Βιβλιοπαρουσίαση για την παγκόσμια μέρα κατά των Ναρκωτικών

της Κατερίνας Μάτσα 

Την Κυριακή, 26 Ιούνη, Παγκόσμια Μέρα Κατά των Ναρκωτικών, το Δίκτυο Αλληλεγγύης Κοινωνικών Ιατρείων και το Σωματείο Υποστήριξης του έργου του 18ανω πραγματοποίησαν στα Εξάρχεια μια σπουδαία εκδήλωση με θέμα τα Ναρκωτικά και την Οικογένεια, μέσα από την παρουσίαση του εξαιρετικού βιβλίου της Μ. Μαυρικάκη «Εξαρτάται».

Στο πρώτο μέρος της εκδήλωσης παρουσιάστηκε ένα καταπληκτικό δρώμενο με μουσική και κίνηση, στο οποίο συμμετείχαν μαζί με τα μέλη και τους φίλους του Δικτύου και 4 παιδιά, που κινήθηκαν γύρω από «το Εγώ να γίνει Εμείς». Ακολούθησε η βιβλιοπαρουσίαση με τη συγγραφέα, τον οικογενειακό θεραπευτή και μέλος του Δικτύου Ηλία Γκότση και την Κατερίνα Μάτσα, δίνοντας το έναυσμα σε μια πλούσια και ουσιαστική συζήτηση. Το τρίτο μέρος της εκδήλωσης ήταν μια υπέροχη μουσική βραδιά που μας χάρισε η μουσική ομάδα του 18Άνω. Τους στίχους των τραγουδιών είχαν γράψει μέλη της Κοινωνικής Επανένταξης του 18Άνω και οι φωνές ήταν υπέροχες.

Στην εκδήλωση προσφέρθηκε πολύ νόστιμο φαγητό μαγειρεμένο από τη συλλογικότητα «κουζίνα Ελ Σεφ», που δρα στα πλαίσια της Κοινωνικής Αλληλεγγύης και προσφέρει φαγητό όχι μόνο στους πρόσφυγες, αλλά και σε όσους το έχουν ανάγκη. Μια σπουδαία κοινωνική προσφορά που, ιδιαίτερα στην περίοδο της πανδημίας, έσωσε και σώζει ζωές

Παρακάτω δημοσιεύεται μια αδρή βιβλιοπαρουσίαση του βιβλίου «Εξαρτάται».

Μαρία Μαυρικάκη, «Εξαρτάται. Μια ιστορία ζωής δίπλα στην εξάρτηση», εκδόσεις Πατάκη, 2021

Μια τρομερή περιγραφή, με μεγάλη αμεσότητα, της πορείας ενός εξαρτημένου νέου στον κόσμο της εξάρτησης από ουσίες και στα θεραπευτικά προγράμματα. Παράλληλα, η συγγραφέας παρακολουθεί την εμπλοκή της οικογένειας και του ευρύτερου περιβάλλοντός του στα δίχτυα της συν-εξάρτησης, στο πάντα επίκαιρο βιβλίο της Μ. Μαυρικάκη.

«Στον αστερισμό της ύπαρξής σου κινούμασταν όλοι… Κι όσο σου δίναμε τόσο ζητούσες… Οι γονείς προλάβαιναν τις επιθυμίες σου πριν τις εκφράσεις…»

Με αυτά τα λόγια η συγγραφέας περιγράφει το φαινόμενο της συν-εξάρτησης. Η εξάρτηση του παιδιού της γίνεται ο άξονας λειτουργίας όλης της οικογένειας, όλων των μελών της. Το περιεχόμενο της ζωής όλων καθορίζεται από τον τρόπο ζωής του εξαρτημένου, τις επιθυμίες του, τις ανάγκες που δημιουργεί η ίδια η εξάρτηση, ακόμα και τους ρυθμούς της ζωής του. Με μεγάλη αμφιθυμία, βέβαια, έντονες συγκρούσεις και τεράστιο ψυχικό πόνο. Όλα θυσιάζονται στο βωμό της ανάγκης «να σώσουμε το παιδί». Αλλά και η ίδια η αδελφή ταυτίστηκε με τον εξαρτημένο αδελφό της.

