Κοινή δράση τεσσάρων σωματείων του ευρύτερου δημόσιου τομέα στέφεται με επιτυχία
της Μαργαρίτας Κουτσανέλλου
Στο έντυπο φύλλο της Νέας Προοπτικής (7 Οκτωβρίου 2024) έχει ήδη δημοσιευθεί άρθρο (ψηφιακή αναδημοσίευση εδώ), το οποίο εξιστορεί την πρωτοφανή απαξίωση με την οποία βρέθηκαν αντιμέτωπα πολλά επιχειρησιακά σωματεία του ευρύτερου δημόσιου τομέα τον περασμένο Ιούνιο. Τα σωματεία αυτά ενώ προχώρησαν σε διαπραγματεύσεις και συμφωνίες με τις Διοικήσεις των φορέων τους, οι οποίες συνοδεύονταν από τις δέουσες εγκεκριμένες οικονομοτεχνικές μελέτες και ήταν συνεπείς προς τις λοιπές δημοσιονομικές υποχρεώσεις, εν τούτοις απορρίφθηκαν από τον Υφυπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, αρμόδιο για τη δημοσιονομική πολιτική, με τυπικές προφάσεις και την αρνητική πολιτική βούληση να υποδηλώνεται σαφώς.
Τα σωματεία αντέδρασαν αρχικά, όλα κατά μόνας (στάσεις εργασίας, απεργίες, κινητοποιήσεις έξω από το ΓΛΚ και συναντήσεις με τα ανώτατα στελέχη του), χωρίς απολύτως κανένα αποτέλεσμα. Όμως…
Παρά το γεγονός ότι μεσολάβησε το καλοκαίρι, τα σωματεία δεν εγκατέλειψαν και επανήλθαν, βάζοντας στο σχεδιασμό τους, το πλέον αυτονόητο για όποιον θέλει να είναι στοιχειωδώς συνεπής προς τις αρχές του ανεξάρτητου συνδικαλισμού, δηλαδή τη δημιουργία κοινού μετώπου απέναντι στην πολιτική αυτή γραμμή απαξίωσης των σωματείων, των συλλογικών συμφωνιών, του θεσμού της συλλογικής διαπραγμάτευσης.
Τέσσερα σωματεία του ευρύτερου δημόσιου τομέα (στους φορείς ΝΠΙΔ: ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ, ΟΠΕΚΕΠΕ, ΕΛΓΑ και ΕΜΣΤ) που βρίσκονταν ακριβώς στην ίδια κατάσταση, αλλά και πολλά ακόμα σωματεία, τα οποία βρίσκονταν σε συλλογική διαπραγμάτευση, είτε λίγο πιο μπροστά, είτε λίγο πιο πίσω στη διαδικασία, ξεκίνησαν επαφές συντονισμού στη δράση τους. Η εκτίμηση όλων των σωματείων, παρόλο που οι τάσεις σε αυτά είναι πολυδύναμες, συμφώνησαν αβίαστα ότι υπέρτατος κοινός στόχος των εργαζόμενων στο δημόσιο τομέα (αμειβόμενοι με το ενιαίο μισθολόγιο δηλαδή), πρέπει να είναι οι οριζόντιες αυξήσεις των μισθών στα μισθολογικά κλιμάκια του ενιαίου μισθολογίου, αλλά και η επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού στο Δημόσιο.
Εν τούτοις, άμεσος στόχος διεκδίκησης -συμφώνησαν επίσης τα σωματεία- πρέπει να είναι ακόμα και το ελάχιστο αυτή τη στιγμή, υπό τις παρούσες ασφυκτικές οικονομικές συνθήκες για τους μισθωτούς, δηλαδή, η εξασφάλιση παροχών σε είδος, κυρίως δε, αυτή των κουπονιών για ψώνια σε super market, επειδή είναι οριζόντια για όλους τους εργαζόμενους. Η εν λόγω παροχή παραμένει αφορολόγητη, εφόσον δεν ξεπερνά τα 1.452 ευρώ ανά έτος. Αποτελεί οριζόντιο αίτημα μεταξύ όλων των σωματείων στον ιδιωτικό και στο δημόσιο τομέα, ενώ η τάση είναι να ζητείται στο ανώτατο μη φορολογήσιμο όριο της, δηλαδή 6 ευρώ/ημέρα x 22 ημέρες/μήνα x 11 μήνες/ έτος = 1.452 ευρώ/έτος.
