Στην Ελλάδα της κρίσης συντελείται σήμερα μια ανθρωπιστική καταστροφή τρομακτικών διαστάσεων. Περίπου το ένα τρίτο του πληθυσμού είναι πλέον ανασφάλιστο. Τρία εκατομμύρια άνθρωποι δεν έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας, δεν έχουν το δικαίωμα να νοσηλευθούν δωρεάν σε δημόσια νοσοκομεία και να πάρουν τα φάρμακα που χρειάζονται, χιλιάδες άνθρωποι με προβλήματα υγείας εγκαταλείπονται από την Πολιτεία στη μοίρα τους. Καταδικάζονται στον πόνο, τη δυστυχία, την αναπηρία, το θάνατο. Ζουν και πεθαίνουν αβοήθητοι. Το ΕΣΥ κατεδαφίζεται. Ο Υπουργός Υγείας Γεωργιάδης κλείνει νοσοκομεία, θέτει σε διαθεσιμότητα, απολύει εργαζόμενους στο χώρο της Υγείας, επιβάλλει άγριες περικοπές στους προϋπολογισμούς των δημόσιων νοσοκομείων, τα στραγγαλίζει οικονομικά και στη συνέχεια εξυμνεί τα πλεονεκτήματα του ιδιωτικού τομέα. Έτσι, όσοι έχουν την οικονομική δυνατότητα οδηγούνται στο να αγοράσουν από τον ιδιωτικό τομέα τις υπηρεσίες υγείας που χρειάζονται. Όμως αυτοί όλο και λιγοστεύουν, καθώς ο πληθυσμός φτωχαίνει συνεχώς, θύμα της μνημονιακής πολιτικής που τον καταδικάζει στην ανεργία, την ελαστική και μαύρη εργασία, τις διαρκείς περικοπές του μισθού του, την κινητικότητα, τη διαθεσιμότητα, την απόλυση. Μέσα σε συνθήκες γενικευμένης ύφεσης η χρεοκοπία των μικρομεσαίων νοικοκυριών γίνεται καθημερινό φαινόμενο και το δικαίωμα στην Υγεία γίνεται άπιαστο όνειρο.
Στο μεταξύ, από επιδημιολογικές έρευνες αποδεικνύεται ότι όσο βαθαίνει η κρίση τόσο αυξάνεται η διάδοση των λοιμωδών νοσημάτων (φυματίωση, ελονοσία, aids κ.α.) των καρδιαγγειακών νοσημάτων, του καρκίνου, των ψυχικών διαταραχών, των εξαρτήσεων από ναρκωτικά και αλκοόλ, των αυτοκτονιών. Δεν προκαλεί, λοιπόν, έκπληξη αυτό που υποστηρίζουν πολλοί επιστήμονες, ότι έχει ήδη μειωθεί το προσδόκιμο επιβίωσης του πληθυσμού κατά δύο χρόνια!
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα της εγκατάλειψης της πλειοψηφίας του πληθυσμού στην αρρώστια, τη δυστυχία και τον αποκλεισμό από τα βασικά αγαθά και δικαιώματα άρχισαν να δημιουργούνται στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις τα κοινωνικά ιατρεία και φαρμακεία. Ήταν μια πρώτη απάντηση στην προκλητική αναλγησία της πολιτικής Λοβέρδου και Γεωργιάδη, φανατικών υπέρμαχων της νεοφιλελεύθερης πολιτικής στην Υγεία και των επιταγών της Τρόικας.
Ενεργοί συντελεστές 20 κοινωνικών ιατρείων με κινηματικό χαρακτήρα βρέθηκαν μαζί στις 2 και 3 Νοέμβρη στην Αθήνα σε μια πρώτη πανελλαδική συνάντηση των κοινωνικών ιατρείων και φαρμακείων από τη Θεσσαλονίκη, το Ρέθυμνο, το Ηράκλειο, τη Δράμα, την Πρέβεζα, την Κόρινθο, τη Λάρισα, τον Πειραιά και διάφορες περιοχές της Αθήνας. Εκεί είχε κανείς την ευκαιρία να έρθει σε επαφή με πλήθος πρωτοβουλιών και συλλογικών δράσεων, σε μια γενική κατεύθυνση «κανένας μόνος του στην κρίση».
Σκοπός του άρθρου δεν είναι η παρουσίαση αυτού του διημέρου, των θετικών και αρνητικών πλευρών του, ούτε της πραγματικά πλούσιας, συζήτησης που έγινε εκεί, αλλά η προσέγγιση του χαρακτήρα και των προοπτικών ενός κοινωνικού ιατρείου των περιορισμών και των δυνατοτήτων του στη σημερινή εποχή, μέσα σε όρους συνάντησης της συστημικής κρίσης με την κρίση της Ιατρικής.
Η πολιτική της εξόντωσης των κοινωνικά αποκλεισμένων
Πάνω στα ερείπια του κοινωνικού κράτους, που κατεδαφίστηκε ολοσχερώς από τη νεοφιλελεύθερη πολιτική και τις κυβερνήσεις των Μνημονίων, υψώνεται το ποινικό κράτος, το κράτος της καταστολής.
