και η… “επανάσταση” των τραπεζιτών ενάντια στα κέρδη(!) των επιχειρήσεων
του Γιάννη Αγγέλη
Αυτό που γίνεται τους τελευταίους μήνες στην Ευρωζώνη και ειδικά στην Ελλάδα δεν έχει το προηγούμενό του. Θα ήταν κάτι εξαιρετικά γελοίο αν δεν ήταν τραγικό.
Ο πληθωρισμός με βάση τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή που δημοσίευσε πρόσφατα η ΕΛΣΤΑΤ…γκρεμοτσακίζεται(!) κάθε μήνα φτάνοντας στο 1,8% τον Ιούνιο. Αλλά την ίδια στιγμή οι τιμές των προϊόντων που αφορούν την καθημερινή επιβίωση του αποκαλούμενου «καταναλωτή» και ειδικά του εργαζόμενου και του συνταξιούχου, για να μη πούμε για όσους επιβιώνουν με επιδόματα πείνας, συνεχίζουν να εκτινάσσονται στα ύψη. Παράδειγμα η αύξηση 12,2% στα τρόφιμα, την ίδια στιγμή που η ΕΛΣΤΑΤ ανακοινώνει πτώση του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή στο 1,8% (!).
Με άλλα λόγια ο «πληθωρισμός» της ΕΛΣΤΑΤ πέφτει ραγδαία και οι τιμές των προϊόντων και των υπηρεσιών καθημερινής διαβίωσης ακριβαίνουν άλλο τόσο και περισσότερο «ραγδαία». Σύμφωνα με την έκδοση του τελευταίου Δελτίου της ΕΛΣΤΑΤ διαπιστώνεται «Αποκλιμάκωσης συνέχεια για τον ετήσιο πληθωρισμό τον μήνα Ιούνιο, με τον δείκτη τιμών καταναλωτή να αυξάνεται κατά 1,8% έναντι 2,8% τον Μάιο…».
Για άλλη μία φορά, το μέχρι πριν μερικούς μήνες «βαρίδι» στην αύξηση του γενικού δείκτη, «η τιμή του φυσικού αερίου, σημείωσε και την μεγαλύτερη μείωση κατά 54,7% με τον ηλεκτρισμό και το πετρέλαιο θέρμανσης να ακολουθούν κατά 21,7% και 20,7% αντίστοιχα. Αντίθετα, την ανοδική τους πορεία συνέχισαν οι τιμές των τροφίμων οι οποίες επιτάχυναν την άνοδό τους κατά 12,2%.
Συγκεκριμένα οι αυξήσεις των τιμών ήταν «12,2% στην ομάδα Διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε: ψωμί και δημητριακά, κρέατα (γενικά), ψάρια (γενικά), γαλακτοκομικά και αυγά, έλαια και λίπη, φρούτα (γενικά), λαχανικά (γενικά), ζάχαρη – σοκολάτες-γλυκά – παγωτά, λοιπά τρόφιμα, καφέ-κακάο-τσάι, μεταλλικό νερό – αναψυκτικά – χυμούς φρούτων.
Καταγράφηκαν ανατιμήσεις 13% σε αναψυκτικά/νερό, 14% στα λαχανικά, 15% στα γαλακτοκομικά, 14% στα λάδια και 9,5% στα δημητριακά ενώ αυξήσεις 18,8% σημείωσαν και τα φαρμακευτικά προϊόντα». Δηλαδή για να κάνουμε εδώ μία διευκρίνηση, μέσα στα δύο τελευταία χρόνια αν «προσθέσουμε» τις αυξήσεις των τελευταίων 24 μηνών. στον τομέα αυτό η συνολική αύξηση έχει ξεπεράσει το 25% (!).
Και πάμε παρακάτω στα άλλα προϊόντα και υπηρεσίες.
Τον Ιούνιο μετρήθηκε αύξηση «7,6% στην ομάδα Διαρκή αγαθά-Είδη νοικοκυριού και υπηρεσίες, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε: έπιπλα και διακοσμητικά είδη, οικιακές συσκευές και επισκευές, υαλικά-επιτραπέζια σκεύη και σκεύη οικιακής χρήσης, είδη άμεσης κατανάλωσης νοικοκυριού, οικιακές υπηρεσίες και 7,7% στην ομάδα Υγεία, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε: φαρμακευτικά προϊόντα, ιατρικές-οδοντιατρικές και παραϊατρικές υπηρεσίες, νοσοκομειακή περίθαλψη».