Το σύστημα της οικογένειας ήταν «κλειστό», αντιστεκόταν στις αλλαγές, δημιουργώντας τους όρους διαρκούς αναπαραγωγής της εξάρτησης σε όλα τα επίπεδα.

Τελικά, με αυτούς τους όρους, το παιδί «δεν σώζεται» και η οικογένεια βουλιάζει στη δυστυχία, κάτω από το βάρος των ενοχών της και του αμείλικτου ερωτήματος, που θέτει αδιάκοπα η ίδια στον εαυτό της «τί δεν έκανα καλά και πήραν αυτό το δρόμο τα πράγματα; Ποια λάθη οδήγησαν στην καταστροφή της ζωής μας;»

Σε μια αποστροφή του λόγου της η συγγραφέας απευθυνόμενη στον εξαρτημένο αδελφό και μέσω αυτού σε όλα τα εξαρτημένα παιδιά λέει χαρακτηριστικά: «Μήπως ανεπίγνωστα σας καταδικάσαμε σε ποινή ισόβιας προσκόλλησης;» Σχέσεις δηλαδή όχι αληθινής επικοινωνίας, αλλά εξάρτησης.

Στο βιβλίο παρακολουθούμε πολύ παραστατικά τη φύση αυτών ακριβώς των σχέσεων προσκόλλησης. Δεν μπορεί κανένας να κάνει χωρίς τον άλλον, χωρίς όμως να μπορούν να επικοινωνήσουν αληθινά μεταξύ τους. Παράλληλα σύμπαντα.

«Χρειάζεται δουλειά για να λειτουργήσουν οι οικογένειες όχι σαν κουκούλι, αλλά σαν εφαλτήριο», λέει η οικογενειακή θεραπεύτρια Χ. Κατάκη.

Στην εξιστόρηση των βημάτων του εξαρτημένου στα διάφορα θεραπευτικά προγράμματα επισημαίνονται, μεταξύ των άλλων, οι σοβαροί περιορισμοί στην ίδια τη θεραπευτική διαδικασία της απεξάρτησης, όπως υλοποιείται στην πράξη.

 Ο ένας αφορά την αντιμετώπιση των περιπτώσεων «διπλής διάγνωσης» και την απουσία δομών και υπηρεσιών θεραπευτικής αντιμετώπισής τους. Η συνύπαρξη της εξάρτησης από ουσίες με την ψυχική διαταραχή μπορεί να προκύψει είτε από τη χρήση ουσιών, ως συνέπεια της, είτε να προϋπάρχει της χρήσης, η οποία έρχεται να εγκατασταθεί δευτερογενώς στο έδαφος της ψυχικής διαταραχής. Και στις δύο περιπτώσεις υπάρχει ψυχιατρική συμπτωματολογία, η οποία επιπροστίθεται στην εικόνα της εξάρτησης. Είναι οι «τοξικομανείς με συννοσηρότητα», όπως  λέγονται, οι οποίοι γίνονται αποδέκτες μιας βάρβαρης απόρριψης από θεσμούς, φορείς, κοινωνικές και άλλες υπηρεσίες. Αυτοί οι άνθρωποι θεωρούνται ανεπιθύμητοι από τις ψυχιατρικές δομές, δημόσιες και ιδιωτικές. Τα ψυχιατρικά νοσοκομεία «δεν δέχονται τοξικομανείς», ακόμα και όταν τα περιστατικά που φτάνουν στο εφημερείο έχουν το χαρακτήρα του επείγοντος. Πού να απευθυνθούν όλοι αυτοί οι δυστυχισμένοι άνθρωποι, που ο αριθμός τους μεγαλώνει διαρκώς; Πού να εναποθέσουν τις ελπίδες τους οι οικογένειές τους, που βρίσκουν όλες τις πόρτες μπροστά τους κλειστές;

Σε αυτές τις περιπτώσεις το στίγμα της ψυχικής διαταραχής προστίθεται στο στίγμα της τοξικομανίας και γίνεται διπλό. Και ο κοινωνικός αποκλεισμός γίνεται διπλός. Είναι οι παρίες ανάμεσα στους παρίες της κοινωνίας, του ψυχιατρικού συστήματος και των προγραμμάτων απεξάρτησης.

