Mayakovsky at his 20 Years of Work exhibition, 1930 Πηγή: Wikipedia
Σαν σήμερα, τις 14 Απριλίου 1930, αυτοκτόνησε ο Βλαντιμίρ Μαγιακόβσκι (Влади́мир Влади́мирович Маяко́вский), επαναστάτης ποιητής, από τους κατ’ εξοχήν εκπροσώπους του ρωσικού φουτουρισμού. Eίχε γεννηθεί το 1893.
Η «Γραμματεία» του Στάλιν έβγαλε μια ανακοίνωση λέγοντας ότι η αυτοκτονία «δεν έχει καμία σχέση με τις κοινωνικές και λογοτεχνικές ασχολίες του ποιητή»! Ήταν η εποχή που η γραφειοκρατική παραμόρφωση της Οκτωβριανής επανάστασης προχωρούσε με επιταχυνόμενους ρυθμούς. Ο Λέον Τρότσκι, ήδη εξόριστος στην Τουρκία, έγραψε το παρακάτω κείμενο το οποίο κυκλοφόρησε στο Δελτίο της Ρωσικής Αριστερής Αντιπολίτευσης το Μάη του 1930

Ήδη ο Μπλοκ είχε αναγνωρίσει στο Μαγιακόβσκι «τεράστιο ταλέντο». Μπορεί να πει κανείς δίχως υπερβολή ότι υπήρχαν στο Μαγιακόβσκι τα αντιφεγγίσματα της μεγαλοφυΐας. Δεν ήταν ωστόσο ταλέντο αρμονικό. Πού θα μπορούσε να βρεθεί καλλιτεχνική αρμονία μέσα σε κείνη τη δεκαετία των καταστροφών, στο ασημάδευτο όριο δύο εποχών; Στη δημιουργία του Μαγιακόβσκι οι κορυφές πάνε ζευγαρωτά με τις άβυσες, φανερώματα μεγαλοφυΐας ξαφνιάζουν πλάι σε στροφές τριμένες, καμιά φορά μάλιστα κραυγαλέα αγοραίες.

Οι Μαγιακόβσκι θέλησε ειλικρινά να είναι επαναστάτης, προτού καν να είναι ποιητής. Στην πραγματικότητα ήταν πριν απ’ όλα ένας ποιητής, ένας καλλιτέχνης, που απομακρύνθηκε από τον παλιό κόσμο χωρίς να ξεκόψει μαζί του μόνο ύστερα από την Επανάσταση ζήτησε και, σ’ ορισμένο μέτρο, βρήκε σ’ αυτήν στήριγμα. Δεν συγχωνεύτηκε μαζί της πέρα για πέρα γιατί δεν είχε έρθει σ’ αυτήν μέσα στη σκληρή περίοδο των χρόνων της παράνομης προετοιμασίας. Γενικότερα, ο Μαγιακόβσκι δεν ήταν μόνο ο «ψάλτης» μα και το θύμα μιας κρίσιμης εποχής που, προετοιμάζοντας τα στοιχεία μιας καινούργιας κουλτούρας με δύναμη άγνωστη ως τότε, πηγαίνει πιο αργά απ’ όσο θα έπρεπε για να εξασφαλίσει την αρμονική εξέλιξη ενός ποιητή, μιας γενιάς από ποιητές που δόθηκαν στην επανάσταση. Πρέπει να δούμε εδώ την απουσία εσωτερικής αρμονίας που φανερωνόταν στο στυλ του ποιητή, την ανεπαρκή πειθαρχία του λόγου του και το άμετρο των εικόνων του: την καυτή λάβα του παθητικού και την ανικανότητα να συνδεθεί με την εποχή, με την τάξη, το κακόγουστο χωρατό με το οποίο ο ποιητής μοιάζει να θέλει να προστατευτεί από κάθε προσβολή του εξωτερικού κόσμου. Καμία φορά σκεφτόμασταν την καλλιτεχνική όσο και ψυχολογική υποκρισία! Όχι! Τα γράμματα που γράφτηκαν πριν από το θάνατό του αναδίνουν τον ίδιο ήχο: τι σημαίνει η επιγραμματική έκφραση «το επεισόδιο έληξε» με την οποία ο ποιητής τραβάει μια τελευταία γραμμή;

Ό,τι ήταν ο λυρισμός και η ειρωνεία για τον αργοπορημένο ρομαντικό Ερρίκο Χάϊνε -η ειρωνεία εναντίον του λυρισμού μα συνάμα για την υπεράσπισή του- είναι για τον αργοπορημένο «φουτουριστή» Μαγιακόβσκι το παθητικό και το αγοραίο: το αγοραίο εναντίον του παθητικού μα συνάμα για την υπεράσπισή του.