Η… κουραστική αναφορά στο σημείωμα αυτό, των επιμέρους αυξήσεων στα προϊόντα, οφείλεται στην ανάγκη να γίνει σαφές πως ό,τι σχετίζεται με την καθημερινή επιβίωση, συνεχίζει να αυξάνεται με εκρηκτικούς ρυθμούς ενώ την ίδια στιγμή ο ΔΤΚ εμφανίζεται να «πέφτει» 12,1% μέσα σε ένα χρόνο.
Τι σχέση μπορεί να έχει αυτό το αποτέλεσμα μέτρησης του πληθωρισμού με την πραγματικότητα; Η αυθόρμητη απάντηση είναι ΚΑΜΙΑ !
Και όμως η ΕΛΣΤΑΤ εξακολουθεί να το ονομάζει Δείκτη Τιμών Καταναλωτή και να το ορίζει σαν ποσοστό που «δείχνει» τον πληθωρισμό.
Βέβαια για να ήμαστε «δίκαιοι», αυτό δεν το κάνει η ΕΛΣΤΑΤ από μόνη της. Αυτές είναι οι «οδηγίες» και ο τρόπος που η EUROSTAT «μετράει» τον εναρμονισμένο πληθωρισμό, διατηρώντας και σήμερα, τις σταθμίσεις των τιμών των προϊόντων που χρησιμοποιούσαν όταν οι τιμές ενέργειας είχαν «εκραγεί» πριν ένα χρόνο.
Έτσι «βγαίνει» αυτό το απίθανο «νούμερο» που και η ΕΛΣΤΑΤ –χωρίς να ενοχλείται ιδιαίτερα βέβαια– να εμφανίζει ως «ΔΤΚ».
Η στατιστική γελοιότητα αυτής της στρέβλωσης της πραγματικότητας, είναι τόσο μεγάλη, ώστε ακόμα και η Λαγκάρντ (ΕΚΤ) έχει υποχρεωθεί να «εφεύρει» με την βοήθεια των συμβούλων της πριν αρκετούς μήνες, τον όρο «υποκείμενος πληθωρισμός».
Η Νέα Προοπτική είχε προειδοποιήσει από τότε, ότι πρέπει πλέον να συγκεντρώνουμε την προσοχή μας σ’ αυτόν τον Δείκτη και όχι στον ονομαστικό Δείκτη Τιμών Καταναλωτή.
Είναι απορίας άξιο πάντως, να δούμε πότε οι στατιστικές υπηρεσίες θα αποφασίσουν να «προσαρμόσουν» στην πραγματικότητα την στάθμιση των τιμών των προϊόντων και των υπηρεσιών, για να προκύψει κάτι που να… μοιάζει με πραγματικό ΔΤΚ.
Μέχρι τότε με το τέχνασμα τού να τεμαχίζονται οι ομάδες των προϊόντων ανά ομάδες κ.λπ., θα παράγονται διάφορα «είδη» Δεικτών Πληθωρισμού, κατά το δοκούν.
Κάτι στο οποίο τα «πρωτεία» κατέχουν ήδη οι διάφορες πολιτειακές κεντρικές τράπεζες στις ΗΠΑ, για να εξυπηρετείται η πολιτική διαμόρφωσης των επιτοκίων από την Fed…
Ένα δεύτερο σημείο που αξίζει ακόμα περισσότερο τον κόπο να προσέξει κανείς στην διαμόρφωση του πληθωρισμού ή τέλος πάντων αυτού που εμφανίζεται ως πληθωρισμός, με την «τρελή στάθμιση» που εφαρμόζεται μέχρι σήμερα, είναι αυτό που έφερε στην επιφάνεια με τις μετρήσεις της η ΕΚΤ και επιβεβαίωσε με δικές της ανακοινώσεις η BIS (Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών).
Παραθέτουμε σε ελεύθερη αλλά ακριβή μετάφραση αυτό που «δηλώνει» η ΕΚΤ και οι αναλυτές της ως παράγοντες που διαμορφώνουν την ανοδική τάση των πληθωριστικών τάσεων και έτσι αυτή την «τρελή» αντίφαση μεταξύ πραγματικότητας και του ΔΤΚ.
Σημειώνει λοιπόν η ΕΚΤ στο Δελτίο της: «Η διαταραχή του ενεργειακού εφοδιασμού που οδήγησε τον πληθωρισμό από τα μέσα του 2021 συνοδεύτηκε από έντονες αυξήσεις των αμοιβών εργασίας (ULC) και αύξηση των κερδών ανά μονάδα προϊόντος. (To ULC υπολογίζεται ως το κλάσμα με αριθμητή την αμοιβή ανά εργαζόμενο και παρονομαστή την παραγωγικότητα της εργασίας, με σωρευτική ποσοστιαία μεταβολή μεταξύ 2021 – 22. Η μονάδα κερδών υπολογίζεται σαν το μεικτό πλεόνασμα και τα μεικτά έσοδα ως προς το πραγματικό ΑΕΠ με σωρευτική ποσοστιαία μεταβολή μεταξύ 2021 – 22).