Η κυβέρνηση, τρικομματική αρχικά, δικομματική σήμερα, κυβερνά με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου καταλύοντας, όποτε κρίνει, το σύνταγμα και τους ισχύοντες νόμους, ενώ τα αστυνομικά όργανα καλούνται να επιβάλουν την τάξη, με τον πιο βάρβαρο τρόπο, με ξύλο, χημικά, προσαγωγές, συλλήψεις, βασανιστήρια, ακόμα και μέσα στη ΓΑΔΑ, δίκες και φυλακίσεις των λαϊκών μαζών και της νεολαίας. Βασικός στόχος της κυρίαρχης εξουσίας είναι η δημιουργία ενός κλίματος τρομοκρατίας, που τροφοδοτεί το φόβο, την ανασφάλεια, την απελπισία, την ενοχή, την παθητικότητα.
Μέσα σ’ αυτό το κοινωνικό τοπίο, με την ανεργία να ξεπερνά το 32% και στους νέους το 62% αυξάνονται τρομακτικά οι κοινωνικές ανισότητες και διαρρηγνύονται οι κοινωνικοί δεσμοί. Η καπιταλιστική κοινωνία μέσα στην κρίση της αποτάσσει από το κοινωνικό σώμα, αποκλείει βίαια, στερώντας δικαιώματα και ελευθερίες, όλο και μεγαλύτερα κομμάτια του πληθυσμού. Άνεργοι, άστεγοι, φτωχοί, μετανάστες, πρόσφυγες, ψυχασθενείς, τοξικομανείς, οροθετικοί, ομοφυλόφιλοι και άλλοι «παρίες» ωθούνται στο κοινωνικό περιθώριο και αντιμετωπίζονται ως «ανθρώπινα απορρίμματα», «σπαταλημένες ζωές». Μέσα από τη διαδικασία της απόταξης η κοινωνική ύπαρξη όλων αυτών των ανθρώπων ακυρώνεται. Το μήνυμα που παίρνουν απ’ τα επίσημα ΜΜΕ είναι ότι είναι «ζωές ανάξιες να ζουν», βάρος για την κοινωνία και σε τελευταία ανάλυση ευθύνονται για την κατάστασή τους. Η βία του ρατσισμού που ασκείται πάνω τους, καταστρέφοντας τη ζωή τους και οδηγώντας τους στην εξόντωση προβάλλεται από τους κρατούντες ως «κανονικότητα», ως άμυνα απέναντι στα «επικίνδυνα και αντικοινωνικά στοιχεία» και γενικότερα απέναντι στην εν δυνάμει «επικινδυνότητα των αποκλεισμένων». Η βιοεξουσία χρησιμοποιεί τον ίδιο τον κοινωνικό αποκλεισμό ως εργαλείο επιβολής του μεγαλύτερου δυνατού κοινωνικού ελέγχου όλων όσων αποκλίνουν από την κοινωνική νόρμα, όλων των «διαφορετικών» και γι’ αυτό ανεπιθύμητων από το σύστημα κοινωνικών στοιχείων. Αρωγός της βιοεξουσίας γίνεται η Ιατρική και η Ψυχιατρική επιστήμη. Νομιμοποιεί με το κύρος της τους αναγκαστικούς εγκλεισμούς στα ψυχιατρεία, την ιδρυματική λογική, την πολυφαρμακία, της μηχανικές καθηλώσεις, τα ηλεκτροσόκ, την καταπάτηση των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των ψυχικά πασχόντων. Και οι δύο συμβάλουν τα μέγιστα στην επέκταση του φαινομένου της «ιατρικοποίησης» και της «ψυχιατρικοποίησης» κοινωνικών φαινομένων και συμπεριφορών, κατατάσσοντας και με αυτό τον τρόπο όλο και περισσότερους ανθρώπους στους «μη – κανονικούς» και στο κοινωνικό περιθώριο, συνταγογραφώντας σε μεγάλες ποσότητες ψυχοφάρμακα και επιβάλλοντας τον προσδοκώμενο από το σύστημα κοινωνικό έλεγχο μεγάλων μερίδων του πληθυσμού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η τοξικομανία, που ανάγεται σε νόσο, όπως ο διαβήτης, για να περάσει – και να κυριαρχήσει – η λογική της χορήγησης του υποκαταστάτου, ως «θεραπείας». Με αυτόν τον τρόπο εξασφαλίζονται τα κέρδη των φαρμακοβιομηχανιών που παράγουν υποκατάστατα και συνάμα η χειραγώγηση του πληθυσμού των εξαρτημένων, η καθήλωση του στο καθεστώς του «ασθενούς» και μάλιστα «χρόνιου», που για να ζήσει χρειάζεται τη μεθαδόνη ή άλλο υποκατάστατο και αυτό ενώ έγκυρες επιστημονικές έρευνες κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για την τοξικότητα της μεθαδόνης που «σκοτώνει» περισσότερο, ίσως, απ’ την ηρωίνη, για τις «υγρές αλυσίδες», που τόσο δύσκολα σπάζουν, κάνοντας μαρτυρική τη ζωή χιλιάδων ανθρώπων.
