Οι αμερικανικές προεδρικές εκλογές, που θα διεξαχθούν στις 8 Νοέμβρη 2016, είναι λογικό να συγκεντρώνουν το ενδιαφέρον. Η επόμενη μέρα στις Η.Π.Α., είναι κρίσιμη, έπειτα από τις δυο θητείες Ομπάμα στην προεδρία της χώρας, και τη διάψευση προσδοκιών των πλέον χτυπημένων τμημάτων της αμερικανικής κοινωνίας, ένα βήμα σημειωτόν αλλεπάλληλων συμβιβασμών με το κεφάλαιο στις Η.Π.Α., και με μια εξωτερική πολιτική πλήρους αποτυχίας να διαχειριστεί το χάος που προκάλεσε συνολικά η αμερικανική πολιτική. Στο εσωτερικό μέτωπο, με διαρκή αύξηση των αιτήσεων επιδόματος ανεργίας, την ίδια στιγμή που μειώνεται η παροχή του, με σύστημα υγείας που δεν καλύπτει την κοινωνική πλειοψηφία.
Είναι πλέον σίγουρο ότι οι διεκδικητές της προεδρίας θα είναι η Κλίντον και ο Τραμπ. Παρόλα αυτά πρωταγωνιστής της προεκλογικής περιόδου ήταν ο Μπέρνι Σάντερς, όχι μόνο για το πρόγραμμά του, αλλά και για το πόσο επηρέασε τη συζήτηση στο χώρο των Δημοκρατικών.
Τα προγράμματα των δύο διεκδικητών (Χίλαρυ Κλίντον και Τραμπ) αποτελούν την έκφραση της παρακμής, και της απουσίας ιστορικού ορίζοντα του συστήματος, στο “πρόσωπο” της ηγέτιδας δύναμης του πλανήτη.
Τα βλέμματα τράβηξε ο Τραμπ, ο οποίος ξέβρασε όλα τα ιστορικά απορρίμματα στο πεδίο των ιδεών, των πλέον δεξιών φωνών σε όλο τον πλανήτη, απηχώντας τις φωνές εντός του αμερικανικού κεφαλαίου, των δισεκατομμυριούχων που θέλουν να καταστήσουν τη χώρα ένα ασφαλές μέρος για τα χρήματά τους. Και αυτό απαιτεί μια κοινωνία σε διαρκή κατάσταση έκτακτης ανάγκης και σιδερένιας τάξης. Φράχτες για τους μετανάστες, ομοφοβία, αδιαφορία για κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα, επιθετική εξωτερική πολιτική σε συμμαχία με το Ισραήλ. Το ρολόι της ιστορίας, γυρίζει πριν το Διαφωτισμό. Είναι αυτό ακριβώς που έγραφε ο Τρότσκι, το 1933, με αφορμή τη ναζιστική Γερμανία, “ο καπιταλιστικός πολιτισμός ξερνά μια βαρβαρότητα που δε χωνεύτηκε”.
Και αν η πρόταση του Τραμπ είναι η μια πλευρά των πολιτικών προτάσεων διαχείρισης του αμερικανικού καπιταλισμού, η πρόταση της Κλίντον είναι η δεύτερη. Η βασική της γραμμή είναι στον οικονομικό τομέα επιστροφή κεφαλαίων στις Η.Π.Α., πρόταση η οποία προτείνει να ενισχυθεί οικονομικά με τη θέσπιση ενός “φόρου επανάκτησης”, που θα πληρώσουν οι αμερικανοί.
Στην εξωτερική πολιτική ιδιαίτερα, η Κλίντον τάσσεται και αυτή υπέρ μιας πιο επιθετικής στάσης από την προεδρία Ομπάμα, με την πρόταση για τη δημιουργία ζώνης απαγόρευσης πτήσεων στη Συρία, προκειμένου να διευκολυνθούν οι αντικαθεστωτικές δυνάμεις, την οποία μάλιστα επιθυμεί και ο Ερντογάν, για να την αξιοποιήσει ενάντια στους Κούρδους. Ταυτόχρονα στο πεδίο της μεταναστευτικής πολιτικής, η Κλίντον επιχειρεί να εμφανιστεί υπέρ των μεταναστών, χαρακτηρίζοντας την πολιτική Ομπάμα σκληρή και επιθετική, θέλοντας να στηρίξει ένα “πλήρες και ισότιμο μονοπάτι προς την ιθαγένεια”. Φτάνοντας μάλιστα να υποσχεθεί την προσφορά ασύλου σε 65.000 Σύρους πρόσφυγες.
Και εδώ είναι η πρώτη αντανάκλαση του προγράμματος Σάντερς. Ο Σάντερς υπερασπίζεται τους μετανάστες, πρότεινε οικονομικό πρόγραμμα 18 τρις, που τα 15 θα πάνε σε πρόγραμμα περίθαλψης. 15 δολάρια ελάχιστο ωρομίσθιο, δωρεάν δημόσια κολέγια, αυξήσεις στις συντάξεις και θέσεις εργασίας σε υποδομές. Είναι χαρακτηριστικό πως αποδέχεται τον τίτλο του σοσιαλιστή.
Οι θέσεις του Σάντερς, είναι η ηχώ μιας κοινωνίας που αναζητά μια διαφορετική ζωή, και μια διαφορετική πορεία στον οικονομικό και τον πολιτικό τομέα. Και ταυτόχρονα επιχειρούν να εκφράσουν εντός του συστήματος, με “σκανδιναβική” χροιά, τις ανάγκες των αμερικανών εργαζομένων και των περιθωριοποιημένων μεταναστών, των εξεγέρσεων των μαύρων.
Η ανακατανομή του πλούτου, που αποτελεί το κέντρο του προγράμματός του, είναι η “σημαία” όλων των αποτυχημένων αστικορεφορμιστικών προτάσεων σε όλο τον πλανήτη, γιατί έχει ως βάση, τον ιμπεριαλιστικό καπιταλισμό, στην εποχή της τελευταίας φάσης της γήρανσής του.
Ωστόσο, και παρά τον περιορισμένο χαρακτήρα τους, και μόνο που τίθενται αυτά τα ζητήματα είναι έκφραση των αλλαγών που συντελούνται στο εσωτερικό της αμερικανικής κοινωνίας, και που ανάγλυφα εκδηλώθηκαν στο κίνημα “Occupy”. H πολιτική ανεξαρτησία της εργατικής τάξης είναι το μεγάλο ζητούμενο.
Ν. Π.