Το 18Άνω είναι το μόνο θεραπευτικό πρόγραμμα του ΕΣΥ που υποδέχεται αυτά τα άτομα και τα εντάσσει στη θεραπευτική διαδικασία αμέσως μόλις υφεθεί η ψυχιατρική συμπτωματολογία και είναι σε θέση να επιλέξουν την απεξάρτηση. Όμως μέχρι να γίνει αυτό απαιτείται νοσηλεία σε ψυχιατρική δομή, για κάποιο διάστημα. Και αυτό δεν είναι δυνατό στο δημόσιο σύστημα υγείας. Το κενό ακριβώς αυτό μπορεί να έχει μοιραίες συνέπειες.

Ο δεύτερος περιορισμός στη θεραπευτική διαδικασία της απεξάρτησης, που υπονοείται στο βιβλίο, αφορά το κομμάτι της κοινωνικής επανένταξης και τις δυσκολίες της. Αυτή η φάση της θεραπείας ολοκληρώνει, στην πραγματικότητα, μια διαδικασία κοινωνικοποίησης, στην οποία ανάγεται, σε τελευταία ανάλυση, ολόκληρη η θεραπεία απεξάρτησης. Αυτό σημαίνει ότι το άτομο στη θεραπευτική διαδικασία κατακτά τη συλλογικότητα, μέσα από την ένταξή του σε ένα κοινωνικό δίκτυο που μπορεί να το στηρίξει στις δύσκολες στιγμές του, αγωνίζεται να ενταχθεί ισότιμα στο κοινωνικό σύνολο, κατακτά μια θέση εργασίας, που του δίνει τη δυνατότητα όχι μόνο της οικονομικής ανεξαρτησίας, αλλά και της πραγμάτωσης δημιουργικών δυνατοτήτων και της κοινωνικής αναγνώρισης της αξίας του. Και τί κάνει η Πολιτεία σε αυτόν τον τομέα; Αδιαφορεί προκλητικά. Δεν δίνει ευκαιρίες επαγγελματικής αποκατάστασης των απεξαρτημένων, τους αφήνει έκθετους στον κίνδυνο να βρεθούν στη φυλακή για υποθέσεις που αφορούν τη χρήση, ακόμα κι αν έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε και οι ίδιοι βρίσκονται στη θεραπευτική διαδικασία της απεξάρτησης.

«Δεν σας δώσαμε την ευκαιρία να προσφέρετε, να φανείτε χρήσιμοι», διαπιστώνει με πικρία η συγγραφέας, αναφερόμενη στα εξαρτημένα άτομα που κάνουν υποτροπές, που δεν μπορούν να σταθεροποιήσουν τα βήματά τους.

Αν σε όλους αυτούς τους περιορισμούς προσθέσουμε και την απουσία θεραπευτικών προγραμμάτων απεξάρτησης, ικανών σε αριθμό για να καλύψουν τις ανάγκες θεραπείας ενός όλο και πιο μεγάλου αριθμού νέων που πιάνονται στα δίχτυα της εξάρτησης, αν προσθέσουμε, επίσης, και τις τεράστιες λειτουργικές δυσκολίες, οικονομικές και άλλες, λόγω της λιτότητας και των περικοπών των δημόσιων προγραμμάτων που ήδη λειτουργούν, μπορούμε να δώσουμε κάποιες απαντήσεις στα ερωτήματα που αφορούν τις «αδάμαστες» εξαρτήσεις, όπως τις χαρακτηρίζει η συγγραφέας. Μπορούμε να κατανοήσουμε τα παιδιά, που κάνουν συνεχείς υποτροπές και μπαινοβγαίνουν στα θεραπευτικά προγράμματα απεξάρτησης.

Πρόκειται πραγματικά για ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο, που πρέπει να διαβαστεί από όλους και ιδιαίτερα από τις οικογένειες, είτε έχουν παιδί στα ναρκωτικά είτε όχι.

26/6/2022