Το παράδοξο που χαρακτηρίζει την εποχή μας είναι η απεριόριστη ιατρικοποίηση του κοινωνικού, τη ίδια στιγμή που η Ιατρική επιστήμη βυθίζεται στην κρίση της. Η ιατρικοποίηση επεκτείνεται και στην ίδια την οικονομική κρίση. «Όποιος τραβήξει το καλώδιο τη κυβέρνησης θα σταματήσει το μηχάνημα αναπνοής της χώρας», έλεγε υπουργός της προηγουμένης κυβέρνησης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της συνδρομής της ιατρικής επιστήμης στο έργο του κατασταλτικού μηχανισμού υπήρξε η αγαστή συνεργασία, την άνοιξη του 2012, της αστυνομίας με την ιατρική ομάδα του ΚΕΕΛΠΝΟ στην επιχείρηση διαπόμπευσης των οροθετικών γυναικών. Εδώ η παραβίαση της ιατρικής και κάθε δεοντολογίας από τους γιατρούς συνδυάζονταν με την άγρια κακοποίηση των εξαρτημένων οροθετικών γυναικών από τους αστυνομικούς!
Δομές κοινωνικής αλληλεγγύης
Ο κόσμος όπως τον ξέραμε μέχρι τώρα καταρρέει ηθικά και από κάθε άποψη. Η κυρίαρχη εξουσία ασκώντας μια πολιτική όλο και αγριότερης καταστολής δεν εκφράζει παρά τον πανικό της, την κρίση διακυβερνησιμότητας, την ανικανότητά της να ελέγξει την κατάσταση, όπως υπαγορεύουν τα ιστορικά της συμφέροντα. Η έκρηξη των τεράστιων αντιφάσεων του συστήματος άλλα και των δικών της εσωτερικών αντιφάσεων διαμορφώνουν όλους τους όρους μιας κοινωνικής έκρηξης.
Αυτό που χαρακτηρίζει το κοινωνικό τοπίο της Ελλάδας της κρίσης είναι ότι οι καταπιεσμένοι σε κάθε γωνιά της χώρας αρχίζουν να χτίζουν φράγματα για να προστατευθούν απ’ την καταστροφή, οργανώνοντας συλλογικά της αντιστάσεις τους.
Αυτές παίρνουν πολλές μορφές, από τις πλατείες των «αγανακτισμένων» μέχρι τις καταλήψεις (ΕΡΤ), τις απεργίες διαρκείας (Διοικητικοί Παν/μίων), τις συλλογικές δράσεις κοινωνικής αλληλεγγύης, μέσα από τη συλλογική αυτοοργάνωση και την αυτοδιαχείριση.
Υπολογίζεται ότι υπάρχουν αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα της κρίσης περί τις 300 δομές κοινωνικής αλληλεγγύης για την κάλυψη βασικών αναγκών, όπως η τροφή (κοινωνικά παντοπωλεία, συλλογικές κουζίνες, διάθεση προϊόντων χωρίς μεσάζοντες), η νομική στήριξη ευπαθών κοινωνικών ομάδων, ο πολιτισμός (θεατρικές ομάδες, κοινωνικά ωδεία, συλλογικά εργαστήρια, στέκια), η εκπαίδευση (σχολεία μεταναστών, υποστηρικτικά μαθήματα), εργασία και υπηρεσίες (συνεργατικές επιχειρήσεις, τράπεζες χρόνου, ανταλλακτικά παζάρια),ιατροφαρμακευτική περίθαλψη (κοινωνικά ιατρεία και φαρμακεία).
Όλες αυτές οι πρωτοβουλίες συνενώνουν διάφορα πεδία της κοινωνικής ζωής, την υγεία, την παιδεία, την πρόνοια, τον πολιτισμό, όχι μόνο λύνοντας προβλήματα και ικανοποιώντας βασικές ανάγκες αλλά διαμορφώνοντας τους όρους για τη δημιουργία ενός νέου κοινωνικού ιστού στη θέση του παλιού που έχει διαρραγεί και ενός νέου κοινωνικού δεσμού που δεν υπάρχει, γιατί έχει χαθεί πια η εμπιστοσύνη στον άλλο και στον εαυτό, έχει καταρρακωθεί η αξιοπρέπεια της ανθρώπινης ύπαρξης. Έχει χαθεί επίσης η εμπιστοσύνη στο μέλλον, που γίνεται απειλητικό για όλους. Η επισφάλεια και η ανεργία εντείνουν την ανασφάλεια και την εξατομίκευση, την αποξένωση και την παραίτηση, το αίσθημα του μάταιου. Αυτό το κλίμα έρχονται να αλλάξουν οι συλλογικές πρωτοβουλίες και οι κοινές δράσεις που γίνονται τόποι συνάντησης του ατόμου με τον κοινωνικό Άλλο, μιας συνάντησης ικανής να μετατρέψει τα μέχρι τώρα βιώματα της ταπείνωσης και της ντροπής σε βιώματα ανυπακοής, την παραίτηση σε κινητοποίηση και αντίσταση, την περιθωριοποίηση σε ενεργητική συμμετοχή στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Στους τόπους αυτούς, η μεταμόρφωση αφορά όλους τους συντελεστές, τόσο αυτούς που δίνουν βοήθεια όσο και αυτούς που τη δέχονται. Η σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα τους δεν αποτελεί απλά και μόνο μια σχέση αμοιβαίου σεβασμού και εμπιστοσύνης που δημιουργεί έναν ανθρώπινο δεσμό. Αποτελεί ταυτόχρονα μια πράξη αμοιβαίας διεκδίκησης του δικαιώματος στη ζωή και την αξιοπρέπεια, που σου στερεί το σύστημα.
