Στην εποχή του COVID-19, ένα νέο σύνδρομο, η «πανδημική κόπωση» έρχεται να προστεθεί σε όλα τα υπόλοιπα δεινά που μαστίζουν την ανθρωπότητα υπό τον καπιταλισμό και το οποίο σε αρκετές χώρες «παίζει» πολύ στα μέσα ενημέρωσης. Κανάλια, ραδιοφωνικοί σταθμοί κ.λπ. δίνουν… συμβουλές για το πώς να περιορίσουμε το πρόβλημα. Σε αρκετές χώρες εκτιμάται ότι τουλάχιστον το 60%, αν όχι παραπάνω, του πληθυσμού, υποφέρει από αυτό. Στις εφημερίδες και το διαδίκτυο, οι διάφορες «κοινωνικές» στήλες μιλούν για το εν λόγω πρόβλημα. Η ανάλυση της πανδημικής κόπωσης έχει φθάσει μάλιστα μέχρι τα περιοδικά μόδας αλλά και επαγγελματικά ενημερωτικά περιοδικά. Ωστόσο, οι «σύμβουλοι» όχι μόνο δεν βοηθάνε αλλά μάλλον επιδεινώνουν την κατάσταση.
Το κύριο μήνυμα όλων αυτών είναι ότι τελικά όλη η ανησυχία μας, ο πόνος μας, η δυσαρέσκειά μας, το άγχος μας, είναι προϊόν ενός αναπόφευκτου… φυσικού γεγονότος για το οποίο δεν μπορούμε να κατηγορήσουμε κανένα, ήταν κάτι… τυχαίο. Επίσης μας επισημαίνουν πως αν και οι προσπάθειές μας είναι… άχρηστες, δεν μπορούν να κάνουν και πολλά πράγματα εν όψει πανδημίας, μπορούν παρόλα αυτά ως ένα βαθμό να μειώσουν τις επιδράσεις της πανδημικής κόπωσης. Λεγεώνες… «ψυχολόγων» της τηλεόρασης ξεπετάγονται έτοιμοι να προπαγανδίσουν την αποδοχή της νέας «κανονικότητας».
Οι «προτάσεις» αυτών των «ειδικών» είναι βασικά ατομικές, οδηγούν στην προσαρμογή μας στις κοινωνικές συνθήκες και δεν αποτελούν, ούτε μπορούν να αποτελούν, γενικές κοινωνικές λύσεις. Η «πανδημική κόπωση» προφανώς είναι ένα ακραίο παράδειγμα. Επίσης δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το άγχος, η εξαχρείωση και η απογοήτευση που οξύνονται αυτή την εποχή είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο και όχι μια ατομική ατυχία. Είναι αναγκαστικά οδυνηρό να φοβόμαστε ή να θρηνούμε κάθε μέρα για την εξαφάνιση της οικογένειας, των φίλων και των γνωστών μας, να περνάμε την ημέρα μας συμμετέχοντας σε υποχρεωτικές αλληλεπιδράσεις που είναι αναγκαστικά επικίνδυνες — μετάβαση από και προς την εργασία, εργασία, παρακολούθηση μαθημάτων·και όλα αυτά χωρίς καν να γνωρίζουμε αν θα υπάρχουν δουλειές, αύριο ή για το αμέσως επόμενο διάστημα.
Για τους «ειδικούς» των αστικών μέσων ενημέρωσης, το θέμα δεν είναι οι προφανώς κοινωνικές και πολιτικές αιτίες της κοινωνικής δυσφορίας. Η δουλειά τους είναι να ψάχνουν για μεμονωμένους πυροκροτητές-αιτίες και να περιορίζονται σε αυτούς. Το ζητούμενο για μας λοιπόν είναι να τους αποτρέψουμε από το να μας επηρεάσουν σε τέτοιο βαθμό ώστε να συμμορφωθούμε στις επιταγές των κυρίαρχων που θέλουν να μας πείσουν να μην εμπλακούμε στην πολιτική και κοινωνική ζωή. Έτσι, αυτή η υποτιθέμενη βοήθειά τους δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια αποδοχή της πολιτικής επιβολής των «λύσεων» των καπιταλιστών σε όλα τα επίπεδα. Δεν πρέπει να αποδεχθούμε με κανένα τρόπο ως μη επιλύσιμα τα προβλήματα ή από την άλλη να προσποιούμαστε ότι δεν υπάρχουν.
Όπως συμβαίνει με κάθε κοινωνικό πρόβλημα, η ατομικιστική προσέγγιση δεν είναι διέξοδος, αλλά ο τρόπος να κλειδωθούμε μέσα στο πρόβλημα. Οποιοδήποτε κοινωνικό πρόβλημα μπορεί να προκαλέσει εξαχρείωση μόνο αν προσποιηθούμε ότι μπορεί να αντιμετωπιστεί σε ατομικό επίπεδο, μόνο αν αποδεχθούμε ότι δεν είμαστε ικανοί να βγούμε από αυτό, μόνο αν συμμορφωθούμε χωρίς να αναζητούμε ένα συλλογικό μονοπάτι για να μεταμορφώσουμε την πραγματικότητα. Αυτή η «προσέγγιση» είναι ιδανική και πολύ χρήσιμη για την εξουσία, ο στόχος της οποίας είναι ακριβώς να διατηρήσει την κοινωνική συμμόρφωση προκειμένου να επιβάλει, χωρίς αυτό το επικίνδυνο εμπόδιο που ονομάζεται ταξική πάλη, τα συμφέροντα του κεφαλαίου: να διατηρήσει τη συσσώρευση κερδών και υπεραξίας των καπιταλιστικών επιχειρήσεων με κάθε τρόπο και κάθε αντεργατικό και κοινωνικό μέτρο που μπορεί να σκεφτούν.