Η επίσημη γνώμη, που φιλοτεχνήθηκε από τη Γραμματεία[1] σε γλώσσα νομικού πρωτοκόλλου, βιάζεται να πληροφορήσει ότι αυτή η αυτοκτονία «δεν έχει καμία σχέση με τις κοινωνικές και λογοτεχνικές ασχολίες του ποιητή». Πράγμα που είναι σαν να λες πως ο θεληματικός θάνατος του Μαγιακόβσκι δεν έχει καμία σχέση με τη ζωή του, ή ότι η ζωή του δεν είχε τίποτα κοινό με την επαναστατική και ποιητική δημιουργία του˙ αυτό είναι σαν να μεταβάλεις το θάνατό του σ’ ένα τυχαίο μικρογεγονός. Αυτό δεν είναι ούτε αληθινό ούτε αναγκαίο ούτε… έξυπνο! «Η βάρκα της αγάπης έσπασε πάνω στην τρεχούμενη ζωή», γράφει ο Μαγιακόβσκι στους τελευταίους στίχους του. Αυτό θέλει να πει ότι οι «οι κοινωνικές και λογοτεχνικές του ασχολίες» είχαν πάψει να τον ανεβάζουν αρκετά πάνω από τις ταλαιπωρίες της καθημερινής ζωής για να τον προφυλάξουν από τα ανυπόφορα χτυπήματα που έπεφταν πάνω του. Πώς να γράψεις τότε: «δεν έχει καμία σχέση»;

Η τωρινή επίσημη ιδεολογία στο θέμα της «προλεταριακής λογοτεχνίας» -ξαναβρίσκουμε στο λογοτεχνικό τομέα κείνο που βλέπουμε στον οικονομικό τομέα- είναι βασισμένη πάνω σε μιαν ολοκληρωτική έλλειψη κατανόησης των ρυθμών και των προθεσμιών της πολιτικής ωρίμανσης. Η πάλη για την «προλεταριακή κουλτούρα» -κάτι σαν την «ολοκληρωτική κολλεχτιβοποίηση» όλων των κατακτήσεων της ανθρωπότητας στα πλαίσια του πεντάχρονου πλάνου- είχε στις απαρχές της Οκτωβριανής Επανάστασης χαρακτήρα ουτοπικού ιδεαλισμού και για αυτό ίσα-ίσα συνάντησε την αντίσταση του Λένιν και του συντάκτη αυτών των γραμμών. Αυτά τα τελευταία χρόνια αυτή κατάντησε απλούστατα σύστημα γραφειοκρατικής διοίκησης -και καταστροφής- της τέχνης. Αποτυχημένοι της αστικής λογοτεχνίας στο είδος του Σεραφίμοβιτς, του Γλάντκοβ και Σία, ανακηρύχτηκαν κλασικοί της ψευτοπρολεταριακής λογοτεχνίας. Μια ευλύγιστη μηδαμινότητα όπως ο Άβερμπαχ βαφτίστηκε Μπιελίνσκι της… «προλεταριακής» λογοτεχνίας(!). Η υψηλή διεύθυνση των καλών γραμμάτων βρίσκεται στα χέρια του Μολότοβ, ζωντανής άρνησης κάθε δημιουργικού πνεύματος μέσα στην ανθρώπινη φύση. Και το χειρότερο είναι ότι βοηθός του Μολότοβ είναι ο Γκούσεβ, καλλιτέχνης σε πολλούς και διάφορους τομείς εκτός από την τέχνη. Η εκλογή είναι ολότελα κατ’ εικόνα του γραφειοκρατικού εκφυλισμού στις επίσημες σφαίρες της επανάστασης. Ο Μολότοβ και ο Γκούσεβ απλώσανε πάνω στα καλά γράμματα μια λογοτεχνία παραμορφωμένη, πορνογραφική, «επαναστατών» αυλοκολάκων, έργο ενός περιληπτικού ανώνυμου.

πηγή φωτογραφίας: wikipedia

Οι καλύτεροι εκπρόσωποι της προλεταριακής νεολαίας, που ο προορισμός τους είναι να προετοιμάσουν τις βάσεις μιας καινούργιας λογοτεχνίας και μιας καινούργιας κουλτούρας παραδόθηκαν στις διαταγές ανθρώπων που μετατρέψανε σε κριτήριο της πραγματικότητας την ίδια τους την έλλειψη κουλτούρας.

