Περικοπή του προγράμματος υποδοχής προσφύγων
Λίγο πριν μπει στο νοσοκομείο χτυπημένος από τον COVID-19, o πρόεδρος Τραμπ αποφάσισε να μειώσει κι άλλο την είσοδο προσφύγων στις ΗΠΑ.
Οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατήγγειλαν στη 1 Οκτώβρη την πρόταση της κυβέρνησης Τραμπ για περιορισμό του αριθμού εισόδου προσφύγων στις 15.000 για το οικονομικό έτος 2021, ένα νέο χαμηλό ρεκόρ, παρά την απότομη άνοδο του αριθμού προστασίας πληθυσμών που έχουν ιδιαίτερες ανάγκες.
Κάθε χρόνο, την 1η Οκτωβρίου, ο πρόεδρος των ΗΠΑ ανακοινώνει, ανάμεσα στα άλλα, το αριθμό των προσφύγων που πρόκειται να δεχθεί η χώρα. Ανάμεσα στους αιτούντες άσυλο βρίσκονται ομάδες που προστατεύονται από εκκλησίες διαφόρων δογμάτων, οργανισμούς μετανάστευσης και προστασίας προσφύγων κ.λπ. Επί Ομπάμα, την τελευταία χρονιά προεδρίας του, ο αριθμός υποδοχής προσφύγων ήταν 110.000 αλλά ο Τραμπ μόλις ανέλαβε μείωσε τον αριθμό στο μισό.
Ο τωρινός στόχος των 15.000 εισδοχών συνιστά μια περαιτέρω μείωση από τον αριθμό των 18.000 που είχε οριστεί το προηγούμενο έτος, και αντιπροσωπεύει μια δραστική μείωση από το μέσο ανώτατο όριο των 95.000 του προγράμματος εγκατάστασης προσφύγων.
Ο Λευκός Οίκος δέχτηκε μόλις 11.000 πρόσφυγες για την επίτευξη του ιστορικά χαμηλού στόχου των 18.000 το οικονομικό έτος 2020. Οι πρωτοφανείς επιθέσεις στο πρόγραμμα εισδοχής προσφύγων αποτελούν χαρακτηριστικό αυτής της κυβέρνησης από την πρώτη εβδομάδα της.
Η κυβέρνηση Τραμπ έχει επιδείξει απάνθρωπη περιφρόνηση για την ανθρώπινη ζωή και μίσος για όλες τις «έγχρωμες» κοινότητες. Η εισδοχή μόλις 15.000 προσφύγων που ανήκουν σε ορισμένες κατηγορίες αφήνει πάνω από 1,4 εκατομμύρια από τους πιο ευάλωτους πρόσφυγες του κόσμου. Για να δικαιολογήσει την άρνησή του ο Τραμπ δαιμονοποιεί τους πρόσφυγες, επικαλούμενος και το πρόβλημα της μόλυνσης από τον COVID-19, αλλά και την… αλλοίωση των ΗΠΑ – της κατ’ εξοχή χώρας που έχει φτιαχτεί από μετανάστες και πρόσφυγες! Επιπλέον επιτέθηκε στον υποψήφιο των Δημοκρατικών Μπάιντεν, ο οποίος έχει δεσμευτεί να αυξήσει τον αριθμό των προσφύγων που θα γίνουν δεκτοί στους 125.000, εφόσον εκλεγεί τον Νοέμβριο. Σε ένα ρατσιστικό κρεσέντο ο Τραμπ είπε απευθυνόμενος στους υποστηρικτές του: «Ο Μπάιντεν θα μετατρέψει τη Μινεσότα σε καταυλισμό προσφύγων, και το είπε αυτό. Θα ασκήσουν πιέσεις στους δημόσιους πόρους, θα συνωστιστούν στα σχολεία και θα κατακλύσουν τα νοσοκομεία. Το ξέρετε αυτό. συμβαίνει ήδη. Είναι ντροπή αυτό που έχουν κάνει στην πολιτεία σας». Στη συνέχεια καταδίκασε τη γερουσιάστρια των Δημοκρατικών, Ιλάν Ομάρ, που έφτασε στις ΗΠΑ ως Σομαλή πρόσφυγας και πλέον εκπροσωπεί τη Μινεάπολις, λέγοντας: «Πώς στο διάολο την εξέλεξε αυτή η Μινεσότα; Ποιο στο διάολο είναι το πρόβλημά σας;»
Ο αριθμός των προσφύγων παγκοσμίως έχει αυξηθεί κατά τουλάχιστον 14 εκατομμύρια τα τελευταία τέσσερα χρόνια, ενώ η κυβέρνηση Τραμπ έχει μειώσει τα επίπεδα εισδοχής προσφύγων πάνω από 80%, έχει μειώσει σημαντικά την πρόσβαση στο πρόγραμμα για μουσουλμάνους και μαύρους πρόσφυγες, έχει μειώσει σοβαρά τον αριθμό των προσφύγων που διώκονται βάσει της θρησκείας που επιτρέπεται στη χώρα και έχει αγνοήσει τις μεγαλύτερες προσφυγικές κρίσεις στον κόσμο.
