
Ανταπόκριση του Harry Matthews
Η βρετανική πολιτική κατάσταση χαρακτηρίζεται από τη μια πλευρά από τις ήττες της αριστεράς που ξεκινούν με την απεργία των ανθρακωρύχων πριν από 40 χρόνια και μέχρι πρόσφατα, όπως η συντριβή της αριστεράς στο Εργατικό Κόμμα μετά την εκλογική ήττα του Κόρμπιν το 2019, και από την άλλη από την αδυναμία της άρχουσας τάξης τόσο οικονομικά όσο και πολιτικά. Τα πολιτικά προβλήματα της άρχουσας τάξης καταδεικνύονται από την ανάγκη να απομακρυνθεί γρήγορα ο Κόρμπιν και όσοι τον ενέπνευσαν από το Εργατικό Κόμμα, ώστε να είναι διαθέσιμο για να αντικαταστήσει τους Συντηρητικούς, που βρίσκονται υπό διάλυση, στις εκλογές του Ιουλίου. Με τον τρόπο αυτό η ομάδα του Starmer έδωσε στην αριστερά μια πρόγευση ορισμένων από τις αυταρχικές μεθόδους που θα χρησιμοποιηθούν στον ευρύτερο πληθυσμό. Το παρόν κείμενο αποτελεί μια περιγραφή της κατάστασης μετά τις εκλογές του Ιουλίου [2024].
Οικονομία
Η βρετανική οικονομία είναι αρκετά στάσιμη με σταθερή φθορά της παραγωγικής βιομηχανίας, όπως συμβαίνει με τις περισσότερες ιμπεριαλιστικές χώρες. Τρεις πρόσφατοι παράγοντες έχουν εντείνει τη διαδικασία παρακμής. Ο πρώτος είναι οι συνεχιζόμενες επιπτώσεις του κραχ του 2007-8. Η Βρετανία, ως η πιο εξαρτημένη από το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο ιμπεριαλιστική οικονομία, επλήγη ιδιαίτερα – όπως και σε άλλες χώρες σε όλο τον κόσμο, οι τράπεζες ουσιαστικά εθνικοποιήθηκαν και τώρα εξαρτώνται από την εγγύηση του κράτους για την ίδια την ύπαρξή τους. Αυτό φάνηκε όταν το θέμα της ανεξαρτησίας της Σκωτίας εμφανίστηκε μερικά χρόνια μετά το κραχ. Για ιστορικούς λόγους, ορισμένες από τις μεγάλες βρετανικές τράπεζες είχαν επίσημα την έδρα τους στο Εδιμβούργο -μη θέλοντας καν να συζητηθεί ότι θα έμεναν σε μια ισλανδική κατάσταση, μια μεγάλη τράπεζα εξαρτώμενη από μια πολύ μικρή χώρα- οι τράπεζες αυτές μετέφεραν αμέσως την έδρα τους και τις σχετικές λειτουργίες τους στο Λονδίνο. Φυσικά, κανένα από τα ζητήματα που αποκαλύφθηκαν από το 2007-8 δεν έχει επιλυθεί και στην πραγματικότητα τα προβλήματα εντείνονται για να ξεσπάσουν με ακόμη πιο δύσκολους τρόπους στο μέλλον. Το σύστημα των τραπεζών και πιθανότατα και οι “σκιώδεις τραπεζικές” δραστηριότητες που αναλαμβάνουν τώρα όλο και μεγαλύτερα ποσά του παγκόσμιου χρέους είναι πλέον τόσο διασυνδεδεμένα και εύθραυστα που οι ρυθμιστικές αρχές πρέπει να τα θεωρούν ως μια ενιαία οντότητα που δεν μπορεί να αγγιχτεί. Αυτό φάνηκε στις καταρρεύσεις της Silicon Valley Bank, της UBS και μερικών άλλων αμερικανικών τραπεζών, όπου οι καταρρεύσαντες φορείς διασώθηκαν από το κράτος ή μεταβιβάστηκαν σε άλλες τράπεζες χωρίς κόστος. Το άλλο κύριο ζήτημα μετά την κατάρρευση, για το Λονδίνο είναι ότι ειδικά οι ΗΠΑ και η Νέα Υόρκη επιδιώκουν να εξαλείψουν μεγάλο μέρος του πλεονεκτήματος των χαλαρότερων κανονισμών στο Λονδίνο και να αναλάβουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος των δραστηριοτήτων του Χρηματιστηρίου του Λονδίνου, ιδίως τις δημόσιες εγγραφές.
Το δεύτερο ζήτημα για τη βρετανική οικονομία συνολικά είναι το Brexit – σε αυτό ήταν σαφώς αντίθετη η πλειοψηφία της βρετανικής άρχουσας τάξης, αλλά αφενός έπεσε σε ενέδρα από την παράταξη του κεφαλαίου που υποστηρίζει το Brexit και αφετέρου δίστασε να εκθέσει δημοσίως αυτή τη διάσπαση στο εσωτερικό της ίδιας της άρχουσας τάξης και έτσι έχασε το δημοψήφισμα το 2016. Η φράξια του Brexit είναι μια συμμαχία των πιο ληστρικών τμημάτων του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου που φοβόταν περαιτέρω κανονισμούς της ΕΕ και μια ομάδα επιχειρήσεων με συμφέροντα κυρίως στην περιοχή του δολαρίου, όπως η JCB και οι πρώην εμπορικοί οίκοι του Χονγκ Κονγκ. Το αποτέλεσμα του Brexit είναι η περαιτέρω παρακώλυση της βρετανικής οικονομίας μέσω των επιπτώσεων των συνόρων στο εμπόριο καθώς και η μείωση της ελκυστικότητας για ξένες επενδύσεις και ενδεχομένως η δημιουργία ελλείψεων σε ευπαθή τρόφιμα.
