Η γιαγιά Majdiya, συγγενής της συγγραφέως, επιζήσασα της Nakba, αποχαιρετά τον δισέγγονό της Tamer μπροστά από το νοσοκομείο μαρτύρων al-Aqsa στο Deir el-Balah στην κεντρική Λωρίδα της Γάζας. Το μωρό σκοτώθηκε μαζί με τη γιαγιά του Suzan και την αδελφή του Nada από ισραηλινούς βομβαρδισμούς στον προσφυγικό καταυλισμό Nuseirat, την 1η Νοεμβρίου 2024 [Eyad Baba/AFP]

Το Ισραήλ συνεχίζει να εξοντώνει συστηματικά τους Παλαιστίνιους στη Γάζα με ανηλεείς επιθέσεις και πείνα

Μην πεις δεν ήξερα.

Μην πεις δεν έφταιγα εγώ.

Μην πεις “αυτό δεν εξαρτιόταν από εμένα”.

Το βλέπεις στις τηλεοράσεις, στο διαδίκτυο, στον τύπο.

Η εξόντωση ενός λαού, συντελείται μπροστά μας.

Μια οργανωμένη γενοκτονία διεξάγεται,

υπό τα βλέμματα των ισχυρών του κόσμου,

που συνεχίζουν να ενισχύουν το κράτος του Ισραήλ.

Το ν’ αγνοείς τα δεινά του λαού της Παλαιστίνης

γίνεται συνενοχή στην εξόντωση.

Εκεχειρία Τώρα!

Σταματήστε την οργανωμένη από το κράτος του Ισραήλ

γενοκτονία στη Γάζα!

της Ghada Ageel*

«Όλος ο κόσμος είναι μια σκηνή», έγραψε ο Σαίξπηρ. Αλλά σε αυτή τη σκηνή σήμερα, φαίνεται να μην υπάρχει θέση για ένα μέρος του κόσμου – τη Γάζα. Αντίθετα, τα φώτα λούζουν έντονα τον Ντόναλντ Τραμπ, νικητή στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ και τους Δημοκρατικούς για την ήττα τους.

Καθώς η προσοχή του κόσμου στρέφεται στην αμερικανική πολιτική, τα παγκόσμια μέσα ενημέρωσης έχουν σταματήσει τα ρεπορτάζ, ότι άνθρωποι εξοντώνονται στη Γάζα. Κοιτάζοντας τους τίτλους των ΜΜΕ, θα πίστευε κανείς ότι η γενοκτονία έχει σταματήσει – όμως όχι.

Παλαιστίνιοι δημοσιογράφοι και οι ελάχιστα λειτουργούσες ιατρικές αρχές στη Γάζα συνεχίζουν να αναφέρουν: 54 άνθρωποι σκοτώθηκαν στις 5 Νοεμβρίου, 38 άνθρωποι σκοτώθηκαν στις 6 Νοεμβρίου, 52 άνθρωποι σκοτώθηκαν στις 7 Νοεμβρίου, 39 άνθρωποι σκοτώθηκαν στις 8 Νοεμβρίου, 44 άνθρωποι σκοτώθηκαν στις 9 Νοεμβρίου, 49 άνθρωποι σκοτώθηκαν στις 10 Νοεμβρίου.

Και αυτά είναι μόνο τα πτώματα που έχουν βρεθεί. Αμέτρητα θύματα βρίσκονται στους δρόμους ή κάτω από τα ερείπια σε ισοπεδωμένες γειτονιές.

Οι Παλαιστίνιοι της Γάζας εξοντώνονται με αμείωτο ρυθμό από τα αμερικανικής κατασκευής ισραηλινά μαχητικά αεροσκάφη, τανκς, drones, ελικόπτερα, μπουλντόζες και πυροβόλα.

Τις τελευταίες εβδομάδες η γενοκτονία έχει λάβει άλλη μια άσχημη τροπή, με τον ισραηλινό στρατό να εφαρμόζει αυτό που τα ισραηλινά μέσα ενημέρωσης αποκαλούν «Σχέδιο του Στρατηγού» – ορθότερα σχέδιο εθνοκάθαρσης στη βόρεια Γάζα.

