ΨΗΦΙΣΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΛΑΤΙΝΙΚΗ ΑΜΕΡΙΚΗ Oι επαναστατικές προοπτικές στη Λατινική Aμερική

ΨΗΦΙΣΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΛΑΤΙΝΙΚΗ ΑΜΕΡΙΚΗ
Oι επαναστατικές προοπτικές στη Λατινική Aμερική

Στην Λατινική Αμερική παρατηρείται ένα εξαιρετικό, σε κάποιο βαθμό, φαινόμενο. Από τη μία πλευρά, υπάρχει κατάρρευση των αστικών εθνικιστικών και λαϊκομετωπικών καθεστώτων που προωθήθηκαν στην εξουσία από τα διαφορετικά επεισόδια της παγκόσμιας κρίσης της δεκαετίας του ’90 και της εξάντλησης των προγενέστερων “νεοφιλελεύθερων” εγχειρημάτων· κι από την άλλη, υπάρχει μια μεγάλη κρίση (αν όχι κατάρρευση) και των κυβερνήσεων της “λιτότητας” που ήρθαν να τα αντικαταστήσουν με διαφορετικά πολιτικά μέσα – εκλογικά ή πραξικοπηματικά. Με λίγα λόγια, είμαστε μάρτυρες της σύζευξης της κρίσης δύο μορφών πολιτικής κυριαρχίας που ακολούθησαν και εναλλάχτηκαν η μία με την άλλη κατά το τελευταίο τέταρτο του αιώνα.

Από την ασιατική κρίση του 1997-8 μέχρι την έναρξη της κρίσης στην Κίνα, το 2014, η εμφάνιση κυβερνήσεων εθνικιστικής κοπής ήταν μια έμμεση συνέπεια οικονομικών κρίσεων και μεγάλων μαζικών εξεγέρσεων (από τον πόλεμο του νερού μέχρι την εξέγερση του Οκτώβρη 2003, στη Βολιβία, τις διάφορες εξεγέρσεις στον Ισημερινό, το “αργεντινάσο” και το “καρακάσο”, τους αγροτικούς αγώνες στην Παραγουάη και την Ονδούρα), ή οικονομικών κρίσεων και λαϊκών αγώνων – ιδιαίτερα στη Βραζιλία, ως πολιτική πρόληψης έναντι πιθανών προ-επαναστατικών καταστάσεων.

Σήμερα, ιδιαίτερα η κατάρρευση της πραξικοπηματικής κυβέρνησης Τεμέρ [στη Bραζιλία] είναι η απόδειξη της μη βιωσιμότητας των εναλλακτικών διεξόδων νέας “νεοφιλελεύθερης” κοπής. Αυτό ισχύει και για την αναδυόμενη πολιτική κρίση της κυβέρνησης Κάρτες στην Παραγουάη, τους αγώνες που έχει προκαλέσει η πολιτική της κυβέρνησης Μάκρι [στην Aργεντινή], μια πιθανή μομφή στην Ονδούρα και, αν μη τι άλλο, η οικονομική και πολιτική χρεοκοπία του Πουέρτο Ρίκο. Η Λατινική Αμερική διέρχεται μια μοναδική εμπειρία, όπως είναι οι διαδοχικές κρίσεις των μορφών πολιτικής κυριαρχίας. Αυτή η συνδυασμένη κρίση εκδηλώνεται στη Βενεζουέλα, όπου συνδυάζεται η πλήρης εξάντληση της τσαβικής εμπειρίας και η αμετάκλητη μη βιωσιμότητα της κυβέρνησης Μαδούρο, από τη μία πλευρά, με την ανικανότητα της δεξιάς αντιπολίτευσης και του ιμπεριαλισμού να οργανώσουν μια “ανώδυνη” διαδοχή, από την άλλη. Στη Βενεζουέλα έχει σχηματιστεί μια “de facto κυβέρνηση” αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο ενός πραξικοπήματος και μιας στρατιωτικής κυβέρνησης, από τη μια πλευρά, μια διαδοχική αλυσίδα κρίσεων που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην ανάπτυξη επαναστατικών καταστάσεων, από την άλλη.

Η καπιταλιστική χρεοκοπία έχει μεγεθυνθεί στη Λατινική Αμερική, λόγω της εξαιρετικά μεγάλης εξάρτησής της από την παγκόσμια αγορά. Χτυπημένη από την κατάρρευση της αγοράς στεγαστικών δανείων υψηλού ρίσκου και την χρηματοοικονομική χρεωκοπία στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, τονώθηκε έπειτα από την αναθέρμανση της παγκόσμιας αγοράς πρώτων υλών ως αποτέλεσμα της δημοσιονομικής διάσωσης που επέβαλαν κυρίως οι ΗΠΑ και η Κίνα. Αυτή η “επανεκκίνηση” προκάλεσε τεράστιο δημόσιο και ιδιωτικό χρέος, ειδικά για τις εμπορικές μεταφορικές επιχειρήσεις, και κατά συνέπεια την ανάπτυξη ενός υπερτροφικού εσωτερικού και τοκογλυφικού χρέους.