ΟΙ ΑΜΒΛΩΣΕΙΣ ΚΑΙ Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ
Η Έιμι Κόνι Μπάρετ, υποψήφια του Τραμπ για την πλήρωση της έδρας της εκλιπούσας δικαστικού Ρουθ Μπάντερ Γκίνσμπεργκ στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, υποστήριξε δημόσια μια χριστιανική φονταμενταλιστική οργάνωση που ασπάζεται ακροδεξιές απόψεις κατά των αμβλώσεων, σύμφωνα με την εφημερίδα Guardian.
Το 2006, όταν η Μπάρετ ήταν καθηγήτρια νομικής σε Πανεπιστήμιο, υπέγραψε μαζί με εκατοντάδες συντηρητικούς της Ιντιάνα και του Μίσιγκαν μια ολοσέλιδη διαφήμιση εφημερίδας που χρηματοδοτήθηκε από την οργάνωση, «Δικαίωμα στη Ζωή» της Κομητείας Σαιντ Τζόσεφ και δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα South Bend Tribune εκφράζοντας την έντονη αντίθεσή της στα θεμελιώδη αναπαραγωγικά δικαιώματα που επιβεβαιώθηκαν από το Ανώτατο Δικαστήριο πριν από 47 χρόνια.
Αν και οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι περισσότεροι Αμερικανοί θέλουν να διατηρήσουν τις αμβλώσεις νόμιμες -αν και με περιορισμούς- οι συντηρητικοί, για να μην πούμε φασίστες Χριστιανοί, αντιτίθενται συντριπτικά στο δικαίωμα επιλογής.
Ωστόσο, οι πεποιθήσεις της οργάνωσης θεωρούνται ακραίες ακόμη και από τα πρότυπα του λεγόμενου κινήματος υπέρ της ζωής αφού για την ομάδα αυτή ακόμη και η εξωσωματική γονιμοποίηση δεν γίνεται δεκτή.
«Είτε τα έμβρυα εμφυτεύονται στη γυναίκα και στη συνέχεια μειώνονται επιλεκτικά είτε γίνεται με άλλο τρόπο εξακολουθείτε να τερματίζετε μια νέα ανθρώπινη ζωή σε αυτό το σημείο και αντιτιθέμεθα σε αυτό», δήλωσε η Τζάκι Άπλμαν, στέλεχος της ομάδας.
Επιπλέον, η Άπλμαν δήλωσε ότι «υποστηρίζουμε την ποινικοποίηση των γιατρών που κάνουν εκτρώσεις», αν και, «σε αυτό το σημείο δεν υποστηρίζουμε την ποινικοποίηση των γυναικών. Θα υποστηρίξουμε την ποινικοποίηση της απόρριψης κατεψυγμένων εμβρύων ή την επιλεκτική μείωση μέσω της εξωσωματικής γονιμοποίησης», πρόσθεσε.
Παρόλα αυτά, οι υποστηρικτές των αμβλώσεων εξακολουθούν να εκφράζουν ανησυχία για το τι θα σημαίνει η προσθήκη της Μπάρετ σε ένα ήδη συντηρητικό δικαστήριο για τα αναπαραγωγικά δικαιώματα. Ο Τραμπ έχει δηλώσει ότι προτείνει μόνο δικαστές που θα τερματίσουν και θα ποινικοποιήσουν την έκτρωση». Έτσι, αυτή η υποψήφιος ταιριάζει απόλυτα στα σχέδια του Τραμπ.