Το τρίτο σημαντικό πρόσφατο ζήτημα για τη βρετανική οικονομία είναι η οικονομική επίπτωση του πολέμου δι’ αντιπροσώπων των ΗΠΑ/ΝΑΤΟ στην Ουκρανία – δηλαδή η απομάκρυνση του μεγαλύτερου εξαγωγέα ενέργειας της Ευρώπης από τις αγορές πετρελαίου και ιδίως φυσικού αερίου. Αυτό περιελάμβανε την ανατίναξη του σημαντικότερου αγωγού εφοδιασμού της Γερμανίας και της υπόλοιπης Δυτικής Ευρώπης, Nord Stream. Το σημερινό εσωτερικό καθεστώς του αμερικανικού αυτοκρατορικού συστήματος μπορεί να εκτιμηθεί από το γεγονός ότι η γερμανική κυβέρνηση δεν τόλμησε να διαμαρτυρηθεί σε κανένα δημόσιο κανάλι για αυτό που συνήθως θα θεωρούνταν πράξη πολέμου. Η επίδραση στις ευρωπαϊκές οικονομίες μπορεί να θεωρηθεί ως το μπόνους των ΗΠΑ για τον πόλεμο στην Ουκρανία – ακρωτηριάζοντας την ευρωπαϊκή βιομηχανία με υψηλότερο κόστος ενέργειας και εισροών, ενώ αναγκάζει τις ευρωπαϊκές χώρες να αγοράζουν στην ακριβή και εύθραυστη αγορά υγροποιημένου φυσικού αερίου, μεγάλο μέρος του οποίου προμηθεύονται οι ίδιες οι ΗΠΑ σε διογκωμένες τιμές. Αυτή είναι η οικονομική κληρονομιά της νέας βρετανικής κυβέρνησης.

Πολιτική
Οι εκλογές του Ιουλίου 2024 στο Ηνωμένο Βασίλειο πρέπει να θεωρηθούν ως μέρος της διαδικασίας παρακμής της αστικής δημοκρατίας. Η συμμετοχή ήταν η δεύτερη χαμηλότερη από τότε που παραχωρήθηκε η καθολική ψηφοφορία μετά τη Ρωσική Επανάσταση, με εξαίρεση το 2005 που ήταν χειρότερη, στον απόηχο των μαζικών διαδηλώσεων κατά της συμμετοχής του Μπλερ στην εισβολή στο Ιράκ. Το κόμμα των Τόρηδων, το προεπιλεγμένο κόμμα της βρετανικής κυβέρνησης για τον προηγούμενο αιώνα, υπέστη εκτεταμένη ζημιά από τις κωλοτούμπες και τη απροκάλυπτη διαφθορά των κυβερνήσεων του 2019-24. Μεγάλα τμήματα της εκλογικής του βάσης αρνήθηκαν να το ψηφίσουν είτε μετακινούμενοι σε άλλα κόμματα είτε απέχοντας. Αυτό έφερε το Εργατικό Κόμμα ως εναλλακτική λύση – καθώς πρόσφατα είχε απαλλαγεί από το κίνημα του Κόρμπιν ώστε εγκαίρως να παίξει αυτόν τον ρόλο. Το κίνημα του Κόρμπιν, που αποτελείται από μια μάλλον συγκεχυμένη μάζα της αριστεράς που αναζητούσε ένα όπλο κατά της λιτότητας, τρόμαξε τόσο την άρχουσα τάξη όσο, και ακόμη περισσότερο, τους δεξιούς πράκτορες που συνήθως διοικούν το Εργατικό Κόμμα. Αυτό το κίνημα μπορεί να συζητηθεί ξεχωριστά. Το Εργατικό Κόμμα έχει σταθερά “επαγγελματοποιηθεί” [σημ: διοικείται από μισθωτούς επαγγελματίες γραφειοκράτες], πράγμα που σημαίνει ότι οι δεσμοί του με τις εργατικές οργανώσεις αποσυντίθενται. Τώρα διοικείται σε μεγάλο βαθμό από ανθρώπους που βγαίνουν κατευθείαν από τα πανεπιστήμια με στόχο μια πολιτική καριέρα συν εκείνους που έχουν προϋπηρεσία στην κρατική μηχανή ή σε θέσεις εργασίας διοικητικού επιπέδου. Η δεξιά πτέρυγα των Εργατικών έκανε μεγάλο λόγο για την “καταστροφή” του Κόρμπιν στις εκλογές του 2019 με το διαβόητο εκλογικό σύστημα First Past the Post (FPTP – ο πρώτος σε ψήφους παίρνει την έδρα]). Αυτό σήμαινε ότι οι Εργατικοί επέστρεψαν στον χαμηλότερο αριθμό βουλευτών τους εδώ και δεκαετίες παρά το γεγονός ότι συγκέντρωσαν 10,3 εκατομμύρια ψήφους. Οι συστηματικές επιθέσεις κατά των σοσιαλιστών με στόχο την εκδίωξη των Αριστερών Εργατικών από το καθεστώς Starmer σε συνδυασμό με την υποβάθμιση της προσήλωσης του κόμματος στο νεοφιλελευθερισμό μείωσαν τις ψήφους του στα 9,6 εκατομμύρια. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα πιο αριστερά τμήματα της βάσης του Εργατικού Κόμμτος (LP) συν εκείνους που υποστήριζαν τους Παλαιστίνιους, μετακινήθηκαν προς τους Πράσινους ή τους αριστερούς ανεξάρτητους και αυτή η κίνηση υπερέβη τον αριθμό των ψήφων που κέρδισαν από τους Συντηρητικούς. Παρά αυτή τη μείωση του αριθμού των ψήφων, μια μικρή αύξηση του ποσοστού ψήφων σε συνδυασμό με τον κατακερματισμό της δεξιάς ψήφου σημαίνει ότι το LP κέρδισε τεράστιο αριθμό εδρών (411) και κατέλαβε μεγάλη πλειοψηφία (πάνω από 150), ενώ έλαβε το χαμηλότερο ποσοστό ψήφων από οποιαδήποτε άλλη κυβέρνηση από την εποχή της καθολικής ψηφοφορίας λόγω του εκλογικού συστήματος FPTP. Αυτό σημαίνει ότι η νέα κυβέρνηση έχει μια σχετικά μικρή βάση υποστήριξης σε μια πολιτική κατάσταση που γίνεται πολύ πιο ασταθής.
