του Γιάννη Αγγέλη

Το επόμενο δεκαήμερο στις 8 και στις 10 Σεπτέμβρη ανοίγει ένα καθοριστικής σημασίας μέτωπο ταξικής αναμέτρησης στην Ευρώπη με σημείο εκκίνησης –για άλλη μία φορά- την Γαλλία.

Στις 8 Σεπτέμβρη η κυβέρνηση Μπαϊρού/Μακρόν δοκιμάζει την τύχη της στη γαλλική Εθνοσυνέλευση επιχειρώντας να περάσει ένα χωρίς προηγούμενο σφαγιαστικό προϋπολογισμό εις βάρος της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων. Κόβει δεκάδες δις ευρώ από τις δημόσιες δαπάνες για υγεία – παιδεία – κοινωνική πρόνοια, μισθούς και συντάξεις για να τροφοδοτήσει δεκάδες δις εξοπλιστικών πολεμικών δαπανών.

Η ψήφος εμπιστοσύνης αποφασίσθηκε από τον Μπαϊρού όταν οι δυνάμεις της αντιπολίτευσης τόσο από την αριστερά του Μελανσόν όσο και από τη φασιστική δεξιά της Λεπέν, είχαν ανακοινώσει την πρόθεσή τους να καλέσουν άμεσα για «πρόταση μομφής» για να ρίξουν την κυβέρνηση.

Στις 10 Σεπτέμβρη έχουν ήδη εξαγγελθεί πανεθνικές απεργιακές κινητοποιήσεις από συνδικάτα και λαϊκές κοινωνικές οργανώσεις – αποτέλεσμα της αυτοοργάνωσης των μαζών από τα κάτω, με την σχεδόν σύσσωμη υποστήριξη της αντιπολίτευσης της Εθνοσυνέλευσης.

Σ’ αυτό το τριήμερο 8 – 10 Σεπτέμβρη και με όλα όσα έχουν μεσολαβήσει μετά τις αλλεπάλληλες εκλογικές ήττες του Μακρόν, η σημερινή κρίση στη Γαλλία αποκαλύπτεται ως το κεντρικό πολιτικό και οικονομικό αδιέξοδο της σύγχρονης Ευρώπης.

Είναι πλέον ξεκάθαρο ότι δεν πρόκειται μόνο για οικονομικό αδιέξοδο εξ αιτίας του χρέους και των ελλειμμάτων. Αλλά για το κοινωνικο-πολιτικό αδιέξοδο που εκφράζει σε πρωτοφανείς διαστάσεις την ακραία «ασυμβατότητα» μεταξύ των σημερινών απαιτήσεων επιβίωσης και επέκτασης του κεφαλαίου, απέναντι στην επιβίωση των κοινωνικών ταξικών δυνάμεων και των προσδοκιών που διαμόρφωσαν οι ευρωπαϊκοί λαοί, μετά τον Β’ Παγκόσμιο / ιμπεριαλιστικό Πόλεμο. Αυτό είναι το ιστορικό «βάθος» αυτής της ρήξης.

Η Γαλλία, με το «ισχυρό της κράτος» αλλά και την ιστορικά διαμορφωμένη ταξική συνείδηση της εργατικής τάξης και των νέων γενιών ανέργων που συνωστίζονται στα προάστια των μεγάλων μητροπολιτικών κέντρων, είναι το «καναρίνι στο ορυχείο» της κρίσης στην «Ενωμένη Ευρώπη» του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού.

Όπως και το 1968 όταν ο γαλλικός κόκορας λαλεί, «λαλεί» για ολόκληρη την Ευρώπη, «το τι θα συμβεί εδώ δεν θα μείνει εδώ…».

Θα ορίσει το τοπίο για ολόκληρη την Ευρωπαϊκή ήπειρο.

Και αυτό δεν είναι απλά ένας ιστορικός παράλληλος αλλά το βασικό στοιχείο της νέας πραγματικότητας.

Ας δούμε τα πιθανά ενδεχόμενα, όπως τα παραδέχονται οι αναλυτές των παραδοσιακών ΜΜΕ της γαλλικής μπουρζουαζίας.

