Απόφαση της 7ης Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής του Ενιαίου Κομμουνιστικού Κόμματος

ΣΧΕΤΙΚA ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ

Μόσχα

26 Μαρτίου 2022

Εισαγωγικό σημείωμα: το Ενιαίο Κομμουνιστικό Κόμμα (ΕΚΚ) κατέθεσε  στη Διεθνή Συνδιάσκεψη του Κέντρου Ρακόφσκυ (25 – 26 Ιουνίου 2022) την θέση του για τον πόλεμο στην Ουκρανία, όπως αυτή εκφράστηκε στην Απόφαση της ΚΕ του ΕΚΚ στις 26 Μαρτίου 2022

Η προσοχή όλου του κόσμου είναι σήμερα καθηλωμένη στα γεγονότα που λαμβάνουν χώρα γύρω από την Ουκρανία, όπου η Ρωσική ηγεσία διεξάγει μια ειδική στρατιωτική επιχείρηση με στόχο, όπως διακηρύσσει, την αποστρατιωτικοποίηση και την αποναζιστικοποίηση της χώρας. Η στάση των διαφόρων κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων στη Ρωσία απέναντι σε αυτό αντιπροσωπεύεται από το ευρύτερο δυνατό φάσμα – από αιτήματα για τη συνέχιση της “μικρής νικηφόρας επιχείρησης” μέχρι εκκλήσεις για άμεση σύναψη ειρήνης από τη σκοπιά του ακραίου πασιφισμού. Όμως τώρα είναι θεμελιωδώς απαράδεκτο να υιοθετήσουμε μια αφηρημένη, τυπική προσέγγιση σε αυτό το βασικό πρόβλημα, είναι απαράδεκτο να αρνηθούμε να εξετάσουμε την κατάσταση σε όλες τις ιδιαιτερότητές της – από τη σκοπιά της ιστορίας της ανάπτυξής της, όπως απαιτεί ο Μαρξισμός.

Το Ενιαίο Κομμουνιστικό Κόμμα δεν διαχωρίζει τη σημερινή επιδείνωση από τη γενική διαδικασία που εξελίσσεται από το 2014 και αξιολογεί θεμελιωδώς όλες τις δυναμικές της στο σύνολό τους. Με τη φασιστικοποίηση του κυβερνώντος καθεστώτος στο Κίεβο, η θέση του EKK και άλλων αριστερών δυνάμεων έγινε πιο συγκεκριμένη και πιο σκληρή. Το κόμμα υποστήριξε με συνέπεια το αντιφασιστικό κίνημα, παρείχε κάθε δυνατή βοήθεια στους ακτιβιστές της αντίστασης, συγκέντρωσε και έστειλε βοήθεια στον πληθυσμό της Λαϊκής Δημοκρατίας του Ντονιέτσκ και της Λαϊκής Δημοκρατίας του Λουγκάνσκ. Πολλά μέλη του EKK πήραν προσωπικά μέρος στις μάχες ενάντια στα στρατεύματα της ναζιστικής χούντας του Κιέβου, υπερασπιζόμενοι το αδάμαστο Ντονμπάς στις τάξεις της λαϊκής πολιτοφυλακής των δημοκρατιών.

Τα ντοκουμέντα του EKK αποκαλύπτουν πλήρως τη στάση του κόμματος απέναντι στον Ουκρανικό εθνικισμό, ο οποίος αναζωπυρώθηκε την παραμονή και μετά το δημοψήφισμα στην Κριμαία και την ανακήρυξη της ΛΔ Ντονιέτσκ και της ΛΔ Λουγκάνσκ. Είμαστε ξεκάθαροι για τη βασική αιτία των σημερινών γεγονότων. Οι ρίζες τών όσων συμβαίνουν βρίσκονται στο 1991. Η καπιταλιστική παλινόρθωση, η διαίρεση του ενωσιακού κράτους δεν θα μπορούσε να μην τοποθετήσει μια βόμβα που ανατίναξε την Ουκρανία. Η Ουκρανική αστική τάξη, έχοντας λάβει την εξουσία που έπεσε στα χέρια της, προσπάθησε να στηρίξει την κυριαρχία της στην Ουκρανία ιδεολογικά, πολιτικά και πολιτιστικά. Για πολλά χρόνια, ξεκινώντας ακόμα και πριν από το 1991, μαζί με τη διανόηση, η αστική τάξη αντιτάχθηκε στον Ουκρανικό και τον Ρωσικό λαό. Η οικονομική κρίση που ξεκίνησε το 2008 δεν θα μπορούσε παρά να επηρεάσει τόσο την Ουκρανική αστική τάξη όσο και το ιμπεριαλιστικό κέντρο. Η κομπραδόρικη αστική τάξη δεν είχε άλλη επιλογή από το να ενσωματωθεί, ουσιαστικά, σε ένα προτεκτοράτο της Δύσης. Προκειμένου να διατηρήσει την εξουσία της, η Ουκρανική αστική τάξη φλέρταρε ενεργά με τον φασισμό, έπαιξε το χαρτί της εθνικής αποκλειστικότητας, υποδαύλισε τα αντιρωσικά αισθήματα και εισήγαγε τον κοινωνικό σοβινισμό στην κοινωνία με κάθε δυνατό τρόπο. Η οικονομική κατάρρευση της Ουκρανίας ως αποτέλεσμα της σύναψης υποδουλωτικών διεθνών συμφωνιών, κυρίως με την Ευρωπαϊκή Ένωση, οδήγησε στην καταστροφή της Ουκρανικής βιομηχανίας και σε κοινωνική καταστροφή. Η μόνη επιλογή για την Ουκρανική αστική τάξη και τους προστάτες της να διατηρήσουν τον έλεγχο της Ουκρανίας ήταν η τρομοκρατία, η de facto απαγόρευση των δραστηριοτήτων της αντιπολίτευσης στη χώρα και ο πόλεμος.

