του Γιάννη Αγγέλη

Τις τελευταίες ημέρες στα ΜΜΕ έχουν πυκνώσει τα δημοσιεύματα που αναφέρονται στην απαίτηση της Ρωσίας, κυρίως από τους ευρωπαίους, να πληρώνουν το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο που εξακολουθεί να ρέει προς τις ευρωπαϊκές χώρες, σε… ρούβλια ή χρυσό και όχι σε δολάρια ή ευρώ.

Εκ πρώτης όψεως η απαίτηση αυτή μοιάζει… τρελή και ακατανόητη καθώς οι ιμπεριαλιστικές κυρώσεις έχουν αποκλείσει την Ρωσία και τις ρωσικές τράπεζες από το περιβόητο σύστημα διεθνών συναλλαγών Swift και ταυτόχρονα οι Κεντρικές Τράπεζες έχουν «παγώσει» τα συναλλαγματικά (δολάριο, ευρώ) αποθέματα της Ρωσίας που βρίσκονταν στο εξωτερικό.

Πράγματι λίγο πριν ξεκινήσουν τα ρωσικά τανκς να περνάνε στο έδαφος της Ουκρανίας και αρχίσει ο πόλεμος, η συναλλαγματική ισοτιμία του ρουβλιού με το δολάριο ήταν λίγο κάτω από το 1/90.

Με την έναρξη του πολέμου και την ενεργοποίηση των κυρώσεων στις αρχές του Μάρτη το ρούβλι βυθίστηκε σχεδόν στο 1/150.

Μέσα σ’ αυτό το «περιβάλλον» έγιναν γνωστά δύο γεγονότα.

  • Το ένα ήταν η προαναφερθείσα απαίτηση της Μόσχας να πληρώνεται σε ρούβλια και όχι σε δολάριο ή ευρώ. Αυτό αφορά το φυσικό αέριο και πετρέλαιο προς το παρόν και το σιτάρι, ζωοτροφές, λιπάσματα και μέταλλα στο προσεχές  μέλλον. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι ακατανόητο η Ρωσία της οποίας τα συναλλαγματικά διαθέσιμα εκτός Ρωσίας είναι παγιδευμένα από τις ξένες κεντρικές τράπεζες, λόγω των κυρώσεων να μη θέλει να πληρωθεί σε «σκληρό» ελεύθερο στη διακίνησή του νόμισμα και να ζητάει… ρούβλια. Όσο αυτά βρίσκονταν σε εξέλιξη, παραδόξως, το ρούβλι όχι μόνο ανέκαμψε όσον αφορά την ισοτιμία του με δολάριο και ευρώ, αλλά περιόρισε τις απώλειές του σε ένα νέο επίπεδο ισοτιμίας κάτω από το 1/100 και λίγο πάνω από το 1/90. Μία διολίσθηση της τάξης μόλις του 10%. 
  • Το δεύτερο γεγονός που δεν «ακούσθηκε» πολύ, αλλά ενεργοποιήθηκε από τις 28/3, ήταν απόφαση της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας σύμφωνα με την οποία ανοίγει μία προσφορά αγοράς χρυσού σε φυσική μορφή, μέχρι τα τέλη Μαΐου.

Το παράδοξο αυτής της προσφοράς είναι ότι θα αγοράζει το γραμμάριο χρυσού για 5.000 ρούβλια, όταν στην ελεύθερη αγορά η πραγματική αντιστοιχία είναι 6000 ρούβλια. Αν παρατηρήσει κανείς το πόσο αγοράζει και πόσο πουλάει τις χρυσές λίρες η ΤτΕ στην Αθήνα, θα διαπιστώσει επίσης μία πολύ μεγάλη διαφορά, αλλά προφανώς οι δύο περιπτώσεις δεν συγκρίνονται καθώς η ΤτΕ κάνει αυτή την συναλλαγή με ευρώ και αφ’ ετέρου δεν  ισχύει κανένας από τους παράγοντες που ισχύουν στην τρέχουσα συγκυρία για την Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας και το ρούβλι.

Να σημειωθεί εδώ ότι από τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της Ρωσίας που βρίσκονται «εκτός βολής» από την πλευρά των κυρώσεων σε ρωσικό έδαφος, περισσότερο από το 50% είναι σε φυσικό χρυσό, ενώ τα ορυχεία χρυσού στην Ρωσία κατέχουν την τρίτη θέση στον κόσμο όσον αφορά την παραγωγή και τις εξαγωγές χρυσού.

Το Μπρέτον Γουντς και το… ρούβλι

Αναμφίβολα αυτό που «πέτυχε» η Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας σε χρόνο dt όσον αφορά την «σχεδόν» αποκατάσταση της διεθνούς συναλλαγματικής ισοτιμίας του ρουβλιού, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, δεν έχει το προηγούμενό του.

Μία σύγκριση με την τουρκική λίρα, ή οποιοδήποτε περιφερειακό νόμισμα που «λειτουργεί» σε όρους ειρήνης και όχι πολέμου, θα αρκούσε για να κατανοήσει κανείς την διαφορά.

Ποιος ήταν ο συμβολισμός και η υλική υπόσταση των δύο κινήσεων από την πλευρά της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας;

Με την απαίτηση αποπληρωμής σε ρούβλια των βασικών εξαγώγιμων προϊόντων της Ρωσίας, ήτοι της ενέργειας, των τροφίμων (σιτηρά, λιπάσματα, κ.λπ.) και των μετάλλων (πρώτη ύλη προϊόντων υψηλής τεχνολογίας) ανέδειξε την «σχέση» των πραγματικών αξιών απαραίτητων αφ’ ενός για την συνέχιση της διεθνούς παραγωγικής διαδικασίας και αφ’ ετέρου για την διατήρηση της ζωής (τρόφιμα, κ.λπ), με το ρούβλι.

