Πριν 106 χρόνια, στις 7 Νοέμβρη με το νέο ημερολόγιο, 25 Οκτώβρη με το παλιό, το προλεταριάτο στη Ρωσία έκανε έφοδο στον ουρανό, ανέτρεψε την εξουσία των καπιταλιστών και γαιοκτημόνων και εγκαθίδρυσε την εξουσία των σοβιέτ. Το κείμενο που ακολουθεί, είναι του Marcel Liebman από το βιβλίο του O Λενινισμός όσο ζούσε ο Λένιν (Leninism under Lenin), εκδ. Merlin Press, London 1980, απ’ όπου παρουσιάζουμε το κεφάλαιο Ο Λενινισμός και η επαναστατική δημοκρατία. Πρωτομεταφράστηκε και δημοσιεύτηκε στα ελληνικά από το περιοδικό του ΕΕΚ, Eπαναστατική Mαρξιστική Eπιθεώρηση, Nο 64, Aύγουστος-Σεπτέμβρης 1990

του Marcel Liebman
Λίγο πριν την εξέγερση του Οκτώβρη ο Λένιν έγραφε: «Πρέπει να ωθήσουμε τις μάζες να μπουν στη συζήτηση αυτού του ζητήματος (εάν θα έπρεπε να μποϋκοταρισθεί το προκοινοβούλιο ή όχι). Οι ταξικά συνειδητοί εργάτες πρέπει να πάρουν το ζήτημα στα χέρια τους, να οργανώσουν τη συζήτηση και να ασκήσουν πίεση πάνω “σ’ εκείνους που βρίσκονται στην ηγεσία” (δηλ. την ηγεσία του Μπολσεβίκικου κόμματος)»11. Λένιν τομ. 26. σ. 57-8. Τον ίδιο καιρό διακήρυσσε ότι «η εξέγερση πρέπει να βασίζεται όχι στη συνωμοσία ούτε πάνω σ’ ένα κόμμα. αλλά πάνω στην πρωτοπόρο τάξη… Η εξέγερση πρέπει να βασίζεται πάνω σε μια επαναστατική εξέγερση του λαού»2ό.π. τομ. 26. σ. 22. Λίγους μήνες νωρίτερα, όταν πρωτοπαρουσίασε τις «Θέσεις του Απρίλη» ο Λένιν έλεγε: «Δεν θέλουμε να δεχτούν οι μάζες το λόγο μας. Δεν είμαστε τσαρλατάνοι. Θέλουμε να ξεπεράσουν οι μάζες τα λάθη τους μέσα από την εμπειρία»3ό.π. τομ. 36. σ. 439. Είχε πολύ απομακρυνθεί από τις ιδέες που εξέθετε στο «Τι να κάνουμε», είχε πολύ απομακρυνθεί από την αντίληψη της οργάνωσης που είχε αποτυπώσει στον Μπολσεβικισμό κατά τη διάρκεια των χρόνων που αυτός ιδρύθηκε. Ήταν τα γεγονότα του 1905 που είχαν αρχίσει να ταρακουνούν αυτές τις ιδέες. Το 1917 η «επαναστατική εξέγερση του λαού» έφερε το ίδιο αποτέλεσμα αλλά με δεκαπλάσια δύναμη, σαν αποτέλεσμα των νικών που κερδήθηκαν στη μάχη ενάντια στη μπουρζουαζία. Η θεωρία του κόμματος που ο Λένιν είχε επεξεργαστεί είχε σαν αφετηρία της την υπόθεση ότι μόνο οι πιο συνειδητοί από τους εργάτες, που είχαν διαφωτιστεί από τους διανοούμενους οι οποίοι είχαν σπάσει από την τάξη τους, ήταν ικανοί «να μεταδώσουν συνείδηση» στην προλεταριακή πολιτική δραστηριότητα. Όμως, ο τρόπος με τον οποίο αναπτύχθηκε στην πραγματικότητα η επανάσταση, οδήγησε τον Λένιν στο να επιβεβαιώσει ότι «η χώρα των εργατών και των φτωχών αγροτών… είναι χίλιες φορές πιο αριστερά από τους Τσερνώφ και τους Τσερετέλι και εκατό φορές πιο αριστερά από εμάς»4ό.π., τομ. 24, σ. 364.
Ενώ ο ριζοσπαστισμός του προλεταριάτου ήταν μεγαλύτερος από των Μπολσεβίκων, δεν το έπαιρναν πάντοτε απόφαση ότι ήταν κατώτεροι απ’ αυτή την άποψη και ότι συγκριτικά έπρεπε να προσέχουν αποκτώντας πιο σαφή συνείδηση των στόχων και των δυνατοτήτων τής επανάστασης που προχωρούσε. Ένα μεγάλο τμήμα τής ηγεσίας και πολλά στελέχη έβλεπαν με άκρα απροθυμία την προοπτική μιας σοσιαλιστικής επανάστασης: Όλοι οι «παλιοί Μπολσεβίκοι», ιδιαίτερα, ήταν σταθερά ενάντιά της. Για άλλη μια φορά, και περισσότερο από ποτέ πριν, οι σχέσεις ανάμεσα στο προλεταριάτο και την πρωτοπορία του, και μέσα σ’ αυτήν την ίδια, ανάμεσα στη βάση και την ηγεσία, έμπαιναν υπό επανεξέταση. Αυτή η αναθεώρηση ήταν αποτέλεσμα της ανάπτυξης από τον Λένιν μιας πρωτότυπης και αξιοσημείωτα τολμηρής νέας αντίληψης για το ρόλο του κράτους και της κοινωνικής επανάστασης.