Ως μονάδες στον καπιταλισμό δεν είμαστε τίποτα περισσότερο από μια εξατομικευμένη και ανίσχυρη μάζα ατόμων που προσπαθούν να επιβιώσουν σε ένα όλο και πιο απάνθρωπο καπιταλιστικό σύστημα. Η μόνη και ελάχιστη γραμμή άμυνάς μας μέσα σε αυτό το πλαίσιο είναι η οικογένεια, στενοί φίλοι… οι λίγες ανθρώπινες σχέσεις στις οποίες η βασική αλληλεγγύη συνεχίζει να λειτουργεί παρά το ασφυκτικό πολιτιστικό και ιδεολογικό περιβάλλον που προσπαθεί πάντα να μας εξατομικεύει και να μας χωρίζει από τους συντρόφους μας μέσα στην εργατική τάξη και στην ταξική πάλη. Καταδικασμένοι σε τόση μοναξιά και με τόσα λίγα καταφύγια, η συμμόρφωση -είτε συνειδητή είτε προσποιητή- αποτελεί μια στρατηγική επιβίωσης, συνειδητή ή ασυνείδητη.
Κάτω από τις συνθήκες της πανδημίας, οι οικείοι μας, τραυματίζονται, απειλούνται, πεθαίνουν. Αυτές οι περιορισμένες ελάχιστες σχέσεις αμοιβαίας αλληλεγγύης πληγώνονται, απειλούνται Οι παππούδες και γιαγιάδες που φρόντιζαν τα παιδιά, τώρα που τα σχολεία είτε είναι ανοιχτά ή κλειστά (ανάλογα με τη χώρα), δεν μπορούν να αποτελούν πλέον ενεργό μέρος της οικογένειας. Πολλοί έχουν πεθάνει, άλλοι φοβούνται. Με φίλους, έχει επικρατήσει η κοινωνική απόσταση. Στη δουλειά, δεν υπάρχει πλέον ούτε καν η παρηγοριά μιας συζήτησης με σάντουιτς και καφέ. Η εξατομίκευση έχει γίνει ακόμα πιο βάναυση, ακόμα πιο απομονωτική από πριν. Επίσης, έχει καταστεί προφανές ότι η συμμόρφωση δεν βοηθά κάποιον να μην πνιγεί όταν αυτό που μας επιβάλλεται είναι να συνεχίσουμε έτσι, να υπομένουμε μια κατάσταση από τη μια μικρή περίοδο πωλήσεων στην άλλη περίοδο πωλήσεων, από το καλοκαίρι έως τα Χριστούγεννα και από τα Χριστούγεννα έως το Πάσχα… Χιλιάδες άνθρωποι απομακρύνονται -και μαζί τους η μικρή ζωή που μας άφησαν- για χάρη των επιχειρήσεων που δεν μας προσφέρουν καν την ελάχιστη υγειονομική ασφάλεια αλλά ούτε και τη σιγουριά της εργασίας. Και ο αριθμός των νεκρών συνεχίζει να αυξάνεται. Οι αστικές κυβερνήσεις δεν έχουν καμία επιθυμία να σταματήσουν την πανδημία είτε δεν μπορούν να την σταματήσουν αποτελεσματικά. Μόνο μέσω της μάχης ενάντια στον ανθρωποφάγο καπιταλισμό μπορεί να βρεθεί η υπόσχεση μιας αληθινής ανθρώπινης ζωής.
Κατά τη διάρκεια του παλιού φυσιολογικού μόνο ένα μικρό κομμάτι της κοινωνίας είχε συνειδητοποιήσει την ανάγκη της συσπείρωσης και προσπαθούσε να προχωρήσει πέρα από το κοινωνικό επίπεδο και στο πολιτικό επίπεδο αλληλεγγύης. Αντί να πηγαίνουν με τη ροή, με το ρεύμα για να διευκολύνουν την επιβίωση, προσπάθησαν να κολυμπήσουν ενάντια στο ρεύμα: παλεύοντας για να αποκτήσουν κάτι για όλους ή να συζητήσουν πώς μπορούμε να πάμε εκεί. Ακόμα λιγότεροι ήταν εκείνοι που προχώρησαν ένα βήμα παραπέρα και στόχευαν ανοιχτά στον κομμουνισμό και στην αταξική κοινωνία. Προφανώς δεν είναι κάτι εύκολο. Πρέπει να εξοπλιστούμε όχι μόνο με σαφήνεια σκοπού και να μελετήσουμε τις εμπειρίες του παρελθόντος και του παρόντος της εργατικής τάξης, αλλά πρέπει επίσης να εξοπλιστούμε με μια νέα επαναστατική ηθική προκειμένου να το πετύχουμε. Μόνο μέσω της μάχης ενάντια στον απάνθρωπο καπιταλισμό, τη σφυρηλάτηση σχέσεων πολιτικής, κοινωνικής, οικονομικής και ταξικής αλληλεγγύης μπορούμε να παλέψουμε ώστε η υπόσχεση μιας αληθινά ανθρώπινης ζωής να μην μείνει μόνο υπόσχεση αλλά να μεταμορφωθεί στη νέα επαναστατική… «κανονικότητα».
Αρ. Μα.