
[Tην Τετάρτη 14/7 έγινε στη Λοκομοτίβα παρουσίαση του βιβλίου της Μαρίας Λούκα, Μια γυναίκα απολογείται, εκδόσεις Τόπος. Πλήθος κόσμου συμμετείχε και μια πλούσια συζήτηση αναπτύχθηκε. Η συγγραφέας έκλεισε τη συζήτηση. Παρακάτω δημοσιεύουμε την βιβλιοπαρουσίαση της Κατερίνας Μάτσα.]
Κατερίνα Μάτσα
Μαρίας Λούκα, Μια γυναίκα απολογείται, εκδόσεις Τόπος
Μέσα από την ιστορία μιας νέας γυναίκας, που σκότωσε τον επίδοξο βιαστή της, αμυνόμενη στη βάναυση επίθεσή του σε αυτήν και στην ανήλικη φίλη της, η Μαρία Λούκα θέτει το ζήτημα της έμφυλης βίας στην ολότητά του, τονίζοντας, μεταξύ των άλλων, και την ταξική του διάσταση.
«Στον κόσμο που ζούμε το να είσαι γυναίκα έχει πολιτικές συνέπειες. Αυτό συνεπάγεται άδικες και αθέμιτες επιπτώσεις, αναλόγως αν είμαστε οικονομικά και κοινωνικά περιθωριοποιημένες ή προνομιούχες», λέει η Iνδή φεμινίστρια Chandra Talpade Mohanty.
Οι πατριαρχικές δομές και ιδεολογίες βρίσκονται σε αλληλεπίδραση με τις καπιταλιστικές, ταξικές σχέσεις. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο διαμορφώνονται και οι σχέσεις κυριαρχίας επί των γυναικών, σε επίπεδο ψυχολογικό, θεσμικό, φαντασιακό και εκφοράς λόγου. Όπως αναλύει ο Bourdieu, η οργάνωση της κοινωνικής ζωής με βάση τις έμφυλες διαφορές, εγχαράσσεται στον εγκέφαλο και στο σώμα, συγκροτώντας τις νόρμες του φύλου, της αρρενωπότητας και της θηλυκότητας. Αυτές οι νόρμες εσωτερικεύονται και καθορίζουν τους ρόλους ανδρών και γυναικών στην κοινωνία, την εργασία, την οικογένεια.
Η ανδρική κυριαρχία αποτελεί μια μορφή συμβολικής βίας. Βασίζεται στη λογική της οικονομίας των συμβολικών ανταλλαγών και διαμορφώνει τη συμβολική τάξη πραγμάτων.
Η συμβολική τάξη επιβάλλεται σε όλα τα μέλη της κοινωνίας, μέσα από θεσμούς και πρακτικές και πρώτα από όλα από τον θεσμό της οικογένειας και τη βιοπολιτική της διάσταση, που αναπαράγει τις σχέσεις ανδρικής κυριαρχίας. «Καμμιά υποψία για αδικία δεν σκιάζει τις προσβολές που δέχεται μια γυναίκα επειδή γεννήθηκε γυναίκα, καμμιά πολιτική γραμματική δεν επιτρέπει να διατυπωθεί η αμφισβήτηση της αυθαίρετης εξουσίας που καθιστά δυνατή μια τέτοια προσβολή», λέει η Ελένη Βαρίκα.
Η οικογένεια ορίζει τα όρια του κανονικού και του μη-κανονικού, τις συμπεριφορές των μελών της, σχέσεις των σωμάτων μεταξύ τους, τη μετάδοση των κυρίαρχων αξιών από γενιά σε γενιά. Εδώ παράγεται και αναπαράγεται διαρκώς η έμφυλη βία, φυσική, σεξουαλική, ψυχολογική, πάνω στη γυναίκα, την κόρη, τη θηλυκότητα, τη διαφορετικότητα. Και είναι σε συνθήκες ακραίας κρίσης, όπως στην πανδημία, που η αύξηση της ενδοοικογενειακής βίας αποκτά τρομακτικές διαστάσεις, αυξανόμενη κατά 30% κατά μέσον όρο σε όλες τις χώρες!
Την ανατομία αυτής, της μέσης ελληνικής οικογένειας, επιχειρεί η Μ. Λούκα στο βιβλίο της.