Το κράτος και η επανάσταση: ελευθεριακός λενινισμός

Ο Λένιν τελείωσε τη συγγραφή τού «Κράτος και Επανάσταση» κατά τη διάρκεια των εβδομάδων που πέρασε στην αναγκαστική εξορία του στη Φινλανδία. Αυτό το έργο φέρει τη διπλή σφραγίδα της θεωρητικής σκέψης που ο Λένιν είχε αρχίσει ν’ αναπτύσσει πριν την επανάσταση του 1917 και της επίδρασης που κατάφερε να ασκήσει αυτό το γεγονός στη σκέψη του συγγραφέα – μιας επίδρασης που παρατηρείται επίσης και πιο καθαρά σε άλλα του γραπτά της εποχής, ειδικά σ’ ένα δοκίμιο που ολοκλήρωσε λίγες εβδομάδες πριν την Οκτωβριανή εξέγερση, «θα κρατήσουν την εξουσία οι Μπολσεβίκοι;», στο οποίο θα επανέλθω.
Θεωρητικός στόχος τού «Κράτος και Επανάσταση» είναι να ορίσει την έννοια του κράτους. Η ανάλυση αυτής της έννοιας άρχισε από τον Μαρξ και τον Ένγκελς αλλά αυτό που εκείνοι κληροδότησαν ήταν περισσότερο μια κατεύθυνση της σκέψης παρά ένα τελειωμένο σύστημα – μια κατεύθυνση σκέψης, επιπλέον, που δεν ήταν απελευθερωμένη από αμφιθυμία, ειδικά όσον αφορά τις σχέσεις μεταξύ του κράτους και της τάξης και, ιδιαίτερα, όσον αφορά τη σχετική ανεξαρτησία του πρώτου από τη δεύτερη.
Ο Λένιν, απ’ τη μεριά του, περιορίζεται να διαβεβαιώσει ότι «το κράτος είναι μια ειδική οργάνωση δύναμης: είναι μια οργάνωση βίας για την καταπίεση κάποιας τάξης»5ό.π., τομ. 25, σ. 402. «Το κράτος είναι μια οργάνωση βίας». Προφανώς, αυτή η πρόταση υποβιβάζει το ρόλο τον κράτους σ’ ένα στοιχείο, το οποίο, μολονότι ουσιαστικό, είναι κατά κάποιο τρόπο, απλουστευμένο: αποκλείει οποιαδήποτε αναφορά ή έστω υπαινιγμό σε μια ολόκληρη σειρά λειτουργιών και διαμεσολαβήσεων που εκπληρώνει το κράτος – λειτουργίες και διαμεσολαβήσεις που δεν ακυρώνουν, φυσικά, τον χαρακτήρα τού καταναγκασμού (ο ίδιος αποτελεί μια μορφή βίας) που ενυπάρχει μέσα στην πολιτική εξουσία και, ιδιαίτερα, στην κρατική εξουσία. Η πρόταση του Λένιν, μολονότι σύντομη, δεν είναι εντούτοις αφηρημένη, με την έννοια ότι δεν είναι «έξω από την ιστορία»· αντίθετα είναι το αποτέλεσμα της ερμηνείας του Λένιν για τις εντελώς ειδικές συνθήκες της Ευρώπης στις αρχές του εικοστού αιώνα. Ο καπιταλισμός, στο μονοπωλιακό του στάδιο ήταν ο ίδιος συνώνυμο του ιμπεριαλισμού, που συνεπάγονταν μια ορισμένη στρατιωτικοποίηση της κοινωνίας. Αυτή η τάση εντάθηκε από τον πόλεμο, που έφερε μαζί του την κατάργηση πολλών δημοκρατικών ελευθεριών, και την παρέμβαση ενός κράτους, που ήταν πιο καταπιεστικό και βίαιο από ποτέ, σε πολλές σφαίρες της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής δραστηριότητας.
Γι’ αυτό το λόγο ο Λένιν στο «Κράτος και Επανάσταση» προσφέρει μια ιδιαίτερη κριτική ανάλυση της αστικής δημοκρατίας. Μολονότι ποτέ δεν το είχε μελετήσει αυτό συστηματικά, είχε εντούτοις επιστήσει την προσοχή στα πλεονεκτήματά του και είχε δείξει ότι εκτιμούσε τις δυνατότητες που έδινε στην εργατική τάξη για την ανατροπή του καπιταλισμού.