Το χρονοδιάγραμμα και τα σενάρια

Το τριήμερο «φωτιά» μπορούν να συμβούν τα ακόλουθα :

  • Αν η κυβερνητική «λογική» του προγράμματος Μπαϊρού επιβληθεί αφ’ ενός με την εξαγορά ψήφων τμημάτων της κατακερματισμένης δεξιάς και του «κέντρου» και στη συνέχεια επιχειρηθεί να εφαρμοσθεί με τη βία, θα αποτελέσει το μοντέλο για τις άλλες κυβερνήσεις της ευρωπαϊκής άρχουσας τάξης που βρίσκονται σε ανάλογη ή την ίδια κατάσταση, ανοίγοντας ένα «οριζόντιο» μέτωπο ανεξέλεγκτης ταξικής αναμέτρησης.
  • Αν η οριζόντια αντίδραση της αντιπολίτευσης κερδίσει στην Εθνοσυνέλευση, όπως και αναμένεται να συμβεί, ακόμα και με την απλή απόσυρση του νόμου, θα σταλεί ένα ισχυρό μήνυμα σε όλη την Ευρώπη, ότι αυτό που μπορεί να γίνει στην Γαλλία μπορεί να επεκταθεί παντού με την ανατροπή των σχεδίων της ευρωπαϊκής ελίτ της άρχουσας τάξης, ενθαρρύνοντας δυναμικά κινήματα αντίστασης σε άλλες χώρες.
  • Αν η κρίση ανεξάρτητα από το τι θα συμβεί στις 8/9 κλιμακωθεί σε μια γενικευμένη σύγκρουση στις 10/9, τότε πραγματικά “όλα είναι δυνατά”. Από τη δημιουργία νέων όρων και προϋποθέσεων της ταξικής αντίδρασης μέσα από την δυναμική ανάδυση της αριστεράς και του ρόλου της εργατικής τάξης, μέχρι την άνοδο της ακροδεξιάς, που σε κάθε περίπτωση οδηγεί σε μια σοβαρή κρίση διακυβέρνησης της ΕΕ.

Δεν μιλάμε κατά συνέπεια για μια απλή ψήφο εμπιστοσύνης στις 8/9, αλλά για ένα γεγονός που έχει την δυναμική να αλλάξει την πολιτική τροχιά ολόκληρης της ηπείρου.

Είναι ένα πραγματικό σημείο καμπής για την ταξική πάλη στην Ευρώπη πέρα από τις αναμφίβολες συνέπειες που θα έχει στην σύνδεσή της με τις εξελίξεις στον πόλεμο στην Ουκρανία αλλά και στην Παλαιστίνη, που θα εξετάσουμε στην συνέχεια.

Από τις 8 μέχρι και τις 10 Σεπτέμβρη

Με αυτά τα «δεδομένα» το εν λόγω τριήμερο στη Γαλλία έχει όλες τις προϋποθέσεις να αποτελέσει όχι ένα τριήμερο κρίσιμων «πολιτικών γεγονότων» για την Γαλλία, αλλά το σημείο εκκίνησης ενός νέου, βαθύτερου και καθοριστικού κεφαλαίου στην ευρωπαϊκή κρίση.

Η ψήφος εμπιστοσύνης/μομφής στην κυβέρνηση Μπαϊρού, αποκαλύπτει μια τριπλή σύγκρουση: ταξική, γεωπολιτική και κοινωνικά αδιέξοδη καθώς διαδραματίζεται υπό την συνεχή σκιά ενός πολέμου στην Ουκρανία που η Ευρώπη αρχικά φαινόταν να μη θέλει, αλλά ακολούθησε υπό τις διαταγές του Μπάιντεν. Και τον οποίο σήμερα οι ηγέτες της επιμένουν να διεξάγουν, εγείροντας βασικά ερωτήματα σχετικά με το ποιος πραγματικά κινεί τα νήματα της πολιτικά κατακερματισμένης «Ευρωπαϊκής Ένωσης».

Προφανώς όλα τα οικονομικά στοιχεία αποκαλύπτουν ότι στην «καρδιά» της γαλλικής κρίσης βρίσκεται μια βαθιά ταξική αντιπαράθεση.

Το βασικό αφήγημα της κυβέρνησης Μπαϊρού περί της ανάγκης για «συλλογικές θυσίες» που θα σώσουν την γαλλική οικονομία και την (5η) γαλλική δημοκρατία δεν «ακούγεται» από κανέναν και δεν πείθει κανένα.

