του Ερνέστο Αγγελή
Τα 250 χρόνια από την γέννηση του μεγάλου μουσουργού, συμπίπτουν με τα ιστορικά γεγονότα της πανδημίας. Στο λυκόφως του παρακμασμένου καπιταλισμού, ποιά είναι η σημασία που έχει το έργο ενός ανθρώπου που άλλαξε για πάντα τον ρου της μουσικής;
Η ζωή του Μπετόβεν προκαλεί την αναμόχλευση των πιο μεγάλων παθών ακόμα και σήμερα. Γεννημένος στη Βόνητo 1770 και μεγαλωμένος μέσα στην αθλιότητα, από έναν πατέρα αλκοολικό που ωστόσο τον μυεί στα πρώτα βήματα της τέχνης, ως έφηβος παίρνει την ζωή στα χέρια του, απορρίπτοντας την πατρική εξουσία. Η συνάντησή του με τον Μότσαρτ και η διάσημη πρόγνωση του τελευταίου ότι «μια μέρα όλος ο κόσμος θα μιλάει για αυτόν τον άνθρωπο» αποτελεί μια από τις σπάνιες εκείνες μαρτυρίες ενός σπινθήρα πνευματικού, που ακόμα και σήμερα προκαλεί η σύλληψη του μεγαλείου των δύο αντρών. Μαθητεύοντας στον έτερο τρίτο της καλούμενης και ως Πρώτη Σχολή της Βιέννης, τον Γιόζεφ Χάυντν, ο Μπετόβεν, εγκαταστημένος στην Βιέννη, διαπρέπει ως σολίστ του πιάνου και συνθέτης, με τον σπουδαίο μέντορά του να διαπιστώνει ότι «λίγα είχε να διδαχθεί» ο μαθητής του από αυτόν.
Είναι η εποχή της θνήσκουσας αριστοκρατίας. Η Γαλλική Επανάσταση, έχει αντίκτυπο στον Μπετόβεν ο οποίος υιοθετεί τα ιδανικά και την ορμή της, τα οποία αναμφισβήτητα διαπερνούν την μουσική σκέψη του. Ο Μπετόβεν ενστερνίζεται τον αριστερό Γιακωμπινισμό, μια ιδεολογική σημαία που δεν θα την εγκαταλείψει ποτέ.
Η θερμιδωριανή αντίδραση που εκδηλώνεται μετά την ανατροπή της γιακωμπίνικης δικτατορίας του Ροβεσπιέρου και των συν αυτώ, το 1793, σημαδεύει την απαρχή μιας περιόδου αντίδρασης σε όλη την Ευρώπη. Η διανόηση, στην μεγάλη της πλειοψηφία, αποπροσανατολισμένη και ανίκανη να αντέξει, υποχωρεί. Οι επαναστάτες της πρώτης γραμμής, όπως ο Μπαμπέφ, μένουν ακλόνητα αφοσιωμένοι στο αδιαμόρφωτο ακόμα προλεταριάτο, έχοντας ήδη διατυπώσει σε πρωτόλεια μορφή, την θεωρία της διαρκούς επανάστασης. Καθόλου τυχαία, την ίδια αυτή περίοδο τα πιο μεγάλα πνεύματα της εποχής, συλλαμβάνουν μέσα από έναν μοναδικό ο καθένας δρόμο, τα μεγάλα ερωτήματα που η ιστορία θέτει παλεύοντας να ανταποκριθούν στις προκλήσεις της. Ο Φρίντριχ Χέλντερλιν, πιστός σε όλη του τη ζωή στην επανάσταση, κάνει το άλμα της ζωής μέσα από ένα έργο ηρωικό. Ο Γκέοργκ Χέγκελ το 1806-7, θα κάνει την μεγάλη του στροφή, συγγράφοντας την Φαινομενολογία του Νου. Ο Γκαίτε ολοκληρώνει τον Φάουστ, μετά από μια μακρόχρονη εργασία, παρουσιάζοντάς τον το 1806. Ο Μπετόβεν, συνθέτει το 1803 την Τρίτη Συμφωνία, γνωστή και ως Ηρωική, η οποία προκαλεί την αντίδραση των αντεπαναστατών στη Βιέννη, οι οποίοι στο άκουσμά της ξορκίζουν το φάντασμα της επανάστασης. Ήδη στο έργο του για πιάνο αλλά και όχι μόνο, η ανάδειξη της παραμέτρου της δυναμικής –με τις γνωστές μεταπτώσεις σε όλο το φάσμα της- σε πρωταγωνιστή της μουσικής ποιητικής, είναι μια αυθεντική του πρωτοτυπία, που γεννιέται μέσα από την δεξιοτεχνική αξιοποίηση του πιάνου, το οποίο στην τελική του μορφή, κατασκευάζεται εκείνα τα χρόνια. Όμως αυτή, όπως και άλλες διαστάσεις της μουσικής του Beethoven, είναι φορείς ενός πνευματικού περιεχομένου μοναδικού.
