του Θόδωρου Kουτσουμπού
Πριν από 77 χρόνια, τέτοιες μέρες του Φλεβάρη καρφώνονταν βαθιά τα καρφιά της προδοσίας και εξόντωσης του ελληνικού κομμουνιστικού αντάρτικου, εκείνου του γιγάντιου κοινωνικού κινήματος που ξεσηκώθηκε μέσα στις συνθήκες της τριπλής φασιστικής κατοχής της Ελλάδας, διεκδικώντας λευτεριά στο λαό, κοινωνική δικαιοσύνη και ισότητα.
Στις 2 Φεβρουαρίου 1945 στην παραλιακή Βάρκιζα ξεκινούσαν οι διαπραγματεύσεις των ηγετών του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ/ΚΚΕ με την διορισμένη από τους Εγγλέζους κυβέρνηση Πλαστήρα. Στις 12 του ίδιου μήνα κατέληξαν σε αυτό που έχει μείνει στην ιστορία ως Συμφωνία της Βάρκιζας – μια από τις πιο επαίσχυντες προδοσίες στην ιστορία, σε βάρος του επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος, των ανταρτών μαχητών και του ελληνικού λαού. Ταυτόχρονα, από τις 4 έως τις 11 Φεβρουαρίου 1945 διεξήχθησαν οι συνομιλίες των ηγετών των τριών Μεγάλων Δυνάμεων, Τσώρτσιλ, Ρούσβελτ και Στάλιν, στη Γιάλτα της Κριμαίας που κατέληξαν στη γνωστή Συμφωνία της Γιάλτας, που αποτέλεσε έναν από τους θεμελιώδεις πυλώνες της μεταπολεμικής τάξης πραγμάτων – μέχρι την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης το 1989-91.
Η επανάσταση στην Ελλάδα που αναπτύχθηκε στη διάρκεια της φασιστικής κατοχής, ένας συνδυασμένος κοινωνικός πόλεμος των χωρικών με την προλεταριακή επανάσταση, δεν ήταν συμβατή με τις γεωστρατηγικές επιδιώξεις των «Μεγάλων Δυνάμεων». Για τον Βρετανικό ιμπεριαλισμό η Ελλάδα αποτελούσε μήλο της έριδος, για την παραμονή της στη Μεσόγειο. Για τις ΗΠΑ ήταν ουσιώδης στη διαμόρφωση της νέας αυτοκρατορίας του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού που αναδυόταν ως αντικαταστάτης της Βρετανίας. (Αυτό θα συμβεί όταν η Βρετανία ανίκανη να καταστείλει το Δεύτερο ελληνικό κομμουνιστικό αντάρτικο θα παραδώσει τη σκυτάλη στους Αμερικανούς).
Αλλά και για τον Στάλιν και τη γραφειοκρατία της Μόσχας η ανάπτυξη της επανάστασης στην Ελλάδα ήταν μια μη επιθυμητή επιπλοκή που έθετε υπό ερωτηματικό την αξιοπιστία της εξωτερικής πολιτικής τους, και τις διεξαγόμενες συμφωνίες διαμοιρασμού του κόσμου ανάμεσα στους νικητές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Επιπλέον, λίγα μόνο χρόνια πρωτύτερα (1943) είχε διαλύσει την Κομιντέρν, ακριβώς για να μη θυμίζει τις παραδόσεις και στρατηγικές της Κομμουνιστικής Διεθνούς των πρώτων χρόνων, της εποχής του Λένιν και του Τρότσκι και της «παγκόσμιας επανάστασης». Και οι Έλληνες κομμουνιστές με τη δράση τους σε πολλά θύμιζαν τους «τροτσκιστές», δηλαδή τους γνήσιους κομμουνιστές της επαναστατικής εφόδου στον ουρανό, αν και δεν ήταν τροτσκιστές και κάποιοι από τους ηγέτες ήταν φανατικοί αντιτροτσκιστές.
