O Αιώνας αυτο-βιογραφείται. Παρέμβαση στην παρουσίαση του βιβλίου του VictorSerge Αναμνήσεις ενός επαναστάτη

 

 

 

Παρέμβαση στην παρουσίαση του βιβλίου του VictorSerge Αναμνήσεις ενός επαναστάτη (Ακυβέρνητες Πολιτείες, 2017), Διεθνής Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης, 6 Μαΐου 2018

 

Στην σκιά του σ. Βλάντυ – Βλαντιμίρ Βικτόροβιτς Κιλμπάτσιτς

 

 

Όσο θα διαρκεί η κοινωνική ανισότητα

       θα παραμένουμε σε κατάσταση διαρκούς επανάστασης

 

              Elisée Réclus

 

Οι Αναμνήσεις ενός επαναστάτη δεν είναι απλώςη αυτοβιογραφίατου Victor Serge αλλά η αυτο-βιογραφία του ίδιου του Αιώνα μέσα από τον αναστοχασμό και την πράξη ενός αυθεντικού τέκνου του, ενός ακλόνητου επαναστάτη κι εμπνευσμένου συγγραφέα, εκφραστή των άλυτων αντιφάσεών του. Γιατί κι ο Αιώνας τούτος -η εποχή μας- όχι μόνο δεν ήταν σύντομος αλλά και δυσκολεύεται να τελειώσει, προχωρώντας μέχρι τις μέρες μας με διαρκείς στροφές κι αναστροφές, πτώσεις σε βάραθρα κι άλματα, αδιέξοδα κι απρόσμενες διεξόδους μέσα στον ιστορικό λαβύρινθο.

Η Ιστορία” προειδοποιούσε ο Μαρξ στην Αγία Οικογένεια, “δεν είναι σαν κάποιο πρόσωπο που χρησιμοποιεί τον άνθρωπο για τους δικούς του σκοπούς, δεν είναι άλλο παρά η δραστηριότητα του ανθρώπου που επιδιώκει τους στόχους του”. Γι’ αυτό και η αυτοβιογραφία του Αιώνα είναι και μια τεράστια τοιχογραφία-ψυχογραφία αναρίθμητων ανθρώπων που η δράση τους τον συνθέτουν, ανθρώπων ανώνυμων, επώνυμων ή και πολυώνυμων (όπως ο ίδιος ο Βίκτωρ Σέρζ ή Βίκτορ Λβόβιτς Κιμπάλτσιτς). Προπαντός είναι το πυρετώδες ψυχογράφημα εκείνης της πρωτοπόρας “γενιάς γιγάντων”, όπως την ονομάζει ο Σερζ, επαναστατών της δράσης και του πνεύματος που στο πέρασμα στον 20στό αιώνα αναγνώρισαν ένα νέο ξεκίνημα της Ιστορίας κι έγραψαν με τη ζωή και το αίμα τους την αυγή της νέας Εποχής.

Είναι οι άνθρωποι της γενιάς που, με τα λόγια του Βίκτωρ Σερζ “δεν ξεφεύγουν από την αίσθηση ότι έχουν μεγαλώσει πάνω σε ένα μεταίχμιο, στο τέλος ενός κόσμου και στην αρχή ενός άλλου“, σε μια “ιλιγγιώδη στροφή” (σ. 529) από τον 19ο στον 20στό αιώνα Είναι αυτή η ιστορική αίσθηση που λείπει δραματικά σήμερα, κυρίως μετά το 1989-91, η ιστορική αίσθηση όχι τόσο του τέλους όσο της αρχής ενός άλλου νέου κόσμου. Κι αυτό είναι που δυσκολεύει το ίδιο το τέλος του 20ού αιώνα στη στροφή του στον 21ο, παρατείνοντας το τέλος, την επιθανάτια αγωνία μιας καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης χωρίς κόσμο.

Η Ιστορία σίγουρα δεν τέλειωσε, η Ύβρις των Κυριάρχων στην δεκαετία του 1990, έχει πια καταρρακωθεί από την Νέμεση της παγκόσμιας κρίσης, από παλίρροιες κι αμπώτιδες λαϊκών εξεγέρσεων, από την επικίνδυνη κλιμάκωση και διεθνή επέκταση των πολέμων. Αλλά η διάκριση ανάμεσα στο λυκόφως και σε ένα νέο λυκαυγές παραμένει αδιόρατη.