Το 1917 όμως έγραφε ότι «το να αποφασίζεις μια φορά κάθε λίγα χρόνια για το ποιο μέλος της κυρίαρχης τάξης πρόκειται να καταπιέζει και να τσακίζει το λαό δια μέσου του κοινοβουλίου – αυτή είναι η πραγματική ουσία του αστικού κοινοβουλευτισμού, όχι μόνο στις κοινοβουλευτικές-συνταγματικές μοναρχίες αλλά επίσης και στις πιο φιλελεύθερες δημοκρατίες6ό.π., τομ. 25, σ. 422-3. Και οι θεσμοί αυτών των αστικο-δημοκρατικών καθεστώτων συνοδεύονταν πάντοτε από μια γραφειοκρατική διαχείριση που ήταν τυραννική και παρασιτική7ό.π., τομ. 25, σ. 451-2 και 473-4. Αυτό αναγκαία συνεπάγονταν το ότι η επανάσταση πρέπει να επιδιώξει “το στόχο, όχι της βελτίωσης της κρατικής μηχανής αλλά της συντριβής και της καταστροφής της”».
Δεν υπήρχε τίποτα σ’ αυτό, βέβαια, που να μην ήταν σύμφωνο με τη μαρξιστική αρχή. Ο Λένιν ήταν πιστός στην κλασική διδασκαλία ότι, πάνω στα ερείπια του κράτους που καταργήθηκε μ’ αυτόν τον τρόπο, θα ανεγειρόταν η δικτατορία του προλεταριάτου, η ανάγκη της οποίας είχε ήδη διακηρυχθεί στο πρόγραμμα της Ρώσικης Σοσιαλδημοκρατίας το 1903. Στο «Κράτος και Επανάσταση» ο Λένιν έλεγε ότι «μαρξιστής είναι μόνον εκείνος που επεκτείνει την αναγνώριση της ταξικής πάλης στην αναγνώριση της δικτατορίας του προλεταριάτου»8ό.π., τομ. 25, σ. 412 . Διακήρυσσε επιπλέον ότι «η δικτατορία μιας μόνης τάξης είναι αναγκαία όχι μόνο για κάθε ταξική κοινωνία γενικά, όχι μόνο για το προλεταριάτο που έχει ανατρέψει τη μπουρζουαζία, αλλά επίσης και για ολόκληρη την ιστορική περίοδο που χωρίζει τον καπιταλισμό από την «αταξική κοινωνία», από τον «κομμουνισμό»9ό.π. τομ. 25, σ. 413. Μ’ αυτόν τον τρόπο επαναβεβαίωνε την προσωρινή φύση του καθεστώτος της προλεταριακής δικτατορίας όμως ταυτόχρονα γνώριζε ότι αυτό το προσωρινό καθεστώς θα μπορούσε να διαρκέσει για μεγάλο διάστημα. Δεν ήταν ανάγκη να ανησυχεί άτοπα γι’ αυτό αφού η δικτατορία του προλεταριάτου θα έπρεπε να σημαίνει «μια τεράστια επέκταση της δημοκρατίας, η οποία, για πρώτη φορά, γίνεται δημοκρατία για το φτωχό, δημοκρατία για το λαό, και όχι δημοκρατία για τους λεφτάδες…». Και ο Λένιν συνόψισε με τον ακόλουθο τρόπο το νέο σύστημα που η νικηφόρα λαϊκή επανάσταση θα εισήγαγε: «Δημοκρατία για την τεράστια πλειοψηφία του λαού και καταπίεση με τη βία, δηλαδή αποκλεισμός από τη δημοκρατία, των εκμεταλλευτών και των καταπιεστών του λαού»10ό.π., τομ. 25, σ. 461-2. Ο Λένιν δεν το διασαφήνιζε περισσότερο, ενώ οι εγκωμιαστικές αναφορές που έκανε στην Παρισινή Κομμούνα ήταν γενικά υπαινικτικής φύσης. Πρέπει να τονιστεί ότι το «Κράτος και Επανάσταση» είναι ένα μη τελειωμένο έργο, που η συγγραφή του διακόπηκε στο τέλος του καλοκαιριού του 1917 για να μπορέσει ο συγγραφέας να αναλάβει λιγότερο θεωρητικές δραστηριότητες και να προετοιμάσει την επικείμενη έλευση του κράτους που θα γεννιόταν από την επανάσταση.

