Ο Οκτώβρης 1917 και η καθημερινή ζωή των σοβιετικών μαζών

Ο Οκτώβρης 1917 και η καθημερινή ζωή των σοβιετικών μαζών

Ο Οκτώβρης 1917 και η καθημερινή ζωή των σοβιετικών μαζών

Κατερίνα Μάτσα

 

Η Οκτωβριανή Επανάσταση αποτελεί μια τομή στην παγκόσμια ιστορία, κορυφαία στιγμή της παγκόσμιας σοσιαλιστικής επανάστασης, που άλλαξε ριζικά τη μορφή όλου του πλανήτη και τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων.

Έχει, λοιπόν, μεγάλη σημασία σήμερα, που ο καπιταλισμός βουλιάζει στη χειρότερη κρίση της ιστορίας του, να αντλήσουμε τα αναγκαία μαθήματα όχι μόνο από τον πολιτικό Οκτώβρη, αλλά και από τον πολιτιστικό Οκτώβρη των αρχών της δεκαετίας του 1920. Να μελετήσουμε ιδιαίτερα τις αλλαγές στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων, στη συμπεριφορά και στον τρόπο ζωής τους.

Η Οκτωβριανή Επανάσταση λειτούργησε ως προϋπόθεση της δυνατότητας πραγματοποίησης της κοινωνικής δημιουργίας των μαζών, μέσα από την ανάπτυξη κάθε μορφής πρωτοβουλίας.

Όπως αναφέρει ο Victor Serge, ο Λένιν, μετά την κατάληψη της εξουσίας, απευθυνόμενος στα μέλη του μπολσεβίκικου κόμματος, έλεγε “Πρωτοβουλία, πρωτοβουλία, πρωτοβουλία. Μόνον όσοι ριχτούν στο καμίνι της ζωντανής δημιουργικότητας των μαζών θα κρατήσουν την εξουσία”.[1]

Πραγματικά, αυτή η διαδικασία της κοινωνικής δημιουργίας στον απόηχο του Οκτώβρη πήρε τεράστιες διαστάσεις σε όλους τους τομείς, της οικονομίας, της κοινωνίας, του πολιτισμού.

Παρά τις τραγικές συνθήκες ζωής που δημιουργούσε ο τετραετής εμφύλιος πόλεμος, τις κακουχίες, τις αρρώστιες, τις στερήσεις, την πείνα, χιλιάδες άνθρωποι, κυρίως νέοι, έπαιρναν καθημερινά την πρωτοβουλία της συμμετοχής τους σε μια εκπληκτική διαδικασία συλλογικής καλλιτεχνικής δημιουργίας (ζωγραφική, μουσική, θέατρο, κ.ά.).

Είναι ενδεικτικό ότι στο διάστημα 1918 – 1920 άνοιξαν μόνο στην Πετρούπολη 186 εργαστήρια, όπου συμμετείχαν χιλιάδες άνθρωποι που εμπνέονταν από την Επανάσταση και ζωγράφιζαν, έπαιζαν θέατρο, έγραφαν και απάγγελλαν ποιήματα, δημιουργούσαν συλλογικά. Το ίδιο γινόταν και στις άλλες περιοχές της χώρας[2].

Μόλις μια περιοχή απελευθερωνόταν από τους λευκούς άνοιγαν εκεί την επόμενη στιγμή εργαστήρια θεάτρου, χορού, εικαστικών, καθώς και λέσχες συζητήσεων για τη χειραφέτηση των γυναικών, την ενδοοικογενειακή βία, τα διαζύγια, την πορνεία και άλλα.

Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι το θέατρο, στις πιο πρωτοποριακές μορφές του, είχε τη μεγαλύτερη συμμετοχή, συγκεντρώνοντας τους περισσότερους νέους που συνέρρεαν κατά χιλιάδες για να εκφέρουν τον δικό τους λόγο, να διατυπώσουν ερωτήματα, να δώσουν τις δικές τους απαντήσεις, να θέσουν καινούργιους προβληματισμούς. Επιπλέον το θέατρο συγκέντρωνε όλες τις μορφές της τέχνης, το χορό, τη μουσική, τα εικαστικά.