Κοινωνικά ιατρεία αρχίζουν να δημιουργούνται τα χρόνια της κρίσης, με πρώτα τα Πετράλωνα (κατάληψη ΠΙΚΠΑ) την Θεσσαλονίκη και λίγο αργότερα το Βόλο μετά από απόφαση των λαϊκών συνελεύσεων των αντίστοιχων περιοχών. Στο κάλεσμα τους ανταποκρίθηκαν λειτουργοί της υγείας, (γιατροί, ψυχολόγοι, νοσηλευτές, φαρμακοποιοί), πολλοί αγωνιστές και κάτοικοι της περιοχής, που δεν είχαν σχέση με επαγγέλματα υγείας αλλά ήθελαν να συνεισφέρουν στο να οργανωθεί συλλογικά η δωρεάν προσφορά, υπηρεσιών υγείας σε όσους είχαν ανάγκη και δεν μπορούσαν να απευθυνθούν ούτε στο υπό κατάρρευση Ε.Σ.Υ ούτε και στον ιδιωτικό τομέα. Το εγχείρημα αυτό δεν ήταν εύκολο, δέχθηκε πολλές πιέσεις, εσωτερικές και εξωτερικές. Κατάφερε όμως, να αναπτυχθεί και να επεκταθεί σε όλη την Ελλάδα.
Σε άλλες περιπτώσεις την πρωτοβουλία της δημιουργίας κοινωνικού ιατρείου και φαρμακείου πήραν οι δήμοι (όπως στο Δήμο Αργυρούπολης – Ελληνικού) ή η Εκκλησία (όπως η Αρχιεπισκοπή Αθηνών μαζί με τον Ιατρικό σύλλογο Αθήνας). Αλλού, το εγχείρημα έγινε δυνατό μέσα από τη δράση πολιτικών, συνδικαλιστικών και άλλων αριστερών οργανώσεων (όπως στην Πρέβεζα). Αλλού, την πρωτοβουλία πήρε το Ανεξάρτητο Κέντρο Αγώνα Εργατών (όπως στο Βόλο και μαζί με άλλες συλλογικότητες στα Κ. Πατήσια).
Υπάρχουν βέβαια και κοινωνικά ιατρεία που υλοποιούν ευρωπαϊκά προγράμματα ΕΣΠΑ και άλλα που δέχονται «υψηλές» χορηγίες. Γενικά λειτουργούν περί τα 60 κοινωνικά ιατρεία όλων των τύπων σε όλη την Χώρα. Από αυτά, το ένα τρίτο περίπου έχουν κινηματικό χαρακτήρα και συνεργάζονται με κοινωνικά φαρμακεία. Μέσα από αυτά δημιουργούνται δίκτυα κοινωνικής αλληλεγγύης στο χώρο της υγείας, που δικτυώνονται πανελλαδικά για να παρέχουν δωρεάν πρωτοβάθμια φροντίδα Υγείας και φάρμακα στους ανασφάλιστους αλλά και στους ασφαλισμένους που δεν μπορούν να πληρώσουν τη συμμετοχή τους σε ακριβές εξετάσεις και φάρμακα. Τα κοινωνικά ιατρεία αλληλεγγύης διαθέτουν, συνήθως, γιατρούς όλων των ειδικοτήτων, οδοντίατρους και συνεργάζονται με διάφορα εργαστήρια.Δεν μπορούν όμως ακόμα να προσφέρουν δωρεάν νοσοκομειακή περίθαλψη. Οργανώνουν βέβαια κινηματικές δράσεις στα Δημόσια νοσοκομεία, διεκδικώντας δωρεάν νοσηλεία σε ανασφάλιστους, εμβολιασμούς παιδιών, χειρουργικές επεμβάσεις και άλλα. Συνήθως τέτοιες κινητοποιήσεις υποστηρίζονται ή συνδιοργανώνονται με συνδικαλιστικά όργανα, (νοσοκομειακών γιατρών και εργαζομένων στα δημόσια νοσοκομεία) και παίρνουν τη μορφή καταλήψεων γραφείων κίνησης ή γραφείων Διοίκησης, ασφαλιστικών ταμείων, γραφείων ΕΟΠΠΥ κ.α.
Η συλλογική διεκδίκηση του κοινωνικού αγαθού της Υγείας και της ελεύθερης πρόσβασης όλων, στις υπηρεσίες υγείας όλων των βαθμίδων γίνεται μέρος ευρύτερων αγώνων ενάντια στο ρατσισμό και το φασισμό. Μαζί με άλλες συλλογικότητες και άλλες μορφές αυτοοργάνωσης τα κοινωνικά ιατρεία οργανώνουν επίσης εκδηλώσεις που αφορούν κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα στη σημερινή περίοδο.
Ο μεταβατικός χαρακτήρας των κοινωνικών ιατρείων αλληλεγγύης
Σ’ αυτούς τους χώρους παρέχεται φροντίδα Υγείας με όρους που αμφισβητούν στην πράξη τα όρια, στα οποία εγκλωβίζουν την ιατρική πράξη οι ανάγκες της ελεύθερης, καπιταλιστικής αγοράς.
