Μια φιλική υπόδειξη σε ορισμένους ακροαριστερούς
(Παρατηρήσεις για την τακτική των επαναστατών διεθνιστών στον πόλεμο)
Το κείμενο του Λέον Τρότσκι «Μάθετε να σκέφτεστε! - Μια φιλική υπόδειξη προς ορισμένους ακροαριστερούς», γράφτηκε στις 22 Μαΐου 1938, ελάχιστους μήνες πριν την ίδρυση της Τέταρτης Διεθνούς και λίγο πριν από το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό The New International, vol. IV, Ιούλιος 1938. Είναι ένα αριστούργημα διαλεκτικής, ενάντια στο χονδροειδείς, αποστεωμένες και δογματικές μορφές σκέψης που καθοδηγούν λαθεμένες, σεχταριστικές ή οπορτουνιστικές πολιτικές. Η κύρια κριτική του Τρότσκι στρέφεται κατά του Γκλυκστάιν - Τόνι Κλιφ, ο οποίος θεωρούσε την θέση 44 του ντοκουμέντου του 1934, Πόλεμος και Διεθνής, ως σημείο εκκίνησης του… σοσιαλπατριωτισμού. Στις παρούσες συνθήκες έκρηξης των εσωτερικών αντιφάσεων του ιστορικά παρηκμασμένου παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού καπιταλισμού, με τη συνδυασμένη συμβολή των πολλαπλών και αλληλένδετων κρίσεων, οικονομικής, υγειονομικής και ενεργειακής που κορυφώνεται τώρα με τον πόλεμο στην Ουκρανία, και με τα ιδεολογικά ζητήματα που θέτει ο πόλεμος, το «Μάθετε να σκέφτεστε!» είναι μια καίρια συμβουλή προς τους πρωτοπόρους εργάτες και επαναστάτες. Η μετάφραση του κειμένου στην ελληνική γλώσσα έχει γίνει από τον σ. Μήτσο Μ. και έχει δημοσιευτεί στο Avantgarde. Στην παρούσα δημοσίευση στη neaprooptiki.gr/ σε μερικά σημεία παρουσιάζουμε μια τροποποιημένη δική μας απόδοση. Η αγγλική μετάφραση, Learn To Think, υπάρχει στο www.marxist/org Θόδωρος Κουτσουμπός
Λέον Τρότσκι
Μάθετε να σκέφτεστε!
Μια φιλική υπόδειξη προς ορισμένους ακροαριστερούς
Ορισμένοι επαγγελματίες φλυαρούντες ακροαριστεροί, επιχειρούν πάση θυσία να “διορθώσουν” τις θέσεις της Γραμματείας της 4ης Διεθνούς για τον πόλεμο σύμφωνα με τις δικές τους αποστεωμένες προκαταλήψεις. Επιτίθενται ειδικά στο κομμάτι των θέσεων όπου αναφέρεται ότι σε όλες τις ιμπεριαλιστικές χώρες το επαναστατικό κόμμα, ενώ παραμένει σε ασυμφιλίωτη αντίθεση με τη δική του κυβέρνηση, πρέπει, παρ’ όλα αυτά, σε κάθε χώρα να προσαρμόζει την πρακτική πολιτική του στην εσωτερική κατάσταση και τους διεθνείς συσχετισμούς, κάνοντας σαφή τη διάκριση μεταξύ εργατικού και αστικού κράτους, μεταξύ μιας αποικιοκρατούμενης και μιας ιμπεριαλιστικής χώρας.