Ως αποτέλεσμα, ολόκληρες κοινότητες εξαφανίζονται σε μια εκστρατεία που υπερβαίνει τους στρατιωτικούς στόχους, με στόχευση την ίδια την ύπαρξη του παλαιστινιακού λαού.

Οι πόλεις Μπέιτ Χανούν και Μπέιτ Λαχίγια ήταν κάποτε ήσυχα παραδοσιακά χωριά που διατηρούσαν την αγροτική γενναιοδωρία και τον ήσυχο τρόπο ζωής. Ήταν χωριά γνωστά για τις γλυκιές τους φράουλες και τα πορτοκάλια τους, και τους αμμόλοφους γεμάτους πρόβατα και κατσίκια που έβοσκαν.

Σε κοντινή απόσταση βρισκόταν το μεγαθήριο της Τζαμπαλίγια, ο μεγαλύτερος και πιο πυκνοκατοικημένος καταυλισμός προσφύγων ανάμεσα στους οκτώ καταυλισμούς της Γάζας, με περισσότερους από 200.000 κατοίκους. Εκεί ξεκίνησε η πρώτη Ιντιφάντα το 1987, όταν ένας Ισραηλινός οδηγός θέρισε και σκότωσε τέσσερις Παλαιστίνιους εργάτες.

Όλες οι περιοχές της βόρειας Γάζας έχουν υποστεί επανειλημμένες καταστροφές από τον καιρό της δεύτερης Ιντιφάντα. Αλλά σήμερα, αντιμετωπίζουν ένα επίπεδο βίας και καταστροφής που είναι τόσο αδιανόητο όσο και πρωτοφανές, «μια γενοκτονία μέσα σε μια γενοκτονία», όπως περιγράφεται από τον Majed Bamya, ανώτερο Παλαιστίνιο διπλωμάτη στα Ηνωμένα Έθνη. Ο μαζικός θάνατος, ο μαζικός εκτοπισμός και η μαζική καταστροφή γίνονται με συγκλονιστική αγριότητα, καθιστώντας ολόκληρο τον βορρά έρημο.

Στην αρχή της παρούσας ισραηλινής εισβολής, περίπου 400.000 Παλαιστίνιοι παρέμειναν στο βορρά, από ένα πληθυσμό ενός εκατομμυρίου. Σε αυτούς τους ανθρώπους δόθηκε τελεσίγραφο από το Ισραήλ να φύγουν, αλλά όχι εγγυήσεις για ασφαλή διέλευση ή εναλλακτικό μέρος για καταφύγιο. Πολλοί αποφάσισαν να μείνουν. Όσοι προσπάθησαν να φύγουν έγιναν συχνά στόχος των ισραηλινών δυνάμεων και σκοτώθηκαν στους δρόμους. Άλλοι που το έκαναν, βασανίστηκαν στην πορεία.

Ο δημοσιογράφος Motasem Dalloul, δημοσίευσε στα κοινωνικά δίκτυα την περιγραφή αυτόπτη μάρτυρα μιας τρομακτικής σκηνής, όπου Ισραηλινοί στρατιώτες χώρισαν τα παιδιά από τις μητέρες τους και τα έσπρωξαν σε ένα λάκκο. Στη συνέχεια, ένα ισραηλινό τανκ έκανε κύκλους γύρω από το λάκκο, καλύπτοντας τα παιδιά με άμμο και τρομοκρατώντας τα. Στο τέλος, οι στρατιώτες άρχισαν να παίρνουν παιδιά από το λάκκο και να τα πετάνε στις γυναίκες.