Όλοι όσοι εμπλέκονται σε αυτή τη διαδικασία αρνούνται στην πράξη την εμπορευματοποίηση της Υγείας. Αρνούνται τη νεοφιλελεύθερη αρχή ότι η υγεία αποτελεί ατομική υπόθεση και πρέπει να πληρώνεις για αυτήν. Αρνούνται την κατεστημένη, ιατρική και ψυχιατρική κλινική πράξη, εμπλέκοντας στο εγχείρημα και εκείνους που ζητούν και δέχονται ιατρική βοήθεια. Έτσι η φροντίδα υγείας, με τον τρόπο που παρέχεται στο κοινωνικό ιατρείο αποκτά και πολιτικό χαρακτήρα. Γίνεται μια πράξη ανυπακοής απέναντι στο ίδιο το σύστημα που γεννά την αρρώστια και αρνείται τη θεραπεία.
Το ίδιο το αίτημα βοήθειας που διατυπώνεται από τον πάσχοντα προς το γιατρό του κοινωνικού ιατρείου αποκτά τον χαρακτήρα του αιτήματος ενός δεσμού κοινωνικού, ανθρώπινου και με αυτό τον τρόπο αποκτά και αυτό πολιτικό χαρακτήρα.
Μέσα σ’ αυτούς τους όρους πολιτικοποιείται η πράξη των λειτουργών της υγείας και όσων συμμετέχουν στη λειτουργία του κοινωνικού ιατρείου. Και όπως έλεγε ο πρωτεργάτης της κατάργησης των ψυχιατρικών ασύλων και θεωρητικός της «Δημοκρατικής Ψυχιατρικής» στην Ιταλία, F. Basaglia, αυτή η πολιτικοποίηση είναι η μόνη που μπορεί να καταστήσει την κλινική πράξη πραγματικά θεραπευτική.
Στο χώρο του κοινωνικού ιατρείου με τον κινηματικό χαρακτήρα οι σχέσεις που διαμορφώνονται ανάμεσα στον γιατρό και τον ασθενή, σε αυτόν που δίνει και σε αυτόν που δέχεται βοήθεια δεν είναι σχέσεις εξουσίας (με την αυθεντία του ειδικού) ούτε σχέσεις εμπορευματικής συναλλαγής (με την υγεία ως ακριβοπληρωμένο εμπόρευμα) όπως είναι μέσα στο καπιταλιστικό σύστημα. Γι αυτό τα κοινωνικά ιατρεία και τα κοινωνικά φαρμακεία δεν επιτρέπεται να δέχονται χρήματα από την κυβέρνηση, την εκκλησία, τα κόμματα, τις φαρμακευτικές εταιρείες, τα ευρωπαϊκά προγράμματα και άλλα.
Μόνο με αυτούς τους όρους οι σχέσεις που οικοδομούνται ανάμεσα στο γιατρό και τον ασθενή μπορούν να είναι σχέσεις συντροφικές, σχέσεις ισοτιμίας στον κοινό αγώνα για την υπεράσπιση του πολύτιμου κοινωνικού αγαθού της υγείας. Η επιθυμία του λειτουργού της υγείας και όποιου στρατεύεται σε αυτόν τον αγώνα να συνεισφέρει με όσες δυνάμεις και γνώσεις διαθέτει στην ίαση αυτού που πάσχει έρχεται να συναντηθεί με την ανάγκη του πάσχοντος να αποκατασταθεί η υγεία του. Στο βαθμό που αυτή η ανάγκη για ιατρική και φαρμακευτική φροντίδα ικανοποιείται δωρεάν πυροδοτεί με τη σειρά της την επιθυμία και του ίδιου του ασθενούς να προσφέρει και ο ίδιος, από τη σκοπιά και των δικών του δυνατοτήτων, τις υπηρεσίες του στην ανάπτυξη αυτής της κινηματικής δράσης στο σύνολό της. Έτσι, από αντικείμενο των φροντίδων των θεραπευτών γίνεται ενεργό υποκείμενο μιας κοινωνικής δράσης. Από παθητικός θεατής και θύμα της κρίσης γίνεται ενεργητικός παράγοντας και συμμέτοχος στον αγώνα ενάντια στις συνέπειές της, στο πεδίο της υγείας όλου του λαού. Έτσι η ικανοποίηση του λειτουργού της υγείας έρχεται να συναντηθεί με την ικανοποίηση του ασθενούς που όχι μόνο δέχεται την φροντίδα που έχει ανάγκη, αλλά με τη σειρά του γίνεται και εκείνος ένας κρίκος στην αλυσίδα της κοινωνικής αλληλεγγύης.
Το κοινωνικό ιατρείο, λοιπόν, γίνεται και ένας τόπος χειραφέτησης, μέσα από τη συλλογική δράση κοινωνικών υποκειμένων.
Τη ίδια στιγμή αυτοί οι τόποι οφείλουν να λειτουργήσουν και ως τόποι υπέρβασης της βαθειάς επιστημολογικής κρίσης, της κρίσης της ίδιας της Ιατρικής και του κυρίαρχου μοντέλου παροχής φροντίδας υγείας στον πάσχοντα που ζητά βοήθεια. Οφείλουν να λειτουργήσουν ως τόποι μιας ελεύθερης άσκησης της Ιατρικής.
