Στον Έκτορα
Την Πέμπτη 8 Μάρτη, η γειτονιά του σμυρναϊκού και ρεμπέτικου τραγουδιού έχασε πολύ νωρίς ένα από τα πιο ξεχωριστά παιδιά της. Οι μελωδίες από το βιολί και το μπαγλαμαδάκι του Έκτορα Κοσμά δεν θα μας συντροφεύουν πια. Γιος μεταναστών από την Αυστραλία, που έφεραν την καταγωγή τους από μια άλλη ξενιτιά, τη Σμύρνη και την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, θα έρθει στην Ελλάδα το 1998 για να υπηρετήσει σε πιο οικεία εδάφη τη μουσική που αγάπησε από τα μικράτα του. Θα τον μαγέψει το χάος της Αθήνας και η συντροφιά που δημιουργεί η μουσική: «οι άνθρωποι εδώ μοιράζονται περισσότερο με τους άλλους τις χαρές και τις λύπες τους, κι αυτό σε κάνει να αισθάνεσαι ότι ανήκεις σε μια κοινότητα».
Ακούραστος εργάτης της ζωής, της μουσικής, θα παίξει με όλους τους γνωστούς και άγνωστους λάτρεις της σμυρναϊκής σχολής και του ρεμπέτικου, με αλήθεια, ευγένεια, καλοσύνη και χαρά. Ένα χαμόγελο τον συντρόφευε πάντα, και τα μάτια του λαμπύριζαν κάθε που έφερνε στα λόγια του τις δυο κόρες του, τη γυναίκα του και τον πατέρα Κωσταντή. Ένα παιδί ήταν, που δεν ήθελε να μεγαλώσει, αρνιόταν με πείσμα τα κυκλώματα και ό,τι ψεύτικο μας κυκλώνει, ουσιαστικός, λιτός και με σεβασμό στην τέχνη, ένα παιδί που διψούσε για ζωή. Με το βιολί του γαλήνευε τους πόνους και έκανε τις ομορφιές ακόμα πιο μεγάλες. Αντίο, γλυκέ μας άνθρωπε, Έκτορα Κοσμά…