Σε εξέλιξη βρίσκεται εδώ και μέρες το κρατικό πακέτο «στήριξης» των επιχειρήσεων και (υποτίθεται) των εργαζομένων οι οποίοι πλήττονται από τα μέτρα αναχαίτισης της εξάπλωσης του κορονοϊού.

Σύμφωνα με τις κυβερνητικές εξαγγελίες κοντά στα 2 εκατομμύρια μισθωτών, αυταπασχολούμενων και ελεύθερων επαγγελματιών θα λάβουν οικονομική ενίσχυση από 600 έως 800 ευρώ (ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες κάθε κατηγορίας δικαιούχων) έως τις αρχές του Μαΐου. Περί τους 1,2 εκατομμύρια θα είναι, κατά το μέγιστο, δικαιούχοι μισθωτοί και έως 800.000 οι δικαιούχοι επαγγελματίες.

Παράλληλα, ήδη έχουν ανασταλεί έως τον ερχόμενο Σεπτέμβριο, όλες οι πληρωμές των πληττόμενων επιχειρηματιών προς τα ασφαλιστικά ταμεία και την εφορία, ενώ μειώνεται κατά 40% το ενοίκιό τους για την κύρια κατοικία, αλλά και τη μίσθωση του ακινήτου που χρησιμοποιούν για την άσκηση της επαγγελματικής τους δραστηριότητας.

Το κόστος των μέτρων αυτών (μόνο για το δίμηνο Μαρτίου – Απριλίου) προσεγγίζει τα 7 δις ευρώ. Πρόκειται, ίσως, για το μεγαλύτερο πακέτο μέτρων «στήριξης» το οποίο έχει λάβει ποτέ κυβέρνηση στην Ελλάδα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα (περίπου ένα μήνα) και μάλιστα σε συνθήκες πλήρους, σχεδόν, παράλυσης της οικονομικής δραστηριότητας.

Πράγματι, όπως ευρέως λέγεται τελευταία, ως προς τους ρυθμούς της κοινωνικής ζωής αλλά και την επέμβαση του κράτους σ’ αυτή, πρόκειται για μία «πολεμικού τύπου» κατάσταση, η οποία -όμως- εξελίσσεται σε συνθήκες «ειρήνης» με την έννοια ότι δεν προκλήθηκε λόγω κάποιας πολεμικής αναμέτρησης της Ελλάδας. Ωστόσο, η κατάσταση την οποία έχουν διαμορφώσει τα κυβερνητικά μέτρα, σε ό,τι αφορά τη στήριξη των επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα έχουν ήδη πυροδοτήσει έναν πρωτοφανή κοινωνικό πόλεμο στο εσωτερικό της χώρας.

Τις πρώτες εστίες του νέου εσωτερικού αυτού κοινωνικού πολέμου τις έχει πυροδοτήσει η ίδια η κυβέρνηση με το έως τώρα «μίγμα» του πακέτου στήριξης το οποίο εφαρμόζει.

Συγκεκριμένα:

* Το πακέτο αυτό προβλέπει μία και μόνο αποζημίωση 800 ευρώ για κάθε εργαζόμενο ακόμα και αν αυτός έχει τεθεί σε αναστολή και στις δύο, τρεις κ.λπ. επιχειρήσεις στις οποίες εργάζεται. Έτσι πολλοί εργαζόμενοι, αν και χάνουν τη μισθοδοσία από όλες τις επιχειρήσεις στις οποίες εργάζονται, λαμβάνουν από το κράτος μόνο μία αποζημίωση. Το γεγονός ότι για τους εργαζομένους αυτούς προσφέρεται δυνατότητα αναστολής των υποχρεώσεών τους προς το δημόσιο, τις τράπεζες κ.λπ. δεν αναχαιτίζει αποφασιστικά την τρέχουσα κατάρρευση των αποδοχών τους. Εξάλλου, κάποια στιγμή, αργά ή γρήγορα, θα κληθεί να ανταπεξέλθει σ’ αυτές τις υποχρεώσεις… Εν πολλοίς «μύθος» είναι, επίσης, ότι οι υπό αναστολή μερικώς απασχολούμενοι “ωφελούνται” από την αποζημίωση των 800 ευρώ, καθώς ο μισθός τους -αν δούλευαν- θα ήταν μικρότερος. Καταρχάς το ποσό των 800 ευρώ «καλύπτει» την περίοδο περίπου από τα μέσα Μαρτίου έως τα τέλη Απριλίου,δηλαδή 45 μέρες. Σε 30ημερη βάση το αναλογούν ποσό ανέρχεται στα 533 ευρώ… Παράλληλα, πολλοί είναι οι εργοδότες που βάζουν τους εργαζομένους να δουλεύουν ενώ είναι σε αναστολή ή «συμψηφίζουν» την αποζημίωση αυτή με τους απλήρωτους μισθούς. Όσον αφορά τους πλήρως απασχολούμενους, προφανώς αδικούνται καθώς ο μέσος μισθός για αυτήν την κατηγορία ξεπερνά τα 1.100 ευρώ…