Για το ενιαίο ιμπεριαλιστικό κέντρο (τις χώρες του αγγλοσαξονικού κόσμου, την ΕΕ, την Ιαπωνία), το οποίο διαμορφώθηκε ως αποτέλεσμα των δύο παγκόσμιων πολέμων και της νίκης στον Ψυχρό Πόλεμο, η κατάσταση μετά το 2008 επιδεινώθηκε ραγδαία. Η οικονομική κρίση, η άνοδος των Ασιατικών χωρών, η απότομη αύξηση της δυσαρέσκειας για τη νεοαποικιοκρατία στις χώρες του Τρίτου Κόσμου, η πτώση του βιοτικού επιπέδου στις οικονομικές μητροπόλεις, η αύξηση του κόστους των φυσικών πόρων, ωθούν αναπόφευκτα το κέντρο αυτό στην προσπάθεια να αποτρέψει την ανάδυση ενός πολυπολικού κόσμου και να διατηρήσει την οικονομική και πολιτική κυριαρχία του στον πλανήτη. Μια από αυτές τις ενέργειες ήταν η οικονομική ληστεία της Ουκρανίας, η κατεδάφιση της βιομηχανίας της και η εκμετάλλευση του ανθρώπινου δυναμικού της. Στην προσπάθειά του να αποφευχθεί μια προσέγγιση μεταξύ Μόσχας και Πεκίνου, αλλά και για να υπάρχει ένας μοχλός πίεσης προς τη Ρωσία, το ιμπεριαλιστικό κέντρο κατευθύνθηκε στην άμεση στρατιωτικοπολιτική ανάπτυξη της Ουκρανίας, μετατρέποντας το έδαφός της σε εφαλτήριο απειλής για τη Ρωσική Ομοσπονδία.

Ο καπιταλισμός στη Ρωσία προήλθε από την απαλλοτρίωση της γιγαντιαίας δημόσιας περιουσίας με ιδιοποίηση ή καταστροφή ως μέρος μιας πρωταρχικής συσσώρευσης του κεφαλαίου. Η άρχουσα τάξη που σχηματίστηκε στη Ρωσία κληρονόμησε όλα τα επιτεύγματα της Σοβιετικής επιστήμης και βιομηχανίας, τα οποία αποδείχθηκαν επαχθή γι’ αυτήν και τα οποία εν μέρει καταστράφηκαν και εν μέρει τέθηκαν στην υπηρεσία του συστήματος των κομπραδόρων. Υπό αυτές τις συνθήκες, η κυρίαρχη ομάδα αντιμετώπισε δύο αντιφατικά καθήκοντα. Το πρώτο είναι η διατήρηση και η κληρονομιά της ήδη ληφθείσας περιουσίας και, κυρίως, των εισοδημάτων από την πώληση των φυσικών πόρων και την εκμετάλλευση του πληθυσμού της Ρωσίας, γεγονός που οδήγησε αναπόφευκτα σε μια ορισμένη οικονομική απομόνωση στη διάθεση των περιουσιακών στοιχείων και των εισοδημάτων που ελήφθησαν και στη δημιουργία ενός αυταρχικού πολιτικού καθεστώτος ως εγγυητή της οικονομικής κυριαρχίας της εν λόγω τάξης. Το δεύτερο καθήκον της είναι η πλήρης ενσωμάτωση της τάξης αυτής στην παγκόσμια ιμπεριαλιστική ελίτ.