 Γι’ αυτό η αυτο-βιογραφία τούτη του Αιώνα με τις αναμνήσεις ενός επαναστάτη είναι πολύτιμη, όχι σαν αφορμή νοσταλγίας αλλά σαν στιγμή μιας αυτογνωσίας που λείπει οδυνηρά.

 

Το βιβλίο γράφεται όταν σημαίνουν “μεσάνυχτα στον αιώνα“, σύμφωνα και με τον περίφημο τίτλο του μυθιστορήματος του 1939 του Σερζ: το 1942-43, μέσα στο δεύτερο παγκόσμιο μακελειό, στο Μεξικό.

Αλλά από το σημείο αυτό του ζόφου, από τον βυθό του Αιώνα, γίνεται ορατές οι αλλεπάλληλες κι αιφνίδιες στροφές της εποχής, ένα από τα πιο βασικά γνωρίσματά της.

  Οι αλλαγές του προσώπου της Ευρώπης στην εποχή μας καταγράφονται στα διαδοχικά κεφάλαια, ακόμα και στον τίτλο τους:

Τα χρόνια πριν τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, σε “έναν κόσμο αιώνιας μπουρζουαζίας, άδικο και ευχαριστημένο από τον εαυτό του” (σ. 530), “έναν κόσμο δίχως δυνατότητα διαφυγής” (σ. 11) όπου τα μόνα που απέμεναν στην γενιά των ανυπότακτων ήταν η οργή, η απελπισία και η ματαιωμένη πάλη, πιστεύοντας πάντα ότι ζωή σημαίνει “θα σκεφτείς, θα αγωνιστείς, θα πεινάσεις” (σ. 13). Κι ακόμα, παρά τις ματαιώσεις, παρά τους διωγμούς, μέσα κι έξω από τις φυλακές, πέρα από σύνορα “ζεις για να νικήσεις” (σ. 71).

Ο κόσμος δίχως διαφυγή παίρνει φωτιά το 1914, όταν “η Ευρώπη μπήκε σε πόλεμο, βασανισμένη από υστερίες, αιμορραγώντας απ’ όλες τις φλέβες της, και παρόλα αυτά, αρκετά αναπαυτικά βολεμένη στην μέση του μακελειού” (σ. 530), στα μετόπισθεν, για να γεννηθεί ξαφνικά στην Πετρούπολη η Ευρώπη των επαναστάσεων με επίκεντρο την νίκη των Σοβιέτ των εργατών, αγροτών και στρατιωτών με την καθοδήγηση των Μπολσεβίκων.

  Η διεθνής επανάσταση, όμως, οπισθοχωρεί, δέχεται αλλεπάλληλες ήττες. Η “Ευρώπη σε σκοτεινή στροφή” (σ. 221 κ.εξ.) οδηγεί την Επανάσταση σε αδιέξοδο” (σ. 271 κ.εξ). Απομονώνεται στην καθημαγμένη σοβιετική Ρωσία όπου γιγαντώνονται η πείνα, η παρατεταμένη καταστολή, η γραφειοκρατία, όλοι οι εσωτερικοί κίνδυνοι εκφυλισμού της (σ. 167 κ.εξ.). Η εξέγερση της Κρονστάνδης και η αιματηρή καταστολή της αποτελούν δραματική προειδοποίηση και σύμπτωμα της αρρώστειας που προχωράει. Τα σοβιέτ χάνουν νωρίς το περιεχόμενό τους, το Κράτος-Κομμούνα εκπίπτει σε θεωρητικό μύθο, συγχωνεύεται με το Κόμμα, η απολυταρχία του Κράτους-Κόμματος επικρατεί στο όνομα του σταλινικού “σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα” και καταστέλλει βίαια κάθε διαφωνία και πρώτα-πρώτα τους μπολσεβίκους πρωτεργάτες της επανάστασης και της νίκης του Οκτώβρη.

  “Τα χρόνια της αντίστασης” (σ. 337 κ. εξ.) της “γενιάς των γιγάντων”, ιδιαίτερα μέσα από την μπολσεβίκικη Αριστερή Αντιπολίτευση γύρω από τον Τρότσκυ, δεν αναστρέφουν την πορεία των αντιδραστικών εξελίξεων στη Σοβιετική Ένωση, με κορύφωση τις Δίκες της Μόσχας και τις μαζικές εκκαθαρίσεις. Μετά τη νίκη του Ναζισμού στην Γερμανία, η Ευρώπη βυθίζεται στον ζόφο του φασισμού και στην κατολίσθηση στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο.