Μπορούμε όμως να μιλάμε για ελεύθερη άσκηση της Ιατρικής και για μια κλινική που απελευθερώνει από την οδύνη του σώματος και της ψυχής και αντιστέκεται στο θάνατο όταν τα πάντα υποτάσσονται στην τυραννία των αγορών, στην κερδοσκοπία της χρηματιστηριακής παγκοσμιοποίησης, στην άπληστη βούληση των πανίσχυρων φαρμακευτικών εταιρειών και των κεφαλαιοκρατικών συγκροτημάτων «παροχής υπηρεσιών υγείας;»
Σ’ αυτό το σημείο χρειάζεται πολλή προσοχή για να αποφύγουμε ρεφορμιστικές αυταπάτες και ευσεβείς πόθους. Η απελευθέρωση της Ιατρικής από τα δεσμά της καπιταλιστικής αγοράς είναι υπόθεση της γενικότερης απελευθέρωσης της κοινωνίας από τα καπιταλιστικά δεσμά.
Αυτό που γίνεται σήμερα στα κινηματικά ιατρεία αλληλεγγύης είναι μια μορφή ρήξης με το κυρίαρχο κοινωνικό μοντέλο και τις θεωρητικές προσεγγίσεις του ακαδημαϊκού, ιατρικού κατεστημένου. Γιατί η Ιατρική που ασκείται κλινικά δεν ανάγει τον πάσχοντα στο σύμπτωμα του, δεν εγκλωβίζεται στα ασφυκτικά όρια της ιατρικής εξουσίας, δεν εξαντλείται στη συνταγογράφηση φαρμάκων. Προσεγγίζει τον πάσχοντα βιο-ψυχο-κοινωνικά, με σεβασμό στην ιστορία του, τον ελεύθερα εκφερόμενο λόγο του και τα δικαιώματα του. Με τον όρο βιο-ψυχο-κοινωνική ολότητα, βέβαια, δεν αναφερόμαστε σε μια ψευδοολότητα, όπως την εννοούν οι βιολογικοί ανταγωνιστές. Δεν εννοούμε ένα άθροισμα διαφορετικών μερών, μια απλή συγκόλληση διαφορετικών παραγόντων, διακοσμητικών, στην ουσία, στοιχείων του κυρίαρχου βιολογικού, κατά βάση χαρακτήρα. Οι επιστημονικές γνώσεις του γιατρού επιστρατεύονται για να υπηρετήσουν την προσπάθεια κατανόησης της φύσης του προβλήματος υγείας και της αναζήτησης μέσα από διάλογο και ψυχική επικοινωνία της καλύτερης δυνατής λύσης, με στόχο την ανακούφιση του σωματικού και ψυχικού πόνου και τελικά την ίαση του πάσχοντος, χρησιμοποιώντας, σ’ αυτά τα πλαίσια, και τα κατάλληλα φάρμακα, όπου αυτά χρειάζονται. Μ’ αυτή την έννοια, η ίαση του πάσχοντος δεν παίρνει τον χαρακτήρα της προσαρμογής του στην υπάρχουσα κατάσταση πραγμάτων με βάση τις κυρίαρχες κοινωνικές νόρμες, που καθορίζουν ποιά είναι η υγιής συμπεριφορά.
Η Ιατρική και η Ψυχιατρική που ασκείται στο κοινωνικό ιατρείο έχει εκ των πραγμάτων το χαρακτήρα της αντίστασης στην κατεστημένη Ιατρική και Ψυχιατρική, οι οποίες στη νεωτερικότητα, γίνονται και αυτές όργανα της βιοεξουσίας.
Απ’ αυτήν την άποψη η χειραφέτηση αποκτά εν δυνάμει και ένα επιστημολογικό χαρακτήρα, διαμορφώνοντας τους όρους ανάπτυξης και λειτουργίας μιας άλλης Ιατρικής, ανοιχτής στην κοινωνία και τον πολιτισμό, δημοκρατικής και αυτοδιαχειριζόμενης.
Όλα τα κοινωνικά ιατρεία και φαρμακεία στηρίζουν τη λειτουργία τους στη γενική συνέλευση, ανοιχτή σε όλους τους συντελεστές του εγχειρήματος και σε όσους θέλουν να συνεισφέρουν στον κοινό αγώνα. Η γενική συνέλευση είναι ο τόπος οργάνωσης της συλλογικής αντίστασης «των από τα κάτω» στην πολιτική των «από τα πάνω» και της σφυρηλάτησης των νέων κοινωνικών δεσμών. Είναι ο χώρος μιας από κοινού αναζήτησης λύσεων σε όλα τα προβλήματα που αφορούν τα βασικά κοινωνικά αγαθά, την υγεία, την παιδεία, τον πολιτισμό και πάνω απ’ όλα την ίδια τη ζωή. Είναι το πεδίο των συλλογικών αποφάσεων αγωνιστικής δράσης μαζί με άλλες συλλογικότητες και ολόκληρο το εργατικό κίνημα. Αυτή η δράση δεν μπορεί παρά να έχει και αντιρατσιστικό και αντιφασιστικό χαρακτήρα, στοχεύοντας στις αιτίες που γεννούν και αναπαράγουν τους αποκλεισμούς σε όλο και μεγαλύτερη κλίμακα.