«Το προλεταριάτο μιας καπιταλιστικής χώρας η οποία βρίσκεται σε συμμαχία με την ΕΣΣΔ (αναφέρουν οι θέσεις) 1Μπορούμε να αφήσουμε κατά μέρος το ζήτημα του ταξικού χαρακτήρα της ΕΣΣΔ. Μας ενδιαφέρει το ζήτημα της πολιτικής σε σχέση με ένα εργατικό κράτος γενικά ή με μία αποικιοκρατούμενη χώρα που παλεύει για την ανεξαρτησία της. Όσον αφορά την ταξική φύση της ΕΣΣΔ μπορούμε παρεμπιπτόντως να συστήσουμε στους ακροαριστερούς να καθρεφτιστούν στο βιβλίο του A. Ciliga, Στη χώρα του μεγάλου ψεύδους. Αυτός ο ακροαριστερός συγγραφέας, που στερείται κάθε Μαρξιστικής διαπαιδαγώγησης, τραβάει αυτή την ιδέα του μέχρι τέλους, δηλαδή σε μια αναρχοφιλελεύθερη αφαίρεση. πρέπει να διατηρεί πλήρως την ασυμβίβαστη εχθρότητα προς την ιμπεριαλιστική κυβέρνηση της δικής χώρας του.Με αυτήν την έννοια η πολιτική του δε διαφέρει από αυτήν του προλεταριάτου μιας χώρας που μάχεται ενάντια στην ΕΣΣΔ. Αλλά στη σφαίρα των πρακτικών ενεργειών μπορούν να προκύψουν σημαντικές διαφορές που θα εξαρτηθούν από τη συγκεκριμένη πολεμική κατάσταση». (Ο Πόλεμος και τη Τέταρτη Διεθνής, θέση 44) 2βλέπε στοομότιτλο βιβλίο Λέον Τρότσκι, Ο Πόλεμος και η Τέταρτη Διεθνής, 10 Ιουνίου 1934, εκδόσεις Αλλαγή, σελ. 30-31
Οι ακροαριστεροί θεωρούν αυτό το αξίωμα, η ορθότητα του οποίου έχει αποδειχτεί από όλη την πορεία της εξέλιξης, ως σημείο εκκίνησης του… σοσιαλπατριωτισμού.3Η κυρία Simone Weil, μάλιστα, γράφει ότι η θέση μας είναι ίδια με αυτή του Πλεχάνοφ στα 1914-1918. Η Simone Weil έχει φυσικά το δικαίωμα να μην καταλαβαίνει τίποτα. Ωστόσο δεν είναι απαραίτητο να κάνει κατάχρηση αυτού του δικαιώματος. Εφ’ όσον η στάση απέναντι στις ιμπεριαλιστικές κυβερνήσεις θα πρέπει να είναι «η ίδια» σε όλες τις χώρες, οι στρατηγοί αυτοί δε δέχονται καμία διάκριση πέρα από τα όρια της δικής τους ιμπεριαλιστικής χώρας. Θεωρητικά το σφάλμα τους προκύπτει από την προσπάθειά τους να κατασκευάσουν ριζικά διαφορετικές βάσεις για την πολιτική σε καιρό πολέμου και σε καιρό ειρήνης.
Ας υποθέσουμε ότι αύριο ξεσπάει εξέγερση στην αποικία της Γαλλίας, την Αλγερία, κάτω από το λάβαρο της εθνικής ανεξαρτησίας και ότι η Ιταλική κυβέρνηση, υποκινουμένη από τα δικά της ιμπεριαλιστικά συμφέροντα, ετοιμάζεται να στείλει όπλα στους εξεγερμένους. Ποιά θα έπρεπε να είναι η στάση των Ιταλών εργατών σε αυτήν την περίπτωση; Επίτηδες έδωσα ένα παράδειγμα μιας εξέγερσης ενάντια στο δημοκρατικό ιμπεριαλισμό με παρέμβαση υπέρ των εξεγερμένων από το φασιστικό ιμπεριαλισμό. Θα έπρεπε οι Ιταλοί εργάτες να αποτρέψουν την αποστολή του οπλισμού στους Αλγερινούς; Ας τολμήσει ο οποιοσδήποτε ακροαριστερός να απαντήσει καταφατικά. Κάθε επαναστάτης, μαζί με τους Ιταλούς εργάτες και τους εξεγερμένους Αλγερινούς, θα απορρίψει μια τέτοια απάντηση με αγανάκτηση. Ακόμη κι αν την ίδια στιγμή ξεσπούσε μια γενική ναυτεργατική απεργία στη φασιστική Ιταλία, ακόμη και σ’ αυτήν την περίπτωση οι απεργοί θα έπρεπε να κάνουν μια εξαίρεση για εκείνα τα πλοία που μεταφέρουν βοήθεια στους εξεγερμένους σκλάβους της αποικιοκρατίας. Σε διαφορετική περίπτωση δε θα ήταν παρά αξιοθρήνητοι συνδικαλιστές και όχι προλετάριοι επαναστάτες.