Υπήρξε μια “αφύπνιση συγκεχυμένων ελπίδων” γράφει ο Σερζ, “η Ευρώπη των Λαϊκών Μετώπων και των Δικών της Μόσχας φάνηκε να αναρρώνει, τις στιγμές εκείνες που ήταν καταδικασμένη.” (σ. 531). Οι ελπίδες γεννήθηκαν με την Γενική Απεργία του 1936 στη Γαλλία και το Βέλγιο, προπαντός με την Ισπανική Επανάσταση κι έσβησαν, όμως, τραγικά, με την ήττα της τελευταίας, λόγω του ολέθριου ρόλου του σταλινισμού και των “Λαϊκών Μετώπων” ταξικής συνεργασίας. Η κρίση του πολιτισμού οδηγείται στην άβυσσο του πολέμου…

 

Η Ευρώπη κι ο κόσμος βγήκε τελικά “από τον εφιάλτη του πολέμου χωρίς να έχει γίνει ειρήνη, χωρίς ο άνθρωπος να αισθάνεται απελευθερωμένος” (σ. 532), όπως γράφει ο Βίκτωρ Σερζ. Σαν αυθεντικός εκπρόσωπος της επαναστατικής γενιάς του, με την ανυπότακτη στάση, τις ανυπολόγιστες θυσίες, τα σφάλματα, την διορατικότητα, επιχειρεί έναν κριτικό απολογισμό, ανιχνεύει εναλλακτικές προτάσεις. Χωρίς ιστορική αμνησία, συνεχίζει να βλέπει μπροστά, προς στους ορίζοντες των επερχομένων “αναγκαίων κατακλυσμών“.

Η ιδιαιτερότητα της ζωής και της δράσης του Βίκτορ Λβόβιτς Κιλμπάτσιτς ή Βίκτορ Σερζ, περνώντας διαμέσου των δύο μεγάλων παραδόσεων κι εμπειριών του επαναστατικού εργατικού κινήματος, την αναρχία και τον μπολσεβικισμό, έγκειται όχι στη δογματική αντιπαράθεσή τους ούτε σε κάποιον εκλεκτικό συνδυασμό τους αλλά σε μια διαρκή, εκ των ένδον, ποτέ αφ’ υψηλού, κριτική στάση απέναντι και στις δύο παραδόσεις, με γνώμονα τις ανάγκες της σοσιαλιστικής επανάστασης αλλά και την ένταση ανάμεσα στα έργα της και το ελευθεριακό της πανανθρώπινο πρόταγμα που διαρκώς τα ξεπερνά.

Αυτό δεν σημαίνει ότι οι εκτιμήσεις του Σερζ ήταν πάντα εύστοχες (π.χ. η σφαλερή υποστήριξή του στη συμμετοχή του POUM στην κυβέρνηση του Λαϊκού Μετώπου), ούτε τον τοποθετούν στη θέση ενός Κριτή της αναρχίας και του μπολσεβικισμού κάπου πέραν και υψηλότερα από τις δύο παραδόσεις του κινήματος, σαν εφευρέτη, τάχα, κάποιου άλλου, ανώτερου δόγματος – όπως κάποιοι ισχυρίζονται στους χαλεπούς καιρούς μετά το 1991. Ήταν ασυμβίβαστος επαναστάτης, ελευθεριακός μαρξιστής που ποτέ δεν εγκατέλειψε ούτε πρόδοσε την Επανάσταση του 1917.

Εφάρμοζε και στον εαυτό του το τρίπτυχο που πρότεινε στους άλλους: να μην παζαρεύεις τις επαναστατικές σου πεποιθήσεις· να είσαι κριτικός πάντα, ακόμα και στις δικές σου πεποιθήσεις· να σέβεσαι την διαφορετική γνώμη. Το τρίπτυχο αυτό αντιστοιχεί και στα “τρία ουσιώδη σημεία” του σοσιαλισμού στα οποία επιμένει σε κείμενο που γράφει αιχμάλωτος της Γκεπεού το 1933 (σ. 389-391): την υπεράσπιση του ανθρώπου ως ανθρώπου· την υπεράσπιση της αλήθειας· την υπεράσπιση της ελευθερίας.