Το Σοβιετικό κράτος, και ολόκληρη η εμπειρία της πραγματικής οικοδόμησης του σοσιαλισμού, εφοδιάστηκε μ’ αυτόν τον τρόπο με ένα δογματικό πιστοποιητικό γέννησης το οποίο σχεδιάστηκε βιαστικά και έμεινε ατέλειωτο. Ιδιαίτερα, το βιβλίο που έγραψε ο Λένιν την παραμονή της κατάκτησης της εξουσίας δείχνει εκπληκτικές αδυναμίες εκεί που αφορά ένα από τα πιο σημαντικά και πιο δύσκολα προβλήματα, δηλαδή, εκείνο της δικτατορίας του προλεταριάτου. Εν όψει των μεταβολών που επρόκειτο να υποστεί η έννοια, είναι εκπληκτικό να δει κανείς πώς ο Λένιν καταπιάστηκε μ’ αυτήν: σαν μια αφαίρεση που συνάγεται από μια αναλογία με τη δικτατορία που ασκείται από τη μπουρζουαζία μέσα στον καπιταλισμό. Θα ήταν άσχημο και σχολαστικό να μεμφόμαστε τον συγγραφέα τού «Κράτος και Επανάσταση» για τις ατέλειες ενός βιβλίου που γράφτηκε μέσα στις περιστάσεις του 1917 στη Ρωσία. Ίσα-ίσα αυτό ήταν ένα βιβλίο που έπρεπε να ολοκληρωθεί και να αναπτυχθεί, αφού, όπως ήταν, δεν ανέφερε ή αλλού παράβλεπε, ή ακόμα και απέφευγε τα γιγάντια προβλήματα που η οικοδόμηση της σοσιαλιστικής κοινωνίας θα πρέπει αναγκαία να αντιμετωπίσει. Μια τέτοια ανάλυση ήταν ακόμα πιο απαραίτητη επειδή ο Λένιν, προχωρώντας πέρα από το πεδίο του κλασσικού Μαρξισμού, ριψοκινδύνευσε στο «Κράτος και Επανάσταση» στην άγνωστη και επικίνδυνη περιοχή στην οποία η κριτική της κοινωνίας ανοίγει το δρόμο για εποικοδομητική δουλειά.
Ο Λένιν δεν περιορίσθηκε να πει ότι τη θέση του αστικού κράτους, μόλις αυτό συντριβεί και εξαλειφθεί, πρέπει να την πάρει η δικτατορία του προλεταριάτου. Πρόσθεσε επιπλέον ότι αυτό το προτσές ήταν αξεχώριστο από τη Μαρξιστική έννοια του σβησίματος (withering away) του κράτους: ότι το σβήσιμο του κράτους και έτσι κάθε πολιτικής εξουσίας (authority) αρχίζει με τη νίκη της προλεταριακής επανάστασης και προχωρεί σταθερά παράλληλα με το χτίσιμο του σοσιαλισμού. Εκεί όπου ο Ένγκελς τόλμησε να κάνει μόνο μια γενική έκθεση, ο Λένιν ήταν ακριβής και εκτέθηκε αποφασιστικά. Το Κράτος που αναδύεται από την προλεταριακή επανάσταση «αρχίζει να σβήνει αμέσως»1112. ό.π., τομ. 25, σ. 402 ούτως ώστε «δεν είναι πια ένα κράτος με την κυριολεκτική έννοια της λέξης»1213. ό.π., τομ. 25, σ. 463. Ο Λένιν το αποκαλεί «μισο-κράτος»1314. ό.π., τομ. 25, σ. 397, «μη-πολιτικό κράτος»1415. ό.π., τομ. 25, σ. 438 και προσθέτει εξετάζοντας την παρισινή κομμούνα, την οποία παίρνει σαν μοντέλο του, ότι «παύει» να είναι κράτος, αφού πρέπει να καταπιέσει όχι την πλειοψηφία του πληθυσμού αλλά μια μειοψηφία (τους εκμεταλλευτές)1516. ό.π., τομ. 25, σ. 441.
Εφόσον αυτή η τελευταία περιγραφή αντιστοιχεί στον ορισμό της δικτατορίας του προλεταριάτου που δίνει ο Λένιν μπορούμε να δούμε ότι, κατά την άποψή του, η νικηφόρα επανάσταση εισάγει μια πρωτότυπη κατάσταση όπου το πολιτικό σύστημα είναι ήδη εν μέρει ένα μη-κρατικό σύστημα. Εδώ έχουμε μια διατύπωση η οποία, μολονότι ασαφής, έχει μια γεύση αλάθητα ελευθεριακή, που τείνει προς τον αναρχισμό.
Στο «Κράτος και Επανάσταση» ο Λένιν διασαφηνίζει το προτσές μέσα απ’ το οποίο η πολιτική εξουσία –που ορίζεται σαν ένα σύμπλεγμα που συνίσταται αφενός από την καταπιεστική εξουσία του στρατού και της αστυνομίας και αφετέρου από τη διοίκηση– σβήνει και εξαφανίζεται από την ιστορία. Όσον αφορά την καθαρά καταπιεστική πλευρά του κράτους, ο Λένιν πιστεύει ότι προοδευτικά θα εξαλειφθεί «γιατί η καταπίεση της μειοψηφίας των εκμεταλλευτών από την πλειοψηφία των χτεσινών μισθωτών-σκλάβων είναι ένα καθήκον συγκριτικά τόσο εύκολο, απλό και φυσικό που απαιτεί λιγότερη αιματοχυσία απ’ ό,τι η καταστολή της εξέγερσης των δούλων, των δουλοπαροίκων ή των μισθωτών εργατών… Και εναρμονίζεται με την επέκταση της δημοκρατίας σε τόσο υπερβολική πλειοψηφία του πληθυσμού ώστε η ανάγκη για μια ειδική μηχανή καταπίεσης θ’ αρχίσει να εξαφανίζεται»1617. ό.π., τομ. 25, σ. 463.