Η μητέρα, αντικείμενο συνεχούς κακοποίησης από το σύζυγο «περπάτησε μοναχικά και ακούσια σε ένα γυναικείο πεπρωμένο υπακοής… Η βία μπαίνει στο σώμα από μικρές, αέρινες διόδους, φωλιάζει κάτω από το δέρμα, πολλαπλασιάζεται όπως τα καρκινικά κύτταρα, εξολοθρεύει τα ζωτικά όργανα και στο τέλος το ίδιο το σώμα γίνεται μια αποικία βίας» (σελ. 28)
Αυτή η κακοποιημένη γυναίκα, ενστερνίστηκε σε τέτοιο βαθμό τη νόρμα της γυναικείας υπακοής, που δεν επισκέφθηκε ποτέ την κόρη της στη φυλακή, αφού αυτή την παραβίασε και αντιστάθηκε. Η ίδια, βλέποντας τον κόσμο μέσα από τα μάτια του δυνάστη της, επέλεξε να επιβιώνει μέσα στον πόνο και τη μιζέρια, χωρίς, ουσιαστικά, να βρίσκει κανένα νόημα σε αυτή τη ζωή…
«Σα να βρισκόταν σε μια σαρκοφάγο πριν τη θάψουν» (σελ. 50).
Ο πατέρας, μέθυσος, βίαιος υπέβαλε κάθε βράδυ τις δυο γυναίκες στην «τελετουργία του τρόμου».
«Εκείνο το βράδυ πετάχτηκα πάνω από το κλάμα της μάνας μου… Την είχε κολλήσει με την πλάτη στον τοίχο, της τράβαγε τα μαλλιά και την κοπανούσε». Η περιγραφή αυτής της σκηνής είναι ανατριχιαστική, αλλά πολύ αντιπροσωπευτική ανάλογων οικογενειακών σκηνών. Η κόρη προσπαθεί στη συνέχεια να σώσει τη μάνα, ο δυνάστης επιτίθεται και στην κόρη, την τραυματίζει και… πέφτει για ύπνο. Την άλλη μέρα, η κόρη εγκαταλείπει οριστικά το πατρικό σπίτι, φεύγει απ’ την πόλη της και στην καινούργια πόλη, όπου καταφεύγει, βρίσκει ένα κορίτσι, την Ελένη και γίνονται φίλες.
Δίπλα στη οικογενειακή εστία μένουν οι γείτονες, ακούσιοι και κάποιες φορές εκούσιοι μάρτυρες της κακοποίησης. Δεν ανακατεύονται, δεν τους αφορά, έχουν ενστερνιστεί την κουλτούρα της ανοχής της έμφυλης βίας Έχουν μάθει να κοιτάζουν τον εαυτό τους και να κλείνουν τα παντζούρια για να μην ακούν τις κραυγές του πόνου. «Μια λογοκριτική μηχανή, που ξεπαστρεύει τους ευάλωτους η γειτονιά […] μιά αστυνομία της έκφρασης και της επιθυμίας, σε μορφή χαχανητού και γυρισμένης πλάτης» (σελ. 33).
Η κόρη αυτής της οικογένειας μεγάλωσε μέσα στη στέρηση και τη φτώχεια, «που μετατρέπει τους ανθρώπους σε απορρίμματα» (σελ.10). Πήγαινε στο σχολείο ντυμένη φτωχικά, από τη φιλανθρωπία του κόσμου, διαγνωσμένη ως «αναπτυξιακή διαταραχή», θύμα εκφοβισμού από τους συμμαθητές της. Το αίσθημα που κυριαρχούσε μέσα της ήταν η ντροπή. Όσο οι άλλοι την ταπείνωναν, τόσο η ίδια απαξίωνε τον εαυτό της.
Σε αυτή την ιστορία, όπως είναι φυσικό, είναι κεντρικός ο ρόλος του βιαστή. Χαρακτηριστική η περιγραφή του. «Θηριώδης και τρομακτικός, βρώμαγε κρασί και τσιγαρίλα, από το λαιμό του κρεμόταν ένα χρυσαφένιο σταυρουδάκι, φορτωμένο τόνους κοινωνικής υποκρισίας… Η Ελένη ήταν ένα κομμάτι κρέας, που μπορούσε να το τεμαχίσει, γιατί οι περισσότεροι άντρες πάντα νομίζουν ότι τα σώματα των γυναικών είναι περιουσία τους» (σελ. 31).
Έχει σημασία να τονίσουμε ότι ο κακοποιητής δεν είναι κατά τεκμήριο διεστραμμένος. Ο βιαστής είναι ο μάτσο άντρας, με την τοξική αρρενωπότητα, που με τη συνδρομή του αλκοόλ μεταμορφώνεται σε τέρας.
Οι πράξεις έμφυλης βίας, με τη μορφή του σεξισμού, της σεξουαλικής παρενόχλησης, της ομοφοβίας, της τρανσφοβίας, του βιασμού, της γυναικοκτονίας, αποτελούν προέκταση των προνομίων των ανδρών, της αίσθησης παντοδυναμίας, της ατιμωρησίας, που απολαμβάνουν. Ας μην ξεχνάμε ότι η τοξική αρρενωπότητα, ο εθνικισμός και η Άκρα Δεξιά αποτελούν συγκοινωνούντα δοχεία.