Η επαναστατική έκρηξη και η δυναμική των επαναστατικών γεγονότων έσπασαν τους φράχτες που χώριζαν τις μάζες από τον πολιτικό στίβο και τις έκαναν να εισβάλουν βίαια στην περιοχή όπου ρυθμίζονται τα δικά τους πεπρωμένα.

Όπως λέει ο Τρότσκι “οι γοργές μεταβολές στη γνώμη και το θυμικό των μαζών σε καιρό επανάστασης δεν προέρχονται από την ευλυγισία και την ευκινησία της ανθρώπινης ψυχής, μα από τον βαθύ συντηρητισμό της. Οι ιδέες και οι κοινωνικές σχέσεις βρίσκονται σε χρόνια καθυστέρηση απέναντι στις καινούργιες αντικειμενικές συνθήκες ως τη στιγμή που σωριάζονται σαν σε κατακλυσμό, κι απ’ αυτό προκύπτουν, σε καιρό επανάστασης, ανατινάγματα ιδεών και παθών που οι αστυνομικοί εγκέφαλοι τα φαντάζονται απλούστατα σαν έργο των “δημαγωγών”.[3]

Αυτά τα ανατινάγματα ιδεών και παθών, που προκάλεσε η βίαιη έμπνευση της Ιστορίας, αυτά τα ρήγματα στην πολιτική ψυχολογία των μαζών δημιούργησαν τους όρους για τη “Ρώσικη Πρωτοπορεία”, δίνοντας στην πρώτη μετεπαναστατική περίοδο στη Ρωσία το χαρακτήρα μιας χωρίς προηγούμενο εποχής στην ιστορία του παγκόσμιου πολιτισμού.

Η κολλεκτιβίστικη, πρωτοποριακή δημιουργία σε όλους τους τομείς άνοιγε νέους δρόμους όχι μόνο στην Τέχνη αλλά και στη σκέψη και στη συναισθηματική διάθεση των μαζών. Γινόταν πόλος έλξης για σπουδαίους και αναγνωρισμένους ήδη καλλιτέχνες, που συντάσσονταν με την Επανάσταση και τις συντελούμενες αλλαγές.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο μεγάλος ποιητής Alexander Blok. Η στράτευσή του στην Επανάσταση έκανε τους λόγιους της εποχής να του γυρίσουν την πλάτη, ενώ την ίδια στιγμή το έργο του το αγκάλιαζαν οι μάζες, ως πηγή έμπνευσης και ώθηση στη δική τους ενέργεια και δημιουργικότητα. Όπως έγραφε ο Λέων Τρότσκι: «Ο Μπλοκ ανήκε στην προ-οκτωβριανή λογοτεχνία, όμως ξεπέρασε αυτή την απόσταση και μπήκε στη σφαίρα του Οκτώβρη, γράφοντας τους “Δώδεκα”, το πιο σημαντικό έργο της εποχής μας, που θα ζήσει για πάντα».[4]

Ο άνεμος της Οκτωβριανής Επανάστασης έφερε προς το μέρος της όλους τους μεγάλους ποιητές της Ρωσίας.

Μέσα σ’ αυτό το κλίμα, τα μουσεία άνοιξαν τις πύλες τους στην δωρεάν είσοδο όλων, για να χαρούν όλοι τους καλλιτεχνικούς θησαυρούς τους, που είχαν ήδη εμπλουτισθεί από τις κατασχέσεις αναρίθμητων ιδιωτικών συλλογών, που έκανε η σοβιετική κυβέρνηση.

Το ίδιο και τα θέατρα και οι μουσικές σκηνές που γέμιζαν κάθε βράδυ με προλετάριους. Οι πλατείες γέμιζαν με τις περίφημες ορχήστρες χωρίς μαέστρο.