Η νέα κυβέρνηση του Εργατικού Κόμματος σημείωσε εκ των προτέρων την προσήλωσή της στη διατήρηση των επιθέσεων κατά της εργατικής τάξης δηλώνοντας ότι δεν θα αυξήσει τις κύριες κατηγορίες φορολογίας και ότι θα διατηρήσει το διαβόητο “ανώτατο όριο επιδομάτων για δύο παιδιά”, το οποίο αποτελεί μέτρο επιβολής της φτώχειας σε μεγάλο αριθμό οικογενειών με παιδιά. Εντάχθηκε στο πλαίσιο των μέτρων “λιτότητας” της κυβέρνησης 2010-15 και θεωρείται ευρέως ως μια κατάφωρη επίθεση στο βιοτικό επίπεδο των παιδιών και των γονέων τους, με τη ζημιά που προκαλείται να επηρεάζει τις ζωές για δεκαετίες στο μέλλον. Η κυβέρνηση Στάρμερ ενίσχυσε τα διαπιστευτήριά της κατά της εργατικής τάξης, αποβάλλοντας από μέλη τής κοινοβουλευτικής ομάδας του Εργατικού Κόμματος επτά μέλη της μικρής ομάδας των “αριστερών” βουλευτών του που ψήφισαν υπέρ της πρότασης του SNP [Σκωτσέζικου Εθνικού Κόμματος] για την κατάργηση του ανώτατου ορίου. Η νέα κυβέρνηση στη συνέχεια “ανακάλυψε” μια “μαύρη τρύπα” 22 δισεκατομμυρίων λιρών στα δημόσια οικονομικά, παρά το γεγονός ότι κάθε τέτοιο έλλειμμα διορθώνεται εύκολα. Είναι ευρέως γνωστό ότι οι Συντηρητικοί είχαν αφήσει τα σχέδια δαπανών σε μια κατάσταση που θα απαιτήσει σημαντικές περικοπές στις δημόσιες υπηρεσίες. Στη συνέχεια, η κυβέρνηση ανακοίνωσε άλλη μια επίθεση με πρωτοσέλιδο αυτή τη φορά την κατάργηση του Επιδόματος γαι την χειμερινή θέρμανση (Winter Fuel Allowance – WFA), το οποίο δίνει 300 λίρες σε όλους τους συνταξιούχους – δηλώνοντας ότι μόνο οι φτωχότεροι συνταξιούχοι που λαμβάνουν συνταξιοδοτικό επίδομα θα λαμβάνουν πλέον κι αυτή την πληρωμή. Πρόκειται ουσιαστικά για μια υπόσχεση να σκοτωθούν περισσότεροι ηλικιωμένοι από υποθερμία για χάρη του 1,5 δισ. λιρών που εξοικονομούνται από τις πληρωμές του WFA. Πρόκειται για ένα μείζον ζήτημα δεδομένης της κατάστασης τόσο των τιμών της ενέργειας όσο και του παλαιού και κακώς μονωμένου στεγαστικού αποθέματος του Ηνωμένου Βασιλείου. Θεωρείται ως ο πρώτος από ένα νέο γύρο επιθέσεων στο βιοτικό επίπεδο και τις δημόσιες υπηρεσίες που αναμένεται να γίνουν στον νέο προϋπολογισμό και ως μια προκαταβολική απάντηση στα λόγια ορισμένων από τους πιο υπερόπτες και αλαζόνες της δεξιάς πτέρυγας του Εργατικού Κόμματοις ότι μπορούν να “κάνουν ό,τι δεν μπορούν οι Συντηρητικοί” όσον αφορά την επίθεση σε τμήματα του πληθυσμού. Τα αποτελέσματα των προηγούμενων 14 ετών “λιτότητας” σημαίνουν ότι εκατομμύρια άνθρωποι της εργατικής τάξης στη Βρετανία βασίζονται πλέον σε τράπεζες τροφίμων -δωρεές τροφίμων μέσω κυρίως φιλανθρωπικών ή φιλανθρωπικού τύπου οργανώσεων- για να τραφούν οι ίδιοι και τα παιδιά τους. Δυστυχώς, η προσπάθεια να γίνει αυτή η τεράστια λειτουργία των τραπεζών τροφίμων (πολλές διαφορετικές εγκαταστάσεις σε όλες τις πόλεις και κωμοπόλεις) με φιλανθρωπικά κριτήρια έχει καταφέρει να καταπνίξει τις περισσότερες πολιτικές συζητήσεις ή δράσεις γύρω από το θέμα. Η νέα κυβέρνηση αντιμετωπίζει επίσης σημαντικά ζητήματα γύρω από τη συνεχιζόμενη εκστρατεία αντίστασης στη γενοκτονία στη Γάζα, αλλά αυτά θα εξεταστούν σε ξεχωριστή ενότητα.