Μετά το 2008, και ιδιαίτερα μετά το 2011-12, υπήρξε μια προφανής διάσπαση της άρχουσας τάξης. Το 2014, ένα σημαντικό μέρος των κατόχων μεγάλων επιχειρήσεων δεν αναγνώρισε την επανένωση της Κριμαίας με τη Ρωσία. Συνεπώς, γίνονται προφανείς οι βαθύτερες αιτίες της ακραίας ασυνέπειας της άρχουσας τάξης της Ρωσίας στην επίλυση της Ουκρανικής κρίσης, η οποία επιδεινώνονταν κάθε χρόνο. Εδώ και 8 χρόνια από την ανακήρυξη της Λαϊκής Δημοκρατίας του Ντονιέτσκ και της Λαϊκής Δημοκρατίας του Λουγκάνσκ, δεν έχουν γίνει επαρκείς πολιτικές ενέργειες για τον τερματισμό του εμφυλίου πολέμου στην Ουκρανία. Η άρχουσα τάξη της Ρωσίας απέφυγε με κάθε δυνατό τρόπο την αναγνώριση της ΛΔ του Ντονιέτσκ και της ΛΔ του Λουγκάνσκ από τη Ρωσική Ομοσπονδία, καθώς και την πλήρη νομική βοήθεια προς αυτές. Το τίμημα ήταν οι ζωές των ανθρώπων, κυρίως οι ζωές εκείνων των τίμιων αγωνιστών που ήθελαν να κάνουν τη ΛΔ του Ντονιέτσκ και την ΛΔ του Λουγκάνσκ πραγματικά λαϊκές δημοκρατίες.

Η Ρωσική ηγεσία, μολυσμένη από τον σαθρό αντικομμουνισμό και την άρνηση της Σοβιετικής εμπειρίας, ήταν ανίκανη να προσφέρει οποιοδήποτε συνεκτικό πρόγραμμα στον Ουκρανικό λαό, εκτός από γενικές κουβέντες για την “αποναζιστικοποίησή” του. Η κλίμακα του οικονομικού πολέμου που εξαπέλυσε το ιμπεριαλιστικό κέντρο εναντίον της Ρωσικής Ομοσπονδίας ήρθε σαν έκπληξη. Οι διαβεβαιώσεις χρόνων για μια Ρωσία που σηκώνεται ξανά στα πόδια της αποδείχθηκαν ρητορείες. Και η υποκατάσταση των εισαγωγών σε πολλούς κλάδους είναι απλώς ευχολόγιο. Ειδικότερα, αυτό ισχύει για τα ηλεκτρονικά, την αεροπορία, την αυτοκινητοβιομηχανία, την ενέργεια, την παραγωγή κεφαλαιουχικών αγαθών. Ο διχασμός μεταξύ των δύο ομάδων της άρχουσας τάξης έχει σαφώς κλιμακωθεί και σταδιακά κινείται σε ανοιχτή αντιπαράθεση. Η κυβέρνηση προσπάθησε εσπευσμένα να επιβάλει μια σειρά από περιορισμούς στο εξωτερικό εμπόριο, να λάβει κάποια περιορισμένα μέτρα εθνικοποίησης και κρατικού ελέγχου της χρηματοπιστωτικής αγοράς – αλλά μέχρι στιγμής η εξέλιξη της κατάστασης δεν δίνει λόγο να υποθέσουμε ότι τα μέτρα αυτά θα οδηγήσουν σε επιτυχία μακροπρόθεσμα. Ο καπιταλισμός, κατά τη διάρκεια της τρέχουσας όξυνσης, εκθέτοντας όλα τα ελαττώματά του, στο σύνολό του, δείχνει την αθέατη μέχρι τώρα ουσία του μπροστά στη Ρωσική κοινωνία. Με απλά λόγια, ο καπιταλισμός οδηγεί στο θάνατο της χώρας.

Ταυτόχρονα, καταδικάζουμε έντονα τους ηγέτες της Δύσης και τους δορυφόρους τους, οι οποίοι επιτρέπουν αυτή την ακραία επιθετική ρητορική και τις απειλές κατά της Ρωσίας, γεγονός που πρακτικά αυξάνει τους κινδύνους ενός ακόμα μεγαλύτερου πολέμου.

