσιγγάνοι των Άνω Λιοσίων. Αθήνα: Καστανιώτης.
Μάρκου, Γ. (2013). Μία ελπιδοφόρα προοπτική στη διαπολιτισμική ένταξη των Τσιγγάνων: στοχασμοί μέσα από την εμπειρία του προγράμματος για την εκπαίδευση των Τσιγγανοπαίδων. Αθήνα: Πανεπιστήμιο Αθηνών / Κέντρο Διαπολιτισμικής Αγωγής.
Παρθένης, Χ, & Φραγκούλης, Γ. (2015). Η διαπολιτισμική εκπαίδευση απέναντι σε νέες προκλήσεις: Ρομά μια θεωρητική και εμπειρική προσέγγιση. Αθήνα: Μεταίχμιο.
Σκούρτου, Ε. (2015). Η εκπαίδευση των παιδιών Ρομά. Στο Α. Ανδρούτσου, Β. Κούρτη-Καζούλλη, Α. Ρεβυθιάδου, Ε. Σελλά- Μάζη, Ε. Σκούρτου, Ρ. Τσοκαλίδου, Α. Χατζηδάκη (επιμ.), Διγλωσσία και διδασκαλία της ελληνικής ως δεύτερης ξένης γλώσσας (σσ. 97-99). Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο: Ελληνικά ακαδημαικά ηλεκτρονικά συγγράμματα και βοηθήματα.
Racist crimes watch- παρατηρητήριο ρατσιστικών εγκλημάτων [δελτίου τύπου](2020, Ιούλιος 13). Ανακτήθηκε από
https://racistcrimeswatch.wordpress.com/2020/07/13/1-1034/
- Η Χριστίνα Λυκοτσέτα είναι εκπαιδευτικός στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. To κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε στον Σελιδοδείκτη https://selidodeiktis.edu.gr/2021/03/12/τα-φιτσίρια-και-τα-μπατσόρια/
- πηγή φωτογραφίας: ertopen.com