Ο Βίκτορ Σερζ πλήρωσε το δικό του βαρύ τίμημα στις τραγωδίες του αιώνα και τις αντιφάσεις της επανάστασης. Από μια άποψη, συμπυκνώνονται στην έντονη σχέση του με τον Λέοντα Τρότσκυ, τόσο τον καιρό που βρίσκονταν στο πλευρό του στο μπολσεβίκικο κόμμα, στην Κομμουνιστική Διεθνή, στην ρωσική Αριστερή Αντιπολίτευση, όσο και στη ρήξη τους, τον καιρό της Ισπανικής Επανάστασης και της ίδρυσης της Τετάρτης Διεθνούς.

Όσον αφορά την ρήξη τους, πέρα από τις καθόλα θεμιτές πολιτικές διαφορές, έχει πλέον αποδειχτεί πέρα από κάθε αμφιβολία (ιδιαίτερα με τις έρευνες της Susan Weissman, που μελέτησε διεξοδικά την ζωή και το έργο του Βίκτορ Σερζ, μαζί και το τμήμα των Αρχείων της Γκεπεού /ΝιΚαΒεΝτε που έγινε προσβάσιμο στη μετασοβιετική Ρωσία), ο ρόλος της σταλινικής μυστικής αστυνομίας στη δηλητηρίαση των σχέσεων μέσα στο τροτσκιστικό κίνημα, μαζί και μεταξύ Τρότσκυ-Σερζ και η πρόκληση σχισμάτων. Οι ζοφεροί καιροί δημιουργούσαν τους πιο δυσμενείς όρους απομόνωσης, τις διώξεις και τις διασπάσεις κάθε επαναστατικής μειοψηφίας. Πρωταγωνιστής στα σταλινικά εγκλήματα στην Ευρώπη ήταν ο περιβόητος Μαρκ Ζμπορόφσκι ή Ετιέν που διείσδυσε στην ίδια την γραμματεία του τροτσκιστικού κινήματος και οργάνωσε, συν τοις άλλος, τις φρικιαστικές δολοφονίες του Ίγκνας Ράις, του Ρούντολφ Κλέμεντ, του ίδιου του γιου του Τρότσκυ Λέων Σεντώφ, στις οποίες αναφέρεται και ο Σερζ στις Αναμνήσεις.

Ακόμα, όμως και μετά την ρήξη του Σερζ με τον Τρότσκυ, όπως το δείχνουν οι Αναμνήσεις ενός επαναστάτη, ο πρώτος θεωρεί τον δεύτερο “σε μιαν εποχή ηθικής φθοράς, έναν άνθρωπο-υπόδειγμα, που μόνο η ύπαρξή του, ακόμη και φιμωμένη, γεννούσε πίστη στον άνθρωπο.” (σ. 325). Θεωρεί την δολοφονία του Τρότσκυ από την Γκεπεού το 1940 ως “την πιο σκοτεινή ώρα για την εργατική τάξη” (σ. 511). Θυμάται ακόμα, ότι όταν είπε στον Τρότσκυ ότι δεν πίστευε στη νίκη κι ότι ήταν μάλιστα βέβαιος για την ήττα, ο τελευταίος, ενάντια σε κάθε μηχανιστικό ντετερμινισμό στην Ιστορία, του απάντησε με μια φράση που και ο Σερζ βρήκε σπουδαία: “Υπάρχει πάντα ένα μεγάλο ρίσκο που πρέπει να αναλάβεις. Το ένα ενδεχόμενο καταλήγει όπως με τον Λίμπκνεχτ, το άλλο όπως με τον Λένιν“(σ. 307)

Ο Λένιν, ο Τρότσκυ, οι μπολσεβίκοι ηγέτες του Οκτώβρη ανέλαβαν το ρίσκο κι ο Βίκτορ Σερζ αναγνωρίζει απερίφραστα την αξία και το ηθικό κύρος τους. Χωρίς να εκτοξεύει κατάρες, κάνει την αξιοπρόσεχτη παρατήρηση ότι “αυτοί που ανήκαν στο μέλλον, βρέθηκαν δέσμιοι του παρελθόντος” (σ. 147)

Χωρίς όμως, “ανθρώπους που ανήκουν στο μέλλον” η επανάσταση δεν μπορεί να νικήσει. Παραμένουμε δέσμιοι σ’ αυτό που ονομάζει ένας στίχος, τον οποίο παραθέτει ο Σερζ από τον ποιητή Λεοπόλδο Άβερμπαχ, “το απολιθωμένο περίττωμα του παρόντος” (σ. 370). Πρέπει να αναλάβουμε το ρίσκο και συνάμα να γκρεμίσουμε τις γέφυρες με ένα παρελθόν που μας σέρνει στην καταστροφή.