Το παράλογο και στυγνά ρατσιστικό Κόμμα Μεταρρυθμίσεων έλαβε πάνω από 4 εκατομμύρια ψήφους. Πολλές από αυτές προέρχονταν από τα δεξιά των Συντηρητικών, αλλά και από τα πιο λούμπεν στρώματα. Η ψήφος για το ακροδεξιό κόμμα “Μεταρρύθμιση” (Reform UK) ακολούθησε την ίδια δημογραφική εικόνα με τους Συντηρητικούς, με την πρωταρχική υποστήριξη να προέρχεται από ψηφοφόρους μεγαλύτερης ηλικίας (συν ότι ήταν ακόμη περισσότεροι άνδρες από τους ψηφοφόρους των Συντηρητικών) και όχι από οποιαδήποτε κινητοποίηση της αντιδραστικής νεολαίας. Η ίδια η “Μεταρρύθμιση” δεν είναι πραγματικό κόμμα, αλλά μια ανώνυμη εταιρεία με κύριο μέτοχο τον ηγέτη της, Νάιτζελ Φάρατζ. Η μετάβαση στη χρήση ανωνύμων εταιρειών είναι μια αυξανόμενη τάση μεταξύ των πολιτικών οργανώσεων και εκστρατειών – καταργεί τις περισσότερες μορφές δημοκρατικής λειτουργίας και συγκεντρώνει την ιδιοκτησία και τον έλεγχο. Για τη “Μεταρρύθμιση” σήμαινε ότι η οργάνωση δεν διέθετε υποδομές για να κατεβάσει πραγματικά υποψηφίους σε όλες σχεδόν τις εκλογικές περιφέρειες της Βρετανίας (η Βόρεια Ιρλανδία είναι μέρος του Ηνωμένου Βασιλείου, αλλά έχει ένα εντελώς ξεχωριστό πολιτικό σύστημα, όπως ήταν αναμενόμενο!). Αυτό σήμαινε ότι σε ορισμένες περιοχές, όπως στη Γλασκώβη, η Μεταρρύθμιση έβαζε υποψηφίους “φαντάσματα” – δεν είναι σαφές αν αυτοί οι άνθρωποι υπάρχουν πραγματικά, σίγουρα δεν εμφανίστηκαν ποτέ – και επιπλέον χρησιμοποιούσε σαφώς ψευδείς διευθύνσεις για τους εκλογικούς αντιπροσώπους. Αυτό φυσικά επιτράπηκε από την άρχουσα τάξη και τις ρυθμιστικές αρχές εκλογών κ.λπ. επειδή οποιαδήποτε ανάπτυξη ενός αντιδραστικού, ρατσιστικού εργαλείου πρέπει να ενθαρρύνεται σε αυτή την κατάσταση. Έχει επίσης σημασία για την ίδια τη Μεταρρύθμιση – υπάρχει μια πληρωμή που ανέρχεται σε 22,3 χιλ. λίρες για κάθε έδρα που κερδίζεται σε εκλογές και 44,53 λίρες ανά 200 ψήφους που λαμβάνονται, με το κατώτατο όριο για την καταλληλότητα να είναι δύο έδρες ή μία έδρα και πάνω από 150 χιλ. ψήφους. Σε πολλές περιοχές η ψήφος της Μεταρρύθμισης ξεπέρασε την ψήφο των Τόρις.
Η Μεταρρύθμιση και τα ηγετικά της στελέχη παίζουν βέβαια με τους ξεκάθαρους φασίστες, ιδίως με τον Stephen Yaxley-Lennon (γνωστός και ως Tommy Robinson), με τα ηγετικά στελέχη να μην επιθυμούν να συμμαχήσουν ανοιχτά με αυτά τα στοιχεία, παρόλο που παραπονέθηκε δημόσια ο Yaxley-Lennon, ότι αυτός και οι οπαδοί τους αποτελούν ένα αξιόλογο τμήμα της βάσης της Μεταρρύθμισης. Στον απόηχο των εκλογών και βασιζόμενος στην επιτυχία της Reform ο Yaxley-Lennon οργάνωσε την περιβόητη συγκέντρωσή του στο κέντρο του Λονδίνου στις 27 Ιουλίου με συμμετοχή που εκτιμάται μεταξύ 20 – 30 χιλιάδων ατόμων – η μεγαλύτερη ρατσιστική και φασιστική εκδήλωση στη Βρετανία εδώ και δεκαετίες. Ήταν δυστυχώς πολύ μεγαλύτερη από την αντιδιαδήλωση που δεν είχε προετοιμσστεί αρκετά πλατιά. Οι ακροδεξιοί και οι φασίστες έχουν καταφέρει να οργανωθούν γύρω από την ισλαμοφοβία, αλλά έχουν επίσης τραβήξει στην τροχιά τους ένα τμήμα των αντιεμβολιαστών και άλλων οπαδών της συνωμοσιολογίας που βασίζονται στο διαδίκτυο. Σε αυτή τη συγκέντρωση επετράπη στον Yaxley-Lennon να δείξει ένα βίντεο που είχε απαγορευτεί από τα δικαστήρια και στη συνέχεια να εγκαταλείψει αμέσως τη χώρα. Σε αντίθεση με τις περισσότερες παρόμοιες περιπτώσεις, το ένταλμα σύλληψης που εκδόθηκε στη συνέχεια δεν είναι καν ενεργό μέχρι τον Οκτώβριο – το νομικό σύστημα μπορεί να κάνει διευκολύνσεις στους φασίστες.