Η κοινωνική αλληλεγγύη, που αποτελεί τον ιστό πάνω στον οποίο αναπτύσσεται η δράση των κοινωνικών ιατρείων και των κοινωνικών φαρμακείων πρέπει να εκφράζεται και στο επίπεδο της διασύνδεσης των κοινωνικών ιατρείων μεταξύ τους. Κάθε ιατρείο είναι υποχρεωμένο να συνεργάζεται με άλλα στην περιοχή του και γενικότερα ώστε να καλύπτονται οι ανάγκες σε διάφορες ειδικότητες και υλικές δυνατότητες (οδοντιατρικά εργαστήρια, ψυχιατρική, παιδιατρική ειδικότητα κ.α.). Αυτή η διασύνδεση είναι καθοριστική όχι μόνο σε επίπεδο κάλυψης κενών και ελλείψεων αλλά και σε επίπεδο δημιουργίας ενός δικτύου κοινωνικής αλληλεγγύης στο πνεύμα της κοινωνικής αντίστασης στην πολιτική κατεδάφισης του ΕΣΥ. Η διασύνδεση των κοινωνικών ιατρείων πρέπει να γίνεται και με άλλες συλλογικότητες και άλλες μορφές αυτοοργάνωσης που λειτουργούν με αυτό το πνεύμα.
Έτσι, σε αυτούς τους χώρους συλλογικής δράσης και προβληματισμού δημιουργούνται οι όροι για να ξεπερασθεί το πνεύμα της εξατομίκευσης, που επίμονα καλλιεργούν τα ΜΜΕ, τρομοκρατώντας και ελέγχοντας μέσα από το φόβο. Εδώ δημιουργούνται οι όροι για τη μετατροπή του «εγώ» της παραίτησης στο «εμείς» της συλλογικής δράσης και το ξεπέρασμα τη απόγνωσης που παραλύει. Εδώ αναπτύσσεται και εκφράζεται ελεύθερα η σκέψη και η κριτική ικανότητα των ανθρώπων. Εδώ βρίσκουν το χαμένο τους νόημα οι λέξεις και τα πράγματα, εδώ νοηματοδοτείται με καινούργιο τρόπο η ίδια η ύπαρξη των ανθρώπων. Εδώ δημιουργούνται οι όροι για την μετατροπή των βιωμάτων της ντροπής και της στέρησης σε βιώματα περηφάνιας και πληρότητας, αξιοπρέπειας και αγωνιστικότητας μέσα από την επικοινωνία και την προσφορά. Μέσα από τέτοιες διαδικασίες ενισχύεται η ψυχική ανθεκτικότητα και γίνεται δυνατή η βιολογική και ψυχική επιβίωση, που απειλείται από την κρίση.
Συλλογικές Αντιστάσεις
Τα δίκτυα των κοινωνικών ιατρείων και φαρμακείων δεν πρέπει να πάρουν τον χαρακτήρα της υποκατάστασης του ΕΣΥ, δεν είναι το δεκανίκι ενός συστήματος που καταρρέει. Σίγουρα προσπαθούν να προσφέρουν τις καλύτερες δυνατές υπηρεσίες υγείας δωρεάν σε όσους τις στερούνται. Οι περιορισμοί τους, κυρίως η αδυναμία παροχής δευτεροβάθμιας φροντίδας υγείας (χειρουργεία, δύσκολες εξειδικευμένες εξετάσεις που απαιτούν την χρήση ειδικής, ακριβής τεχνολογίας κ.λπ.) πρέπει να λειτουργήσουν προς την κατεύθυνση της συλλογικής και σε πολλά επίπεδα οργάνωσης του αγώνα για Δημόσια και Δωρεάν Υγεία και περίθαλψη υψηλού επιπέδου, σε όλους τους κατοίκους της χώρας. Σ’ αυτό τον αγώνα πρέπει να πάρουν μέρος μαζί με τα κοινωνικά ιατρεία και φαρμακεία, οι συνδικαλιστικοί φορείς της υγείας και όλο το συνδικαλιστικό κίνημα, οι πολιτικές οργανώσεις, οι συλλογικότητες που αναπτύσσονται σε κάθε γειτονιά και αγωνίζονται να κάνουν λιγότερ
ο απάνθρωπους τους όρους της ζωής μας. Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, είναι αναγκαίο να οικοδομηθεί ένα Ενιαίο Μέτωπο για την Υγεία, ένα Μέτωπο Αντίστασης και Ανατροπής της τροϊκανής κυβέρνησης και του καπιταλιστικού συστήματος που πιστά υπηρετεί.
Σίγουρα τα κοινωνικά ιατρεία αλληλεγγύης δεν αποτελούν «σοσιαλιστικές νησίδες» μέσα σε ένα άγριο καπιταλιστικό περιβάλλον.
Η υπέρβαση της κρίσης της Ιατρικής και του συστήματος διαχείρισης της περίθαλψης, η χειραφέτηση από τη βιοεξουσία, είναι αλληλένδετη με την καθολική, ανθρώπινη χειραφέτηση, μέσα από την επαναστατική αλλαγή της κοινωνίας.
Τα κοινωνικά ιατρεία αλληλεγγύης αποτελούν μια νέα μορφή λαϊκής αυτοοργάνωσης στο χώρο της Υγείας, η οποία πρέπει να αποκτήσει μαζικό χαρακτήρα, υπερβαίνοντας και τους δικούς της εσωτερικούς περιορισμούς.
Όλοι οι ιδεολογικοί προβληματισμοί που αναπτύσσονται με βάση αυτή την εμπειρία πρέπει να γίνουν υπόθεση ολόκληρου του εργατικού κινήματος καθώς ανοίγουν ορίζοντες στον καθημερινό αγώνα για την οργάνωση των συλλογικών αντιστάσεων απέναντι στην καταστροφή που γεννά ένα κοινωνικό σύστημα που καταρρέει και απειλεί να μας θάψει κάτω από τα ερείπιά του.
