του Γιάννη Αγγέλη

Διαψεύδοντας τις κυβερνητικές προβλέψεις ακόμα και του προηγούμενου μήνα, ο πληθωρισμός, ή αλλιώς η “ακρίβεια”, έκοψε τον μήνα Ιανουάριο κατά τουλάχιστον 5,5% τους μισθούς και τις συντάξεις, μειώνοντας αντίστοιχα την αγοραστική δύναμή τους.

Στην πραγματικότητα για τα χαμηλά και πολύ χαμηλά εισοδήματα ο πληθωρισμός αυτός, δηλαδή η περικοπή των μισθών και των συντάξεων, είναι σχεδόν διπλάσια ή και υπερδιπλάσια καθώς όσο πιο μικρό είναι το εισόδημα τόσο περισσότερο επηρεάζεται από την αύξηση των βασικών τροφίμων και ενέργειας.

Σύμφωνα με τα αναλυτικά στοιχεία της Eurostat στην ενέργεια, δηλαδή σ’ αυτά που ξοδεύονται για ηλεκτρισμό, θέρμανση και μεταφορά, η αύξηση είναι 40,6% έναντι 34,8% τον Δεκέμβριο, ενώ ο μέσος όρος στην Ευρώπη είναι 28,6%. Όσο δε για τα βασικά τρόφιμα, η αύξηση είναι 4,3% τον Ιανουάριο από 3,6% τον Δεκέμβριο και 3,1% στην Ευρωζώνη.

Πηγή: Eurostat

Στο σημείο αυτό για να γίνει σαφές τι σημαίνουν τα ποσοστά αυτά πρέπει να διευκρινίσουμε ότι :

  • η αύξηση του 40% τον Ιανουάριο σε σχέση με τον Δεκέμβριο σημαίνει ότι το 40% προστέθηκε στα ποσοστά πληθωρισμού του Δεκεμβρίου για την ενέργεια και αντίστοιχα στα τρόφιμα.
  • Ακόμα και αν ο πληθωρισμός μηδενιζόταν τον Φεβρουάριο και τους επόμενους μήνες – γεγονός που όχι μόνο δεν θα συμβεί αλλά θα συμβεί το απολύτως αντίθετο – οι αυξημένες τιμές του Ιανουαρίου θα ήταν αυτές που θα είχαν οι τσέπες των καταναλωτών να αντιμετωπίσουν στην πραγματικό στα ράφια και στα βενζινάδικα. Δηλαδή ακόμα και με 0% πληθωρισμό από τον Φεβρουάριο, οι αυξήσεις των τιμών που έχουν ήδη γίνει θα ήταν αυτά που θα συνέχιζαν να πληρώνουν μισθωτοί και συνταξιούχοι.  

Με άλλα λόγια χωρίς διαρκείς αυξήσεις μισθών και συντάξεων εδώ και τώρα, σε ύψος τουλάχιστον όσο και ο πληθωρισμός, η κατάσταση που ήδη υπάρχει, ισοδυναμεί με την διαρκή περικοπή της αμοιβής της εργασίας και των συντάξεων, και μάλιστα μεγαλύτερη εκείνων που έγιναν με τα τρία μνημόνια.

Όμως η ακρίβεια δεν πρόκειται να σταματήσει.

Όπως έχει εξηγήσει ήδη από τα τέλη του Μάη του 2021 η Νέα Προοπτική σε αλλεπάλληλα άρθρα και ρεπορτάζ, ο πληθωρισμός είναι ο “πυρετός” μιας κρίσης που δεν μπορεί πλέον να συγκρατηθεί.

Και αυτό, γιατί το “φάρμακο” που μπορούν να δώσουν στον “ασθενή” οι Κεντρικές Τράπεζες, δηλαδή η αύξηση των επιτοκίων και η συρρίκνωση της διαθέσιμης ρευστότητας, μπορεί να… σκοτώσει τον ασθενή δηλαδή το σύστημα σε χρόνο dt, βυθίζοντάς το σε ύφεση μέσα σε ένα περιβάλλον πληθωρισμού. Και μέχρι ο πληθωρισμός να “απορροφηθεί” από τις δραματικές συνέπειες της ύφεσης θα έχουμε και ύφεση και πληθωρισμό.

Το πείραμα του Βόλκερ  

Τα μεγέθη του χρέους και της ρευστότητας που έχουν διοχετευθεί στις οικονομίες μετά το 2008 και ιδιαίτερα μετά το ξέσπασμα της πανδημίας είναι τέτοιας κλίμακας, που είναι αδύνατο να επιχειρηθεί η επανάληψη του… έργου του 1981. Όταν δηλαδή ο (τότε πρόεδρος της Fed) Πολ Βόλκερ αύξησε σε μία νύχτα τα επιτόκια στο 18%, προκαλώντας ένα κύμα ύφεσης σ’ ολόκληρο τον πλανήτη, ενώ χρειάστηκαν μερικά χρόνια για να “απορροφηθεί” το πληθωριστικό κύμα.