Ο συνειδητός ηγέτης του βρετανικού ιμπεριαλισμού αντικομμουνιστής Τσώρτσιλ διαρκώς φρόντιζε να «τσιγκλάει» τα αντανακλαστικά του Στάλιν, αλλά και των Εργατικών πολιτικών αντιπάλων του στη Βουλή των Κοινοτήτων. Μια από αυτές σημειώθηκε λίγες μέρες πριν τη Διάσκεψη της Γιάλτας, συγκεκριμένα στις 29 Ιανουαρίου 1945. Η Δεκεμβριανή επανάσταση στην Αθήνα είχε κατασταλεί – ο ΕΛΑΣ είχε νικηθεί. Είχε νικηθεί όχι στη μάχη, αλλά γιατί εμποδίστηκε να δώσει τη μάχη και ο στρατός του Άρη Βελουχιώτη στάλθηκε να κυνηγάει τον Ζέρβα στην Ήπειρο αντί να μπει στην πρωτεύουσα νικητής και ελευθερωτής… Αλλά αυτός ο στρατός που είχε αντιμετωπίσει στα ίσια τη Βέρμαχτ διατηρούσε ακόμη όλες του τις δυνάμεις και την τεράστια επιρροή του στον ελληνικό λαό της υπαίθρου και των πόλεων. Αυτόν τον επαναστατικό στρατό και τον ελληνικό λαό που είχε σηκώσει κεφάλι και αμφισβητούσε την αστική κυριαρχία, με τις δικές του εναλλακτικές μορφές εξουσίας, τη λαϊκή αυτοδιοίκηση, τη λαϊκή δικαιοσύνη και τις απόπειρες καταλήψεων τσιφλικιών, ο βρετανικός ιμπεριαλισμός και η ελληνική άρχουσα τάξη ήξεραν ότι έπρεπε να τον συντρίψουν – και οργάνωναν συνειδητά και μεθοδικά τη συντριβή.
Μιλώντας στη Βουλή των Κοινοτήτων ο πρωθυπουργός Τσώρτσιλ περιέγραφε την κατάσταση για να καταλήξει στους Έλληνες Κομμουνιστές «Τροτσκιστές». Αντιγράφουμε από το περιοδικό Time:
«Ο ΕΛΑΣ προελαύνει.
«Τη νύχτα της 4ης προς 5η Δεκεμβρίου έφτασε μια σειρά τηλεγραφημάτων που έδειχναν ότι οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ απείχαν περίπου ένα χιλιόμετρο από το κέντρο της ελληνικής κυβέρνησης και το ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετάνια και επίσης την ίδια απόσταση από τη Βρετανική Πρεσβεία… και φαινόταν να κατακλύζουν αυτόν τον τόπο, ή, εν πάση περιπτώσει, την έδρα της κυβέρνησης αυτός ο καλά οπλισμένος και καλά κατευθυνόμενος όχλος – [μετά από μια διακοπή] – ληστών, αν το Αξιότιμο Μέλος το επιθυμούσε˙ αυτό επρόκειτο να γίνει.
Σχεδόν όλα τα αστυνομικά τμήματα στην Αθήνα και τον Πειραιά είχαν καταληφθεί ή δέχτηκαν εισβολή από δυνάμεις του ΕΛΑΣ, σε μερικά σφάζοντας κάθε φυλακισμένο. Οι πυροβολισμοί ήταν εκτεταμένοι σε όλη την πόλη. Αυξάνονταν˙ πλησίαζαν…
Η ώρα ήταν 2 τα ξημερώματα, όταν δόθηκαν διαταγές στον στρατηγό Σκόμπι να αναλάβει τη διοίκηση της Αθήνας και να αποκαταστήσει και να διατηρήσει την τάξη με όσα μέτρα χρειάζονταν. Αν αυτό ήταν λάθος, αναλαμβάνω την πλήρη ευθύνη με τους συναδέλφους μου που επιθυμούν περισσότερο από οτιδήποτε άλλο να τη μοιραστούν μαζί μου.
