ΟΙ ΚΑΛΕΣ "ΝΕΡΑΙΔΕΣ" ΚΑΙ ΟΙ ΝΕΡΑΙΔΟΠΑΡΜΕΝΟΙ

Α) Στις παραμονές των Χριστουγέννων εμφανίστηκαν στην Βαρβάκειο Αγορά μερικές γυναίκες, που προέβησαν σε πράξεις χριστιανικής αγαθοεργίας δωρίζοντας αφειδώς τρόφιμα στους πενομένους υποψήφιους αγοραστές. Παρόμοιο γεγονός είχε επαναληφθεί και την ίδια περίοδο της προηγούμενης χρονιάς. Σύμπαντες οι τηλεοπτικοί σταθμοί έσπευσαν, με περισσή προθυμία, να καλύψουν το γεγονός περιβάλλοντάς το με διθυραμβικά σχόλια. Η όλη υπόθεση επικεντρώθηκε στην υποτιθέμενη μεγαλοψυχία και στην ελεήμονα διάθεση αυτών των «καλών νεράιδων», στον βαθύ ανθρωπισμό τους, γι’ αυτό και, εμμέσως μεν, σαφώς δε, η χειρονομία τους προτάθηκε ως άξια μίμησης και ως υποδεικνυόμενη διέξοδος του καθεστώτος πείνας (αυτού του «τραχύ κι’ ανίκητου δεσπότη») που τείνει να επιβληθεί σε μεγάλο τμήμα της κοινωνίας μας. Η προαναφερθείσα αντιμετώπιση του προπεριγραφέντος γεγονότος μας ώθησε να ανασύρουμε απ’ την μνήμη μας την ad hoc σκέψη του Δημήτρη Γληνού: προϋπόθεση της ύπαρξης και της αγαθοποιού συμπεριφοράς του «καλού Σαμαρείτη», ήταν η προγενέστερη ύπαρξη και αδικοπραγία των ληστών!

Επομένως, «ο καλός Σαμαρείτης» αντιπροσωπεύει το ευδιάκριτο ενώ οι ληστές το σημαντικό. Εμείς, εν αντιθέσει με την ερασιτεχνική επιπολαιότητα των δημοσιογραφούντων υπαλλήλων του ηλεκτρονικού Τύπου, φιλοδοξούμε να ασχοληθούμε, επί τροχάδην, με το σημαντικό εν αντιπαραβολή προς το ευδιάκριτο.