Την ίδια στιγμή, οι Γάλλοι ναυτεργάτες, παρ’ όλο που δε βρίσκονται σε απεργία, θα ήταν υποχρεωμένοι να καταβάλλουν κάθε προσπάθεια για να εμποδίσουν την αποστολή πυρομαχικών που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν ενάντια στους εξεγερμένους. Μονάχα μια τέτοια πολιτική από μέρους των Ιταλών και των Γάλλων εργατών συνιστά μια επαναστατική διεθνιστική πολιτική.
Αυτό δε σημαίνει, ωστόσο, ότι οι Ιταλοί εργάτες μετριάζουν σ’ αυτήν την περίπτωση την πάλη τους ενάντια στο φασιστικό καθεστώς; Ούτε στο ελάχιστο. Ο φασισμός προσφέρει «βοήθεια» στους Αλγερινούς μόνο και μόνο για να αποδυναμώσει τον εχθρό του, τη Γαλλία, και να απλώσει το άπληστο χέρι του στις αποικίες. Οι επαναστάτες Ιταλοί εργάτες δεν το ξεχνούν αυτό ούτε στιγμή. Καλούν τους Αλγερινούς να μην εμπιστεύονται τον ύπουλο «σύμμαχό» τους και ταυτόχρονα συνεχίζουν την αδιάλλακτη πάλη τους ενάντια στο φασισμό, «τον κύριο εχθρό στην ίδια τους τη χώρα». Μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορούν να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των εξεγερμένων, να βοηθήσουν την εξέγερση και να δυναμώσουν τη δική τους επαναστατική θέση.
Αν τα παραπάνω είναι σωστά σε καιρό ειρήνης, γιατί γίνονται λάθος σε καιρό πολέμου; Όλοι γνωρίζουν το αξίωμα του διάσημου Γερμανού στρατιωτικού θεωρητικού Κλαούζεβιτς, ότι ο πόλεμος είναι η συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα. Αυτή η βαθιά σκέψη οδηγεί φυσιολογικά στο συμπέρασμα ότι η πάλη ενάντια στον πόλεμο δεν είναι παρά η συνέχεια της γενικής προλεταριακής πάλης κατά τη διάρκεια της ειρηνικής περιόδου. Κατά τη διάρκεια μιας ειρηνικής περιόδου το προλεταριάτο απορρίπτει και σαμποτάρει κάθε ενέργεια και μέτρο της αστικής κυβέρνησης; Ακόμη και κατά τη διάρκεια μιας απεργίας που αγκαλιάζει μια ολόκληρη πόλη, οι εργάτες παίρνουν μέτρα για να διασφαλίσουν τη μεταφορά τροφίμων στις περιοχές τους, την παροχή νερού, ότι τα νοσοκομεία δεν υποφέρουν κ.λπ. Τα μέτρα αυτά δεν υπαγορεύονται από καιροσκοπισμό σε σχέση με την μπουρζουαζία αλλά από ενδιαφέρον για το συμφέρον της ίδιας της απεργίας, από ενδιαφέρον για τη συμπάθεια των φτωχών μαζών της πόλης κ.λπ. Αυτοί οι στοιχειώδεις κανόνες προλεταριακής στρατηγικής σε καιρό ειρήνης διατηρούν όλη τους τη δύναμη και σε καιρό πολέμου.