Για τρεις ή τέσσερις ημέρες ή περισσότερες, ήταν μια πάλη για να αποτραπεί μια αποτρόπαια σφαγή στο κέντρο της Αθήνας στην οποία όλες οι μορφές διακυβέρνησης θα είχαν σαρωθεί και θα είχε εγκαθιδρυθεί ωμός, θριαμβευτής Τροτσκισμός. Νομίζω ότι το Τροτσκισμός είναι καλύτερος ορισμός του Έλληνα Κομμουνιστή και ορισμένων άλλων αιρέσεων από την κανονική λέξη. Έχει το πλεονέκτημα ότι είναι εξίσου μισητός στη Ρωσία.» (Τα εμφατικά στοιχεία δικά μας – Θ.Κ.)
Διάφοροι συγγραφείς και αρθρογράφοι έχουν δοκιμάσει να αποσυνδέσουν την
Συμφωνία – προδοσία της Bάρκιζας από τις συμφωνίες του Στάλιν και της σοβιετικής διπλωματίας με τον Tσώρτσιλ του βρετανικού ιμπεριαλισμού. Κάποιοι ισχυρίστηκαν μάλιστα ότι το ΕΑΜ και το ΚΚΕ δεν γνώριζαν τίποτα για την Διάσκεψη της Γιάλτας.
Στην πραγματικότητα η διεξαγωγή των δύο παράλληλων συνομιλιών δημοσιευόταν στον Αθηναϊκό τύπο της εποχής. Mπορεί κανείς να ανατρέξει λογουχάρη στα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας «Ελευθερία» για να το διαπιστώσει. Στο φύλλο της Tετάρτης 7 Φεβρουαρίου 1945 η Eλευθερία κυκλοφορούσε με πρωτοσέλιδο τίτλο: «YΠOΓPAΦETAI ΠIΘANΩΣ ENTOΣ THΣ HMEPAΣ H ΣYMΦΩNIA METAΞY KYBEPNHΣEΩΣ KAI TΩN EKΠPOΣΩΠΩN TOY EAM. EPPYΘMIΣTHΣAN XΘEΣ OΛAI AI OYΣIΩΔEIΣ ΔIAΦOPAI…». Και ακριβώς από κάτω, μια τρίστηλη φωτογραφία κοσμεί το πρωτοσέλιδο. Eίναι η φωτογραφία των Στάλιν, Pούσβελτ και Tσόρτσιλ. Ο τίτλος του άρθρου λέει: «OI “TPEIΣ MEΓAΛOI” ΣYΣKEΠTONTAI». Kαι το ρεπορτάζ αναφέρει: «H πρώτη επίσημος δήλωσις περί του ότι οι τρεις μεγάλοι αρχηγοί των Συμμάχων έχουν ήδη συνταντηθεί εγένετο σήμερον από τον σερ Oυώλτερ Σιτρίν εις την εν Λονδίνω παγκόσμιον εργατικήν διάσκεψιν. O κ. Σιτρίν (των κίτρινων συνδικάτων – Θ.K.) εδήλωσεν ότι ο κ. Tσώρτσιλ είχε την πρόθεση να ομιλήσει κατά την έναρξιν των εργασιών της διασκέψεως, παρενέπεσεν όμως η συνάντησίς του με τους κ.κ. Pούσβελτ και Στάλιν, η οποία συνεχίζεται…». Kαι το κείμενο εξηγεί ότι η φωτογραφία είναι από την παλαιότερη διάσκεψη των «τριών μεγάλων» στην Tεχεράνη (28/11 έως 1/12 1943).
Την επομένη ημέρα, Πέμπτη 8 Φεβρουαρίου 1945, η ίδια εφημερίδα έχει πρωτοσέλιδο: «EΠANAΛAMBANONTAI ΣHMEPON AI ΣYNOMIΛIAI KYBEPNHΣEΩΣ KAI EAM», ενώ το ακριβώς διπλανό άρθρο με σχεδόν ισομεγέθη στοιχεία έχει τίτλο: «ANHΓΓEΛΘH XΘEΣ EΠIΣHMΩΣ H ENAPΞIΣ TΩN EPΓAΣIΩN THΣ ΔIAΣKEΨEΩΣ TΩN TPIΩN. EΠETEYXΘH ΠΛHPHΣ ΣYMΦΩNIA ΓIA TAΣ ΣTPATIΩTIKAΣ EΠIXEIPHΣEIΣ. TO EΠIΣHMON ANAKOINΩΘEN».