Είναι σε αυτήν την περίοδο, που η εκτίμηση που τρέφει ο Μπετόβεν για τον Ναπολέοντα, μεταστρέφεται σε περιφρόνηση, σβήνοντας την αφιέρωσή της Τρίτης Συμφωνίας σε αυτόν. Είναι συγχρόνως στα πρώτα χρόνια του αιώνα, που ο συνθέτης, έχοντας πλέον αναδειχθεί ως ο κορυφαίος μουσικός της Ευρώπης, δοκιμάζεται από την ωτοσκλήρυνση η οποία θα τον οδηγήσει λίγα χρόνια αργότερα στην κώφωση.
Το σταυροδρόμι του ιστορικού με το προσωπικό, διασταυρώνεται στον Μπετόβεν και η απάντηση του τελευταίου είναι επαναστατική: να βαθύνει, να επεκτείνει και να οξύνει τα καλλιτεχνικά του επιτεύγματα. Να προκαλέσει και να εξεγερθεί ενάντια στην μοίρα, σε μια τραγωδία από την οποία όμως θα βγει νικητής. «Ο Beethoven σου ζει μια δυστυχισμένη ζωή. Τσακώνεται με τη φύση και τον δημιουργό της. Και συχνά τον καταριέμαι γιατί Αυτός έχει παραδώσει τα πλάσματά του στην πιο απλή σύμπτωση, που καμιά φορά συνθλίβει ή καταστρέφει τα πιο όμορφα άνθη. Μάθε ότι η ανώτερη δύναμή μου, η ακοή μου, έχει υποστεί σοβαρή επιδείνωση»1, γράφει σε φίλο του το 1801. Ο Μπετόβεν, όπως και ο Μότσαρτ στα τελευταία χρόνια της ζωής του, είναι από τους πρώτους μισθωτούς μουσικούς, που η επιβίωσή του εξαρτάται από την εργασία του. «Είναι πολύ βαρύ να πρέπει να εργαστείς για να ζήσεις» θα γράψει. Η ασθένεια οφείλεται όχι μόνο σε έναν κυκεώνα επαγγελματικών και προσωπικών προβλημάτων και αδιεξόδων, ερωτικών απογοητεύσεων και αποτυχιών, αλλά και σε διαμάχες του Μπετόβεν με αυλοκόλακες και τιποτένιους συγκαιρινούς του. Είναι γνωστό ότι ο Μπετόβεν, διακρίνεται για την αγέρωχη και υπερήφανη στάση του απέναντι σε όλους τους άρχοντες. Όταν οι αρχές της Βιέννης, μετά την κατάκτησή της από το Ναπολέοντα, τον καλούν σε συνάντηση προς τιμήν των κατακτητών, ο Μπετόβεν μπροστά στους τελευταίους, απορρίπτει κατάμουτρα την πρότασή τους και καταφέρεται με οργή ενάντιά τους για την αναίδειά τους αυτή.