Σύμφωνα με την ανάρτηση: «Όποια γυναίκα έπιανε ένα παιδί την διέταζαν να το πάρει και να φύγει γρήγορα, χωρίς καμία εγγύηση ότι το παιδί ήταν το δικό της. Πολλές μανάδες κουβαλούσαν παιδιά που δεν ήταν δικά τους, και αναγκάστηκαν να φύγουν μαζί τους, αφήνοντας τα δικά τους παιδιά στα χέρια άλλων μανάδων. Αυτό σηματοδότησε την αρχή ενός νέου κεφαλαίου οδύνης, με τις μητέρες να αναζητούν τα παιδιά τους στην αγκαλιά άλλων γυναικών, προσπαθώντας να ηρεμήσουν τα παιδιά που κρατούσαν μέχρι να βρουν τις πραγματικές τους μητέρες».

Για όσους Παλαιστίνιους αποφάσισαν να μείνουν ή δεν μπορούν να φύγουν, η φρίκη συνεχίζεται. Το Ισραήλ για να τους αναγκάσει να φύγουν ή απλώς για να τους εξαφανίσει, εφαρμόζει μια σκόπιμη πολιτική εξαναγκαστικής πείνας. Οι δυνάμεις του εμποδίζουν συστηματικά την ανθρωπιστική βοήθεια να φτάσει στο βορρά, συμπεριλαμβανομένων των τροφίμων, εμφιαλωμένου νερού και ιατρικών προμηθειών.

Για να επιταχύνει τους μαζικούς θανάτους, ο ισραηλινός στρατός εμποδίζει επίσης το ιατρικό προσωπικό και τις ομάδες διάσωσης να φτάσουν στους τραυματίες και σε άλλους που χρειάζονται ιατρική βοήθεια. Όσοι καταφέρνουν να φτάσουν σε κάποιο νοσοκομείο συχνά ανακαλύπτουν ότι δεν μπορεί να τους προσφέρει καμμιά ιατρική φροντίδα ούτε ασφάλεια. Πολλοί υποκύπτουν στα τραύματά τους λόγω της έλλειψης κρίσιμων ιατρικών προμηθειών και προσωπικού.

Ο ισραηλινός στρατός έχει επανειλημμένα επιτεθεί στα μόλις λειτουργούντα νοσοκομεία στο βορρά. Αυτό οδήγησε την ειδική εισηγήτρια του ΟΗΕ για την υγεία, Δρ Tlaleng Mofokeng, να εισάγει έναν νέο όρο, χαρακτηρίζοντας τις ενέργειες του Ισραήλ ως «φαρμακοκτονία», στις 25 Οκτωβρίου. Σύμφωνα με μια πρόσφατη έκθεση του ΟΗΕ, το Ισραήλ εφαρμόζει μια «συντονισμένη πολιτική για την καταστροφή του συστήματος υγειονομικής περίθαλψης της Γάζας», συμπεριλαμβανομένων των «εσκεμμένων επιθέσεων σε ιατρικό προσωπικό και εγκαταστάσεις» – ενέργειες που συνιστούν εγκλήματα πολέμου.

Συγγενείς της συγγραφέα που σκοτώθηκαν τους τελευταίους μήνες στη Γάζα: Tamer (29 ετών), ο γιος του Tamer (5 μηνών), η κόρη του Nada (4 ετών) και η μητέρα του Suzan (47 ετών) [Ευγενική προσφορά της Ghada Ageel ]

Κατά τη διάρκεια της πρόσφατης ισραηλινής επίθεσης στο Νοσοκομείο Kamal Adwan στο Μπέιτ Λαχίγια, καταστράφηκε ο υπόλοιπος ιατρικός εξοπλισμός, οι προμήθειες, οι φιάλες οξυγόνου, οι γεννήτριες και τα φάρμακα. Τριάντα εργαζόμενοι στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης, συμπεριλαμβανομένου του Δόκτορα Mohamed Obeid, επικεφαλής της ορθοπεδικής χειρουργικής στο νοσοκομείο al-Awda στη Jabalia, κρατήθηκαν, ενώ παρείχαν ιατρική φροντίδα στο Kamal Adwan. Ένας άγνωστος αριθμός ασθενών και εκτοπισμένων πολιτών που βρίσκονταν σε κοντινό καταφύγιο συνελήφθησαν επίσης. Ο ισραηλινός στρατός διέλυσε σκηνές, ξεγύμνωσε τους άνδρες από τα ρούχα τους και τους μετέφερε σε άγνωστες τοποθεσίες.