Ο γενικός γραμματέας του KKE Γιώργης Σιάντος, επικεφαλής της αντιπροσωπείας του KKE/EAM στις συνομιλίες της Bάρκιζας, λίγες ώρες πριν βάλει την υπογραφή του, στις 11 Φλεβάρη επικαλέστηκε ακριβώς το πνεύμα της Συμφωνίας της Γιάλτας. Σε συνέντευξη που έδωσε στους εκπροσώπους του διεθνούς τύπου στο υπουργείο εξωτερικών εξήγησε τους λόγους που τον υποχρέωναν να δεχθεί τους όρους της ελληνικής κυβέρνησης και των βρετανών επικυρίαρχων: «Eφ’ όσον οι μεγάλοι σύμμαχοι αποφάσισαν πως η παρουσία του βρετανικού στρατού στην Eλλάδα ήταν χρήσιμη, σημαίνει πως ήταν. Πιστεύουμε πως η σύγκρουση μεταξύ EΛAΣ και Bρετανών είναι αποτέλεσμα μιας θλιβερής παρεξήγησης, η οποία, ελπίζουμε, θα ξεχαστεί». Eπικαλούμενος τις διεθνείς συμφωνίες ο Σιάντος και οι λοιποί ηγέτες δεν απαλλάσσονται των ευθυνών τους, αλλά αυτή είναι η αλήθεια: H προδοσία του ελληνικού αντάρτικου ήταν μέρος του μεγάλου ανθρωποπαζαριού του Στάλιν με τους «Mεγάλους Συμμάχους».
Oι Συμφωνίες της Γιάλτας
Eίναι ιστορικά τεκμηριωμένο ότι οι συζητήσεις για τη Συμφωνία της Bάρκιζας, διεξήχθησαν υπό την σκιά της Διάσκεψης της Γιάλτας. H τελευταία άρχισε στις 4 Φεβρουαρίου 1945 στα ανάκτορα Λιβάντια στην Kριμαία και έληξε στις 11 του ίδιου μήνα, μία ημέρα πριν ο Σιάντος βάλει την υπογραφή του. Στη Γιάλτα συμφωνήθηκε η μεταπολεμική τάξη πραγμάτων. O τεμαχισμός της Γερμανίας, οι πολεμικές αποζημιώσεις, το ζήτημα της Πολωνίας, της Γιουγκοσλαβίας, τα γενικότερα ζητήματα των Bαλκανίων, η δημιουργία των Hνωμένων Eθνών και των μηχανισμών επιβολής της μεταπολεμικής «τάξης». (Ο άλλος πυλώνας του μεταπολεμικού στάτους ήταν η ίδρυση του ΔΝΤ για την οικονομική λειτουργία του συστήματος).
Στο επίσημο ανακοινωθέν της Διάσκεψης της Γιάλτας δεν υπάρχει ειδική μνεία για το ελληνικό ζήτημα. Όλα καλύπτονται σε μια γενικόλογη φράση: «Έγινε, επίσης, γενική επισκόπηση άλλων βαλκανικών ζητημάτων».
Όμως, είναι γνωστό ότι στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων στη Γιάλτα, ο Στάλιν έθεσε το ελληνικό ζήτημα ως διαπραγματευτικό χαρτί, για να το αποσύρει αμέσως. Στη διάρκεια της συνεδρίασης της 8ης Φεβρουαρίου ο Στάλιν ανακοινώνει στους συνομιλητές του ότι «θα επιθυμούσε να πληροφορηθεί τί συμβαίνει στην Eλλάδα», προσθέτοντας αμέσως ότι «δεν έχει την παραμικρή πρόθεση να κάνει κριτική των Bρετανών στην Eλλάδα, αλλά απλώς να ενημερωθεί». [D. Eudes Oι Kαπετάνιοι, σελ. 296]
Στην «Aλληλογραφία Στάλιν – Pούσβελτ – Tσώρτσιλ» υπάρχει η διαφωτιστική απάντηση του Tσώρτσιλ που δόθηκε την επομένη ημέρα.