* Εξάλλου, η κυβέρνηση έχει δώσει τη δυνατότητα στους εργοδότες, πέραν από την αναστολή των συμβάσεων εργασίας, την λειτουργία της επιχείρησής τους με «προσωπικό ασφαλείας» (απασχόληση τουλάχιστον του 50% του προσωπικού για τουλάχιστον 2 εβδομάδες/μήνα), με συνέπεια τη μείωση έως 50% των αμοιβών τους.

* Επίσης, δεν έχει ληφθεί κανένα σοβαρό μέτρο στήριξης για τους αδήλωτους εργαζομένους -και ιδίως τους μετανάστες!- μέσω, για παράδειγμα, κάποιων σημαντικών παρεμβάσεων για τους μη επιδοτούμενους ανέργους που είναι εγγεγραμμένοι στον ΟΑΕΔ, με συνέπεια οι εργαζόμενοι αυτοί να βρίσκονται αυτή τη στιγμή αντιμέτωποι με το φάσμα της έλλειψης κάθε εισοδήματος. Το μόνο μέτρο το οποίο έχει αποφασισθεί είναι η καταβολή 400 ευρώ μόνο σε 155.000 (επί συνόλου 836.000) μακροχρόνιους ανέργους και η 2μηνη παράταση της επιδότησης ανεργίας σε 193.000 ανέργους, των οποίων η επιδότηση έληξε το α τρίμηνο του 2020.

Ωστόσο, η κατάσταση στην αγορά εργασίας επιδεινώνεται με ταχύτατους ρυθμούς. Τον φετινό Μάρτιο, οι προσλήψεις ήταν 2 φορές λιγότερες σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα πέρσι. Συγκεκριμένα, ανήλθαν στις 103.000 έναντι 202.000 πέρσι. Οι δε απολύσεις ήταν λίγο υψηλότερες σε σχέση με πέρσι (158.000 έναντι 144.000). Συνεπώς στις περισσότερες μη προσλήψεις οφείλεται και η απώλεια πάνω από 41.000 θέσεων απασχόλησης.

Η τάση αυτή αναμένεται να συνεχισθεί και κατά τον τρέχοντα μήνα (Απρίλιο), καθώς δεν λειτούργησε κανένα ξενοδοχείο κατά τη διάρκεια των διακοπών του Πάσχα, ενώ αβέβαιο παραμένει το αν θα λειτουργήσουν τα τουριστικά καταλύματα το ερχόμενο καλοκαίρι.

Σύμφωνα με το «καλό» σενάριο, ενδεχομένως να επιτραπεί η ημι-λειτουργία τους, δηλαδή να ανοίξουν ορισμένα και όχι για όλα τα δωμάτιά τους κατά τους θερινούς μήνες. Στην καλύτερη περίπτωση το ίδιο θα συμβεί και στους χώρους εστίασης, δηλαδή τα καφέ και τα εστιατόρια.