Β) Ο Ιησούς έζησε και δίδαξε, σ’ ένα χώρο που δεν ήταν ούτε Ελληνικός ούτε Ρωμαϊκός, αλλά ολότελα Εβραϊκός. Είχε, μάλλον, ελάχιστη επαφή με την ελληνική παιδεία. Ένα απ’ τα σημαντικότερα στοιχεία της διδασκαλίας του ήταν ότι η κατοχή πλούτου είναι ένα βέβαιο εμπόδιο για την είσοδο στην Βασιλεία των Ουρανών. Δεν ήταν, λοιπόν, απ’ τον πλούσιο και ισχυρό που ανέμενε κανείς τις ηθικές αρετές (όπως συνέβαινε στον ελληνορωμαϊκό κόσμο) αλλά από τον φτωχό. Η κατοχή μεγάλης περιουσίας εθεωρείτο από τον Ιησού ως αναμφισβήτητο κακό, έστω και μόνο για τον λόγο ότι μπορεί να παγιδέψει τον κάτοχό της και να τον εκτρέψει από το καθήκον να επιζητήσει την Βασιλεία του Θεού. Μέσα σε χρονικό διάστημα μιας μόνο γενιάς, το μήνυμα του Ιησού μετατράπηκε στον Παυλιανό Χριστιανισμό μια και έκρινε (ο Παύλος) πως αν ο χριστιανισμός δεν ήθελε να εμπλακεί σε μια μοιραία γι’ αυτόν σύγκρουση με τις πανίσχυρες εύπορες τάξεις, ήταν υποχρεωμένος να παραμερίσει εκείνες τις ιδέες του Ιησού που ήσαν εχθρικές στην κατοχή οποιασδήποτε μεγάλης περιουσίας (βλ. ΤΖ.Ε.Μ ΝΤΕ ΣΑΙΝΤ ΚΡΟΥΑ, Ο Ταξικός Αγώνας στον Αρχαίο Ελληνικό Κόσμο, από την Αρχαϊκή Εποχή ως την Αραβική Κατάκτηση, εκδόσεις ΡΑΠΠΑ, σελ. 528, 532, 533, 534, 535). Μετά ταύτα, ο χριστιανισμός δυνάμωσε την θέση των ολίγων Εξουσιαστών και διεύρυνε την συγκατάθεση των υπό Εκμετάλλευση Πολλών. Εις αντιστάθμισμα, ενθάρρυνε ατομικές πράξεις φιλανθρωπίας (στο ίδιο, πιο πάνω, σελ. 272). Έτσι, η αγαθοεργία (φιλανθρωπία) επέτρεπε στην εύπορη  τάξη, όχι μόνον να διατηρήσει τον πλούτο της χωρίς κανένα αίσθημα ενοχής, αλλά και να καυχάται γι’ αυτόν, περιβάλλοντάς τον μ’ ένα ηθικό φωτοστέφανο προερχόμενο από την χρήση του σε μικρή αναλογία (την οποία οι κάτοχοι του πλούτου όριζαν κατ’ αρέσκειαν) για «αγαθοεργίες» που την βοηθούσαν να εξασφαλίσει την «σωτηρία» της. (στο ίδιο, πιο πάνω, σελ. 541). Μ’ αυτήν την έννοια, η διεστραμμένη ευφυΐα του Κικέρωνα όρισε την ελεημοσύνη ως «δικαιοσύνη έναντι του Θεού»! (Βλ. Miguel de UNAMUNO, Το τραγικό αίσθημα της ζωής, εκδόσεις ΡRINTA, σελ. 265). Αν, όμως, αναφερθούμε στην «δικαιοσύνη επί της γης» τότε τα πράγματα διαφέρουν: τα μέλη της κυρίαρχης κοινωνικής τάξης παραιτούνται από την «σωτηρία της ψυχής» τους, καταλείποντάς την γενναιόδωρα στο προλεταριάτο, ενώ, ταυτοχρόνως οι ίδιοι, κρατούν για τον εαυτό τους αυτά τα μίζερα υλικά αγαθά που μαζεύουν πάνω στην γη, επιλέγοντας συνειδητά να υπομένουν με καρτερία μια ζωή βουτηγμένη στην ευμάρεια, στην γαλήνη και στην ειρήνη! (πρβλ Μ.Α. Μπακούνιν, Φιλοσοφία, Θρησκεία, Ηθική, με επιμέλεια του ΓΚ.Π. ΜΑΞΊΜΟΦ, εκδόσεις Πανοπτικόν, σελ. 166). Η άρχουσα τάξη δεν παρέλειψε ποτέ να ιδιοποιηθεί άμεσα και προς όφελός της οποιαδήποτε μορφή προπαγάνδας έχει επινοηθεί από αυτούς που καταπιέζει και εκμεταλλεύεται. Έτσι, για να μείνουμε στις «καλές Σαμαρείτισσες», η μακαρίτισσα Μάργκαρετ Θάτσερ (η διαβόητη ΤΙΝΑ), άντλησε, χωρίς τύψεις, από την παραβολή του «Καλού Σαμαρείτη» το συμπέρασμα πως ο Σαμαρείτης μπόρεσε να κάνει την αγαθοεργία του επειδή ήταν αρκετά εύπορος ώστε να πληρώσει τον πανδοχέα για να φροντίσει τον άνθρωπο πούχαν ληστέψει (sic!) (βλ. G.E.M DE STE CROIX, Ο Χριστιανισμός και η Ρώμη, Διωγμοί, Αιρέσεις και Ήθη, με την επιμέλεια του Δημήτρη Ι. Κυρτάτα, εκδόσεις ΜΙΕΤ, σελ. 397). Μ’ αυτόν τον τρόπο, το μήνυμα της παραβολής φαντάζει (και είναι) πολύ διαφορετικό απ’ αυτό που είχε κατά νου ο δημιουργός της. Αιώνες πολλούς πριν από την ΤΙΝΑ, ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς δεν δίστασε να χρησιμοποιήσει το επιχείρημα ότι μόνον αν ένας άνθρωπος κατέχει κάποια περιουσία μπορεί να κάνει τα πράγματα που απαιτεί ο Κύριος: να ταΐζει τους πεινασμένους κ.λ.π, όπως ο Ζακχαίος φιλοξένησε τον ίδιο τον Κύριο! Ακόμη ενωρίτερα, ο Αριστοτέλης στα Πολιτικά του υποκρίνεται ότι η μέγιστη χαρά του να κάνει κανείς καλό στους φίλους είναι δυνατή μόνον όταν υπάρχει ατομική ιδιοκτησία. (στο ίδιο πιο πάνω, σελ. 312-313).

Γ) Η Αριστερά, εν αντιθέσει με τους ιδεολογικούς απολογητές της άρχουσας τάξης, οφείλει να μετατοπίσει το ενδιαφέρον της και την οπτική της γωνία απ’ τον «καλό Σαμαρείτη» στους ληστές, δηλαδή στο θανατηφόρο κοινωνικό- οικονομικό σύστημα του ολοκληρωτικού καπιταλισμού και την κοινοβουλευτική του εκδοχή της ολοκληρωτικής δημοκρατίας. Μ’ άλλα λόγια, αντί να παριστάνει τον «υπέρυθρο καλό Σαμαρείτη», πρέπει να διαπνέεται από συγκρουσιακή λογική με το κοινωνικό καθεστώς που γεννάει και συντηρεί τους σύγχρονους ληστές· πρέπει να στοχεύει στην λήψη άμεσων μέτρων ανατροπής του πλαισίου λεηλασίας των λαϊκών αναγκών και δικαιωμάτων. Αν επιλέξει να αντιμετωπίσει μόνο την ακραία φτώχεια, παντρεύοντάς την με κάποια «κοινωνική ευαισθησία», δηλαδή με ελεημοσύνη, αν περιοριστεί στο να αναδιανείμει την φτώχεια, λαμβάνοντας διορθωτικά μέτρα άμβλυνσης των πιο ακραίων μορφών της, χωρίς να συγκρουστεί με το σύστημα που την γεννάει και την γιγαντώνει, τότε η αντιστροφή του συνθήματος «καμιά θυσία για το ευρώ» στο αντίθετό του «πάση θυσία στο ευρώ», αργά ή γρήγορα (μάλλον γρήγορα) θα την οδηγήσει να ανακαλύψει κι’ αυτή τις αρετές του νόμου, της τάξης, της πειθαρχίας και της υποταγής στην νόμιμη εξουσία της των πενομένων λαϊκών στρωμάτων. Αυτή θα είναι η «κυβερνητική Αριστερά». Δεν θα έχει κανένα αριστερό συννοούμενο. Θ’ αποτελεί απλή φράση ευθυμογραφικού χαρακτήρα!

12 – Ι – 2015
Πέτρος Πέτκας