Μέσα σε μια εβδομάδα μετά από αυτή την επιτυχία των φασιστών στο Λονδίνο ξεκίνησαν οι ταραχές σε όλη την Αγγλία μετά το μαζικό περιστατικό μαχαιρώματος στο Σάουθπορτ του Μέρσεϊσαϊντ. Οι προτεστάντες Loyalists στο Μπέλφαστ βρήκαν την ευκαιρία να επιτεθούν στις μειονοτικές κοινότητες των καθολικών Ιρλανδών της πόλης με αφορμή αυτά τα γεγονότα…
Οι ακροδεξιοί και οι φασίστες δεν είναι οργανωμένοι ως ομάδα όπως τα παλιά φασιστικά κόμματα όπως το BNP ή πριν από αυτό το NF κ.λπ., αλλά έχουν εκτεταμένα δίκτυα κοινωνικής δικτύωσης και αυτά χρησιμοποιήθηκαν για να διαδώσουν τα ψέματα ότι ο νεαρός που διέπραξε το μαχαίρωμα είναι μουσουλμάνος και ότι είναι πρόσφατος μετανάστης. Η αρχική προσπάθεια ήταν μια επίθεση στο τζαμί του Σάουθπορτ όχι μακριά από το σημείο του μαχαιρώματος και με μια κινητοποίηση φασιστών από το Μέρσεϊσαϊντ και το Λάνκασαϊρ. Όπως και με τις άλλες ταραχές που ακολούθησαν, οι αστυνομικοί ήταν απροετοίμαστοι (και αυτό συνεχίστηκε ακόμη και όταν συγκεντρώσεις που πιθανόν να οδηγήσουν σε ταραχές διαφημίζονταν δημόσια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης) και δέχτηκαν το κύριο βάρος της βίας. Οι περισσότερες συλλήψεις φαίνεται ότι έγιναν μετά τις ταραχές.
Εκτός από το Σάουθπορτ, οι περισσότερες από τις άλλες ταραχές αφορούσαν πιο τοπικές ομάδες, οι οποίες σε ορισμένες περιπτώσεις κατέλαβαν περιοχές πόλεων και σε άλλες πραγματοποίησαν επιθέσεις σε ξενοδοχεία που χρησιμοποιούνται από το Υπουργείο Εσωτερικών για τη στέγαση όσων περιμένουν αποφάσεις για τη μετανάστευση. Ούτε αυτές ήταν κυρίως νεανικές – συνελήφθησαν και καταδικάστηκαν άνδρες ηλικίας 70 ετών, αν και υπήρχαν αρκετοί έφηβοι και νεότεροι.
Αυτή ήταν μια έκρηξη από μερικά από τα πιο ξενόφοβα και ρατσιστικά τμήματα της Αγγλίας – παρόλο που αυτό το ξέσπασμα κινητοποιήσεων από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης συρρικνώθηκε από κινητοποιήσεις της αριστεράς και των μουσουλμανικών κοινοτήτων οι οποίες έχουν αναπτύξει μια βαθύτερη συμμαχία με το κίνημα της Παλαιστίνης. Στη Σκωτία, όπου οι φασίστες έχουν αντιμετωπιστεί έντονα εδώ και δεκαετίες, δεν κατάφεραν να πραγματοποιήσουν ούτε μία συγκέντρωση, αν και έχει καλεστεί μία στη Γλασκώβη αυτό το Σαββατοκύριακο – μένει να δούμε ποια θα είναι η συμμετοχή τους, θα είναι πολύ λιγότεροι από την αντισυγκέντρωση.
Το γιατί η κρατική μηχανή προχώρησε σε άμεση καταστολή και βρίσκεται στη διαδικασία της φυλάκισης όσων συμμετείχαν στις ταραχές σε αντίθεση με κάποιες προηγούμενες εκρήξεις φαίνεται ότι θα παραμείνει σαν ερώτημα. Με την άρχουσα τάξη να απαιτεί περισσότερη λιτότητα δεν υπάρχει χώρος για έρευνες ή λύσεις εκτός από τη φυλακή.