Χαρακτηριστική η περίπτωση που ζούμε αυτές τις μέρες με την 18χρονη κοπέλα από την Ηλιούπολη, που βιαζόταν από τον πατέρα, τη βίασε και την εξέδιδε αστυνομικός και όταν κατάφερε να του ξεφύγει και να απευθυνθεί στην αστυνομία, έγινε μια τρομακτική προσπάθεια συγκάλυψης, όχι μόνο από τους συναδέλφους του αστυνομικούς, αλλά από την ίδια την ηγεσία του Υπουργείου ΠΡΟ.ΠΟ.
Στο βιβλίο καταγγέλλεται και το φαινόμενο της τρανσφοβίας, η περίπτωση του Γιωργάκη, που οι γονείς του τον έκλεισαν σε Ίδρυμα, για να στρώσει, να μη ντύνεται γυναικεία, να μην τους ντροπιάζει. Εκεί βιαζόταν συστηματικά από τον φύλακα και τελικά αυτοκτόνησε.
Στο νου μας έρχεται μια ανάλογη περίπτωση, η Δημήτρη από τη Λέσβο και το τραγικό της τέλος.
Μέσα στην πατριαρχική κοινωνία σε κρίση, η έμφυλη βία, σε όλες τις μορφές της, έχει τεράστιες διαστάσεις, που αυξάνονται διαρκώς.
Δεν είναι τυχαίο ότι μία στις τρείς γυναίκες έχει υποστεί βία από την ηλικία των 15 ετών, με βάση τα στοιχεία του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, ενώ στα κράτη της ΕΕ, με βάση τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το Νοέμβρη 2019, διαπράττονται κάθε χρόνο 2600 γυναικοκτονίες!
Ο βιασμός, «ένας μικρός θάνατος πριν το θάνατο» (σελ. 37), γίνεται όταν δεν υπάρχει συναίνεση. Και είναι απαράδεκτο ότι στα πλαίσια αυστηροποίησης του Ποινικού Κώδικα που ετοιμάζει ο υπουργός Δικαιοσύνης, τα μέλη της επιτροπής εισηγούνται να αφαιρεθεί από το άρθρο 336 ΠΚ, δηλαδή το άρθρο που αφορά το κακούργημα του βιασμού, η έννοια της συναίνεσης, επιμένοντας ότι μόνο η σωματική βία ή η απειλή βίας μπορεί να οδηγήσει σε ποινή κάθειρξης (Εφ. Συν. 9\7\21)
Τα δύο κορίτσια που έβλεπαν το βιαστή να πλησιάζει διαισθάνθηκαν τον κίνδυνο. Ίσως ήταν μνήμες χαραγμένες ανεξίτηλα, που περνούν από γυναίκα σε γυναίκα. Η πρώτη αντίδραση ήταν ο φόβος «Ο φόβος σε παγώνει, πετρώνεις, γίνεσαι αιχμάλωτη, γιατί ο πόλεμος διεξάγεται πάνω στο σώμα σου, πάνω στην επιθυμία σου και στο μυαλό σου. Είσαι ηττημένη» (σελ. 54). Η δεύτερη αντίδραση ήταν η άμυνα. «Το μυαλό άρχισε να παίρνει στροφές και να βγαίνει από τη λασπωμένη ζώνη της παραίτησης» (σελ. 37).
Έτσι, πήρε το μαχαίρι, που είχε βάλει στο μπογαλάκι της, φεύγοντας απ’ το πατρικό της, και το έμπηξε στην καρδιά του. Ήταν μια πράξη καθαρής αυτοάμυνας. Υπερασπίστηκε το σώμα της, «τη σχεδία της πάνω στη γη», αλλά και τη μοναδική της φίλη, την 17χρονη Ελένη.
Στο δικαστήριο δεν αναγνωρίστηκε το ελαφρυντικό της αυτοάμυνας. Καταδικάστηκε σε 15 χρόνια φυλακή. Αυτή είναι η συνήθης πρακτική των δικαστηρίων. Η περίπτωση της Μελέκ Ιπέκ, που σκότωσε τον άντρα της, ο οποίος ετοιμαζόταν να σκοτώσει την ίδια και τις δύο κόρες της, ήταν η εξαίρεση. Ο κανόνας είναι η εξάντληση της αυστηρότητας του δικαστηρίου στη γυναίκα που δικάζεται. Αντίθετα, η έδρα είναι πολύ επιεικής προς τον βιαστή. Όταν καταφέρει το θύμα του βιασμού να βρει το θάρρος και να τον καταγγείλει οι Αρχές (δικαστικές και άλλες), δεν το πιστεύουν, διερευνούν εξονυχιστικά και εξευτελιστικά, για να καταλήξουν ότι δεν βιάστηκε!
