Aνταπόκριση


Η παγκόσμια οικονομική κρίση έχει τον αντίκτυπό της και στη Νορβηγία. Η αύξηση του κόστους ενέργειας και των εισαγωγών λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, σε συνδυασμό με την υποτίμηση του νομίσματος, οδήγησε σε αύξηση του κόστους ζωής για τους εργαζόμενους. Το 2024 η οικονομία επιβραδύνθηκε λόγω του υψηλού πληθωρισμού και των αυξημένων επιτοκίων, που επηρέασαν την κατανάλωση και τις επενδύσεις.

Οι εργαζόμενοι επηρεάστηκαν σημαντικά από αυτήν την κρίση. Η ανεργία αυξήθηκε στο 4% τον Απρίλιο του 2024, επίπεδο κοντά στον μέσο όρο της δεκαετίας του 2010. Αν και η αλήθεια είναι ότι η εισροή αιτούντων άσυλο από την Ουκρανία ήταν εκείνη που αύξησε περαιτέρω τον αριθμό των ανέργων σε συνδυασμό με την πτώση του κατασκευαστικοί κλάδου.

Την ίδια στιγμή, όμως, η Νορβηγία είδε τα ταμεία της να γεμίζουν καθώς η Ευρώπη προσπαθούσε να απεξαρτηθεί ενεργειακά από τη Ρωσία και αναζητούσε εναλλακτικούς προμηθευτές. Αυτό επέτρεψε, σε συνθήκες παγκόσμιας κρίσης, στην σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση της Νορβηγίας να αυξήσει τις δαπάνες σε διάφορους τομείς, όπως η υγεία, η εκπαίδευση και οι κοινωνικές υπηρεσίες, για να στηρίξει τους πιο ευάλωτους πολίτες

Εφάρμοσε μια επεκτατική δημοσιονομική πολιτική, αποφεύγοντας μέτρα που θα μπορούσαν να αυξήσουν τα επιτόκια και να επιδεινώσουν την οικονομική κατάσταση.

Με την εισροή μεγάλου αριθμού προσφύγων, κυρίως από την Ουκρανία, η κυβέρνηση αύξησε τις δαπάνες για την υποδοχή και την ενσωμάτωσή τους στην κοινωνία.

Επιπλέον επένδυσε σε προγράμματα κατάρτισης και επανεκπαίδευσης για να βοηθήσει τους ανέργους να αποκτήσουν νέες δεξιότητες και να βρουν εργασία σε τομείς με ελλείψεις εργατικού δυναμικού.

Ωστόσο, οι εργαζόμενοι συνέχισαν να αντιμετωπίζουν προκλήσεις, όπως η αύξηση του κόστους ζωής και οι δυσκολίες στην εύρεση εργασίας που να ταιριάζει με τις δεξιότητές τους. Το 2024 ήταν μια χρονιά γεμάτη έντονες απεργιακές κινητοποιήσεις στη Νορβηγία:

Απεργία στον Δημόσιο Τομέα

Τον Μάιο του 2024, οι εργαζόμενοι στον δημόσιο τομέα, συμπεριλαμβανομένων των αστυνομικών, των πανεπιστημιακών, των υπουργείων και άλλων δημόσιων υπηρεσιών, ξεκίνησαν απεργία διαρκείας. Τα κύρια αιτήματά τους περιλάμβαναν αυξήσεις μισθών και βελτίωση των συνθηκών εργασίας. Η απεργία αυτή επηρέασε σημαντικά τη λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών, με αποτέλεσμα καθυστερήσεις και προβλήματα στην εξυπηρέτηση των πολιτών. Ωστόσο, η απεργία έληξε με την παρέμβαση της υπουργού Εργασίας, η οποία διέταξε την υποχρεωτική διαιτησία. Οι εργαζόμενοι αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στην εργασία τους χωρίς να επιτύχουν όλες τις απαιτήσεις τους, αλλά κατάφεραν να φέρουν στο προσκήνιο τα προβλήματά τους και να ανοίξει μια συζήτηση στο εργατικό κίνημα για τις δυνατότητες και τα όρια των απεργιακών διεκδικήσεων