Έτσι, τα κοινωνικά ιατρεία, οι τόποι όπου συναρθρώνεται το ατομικό με το συλλογικό και το πολιτικό, το ψυχικό με το κοινωνικό, πέρα από τους ιδεολογικούς και άλλους περιορισμούς όσων παίρνουν μέρος, γίνονται εκ των πραγμάτων τόποι μιας νέας νοηματοδότησης της ανθρώπινης υπόστασης, μέσα από την προσωπική απόφαση και την προσωπική δέσμευση για την οργάνωση της συλλογικής αντίστασης. Εδώ η προσωπική απόγνωση μετατρέπεται στο αντίθετό της, γίνεται κινητήρια δύναμη, ικανή να μεταμορφώνει συνειδήσεις, συναισθηματικές διαθέσεις και καθηλώσεις και να διαμορφώνει μια καινούργια, αισιόδοξη μέσα στη δράση στάση ζωής. Μ‘ αυτόν τον τρόπο μαθαίνουν οι άνθρωποι να μη σκύβουν το κεφάλι, να μη δέχονται ως αναπόφευκτη την καταστροφή, να λειτουργούν με την ψυχολογία της αντίστασης. Παύουν να είναι «μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα, προσμένοντας, ίσως, κάποιο θαύμα», όπως θα έλεγε κι ο ποιητής.
Γι’ αυτό τα κοινωνικά ιατρεία έχουν μπει στο στόχαστρο της κυρίαρχης εξουσίας και των μηχανισμών καταστολής. Έχει μεγάλη σημασιολογική αξία η επιδρομή τον Οκτώβρη 2013 της υπηρεσίας δίωξης ναρκωτικών στο κοινωνικό ιατρείο του Ελληνικού. Σηματοδοτεί τον χαρακτηρισμό του από τις Αρχές ως εστία παραβατικότητας, ανομίας, επικινδυνότητας, διασπείροντας τον τρόμο με στόχο να το απομονώσει από τους κατοίκους της περιοχής, από κάθε πιθανό σύμμαχο και συμπαραστάτη στο έργο του, για να σπάσει το πνεύμα και το δίκτυο αλληλεγγύης που αναπτύσσεται και να καταστρέψει μια εστία αντίστασης στην ανθρωπιστική καταστροφή που συντελείται.
Είναι σίγουρο ότι όσο επεκτείνεται το δίκτυο των κοινωνικών ιατρείων θα πολλαπλασιάζονται οι επιθέσεις από τους κρατούντες και οι κατηγορίες για «κακή ιατρική», χρηματισμό, διακίνηση ναρκωτικών και ό, τι άλλο γεννήσουν οι νοσηροί εγκέφαλοι των κατασταλτικών μηχανισμών. Γι αυτό απαιτείται απ’ όλους τους συμμετέχοντες στο εγχείρημα η μεγαλύτερη δυνατή επαγρύπνηση και η υπεράσπιση αυτού του τεράστιου κοινωνικού κεκτημένου, μέσα από το μεγαλύτερο δυνατό άνοιγμα στην κοινωνία και τη σφυρηλάτηση συμμαχιών. Άλλωστε η δράση των κοινωνικών ιατρείων και των κοινωνικών φαρμακείων έχει ήδη νομιμοποιηθεί στη συνείδηση του λαού γιατί αυτά υπερασπίζονται με συγκεκριμένο τρόπο το πιο πολύτιμο δικαίωμα, το δικαίωμα στην Υγεία και τη Ζωή.
Σε μια άλλη εποχή, στην Ελλάδα της γερμανικής κατοχής, οι σπουδαίοι ψυχίατροι Σκούρας, Καλούτσης, Χατζηδήμος και Παπαδημητρίου μελέτησαν τις ψυχολογικές αντιδράσεις του πληθυσμού μέσα στις ακραίες συνθήκες της γερμανικής κατοχής. Όπως αποδεικνύεται στο σπουδαίο βιβλίο τους «Η ψυχοπαθολογία της πείνας, του φόβου και τους άγχους» κατάφεραν να γλιτώσουν την κατάθλιψη και την ψυχική εκμηδένιση όσοι ανέπτυξαν την ψυχολογία της αντίστασης συμμετέχοντας σε συλλογικές πράξεις αντίστασης και ξεπερνώντας τους όρους της θανατηφόρας εξατομίκευσής τους.
Φαίνεται πως το κίνημα των κοινωνικών ιατρείων και φαρμακείων έχει τη δική του δυναμική και αναπτύσσεται παρά τις πιέσεις που ασκούνται πάνω του από κόμματα, πρόσωπα, κινήσεις και φορείς που επιδιώκουν με διάφορους τρόπους να επιβάλουν τον έλεγχο τους και να καθορίσουν την πορεία τους και την πολιτική τους. Δεν υπάρχουν εκ των προτέρων βεβαιότητες, όλα κρίνονται κάθε στιγμή. Όμως, ο δρόμος ανοίγει καθώς προχωράμε, όπως θα έλεγε ο ποιητής Antonio Machado, η επιτυχία του εγχειρήματος είναι ένα στοίχημα με την ίδια την Ιστορία.
Κατερίνα Μάτσα 10/12/12