«Τα σώματα που βιάζονται, σώματα γυναικών, θηλυκοτήτων, ΛΟΑΤΚΙ υποκειμένων, περνούν από ένα δικαστικό, κοινωνικό και ψυχικό κόσκινο υπό το πρίσμα της τοξικής αρρενωπότητας» (σελ. 65).
Η συνέχεια είναι γνωστή. Κράτηση στο αστυνομικό τμήμα με τις άθλιες συνθήκες και τους εκβιασμούς των αστυνομικών για να υπογράψει ότι σκότωσε από πρόθεση. Ακολουθεί η φυλακή. Υπερπληθυσμός κρατουμένων γυναικών, όλες κακοποιημένες από πατεράδες, αδελφούς, συντρόφους, άφθονα ψυχοφάρμακα και βίαιη καταστολή, για να εξασφαλίζεται ο έλεγχος, η τάξη των κολασμένων της γης, φτωχών στην πλειοψηφία τους, όπως λέει η συγγραφέας. Τέλος, το σχολείο τής φυλακής, μια σανίδα σωτηρίας…
Μια γυναίκα απολογείται, μια γυναίκα – θύμα έμφυλης βίας μιλά για τα βάσανα που περνά μια γυναίκα, επειδή είναι γυναίκα. Ας την ακούσουμε προσεκτικά. Γιατί τα θύματα συνήθως σιωπούν. Από φόβο για τα αντίποινα, αφού ο κακοποιητής θα μείνει, στις περισσότερες περιπτώσεις, ατιμώρητος. Από φόβο για τη χλεύη του κόσμου, την ταπεινωτική απαξίωση που συνοδεύει το στίγμα της βιασμένης. Από φόβο ότι δεν θα μπορέσουν να επιβιώσουν, αφού δεν έχουν δικούς τους οικονομικούς πόρους, είναι άνεργες ή δουλεύουν περιστασιακά και χωρίς καμμιά εξασφάλιση.
Σιωπούν, επίσης, γιατί μέμφονται οι ίδιες τον εαυτό τους, του καταλογίζουν ευθύνες, έχουν ενοχές. Δεν μπορεί, κάτι λάθος έχουν κάνει. Ο τρόπος που βλέπουν τον εαυτό τους ταυτίζεται με εκείνον του δυνάστη τους, στα πλαίσια της αλλοτριωμένης τους συνείδησης.
Σιωπούν, τέλος, γιατί δεν υπάρχουν οι κατάλληλες δομές για να καταφύγουν και να δεχτούν προστασία. Γιατί οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές κατεδαφίζουν όλες τις δομές κοινωνικής πρόνοιας.
Γι’ αυτό έχει τόσο μεγάλη σημασία το κίνημα me#too, που πήρε και στην Ελλάδα διαστάσεις, μετά την ανοιχτή καταγγελία της Σοφίας Μπεκατώρου για το βιασμό της από τον προπονητή της. Ακολούθησε σωρεία καταγγελιών σεξουαλικής βίας από άνδρες, που κατείχαν θέσεις εξουσίας στο χώρο του αθλητισμού, του θεάτρου, των σπουδών, της εργασίας, σε κορίτσια και αγόρια, ανήλικα και ενήλικα. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου και ευνοούμενου της κυβέρνησης Δημήτρη Λιγνάδη, που βίαζε ανήλικα αγόρια, ακόμα και ασυνόδευτα προσφυγόπουλα.
Έχει μεγάλη σημασία η αντίσταση των γυναικών ενάντια σε κάθε εκδήλωση έμφυλης βίας, ενάντια στα κοινωνικά στερεότυπα των έμφυλων διαφορών. Αυτή η αντίσταση πρέπει να οργανωθεί σε επίπεδο κινήματος, όχι απλά σαν γυναικείο ζήτημα, αλλά σαν ένα ζήτημα καθολικής κοινωνικής χειραφέτησης.
Είναι πολύ ελπιδοφόρο ότι χιλιάδες άνθρωποι διαδήλωσαν πρόσφατα στα Πετράλωνα ενάντια στο βιασμό της καθαρίστριας και πριν δυό μέρες στην Ηλιούπολη ενάντια στον αστυνομικό που βίαζε και εξέδιδε την 18χρονη, που επί χρόνια κακοποιούσε σεξουαλικά και ο πατέρας της…
Αυτό μας φέρνει στο νου το τραγούδι των εξεγερμένων στη Χιλή το Δεκέμβρη 2019 – που ενέπνευσε τους διαδηλωτές σε όλες τις πρωτεύουσες της Ευρώπης και στην Ελλάδα:
Ο βιαστής είσαι εσύ
Το κράτος της καταστολής
Είναι ο μάτσο βιαστής
Η πατριαρχία, ο δικαστής
Από τη γέννηση κριτής
Και η δική μας τιμωρία
Είναι η φανερή σου βία