της Κατερίνας Μάτσα

Το 70% των Γάλλων ζητά την παραίτηση του ανίκανου και υπερφίαλου προέδρου Μακρόν. Η πτώση της κυβέρνησης Μπαρνιέ, που ο Μακρόν είχε πραξικοπηματικά διορίσει τον περασμένο Σεπτέμβρη, σε σύγκρουση με τη λαϊκή θέληση, που είχε φέρει πρώτο στις εκλογές το Νέο Λαϊκό Μέτωπο, έδειξε ξεκάθαρα το πού βρίσκεται σήμερα η Γαλλία.

Η δοτή κυβέρνηση μειοψηφίας του δεξιού διπλωμάτη της ΕΕ Μπαρνιέ που στηρίζονταν στους φασίστες της Λεπέν έπεσε μετά την πρόταση μομφής, που κατέθεσε η αριστερή Ανυπότακτη Γαλλία του Μελανσόν και την οποία, τελικά, στήριξε για τους δικούς του λόγους ο ακροδεξιός Εθνικός Συναγερμός.

Αμέσως μετά την κατάρρευση του Μπαρνιέ 200.000 Γάλλοι βγήκαν στους δρόμους, ανταποκρινόμενοι στο κάλεσμα όλων των συνδικάτων, και διαδήλωσαν με κεντρικό σύνθημα «Μακρόν παραιτήσου»!

Η κυβέρνηση έπεσε στις 4 Δεκέμβρη γιατί επιχείρησε να περάσει έναν προϋπολογισμό άγριας λιτότητας, που απαιτεί το κεφάλαιο, η ΕΕ και οι χρηματιστικές αγορές. Ο Μπαρνιέ, βασικός διαπραγματευτής επί 5 χρόνια του Brexit, είχε διατελέσει πέντε φορές υπουργός της Γαλλίας καί δύο φορές επίτροπος στην Ευρωπαϊκή Ενωση· διορίστηκε πρωθυπουργός από τον Μακρόν για τις διπλωματικές του ικανότητες. Η πρώτη του κίνηση ήταν να προσεγγίσει το κόμμα της Λεπέν, δηλώνοντας εξ αρχής ότι τιμά τον Εθνικό Συναγερμό και δεν τον αντιμετωπίζει ως παρία. Το κόμμα του Μακρόν, όμως, δεν στάθηκε μέχρι τέλους δίπλα του, ούτε το κόμμα των δεξιών Ρεπουμπλικανών. Ο πρώην πρωθυπουργός Ατάλ εξέφρασε τη διαφωνία του με την απόφαση του Μπαρνιέ -μετά από διαπραγματεύσεις με τη Λεπέν- να μην αυξήσει τη φορολογία στα είδη λαϊκής κατανάλωσης καί το ηλεκτρικό ρεύμα, ενώ ο Βωκιέζ των Ρεπουμπλικανών έκανε καμπάνια ενάντια στο πάγωμα των ενοικίων, που περιλαμβάνεται στον προϋπολογισμό.

Η κρίση του γαλλικού καπιταλισμού είναι τεράστια. Θυμίζει την Ελλάδα των μνημονίων. Το έλλειμμα του προϋπολογισμού ξεπερνά το 6% του ΑΕΠ, είναι δηλαδή διπλάσιο από το στόχο του 3% που έχει θέσει η ΕΕ για τα κράτη-μέλη της. Οι αποδόσεις ομολόγων κυμαίνονται γύρω στο 3%, λίγο πιο κάτω από της Ελλάδας. Για να αντιμετωπίσει την κατάσταση η κυβέρνηση Μπαρνιέ έπρεπε να εξοικονομήσει 60 δις από την αύξηση των φόρων και τις περικοπές των κοινωνικών δαπανών.

Μέσα σε αυτή την κατάσταση έχουν διαμορφωθεί δύο αντίπαλα στρατόπεδα στο εσωτερικό του γαλλικού καπιταλισμού. Από τη μια το βιομηχανικό κεφάλαιο, που εξαρτάται από τη μείωση των φόρων στους βιομηχάνους και τις κρατικές επιδοτήσεις και από την άλλη το χρηματιστικό κεφάλαιο, που απαιτεί εγγυήσεις για τις επενδύσεις και επιστροφή στην πειθαρχία της αγοράς. (Μediapart, 2/12/24, R. Gordin L’ echec de M. Barnier). To τρίτο στρατόπεδο είναι αυτό του κόσμου της εργασίας. Και τα δύο στρατόπεδα του γαλλικού καπιταλισμού απαιτούν να πληρώσει τα σπασμένα ο κόσμος της εργασίας, όπως φωνάζει τους τελευταίους δύο μήνες ο Σύνδεσμος Γάλλων Βιομηχάνων, που απαιτεί αύξηση της φορολογίας και δομικές μεταρρυθμίσεις, με βασική την καταστροφή του κοινωνικού κράτους.

Η άλυτη παγκόσμια κρίση που πλήττει ιδιαίτερα την ΕΕ και τον γαλλογερμανικό άξονα συγκρότησής της, η διάσπαση της άρχουσας τάξης και η αντίσταση των μαζών πυροδοτούν την κρίση πολιτικής εξουσίας. Η Γαλλία, που την συγκρίνουν τώρα με την Ελλάδα των μνημονιακών χρόνων, είναι η χώρα-κλειδί στις εξελίξεις στην Ευρώπη – μαζί και της Ελλάδας.

Η αναμέτρηση της εργατικής τάξης και των λαϊκών μαζών με το κράτος και τους μηχανισμούς του βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη στην Γαλλία, με συνεχείς απεργίες και διαδηλώσεις.

Από την άλλη μεριά ο Βοναπαρτίσκος Μακρόν κρέμεται στην προεδρική εξουσία από μια κλωστή ενώ η Λεπέν που φιλοδοξεί να γίνει Πρόεδρος το 2027, αν όχι πιο πριν, βρίσκεται υπόδικη. Τον Μάρτη 2025 αναμένεται η απόφαση του ευρωπαϊκού δικαστηρίου για κατάχρηση 4,5 εκατομμυρίων ευρώ που της έχουν καταλογιστεί. Η διαφθορά είναι συστατικό στοιχείο του καπιταλισμού, ιδιαίτερα στη σημερινή περίοδο της παρακμής του.

Ό,τι κι αν κάνει ο Μακρόν, όσες φιέστες κι αν οργανώσει για την υποδοχή των αρχηγών ξένων κρατών με αφορμή την ολοκλήρωση των εργασιών της εκκλησίας της Notre Dame, τελικά όλα θα κριθούν στους δρόμους, σε συνθήκες μιας κοινωνικής έκρηξης χωρίς προηγούμενο. Και είναι ο λαός που θα πει την τελευταία λέξη.