Η μετέπειτα “υποτροπή” της παγκόσμιας κρίσης –Ευρώπη, 2012 και Κίνα, 2014–, που βύθισε την αγορά πρώτων υλών και πυροδότησε μια έντονη φυγή κεφαλαίων, απειλεί να οδηγήσει τις άρχουσες τάξεις της ηπείρου σε πτώχευση, πραγματική ή δυνητική.

Με ένα δημόσιο χρέος περίπου στο εκατό τοις εκατό του ΑΕΠ, η πολιτική κρίση της Βραζιλίας θα μπορούσε να προκαλέσει μια κατάσταση στάσης πληρωμών. Με λίγα λόγια, ο αστικός εθνικισμός έφτασε στο πολιτικό του απόγειο στην άνοδο του δεύτερου κύκλου της κρίσης και κατέρρευσε στο κλείσιμο του ίδιου αυτού κύκλου. Τώρα, η Λατινική Αμερική παρακολουθεί ένα νέο επεισόδιο, πολύ πιο σοβαρό, του μεγάλου κύκλου που ξεκίνησε με την μεξικανο-αργεντίνικη κρίση του 1982. Οι πολιτικές κρίσεις στις μητροπόλεις (Τραμπ, Brexit, Γαλλία, Ιταλία) και η όξυνση των τάσεων αποσύνθεσης της παγκόσμιας οικονομίας (εμπορικός πόλεμος, αρχή διάλυσης της ΕΕ και της ευρωζώνης), μπορούν μόνο να επιδεινώσουν τις τάσεις συνδυασμένης κρίσης στην Λατινική Αμερική.

Ο αστικός εθνικισμός απέδειξε και πάλι την ιστορική ανικανότητα του. Το μαρτυρά η πανωλεθρία του τσαβισμού. Πέρασε από δημοψηφισματικό σύστημα σε ένα κατασταλτικό καθεστώς επιβολής μέτρων de facto. Οι ελλείψεις και ο ανεξέλεγκτος πληθωρισμός χρησιμεύουν ως μέσα επιβολής λιτότητας, σκοπός της οποίας είναι η αποπληρωμή του εξωτερικού χρέους.

Η έκκληση για οικονομική διαφάνεια και διεθνή οικονομική βοήθεια, από τις νέες κυβερνήσεις δεξιάς προέλευσης, έρχεται σε αντίθεση με την τάση για διεθνή εμπορικό πόλεμο, από τη μία πλευρά, και την κρίση υπερπαραγωγής και την οικονομική κρίση της Κίνας, από την άλλη. Στη Βραζιλία και την Αργεντινή, κυβερνάνε με βάση τις επισφαλείς πολιτικές συμμαχίες, ενωμένοι από το φόβο νέων πολιτικών κρίσεων, πτωχεύσεων και λαϊκών εξεγέρσεων. Λαμβάνουν από το χρηματιστικό κεφάλαιο βοήθεια που ενισχύει την κρίση με το πρόσχημα της υπέρβασής της, και που αποτελεί, πάνω απ’ όλα, μια εφήμερη διέξοδο για το πλασματικό κεφάλαιο που κυριαρχεί στη διεθνή οικονομική σκηνή. Δεν υπάρχει ένα ρεύμα παραγωγικών επενδύσεων, για τον ίδιο λόγο για τον οποίο σπανίζει στις ίδιες τις μητροπόλεις και από το αδιέξοδο της διαδικασίας της παγκοσμιοποίησης. Στη Βραζιλία λαμβάνει χώρα μια ακόμα πιο εξαιρετική διαδικασία: η διάλυση ενός σημαντικού μέρους της βιομηχανικής δομής ως αποτέλεσμα των κατηγοριών που στήθηκαν από το Υπουργείο Δικαιοσύνης και την κυβέρνηση των ΗΠΑ και των διεθνών πετρελαϊκών μονοπωλίων για διαφθορά μεγάλης κλίμακας.

