40 – 50 χιλιάδες διαδηλωτές στην καταγγελία της μαζικής δολοφονίας στα Τέμπη

του Θόδωρου Κουτσουμπού

Ως γνωστόv, στη φυσική ο χρόνος δεν ρέει ομαλά. Στην κορυφή ενός βουνού και στις ρίζες του δεν “ρέει” με τον ίδιο ρυθμό. Το ίδιο κοντά σε ένα μεγάλο άστρο ή στις μαύρες τρύπες. Ο χρόνος έχει επιταχύνσεις και επιβραδύνσεις και μάλλον στη μικροκλίμακα γίνεται και ασυνεχής.

Αλλά και στην ιστορία υπάρχουν στιγμές κατά τις οποίες ο χρόνος ρέει διαφορετικά, πιο γρήγορα, με αποτέλεσμα η ιστορία να επιταχύνεται και σε μικρό διάστημα να λαμβάνουν χώρα πολλά γεγονότα, που σε άλλες εποχές θα χρειαζόταν περισσότερος χρόνος. Αυτό συμβαίνει στις επαναστάσεις.

Μια ανάλογη επιτάχυνση του χρόνου και της ιστορίας φαίνεται να συντελείται σήμερα στην Ελλάδα. Από την έναρξη του μεγάλου κινήματος των καλλιτεχνών, στο τέλος του 2022, μέχρι την κορύφωση των μαζικών διαμαρτυριών στην χθεσινή (Κυριακή 5 Μαρτίου) συγκέντρωση -στο Σύνταγμα- φαίνεται ότι ο χρόνος κυλάει διαφορετικά.

Χαρακτηριστικό των στιγμών επιτάχυνσης της ιστορίας είναι η έντονη δραστηριοποίηση μεγάλων μαζών. Στις συνήθεις εποχές, η πολιτική γίνεται από το επαγγελματικό προσωπικό του πολιτικού συστήματος που στην αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία, ιδίως στην εποχή σήψης και παρακμής όπως η σημερινή, παίρνει την μορφή της άμετρης λογοκοπίας και σκιαμαχίας, όπως μπορεί κανείς να παρακολουθήσει στη Βουλή ή στα τηλεοπτικά κανάλια που από κάθε άποψη υποκαθιστούν όχι μόνο τη Βουλή αλλά και τα δικαστήρια. Στις συνήθεις εποχές οι μάζες βρίσκονται μακράν της πολιτικής, αν και όχι αδιάφορες γι’ αυτήν, όπως φαίνεται από συζητήσεις σε καφενεία (σε όσες περιοχές έχουν απομείνει) της πόλης και της επαρχίας – τις περισσότερες φορές καλύτερου επιπέδου από το ελληνικό κοινοβούλιο…

Τους τελευταίους δύο μήνες, όμως, κάτι φαίνεται να αλλάζει και μάλιστα δραστικά. Ύστερα από τη μεγάλη κάμψη των κινημάτων του 2010-12 και τις απογοητεύσεις ή αποστρατεύσεις από την προδοσία του ΣΥΡΙΖΑ, ο γνωστός “τυφλοπόντικας” της ιστορίας δεν έμενε αδρανής. Ποσοτικές μεταβολές συσσωρεύονταν με καίριους κατά περίπτωση αγώνες: των υγειονομικών, των κινημάτων υπεράσπισης φυλακισμένων (Κουφοντίνας, Μιχαηλίδης), η κοινωνική έκρηξη μετά την αστυνομική βαρβαρότητα στη Νέα Σμύρνη, το φοιτητικό κίνημα κατά της πανεπιστημιακής αστυνομίας.

Από τις πρώτες ημέρες του 2023 η κατάσταση στην Ελλάδα γνωρίζει μια νέα έξαρση με το συγκλονιστικά όμορφο κίνημα των καλλιτεχνών, των σπουδαστών και σπουδαστριών των καλλιτεχνικών σχολών που έχουν εξεγερθεί ενάντια στην υποτιμητική απαξίωση των πτυχίων των σχολών τους με το Προεδρικό Διάταγμα (ΠΔ85). Για δύο και παραπάνω μήνες όλες οι σχολές καλλιτεχνικών σπουδών έχουν καταληφθεί, οι μαζικές εκδηλώσεις είναι σχεδόν καθημερινές, όχι μόνο με μαχητικές διαδηλώσεις, αλλά και καλλιτεχνικά δρώμενα που δίνουν νέο χρώμα και πνοή στην κοινωνική πάλη.