Ναι, ο Μαγιακόβσκι είναι ο πιο αρρενωπός και πιο θαρραλέος απ’ όλους εκείνους που, ανήκοντας στην τελευταία γενιά της παλιάς ρωσικής λογοτεχνίας και μη έχοντας ακόμα αναγνωριστεί απ’ αυτήν, ζήτησαν να δημιουργήσουν δεσμούς με την Επανάσταση. Ναι, ύφανε δεσμούς άπειρα πιο πολύπλοκους απ’ όλους τους άλλους συγγραφείς. Ένας βαθύς σπαραγμός παρέμενε μέσα του. Στις αντιφάσεις που περικλείνει η Επανάσταση, ολοένα και πιο οδυνηρές για την τέχνη που αναζητάει βελτιωμένες μορφές, ήρθε να προστεθεί τα τελευταία τούτα χρόνια το αίσθημα παρακμής όπου την κατάντησαν οι επίγονοι. Πρόθυμος να υπηρετήσει την «εποχή του» με τα πιο ταπεινά καθημερινά έργα, ο Μαγιακόβσκι δε μπορούσε να μην αποστραφεί την ψευτο-επαναστατική ρουτίνα. Ήταν ανίκανος να ‘χει πλήρη συνείδηση γι’ αυτό στο θεωρητικό πεδίο και, κατά συνέπεια, να βρει το δρόμο για να την υπερνικήσει. Λέει σωστά για τον εαυτό του πως «δεν είναι για παίνεμα». Για καιρό και ρωμαλέα αρνήθηκε να μπει στο διοικητικό κολχόζ της υποτιθέμενης «προλεταριακής» λογοτεχνίας του Άβερμπαχ. Επιχείρησε να ιδρύσει, κάτω από τη σημαία του Λεφ, το τάγμα των φλογερών σταυροφόρων της προλεταριακής επανάστασης: να την υπηρετήσει με πλήρη συνείδηση και όχι κάτω από την απειλή. Το Λεφ δεν είχε φυσικά τη δύναμη να επιβάλει το ρυθμό του στα Εκατοπενήντα Εκατομμύρια: η δυναμική των πλημμυρίδων και αμπώτιδων της επανάστασης ήταν πάρα πολύ βαριά, πάρα πολύ βαθιά. Το Γενάρη αυτού του χρόνου, ο Μαγιακόβσκι, νικημένος από τη λογική της κατάστασης, έκανε μεγάλη προσπάθεια πάνω στον εαυτό του για να προσχωρήσει τελικά στη Σοβιετική ένωση των προλεταριακών ποιητών (VAPP), δυο-τρεις μήνες προτού σκοτωθεί. Αυτή η προσχώρηση δεν του πρόσφερε τίποτα, του πήρε, αντίθετα, κάτι. Σαν καθάρισε τους λογαριασμούς του τόσο στο προσωπικό πεδίο όσο και στο δημόσιο και βούλιαξε τη «βάρκα» του, οι εκπρόσωποι της γραφειοκρατικής λογοτεχνίας, «κείνοι που είναι για παίνεμα», ξεφώνισαν: «ασύλληπτο, ακατανόητο», δείχνοντας μ’ αυτό πως δεν είχαν περισσότερο καταλάβει το μεγάλο ποιητή Μαγιακόβσκι απ’ ό,τι τις αντιφάσεις της εποχής.

Ιδρυμένη ύστερα από πογκρόμ ενάντια στις ατόφια επαναστατικές και ζωντανές λογοτεχνικές εστίες, η Ένωση των προλεταριακών ποιητών (VAPP), υποταγμένη στο γραφειοκρατικό καταναγκασμό και παραδομένη ιδεολογικά στην εγκατάλειψη, δεν εξασφάλισε ολοφάνερα την ηθική ενότητα: στην αναχώρηση του πιο μεγάλο ποιητή της Σοβιετικής Ρωσίας το μόνο που βρίσκουν να απαντήσουν με ημιεπίσημη αμηχανία είναι κείνο το «δεν έχει καμία σχέση…». Είναι λίγο, αληθινά λίγο, για κείνον που θέλει να οικοδομήσει μια καινούργια κουλτούρα μέσα στις πιο σύντομες προθεσμίες.

Ο Μαγιακόβσκι δεν έγινε, δε μπορούσε να γίνει, ο θεμελιωτής της προλεταριακής λογοτεχνίας για τον ίδιο λόγο που σοσιαλισμός δε μπορεί να οικοδομηθεί σε μια μόνο χώρα. Στους αγώνες της μεταβατικής περιόδου ήταν ο πιο θαρραλέος μαχητής του λόγου και έγινε ένας από τους πιο αναμφισβήτητους πρόδρομους της λογοτεχνίας που θα δώσει στον εαυτό της η νέα κοινωνία.

Από τον τόμο: Λέον Τρότσκι, ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ, εκδόσεις Αλλαγή, Αθήνα 1984, σε μετάφραση, Μιχαήλ Λίλλη (Λ. Μιχαήλ)


  1.  «Γραμματεία»: πρόκειται για τη Γενική Γραμματεία του Κόμματος, δηλαδή για το Στάλιν.

(Δελτίο της Ρωσικής Αριστερής Αντιπολίτευσης, Μάης 1930)