Ένα τεράστιο κεφάλαιο για τον πολιτισμό της Λατινικής Αμερικής και όλου του κόσμου

του Αλέξη Χαλβατζή

Είναι πραγματικά δύσκολο να γράψει κανείς μερικές λέξεις για κάποιον που αγάπησε μέσα από τα έργα του. Μια τέτοια ακριβώς περίπτωση αποτελεί ο μεγάλος Χιλιανός συγγραφέας Λουΐς Σεπούλβεδα που έφυγε σήμερα (Πέμπτη 16 Aπρίλη 2020) από τη ζωή σε ηλικία 71 ετών χτυπημένος από τον κορονοϊό .

Ο Σεπούλβεδα από πολύ νεαρή ηλικία εντάχθηκε στο κομμουνιστικό κίνημα της Χιλής (από 15 ετών ήταν μέλος της Kομμουνιστικής Nεολαίας). Tο 1969 πήγε με υποτροφία για σπουδές στη Mόσχα, όμως μετά από 5 μήνες τον έδιωξαν «λόγω κακής διαγωγής» – γιατί είχε επαφές με «αντιφρονούντες».

Στη διάρκεια του αμερικανοκίνητου στρατιωτικο-φασιστικού πραξικοπήματος του Πινοσέτ το 1973 ήταν στην προσωπική φρουρά του Σαλβαδόρ Aλιέντε στο προεδρικό μέγαρο που βομβάρδιζαν οι πραξικοπηματίες.

Για τη δράση του συνελήφθη, βασανίστηκε, καταδικάστηκε σε φυλάκιση 28 χρόνων. Aποφυλακίσθηκε μετά από 2,5 χρόνια ύστερα από παρέμβαση της Διεθνούς Αμνηστίας και εξορίστηκε από τη Xιλή.

Εμπνεόμενος από τη μαύρη αυτή περίοδο για τη χώρα έγραψε το 2003 το βιβλίο «Η Τρέλα του Πινοσέτ» όπου σε κάποιο σημείο μιλάει για όλους αυτούς τους ανθρώπους που έχασαν η ζωή τους στα μπουντρούμια της χούντας, λέει : «…Κι αν μας λείπουν, δεν είναι επειδή έτσι το θέλησε η τύχη ή τα καμώματα ενός θιγμένου θεού. Μας λείπουν γιατί τόλμησαν να προτείνουν μια ζωή καλύτερη απ’ την αγελαία. Μας λείπουν γιατί είπαν πως ψωμί θα υπάρχει για όλους ή για κανέναν. Μας λείπουν γιατί άναψαν ένα φως μες στο σκοτάδι -έντονο ή χλωμό, δεν έχει σημασία γιατί η λάμψη του μας οδηγεί. Μας λείπουν γιατί στο μισοσκότεινο δωμάτιο ζύγωσαν το κρεβάτι του παιδιού, το χάϊδεψαν, άφησαν στο μέτωπό του το αστεράκι του ήσυχου ύπνου, κι όταν βγήκαν από κει πέρασαν στη δράση, το έκαναν ξέροντας πόσο πολλά είχαν να χάσουν, και το έκαναν με την αποφασιστικότητα αυτού που ξέρει ότι έχει δίκιο».

Κατά την περίοδο Αλιέντε ο Σεπούλβεδα βρέθηκε στο τμήμα πολιτιστικών υποθέσεων όπου ήταν υπεύθυνος για την έκδοση μιας σειράς εκδόσεων πολύ προσιτών οικονομικά για το ευρύ κοινό. Είχε ενεργή συμμετοχή στην επανάσταση στη Νικαράγουα.

Έγραψε ποιήματα, θεατρικά έργα, διηγήματα, ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία, ίδρυσε θεατρικές ομάδες σχεδόν σε όλη τη Λατινική Αμερική, ενώ πέρασε ένα διάστημα περίπου 6 μηνών στον Αμαζόνιο με τους Ινδιάνους Σουάρ, γεγονός που τον επηρέασε βαθύτατα, όπως δήλωνε ο ίδιος. Ίσως το πιο ευαίσθητο βιβλίο του να είναι το εξαιρετικό «Η Ιστορία του γάτου που έμαθε σ’ ένα γλάρο να πετάει».

Γράφει :

«“Πετάω Ζορμπά! Μπορώ και πετάω!” έκρωζε τρισευτυχισμένη από την απεραντοσύνη του γκρίζου ουρανού.
Ο άνθρωπος χάϊδεψε το σβέρκο του γάτου.
“Εντάξει γάτε. Τα καταφέραμε” είπε αναστενάζοντας.
“Ναι” νιαούρισε ο Ζορμπάς. “Στο χείλος του κενού κατάλαβα το πιο σημαντικό.”
“Α, ναι; Και τι είναι πιο σημαντικό;” ρώτησε ο άνθρωπος.
“Πως πετάει μόνο αυτός που τολμάει να πετάξει” νιαούρισε ο Ζορμπάς.»