Η διαρκής επανάσταση, όπως έχει αναλύσει ο σύντροφος Σάββας Μιχαήλ, πηγάζει μέσα από την ορμή του ανολοκλήρωτου της ιστορικής διαδικασίας. Αυτή την ορμή μπορούμε να την αντιληφθούμε μέσα από το έργο του Μπετόβεν, ιδιαίτερα τα έργα της μέσης και ύστερης περιόδου του. Η σύγκριση με τον μεγάλο ποιητή Διονύσιο Σολωμό, όπως τον ανέλυσε ο Σάββας Μιχαήλ στο δοκίμιο «Cosi La Metafisica E Fatta Fisica» είναι γόνιμη: ο Μπετόβεν -και αυτή είναι μία διαφοροποίησή του από τον πηγαίο στην σύνθεση Μότσαρτ- παλεύει κατά την σύνθεση θέλοντας να επιτύχει την τελειότητα της μορφής, όχι φυσικά λόγω κάποιας αδυναμίας. Αυτός όπως και ο Μότσαρτ και ο Μπαχ, ήταν δεινοί αυτοσχεδιαστές στα πληκτροφόρα όργανα, το τσέμπαλο, το κλειδοκύμβαλο και το πιάνο (pianoforte). Τα αυθεντικά χειρόγραφά του παρουσιάζουν ίχνη των διαρκών τροποποιήσεων, αναθεωρήσεων, αλλαγών, σβησιμάτων, με τις οποίες ο Μπετόβεν οδηγείται στο ολοκληρωμένο έργο. Και διαβάζουμε στο ως ανωτέρω λεχθέν δοκίμιο για τον Σολωμό: «Ο βασανισμός του Σολωμού με την ποιητική έκφραση, οι ατελεύτητες ποιητικές δοκιμές, δεν κινούνταν από κάποια καλολογική τελειοθηρία. Η μορφή πλάθονταν και δοκιμάζονταν σε άπειρες εκφάνσεις ώστε να χτιστεί ποιητικά ένας “μικρός σωματικός κόσμος ικανός να φανερώσει” το απόλυτο»2, γράφει στο βιβλίο του ο Σάββας Μιχαήλ.
Αυτή η πάλη με το μουσικό υλικό, ωθείται από τις ισχυρές κινητήριες δυνάμεις της εποχής, που αντανακλούνται στη ζωή και το έργο του Μπετόβεν, μέσα από όλες τις τρικυμίες της. Είναι το Υψηλό όπως εκδηλώνεται στην σκέψη ενός ανθρώπου που είναι στην αιχμή του καιρού του. Οι δυνάμεις της εποχής του, οδηγούν στην μετάβαση μέσα από αντιφάσεις. Και η μουσική, αυτή η κατεξοχήν τέχνη των μεταβάσεων, στο έργο του Μπετόβεν ωθείται σε έναν πέραν της παράδοσης χώρο, ο οποίος φτάνει να αγγίξει και αυτήν ακόμα την ήπειρο της ατονικότητας, που θα αποκαλυφθεί αργότερα σε όλη της την αχανή έκταση από τον μεγαλοφυή Άρνολντ Σένμπεργκ, ιδρυτή της καλούμενης Δεύτερης Σχολής της Βιέννης, μαζί με τους Αντον Φον Βέμπερν και Άλμπαν Μπεργκ.
Το πρώτο έργο που σηματοδοτεί αυτήν την κίνηση, μετά την 3η Συμφωνία, είναι αναμφισβήτητα το «Κοράλ-Φαντασία»op. 80,σύνθεση του 1808, ένας προάγγελος της 9ης Συμφωνίας. Ο Μπετόβεν καταλύει τα όρια ανάμεσα στην οργανική συμφωνική και φωνητική μουσική, την μουσική και την ποίηση, προχωρώντας σε μια ηχοχρωματική σύνθεση που τον καθιστά προάγγελο του μουσικού μοντερνισμού. Με την ασθένειά του να επιδεινώνεται, καθιστώντας τον ανίκανο να δίνει ρεσιτάλ, ο Μπετόβεν, μετά από μια σύντομη διακοπή από τη σύνθεση, θα γράψει τα έργα του που για πάντα αποτύπωσαν την μεγαλοφυΐα του, αλλάζοντας την τέχνη της μουσικής και οδηγώντας στον ρομαντισμό των μεταγενέστερων συνθετών: την 9η Συμφωνία με την Ωδή στη Χαρά σε ποίηση του Σίλλερ,op 125, τις τελευταίες του σονάτες (αρ. 32, op 111) και τα τελευταία του κουαρτέτα,op 132, 133 (Μεγάλη Φούγκα)και 135, μέσα από τα οποία η ίδια η Φύση -ο Μπετόβεν είναι φυσιολάτρης-εκδιπλώνεται μουσικά, σπάζοντας όλες τις συμβάσεις.
Η επίδραση της μουσικής του Μπετόβεν, είναι διαχρονική. Ο Βλαντίμιρ Ίλιτς Ουλιάνοφ Λένιν, που είχε μουσική παιδεία, θα πει ακούγοντας την Σονάτα για πιάνο με τον τίτλο «Apassionata»op.57:«… πάρα πολύ συχνά μου είναι αδύνατο ν’ ακούω μουσική. Επιδρά στα νεύρα μου. Κάποιος ίσως προτιμούσε να ψελλίζει βλακείες και να χαϊδεύει τα κεφάλια των ανθρώπων που ζουν μέσα στη βρώμα και οι οποίοι ωστόσο είναι ικανοί να δημιουργήσουν τέτοια ομορφιά. Σήμερα, όμως, δεν πρέπει να χαϊδεύουμε το κεφάλι κανενός. Πρέπει να κτυπάμε τα κεφάλια, να τα κτυπάμε αμείλικτα- έστω κι αν ιδεολογικά είμαστε ενάντιοι σε κάθε βία»3.