Το βάρος των περιβόητων «μεταρρυθμίσεων» –δηλαδή περικοπών δημοσίων δαπανών 44 δις ευρώ- πέφτει σχεδόν αποκλειστικά στην εργατική τάξη (μισθωτούς και συνταξιούχους) και τα χαμηλότερα εισοδηματικά πολυπληθή γαλλικά μικροαστικά στρώματα. Την ίδια στιγμή διοχετεύουν τεράστια κεφάλαια στο στρατιωτικοβιομηχανικό κατεστημένο σε συνεργασία με το γαλλικό ευάλωτο (λόγω τεράστιας μόχλευσης του ιδιωτικού χρέους) γαλλικό τραπεζικό σύστημα.

Η άρνηση σύσσωμης της αντιπολίτευσης και των «ψηφοφόρων» τους να υποκύψουν σ’ αυτό –λόγω των κοινωνικών αναμετρήσεων που έχουν προηγηθεί- δεν είναι μια απλή κοινωνική αντίσταση, αλλά έχει συσσωρευμένο ταξικό χαρακτήρα ενεργητικής πλέον άμυνας ενάντια σε ένα σύστημα που ζητά από τα θύματα της κρίσης να πληρώσουν το τίμημα μιας κρίσης που δεν δημιούργησαν.

Οι ημερομηνίες του Σεπτεμβρίου σηματοδοτούν αυτό το σημείο ρήξης ανάμεσα στο γαλλικό κράτος και την γαλλική κοινωνική αντίδραση στους δρόμους, είναι η απόρριψη των μαζών σ’ αυτήν την προοπτική. Αυτή η «ρήξη» για τους λόγους που έχουν ήδη προαναφερθεί δεν είναι γαλλική υπόθεση, αλλά το προοίμιο μιας ευρωπαϊκής σύγκρουσης, καθώς παρόμοιες πολιτικές επιχειρούν να εφαρμοσθούν σε όλη την ήπειρο.

Μία καρικατούρα αυτής της ευρωπαϊκής «στιγμής» εξελίσσεται και στην Ελλάδα με την κυβέρνηση Μητσοτάκη, σε ένα περιβάλλον που δυστυχώς ακόμα κυριαρχείται από τα πολιτικά, οικονομικά και συνδικαλιστικά κατάλοιπα της μνημονιακής περιόδου.

Η ιμπεριαλιστική διάσταση αυτής της κρίσης

Αυτή η κατ’ αρχήν «γαλλική» αναταραχή συμβαίνει σε ένα περιβάλλον γεωπολιτικής αστάθειας και συγκρούσεων με άδηλο άμεσο μέλλον.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία, για τον οποίο διαπιστωμένα μέσα από τις δημοσκοπήσεις υπάρχει πλέον ισχυρή και συνεχής αντίθεση τόσο στη γαλλική όσο και στη γερμανική κοινή γνώμη, έχει μεταλλαχθεί σε ένα πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον στο οποίο η άρχουσα τάξη στον γαλλογερμανικό άξονα της Ε.Ε. εμφανίζεται αποφασισμένη να κάνει τις επιλογές της.

Η απόλυτη ομοφωνία μεταξύ Μακρόν και Σολτς για την στρατιωτική και οικονομική στήριξη της Ουκρανίας μέσα στις νέες συνθήκες (με ΗΠΑ και Κίνα) αγγίζει όμως το όρια του παράδοξου, αν δεν προσεγγισθεί από την πλευρά των αναγκών του κεφαλαίου στην μετά το 1989 περίοδο.

Ενώ οι ΗΠΑ του Τραμπ εμφανίζονται προς το παρόν να «αποστασιοποιούνται» από την πολιτική Μπάιντεν/Μπρεζίνσκι και να επιχειρούν μια καταδικασμένη εκ των προτέρων επιστροφή στην τακτική Κίσινγκερ, φορτώνοντας παράλληλα το οικονομικό κόστος του πολέμου ανοικτά στην Ευρωζώνη, Μέρτς και Μακρόν, μαζί με τον Στάρμερ από το Λονδίνο, επιμένουν στον πόλεμο και την σύγκρουση με την Ρωσία.

Αναρωτιέται κανείς γιατί επιμένουν σ’ αυτήν τη γραμμή, κόντρα στην κοινή γνώμη των ψηφοφόρων τους. Σε ποιον απευθύνονται και για ποια οικονομικά, πολιτικά και γεωπολιτικά συμφέροντα.

Σύμφωνα με Ευρωπαίους αναλυτές –κυρίως στα οικονομικά κεντροευρωπαϊκά ΜΜΕ- απευθύνονται στην Ουάσιγκτον, της οποίας η προσοχή ασφαλώς μετατοπίζεται στον μεγάλο αντίπαλο, στην Κίνα και την Ασία, προσπαθώντας «να πείσουν την Ουάσιγκτον ότι η Ε.Ε. παραμένει αξιόπιστος σύμμαχος…».