Η αδιάλλακτη στάση απέναντι στο μιλιταρισμό της μπουρζουαζίας δε σημαίνει καθόλου ότι το προλεταριάτο σε κάθε περίπτωση μπαίνει στη μάχη ενάντια στο δικό του «εθνικό» στρατό. Τουλάχιστον οι εργάτες δε θα συγκρούονταν με στρατιώτες που σβήνουν μια φωτιά ή διασώζουν ανθρώπους κατά τη διάρκεια μιας πλημμύρας. Αντίθετα, θα βοηθούσαν στο πλάι των στρατιωτών και θα συμφιλιώνονταν μαζί τους. Και το ζήτημα δεν εξαντλείται μόνο σε περιπτώσεις φυσικών καταστροφών. Αν οι Γάλλοι φασίστες έκαναν σήμερα μια απόπειρα πραξικοπήματος και η κυβέρνηση του Νταλαντιέ βρισκόταν αναγκασμένη να κινήσει στρατεύματα εναντίον των φασιστών, οι επαναστάτες εργάτες, διατηρώντας πλήρως την πολιτική ανεξαρτησία τους, θα πολεμούσαν ενάντια στους φασίστες στο πλευρό των στρατιωτών. Έτσι, σε μια σειρά περιπτώσεων οι εργάτες είναι υποχρεωμένοι όχι μόνο να επιτρέψουν και να ανεχτούν, αλλά και να υποστηρίξουν ενεργητικά τα πρακτικά μέτρα της αστικής κυβέρνησης.
Στις ενενήντα περιπτώσεις από τις εκατό οι εργάτες βάζουν αρνητικό πρόσημο εκεί όπου η μπουρζουαζία βάζει θετικό. Στις δέκα περιπτώσεις ωστόσο, είναι υποχρεωμένοι να βάλουν το ίδιο πρόσημο με την μπουρζουαζία αλλά με τη δική τους σφραγίδα, η οποία εκφράζει τη δυσπιστία τους απέναντι στην μπουρζουαζία. Η πολιτική του προλεταριάτου σε καμία περίπτωση δεν απορρέει αυτόματα από την πολιτική της μπουρζουαζίας, βάζοντας απλά το αντίθετο πρόσημο – αυτό θα έκανε τον κάθε γραμματέα μεγάλο στρατηγό. Όχι, το επαναστατικό κόμμα πρέπει κάθε φορά να προσανατολίζεται ανεξάρτητα στις εσωτερικές και τις εξωτερικές συνθήκες, καταλήγοντας σε αποφάσεις που ανταποκρίνονται με τον καλύτερο τρόπο στα συμφέροντα του προλεταριάτου. Αυτός ο κανόνας εφαρμόζεται τόσο σε περίοδο ειρήνης όσο και σε περίοδο πολέμου.
Ας φανταστούμε ότι στον επόμενο Ευρωπαϊκό πόλεμο το Βελγικό προλεταριάτο κατακτά την εξουσία νωρίτερα από το προλεταριάτο της Γαλλίας. Αναμφισβήτητα ο Χίτλερ θα προσπαθήσει να συντρίψει το προλεταριάτο του Βελγίου. Προκειμένου να καλύψει τα πλευρά της, η Γαλλική αστική κυβέρνηση μπορεί να βρεθεί υποχρεωμένη να βοηθήσει τη Βελγική εργατική κυβέρνηση με τα όπλα. Τα Βελγικά Σοβιέτ φυσικά θα αρπάξουν τα όπλα αυτά και με τα δύο χέρια. Αλλά υποκινούμενοι από την αρχή του ντεφετισμού, μήπως θα έπρεπε οι Γάλλοι εργάτες να εμποδίσουν την μπουρζουαζία τους να στείλει όπλα στο προλεταριακό Βέλγιο; Μόνο κάποιος απροκάλυπτα προδότης ή ολωσδιόλου ηλίθιος θα μπορούσε να το δικαιολογήσει αυτό.