Είναι αλήθεια, όμως, ότι «η δημοκρατία είναι… μια οργάνωση για τη συστηματική χρήση βίας εκ μέρους μιας τάξης ενάντια σε μια άλλη, εκ μέρους ενός τμήματος του πληθυσμού ενάντια σ’ ένα άλλο»1718. ό.π., τομ. 25, σ. 456.
Από τη μια μεριά βία, από την άλλη, αραίωση της κατασταλτικής δραστηριότητας του κράτους. Δεν πρέπει να συμπεράνουμε απ’ αυτό ότι είναι ο ίδιος ο λαός, το ένοπλο προλεταριάτο, που χωρίς καμμία μεσολάβηση θα πάρει στα χέρια του την υπεράσπιση των συμφερόντων του και θα οργανωθεί ανεξάρτητα από οποιαδήποτε κρατική δομή – φυσικά και από οποιοδήποτε στρατιωτικό μηχανισμό με τη στενή έννοια. Ο Λένιν δεν το λέει τόσο καθαρά αλλά η ασάφεια των παρατηρήσεών του δεν εμποδίζει μια τέτοια «ελευθεριακή» ερμηνεία των ιδεών του.
Η κατάργηση του παραδοσιακού στρατού συμβαδίζει με την ταχεία διάβρωση και τη θεμελιακή μεταμόρφωση της κρατικής διοικητικής μηχανής: «Η μάζα του πληθυσμού θα ανυψωθεί για να πάρει ένα ανεξάρτητο μέρος όχι μόνο στην ψήφο και στις εκλογές, αλλά επίσης και στην καθημερινή διοίκηση του κράτους. Στο σοσιαλισμό όλοι θα κυβερνούν με τη σειρά και γρήγορα θα συνηθίσουν να μην κυβερνά κανείς»1819. ό.π., τομ. 25, σ. 487-8.

Εδώ ο «ελευθεριακός» τόνος είναι ιδιαίτερα τονισμένος, μολονότι ο Λένιν είναι προσεκτικός στην αποκήρυξη «αναρχικών ονείρων»1920. ό.π., τομ. 25, σ. 425 και υπερασπίζεται τον εαυτό του απέναντι στην κατηγορία του ουτοπισμού. Όμως θεωρεί ότι «η καπιταλιστική κουλτούρα έχει δημιουργήσει μεγάλης έντασης παραγωγή, εργοστάσια, σιδηροδρόμους, ταχυδρομικές υπηρεσίες, τηλέφωνα κ.λπ. και σ’ αυτή τη βάση η μεγάλη πλειοψηφία των λειτουργιών της παλιάς «κρατικής εξουσίας» έχει απλοποιηθεί πολύ και μπορεί να αναχθεί σε τόσο υπερβολικά απλές λειτουργίες καταγραφής, διευθέτησης και ελέγχου ώστε μπορεί να εκτελεσθεί από οποιονδήποτε εγγράματο άνθρωπο…»2021. ό.π., τομ. 25, σ. 420-21. Υπογραμίζοντας αυτό το σημείο διακηρύσσει ότι «η ανάπτυξη του καπιταλισμού… δημιουργεί τις προϋποθέσεις που κάνουν πραγματικά ικανούς “όλους” να συμμετάσχουν στη διοίκηση του κράτους… Με δεδομένες αυτές τις οικονομικές προϋποθέσεις είναι πολύ πιθανό, μετά την ανατροπή των καπιταλιστών και των γραφειοκρατών, να προχωρήσουμε αμέσως, σε μια μόνη νύχτα, στην αντικατάσταση αυτών από τους ένοπλους εργάτες, απ’ όλο τον ένοπλο λαό στον τομέα τού ελέγχου της παραγωγής και της διανομής των αγαθών, στο έργο του υπολογισμού της εργασίας και των προϊόντων».2122. ό.π., τομ. 25, σ. 473
Ταυτόχρονα, ο Λένιν αναγνωρίζει ότι το προλεταριακό κράτος δεν θα είναι ικανό να λειτουργήσει αμέσως χωρίς τις υπηρεσίες της προηγούμενης διοίκησης. Όμως αυτοί οι υπάλληλοι –που ο μισθός τους δεν θα υπερβαίνει το μισθό των εργατών– θα εκτελούν απλά τις εντολές μας. »2223. ό.π., τομ. 25, σ. 426.