Απευθύνονται σε ένα γεωπολιτικό κατεστημένο όπου η «ήττα της Ουκρανίας θεωρείται ανεπίτρεπτη για το κύρος και την ασφάλεια της Δύσης…».

Πίσω όμως από αυτή την αμφίβολης βιωσιμότητας –ο χαρακτηρισμός «αμφίβολης βιωσιμότητας» καταγράφεται στα ΜΜΕ- πολιτική στρατηγική, απευθύνονται στα συμφέροντα του στρατιωτικο-βιομηχανικού ευρωπαϊκού κατεστημένου που μεταλλάσσει τεράστιες παραγωγικές μονάδες «αυτοκίνησης» σε παραγωγικές μονάδες στρατιωτικών οπλικών συστημάτων με κρατική και κοινοτική χρηματοδότηση.

Αυτή η μετάλλαξη πάει χέρι με χέρι με τους ενεργειακούς κολοσσούς και τους μεγάλους ευρωπαϊκούς τραπεζικούς ομίλους, που επωφελούνται από τη συνεχιζόμενη σύγκρουση και την εκ νέου στρατιωτικοποίηση της Ευρώπης.

Με άλλα λόγια στο σημείο αυτό εμφανίζεται ο «κρίκος» που συνδέει την οικονομική με την πολιτική εσωτερική και εξωτερική κρίση, μεταλλάσσοντας το γνωστό ευρωπαϊκό νεοφιλελεύθερο μοντέλο της δημοσιονομικής λιτότητας, σε μία νέα παραλλαγή του που απαιτεί (νόμος Μπαϊρού) μείωση των δημοσίων δαπανών και ταυτόχρονα τεράστιες στρατιωτικές δαπάνες και οικονομικούς πόρους για έναν πόλεμο στο εξωτερικό.

Η επικείμενη ρήξη στη Γαλλία εκφράζει ακριβώς αυτή την αδυναμία της ευρωπαϊκής αστικής τάξης και των υπολειμμάτων της προηγούμενης τάξης πραγμάτων να συνυπάρξει με τις αντοχές αυτής της κοινωνίας.

Η κυβέρνηση Μπαϊρού/Μακρόν προσπαθεί να πραγματοποιήσει αυτό το «αδύνατο», να κόψει από την κοινωνική πρόνοια και ταυτόχρονα να αυξήσει τον στρατιωτικό προϋπολογισμό.

Κανένας από τους δύο στόχους δεν μπορεί πλέον να εξασφαλίσει την κοινωνική και ταξική ανοχή, ούτε η λιτότητα, ούτε ο πόλεμος.

Photo/Omar Havana

Οποιαδήποτε και αν είναι η έκβαση στο γαλλικό τριήμερο 8 – 10/9, η Γαλλία –και η Ευρώπη– θα έχουν ξεπεράσει αυτό το σημείο, χωρίς δυνατότητα επιστροφής.

Οι ευρωπαϊκές ηγεσίες της άρχουσας τάξης, σε όλες τις εκδοχές τους σε όλες σχεδόν τις χώρες της Ε.Ε., βρίσκονται σε ρήξη με τους λαούς τους, στα δύο αυτά μέτωπα, τόσο στην οικονομική όσο και στη γεωπολιτική πολιτική.

Το χρονοδιάγραμμα της νέας κρίσης του ευρώ έχει ήδη ξεκινήσει. Έχει ξεκινήσει όπως είχε υποστηρίξει και σε παλιότερο κείμενό της η Νέα Προοπτική βάζοντας το ρητορικό ερώτημα «Ο πόλεμος στην Ουκρανία θα… θάψει το Ευρώ;».

Το ακόμα σημαντικότερο όμως ερώτημα είναι πλέον το πόσο έτοιμη «πολιτικά και οργανωτικά» είναι η εργατική τάξη γι’ αυτήν τη μεγάλη ρήξη. Και ακόμα πιο συγκεκριμένα, πόσο έτοιμες είναι οι οργανωμένες πολιτικές πρωτοπορίες της στην Ευρώπη… γιατί αν όλα τα παραπάνω είναι σωστά, τότε «ο διαθέσιμος χρόνος» μετράει ήδη εδώ και καιρό ανάποδα.