O Ludvig Van Beethoven, ήδη πριν από τον θάνατό του το 1827, ζει στα κορυφώματα της ανθρώπινης προϊστορίας πάνω από τα οποία συνέθεσε το έργο του. Ο Λέων Τρότσκυ στην ομιλία του για την Οκτωβριανή Επανάσταση στην Κοπεγχάγη, το 1932, θα πει: «Το ανθρώπινο γένος έχει δικαίωμα να είναι υπερήφανο για τον Αριστοτέλη του, για τον Σαίξπηρ, τον Δαρβίνο, Μπετόβεν, Γκαίτε, Μαρξ, Έντισσον, Λένιν. Αλλά γιατί αυτοί να είναι τόσο σπάνιοι; Προπαντός γιατί βγήκαν σχεδόν χωρίς εξαίρεση από τις ανώτερες και μεσαίες τάξεις. Εκτός από σπάνιες εξαιρέσεις οι σπίθες του πνεύματος πνίγονται μέσα στα καταπιεζόμενα βάθη του λαού, πριν μπορέσουν να πηδήσουν στην επιφάνεια»4.
Την αναγκαιότητά της ενάντια στο ρεύμα κάθαρσης της ιστορίας, για την οποία μιλούσε ο Βάλτερ Μπένγιαμιν, στον ορίζοντα της μουσικής του Μπετόβεν όπως αυτή αστράπτει στον καιρό του κινδύνου, συνέλαβαν στα τέλη της δεκαετίας του 60 και μέσα στη δίνη του επαναστατικού Μάη του 1968, οι πρωτοποριακοί μουσικοί Μαουρίτσιο Κάγκελ5 και Καρχάινζ Στοκχάουζεν6, συνθέτοντας δύο έργα-σχόλια για την επικαιρότητα της μουσικής του Μπετόβεν, ενάντια στον ακαδημαϊσμό και την αποστέωση της μουσικής μέσα από την φετιχοποίηση του έργου του. Σε μας εναπόκειται να παλέψουμε να γίνει η Οκτωβριανή επανάσταση διαρκής και να νικήσει σε παγκόσμια κλίμακα, εμπνεόμενοι από τη μουσική του ανθρώπου που έμεινε ασυμβίβαστος στις αρχές του, με κάθε τίμημα, συμβάλλοντας καθοριστικά στην τέχνη και τον πολιτισμό. Η μουσική του αντηχεί στον ρυθμό του κτύπου της καρδιάς του παγκόσμιου προλεταριάτου, στην πρώτη του απεργία, στην πρώτη του διαδήλωση και εξέγερση, στην επανάσταση για την εργατική εξουσία και τον ελευθεριακό κομμουνισμό.
- (Ο Ερνέστο Αγγελής είναι στέλεχος του ΕΕΚ-Τροτσκιστές)
1)Παρατίθεται στο «Ιστορία της Δυτικής Μουσικής», Christopher Headington, Εκδόσεις Gutenberg.
2) Σάββας Μιχαήλ, Σολωμός και Χέγκελ, Mysterium Magnum Revelansse Ipsum. Εκδόσεις Λέων, Αθήνα 1991.
3) Λένιν. Παρατίθεται στο «Η Αισθητική Διάσταση» του Χέρμπερτ Μαρκούζε, εκδόσεις Καθρέπτης.
4) Λέων Τρότσκυ, Η Οκτωβριανή Επανάσταση. Διάλεξη που έγινε στις 27 Νοεμβρίου 1932 στο στάδιο της Κοπεγχάγης. Νέο Βιβλιοπωλείο, Αθήνα 1966.
5) Μαουρίτσιο Κάγκελ: Ludwig van. Hommage von Beethoven (1969) και η μουσική ταινία “Ludwig Van” (1969).
6)Καρλχάινζ Στοκχάουζεν, Kurzwellenmit Beethoven, Kurzwellenmit Beethoven-Musik, Stockhoven-Beethausen και Opus 1970.