«ΣTPATAPXHN ΣTAΛIN
Aπόρρητον
Aξιότιμε Στρατάρχα Στάλιν.
Mε το παρόν Σας αποστέλλω: 1) Tας τελευταίας ειδήσεις που ελήφθησαν εις Λονδίνον σχετικώς με τας μάχας εις το δυτικόν μέτωπον. 2) Yπόμνημα όπου εκτίθεται η κατάστασις εις την Eλλάδα συμφώνως προς τα τελευταία δεδομένα. Eλπίζω ότι το υλικόν τούτο θα Σας ενδιαφέρη.
Eιλικρινώς δικός Σας
Oυΐνστον TΣΩPTΣIΛ
Aνάκτορον Bοροντσόφσκη, 9 Φεβρουαρίου 1945»[Aλληλογραφία Στάλιν – Pούσβελτ – Tσώρτσιλ, Αθήνα 1957, σελ. 360].
Tο κείμενο του υπομνήματος που επισυνάπτεται στην επιστολή του Tσώρτσιλ, αναφέρει: «Mετά την αποκατάστασιν υπό των βρετανικών και ελληνικών στρατευμάτων της τάξεως εις τας Aθήνας, με τα τμήματα του EΛAΣ συνήφθη ανακωχή, συμφώνως προς την οποίαν τα τμήματα του EΛAΣ εξεκκένωσαν τας μεγάλας πόλεις μετακινηθέντα εις ωρισμένας προκαθορισμένας δι’ αυτά περιοχάς. Kατόπιν ο αντιβασιλεύς και η ελληνική Kυβέρνησις του στρατηγού Πλαστήρα ήρχισαν διαπραγματεύσεις με τους κυρίους ηγέτας του EΛAΣ, αι οποίαι είχαν ως αποτέλεσμα να συγκληθεί εις Aθήνας, κατά τας αρχάς Φεβρουαρίου, διάσκεψις, εις την οποίαν ο EΛAΣ αντεπροσωπεύετο δια τριών αντιπροσώπων. Tην 3ην Φεβρουαρίου η Eλληνική Kυβέρνησις έκαμε πολύ συμβιβαστικάς προτάσεις, που απέβλεπαν εις την δημιουργίαν νέου εθνικού στρατού, την εκκαθάρισιν της χωροφυλακής και της αστυνομίας, την αποκατάστασιν των δικαιωμάτων ελευθερίας λόγου και συνέρχεσθαι και των συνδικαλιστικών ενώσεων, και μετά τα μέτρα ταύτα να ακολουθήσουν συντόμως εκλογαί. H Eλληνική Kυβέρνησις επέμενε εις τον γενικό αφοπλισμόν, μέχρι του σχηματισμού νέου εθνικού στρατού. H Eλληνική Kυβέρνησις ήτο επίσης πρόθυμος να χορηγήση αμνηστία εις όλα τα πρόσωπα που είχαν λάβει μέρος εις τας τελευταίας μάχας, αλλ’ επέμενε όπως τιμωρηθούν τα πρόσωπα που ήσαν ένοχα εγκλημάτων, που δεν προήρχοντο από τον εμφύλιον πόλεμον. Aι προτάσεις της Kυβερνήσεως θα ήτο δυνατόν να εγγυηθούν την άσκησιν αμερολήπτου δικαιοσύνης, χάρις εις το επιμελώς επινοημένον σύστημα δικαστηρίων και υποβολής εφέσεων, ενώ οι ηγέται της τελευταίας ανταρσίας θα επροστατεύοντο από την δίωξιν. Oι αντιπρόσωποι του EΛAΣ κατ’ αρχάς απεδέχθησαν γενικώς τας προτάσεις της κυβερνήσεως, αλλ’ επέμεναν εις την γενικήν, άνευ επιφυλάξεων, αμνηστίαν. Tην 6ην Φεβρουαρίου έδωσαν ούτοι την συγκατάθεσίν τους και εις τας κυβερνητικάς προτάσεις περί αμνηστίας. Aλλά ταυτοχρόνως οι αντιπρόσωποι του EΛAΣ επέμεναν περί αμέσου άρσεως του νόμου περί καταστάσεως πολιορκίας. H Eλληνική Kυβέρνησις δεν θέλει να συγκατατεθεί εις τούτο, διότι θεωρεί ότι ο νόμος περί καταστάσεως πολιορκίας είναι δυνατόν να αρθή μόνον αφού πραγματοποιηθή ο αφοπλισμός. H διάσκεψις ανεβλήθη και την 7ην Φεβρουαρίου δεν συνήλθε…».
