ΣYNTAΞEIΣ ΩPA MHΔEN
Στην τελική ευθεία έχουν μπει οι διαπραγματεύσεις κυβέρνησης-δανειστών για το αν θα κοπούν οι συντάξεις το 2019 ή όχι. Ο λόγος για το πακέτο των περικοπών των κύριων και επικουρικών συντάξεων έως 18% από την 1/1/2019, το οποίο ψήφισε ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ τον Ιούνιο του 2017.
Πετυχαίνοντας ένα πλεόνασμα στα ταμεία μεγαλύτερο από το αρχικά προβλεπόμενο, κυρίως χάρη στις μειώσεις στις νέες συντάξεις αλλά και την καθυστέρηση καταβολής τους, η κυβέρνηση τώρα διεκδικεί να μην εφαρμόσει τις περικοπές που η ίδια ψήφισε.
Παράλληλα, διατείνεται (ψευδώς) πως το ασφαλιστικό είναι «βιώσιμο», όχι μόνο το 2019, αλλά και μεσο-μακροπρόθεσμα, χωρίς τις προβλεπόμενες περικοπές, αλλά και χωρίς κανένα άλλο μέτρο (π.χ. αύξηση εισφορών ως ποσοστών των αποδοχών, αύξηση των ίδιων των αποδοχών, μείωση ληξιπροθέσμων χρεών των εργοδοτών, κ.λπ.)
Μάλιστα, τη διεκδίκηση αυτή την έχει αναγάγει ο ΣΥΡΙΖΑ σε κεντρικό πολιτικό στόχο, προκειμένου να αναχαιτίσει τις απώλειες στην επιρροή στο λαό (όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις) με την ελπίδα είτε να βγει δεύτερο κόμμα με ελάχιστη διαφορά από τη Νέα Δημοκρατία, είτε ακόμα να βγει πρώτο.
Οι αποφάσεις των «θεσμών» σχετικά με το ελληνικό αίτημα αναμένονται το νωρίτερο στις αρχές Δεκεμβρίου.
Εκείνο στο οποίο ελπίζει η κυβέρνηση είναι, αν μη τι άλλο, η αποδοχή των θεσμών στην αναστολή των περικοπών και η επανεξέτασή τους, μαζί με το νόμο Κατρούγκαλου, μετά τον Απρίλιο του 2019, αφού η Εurostat δημοσιεύσει την τελική εκτίμησή της για το πλεόνασμα του προϋπολογισμού της γενικής κυβέρνησης.
Ωστόσο, αμέσως μετά, δηλαδή το Μάιο του 2019 είναι προγραμματισμένες οι ευρωεκλογές, αλλά και οι αυτοδιοικητικές εκλογές, οπότε είναι μάλλον απίθανο για το ΣΥΡΙΖΑ να μπει σε διαδικασία αποφασιστικής διαπραγμάτευσης με τους θεσμούς την περίοδο εκείνη.
Γι’ αυτό γίνεται ολοένα και πιο πιθανό το σενάριο της προκήρυξης πρόωρων εθνικών εκλογών το αργότερο για το Μάρτιο του 2019, δηλαδή αφού ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πετύχει την αναστολή των περικοπών, αλλά και πριν αναγκασθεί να διαπραγματευθεί με τους θεσμούς το εναλλακτικό σενάριο, ειδικά καθώς αυτό θεωρείται σχεδόν απίθανο να προβλέπει ακύρωση των περικοπών.
Και αυτό γιατί μία ακύρωση (όχι απλώς αναστολή) των περικοπών στις ήδη καταβαλλόμενες κύριες συντάξεις θα ανέγειρε ζήτημα αναδρομικής επιστροφής των κομμένων νέων συντάξεων, αλλά και μη περικοπή όλων των μελλοντικών.
Εξάλλου, θα επέβαλλε ένα άλλο πακέτο περικοπών ή αυξήσεων στους φόρους προκειμένου να διασφαλισθούν οι στόχοι του πρωτογενούς πλεονάσματος, μαζί και της εξυπηρέτησης του υπέρογκου δημόσιου χρέους, αλλά και του ολοένα και αυξανόμενου ληξιπρόθεσμου ιδιωτικού χρέους, ιδίως προς τις τράπεζες.
Έτσι είναι πιο δυνατό να έλθει μετεκλογικά ένα πακέτο σταδιακών μειώσεων στις συντάξεις.
Μέχρι το ξεκαθάρισμα του πολιτικού τοπίου στην Ελλάδα το 2019, οι θεσμοί ενδέχεται να δεχθούν ντε φάκτο την αναστολή της εφαρμογής του μέτρου.