Δρώντας στο πεδίο του πολιτισμού οι μάζες δημιουργούσαν οι ίδιες τους όρους της χειραφέτησής τους στην πράξη. Γιατί η πολιτιστική δημιουργία βιωνόταν όχι μόνο ως κοινωνική ανάγκη αλλά και ως επιθυμία τους. Μια επιθυμία που αφορούσε την αυτονομία, την ισοτιμία και τη συλλογικότητα. Όπως λέει η Λ. Μπουλάφκα, “η κοινωνική αυτοαποκάλυψη του πολιτισμού συνέβη όχι μόνο γιατί ο πολιτισμός μετατρεπόταν σε εργαλείο εργασίας των επαναστατικών μαζών στην υπόθεση της δημιουργίας της νέας ζωής, αλλά επειδή η δίνη των επαναστατικών γεγονότων γέννησε στις επαναστατικές μάζες έντονη την ανάγκη να κατανοήσουν τα τεκταινόμενα, να βρουν το δικό τους ενδιαφέρον σε αυτά και να τα συσχετίσουν μεταξύ τους. Μέσα σ’ αυτή τη διαδικασία ανακάλυπταν καινούργια νοήματα στην έννοια του πολιτισμού, που απελευθερωνόταν πια από τις αλλοτριωμένες κοινωνικές σχέσεις του παρελθόντος και γινόταν προϊόν της δικής τους συλλογικής δημιουργίας μέσα στο καμίνι της Επανάστασης”.[5] Ο πολιτισμός δηλαδή ως εργαλείο εργασίας έβγαινε από τα σαλόνια όπου ήταν κλεισμένος μέχρι τότε και κατέβαινε στους δρόμους. Έτσι διαμορφώνονταν όλοι οι αναγκαίοι όροι για την υπέρβαση της αποξένωσης των μαζών από τα προϊόντα του πολιτισμού. Ήταν μια συγκλονιστική διαδικασία που μεγάλοι καλλιτέχνες, (όπως ο Μέγιερχολντ, ο Μαλέβιτς, ο Μπλοκ και άλλοι) συμμετείχαν ενεργά στη δημιουργία που ευνοούσε η πολιτιστική πολιτική του μπολσεβίκικου κόμματος. Ο Λένιν έλεγε: “για μας το κέντρο βάρους μετατοπίζεται στην πολιτιστική δουλειά, αν δεν υπήρχαν οι διεθνείς σχέσεις, αν δεν είμασταν υποχρεωμένοι να παλέψουμε για τις θέσεις μας στο διεθνή τομέα”.[6]

Γι’ αυτό μιλάμε για τον πολιτιστικό Οκτώβρη της δεκαετίας του 1920.

Η ιστορική σημασία της προλεταριακής επανάστασης βρισκόταν στο ότι έβαζε τα θεμέλια μιας αληθινά ανθρώπινης κουλτούρας, διαμορφώνοντας τους όρους για τη δημιουργία του καθολικού ανθρώπου στον παγκόσμιο κομμουνισμό.

Μέσα, λοιπόν, στους κοινωνικούς όρους αυτών των επαναστατικών αλλαγών πραγματοποιούνταν τα ρήγματα και στη συνείδηση των μαζών, που τις έκαναν να ενστερνίζονται τη σοσιαλιστική ιδεολογία. Γιατί η κοινωνική δημιουργία είχε σαν αίτημα αλλά και προϋπόθεση ένα ιδεώδες, το ιδεώδες της δικαιοσύνης, της αδελφοσύνης, της ισότητας. Και αυτό το ιδανικό πραγματωνόταν, αποκτούσε σάρκα και οστά μέσα στους επαναστατικούς όρους της εποχής. Γινόταν, όπως θα έλεγε ο Ιλιένκοφ[7] “ένα ιστορικά δημιουργούμενο ιδεώδες”. «Η κοινωνική δημιουργία έγινε εκείνη η “μαγιά” στην οποία συμπεριλαμβανόταν η ίδια η ουσία του σοσιαλιστικού ιδεώδους και της σοσιαλιστικής ιδεολογίας. Και μάλιστα το καθένα αποκτούσε την ουσία του μέσα στην κοίτη της εκατέρωθεν προσεγγιστικής κίνησής τους».[8]

Με άλλα λόγια η κοινωνική δημιουργία ήταν η κεντρομόλος δύναμη που τα συνέδεε όλα, τις επαναστατικές μάζες, το σοσιαλιστικό ιδεώδες και τη σοσιαλιστική ιδεολογία σε μια ενότητα, που αποτελούσε τη νέα πολιτισμική καθολικότητα του σοβιετικού πολιτισμού.

Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο των κοσμοϊστορικών αλλαγών σε όλα τα επίπεδα άλλαζε και η καθημερινότητα των ανθρώπων. “Παρά την αναρρίχηση της γραφειοκρατικής αντίδρασης, παρά τις ελλείψεις και την πολιτιστική καθυστέρηση, η επαναστατική ορμή, εξακολουθεί να είναι αισθητή καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του είκοσι, χάρη στις πρωτοπόρες προσπάθειες στο μέτωπο του μετασχηματισμού της ζωής: σχολικές και παιδαγωγικές μεταρρυθμίσεις, οικογενειακή νομοθεσία, ουτοπίες με επίκεντρο την πόλη, γραφική και κινηματογραφική δημιουργικότητα”.[9]

Γιατί, σε στιγμές κοινωνικής έκρηξης η λειτουργία του καθημερινού χάνει το προηγούμενο αρνητικό δυναμικό της ομοιομορφίας, της ρουτίνας, της επανάληψης, της κοινοτοπίας. Η κάθε μέρα γίνεται μια καινούργια μέρα και το απρόβλεπτο, το ανεπανάληπτο, ως στοιχείο της κοινωνικής δράσης αναδυόταν από όλους τους πόρους του κοινωνικού σώματος δίνοντας ένα καινούργιο νόημα στην καθημερινότητα.

Όπως λέει ο H. Lefevre[10] η καθημερινότητα δεν είναι μόνο τετριμμένα πράγματα, το ισιωμένο έδαφος: είναι το κύριο όργανο του κράτους και του τρόπου παραγωγής για τη διατήρηση και τη συνέχιση των κοινωνικών παραγωγικών σχέσεων, μέσα στο χώρο του καθημερινού και του αστικού, στην πόλη, στο χώρο”.

Μέσα στον καπιταλισμό, η καθημερινότητα γίνεται μια γενικευμένη συνθήκη καθολικής αποξένωσης από την ανθρώπινη ουσία.

Σπουδαίοι μαρξιστές στοχαστές, όπως ο Βάλτερ Μπένγιαμιν, ο Antonio Gramsci, ο H. Lefevre έχουν αναλύσει την έννοια της καθημερινής ζωής αναδεικνύοντας την αντιφατική της ουσία στην οποία θεμελιώνεται η προσδοκία της αλλαγής. Μέσα στους όρους της αλλοτρίωσης γεννιούνται και οι όροι της άρνησής της. Μέσα στο κοινότοπο υπάρχει και ο τόπος της ουτοπίας, αυτό – που – δεν – υπάρχει – ακόμα, όπως θα έλεγε ο Έρνστ Μπλοχ, ο φιλόσοφος της ελπίδας, αυτό που μπορεί να αποκαλυφθεί μέσα από την πράξη των μαζών.

Για τον H. Lefevre και τους καταστασιακούς η κάθε μέρα παίρνει διάφορες μορφές καθώς το υποκείμενο εκδηλώνει με πολλούς τρόπους την αντίστασή του στη ρουτίνα, ως μέρος μιας συλλογικότητας, που διαμορφώνεται μέσα από αντι – ηγεμονικές συμμαχίες σε πολλά επίπεδα.

Στους  χώρους της κυρίαρχης πολιτιστικής βιομηχανίας διαμορφώνονται και οι όροι της κριτικής της μέσα από μια νέα πολιτιστική δημιουργία, που κάνει κριτική στη συμβατικότητα και γίνεται εστία αντίστασης στην καθημερινότητα, εστία πολιτιστικής σύγκρουσης με το κατεστημένο και ανατροπής του, όρος ανθρώπινης χειραφέτησης.