Με άλλα λόγια, οι δύο κλάδοι (τουρισμός, εστίαση) στους οποίους βασίστηκε η ελαφριά «ανάκαμψη» του ελληνικού καπιταλισμού τα τελευταία χρόνια, όχι μόνο δεν θα μπορέσουν άλλο να σύρουν το «κάρο» της ανάπτυξης, αλλά αποτελούν ένα «βαρίδι» το οποίο απειλεί άμεσα να βυθίσει την εγχώρια οικονομία. Και αυτό γιατί μαζί με τον τουρισμό –εστίαση θα βυθισθούν κλάδοι τροφοδοσίας τους στο χονδρικό εμπόριο αλλά και την παραγωγή. Συνεπώς, θα πρέπει να περιμένει κανείς όχι μόνο ντε φάκτο μειώσεις στις αποδοχές (λόγω της μαζικής αναστολής των συμβάσεων) και μη-προσλήψεις, αλλά και μαζικές απολύσεις (μετά το πέρας του 45ημερου μετά τη λήξη της αναστολής των συμβάσεων) και φυσικά ακόμα περισσότερες μετατροπές συμβάσεων από πλήρους σε μερικής απασχόλησης.

Λόγω των παραπάνω εξελίξεων στους πληττόμενους κλάδους επίκειται ένα κύμα πτώσης της καταναλωτικής ζήτησης για προϊόντα κλάδων οι οποίοι δεν επλήγησαν, καταρχάς, από τα μέτρα κατά της διάδοσης του κορονοϊού, όπως ο κλάδος της εμπορίας τροφίμων (super markets) αλλά και φαρμάκων, μαζί και οι αντίστοχοι κλάδοι της βιομηχανίας. Αυτό σημαίνει πως ακόμα και αν καμφθούν τα περιοριστικά μέτρα -π.χ. από τον ερχόμενο Ιούνιο ή Ιούλιο- στη λειτουργία της εστίασης και του τουρισμού αλλά και της κίνησης των πολιτων, οι συνέπειες από τα μέτρα της περιόδου Μαρτίου –Μαΐου στους κλάδους αυτούς, θα πλήξουν τους «μη πληττόμενους» κλάδους έως το τέλος του χρόνου. Εξάλλου, οι ειδικοί προειδοποιούν και για ένα 2ο κύμα πανδημίας του κορονοϊού το ερχόμενο Φθινόπωρο…

Εκτός όμως από την καταναλωτική ζήτηση στο εσωτερικό της χώρας, υπάρχει και η καταναλωτική ζήτηση εκτός της χώρας. Η τρέχουσα «κρίση του κορονοϊού» πλήττει όλες τις χώρες του κόσμου, μαζί και την αγοραστική δύναμη των κατοίκων τους, ιδίως της Ευρώπης, όπου κατευθύνεται το μεγαλύτερο μέρος των ελληνικών εξαγωγών.

Στη μείωση του τζίρου των ελληνικών επιχειρήσεων η οποία ωθεί σε μείωση των αμοιβών και των θέσεων εργασίας δεν θα πρέπει να αποκλείεται να προστεθεί και ένας άλλος παράγοντας εξανέμισης του λαϊκού εισοδήματος : ο πληθωρισμός, δηλαδή η άνοδος των τιμών, λόγω ενδεχόμενης μείωσης εισαγωγών.

Η ύφεση αυτή (5% εως 10% συμφωνα με επίσημες εκτιμήσεις) θα οδηγήσει σε μία καθίζηση των εσόδων του κράτους από φόρους και εισφορές, ακόμα και μετά την λήξη της 7μηνης παράτασης την οποία έχει δώσει η κυβέρνηση προς όλους τους πληττόμενους επιχειρηματίες και εργαζομένους. Παράλληλα, θα εκτοξευθούν οι κρατικές δαπάνες από τις αποζημιώσεις στους υπό αναστολή εργαζομένους και την κάλυψη των εισφορών των υπό αναστολή εργαζομένων, ενώ προς τα πάνω θα οδεύσουν οι δαπάνες για επιδόματα ανεργίας φέτος και για κοινωνικά επιδόματα κατά τον επόμενο χρόνο (καθώς θα υπολογισθούν με βάση το φετινό μειωμένο, καθώς φαίνεται, φορολογητέο εισόδημα).

Συνεπώς, πάμε για νέα ελλείμματα στον προϋπολογισμό του κράτους, τα οποία το πιθανότερο είναι να τα πληρώσει και πάλι ο λαός με νέες περικοπές στις δαπάνες για μισθούς, συντάξεις, επιδόματα κ.λπ.