Η Γαλλική μπουρζουαζία θα μπορούσε να στείλει όπλα στο προλεταριακό Βέλγιο μονάχα από φόβο απέναντι σε μεγαλύτερο στρατιωτικό κίνδυνο και μόνο με την προσδοκία πως αργότερα θα συντρίψει την προλεταριακή επανάσταση με τα δικά της όπλα. Για τους Γάλλους εργάτες, αντίθετα, το προλεταριακό Βέλγιο είναι η μεγαλύτερη υποστήριξη στον αγώνα ενάντια στη δική τους μπουρζουαζία. Το αποτέλεσμα του αγώνα θα προκύψει, σε τελική ανάλυση, από το συσχετισμό δυνάμεων, στον οποίο οι σωστές πολιτικές υπεισέρχονται ως ένας πολύ σημαντικός παράγοντας. Το πρώτο καθήκον του επαναστατικού κόμματος είναι να αξιοποιήσει την αντίθεση ανάμεσα στις δύο ιμπεριαλιστικές χώρες, τη Γαλλία και τη Γερμανία, με σκοπό να σώσει το προλεταριακό Βέλγιο. Οι ακροαριστεροί σχολαστικοί δε σκέφτονται με συγκεκριμένους όρους αλλά με κενές αφαιρέσεις. Έχουν αφαιρέσει από την ιδέα του ντεφετισμού το νόημά της. Δεν μπορούν να δουν ζωντανά ούτε τη διαδικασία του πολέμου ούτε τη διαδικασία της επανάστασης. Ψάχνουν μια ερμητικά κλειστή συνταγή που αποκλείει τον φρέσκο αέρα. Αλλά συνταγές αυτού του είδους δεν μπορούν να δώσουν προσανατολισμό στην προλεταριακή πρωτοπορία.
Το να οδηγήσει την ταξική πάλη στην υψηλότερη μορφή της -τον εμφύλιο πόλεμο- αυτό είναι το καθήκον του ντεφετισμού. Αυτό το καθήκον όμως μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την επαναστατική κινητοποίηση των μαζών, δηλαδή με τη διεύρυνση, την εμβάθυνση και την όξυνση των επαναστατικών μεθόδων που αποτελούν το περιεχόμενο της ταξικής πάλης σε μια «ειρηνική» περίοδο. Το προλεταριακό κόμμα δεν καταφεύγει σε τεχνητές μεθόδους, όπως κάψιμο αποθηκών, τοποθέτηση βομβών, καταστροφή τρένων κ.λπ., με σκοπό να επιφέρει την ήττα της κυβέρνησής του. Ακόμη κι αν αυτός ο δρόμος οδηγούσε σε επιτυχία, η στρατιωτική ήττα δεν θα οδηγούσε σε επαναστατική επιτυχία, μια επιτυχία που μπορεί να εξασφαλιστεί μόνο με το ανεξάρτητο κίνημα του προλεταριάτου. Ο επαναστατικός ντεφετισμός σημαίνει μόνο ότι στην ταξική του πάλη το προλεταριακό κόμμα δε σταματά μπροστά σε κάθε είδους «πατριωτικές» εκτιμήσεις, καθώς η ήττα της δικής του ιμπεριαλιστικής κυβέρνησης, που προκαλείται ή επισπεύδεται από το επαναστατικό κίνημα των μαζών, είναι ασύγκριτα μικρότερο κακό από μια νίκη που κατακτιέται με τίμημα την εθνική ενότητα, δηλαδή την πολιτική κατάπτωση του προλεταριάτου. Εκεί βρίσκεται το πλήρες νόημα του ντεφετισμού και αυτό το νόημα είναι απολύτως επαρκές.
Οι μέθοδοι της πάλης αλλάζουν, φυσικά, όταν η πάλη εισέρχεται σε μια ανοιχτά επαναστατική φάση. Ο εμφύλιος πόλεμος είναι πόλεμος, και υπ’ αυτήν την έννοια έχει τους ιδιαίτερους νόμους του. Στον εμφύλιο πόλεμο ο βομβαρδισμός αποθηκών, η καταστροφή τραίνων και άλλες μορφές στρατιωτικού σαμποτάζ είναι αναπόφευκτες. Η καταλληλότητά τους αποφασίζεται από καθαρά στρατιωτικούς υπολογισμούς – ο εμφύλιος πόλεμος συνεχίζει την επαναστατική πολιτική με άλλα, και συγκεκριμένα, με στρατιωτικά μέσα.