Aλλού ο Λένιν δείχνει λιγότερη αφέλεια. Μιλώντας στις αρχές του Οκτώβρη 1917, για τα προβλήματα που θα έπρεπε να λύσει το προλεταριάτο μετά τη νίκη του, παραδέχτηκε ότι θα ήταν δύσκολα και συνέχισε: «Δεν είμαστε ουτοπιστές. Ξέρουμε ότι ένας ανειδίκευτος εργάτης ή ένας μάγειρος δεν μπορεί αμέσως ν’ αναλάβει το καθήκον της διοίκησης του κράτους… (όμως) εμείς απαιτούμε μια άμεση ρήξη με την προκατάληψη ότι μόνον οι πλούσιοι ή οι ανώτεροι υπάλληλοι που έχουν επιλεγεί από πλούσιες οικογένειες είναι ικανοί να διοικούν το κράτος, ή να εκτελούν το συνηθισμένο καθημερινό διοικητικό έργο. Η εκπαίδευση στο έργο της κρατικής διοίκησης απαιτούμε να γίνεται από ταξικά συνειδητούς εργάτες και στρατιώτες και αυτή η εκπαίδευση να αρχίσει αμέσως…».2324. ό.π., τομ. 26, σ. 113
Ό,τι κι αν μπορεί να λεχθεί για τη διαφορά ανάμεσα στην ανάληψη των διοικητικών καθηκόντων από όλους τους πολίτες και την εκπαίδευσή τους για να τα φέρουν εις πέρας και ό,τι κι αν μπορεί να λεχθεί για τη λεπτότητα ορισμένων ιδεών του Λένιν, δεν μπορεί κανείς να μην παρατηρήσει τη βαθειά δημοκρατική έμπνευση που γέννησε αυτές τις ιδέες – και αυτό είναι κυρίως που ενδιαφέρομαι να τονίσω. Είναι αλήθεια ότι η πορεία μιας προηγμένης βιομηχανικής κοινωνίας, του μόνου είδους κοινωνίας που είναι ώριμη για το σοσιαλισμό, δεν μπορεί πραγματικά να αναχθεί απλά και μόνο σε λειτουργίες επίβλεψης και καταγραφής, που μπορούν να πραγματοποιηθούν εφαρμόζοντας τις αρχές της στοιχειώδους αριθμητικής. Είναι όμως εξίσου αληθινό ότι η Σοσιαλδημοκρατία με την οποία ο Λένιν έκοψε κάθε δεσμό παραιτήθηκε πολύ εύκολα αποδεχόμενη ως αναπόφευκτη την κατωτερότητα της εργατικής τάξης.
Αυτή την εποχή στην καρδιά της θεώρησης του Λένιν βρίσκεται μια δημοκρατική έμπνευση, και αυτό του δίνει ένα «άμετρο» χαρακτήρα. Αυτό είναι σημείο των καιρών, που ξαφνικά εκτυπώθηκε πάνω στο μαρξιστικό όχημα με τέτοιο τρόπο ώστε να τονίζει τα πιο αισιόδοξα χαρακτηριστικά του. Ας δούμε πώς αυτό φαίνεται μέσα στη σκέψη του Λένιν, ακόμα και στο συνήθως μάλλον ανιαρό ύφος του. Υπό την επήρεια της επανάστασης των μαζών που ξεσηκώνονται και ανατρέπουν τον παλιό κόσμο, που κερδίζουν νίκες που μέχρι τότε φαινόταν απροσπέλαστες, η γλώσσα του Λένιν γίνεται ξαφνικά πιο ζωντανή. Για να μπορέσει να μιλήσει για τις ικανότητες του λαού, τις νίκες του, τις αρετές του και τις δυνατότητες που διαγράφονταν μπροστά του, το ύφος του Λένιν πετυχαίνει, για πρώτη φορά, ένα είδος λυρισμού.
Έτσι, για παράδειγμα, στη μπροσούρα του «θα κρατήσουν οι Μπολσεβίκοι την εξουσία;», λέει:
«Δεν έχουμε δει ακόμα, τη δύναμη της αντίστασης των προλετάριων και των φτωχών αγροτών, γιατί αυτή η δύναμη θα γίνει εντελώς φανερή μόνο όταν η εξουσία βρίσκεται στα χέρια του προλεταριάτου, όταν δεκάδες εκατομμύρια λαού που έχουν συνθλιβεί από την ανέχεια και την καπιταλιστική σκλαβιά θα δουν μέσα από την ίδια την εμπειρία τους και θα νοιώσουν ότι η κρατική εξουσία έχει περάσει στα χέρια των καταπιεσμένων τάξεων, ότι το κράτος βοηθά το φτωχό να παλέψει τους γαιοκτήμονες και τους καπιταλιστές, σπάζει την αντίστασή τους… Μόνο τότε, για κάθε δέκα χιλιάδες φανερούς και κρυφούς εχθρούς της εργατικής εξουσίας… θα γεννηθούν ένα εκατομμύριο νέοι μαχητές, που έχουν πολιτικά αποκοιμηθεί, κουλουριασμένοι μέσα στα βάσανα της φτώχειας και της απελπισίας, έχοντας πάψει να πιστεύουν ότι υπήρξαν άνθρωποι, ότι είχαν το δικαίωμα να ζήσουν, ότι θα μπορούσαν επίσης και αυτοί να εξυπηρετηθούν από ολόκληρη την δύναμη του σύγχρονου συγκεντρωτικού κράτους, ότι τμήματα της προλεταριακής πολιτοφυλακής θα μπορούσαν, δείχνοντάς τους μεγαλύτερη εμπιστοσύνη, να τους καλέσουν να πάρουν άμεσα και καθημερινά μέρος στη διοίκηση του κράτους»·2425. ό.π., τομ. 26, σ. 126 και παρακάτω:
«Όταν κάθε εργαζόμενος, κάθε άνεργος εργάτης, κάθε μαγείρισσα, κάθε κατεστραμμένος χωρικός βλέπει, όχι από τις εφημερίδες αλλά με τα ίδια του τα μάτια ότι το προλεταριακό κράτος δεν υποκλίνεται μπροστά στον πλούσιο αλλά βοηθά τον φτωχό, ότι αυτό το κράτος δεν διστάζει να υιοθετήσει επαναστατικά μέτρα, ότι κατάσχει τα παραπανίσια αποθέματα των προμηθειών των παρασίτων και τα μοιράζει στο φτωχό, ότι χρησιμοποιώντας τη δύναμή του εγκαθιστά το φτωχό στο σπίτι τού πλούσιου, ότι αναγκάζει τον πλούσιο να πληρώσει για το γάλα αλλά δεν του δίνει ούτε σταγόνα παραπάνω μέχρι να εφοδιαστούν ικανοποιητικά τα παιδιά όλων των φτωχών οικογενειών, ότι η γη μοιράζεται στον εργαζόμενο λαό και ότι τα εργοστάσια και οι τράπεζες μπαίνουν υπό τον έλεγχο των εργατών και ότι άμεση και σκληρή τιμωρία επιβάλλεται στους εκατομμυριούχους που κρύβουν τα πλούτη τους – όταν ο φτωχός βλέπει και αισθάνεται όλα αυτά, τότε καμμία καπιταλιστική ή κουλάκικη δύναμη, καμμία δύναμη του παγκόσμιου χρηματιστικού κεφαλαίου που διαχειρίζεται χιλιάδες εκατομμυρίων, δεν θα μπορέσει να νικήσει τη λαϊκή επανάσταση αντίθετα, η σοσιαλιστική επανάσταση θα θριαμβεύσει σ’ όλο τον κόσμο, γιατί ωριμάζει σε κάθε χώρα».2526. ό.π., τομ. 26, σ. 127
Οι μπολσεβίκοι και οι αναρχικοί
Δεν αρκεί να αναφερόμαστε σε μια βασικά δημοκρατική έμπνευση. Αυτός ο ψηλός πυρετός, αυτή η βαθειά εμπιστοσύνη στη λαϊκή πρωτοβουλία και η πάλη για την ολοκληρωτική απελευθέρωση σε κάνει να σκεφθείς τον αναρχισμό. Μια τέτοια αντίδραση δεν είναι καινούργια. Όπως έχουμε δει, την ίδια μέρα που γύρισε στη Ρωσία, όταν πρωτοπαρουσίασε τις «Θέσεις του Απρίλη», ο Λένιν κατηγορήθηκε ότι είχε εγκαταλείψει τον Μαρξ προς χάρη του Μπακούνιν. Αυτή η κατηγορία επαναλαμβάνεται συχνά στα «απομνημονεύματα» του Σουχάνωφ2627. Σουχάνωφ, σ. 287, 289, 526, 530, 553, 570. Πραγματικά ο Λένιν επανέλαβε πολλές φορές κατά τη διάρκεια του 1917 ότι: «δεν είμαστε αναρχικοί»2728. Λένιν, τομ. 24, σ. 146, 319 και μετά . Όμως, ενώ το 1905 επιδοκίμασε την άρνηση του σοβιέτ της Πετρούπολης να δεχθεί τους αναρχικούς, ενάντια στους οποίους ο ίδιος είχε επιχειρηματολογήσει με δριμύτητα, τώρα, τους μήνες που οδήγησαν στον Οκτώβρη 1917, απείχε από οποιαδήποτε δημόσια επίθεση ενάντιά τους. Απευθύνοντας χαιρετισμό στο 3ο Συνέδριο των Σοβιέτ που συνήλθε το Γενάρη 1918 στην Πετρούπολη, ο Λένιν προχώρησε τόσο ώστε να πει «εκείνη την εποχή, την περίοδο μιας ριζικής κατάρρευσης του καπιταλιστικού συστήματος, η έννοια του αναρχισμού πήρε τελικά συγκεκριμένα χαρακτηριστικά», για να προσθέσει ότι «ενώ κάποιοι αναρχικοί μιλούσαν για τα Σοβιέτ με φόβο, γιατί επηρεάζονταν ακόμα από απαρχαιωμένες απόψεις, η νέα, φρέσκια τάση μέσα στον αναρχισμό ήταν οριστικά με το μέρος των Σοβιέτ…». 2829. ό.π., τομ. 26, σ. 475
Αυτές οι σκέψεις ήταν απλά η συνέπεια των ίδιων των γεγονότων, του τρομακτικού επαναστατικού κύματος που στο πέρασμά του είχε φέρει μια συμπλησίαση πολλών μπολσεβίκων και αναρχικών μαχητών. Μέλη του κόμματος του Λένιν έπαιρναν τακτικά μέρος στις συναντήσεις των αναρχικών που οργανώνονταν στην Πετρούπολη, ανταποκρινόμενα στις προσκλήσεις που έπαιρναν από ελευθεριακές ομάδες.