Το κίνημα για την Παλαιστίνη είχε αξιοσημείωτη επίδραση στις εκλογές. Ο Τζέρεμι Κόρμπιν, αφού εκδιώχθηκε από το Εργατικό Κόμμα κατέβηκε ως ανεξάρτητος και κέρδισε με περισσότερες ψήφους από τον Κιρ Στάρμερ στη διπλανή του εκλογική περιφέρεια. Ο Κόρμπιν είναι σαφές ότι δεν θέλει μια πολιτική ρήξη με την παράδοση των Εργατικών στην οποία έχει αφιερώσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του και έκανε ό,τι μπορούσε για να αποφύγει τη δημιουργία ενός νέου κόμματος της αριστεράς. Μαζί του εκλέχθηκαν τέσσερις μουσουλμάνοι/παλαιστίνιοι βουλευτές σε προηγουμένως “ασφαλείς” έδρες του Εργατικού Κόμματος ενώ αρκετοί άλλοι πλησίασαν σε θέση να εκτοπίσουν τους Εργατικούς βουλευτές στο Μπέρμιγχαμ και το Λονδίνο. Μια μεγαλύτερη ομάδα κατάφερε να περάσει το όριο του 5% για να διατηρήσει τα χρήματα της κατάθεσής τους. Όσοι εκλέχθηκαν εκτός του Κόρμπιν είναι μικροαστοί μικροεπιχειρηματίες – ένας μάλιστα πρόσφατα εκδιώχθηκε από το κόμμα των Φιλελεύθερων Δημοκρατών λόγω του παλαιστινιακού του ακτιβισμού. Άρα δεν προέρχονται από αριστερό υπόβαθρο, αλλά ωθήθηκαν σε ριζοσπαστικό ρόλο από το κίνημα για την υπεράσπιση της Γάζας. Οι πέντε σχημάτισαν τώρα μια κοινοβουλευτική ομάδα, καθώς υπάρχουν πλεονεκτήματα για κάτι τέτοιο, αλλά οποιαδήποτε ευρύτερη πολιτική πρωτοβουλία φαίνεται απίθανη.
Η άκρα αριστερά στη Βρετανία συνεχίζει ουσιαστικά να παρακμάζει πολιτικά και οργανωτικά. Οι μεγαλύτερες ομάδες είναι τα απομεινάρια του Militant του Τεντ Γκραντ και του SWP καθώς και οι διασπάσεις από αυτές τις οργανώσεις. Αυτές οι οργανώσεις χαρακτηρίζονται από άρρωστα γραφειοκρατικά καθεστώτα με την εσωτερική συζήτηση είτε να απαγορεύεται είτε να περιθωριοποιείται. Οι μεγαλύτερες ομάδες είτε έχουν μέλη της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας είτε, στην περίπτωση του SWP ειδικότερα, έχουν καταφέρει να πάρουν χρηματοδότηση από τις συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες, οπότε εξαρτώνται από αυτές. Καμία από τις ομάδες δεν αποκόμισε σοβαρά κέρδη από την πολιτική άνοδο του κινήματος του Κόρμπιν, με τις περισσότερες να βασίζονται σε πολιτικά άπειρους φοιτητές για στρατολόγηση. Ο αέρας της δυσπιστίας ιδιαίτερα γύρω από τις παλαιότερες ομάδες, το SWP και το Σοσιαλιστικό Κόμμα, είναι αισθητός λόγω του ιστορικού τους σε πρωτοφανείς σεχταριστικούς ελιγμούς. Αξίζει να σημειωθεί η ανακήρυξη μιας τρίτης βρετανικής εκδοχής του Επαναστατικού Κομμουνιστικού Κόμματος (RCP) από την πρώην ομάδα Socialist Appeal, μια από τις “θυγατρικές” ομάδες του Militant, αν και φαίνεται να ακολουθεί ένα κλασικό μοτίβο σέχτας παρά κάποιους από τους ισχυρισμούς της. Το επίπεδο αυτών των παρατάξεων μπορεί να κριθεί από το γεγονός ότι οι περισσότερες από αυτές (συμπεριλαμβανομένου του RCP!) υποστηρίζουν την ανεξαρτησία της Σκωτίας σε μια αρκετά οπορτουνιστική βάση, που σημαίνει ότι συμφωνούν ότι η δημιουργία ενός νέου καπιταλιστικού κράτους στη Σκωτία έχει κάτι να προσφέρει στην εργατική τάξη. Οι ομάδες μπορούν να συζητηθούν ξεχωριστά με περισσότερες λεπτομέρειες, αν χρειαστεί.