Απεργία στον Βιομηχανικό Τομέα

Τον Απρίλιο του 2024, περίπου 14.300 εργαζόμενοι σε 134 εταιρείες του βιομηχανικού τομέα ανακοίνωσαν ότι θα προχωρούσαν σε γενική απεργία. Τα αιτήματά τους περιλάμβαναν αυξήσεις μισθών και βελτίωση των συνθηκών εργασίας, καθώς οι μισθοί τους δεν είχαν αυξηθεί ανάλογα με την άνοδο των τιμών καταναλωτή τα τελευταία δύο χρόνια. Η απεργία αυτή αποφεύχθηκε την τελευταία στιγμή μέσω διαμεσολάβησης, αλλά ανέδειξε τα σοβαρά προβλήματα και τις διαφωνίες μεταξύ των εργαζομένων και των αφεντικών. Οι διαπραγματεύσεις οδήγησαν σε κάποιες παραχωρήσεις από την πλευρά των εργοδοτών, βελτιώνοντας τις συνθήκες εργασίας.

Τον Ιούνιο του 2024, η υπουργός Εργασίας της Νορβηγίας διέταξε την υποχρεωτική διαιτησία για να σταματήσει τις απεργίες των μελών των συνδικάτων Akademikerne, tekna και Unio. Τα αιτήματα των απεργών περιλάμβαναν αυξήσεις μισθών και καλύτερες συνθήκες εργασίας. Χιλιάδες απεργοί, αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στην εργασία τους. Η υποχρεωτική διαιτησία δεν ικανοποίησε πλήρως τα αιτήματα των εργαζομένων αλλά αρκετά από αυτά.

Απεργία των Αεροσυνοδών της SAS

Τον Αύγουστο του 2024, οι αεροσυνοδοί της SAS ξεκίνησαν απεργία, επηρεάζοντας τις πτήσεις σε όλο το δίκτυο της εταιρείας. Τα αιτήματά τους περιλάμβαναν αυξήσεις μισθών και βελτίωση των συνθηκών εργασίας. Η απεργία αυτή είχε μεγάλο αντίκτυπο καθώς πάγωσαν στην κυριολεξία οι αερομεταφορές. Τελικά, οι διαπραγματεύσεις οδήγησαν σε συμφωνία που βελτίωσε τις συνθήκες εργασίας των αεροσυνοδών.

Μαζικές διαδηλώσεις για την Παλαιστίνη

Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι δεν υπάρχει μήνας που να μην έχει γίνει διαδήλωση για την Παλαιστίνη με τη συμμετοχή χιλιάδων ανθρώπων. Πέρα από τους μετανάστες 2ης και 3ης γενιάς με καταγωγή από τη Μέση Ανατολή, είναι αξιοσημείωτο ότι πολλοί Νορβηγοί συμμετείχαν σε διαδηλώσεις και εκδηλώσεις αλληλεγγύης, εκφράζοντας την υποστήριξή τους στα δικαιώματα των Παλαιστινίων και την αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους. Σε πολιτικό επίπεδο, οι μαζικές κινητοποιήσεις χιλιάδων έφερε υλικά αποτελέσματα: Η κυβέρνηση της Νορβηγίας αναγνώρισε επίσημα το κράτος της Παλαιστίνης τον Μάιο του 2024, προκαλώντας την οργή του Ισραήλ και των ΗΠΑ.

Είναι χαρακτηριστικό ότι αυτή η αναγνώριση οδήγησε σε διπλωματικά επεισόδια με το Ισραήλ. Τον Αύγουστο του 2024, το Ισραήλ ανακάλεσε την διαπίστευση οκτώ Νορβηγών διπλωματών που εργάζονταν ως εκπρόσωποι στην Παλαιστινιακή Αρχή, χαρακτηρίζοντας την κίνηση αυτή ως “ακραία πράξη”. Η Νορβηγία αντέδρασε έντονα, καταδικάζοντας την απόφαση του Ισραήλ και ζητώντας την επανεξέταση της. Η ένταση αυτή επηρέασε τις διπλωματικές σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία

Η κυβέρνηση του Πρωθυπουργού Jonas Gahr Støre, ενίσχυσε τη στρατιωτική και ανθρωπιστική βοήθεια προς την Ουκρανία μέσω του Προγράμματος Υποστήριξης Nansen, το οποίο περιλαμβάνει συνολική βοήθεια ύψους 75 δισεκατομμυρίων κορωνών για την περίοδο 2023-2027. Η βοήθεια αυτή περιλαμβάνει στρατιωτικό εξοπλισμό, ανθρωπιστική βοήθεια και υποστήριξη για την ανασυγκρότηση της χώρας.