Τέλος, η Μπάρετ έχει επίσης δεχθεί πυρά για τη συμμετοχή της στην οργάνωση «Άνθρωποι Επαίνου», μια συντηρητική καθολική ομάδα που ορισμένα πρώην μέλη δηλώνουν ότι αναμένουν από τις γυναίκες -που αποκλείονται από ορισμένους ηγετικούς ρόλους- να είναι… «απολύτως υπάκουες» στους συζύγους τους αλλά και σε άλλους άνδρες.
ΓΙΓΑΝΤΙΑ ΠΟΣΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΕΣ ΟΡΥΚΤΩΝ
Οι εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου έχουν εκδώσει σχεδόν 100 δισεκατομμύρια δολάρια σε ομόλογα από τότε που η Ομοσπονδιακή Τράπεζα ξεκίνησε το εταιρικό της πρόγραμμα διάσωσης τον περασμένο Μάρτιο, με ένα μη δεσμευτικό πακέτο διάσωσης της βιομηχανίας ορυκτών καυσίμων που προωθείται από την κυβέρνηση Τραμπ.
Μια πρόσφατη έκθεση από περιβαντολογικές οργανώσεις δείχνει πώς η κυβέρνηση των ΗΠΑ παρείχε και παρέχει ένα δίχτυ ασφαλείας για τη βιομηχανία ορυκτών καυσίμων.
Ενώ η κεντρική τράπεζα αρνήθηκε αυτό το καλοκαίρι να δημοσιεύσει έγγραφα που αποκαλύπτουν το βαθμό στον οποίο οι εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου επωφελήθηκαν από το αποκαλούμενο πρόγραμμα δανεισμού της Κεντρικής Τράπεζας, μια εσωτερική κυβερνητική έκθεση που δημοσιεύθηκε την περασμένη εβδομάδα έδειξε ότι η βιομηχανία ορυκτών καυσίμων επωφελήθηκε δυσανάλογα από το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της Ομοσπονδιακής Τράπεζας.
Η ανάλυση επικεντρώνεται στα ομόλογα που εκδόθηκαν από βρώμικες εταιρείες ενέργειας, οι οποίες ήταν ήδη υπερχρεωμένες πριν από την πανδημία του COVID-19 και στη συνέχεια επλήγησαν σκληρά από την πτώση των τιμών, τη βύθιση της ζήτησης και την παγκόσμια υπερπροσφορά.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι συνολικά 56 εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου έχουν εκδώσει ομόλογα αξίας 99,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων από τότε που η Ομοσπονδιακή Τράπεζα ξεκίνησε τη διάσωση των αγορών εταιρικού χρέους το Μάρτιο. Από τα τέλη Αυγούστου, η κεντρική τράπεζα έχει αγοράσει πάνω από 355 εκατομμύρια δολάρια σε ομόλογα ορυκτών καυσίμων.
Σύμφωνα με την έκθεση, το «εύκολο χρήμα» που παρέχεται από την κεντρική τράπεζα περιλαμβάνει ένα κύμα αναχρηματοδότησης που συχνά οδηγεί σε μεταγενέστερες προθεσμίες πληρωμής, σημαντικά χαμηλότερο κόστος δανεισμού, ή και τα δύο. Στην πραγματικότητα, η χρηματοδότηση έκτακτης ανάγκης της Ομοσπονδιακής Τράπεζας προλαμβάνει την κατάρρευση μιας βιομηχανίας που ανέκαθεν βασιζόταν στην κυβερνητική γενναιοδωρία.
Οι εταιρείες ορυκτών καυσίμων εξακολουθούν να οδεύουν προς ένα οικονομικό γκρεμό, αλλά η διάσωση τους έδωσε λίγο περισσότερο δρόμο. Αυτό παρατείνει τη ζωή της βιομηχανίας ορυκτών καυσίμων σε μια στιγμή ολοένα και περισσότεροι απαιτούν τη «σταδιακή» κατάργηση της.
Αρ. Μα.