ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ

«Ο όγκος των μη εξυπηρετούμενων δανείων στις ελληνικές τράπεζες, αποτελεί το βασικότερο παράγοντα αστάθειας του συνόλου του ελληνικού τραπεζικού συστήματος».

Είναι το βασικό σχόλιο του Γιάννη Στουρνάρα, διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας, μετά τη δημοσιοποίηση του πορίσματος της Επιτροπής Αξιολόγησης του Ελληνικού Χρηματοπιστωτικού Συστήματος, που έγινε την τελευταία εβδομάδα του Ιουλίου. Τα στοιχεία που προκύπτουν από το πόρισμα της Επιτροπής, είναι ενδεικτικά. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν στις ελληνικές τράπεζες τρία εκατομμύρια φάκελοι, με επισφαλή ανοίγματα της τάξεως των 108 δις ευρώ. Χαρακτηριστικό του κοινωνικού Αρμαγεδδώνα που έρχεται, και που σε αυτό ο Στουρνάρας δε στάθηκε ιδιαίτερα, είναι πως οι τράπεζες θα πρέπει να έχουν «τακτοποιήσει» το 40% εξ αυτών (δηλαδή τα 43,2 δις ευρώ) μέσα στην επόμενη διετία. Επίσης έχει τη σημασία του, και ίσως δεν είναι τυχαία και η χρονική στιγμή της δημοσιοποίησης της Έκθεσης, πως η ρύθμιση των «κόκκινων» δανείων είναι ένα από τα βασικά ζητήματα της πορείας της δεύτερης αξιολόγησης της κυβέρνησης το φθινόπωρο, μαζί, φυσικά, με τα εργασιακά.

Είναι χαρακτηριστικό πως, όπως αναφέρει η Έκθεση, τα 2/3 των «κόκκινων» συμβάσεων, περίπου 21 δις που δεν έχουν καταγγελθεί ακόμα, παρά το ότι η εξυπηρέτησή τους υπερβαίνει τους τρεις μήνες, προέρχεται από δανειολήπτες που για το τραπεζικό σύστημα είναι άφαντοι από τα τραπεζικά καταστήματα για περισσότερο από ένα χρόνο. Το 40% μάλιστα εξ αυτών που οφείλουν 8,5 δις ευρώ, έχουν να εμφανιστούν σε τραπεζικό κατάστημα για πάνω από δύο χρόνια.

Είναι φανερό ότι ένα μεγάλο κομμάτι της επίθεσης που έρχεται συμπεριλαμβάνει σε αυτή τη δεύτερη φάση και τα στεγαστικά δάνεια. Προκαλεί εντύπωση πως η Έκθεση τονίζει εμφατικά ότι το 70% των μη εξυπηρετούμενων στεγαστικών δανείων που δεν έχουν ωστόσο καταγγελθεί, παρουσιάζουν καθυστέρηση στην εξυπηρέτησή τους τουλάχιστον 6 μήνες ενώ στα καταναλωτικά δάνεια το ποσοστό φτάνει το 76%.

Εντυπωσιακό είναι το στοιχείο, πως μία στις έξι επιχειρήσεις, με συνολικό δανεισμό 20 δις, ενώ έχει τη δυνατότητα να πληρώσει τα δάνεια, μια που από τα οικονομικά τους στοιχεία δεν προκύπτει αδυναμία πληρωμής, δεν το πράττει, αξιοποιώντας το γενικότερο κλίμα της κρίσης, και κυρίως της ανυπαρξίας βούλησης και μηχανισμών από την κυβέρνηση, ώστε να υλοποιήσει πραγματικούς ελέγχους.

Είναι φανερό, πως μπροστά μας βρίσκεται μια ακόμα επιχείρηση «διάσωσης» των τραπεζών, σε βάρος της εργατικής τάξης και των εργαζομένων, αυτοαπασχολούμενων και ευρύτερων εκμεταλλευόμενων λαϊκών στρωμάτων.

Η πάλη για ένα εθνικοποιημένο χρηματοπιστωτικό σύστημα με εργατικό έλεγχο, ως βασικό στόχο για την εργατική εξουσία, πρέπει να αποτελέσει έναν από τους κύριους και κομβικούς στόχους του εργατικού κινήματος και της επαναστατικής αριστεράς. Τα στοιχεία προαναγγέλλουν επίθεση τόσο στην κατοικία, όσο και ταυτόχρονα ένα ντόμινο υποθήκευσης χιλιάδων εργαζομένων από τα λουκέτα που θα προέλθουν λόγω υπερχρεωμένων επιχειρήσεων.

N. Πελ.