Αφενός, το ULC αυξήθηκε κατά 8% στη ζώνη του ευρώ από το τέλος του 2019 έως το τέλος του 2022, λόγω των έντονων αυξήσεων της μισθολογικής δαπάνης ανά απασχολούμενο, ενώ η παραγωγικότητα παρέμεινε στάσιμη. Η ετερογένεια μεταξύ των χωρών υπήρξε σημαντική. Οι μεγαλύτερες αυξήσεις στο ULC καταγράφηκαν στις χώρες της Βαλτικής (έως και 28% στη Λιθουανία), το Λουξεμβούργο και τη Σλοβακία. Από την άλλη, η αύξηση των κερδών ανά μονάδα προϊόντος, που ορίζεται ως το ακαθάριστο λειτουργικό πλεόνασμα και το μεικτό εισόδημα διαιρούμενο με το πραγματικό ΑΕΠ, υπερέβη την αύξηση του ULC.
Από λογιστικής άποψης, και σύμφωνα με τον αποπληθωριστή του ΑΕΠ, η αύξηση των κερδών ανά μονάδα προϊόντος συνέβαλε περισσότερο στον εγχώριο πληθωρισμό από ό,τι η αύξηση του ULC.
Η διαφορά αυτή ήταν ιδιαίτερα μεγάλη στην Ελλάδα, τη Λετονία, την Κύπρο, τη Σλοβενία, τη Μάλτα, τη Γερμανία και την Εσθονία.
Αυτό υποδηλώνει ότι το υψηλότερο κόστος εισροών, μεταξύ άλλων από εισαγόμενη ενέργεια και άλλα ενδιάμεσα αγαθά, δεν αντισταθμίστηκε/αποσβέστηκε με τα κέρδη και δεν επηρέασε αρνητικά τα κέρδη ανά μονάδα προϊόντος…».
Ο πίνακας που παρατίθεται είναι από το τελευταίο Δελτίο της ΕΚΤ και «καταγράφει» το συγκριτικό αποτέλεσμα αυτών των «τάσεων».
Και εξηγεί το γιατί οι πρόσφατες δηλώσεις του κ. Θεοδωρόπουλου (ΣΕΒ), μπορούν να διαβαστούν σαν μία διαβεβαίωση ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει να βρίσκεται στην κορυφή αυτής της λίστας των ληστών, που αποτυπώνουν οι μετρήσεις της ΕΚΤ.
Και το ερώτημα βέβαια που δημιουργείται είναι τι στο καλό συνέβη και ξαφνικά οι κεντρικοί τραπεζίτες τα έβαλαν με τις επιχειρήσεις και την κερδοφορία τους ζητώντας να μπει φραγμός σ’ αυτό τον «πληθωρισμό κερδών». Η απάντηση βρίσκεται στο ότι ο «πληθωρισμός κερδών» που τροφοδοτείται από τις ανατιμήσεις των επιχειρήσεων για να διατηρήσουν ή και να αυξήσουν τα περιθώρια της κερδοφορίας τους, ακυρώνει την αποτελεσματικότητα της νομισματικής πολιτικής των κεντρικών τραπεζών, δηλαδή των αυξήσεων των επιτοκίων. Και τις «υποχρεώνει» έτσι να συνεχίζουν τις αυξήσεις των επιτοκίων προκαλώντας ασφυκτική πίεση στο τραπεζικό σύστημα με την διαρκή κατά συνέπεια απαξίωση των χαρτοφυλακίων τους σε ομόλογα. Με άλλα λόγια οι κεντρικοί τραπεζίτες βλέπουν ότι ο αποκαλούμενος «πληθωρισμός των κερδών» απειλεί να εκτροχιάσει την νομισματική τους πολιτική και να αποσταθεροποιήσει το τραπεζικό σύστημα με άλλα λόγια την ραχοκοκαλιά του χρηματιστικού κεφαλαίου… Και έτσι ξαφνικά τους ενόχλησαν τα αυξημένα (λόγω των μεγάλων ανατιμήσεων) περιθώρια κέρδους των επιχειρήσεων και δεν μπορούν να τα φορτώσουν στους μισθούς οι οποίοι όπως οι ίδιοι παραδέχονται ακόμα και εκεί που αυξήθηκαν παραμένουν πολύ πίσω από τις αυξήσεις του πληθωρισμού…