Και μέσα σε αυτό το κλίμα, κι ενώ ο Μητσοτάκης και πίσω του όλα τα κοινοβουλευτικά κόμματα είχαν ξεκινήσει την προεκλογική τους καμπάνια, το τραγικό συμβάν των Τεμπών ήλθε να πυροδοτήσει μια τρομερή κλιμάκωση της πολιτικής κρίσης, αλλά και της δραστηριότητας των πλατειών μαζών, της ταξικής πάλης που οι κυβερνώντες δοκίμασαν να θέσουν στο νομικό γύψο. Η 1η Μαρτίου ξημέρωσε φέρνοντας τα νέα από τον τραγικό θάνατο δεκάδων νεκρών (57 μέχρι στιγμής ), αγνοουμένων και δεκάδων τραυματιών. Οι αποκαλύψεις για τις ελλείψεις, τις παραλείψεις, τις ανομίες, τις  παρανομίες, την έλλειψη μέτρων ασφαλείας, τα έργα και ημέρες της δήθεν εκσυγχρονιστικής κυβέρνησης και του ψευδεπίγραφου επιτελικού κράτους (που στην τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα δεν λειτουργεί τα ηλεκτρονικά συστήματα τηλεδιοίκησης και φωτοσήμασης των σιδηροδρόμων), οι ελαστικές σχέσεις εργασίας και οι μετατάξεις, με τη λογική του λογιστή, που δεν επιτρέπουν την ανάπτυξη της εργασιακής εμπειρίας των εργαζομένων και τέλος η αήθης διαδικασία πρόσληψης προσωπικού από τις κλαδικές της Νέας Δημοκρατίας και η τοποθέτηση ενός άπειρου σταθμάρχη σε ένα κρίσιμο σιδηροδρομικό κόμβο, πυροδοτούν τώρα μια νέα κοινωνική έκρηξη. Όχι μόνο κατά της κυβέρνησης Μητσοτάκη, που χρειάστηκε 5 ημέρες για να ανασκευάσει κάπως την πρώτη πρώτη δήλωσή του μετά το τραγικό δυστύχημα, που φόρτωνε το δυστύχημα στον “ανθρώπινο παράγοντα”… Η οργή, η αγανάκτηση, αφορούν πρωτίστως την κυβέρνηση Μητσοτάκη, αλλά επίσης όλους αυτούς που διαχρονικά κατέστρεψαν τον ΟΣΕ ως βασικό μέσο μεταφοράς ανθρώπων και εμπορευμάτων – αυτούς που έδιναν κομμάτια της δραστηριότητας του οργανισμού βορά στην ιδιωτική πρωτοβουλία των τρωκτικών του κέρδους και φρόντιζαν την εκλογική πελατεία τους περισσότερο από την ασφάλεια των τρένων, βάζοντας από το παράθυρο τους “ημέτερους” από το υπουργείο παιδείας σταθμάρχες στον καίριο κόμβο της Λάρισας…

Το τραγικό δυστύχημα – προδιαγεγραμμένη μαζική δολοφονία, ήλθε, ως το τυχαίο μέσα σε μια αιτιοκρατική αναγκαιότητα, να πυροδοτήσει την παρούσα κλιμάκωση της ταξικής πάλης. Αρχικά αντέδρασαν τα συνδικάτα των σιδηροδρόμων, που θρηνούν 9 νεκρούς μηχανοδηγούς, ανάμεσα στους δεκάδες νεκρούς, στην πλειοψηφία νέους. Στη συνέχεια, στο πλευρό τους ήλθαν οι εργαζόμενοι στο Μετρό, που έκαναν απεργία αλληλεγγύης και ταυτόχρονα διεκδίκησης μέτρων ασφαλείας για τους συρμούς (και) του Μετρό.

Και μετά, βγήκαν στο προσκήνιο οι μαθητές. Οι μαθητές εκατοντάδων σχολείων, από την Κρήτη και τη Λακωνία μέχρι τη Λάρισα, τη Μακεδονία και τη Θράκη. “Ποτέ ξανά”, “Πάρε με όταν φθάσεις”. “Ήταν η κακιά η (χ)ώρα”, “Είναι έγκλημα”…

Από τον Δεκέμβρη του 2008 είχαν τα σχολεία να δουν ανάλογες σκηνές.