Παλαιστίνη
Το κίνημα για την Παλαιστίνη αποτελεί εξαίρεση στην ιστορία των κινημάτων αλληλεγγύης στη Βρετανία, όπως και αλλού. Το ενεργειακό του μέγεθος και η μακροβιότητά του μπορούν εν μέρει να αποδοθούν στα πλεονεκτήματα του παλαιστινιακού πολιτικού κινήματος εν γένει – μια πολιτική διασπορά και μια υπάρχουσα μακροχρόνια εκστρατεία αλληλεγγύης που χρονολογείται από δεκαετίες, η ανθεκτικότητα της αντίστασης στον ισραηλινό στρατό και η ικανότητα και το θάρρος των Παλαιστινίων δημοσιογράφων που χρησιμοποιούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα διαθέσιμα κανάλια για να βγάλουν την ιστορία τους προς τα έξω μπροστά σε μια εκστρατεία εξόντωσης από τους Ισραηλινούς. Στη Βρετανία η εκστρατεία είναι μια συμμαχία της αριστεράς, ενός τμήματος των μουσουλμανικών κοινοτήτων και άλλων ομάδων – στη Γλασκώβη για παράδειγμα ένα ενεργό τμήμα των οπαδών της Σέλτικ. Έχει ωφεληθεί από εκείνους που επανήλθαν στην πολιτική δραστηριότητα ή επανήλθαν στην πολιτική δραστηριότητα από το κίνημα του Κόρμπιν. Οι μουσουλμανικές κοινότητες έχουν φυσικά πολύ μεγαλύτερους υλικούς πόρους από την αριστερά, γεγονός που αποτέλεσε σημαντικό παράγοντα ενίσχυσης της δραστηριότητας. Το μέγεθός της και η επιμονή της έχει κερδίσει παραχωρήσεις σε πολλά επίπεδα, παρά τη σχεδόν ομόφωνη υποστήριξη του Σιωνισμού από τους πολιτικούς πράκτορες των ιμπεριαλιστικών πολιτικών σχημάτων (LP, Tories, Lib Dems, Reform, SNP). Αυτό επεκτείνεται στη συστηματική χρήση της συκοφαντίας του “αντισημιτισμού” που χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στη Βρετανία εναντίον του κινήματος του Κόρμπιν για να παρουσιάσει το κίνημα ως “ρατσιστικό” και τους αντισιωνιστές Εβραίους ως μη ανθρώπους. Σε συμφωνία με τις περισσότερες, αν όχι όλες τις ιμπεριαλιστικές χώρες, υπάρχει μια απελπισμένη προσπάθεια να βρεθούν τρόποι καταστολής αυτού του κινήματος. Υπάρχει τώρα μια κίνηση να χρησιμοποιηθεί ο διαβόητος Νόμος περί Τρομοκρατίας του 2000 για την καταστολή της δημοσιογραφίας / της ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά με την Παλαιστίνη ειδικότερα, με έναν αριθμό ανθρώπων να έχουν συλληφθεί βάσει αυτής της νομοθεσίας που σαφώς διατάχθηκε σε επίπεδο υπουργικού συμβουλίου της κυβέρνησης ως μέρος της γενικότερης καταστολής τόσο των αντιπολεμικών κινημάτων όσο και κάθε αντίδρασης στις επιθέσεις εναντίον της εργατικής τάξης. Αυτή η προσπάθεια καταστολής μέχρι στιγμής έφερε την αλληλεγγύη με τους συλληφθέντες και όχι την απομάκρυνση από το κίνημα. Δυστυχώς, δεν έχει γίνει μεγάλη σύνδεση μεταξύ του Νατοϊκού πολέμου στην Ουκρανία και της γενοκτονίας στη Γάζα. Υπάρχει επίσης μικρή κατανόηση της φύσης και της λειτουργίας του ιμπεριαλιστικού συστήματος με τους περισσότερους ακτιβιστές να πιστεύουν ότι οι ιμπεριαλιστές πολιτικοί είναι μέρος κάποιας σιωνιστικής συνωμοσίας και παίρνουν εντολές από το Τελ Αβίβ και όχι από τη δέσμευση των ιμπεριαλιστών στο βασικό τους φυλάκιο στη Μέση Ανατολή.
Συνδικάτα
Τα συνδικάτα στη Βρετανία έχουν λίγο περισσότερο από το μισό μέγεθος από αυτό που είχαν στην κορύφωσή τους πριν από 40 χρόνια, έχουν επίσης την πλειοψηφία των γυναικών μελών τουλάχιστον τα τελευταία 20 χρόνια. Αυτό οφείλεται κυρίως στη συγκέντρωση στον δημόσιο τομέα. Τα συνδικάτα έχουν παρουσία στον ιδιωτικό τομέα, αλλά δεν είναι ιδιαίτερα δραστήρια και οι εργαζόμενοι διαπιστώνουν ότι αν χρειάζονται μια οργάνωση για να αγωνιστούν ενάντια σε έναν εργοδότη που δεν είναι δημόσιος τομέας ή ουσιαστικά ελεγχόμενος από το κράτος (όπως για παράδειγμα οι σιδηρόδρομοι), τότε πρέπει να χρησιμοποιήσουν ένα από τα ανεξάρτητα συνδικάτα που δεν ανήκουν στην TUC. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τις παρατεταμένες μάχες – έτσι οι εργαζόμενοι με περιστασιακή εργασία χρησιμοποιούν συνδικάτα όπως η IWGB και η UVW ή ακόμη και δημιουργούν τη δική τους οργάνωση, όπως οι καθαρίστριες στο Λονδίνο.