 

Οι “άνθρωποι που ανήκουν στο μέλλον”, με ιστορική αίσθηση, κριτική σκέψη, πιστοί στο πρόταγμα της καθολικής ανθρώπινης χειραφέτησης, ασυμβίβαστοι με ό,τι ξαναγεννάει την κάθε είδους αθλιότητα, την εκμετάλλευση, την καταπίεση, την ταπείνωση, το απολιθωμένο περίττωμα του καπιταλιστικού παρόντος. Κι αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι δεδομένοι και μάλιστα διαπαντός ούτε ανήκουν στις τάξεις των αγγέλων ή στα σύννεφα της φενάκης.

Το σκληρό σχολειό των προλετάριων επαναστατών και της ιντελλιγκέντσιας της Ρωσίας, διαπότισε, όπως λέει ο Σερζ, τον ίδιο κι αναρίθμητους άλλους “με την ιδέα ότι η ουσία της ζωής συνίσταται στο να συμμετέχει κανείς συνειδητά στην πραγματοποίηση της Ιστορίας” (σ. 523). Οι άνθρωποι που ανήκουν στο μέλλον πλάθονται ζώντας στο επίπεδο της Ιστορίας, στην κοιλάδα των δακρύων.

Ο Άντολφ ή Αμπραάμ Αβράμοβιτς Γιόφφε στην πολιτική του διαθήκη, πριν αυτοκτονήσει σε μιαν απεγνωσμένη προσπάθεια να σταματήσει το σοβιετικό Θερμιδώρ, απευθύνει στον Τρότσκυ αυτά τα αθάνατα λόγια που τα παραθέτουν και οι Αναμνήσεις ενός επαναστάτη: “Η ανθρώπινη ζωή δεν έχει νόημα παρά στο μέτρο που αυτή τάσσεται στην υπηρεσία ενός απείρου – το οποίο για μας είναι η ανθρωπότητα” (σ.318).

Οι άνθρωποι που ανήκουν στο μέλλον ζουν subspecieaeternitatis.

 

Όταν στο Αιώνα σήμαιναν μεσάνυχτα, ο άπατρις επαναστάτης Βίκτωρ Λβόβιτς Κιλμπάτσιτς ή Βίκτωρ Σερζ έγραφε: “Δεν είμαστε ηττημένοι παρά στο άμεσο παρόν. Προσφέραμε στους κοινωνικούς αγώνες τα μέγιστα σε συνείδηση και βούληση πολύ παραπάνω από τις δυνάμεις μας… Κάναμε πληθώρα λαθών και σφαλμάτων διότι η αρχή κάθε δημιουργικής σκέψης δεν μπορούσε παρά να είναι αναποφάσιστη και ασταθής… Αυτή η δεδομένη παρακαταθήκη που προκαλεί την αυτοκριτική μας κάνει να δούμε ότι τελικά είχαμε δίκιο. Συχνά είχαμε δει καθαρά, με αυτές τις ασήμαντες εφημερίδες μας, εκεί όπου οι άνθρωποι του κράτους τσαλαβουτούσαν μέσα στην καταστροφική και χονδροειδή ανοησία. Είχαμε διακρίνει τις ανθρώπινες λύσεις στην πορεία της ιστορίας. Και ξέραμε να νικάμε, δεν πρέπει να το ξεχνάμε. Οι Ρώσοι και οι Ισπανοί ανάμεσά μας ξέρουν τί σημαίνει να παίρνεις τον κόσμο στα χέρια σου[…] αυτή η εμπειρία δεν θα πάει χαμένη. Εκατομμύρια άνθρωποι που δεν μπορούσαν να μας ακούσουν θα την ξαναζήσουν μετά από μας.[…] Ηττημένοι, ναι, αλλά με τις ψυχές δυνατές, βρισκόμαστε σε πλήρη αναμονή” (σ.513)

Σε πλήρη αναμονή. Σε επαγρύπνηση. Σε προετοιμασία. En attendant Godot? Περιμένοντας την Αυγή μιας Ημέρας Νέας.

 Σάββας Μιχαήλ

2-3/5/ 2018