Οι εκμεταλλευόμενες μάζες έχουν αρχίσει να προειδοποιούν, στην Λατινική Αμερική, ότι πίσω από τις πολιτικές “λιτότητας”, τη διάλυση των εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων, και την ευρεία ιδιωτικοποίηση, λειτουργεί μια συνδυασμένη πολιτική κρίση. Οι διαδοχικές κρίσεις διδάσκουν ότι δεν υπάρχει κοινωνική διέξοδος για τη λαϊκή πλειοψηφία στο πλαίσιο της αστικής πολιτικής κυριαρχίας. Είναι αυτό που προκύπτει βλέποντας τη μεγάλη κινητοποίηση –μισό εκατομμύριο άνθρωποι στο Μπουένος Άιρες– ενάντια στην ατιμωρησία των βασανιστών της δικτατορίας και από τις απεργίες και κινητοποιήσεις των γυναικών. Είναι, επίσης, αυτό που προκύπτει από την πρόσφατη γενική απεργία στη Βραζιλία και την έναρξη των διαδηλώσεων για να πέσει ο Τεμέρ και να διαλυθεί το Κογκρέσο των κλεφτών. Η “διακυβερνησιμότητα” του κεφαλαίου, υπό αυτές τις συνθήκες, βασίζεται στη στήριξη που προσφέρει ο εκτοπισμένος αστικός εθνικισμός – όπως το Περονικό κόμμα και η συνδικαλιστική γραφειοκρατία που υποστηρίζει τη κυβέρνηση του Μάκρι, ή τη δράση του Λούλα και του PT, που υποστηρίζει μια λύση μέσω διαπραγματεύσεων στο Κογκρέσο της Βραζιλίας μέχρι τις εκλογές του 2018.

Αυτή η συνδυασμένη κρίση του αστικού εθνικισμού και της φιλο-ιμπεριαλιστικής δεξιάς τοποθετεί την επαναστατική αριστερά μπροστά σε μια αντικειμενική πρόκληση – με την ιδιότητά της ως πολιτικής δύναμης και την παρουσία της σε συνδικάτα, στο γυναικείο κίνημα, στους δασκάλους, τους φοιτητές και τους νέους, στους χώρους εργασίας και τις οργανώσεις των ανέργων και τον εκλογικό και κοινοβουλευτικό τομέα. Για ένα μέρος της αριστεράς, ωστόσο, η κατάκτηση των μαζών ταυτίζεται με την προσαρμογή στην απατηλό εθνικισμό, σε αντίθεση με μια ανοιχτή πολιτική επαναστατικής οικοδόμησης στη βάση μιας ταξικής πάλης ολοένα πιο πολιτικής και πιο έντονης. Στη Βενεζουέλα, η αριστερά πορεύεται με τους αντιφρονούντες στο τσαβισμό γύρω από κοινά συνθήματα της δεξιάς αντιπολίτευσης.

Η εμπειρία του Partido Obrero (PO) και του Frente de Izquierda y de los Trabajadores (Mέτωπο της Aριστεράς και των Eργαζομέων – FIT) αναπτύχθηκε μέσα από μια συστηματική οριοθέτηση από τον κυβερνώντα κιρχνερισμό, και την ενεργό συμμετοχή στον αγώνα των μαζών. Είναι αυτό που επέτρεψε έναν σημαντικό πολιτικό προχώρημα και την κατάκτηση σημαντικών θέσεων σε συνδικάτα, όπως το σημαντικό βιομηχανικό σωματείο ελαστικών (Pirelli, Firestone, κ.λπ.), εργοστάσια τροφίμων, στη μεγάλη πρόσφατη απεργία των εκπαιδευτικών, στις καταλήψεις επιχειρήσεων (AGR-Clarin).

Η εμπειρία του FIT δεν πρέπει να νοηθεί ως στρατηγικό αίτημα “μετωπισμού”, αλλά ενός ενιαίου μετώπου, ως μεθόδου προώθησης της παρέμβασης των μαζών. Το προλεταριάτο θα κατακτήσει την εξουσία μέσω μιας πολιτικής ομογενοποίησης, δηλαδή της οικοδόμησης του εργατικού κόμματος. Ο “μετωπισμός” καθεαυτός ισοδυναμεί με τον κινηματισμό, όπου η δράση είναι τα πάντα και η πολιτική στρατηγική τίποτα. Στο εσωτερικό του FIT εκφράζονται κινηματιστικές τάσεις, μέχρι και λαϊκιστικές, ακόμα και τάσεις που υποστηρίζουν αντεπαναστατικές κινήσεις με το πρόσχημα της θεωρίας της δημοκρατικής επανάστασης στην Συρία και την Ουκρανία].

Τα “πλατειά” κόμματα, όπως το PSOL στη Βραζιλία, σπέρνουν τη σύγχυση στην πρωτοπορία των εργαζομένων και αποτελούν τροχοπέδη για την επανάσταση.

Στον παρακμάζοντα αστικό εθνικισμό σε κρίση αντιτάσσουμε την πάλη για κυβερνήσεις των εργατών και των αγροτών και για την σοσιαλιστική ενοποίηση της Λατινικής Αμερικής, συμπεριλαμβανομένου του Πουέρτο Ρίκο. Η πτώχευση του μικρότερου νησιού των Αντιλλών θα πρέπει να χρησιμεύσει για την προώθηση ενός πανεθνικού αγώνα στην Καραϊβική, κάτω από τη σημαία της σοσιαλιστικής ενοποίησης των λαών της Καραϊβικής. Είναι αυτό που θα δώσει σίγουρα μια νέα ώθηση στην Κουβανική Επανάσταση.

R. Santos – J. Altamira

Μετάφραση ΝΑΛ

[ψηφίστηκε κατά πλειοψηφία]