Οι επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία και του πληθωρισμού του Brexit έφεραν μια αύξηση της απεργιακής δραστηριότητας σε όλο τον δημόσιο τομέα, αν και οι μακροβιότερες διαμάχες αφορούσαν τους σιδηροδρόμους και τη Royal Mail (ταχυδρομείο) που ανήκουν στον κρατικά ελεγχόμενο τομέα. Αυτή ήταν η πρώτη σοβαρή ομάδα απεργιών εδώ και πάνω από μια δεκαετία και αξιοσημείωτη ακόμη και για τα τελευταία 30 χρόνια και από αυτό συμπεραίνουμε πόσο μεγάλη ήταν η έλλειψη απεργιακών κινητοποιήσεων κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Οι απεργίες είδαν μια νέα γενιά εργαζομένων να αναλαμβάνει δράση σε πολλούς τομείς, αλλά δεν ξέφυγαν από τον έλεγχο της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, η οποία κατάφερε να πετύχει συμφωνίες στους περισσότερους από τους μεγάλους εργασιακούς κλάδους. Στη συνέχεια, η νέα κυβέρνηση υποχώρησε εν μέρει στις εναπομείνασες δράσεις των μηχανοδηγών (οι οποίοι γνωρίζουν ότι βρίσκονται σε πολύ ισχυρή θέση λόγω της έλλειψης μηχανοδηγών για τις περισσότερες επιχειρήσεις) και των γιατρών, προκειμένου να τερματιστούν αυτές οι δράσεις. Η άλλη σημαντική δράση ήταν από το συνδικάτο των γιατρών Βρετανική Ιατρική Ένωση BMA – ένα άλλο σωματείο που δεν ανήκει στο TUC, πράγμα που δεν είναι τυχαίο, και αποτελούν τους πιο μαχητικούς και καλά οργανωμένους εργαζόμενους στο εθνικό σύστημα υγείας την τελευταία δεκαετία. Επιπλέον, η κυβέρνηση ανακοίνωσε μια προσφορά αύξησης μισθών 5,5% για τους εκπαιδευτικούς στην Αγγλία. Παρόλο που χρηματοδοτήθηκε μόνο εν μέρει από την κυβέρνηση, αυτό βρίσκεται ακόμη σε ψηφοφορία. Οι παραχωρήσεις κατέδειξαν δύο πράγματα – πρώτον, τους δεσμούς της κυβέρνησης Στάρμερ με τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία και τη χρήση της σε αντίθεση με τους Συντηρητικούς, οι οποίοι σε μεγάλο βαθμό αρνούνταν να διαπραγματευτούν και δεύτερον ότι οι απεργίες φέρνουν αποτελέσματα, έστω και μερικά. Μένει να δούμε τι διδάγματα θα αντλήσουν οι εργαζόμενοι του δημόσιου τομέα από αυτό. Στη Σκωτία, τα συνδικάτα των εργαζομένων στην τοπική αυτοδιοίκηση φαίνεται ότι θα απορρίψουν την τρέχουσα μισθολογική προσφορά, με το μεγαλύτερο από αυτά, την Unison, να έχει μόλις δηλώσει ότι τα μέλη της ψήφισαν υπέρ της απόρριψης.
Η εκστρατεία για την Παλαιστίνη αποκάλυψε τα πολιτικά προβλήματαα εντός των συνδικάτων. Σχεδόν όλα τα συνδικάτα έχουν πολιτική που ψηφίστηκε από τα μέλη στα συνέδρια των συνδικάτων για την υποστήριξη των Παλαιστινίων, αν και τείνει να έχει τη “λύση των δύο κρατών”, η οποία είναι φυσικά ένας μύθος που διακινείται από τους ιμπεριαλιστές μέσα σε αυτά. Παρουσιάζοντας την ανάγκη ανάληψης δράσης, κανένα από τα συνδικάτα δεν έχει ταχθεί υπέρ δράσεων στο χώρο εργασίας ενάντια σε όπλα ή αγαθά προς ή από το Ισραήλ. Ορισμένα έχουν συμμετάσχει στις διαμαρτυρίες, αν και κυρίως σε επίπεδο κλάδων / χώρων εργασίας και όχι σε ανώτερο επίπεδο. Ορισμένοι ηγέτες, όπως ο Mick Lynch της RMT, μίλησαν στις μεγάλες διαδηλώσεις του Λονδίνου. Αντίθετα, το GMB που είναι το πιο δεξιό από τα μεγάλα συνδικάτα (όπως όλα τα συνδικάτα, η μαχητικότητα στους χώρους εργασίας ποικίλλει και υπάρχουν πολύ δραστήρια παραρτήματα του GMB) εξέδωσε διάταγμα που απαγορεύει στα μέλη του να παίρνουν οποιοδήποτε συνδικαλιστικό υλικό στις διαδηλώσεις για την Παλαιστίνη. Η περίπτωση της Unite είναι ακόμη χειρότερη – το συνδικάτο έχει μια από τις καλύτερες πολιτικές για την Παλαιστίνη που έχουν συμφωνηθεί από τα μέλη, αλλά είναι τόσο καλή που η γραφειοκρατία δεν τη δημοσιεύει καν στην ιστοσελίδα του συνδικάτου. Η Sharon Graham, Γενική Γραμματέας της Unite (η οποία υποστηρίχθηκε από ορισμένες από τις αριστερές ομάδες) δήλωσε ότι η Παλαιστίνη δεν είναι υπόθεση του συνδικάτου και ακόμη χειρότερα ότι το συνδικάτο υπερασπίζεται τις επιχειρήσεις των εταιρειών όπλων επειδή τα μέλη του στις εταιρείες χρειάζονται τις θέσεις εργασίας. Υπήρξε επίσης μια προσπάθεια εκφοβισμού συνδικαλιστικών στελεχών πλήρους απασχόλησης ιδιαίτερα στο Λονδίνο από την υποστήριξη και τη συμμετοχή στο κίνημα. Υπάρχει ένα αυξανόμενο κίνημα εντός της Unite ενάντια σε αυτή την αυτοκρατορική εκδοχή του συνδικάτου.
Συμπέρασμα
Αυτή είναι μια αναγκαστικά σύντομη περίληψη – οποιαδήποτε ή όλες οι πτυχές του θέματος μπορούν να συζητηθούν με περισσότερες λεπτομέρειες και με μεγαλύτερο αριθμό αναφορών. Αναμένουμε να δούμε την κυβέρνηση Στάρμερ να ανακοινώνει μια μεγάλη σειρά επιθέσεων στον προγραμματισμένο προϋπολογισμό της 30ης Οκτωβρίου και οι εξελίξεις θα συνεχίσουν με γοργούς ρυθμούς στο κίνημα της Παλαιστίνης.