Ωστόσο κατά τη διάρκεια ενός ιμπεριαλιστικού πολέμου μπορεί να υπάρξουν περιπτώσεις όπου ένα επαναστατικό κόμμα θα είναι αναγκασμένο να καταφύγει σε στρατιωτικά μέσα, παρ’ όλο που αυτά δεν απορρέουν από το επαναστατικό κίνημα στη χώρα τους. Έτσι, αν τεθεί ζήτημα αποστολής οπλισμού ή στρατευμάτων ενάντια σε μια εργατική κυβέρνηση ή μια εξεγερμένη αποικία, όχι μόνο μέθοδοι όπως το μποϊκοτάζ και η απεργία, αλλά ακόμη και το άμεσο στρατιωτικό σαμποτάζ μπορεί να γίνει ολότελα πρακτικό και υποχρεωτικό. Η καταφυγή ή όχι σε τέτοια μέτρα θα είναι ζήτημα πρακτικών πιθανοτήτων. Αν οι Βέλγοι εργάτες, που κατέκτησαν την εξουσία κατά την περίοδο του πολέμου, έχουν δικούς τους στρατιωτικούς πράκτορες σε Γερμανικό έδαφος, θα είναι καθήκον αυτών των πρακτόρων να μη διστάσουν να χρησιμοποιήσουν κάθε τεχνικό μέσο για να σταματήσουν τα στρατεύματα του Χίτλερ. Είναι απολύτως ξεκάθαρο ότι οι επαναστάτες Γερμανοί εργάτες είναι επίσης υποχρεωμένοι (αν έχουν τη δυνατότητα) να εκπληρώσουν το ίδιο καθήκον προς το συμφέρον της Βελγικής επανάστασης, ανεξάρτητα από τη γενική πορεία του επαναστατικού κινήματος στην ίδια τη Γερμανία.
Η ντεφετιστική πολιτική, δηλαδή η πολιτική της αδιάλλακτης ταξικής πάλης σε καιρό πολέμου, δεν μπορεί συνεπώς να είναι «η ίδια» σε όλες τις χώρες, ακριβώς όπως και η πολιτική του προλεταριάτου δεν μπορεί να είναι η ίδια σε καιρό ειρήνης. Μόνο η Κομιντέρν των επιγόνων έχει εγκαθιδρύσει ένα καθεστώς μέσα στο οποίο τα κόμματα όλων των χωρών ξεκινούν ταυτόχρονα το βηματισμό τους με το αριστερό πόδι. Στην πάλη ενάντια στο γραφειοκρατικό κρετινισμό έχουμε πολλές φορές αποπειραθεί να αποδείξουμε ότι οι γενικές αρχές και τα καθήκοντα πρέπει να υλοποιούνται σε κάθε χώρα σύμφωνα με τις εσωτερικές και τις εξωτερικές συνθήκες. Αυτή η αρχή διατηρεί όλη της τη δύναμη και κατά την περίοδο του πολέμου.
Αυτοί οι ακροαριστεροί που δεν θέλουν να σκέφτονται σαν Μαρξιστές, δηλαδή συγκεκριμένα, θα βρεθούν αιφνιδιασμένοι από έναν πόλεμο. Η πολιτική τους σε καιρό πολέμου θα είναι ένα θανάσιμο επιστέγασμα της πολιτικής τους σε καιρό ειρήνης. Οι πρώτες ριπές του πυροβολικού είτε θα ρίξουν τους ακροαριστερούς στην πολιτική ανυπαρξία είτε θα τους οδηγήσουν στο στρατόπεδο του σοσιαλπατριωτισμού, ακριβώς όπως τους Ισπανούς αναρχικούς, οι οποίοι από απόλυτοι «αρνητές» του κράτους, κατέληξαν να γίνουν αστοί υπουργοί όταν ήρθε ο πόλεμος. Για να ασκήσει κάποιος μια σωστή πολιτική σε περίοδο πολέμου θα πρέπει να μάθει να σκέφτεται ορθά κατά την ηρεμία της ειρήνης.
Κογιoακάν
22 Μαΐου 1938
Λέον Τρότσκι
Υποσημειώσεις