Η εργατική τάξη και τα συνδικάτα στη Νορβηγία εξέφρασαν την αλληλεγγύη τους προς τους Ουκρανούς εργαζόμενους και υποστήριξαν τις προσπάθειες της κυβέρνησης για παροχή βοήθειας. Πολλές οργανώσεις και συνδικάτα συμμετείχαν σε εκδηλώσεις αλληλεγγύης και συγκέντρωσαν πόρους για την υποστήριξη των προσφύγων και των θυμάτων του πολέμου.

Τα πολιτικά κόμματα στη Νορβηγία, ανεξαρτήτως ιδεολογίας, συμφώνησαν στην ανάγκη υποστήριξης της Ουκρανίας. Η πλειοψηφία των κομμάτων στο Storting (νορβηγικό κοινοβούλιο) υποστήριξε την αύξηση της βοήθειας και την ενίσχυση των διπλωματικών προσπαθειών για την επίλυση της σύγκρουσης.

Η Νορβηγία επίσης υπέγραψε συμφωνία ασφαλείας με την Ουκρανία, επιβεβαιώνοντας τη δέσμευσή της να υποστηρίξει την Ουκρανία στην πορεία της προς την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ. Αυτή η συμφωνία περιλαμβάνει στρατιωτική και πολιτική υποστήριξη, καθώς και συνεργασία σε θέματα ασφάλειας.

Το μοναδικό αριστερό κόμμα, Rødt (Κόκκινο) στη Νορβηγία διατήρησε μια κριτική στάση απέναντι στον πόλεμο στην Ουκρανία. Ενώ καταδίκασαν την εισβολή της Ρωσίας και εξέφρασαν την αλληλεγγύη τους προς τον ουκρανικό λαό, ήταν επίσης επικριτικοί απέναντι στη στρατιωτική υποστήριξη από το ΝΑΤΟ και άλλες δυτικές χώρες. Το Rødt υποστήριξε ότι η στρατιωτική κλιμάκωση δεν είναι η λύση και προέτρεψε για διπλωματικές προσπάθειες και ειρηνευτικές συνομιλίες για την επίλυση της σύγκρουσης.

Το κόμμα επίσης τόνισε την ανάγκη για ανθρωπιστική βοήθεια και υποστήριξη στους πρόσφυγες που επηρεάζονται από τον πόλεμο, ενώ παράλληλα εξέφρασε ανησυχίες για τις επιπτώσεις της στρατιωτικής κλιμάκωσης από το ΝΑΤΟ στην παγκόσμια ασφάλεια και σταθερότητα.

Για τη θέση του αυτή όλα τα αστικα μέσα έπεσαν κυριολεκτικά να το φάνε, χαρακτηρίζοντάς το ακόμα και φιλοΡωσικό κόμμα. Αποτέλεσμα αυτών των πιέσεων ήταν να αναθεωρήσει παλαιότερες θέσεις του ενάντια στο ΝΑΤΟ και άμεσης αποχώρησης από αυτό και να κρατήσει μια λογική ίσων αποστάσεων. Σε αυτό συνέβαλε και η ανοιχτή στήριξη (οικονομική, πολιτική και οργανωτική) του βοναπαρτισμού καθεστώτος της Ρωσίας σε ακροδεξιά, ναζιστικά κόμματα στην Ευρώπη. Αυτή η στήριξη μεγάλωσε περισσότερο τη σύγχυση στο Κόκκινο κόμμα και στην εργατική τάξη. Καθώς δεν υπάρχει εργατικός αγώνας που με τον έναν η με τον άλλο τρόπο να μην έχει εμπλακεί ενεργά το συγκεκριμένο κόμμα.

Συντροφικά,

G.S.