Με την διαφορά ότι το χρέος τότε, δημόσιο και ιδιωτικό, δεν έχει καμία σχέση με εκείνο που υπάρχει σήμερα.

To παγκόσμιο χρέος έχει εκτιναχθεί από τα 83 τρισεκατομμύρια δολάρια το 2000 σε 295 τρις δολάρια το 2021. Με άλλα λόγια έχει αυξηθεί με διπλάσιο ρυθμό από αυτόν που αυξάνεται το παγκόσμιο ΑΕΠ. Και αν το δούμε σαν ποσοστό του ΑΕΠ η εικόνα είναι εκρηκτική. Το χρέος αυξήθηκε από το 230% του ΑΕΠ το 2000 στο 320% πριν την πανδημία, ενώ η πανδημία με τον Covid-19 το έστειλε ακόμη ψηλότερα στο 355% του παγκόσμιου ΑΕΠ το 2021.

Για να επαναληφθεί η «πράξη» του 1981 θα πρέπει οι Κεντρικές Τράπεζες να αυξήσουν τα επιτόκια πάνω από το ποσοστό του πληθωρισμού και να το κρατήσουν εκεί για όσο χρειαστεί… Αλλά αυτό με το σημερινό χρέος θα ισοδυναμούσε με μια χωρίς προηγούμενο ύφεση πολύ πέραν εκείνου που συνέβη το 2008.

Ο δεύτερος κύκλος πληθωρισμού

Στο μεταξύ βέβαια ο πληθωρισμός… «δουλεύει» για μεγαλύτερα ύψη τους επόμενους μήνες. Και μάλιστα σε τομείς όπως τα τρόφιμα, οι τιμές των οποίων εκτινάχθηκαν αρχικά από την κατακόρυφη άνοδο της τιμής του φυσικού αερίου.

Ο δεύτερος κύκλος αύξησης που έχει αρχίσει τώρα, έχει να κάνει με το γεγονός ότι η γεωργική παραγωγή εξαρτάται από τα λιπάσματα, πέραν των μεταφορών ή της θέρμανσης (θερμοκήπια, κ.λπ.). Οι τιμές των λιπασμάτων που έχουν ως πρώτη ύλη παράγωγα του φυσικού αερίου, έχουν εκτιναχθεί σε ύψη ανάλογα με εκείνα της ενέργειας.

Αυτό έχει προκαλέσει κατακόρυφη άνοδο του κόστους παραγωγής με συνέπεια οι παραγωγοί να αφήσουν μέρος των χωραφιών ακαλλιέργητα ή να αλλάξουν προϊόν ή να χρησιμοποιήσουν λιγότερα λιπάσματα.

Ο κύκλος αυτός σε κάθε εκδοχή του καταλήγει στη μείωση της παραγωγής για την επόμενη εσοδεία και κατά συνέπεια σε αύξηση των τιμών λόγω λιγότερου διαθέσιμου προϊόντος και μεγαλύτερης ζήτησης, ιδιαίτερα λόγω της πίεσης για αποκατάσταση των αποθεμάτων.

Το ψωμί… ψωμάκι

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το σιτάρι, βασικό προϊόν, από το οποίο παράγεται το βασικότερο των τροφίμων, το ψωμί.

Η τιμή του «σκληρού» σιταριού και κατά συνέπεια των αλεύρων, έχει “πετάξει” από τα 260 ευρώ τον τόνο στις αρχές του 2021 και έχει αγγίξει σήμερα τα 530 – 560 ευρώ.

Το ίδιο έχει συμβεί και στα μαλακά σιτάρια που χρησιμοποιούνται κυρίως για την παραγωγή ζυμαρικών. Από τα 220 ευρώ ο τόνος σήμερα έχει φθάσει στα 300 ευρώ.

Ενδιαφέρον εδώ είναι και ένα “επεισόδιο” που θα το κάνει ακόμα ακριβότερο. Πολύ έγκαιρα οι γείτονες από την Τουρκία επειδή είχαν πάθει ζημιές στην παραγωγή τους, έχουν “καπαρώσει” όλη την παραγωγή του “μαλακού” σιταριού του Έβρου εδώ και μήνες. Το μαλακό σιτάρι είναι αυτό που υποτίθεται έχει μπόλικο η Ελλάδα…

Αν σ’ αυτό το πλαίσιο συνυπολογίσουμε ότι η Ουκρανία είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας σιταριού στην Ευρώπη μπορεί να καταλάβει κανείς πόσο μακριά μπορεί να πάει αυτή η ιστορία με την τιμή του ψωμιού. Στη Γαλλία πάντως ο καυγάς έχει ήδη αρχίσει για την τιμή της γνωστής μπακέτας καθώς όπως ήδη αναφέρεται στα διεθνή ρεπορτάζ έχει ξεσπάσει ο πόλεμος μεταξύ παραγωγών, φουρναρέων και αλυσίδων Σούπερ Μάρκετ…