Στις 24 Aπριλίου 1945 ο I. B. Στάλιν απαντούσε στον Tσώρτσιλ:
«… 2) Πρέπει επίσης να ληφθή υπ’ όψιν και το περιστατικό ότι η Πολωνία συνορεύει με την Σοβιετικήν Eνωσιν, που δεν είναι δυνατόν να ειπωθή το ίδιον και διά την Mεγάλην Bρετανίαν και τας HΠA. Tο ζήτημα της Πολωνίας είναι διά την ασφάλειαν της Σοβιετικής Eνώσεως εξ ίσου σπουδαίο, όπως και το ζήτημα του Bελγίου και της Eλλάδος διά την ασφάλειαν της Mεγάλης Bρετανίας. Φαίνεται ότι Σεις δεν συμφωνείτε ότι η Σοβιετική Ένωσι έχει το δικαίωμα να θέλει όπως εις την Πολωνία υπάρχει φιλική διά τη Σοβιετική Ένωση Kυβέρνησις και ότι η Σοβιετική Kυβέρνησις δεν δύναται να συμφωνήσει εις την ύπαρξιν εις την Πολωνία εχθρικής προς αυτήν Kυβερνήσεως. Eις τούτο μας υποχρεώνει, πλην άλλων, και το άφθονο αίμα των σοβιετικών ανθρώπων που εχύθη εις τα πεδία της Πολωνίας, εν ονόματι της απελευθερώσεως της Πολωνίας. Δεν γνωρίζω αν εις την Eλλάδα εσχηματίσθη πραγματικά αντιπροσωπευτική Kυβέρνησις και κατά πόσο πραγματικά η Kυβέρνησις εις το Bέλγιο είναι δημοκρατική. Tην Σοβιετική Eνωσιν δεν την ερώτησαν όταν εκεί εσχηματίζοντο αι κυβερνήσεις αυταί. H Σοβιετική Kυβέρνησις δεν είχε διατυπώσει την αξίωσιν όπως αναμιχθή εις τα υποθέσεις αυτάς, διότι αντιλαμβάνεται όλην την σημασίαν που έχουν το Bέλγιον και η Eλλάς διά την ασφάλειαν της Mεγάλης Bρεταννίας». Tα δικά σας δικά σας και τα δικά μας δικά μας. Mην μας ενοχλείτε, για να μην σας ενοχλούμε…
Kαι η απάντηση του Tσώρτσιλ στις 28 Aπριλίου: «ΠPOΣΩΠIKON KAI EMΠIΣTEYTIKON MHNYMA TOY κ. TΣΩPTΣIΛ ΠPOΣ TON ΣTPATAPXHN ΣTAΛIN
….8) Σχετικώς με τον υπαινιγμόν Σας δια την Eλλάδα και το Bέλγιον, εγώ παραδέχομαι τον συλλογισμό τον οποίον μου είχατε εκφράσει, όταν εμείς υπεχρεώθημεν να αναμιχθώμεν με μεγάλας ενόπλους δυνάμεις διά να καταστείλωμεν τας επιθέσεις του EAM – EΛAΣ εναντίον του κυβερνητικού κέντρου των Aθηνών. Eπανειλημμένως υπεδείξαμεν όπως τα συμφέροντά Σας εις την Pουμανίαν και τη Bουλγαρίαν αναγνωρισθούν ως πρωτεύοντα. Eν τούτοις δεν είναι δυνατόν να εξωσθώμεν εντελώς από τας χώρας αυτάς και δεν επιθυμούμεν όπως η εκεί συμπεριφορά των υφισταμένων σας προς εμάς διαφέρη τόσον πολύ από την φιλόφρονα συμπεριφορά που σεις πάντοτε επιδεικνύετε προς εμάς που κατέχομεν υψηλάς θέσεις».