Ταυτόχρονα ανέδειξε την πραγματική σχέση του νομίσματος αυτού σαν συναλλακτικό μέσο με ισχυρή ανταλλακτική αξία τον χρυσό.

Και απέρριψε(!) την ικανότητα του δολαρίου και του ευρώ σαν νόμισμα με ικανή αξία να αποτελέσει μέσο συναλλαγής για την ανταλλαγή με τα προϊόντα αυτά…

Εδώ πρέπει να θυμίσουμε ότι πριν από 50 χρόνια, τον Αύγουστο του 1971, ο Ρίτσαρντ Νίξον, πρόεδρος των ΗΠΑ, είχε δηλώσει μπροστά στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα ότι το δολάριο δεν μπορεί πλέον να ικανοποιήσει την σταθερή σχέση ανταλλαγής με το χρυσό όπως είχε αποφασισθεί το 1944 στο Μπρέτον Γουντς, ήτοι 35 δολάρια μία ουγκιά χρυσός.

Ο πόλεμος στο Βιετνάμ είχε «ξοδέψει» περί τους 12.000 τόνους χρυσού από τα συναλλαγματικά διαθέσιμα που επέτρεπαν στο δολάριο να είναι τόσο καλό όσο ο χρυσός με βάση την Συμφωνία του Μπρέτον Γουντς…      

Αυτό που ακολούθησε ήταν μία δεκαετία δραματικών οικονομικών, κοινωνικών και γεωπολιτικών εξελίξεων μέσα σε αλλεπάλληλα κύματα πληθωρισμού μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του 80.

Χρειάσθηκε μια χωρίς προηγούμενο διψήφια αύξηση των επιτοκίων από τον Βόλκερ, πάνω από τα επίπεδα του πληθωρισμού το 1981 και μία τριετής διεθνής ύφεση για να αρχίσει η ανάσχεση των πληθωριστικών πιέσεων, σε ένα περιβάλλον πρωτοφανούς απελευθέρωσης της κίνησης κεφαλαίων, με αλλεπάλληλους σπασμούς κρίσης μέχρι και το 2008… 

Οι κυρώσεις, το δολάριο και το ρούβλι

Επιστρέφοντας στο σήμερα, είναι άξιο ενδιαφέροντος να παρατηρήσει κανείς ότι οι κινήσεις αυτές από την πλευρά της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας γίνονται, ενόσω από την μία πλευρά ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται μαζί με τις κυρώσεις και από την άλλη πλευρά, αναπτύσσεται μία επίσης χωρίς προηγούμενο δραστηριότητα στο επίπεδο του διεθνούς εμπορίου ενέργειας και τροφίμων.

Η Ρωσία εμφανίζεται να έχει ολοκληρώσει τις τελευταίες ημέρες μία μεγάλης έκτασης συμφωνία με την –μέχρι πρόσφατα «εχθρική»- Ινδία για την τροφοδοσία της με φυσικό αέριο και πετρέλαιο η οποία θα εκτελείται τα επόμενα χρόνια με την χρήση των εθνικών νομισμάτων των δύο χωρών. Στα διεθνή οικονομικά ΜΜΕ αναφέρεται επίσης ότι επισημοποιείται η συμφωνία Κίνας – Ρωσίας για τον ανεφοδιασμό με φυσικό αέριο, πετρέλαιο και σιτηρά με γουάν και ρούβλι, ενώ την ίδια στιγμή η Σ. Αραβία προωθεί συμφωνία τροφοδοσίας της Κίνας με πληρωμές σε γουάν.

Με μια ευρύτερη ματιά σε ένα κόσμο διαχωρισμένο από τις κυρώσεις, διαπιστώνει κανείς ότι αυτές εφαρμόζονται από την «Δύση» που συναποτελούν οι ΗΠΑ, η Ε.Ε. (όχι ολόκληρη), η Μ. Βρετανία, η Αυστραλία, η Ιαπωνία, η Ελβετία, και από την άλλη πλευρά ο υπόλοιπος κόσμος ήτοι η Κίνα, η Ινδία, το Ιράν, η Συρία, η Βραζιλία και οι χώρες του ΟΠΕΚ που αρνούνται να επιβάλλουν τις κυρώσεις είτε καταδικάζουν είτε όχι την εισβολή της Ρωσίας. Και οι οποίες συνεχίζουν να συναλλάσσονται, ορισμένες περισσότερο από πριν, στα δικά τους πλέον νομίσματα με την Ρωσία για προϊόντα ενέργειας, διατροφής και βιομηχανίας.

Πριν βιασθεί να πει κανείς τίποτα περισσότερο, μπορεί εύκολα να παρατηρήσει ότι:

  • πρώτον ο «πόλεμος» στο οικονομικό του επίπεδο έχει πράγματι ήδη γίνει «παγκόσμιος», τα στρατόπεδα έχουν αρχίσει να ξεχωρίζουν και
  • οι συνέπειές του υποχρεώνουν τους αντιπάλους να αναμετρηθούν πλέον, με τους όρους της πραγματικότητας, ήτοι τους όρους του νόμου της αξίας!