Η προπαρασκευή αυτού του συντονισμού ήταν ξεκάθαρο γέννημα της αντικειμενικής ανάγκης να αποκρουστεί η αρνητική πολιτική βούληση του αρμόδιου Υπουργού και της Κυβέρνησης και να μην παραιτηθούν οι εργαζόμενοι από το δικαίωμα της συλλογικής αυτονομίας και τις υλικές απολαβές που είχαν με κόπο εξασφαλίσει με τα σωματεία τους, από τις Διοικήσεις των φορέων στους οποίους εργάζονται.
Την Τρίτη 22 Οκτωβρίου 2024, τα τέσσερα σωματεία με κοινή ανακοίνωση, προκήρυξαν στάση εργασίας και παράσταση διαμαρτυρίας έξω από το Υπουργείο Οικονομικών, στην οδό Νίκης 5-7. Όπως αποδείχτηκε, η κινητοποίηση των εργαζομένων απ’ όλα τα σωματεία, αλλά και από άλλα που ήλθαν σε συμπαράσταση, υπήρξε ιδιαίτερα επιτυχημένη. Πάνω από 150 εργαζόμενοι συγκεντρώθηκαν με πανό, φωνάζοντας συνθήματα κατά της πολιτικής της Κυβέρνησης που απαξιώνει τους φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα και υπέρ των συλλογικών συμβάσεων και των αυξήσεων στους μισθούς.
«Και σήμερα και αύριο και όσο χρειαστεί, θα είμαστε εδώ για τη συλλογική» ήταν το πιο προσφιλές σύνθημα από τους εργαζόμενους, οι οποίοι το φώναζαν επί δύο ώρες με ενθουσιασμό, έξω από το Υπουργείο Οικονομικών.
Σύντομα φάνηκε ότι η κινητοποίηση αυτή είχε το αποτέλεσμα, που της αναλογούσε. Ο Υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, αρμόδιος για τη δημοσιονομική πολιτική, Θ. Πετραλιάς, συνοδευόμενος από υπηρεσιακούς παράγοντες του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, δέχτηκε στον τρίτο όροφο του Υπουργείου Οικονομικών στη Νίκης 5-7 τους εκπροσώπους των εργαζόμενων, παρουσία του Προέδρου του Εργατικού Κέντρου Αθήνας, ο οποίος είχε προσέλθει στην κινητοποίηση, προκειμένου να υποστηρίξει τα αιτήματα των εργαζόμενων.
Ο Υφυπουργός εμφανίστηκε προετοιμασμένος, σχολιάζοντας πριν πει οτιδήποτε, ότι εντυπωσιάστηκε από το γεγονός ότι τα σωματεία κινητοποιήθηκαν από κοινού. Προχώρησε δε αμέσως, λέγοντας ότι θέλει να είναι δίκαιος και λαμβάνοντας υπόψη την αρχή της ίσης μεταχείρισης, στην εξαγγελία ότι είναι διατεθειμένος να εγκρίνει το μάξιμουμ της μη φορολογήσιμης παροχής της διατακτικής σίτισης (1.452 ευρώ/ετησίως), για όλα τα σωματεία που συμμετείχαν στην κινητοποίηση. Κατόπιν αιτήματος των συνδικαλιστών, συμφώνησε ότι η έγκριση αυτή θα αφορά σε τριετία, αρχής γενομένης από το 2024.
Είναι σημαντικό να διευκρινιστεί ότι στον ένα ή τον άλλο βαθμό, η υπουργική αυτή εξαγγελία ήταν πλειοδοτική για τα περισσότερα σωματεία, όσον αφορά συγκεκριμένα τη διατακτική σίτισης.
Τα σωματεία που συμμετείχαν στην κινητοποίηση (ανακοίνωση από τα οποία αναμένεται σύντομα), εκτίμησαν αναφανδόν ότι η κοινή δράση τους και η μεγάλη συμμετοχή των εργαζόμενων στην κινητοποίηση, ήταν αυτή που έκανε τη διαφορά και αυτό το συμπέρασμα πρέπει να ειπωθεί όσο πιο δυνατά γίνεται, αλλά και αυτή η στρατηγική πρέπει να υπηρετηθεί συνειδητά, με ανεξαρτησία και με συνέπεια από το συνδικαλιστικό κίνημα.