Ωστόσο πόσο «αναπόφευκτες» είναι αυτές οι «τρύπες» στον προϋπολογισμό, μαζί και οι επαπειλούμενες μειώσεις στις δημόσιες δαπάνες που σχετίζονται με το λαϊκό εισόδημα; Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, από την αρχή κιόλας της «κορονο-κρίσης» υποστήριξε την άποψη πως ενισχύοντας τις επιχειρήσεις, ενισχύονται και οι εργαζόμενοι. Έτσι, έδωσε παράταση στις οφειλές των επιχειρήσεων στο δημόσιο, στις τράπεζες κ.λπ. και παράλληλα κάλυψε εμμέσως τις δαπάνες τους για μισθοδοσία και τις εισφορές τους. Με άλλα λόγια, παρείχε ένα μεγάλο «σωσίβιο» διάσωσης μέσω του δημόσιου χρήματος που χάρισε άμεσα και έμμεσα για την έστω και προσωρινή διατήρηση των επιχειρήσεων των ιδιωτών. Κατά τ’ άλλα, οι εργαζόμενοι στις επιχειρήσεις αυτές έμειναν μόνο με τα… «μπρατσάκια» των 800 ευρώ (για όσο θα μπορεί το κράτος να τα «φουσκώνει»), έρμαιο του διευθυντικού δικαιώματος της μετατροπής της σύμβασής τους ή της μείωσης του χρόνου απασχόλησης σήμερα και της απόλυσης αύριο. Έτσι το κράτος, με εξόφθαλμο τρόπο, λειτούργησε σαν… αυτό που είναι: Ως όργανο της άρχουσας τάξης, δηλαδή των καπιταλιστών, μεγάλων και μικρών. Την ίδια στιγμή, δεν έχει υποχρεώσει κανέναν καπιταλιστή να βάλει ο ίδιος το χέρι στην τσέπη (δηλαδή στις καταθέσεις του, στο χαρτοφυλάκιό του ή στην ακίνητη περιουσία του) για να καλύψει οποιαδήποτε από τις υποχρεώσεις του που φερεται να μην μπορεί να καλύψει λόγω των μέτρων αναχαίτισης του ιού. Έτσι είναι να απορείς κανείς για τα περί «δίκαιης» κατανομής των βαρών από την «κορονο-κρίση» για την οποία μιλά η κυβέρνηση… Ο εργαζόμενος μπορεί να χάσει τη δουλειά του από την οποία ζει, λόγω της κρίσης. Ωστόσο, ο επιχειρηματίας -ειδικά ο μεγάλος- κατά κανόνα, ακόμα κι αν χάσει την επιχείρησή του, στην ακραία περίπτωση, θα επιβιώσει. Έτσι το ίδιο το κράτος γινόμενο χρηματοδότης του ιδιωτικού “τομέα”, με όχημα τα μέτρα στήριξης των επιχειρήσεων, γίνεται παράλληλα… φορέας μετάδοσης του “ιού” της νέας καπιταλιστικής κρίσης σε όλη την κοινωνία.

Ωστόσο με την τραγική αυτή ευκαιρία, γίνεται πιο σαφές πως: Αυτή τη φορά, σε αντίθεση με το 2010/2018, το εγχώριο πολιτικό σύστημα δεν θα έχει τη «δικαιολογία» ότι τα έως τώρα μέτρα, μαζί και εκείνα που θα ακολουθήσουν επιβάλλονται «απ’ έξω», δηλαδή από την τρόικα ή τους «θεσμούς». Τα μέτρα αυτά ελήφθησαν με πλήρη πρωτοβουλία της «δικής μας», ελληνικής κυβέρνησης για τη «διάσωση» της «δικής μας», ελληνικής αστικής τάξης στις πλάτες της εργατικής τάξης αυτής της χώρας. Και όχι μόνο αυτό, αλλά η ελληνική αστική κυβέρνηση μπορεί μελλοντικά να σύρει ξανά τη χώρα και το λαό σε νέα «Μνημόνια» (όπως κι αν αυτά ονομαστούν) με «αντάλλαγμα» νέα «πακέτα» ενίσχυσης του ξανά χειμαζόμενου ελληνικού καπιταλισμού. 

Δ.Κ.