Εξάλλου, η περίοδος των αλλεπάλληλων εκλογικών αναμετρήσεων σε συνθήκες μιας εξαιρετικά εύθραυστης «ανάκαμψης» του ελληνικού καπιταλισμού είναι δεδομένο πως θα επιδεινώσει την κατάσταση του προϋπολογισμού. Τα έσοδα από φόρους και εισφορές θα μειωθούν, ενώ οι δημόσιες δαπάνες (π.χ. για προσλήψεις προσωπικού) θα αυξηθούν, αναχαιτίζοντας τα πλεονάσματα για τα οποία περηφανεύεται η κυβέρνηση. Παράλληλα, ιδίως η Κομισιόν δεν θέλει μια νέα κοινωνική αναταραχή στην Ελλάδα με αφορμή την περικοπή των συντάξεων, παραμονές των πιο κρίσιμων ευρω-εκλογών στην ιστορία της ΕΟΚ-ΕΕ, την ώρα μάλιστα που είναι ανοιχτό το μέτωπο του Brexit, μαίνεται ο διεθνής εμπορικός πόλεμος, ενώ η Τουρκία βυθίζεται στην κρίση.
Απρόβλεπτες είναι, πλέον, οι συνέπειες από την επιδείνωση της κρίσης της Γερμανικής κυβέρνησης, μετά την αποτυχία της Μέρκελ να επιβάλλει στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του κόμματος τον πρόεδρο τον οποίο η ίδια επέλεξε. Ο νέος δεξιότερος από τον προηγούμενο πρόεδρος της Κ.Ο. του CDU-CSU ενδεχομένως να αποτελεί την αρχή της δεξιάς στροφής της εν λόγω «Ένωσης» (των προαναφεθέντων κομμάτων) και, έτσι, συνολικά του Μεγάλου Συνασπισμού, εφόσον αυτός συνεχίσει να κυβερνά το αργότερο έως το Μάιο του 2019, δηλαδή μέχρι τις επικείμενες ευρωεκλογές. Κάτι τέτοιο, θα σκλήρυνε τη στάση του Βερολίνου έναντι του ελληνικού αιτήματος για μη περικοπή των συντάξεων του 2019.
Ωστόσο, στην κυβέρνηση πιστεύουν πως μέχρι να αποσαφηνισθεί η τύχη της κυβέρνησης του Μεγάλου Συνασπισμού, το Βερολίνο θα ανεχθεί, έστω και προσωρινά την μη περικοπή των συντάξεων, χάρη στα ανταλλάγματα της Αθήνας στο προσφυγικό, αλλά και στο Μακεδονικό…
Ο λαός αυτής της χώρας πρέπει να ανατρέψει τους σχεδιασμούς και τα αισχρά παζάρια της ψευτο-αριστερής κυβέρνησης. Πρέπει να αρνηθεί κάθε «αντι-παροχή» στον γερμανικό και γενικότερα ευρωπαϊκό ιμπεριαλισμό προκειμένου να μην κοπούν οι συντάξεις το 2019, αλλά να… κοπούν το 2020 ή το 2021. Δεν πρέπει να δεχθεί το αλυσόδεμα του μακεδονικού λαού στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ στη βάση της συμφωνίας των Πρεσπών, ούτε ακόμα περισσότερα στρατόπεδα συγκέντρωσης για τους πρόσφυγες στην Ελλάδα, έτσι ώστε να «κερδίσουν» οι συνταξιούχοι μία μικρή παράταση από την παραπέρα εξαθλίωσή τους. Ας μην κοροϊδεύει άλλο τους συνταξιούχους η κυβέρνηση.
Τον Γενάρη του 2015, εξελέγη ο ΣΥΡΙΖΑ, υποσχόμενος την επαναφορά της 13ης σύνταξης. Αντ’ αυτού έκοψε το 2016 -2017 τις επικουρικές συντάξεις, τα εφάπαξ και τα μερίσματα, αλλά και τις νέες κύριες συντάξεις.
Τώρα, μας λέει πως δεν θα κόψει τις παλιές συντάξεις. Εμείς λέμε να μην κοπούν οι παλιές συντάξεις, να επιστραφούν τα κομμένα από τις νέες συντάξεις και όλες οι περικοπές επί ΣΥΡΙΖΑ και επί ΝΔ-ΠΑΣΟΚ.
Κονδύλια μπορούν να βρεθούν. Οι εργοδότες χρωστάνε πάνω από 20 δις ευρώ στα ταμεία. Ακόμα και ένα δις ευρώ το χρόνο να εισέπρατταν τα ταμεία από αυτά τα χρέη, θα έπρεπε οι συνταξιούχοι να έπαιρναν αύξηση 2,5% κάθε χρόνο… Αν δεν μπορεί το κράτος να εισπράξει τα χρωστούμενα, ας απολλοτριώσει τις περιουσίες των οφειλετών. Μπορεί επίσης με ένα δημοκρατικά οργανωμένο σχέδιο, κάτω από εργατικό έλεγχο, να οδηγήσει στην αύξηση της απασχόλησης σε όλο το φάσμα της οικονομίας και έτσι να αυξηθούν τα έσοδα από τις εισφορές. Ωστόσο, όλα αυτά δεν μπορούν να γίνουν από το αστικό κράτος. Μπορούν να γίνουν μόνο στα ερείπια του. Μπορούν να γίνουν μόνο από ένα εργατικό κράτος, το οποίο θα απαλλοτριώσει το κεφάλαιο, θα διώξει το ΝΑΤΟ και την ΕΕ και θα παλέψει για την παγκόσμια σοσιαλιστική επανάσταση…
Δ.Κ.