Η μεγάλη διαδήλωση στο Σύνταγμα, το μεσημέρι της Κυριακής 5 Μαρτίου, με την κάθοδο 40 – 50 χιλιάδων ανθρώπων, χιλιάδων άλλων στη Θεσσαλονίκη και σε όλη τη χώρα, είναι ο αδιάψευστος δείκτης της νέας ανάπτυξης της δραστηριότητας των μαζών και κλιμάκωσης της ταξικής πάλης στην Ελλάδα. Ήταν ένα τεράστιο πλήθος από καλλιτέχνες, μαθητές, φοιτητές, εργάτες, συνδικαλιστές, όλα τα στρώματα του λαού παρόντα. Συνδικάτα, αριστερά κόμματα και οργανώσεις (ανάμεσά τους το ΕΕΚ), οργανώσεις γυναικών. Όλοι/ες θλιμμένοι και θυμωμένοι. Όλες οι ομιλίες, ακόμα οι πιο “μετρημένες”, καταλάβαιναν ότι ο αγώνας δεν μπορεί να μείνει εδώ. Η αναγκαιότητα κήρυξης γενικής απεργίας ήταν εμφανής. Μόνο ο Παναγόπουλος της ΓΣΕΕ ούτε ήταν εκεί, ούτε είχε ανοίξει τα χαρτιά του. Κάποιοι κατέφευγαν στο μαντείο των Δελφών, για το πότε ο Παναγόπουλος θα δεήσει να πει τι θα κάνει…

Πάντως, η αστυνομία και ο Θεοδωρικάκος καταλάβαιναν τον εκρηκτικό χαρακτήρα τού αναπτυσσόμενου κινήματος και δοκίμασαν την γνωστή συνταγή τους. Βία, βάρβαρη και αλόγιστη με τη χρήση ασφυξιογόνων χημικών και κρότου-λάμψης, μάλλον νέας γενιάς, αν κρίνουμε από τον ισχυρότερο ήχο τους (προφανώς από το Ισραήλ, δοκιμασμένες στα κορμιά και τα κεφάλια της Παλαιστινιακής νεολαίας και του λαού). Η κρατική βία, όμως δεν μπορεί να κάμψει το κίνημα. Αντίθετα, εξοργίζει.

Τώρα, όλη η δράση των δραστήριων εργατών πρέπει να επικεντρωθεί στην παραπέρα ανάπτυξη του κινήματος. Μια γενική απεργία και μάλιστα με προοπτική διαρκείας, μπορεί και πρέπει να οργανωθεί για να αναστραφούν και να ανατραπούν οι επιπτώσεις και τα μέτρα που το άθλιο καπιταλιστικό σύστημα και τα μνημόνια της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των δανειστών έχουν επιβάλει στην εργατική τάξη  και το λαό. Όπως σημειώνει η προκήρυξη του ΕΕΚ της 2 Μαρτίου απαιτείται  :

« Άμεση εθνικοποίηση χωρίς αποζημίωση της Hellenic Train, των σιδηροδρόμων και όλων των ιδιωτικοποιημένων υπηρεσιών του ΟΣΕ. Δημόσιες, φτηνές και ασφαλείς συγκοινωνίες για το λαό –  Σύγχρονα σιδηροδρομικά δίκτυα που να υπηρετούν τις ανάγκες του λαού – Η τεχνολογική πρόοδος στην υπηρεσία του ανθρώπου και όχι του επιχειρηματικού κέρδους».

Αλλά ακόμη ικανοποίηση όλων των αιτημάτων για δημόσια καλού επιπέδου υγεία, παιδεία, εργασιακών σχέσεων.

«Δεν αρκεί η παραίτηση Καραμανλή – Να παραιτηθεί τώρα ο Μητσοτάκης» και ν’ ανοίξουμε το δρόμο για μια κοινωνία που θα βασίζεται στην κοινωνική αλληλεγγύη κι όχι στο καπιταλιστικό κέρδος. Το δρόμο για την εργατική εξουσία και το σοσιαλισμό.