Μόλις τον περασμένο Ιανουάριο — ως απάντηση στις διαδηλώσεις στους δρόμους — ορκίστηκε στο Λίβανο η τεχνοκρατική κυβέρνηση του μηχανικού και πρώην καθηγητή του πανεπιστημίου, Ντιάμπ. Μία εβδομάδα μετά τις εκρήξεις στην Βηρυτό, αυτή η κυβέρνηση παραιτήθηκε στις 10 Αυγούστου και ο Ντιάμπ ανακοίνωσε νέες εκλογές.
Σύμφωνα με το Σύνταγμα του Λιβάνου, το υπουργικό συμβούλιο θα παραμείνει υπηρεσιακό μέχρι το σχηματισμό μεταβατικής κυβέρνησης ή νέων εκλογών. Ωστόσο, δεν είναι σαφές πότε θα πραγματοποιηθούν οι τελευταίες.
Οι λαϊκές διαδηλώσεις έχουν ήδη καταστήσει σαφές ότι η παραίτηση της κυβέρνησης δεν είναι αρκετή. Ολόκληρο το καθεστώς πρέπει να ανατραπεί, λένε οι άνθρωποι, και δεν ζητούν τίποτα λιγότερο από επανάσταση.
Μέσα σε αυτήν την κατάσταση ο ιμπεριαλισμός προσπαθεί να επωφεληθεί όσο μπορεί για να προωθήσει τα συμφέροντά του. Έτσι, μετά την έκρηξη στις 4 Αυγούστου οι κυβερνήσεις της Γαλλίας, Γερμανίας και ΗΠΑ απαίτησαν “μεταρρυθμίσεις” προτού συμφωνήσουν να χορηγήσουν βοήθεια από διεθνείς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς.
Στις 5 Αυγούστου, ο Μακρόν ήταν ο πρώτος ηγέτης που πέταξε στη Βηρυτό όπου ζήτησε μια “κυβέρνηση εθνικής ενότητας.” Μέσα σε 24 ώρες, Λιβανέζοι είχαν συγκεντρώσει περισσότερες από 50.000 υπογραφές σε μια αίτηση ζητώντας να τεθεί εκ νέου ο Λίβανος υπό “γαλλική εντολή.” Αξίζει να σημειωθεί ότι ο γαλλικός ιμπεριαλισμός κατείχε υπό την εξουσιοδότηση της Κοινωνίας των Εθνών τη Συρία και το Λίβανο από το 1923 έως το 1943.
Ο Μακρόν υποσχέθηκε βοήθεια, μοιράζοντας φιλιά και αγκαλιές. Αλλά πρώτα δήλωσε ότι πρέπει να εμπλακούν όλες οι πολιτικές δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένης της Χεζμπολάχ. Εν τω μεταξύ, ο Μακρόν άλλαξε γνώμη και, όπως και οι ΗΠΑ, ζήτησε μια κυβέρνηση “στην οποία όλοι θα μπορούν να συμφωνήσουν.” Στο Λίβανο, ωστόσο, αυτό θεωρείται συνταγή για στασιμότητα.
Στις 14 Αυγούστου, σε συνέχεια του Μακρόν, ο Γάλλος Υπουργός Άμυνας Παρλί έφτασε επίσης στη Βηρυτό. Η Γερμανία, επίσης, η οποία είχε στείλει τον υπουργό Εξωτερικών Μάας (Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα) στη Βηρυτό λίγο μετά το Μακρόν, καλεί για “μεταρρυθμίσεις” στο Λίβανο χωρίς να τις κατονομάζει συγκεκριμένα. Πολλά χρήματα από το Βερολίνο διοχετεύονται στη λεγόμενη «κοινωνία των πολιτών», η οποία, σύμφωνα με όλες τις εμπειρίες από εμπόλεμες ζώνες και ζώνες κρίσης, τείνει να προωθεί αντί να σταματά τη διαφθορά.
Ακολουθώντας τον Μάας, ο Χέιλ, ο πρώην πρέσβης των ΗΠΑ στο Λίβανο, άφησε τελικά το σημάδι του στη Βηρυτό στη σκόνη των ερειπίων. “Είμαι μαζί σου. Στέκομαι στο πλευρό σας, όπως και η κυβέρνησή μου και ο αμερικανικός λαός”, δήλωσε ο Αμερικανός πολιτικός κατά τη διάρκεια μιας περιοδείας. Ο Χέιλ, ο οποίος τώρα είναι Υπουργός Εξωτερικών για Πολιτικές Υποθέσεις στο Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ, πρότεινε να γίνει ο Ναουάς Σαλάμ, ο πρεσβευτής του Λιβάνου στα Ηνωμένα Έθνη, ο νέος Πρωθυπουργός. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ υποστηρίζει ότι η Χεζμπολάχ δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να διαδραματίσει κανένα ρόλο στην πολιτική του Λιβάνου.
Τέλος ο Χέιλ ανακοίνωσε ότι “κατόπιν πρόσκλησης του Λιβάνου”, το FBI θα προσγειωθεί στη Βηρυτό για να “βοηθήσει” Λιβανέζους και ξένους ερευνητές. Το FBI είναι η κεντρική ανακριτική υπηρεσία της κυβέρνησης των ΗΠΑ, συνδυάζοντας την επιβολή του νόμου και τις εγχώριες μυστικές υπηρεσίες. Η αποστολή του FBI αποτελεί ένα είδος έμμεσης κατοχής. Τα εύλογα αιτήματα των αγανακτισμένων Λιβανέζων για αλλαγή δεν θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν από τον ιμπεριαλισμό για τους δικούς του σκοπούς και αυτό είναι έργο για το οποία θα πρέπει να παλέψει η ίδια η εργατική τάξη.
Αρ. Μα.