Στις γραμμές των Ρώσων αναρχικών διακρίνονταν δύο γραμμές. Η μία, σχετικά μετριοπαθής, βασιζόταν στην «Αναρχο-συνδικαλιστική ομάδα προπαγάνδας» ενώ η δύτερη, που εκπροσωπούνταν από την Ομοσπονδία αναρχο-κομμουνιστών ήταν πιο διαθέσιμη στη συνεργασία με τους Μπολσεβίκους. Πάνω στο θέμα αυτό βλέπε στο Avrich “Anarchists”.
Η Επιτροπή των Μπολσεβίκων στην πρωτεύουσα υποχρεώθηκε να δώσει προσοχή σ’ αυτήν την κατάσταση. Απέφυγε να απαγορέψει τη συμμετοχή σ’ αυτές τις συναντήσεις και απλά συμβούλεψε τους Μπολσεβίκους να παρευρίσκονται μόνο με την ατομική τους ιδιότητα χωρίς να παίρνουν μέρος σε καμμία ψηφοφορία2930. Ραμπίνοβιτς, σ. 100-102. Ένα μέλος της Μπολσεβίκικης Επιτροπής της Πετρούπολης, ανακαλώντας στη μνήμη του τις αναμνήσεις της επανάστασης έγραφε ότι «οι αναρχοκομμουνιστές δούλευαν χέρι-χέρι με τους Μπολσεβίκους»3031. ό.π., σ. 62.
Η επαφή ανάμεσα στους αναρχικούς και τους μπολσεβίκους δεν γινόταν μόνο σε επίπεδο βάσης. Ο Μπολσεβίκος ηγέτης Ρασκόλνικωφ, που έπαιζε σημαντικό ρόλο στη ναυτική βάση της Κρονστάνδης, μας λέει ότι είχε πολύ οξείες συζητήσεις με τον αναρχικό ηγέτη (Μπλάισμαν), «όμως συνολικά οι σχέσεις μας μαζί τους (δηλαδή με τους αναρχικούς) ήταν φιλικές»3132. Marie σελ. 73, αναφορά στο Ρασκόλνικωφ. Όταν οι ναύτες της Κρονστάνδης εξέλεξαν αντιπροσώπους για το Δεύτερο Πανρωσικό Συνέδριο των Σοβιέτ, τις εβδομάδες που προηγήθηκαν της Οχτωβριανής εξέγερσης, ο κύριος εκπρόσωπός τους, ο Γιαρτσούκ, εκλέχτηκε υποστηριζόμενος επίσημα από την Μπολσεβίκικη ομάδα.
Μετά από τον Ιούνη 1917 το Κόμμα «έκανε μέτωπο με τους Αναρχικούς κάθε φορά που βρισκόταν σε διαφωνία με “το συνασπισμό” και “κατέληξαν σε συμφωνία μαζί τους”, για ζητήματα σχετικά με τη διαχείριση τοπικών υποθέσεων».3233. Ferro, “February”, σ. 233
Οι αναρχικοί δεν έκρυβαν την έκπληξή τους ή την ικανοποίησή τους για τον τρόπο με τον οποίο άλλαξαν οι Μπολσεβίκοι. Το όργανό τους στο Xάρκοβο, για παράδειγμα, έγραφε: «Μετά την (Φεβρουαριανή) Επανάσταση έχουν αποφασιστικά σπάσει από τη Σοσιαλδημοκρατία και προσπαθούν να εφαρμόσουν αναρχο-συνδικαλιστικές μεθόδους πάλης»3334. Avrich «Αναρχικοί», σ. 143 . Κάποιος αναρχικός ηγέτης, επιστρέφοντας στην Πετρούπολη, το καλοκαίρι, εξέφρασε την πεποίθηση ότι ο Λένιν είχε ξεπεράσει τα Μαρξιστικά του σφάλματα και σκόπευε τώρα να εγκαθιδρύσει στη Ρωσία ένα αναρχικό καθεστώς βασισμένο στην καταστροφή του κράτους. Ο Βολίν, στο εξαιρετικά αντιλενινιστικό έργο που έγραψε για την επανάσταση, κατά την περίοδο της εχθρότητας μεταξύ κομμουνιστών και αναρχικών, αναγνώρισε ότι το 1917 ο Λένιν και το κόμμα του «έφτασαν σε μια σχεδόν ελευθεριακή σύλληψη της επανάστασης με σχεδόν αναρχικά συνθήματα»3436. τ. “1917, σ. 69. Η καχυποψία και η σύγκρουση εξακολουθούσαν φυσικά να εμφανίζονται και παρά τη «νέα πορεία» ο Μπολσεβικισμός δεν έπαυε να εμπνέει πολλή δυσπιστία στους Ρώσους αναρχικούς. Όμως δεν είναι τυχαίο ότι το ένοπλο απόσπασμα που, το Γενάρη του 1918, εκτελώντας εντολές της Κυβέρνησης της οποίας ηγούνταν ο Λένιν, διέλυσε τη Συντακτική Συνέλευση, είχε επικεφαλής ένα ναύτη, ονόματι Ανατόλι Ζελεζνιάκωφ, του οποίου ήταν πολύ γνωστοί οι δεσμοί με τους αναρχικούς3537. Avrich «Αναρχικοί», σ. 132.
Υποσημειώσεις