Η υπόθεση της γυναικοκτονίας των Αλβανίδων αδελφών Ζανέτ και Κριστίνας την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, οι οποίες εξαναγκάζονταν να εκδίδονται και να τεκνοποιούν για εμπόριο – Ένα στυγερό έγκλημα διαρκείας με συνενόχους-συνεργούς δεκάδες «καθώς πρέπει» της διπλανής πόρτας.

Ο κύκλος ωμότητας, πόνου, βαναυσότητας, εκμετάλλευσης, αποκτήνωσης, ταπείνωσης, υποβιβασμού, αφαίρεσης κάθε ανθρωπινότητας για τις γυναίκες δεν έχει τελειωμό. Την ώρα που οι ψυχές μας φουσκώνουν με λυτρωτικά δάκρυα από τη συγκίνηση που προκαλεί ο αγώνας εκατομμυρίων γυναικών και θηλυκοτήτων σε όλο τον κόσμο για την αποτίναξη της πατριαρχίας από την ανθρωπότητα, την ώρα που στα πνευμόνια μας μπαίνει ο ζωογόνος αέρας της ελπίδας που φέρνει ο αγώνας των γυναικών από την Πολωνία ως το Μεξικό και την Αργεντινή για το δικαίωμα των γυναικών στην αυτοδιάθεση των σωμάτων τους, την ίδια ώρα η πραγματικότητα μας υπενθυμίζει πόσο ακόμα η βαρβαρότητα διαφεντεύει τον κόσμο και πόσο ακόμα είναι οι γυναίκες αυτές που υφίστανται με το σώμα και τη ψυχή τους, με την ύπαρξή τους ολάκερη, τη πιο στυγερή εκμετάλλευση που τις υποβιβάζει σε κατάσταση χειρότερη και από αυτή των ζώων.

Η υπόθεση των δύο γυναικών από την Αλβανία, των αδελφών Ζανέτ και Κριστίνας, οι οποίες υποχρεώνονταν σε πορνεία από τον μαστρωπό – εξ αγχιστείας συγγενή τους, ενώ παράλληλα τεκνοποιούσαν αναγκαστικά, με σκοπό την εμπορία των παιδιών που γεννιούνταν και η δολοφονία τους από τον ίδιο, αποτελεί μία πραγματική γροθιά στο στομάχι. Η ζωή για άλλη μια φορά ξεπέρασε σε ένταση και τον πιο τολμηρό σεναριογράφο και μάλιστα με ένα τρόπο που δεν τον αντέχει ο ανθρώπινος νους.

Κάθε πτυχή της υπόθεσης αυτής είναι συγκλονιστική και ανυπόφορα αποτροπιαστική. Η οδύνη για τα τραγικά πρόσωπα της Ζανέτ και της Κριστίνας, του ανήλικου παιδιού τους που έγινε μάρτυρας της δολοφονίας τους, μας συνταράζει από τα βάθη της ψυχής μας και μας κάνει να γεμίζουμε οργή για ό,τι μέχρι σήμερα επιτρέπουμε να συμβαίνει δίπλα μας. Η μία από τις δύο γυναίκες μέσα στο ανείπωτο καθημερινό μαρτύριό της, είναι χαρακτηριστικό ότι αναζητούσε στη μόρφωσή της μία σανίδα διαφυγής από το ανεπούλωτο υπαρξιακό τραύμα που της προκαλούσε η κτηνώδης εκμετάλλευση που υφίστατο. Στο Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας αναζητούσε το σύνδεσμο που θα μπορούσε να την κρατήσει ανάμεσα στην κοινωνία των ανθρώπων! Ακόμα και η σκέψη αυτού που ζούσαν οι δύο γυναίκες είναι ικανό να μας συνθλίψει. Πόσο μπορούμε άραγε να αισθανθούμε αυτό που εκείνες βίωναν;

Η πραγματικότητα αυτή για τις γυναίκες δεν έχει διαφορά από την Ανατολή ως τη Δύση αιώνες τώρα, ακόμα και αν στις δυτικές καπιταλιστικές κοινωνίες κατ’ επίφαση φαίνεται να έχουν αλλάξει αρκετά τα πράγματα. Η τύχη κάθε γυναίκας συνδέεται ευθέως με την κοινωνική τάξη στην οποία ανήκει. Καμία πραγματική απελευθέρωση δεν έχει επιτευχθεί γι’ αυτές, παρά μόνο ανάλογα με την οικονομική κατάσταση κάθε μιας, μία καλύτερη τύχη. Θα υπάρχουν πάντα εκείνες που χωρίς επιλογή θα γίνονται αντικείμενα, θα απο-ανθρωποποιούνται για να γίνουν δοχεία εκτόνωσης, μηχανές αναπαραγωγής, μηχανές κερδοφορίας και αυτή η «προσφορά» υπάρχει γιατί υπάρχει μία ανάλογη «ζήτηση», η οποία είναι εξίσου και περισσότερο ένοχη. Είναι αυτή η «ζήτηση» που επιτρέπει τη δημιουργία του συστήματος. Είναι αυτή η «ζήτηση» από τους «καθώς πρέπει» κοινωνούς που δείχνει πώς αντιλαμβάνονται οι ίδιοι την αξία του «άλλου» από τον οποίο ζητάνε να πάψει να είναι άνθρωπος με αντάλλαγμα το χρήμα που διαθέτουν οι ίδιοι.

Η θέση της γυναίκας και στη σύγχρονη εποχή, παγκοσμίως, είναι ένας λόγος που χωρίς δεύτερη σκέψη θα έπρεπε να έχουμε ήδη επαναστατήσει. Η επανάσταση είναι η μόνη λέξη που μπορεί να δώσει νόημα στην ελπίδα και την πίστη ότι αυτή η οδύνη πρέπει και μπορεί να σταματήσει. Η ανατροπή του συστήματος που έχει ως αξία του την εκμετάλλευση του ανθρώπου από τον άνθρωπο είναι η απάντηση σε κάθε οργισμένο «γιατί», που ξεπηδά από τα βάθη της ψυχής μας κάθε φορά που βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια τέτοια υπόθεση.

Για τις δολοφονημένες αδελφές μας από την Αλβανία, σκύβουμε με βαθιά συντριβή το κεφάλι για την αδυναμία και ανεπάρκειά μας να αποτρέψουμε την κόλαση που έζησαν και το εξίσου εφιαλτικό τέλος τους. Ας σκεφτούμε την επανάσταση μέσα στο σήμερα, για να λυτρωθούμε από τον εφιάλτη της επανάληψης της φρίκης αυτής.

Μ.Κ.