Οι Κομμουνιστές υποστηρίζουν την αναγνώριση της ανεξαρτησίας της Λαϊκής Δημοκρατίας του Ντονιέτσκ και της Λαϊκής Δημοκρατίας του Λουγκάνσκ, καθώς και την ιδέα της αποναζιστικοποίησης της Ουκρανίας. Σε όλο τον κόσμο, οι Κομμουνιστές και οι προοδευτικές αριστερές δυνάμεις είναι συνεπείς αντίπαλοι κάθε εκδήλωσης μιλιταρισμού και φασισμού. Ωστόσο, τα ακόλουθα είναι ανησυχητικά. Αν από την μια η “αποστρατιωτικοποίηση” -η καταστροφή του στρατιωτικού δυναμικού της Ουκρανίας- βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, από την άλλη δεν βλέπουμε μια πλήρη και ολοκληρωμένη “αποναζιστικοποίηση”. Η τελευταία δεν μπορεί να περιοριστεί στη διεξαγωγή μόνο στρατιωτικών επιχειρήσεων ενάντια στα λεγόμενα “εθελοντικά” τάγματα, τα οποία σχηματίστηκαν ως επί το πλείστον από Ναζί και γαλουχήθηκαν για χρόνια με την ενεργό προπαγάνδα των Ουκρανών εθνικιστών. Δεν είναι σαφές ποιες δυνάμεις και μέσα θα χρησιμοποιηθούν για την υλοποίηση αυτού του έργου και αν το Ρωσικό κράτος είναι ικανό να πραγματοποιήσει την αποναζιστικοποίηση, όταν πολλά πολιτικά δικαιώματα και ελευθερίες περιορίζονται στην Ρωσία. Οι ειρηνικές διαδηλώσεις, οι συγκεντρώσεις, οι πορείες, ακόμη και οι μεμονωμένες πικετοφορίες απαγορεύονται, στην πραγματικότητα, απαγορεύεται η κάθε είδους πολιτική αντιπολίτευση, ο Τύπος και τα τηλεοπτικά μέσα διώκονται και βρίσκονται υπό τον πλήρη έλεγχο του κράτους. Στη χώρα δεν γίνονται ουσιαστικά δημοκρατικές εκλογές, δεν υπάρχει ουσιαστικά ανεξάρτητη δικαιοσύνη και τα δικαιώματα της τοπικής αυτοδιοίκησης είναι περιορισμένα. Το ένα τοις εκατό των πλουσιότερων ανθρώπων στη Ρωσία κατέχει το 50% του οικονομικού πλούτου. Φαίνεται επίσης πολύ αμφίβολη και περισσότερο από χαρακτηριστική η θέση του προέδρου Πούτιν για την ετοιμότητά του να δείξει “το τι σημαίνει πραγματική αποκομμουνιστικοποίηση της Ουκρανίας” και κυρίως, αν η τελευταία θα μετατραπεί τελικά στην “πραγματική αποκομμουνιστικοποίηση” της ίδιας της Ρωσίας.

Οι κομμουνιστές του ΕΚΚ είναι πιστοί στη γραμμή της αποφασιστικής απόρριψης τόσο του αυταρχικού-αστικού καθεστώτος “Πούτιν” όσο και της φιλελεύθερης αντιπολίτευσης. Απορρίπτουμε τόσο τις ψευτοπατριωτικές εκκλήσεις για “συσπείρωση γύρω από τον Πούτιν” όσο και την ψευτοπατσιφιστική ηττοπάθεια, που ουσιαστικά ερωτοτροπεί με το νεοναζιστικό καθεστώς στο Κίεβο.

Απευθυνόμαστε στους εργαζόμενους της Ουκρανίας και την πρωτοπορία τους – την κομμουνιστική και προοδευτική αριστερά, όπου κι αν βρίσκονται:

Σύντροφοι! Υπάρχει ένας μακρύς και δύσκολος δρόμος μπροστά μας. Στις συνθήκες της επιθανάτιας αγωνίας του καθεστώτος του Κιέβου και της ανεξέλεγκτης κατασταλτικής τρομοκρατίας, σας προτρέπουμε να είστε σε επαγρύπνηση, να προστατεύετε τους συντρόφους σας από την αυθαιρεσία των Ουκρανικών δυνάμεων ασφαλείας και των Ναζιστικών σχηματισμών. Μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας αποστρατιωτικοποίησης, οι Ουκρανοί κομμουνιστές και αριστεροί πρέπει να πάρουν ενεργή θέση, να απαιτήσουν τη νομιμοποίηση του Κομμουνιστικού Κόμματος, των αριστερών κομμάτων και ενώσεων. Αλλά η λογική της ιστορίας είναι αμείλικτη – οι χώρες μας θα μπουν τελικά στο δρόμο των σοσιαλιστικών μετασχηματισμών. Ας είμαστε πιστοί στα ιδανικά μας, δεν θα επιτρέψουμε στην αστική τάξη όλων των αποχρώσεων, κάτω από όποια συνθήματα και σημαίες και αν βγαίνουν, να μετατρέψουν τους εργαζόμενους των δημοκρατιών μας σε εχθρούς!

Ζήτω η Σοβιετική Ουκρανία και η Σοβιετική Ρωσία!

Μαζί θα νικήσουμε!

Μετάφραση Αρ. Μα.