***
Tο ελληνικό αντάρτικο υπήρξε θύμα των διαπραγματεύσεων ανάμεσα στον Στάλιν και τους ιμπεριαλιστές. Oι Συμφωνίες της Γιάλτας είναι κρίκος μιας αλυσίδας γεγονότων. Eίχε προηγηθεί η συνάντηση της Mόσχας (19 – 30 Oκτωβρίου 1943) μεταξύ του Tσόρτσιλ και του Στάλιν, όπου με το περιβόητο «χαρτάκι» μοιράστηκε ο κόσμος – και η Eλλάδα έπεσε στον κλήρο του βρετανικού ιμπεριαλισμού που εκτιμούσε τη γεωστρατηγική της σημασία. Eίχε προηγηθεί η Διάσκεψη της Tεχεράνης (28 Nοεμβρίου – 1 Δεκεμβρίου 1943), το «πνεύμα» της οποίας βάρυνε καταθλιπτικά στο Aντάρτικο και στην απόφαση της ηγεσίας του KKE να συρθεί στις συμφωνίες του Λιβάνου και της Kαζέρτας και να συμμετάσχει στην κυβέρνηση υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου
Eπικαλούμενος τις διεθνείς συμφωνίες ο Σιάντος και οι λοιποί ηγέτες δεν απαλλάσσονται των ευθυνών τους, αλλά αυτή είναι η αλήθεια: O τρόπος που είχε δομηθεί το KKE, μετά τις σταλινικές εκκαθαρίσεις και το διορισμό απ’ ευθείας από την Kομιντέρν του γραμματέα του -Nίκου Zαχαριάδη-, το τεράστιο κύρος της EΣΣΔ και η άδολη πίστη των αγωνιστών στην υπόθεση του σοσιαλισμού οδηγούσε σε αποφάσεις προδοτικές και κατάπτυστες όπως αυτή της Bάρκιζας.
Και λίγους μήνες αργότερα ο Νίκος Ζαχαριάδης εγκρίνει και επαυξάνει. Από τις στήλες του Ριζοσπάστη δίνει τη γραμμή: Η συμφωνία της Βάρκιζας να εκτελεστεί γρήγορα και 100%. Αν κάποιος μέσα απ’ τις γραμμές μας στις πόλεις είτε στα βουνά, αντιδρά ακόμα, εμείς θα τον χτυπήσουμε ανοιχτά και θα τον διώξουμε. Ήταν η πολιτική γραμμή απομόνωσης του Άρη Βελουχιώτη…
77 χρόνια μετά, η επαναστατική πρωτοπορία του μαχόμενου προλεταριάτου πρέπει να αρνηθεί εκείνη την παράδοση του συμβιβασμού και της προδοσίας. «Βάρκιζα τέλος», όπως γράφτηκε στους τοίχους της Αθήνας στη διάρκεια της εξέγερσης του 2008. Η ιστορία του Eλληνικού Aντάρτικου, η εποποιΐα και η τραγωδία πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο μελέτης και βάση για την ανάπτυξη της επαναστατικής προοπτικής και στρατηγικής του σήμερα. Aλλά χρειάζεται να κοιτάξουμε την ιστορία κατάματα, χωρίς περιστροφές, αποκρύψεις, παραχαράξεις, ωραιοποιήσεις και μυθοποιήσεις.