Η Οκτωβριανή Επανάσταση, εισάγοντας ένα ουτοπικό πλεόνασμα σε όλους τους πόρους της κοινωνίας έκανε την ίδια την επανάσταση συστατικό στοιχείο της καθημερινής ζωής. Όπως λέει ο Λ. Τρότσκι “για μια απροσδιόριστη, μακρά περίοδο και με σταθερούς, εσωτερικούς αγώνες όλες οι κοινωνικές σχέσεις υφίστανται μια μεταμόρφωση. Η κοινωνία εξακολουθεί να αλλάζει το δέρμα της. Κάθε στάδιο της μεταμόρφωσης απορρέει από το προηγούμενο… Οι επαναστάσεις στην οικονομία, την τεχνική, την επιστήμη, την οικογένεια, την ηθική και την καθημερινή ζωή αναπτύσσονται με μια πολύπλοκη αλληλεπίδραση και δεν αφήνουν την κοινωνία να πετύχει μια ισορροπία…”.[11]

Γιατί η Επανάσταση, ακόμα και γι’ αυτούς που δεν παίρνουν μέρος, προκαλεί στο πνεύμα τους μια συμπάθεια, που μπορεί να φτάσει στον ενθουσιασμό. Κατά τον E. Kant[12], αυτή η συμπάθεια δεν μπορεί να έχει άλλη αιτία παρά μια “ηθική διάθεση του ανθρώπινου γένους”, που οι επαναστάτες αποκαλούν “αίσθημα ανθρωπότητας (sentiment d’ humanité).[13] Αυτό το αίσθημα μπορεί να πάρει τη μορφή του ενθουσιασμού για την ίδια την Επανάσταση, η οποία αντιπροσωπεύει την ιδέα του “υψηλού” (sublime). Αυτό τον “υψηλόν” αντιπροσώπευε και η Γαλλική Επανάσταση, που γέμισε ενθουσιασμό ακόμα και τον φιλόσοφο Καντ και τον έκανε για πρώτη και μοναδική φορά στη ζωή του να καθυστερήσει κατά  5 λεπτά τον καθιερωμένο καθημερινό του περίπατο. Αυτό το “υψηλόν” αντιπροσώπευε και η Οκτωβριανή Επανάσταση που γέννησε κύματα ενθουσιασμού όχι μόνο στους σοβιετικούς λαούς αλλά και στους λαούς όλου του κόσμου.

Στο επόμενο φύλλο: Η ψυχανάλυση στη χώρα των Σοβιέτ – η Γραφειοκρατία



[1]
                        [1] Βίκτωρ Σερζ, Έτος Ένα της Επανάστασης, εκδ. Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο, 2017, σελ. 152 και 159.

[2]
                        [2] Λουντμίλα Μπουλάφκα “Η διαλεκτική μιας πορείας: από την πολιτιστική επανάσταση του 1917 ως την αντεπανάσταση του 1997” Επαναστατική Μαρξιστική Επιθεώρηση Νο 3, Ιούλιος 1998.

[3]
                        [3] Λ. Τρότσκι, Ιστορία της Ρώσικης Επανάστασης, μτφ Λ. Μιχαήλ, εκδ. “Προμηθέας”, 1961, σελ. 10

[4]
                        [4] Λ. Τρότσκι, Λογοτεχνία και Επανάσταση, μτφ. Λ. Μιχαήλ, εκδ. “Αλλαγή”, 1984, σ. 102

[5]
                        [5] ό.π., 2

[6]
                        [6] Λένιν, Άπαντα, τομ. 18, μέρος 2ο σ. 144.

[7]
                        [7] Ε.Ilienkoff, Τεχνοκρατία και ανθρώπινα ιδεώδη στο σοσιαλισμό (Eίδωλα και Ιδεώδη), εκδ. Οδυσσέας, 1976.

[8]
                        [8] ό.π., σελ. 2

[9]
                        [9] Daniel Bensaïd, Τα ερωτήματα του Οκτώβρη, Ουτοπία, Νο 77, Σεπ – Οκτ 2007, σελ. 33-48.

[10]
                        [10] H. Lefevre, Μηδενισμός και αμφισβήτηση, εκδ. Ύψιλον, 1990, σελ. 56.

[11]
                        [11] Λ. Τρότσκι, Η διαρκής επανάσταση, μτφ Θ.Θωμαδάκη, εκδ. “Αλλαγή”, 1982, σελ. 16.

[12]
                        [12] E. Kant “Le conflit des facultés”, 1798, Paris Vrin, 1977.

[13]
                        [13] Sophie Wahnich, La revolution française n’ est past un mythe, Klincksieck, Paris 2017.