του Νίκου Τζιρή

Η πρόσφατη επεξεργασία του Eurointelligence με βάση την έκθεση του ΔΝΤ για τη διεθνή οικονομική σταθερότητα δείχνει πως το μέλλον θα είναι κάθε άλλο παρά ευοίωνο για τις προοπτικές φερεγγυότητας των περισσότερων επιχειρήσεων. Με άλλα λόγια βλέπει να επέρχεται κύμα λουκέτων επιχειρήσεων διεθνώς, αλλά και ιδιαίτερα στην Ευρωζώνη. Οι τράπεζες φαίνονται σε καλύτερη κατάσταση σε σχέση με το προηγούμενο ξέσπασμα της κρίσης το 2008, αλλά παραμένει αμφίβολο το αν θα αντέξουν μια τόσο μεγάλη πίεση.

Η αιτία της απειλής δεν είναι άλλη από την επίδραση της πανδημίας, αλλά το πρόβλημα δεν είναι απλώς η μείωση των εταιρικών εσόδων. Το μείγμα γίνεται εκρηκτικό ακριβώς για τα χρέη των εταιριών ήταν ήδη υψηλά κατά την είσοδο στην ύφεση.

Ιδιαίτερα υψηλός φαίνεται να είναι ο δανεισμός των γαλλικών και ισπανικών επιχειρήσεων. Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι, όπως φαίνεται στο παραπάνω διάγραμμα του ΔΝΤ, ο εταιρικός δανεισμός μειώθηκε τα τελευταία χρόνια για την Ισπανία και την Ιταλία αλλά αυξήθηκε για τη Γαλλία και τη Γερμανία. Οι γαλλικές και ισπανικές επιχειρήσεις μπήκαν δηλαδή φορτωμένες με χρέος από διαφορετική πορεία – οι μεν προσπαθώντας να επεκτείνουν το δανεισμό τους και οι δε προσπαθώντας να τον μειώσουν.

Η εικόνα φαίνεται αποκαρδιωτική, αλλά στην πραγματικότητα είναι ήδη χειρότερη καθώς το διάγραμμα δεν φτάνει να συμπεριλάβει την πολλή σημαντική επέκταση του δανεισμού την οποία προκάλεσε άμεσα η ίδια η πανδημία και κυρίως τα lockdown στην αρχή της χρονιάς.

Οι ενέσεις ρευστότητας στις επιχειρήσεις από τις κυβερνήσεις -όπως τα 16 δις της κυβέρνησης Μητσοτάκη- οδήγησε στην άμεση αποφυγή ενός κύματος λουκέτων, αλλά οδήγησε και σε μια αύξηση του εταιρικού χρέους. Και ενώ οι πρώτες φρούδες ελπίδες για μια άμεση ανάκαμψη ξεμακραίνουν, η απειλή πολλαπλασιασμού του αντίκτυπου του να σκάσουν επιχειρήσεις με χαμηλό αξιόχρεο και υψηλό δανεισμό πλησιάζει ιλιγγιωδώς.

Μετριέται κάπως αυτός ο κίνδυνος και το περίφημο αξιόχρεο; Το ΔΝΤ στην έκθεσή του χρησιμοποιεί πέρα από τα ποσοστά δανεισμού και τα ίδια κεφάλαια των επιχειρήσεων και ένα περισσότερο σύνθετο δείκτη, τον περίφημο ICR ή Interest Coverage Ratio. Θα αποδίδαμε τον τελευταίο ως ποσοστό κάλυψης επιτοκίων και υπολογίζεται ως ο λόγος των κερδών (χωρίς να αφαιρεθούν οι δανειακές υποχρεώσεις και οι φόροι) προς τις πληρωμές επιτοκίων.

Τι σημαίνει όμως αυτό ο δείκτης; Ένα ICR χαμηλότερο της μονάδας δείχνει πως μια επιχείρηση έχει ανάγκη να δανειστεί περαιτέρω για να μπορέσει να ανταποκριθεί στις ανάγκες της για την αποπληρωμή επιτοκίων. Δεν επαρκούν δηλαδή συμφωνίες με τις τράπεζες για μια απλή επέκταση προθεσμιών αποπληρωμής.

Οι μεγάλες εταιρείες με πρόσβαση στις κεφαλαιαγορές φαίνονται ευνοημένες γιατί οι κεφαλαιαγορές υποτιμούν προς το παρόν τον πιστωτικό κίνδυνο γιατί βλέπουν πως παρά τα προβλήματα οι κυβερνήσεις και οι κεντρικές τράπεζες συνεχίζουν να ρίχνουν χρήματα για να στηρίξουν τις επιχειρήσεις και στοιχηματίζουν στη διαιώνιση αυτής της κατάστασης. Η κατάσταση δεν είναι βέβαια η ίδια για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις οι οποίες πρέπει να απευθυνθούν στις τράπεζες για το δανεισμό τους.

Στην Ελλάδα δεν χρειαζόμαστε ιδιαίτερες συστάσεις για να κατανοήσουμε τη σημασία των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων ως προς τη σύνθεση της οικονομίας. Σημαντικές αντιστοιχίες, ωστόσο, φαίνεται να υπάρχουν με ολόκληρη την Ευρωζώνη όπου το ένα δεύτερο της παραγωγής και τα δύο τρίτα της απασχόλησης οφείλονται σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Μια κρίση φερεγγυότητας του δανεισμού αυτής της κατηγορίας επιχειρήσεων θα είχε δραματικές επιπτώσεις για ολόκληρη την οικονομία και θα δοκίμαζε τα όρια της αντοχής των τραπεζών, ιδιαίτερα των μικρών και περιφερειακών τραπεζών.

Ας επιστρέψουμε, ωστόσο, στο τι μας λέει ο περίφημος ICR για το αξιόχρεο των επιχειρήσεων. Μία στις δύο μεγάλες εισηγμένες εταιρείες έχουν ICR μικρότερο της μονάδας. Άμεση συνέπεια όπως έχουμε ήδη εξηγήσει είναι η ανάγκη επέκτασης του δανεισμού τους. Ένα δεύτερο δεδομένο είναι πως οι μισές εξ αυτών των μεγάλων επιχειρήσεων έχουν ήδη αυξήσει τα επίπεδα δανεισμού τους μέσα στο πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους.

Αν η κατάσταση φαίνεται άσχημη για τους μεγάλους, για τους μικρούς είναι φυσικά χειρότερη. Σύμφωνα με μια προβολή του ΔΝΤ για τον επόμενο χρόνο -χρησιμοποιώντας εταιρικά δεδομένα από την Orbis- το 45% των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων στην Ευρωζώνη θα έχουν ICR κάτω του ένα και επιπρόσθετα το 25% θα παρουσιάζει αρνητικό ιδίων κεφαλαίων. Τομείς όπως είναι αυτός των καταλυμάτων, της διατροφής, της εκπαίδευσης και της ψυχαγωγίας βρίσκονται σε ακόμα χειρότερη κατάσταση.

Η έκθεση του ΔΝΤ δείχνει εν ολίγοις τις επιχειρήσεις της Ευρωζώνης ως το πιο αδύναμο κρίκο στην απειλή ενός νέου ξεσπάσματος της οικονομικής κρίσης που απειλεί να συμπαρασύρει μαζί με τις επιχειρήσεις τράπεζες αλλά και ολόκληρες οικονομίες.