Ο διευθυντής του νοσοκομείου, Δρ Hussam Abu Safiyeh, ανακρίθηκε και τελικά αφέθηκε ελεύθερος, μόνο για να ανακαλύψει ότι ο έφηβος γιος του είχε εκτελεστεί! Ο στοιχειωτικός ήχος της φωνής του, στη θρηνητική Προσευχή Janazah για τον γιο του, διαπερνά την ψυχή και χρησιμεύει ως υπενθύμιση του κτηνώδους τέλους που επιβλήθηκε από τις δυνάμεις κατοχής στους επαγγελματίες του ιατρικού τομέα της Γάζας και στις οικογένειές τους.

Με λίγα νοσοκομεία και σχολεία σε θέση να παρέχουν ασφάλεια, οι υπόλοιποι Παλαιστίνιοι συνωστίζονται σε κτίρια κατοικιών. Ως αποτέλεσμα, ο αδιάκριτος ισραηλινός βομβαρδισμός κατοικημένων περιοχών έχει τρομακτικό ανθρώπινο τίμημα, μερικές φορές διαγράφει πολυμελείς οικογένειες εξ ολοκλήρου.

Καθώς τα γράφω αυτά, το σπίτι του Abu Safi στη βόρεια Γάζα χτυπήθηκε, σκοτώνοντας τουλάχιστον 10 μέλη της οικογένειάς του και τραυματίζοντας πολλούς άλλους. Οι τραυματίες και οι εγκλωβισμένοι κάτω από τα ερείπια καλούν για βοήθεια, αλλά οι ομάδες διάσωσης εμποδίζονται να φτάσουν σε αυτούς.

Στις 29 Οκτωβρίου, το πολυώροφο σπίτι της οικογένειας Abu Nasr στο Beit Lahiya, το οποίο είχε γίνει καταφύγιο για περισσότερα από 100 εκτοπισμένα άτομα από την ίδια ευρύτερη οικογένεια μαζί με τους σχεδόν 100 κατοίκους του κτιρίου, έγινε το σκηνικό μιας φρικτής σφαγής όταν το Ισραήλ το βομβάρδισε.

Κανένα ασθενοφόρο ή πλήρωμα διάσωσης δεν επετράπη να πλησιάσει, αφήνοντας τους γείτονες -μερικοί τραυματίες οι ίδιοι- να σκάβουν τα ερείπια με γυμνά χέρια, με την απελπισμένη ελπίδα να σώσουν τους επιζώντες. Από τα πάνω από 200 άτομα που στεγάζονταν εκεί, μόνο 15 επέζησαν, μεταξύ των οποίων 10 παιδιά, σύμφωνα με μάρτυρες. Πάνω από 100 παραμένουν κάτω από τα ερείπια.

Η οικογένεια Abu Nasr ήταν γνωστή για τη γενναιοδωρία της, άνοιγε πάντα τις πόρτες της σε όποιον είχε ανάγκη και μοιραζόταν τους περιορισμένους πόρους που διέθετε. Μετά τη σφαγή, ένας γείτονας περιέγραψε πώς η οικογένεια υποστήριζε εκτοπισμένες οικογένειες που είχαν εγκατασταθεί εκεί κοντά χωρίς να έχουν τίποτα για τα παιδιά τους. Παρά τις σοβαρές ελλείψεις στο βορρά και τη συνεχιζόμενη πολιορκία, η γιαγιά της οικογένειας τούς πρόσφερε κουβέρτες, φαγητό και νερό, φροντίζοντάς τους καθημερινά μέχρι εκείνη την τραγική μέρα που έγινε στόχος.

Αυτός ο αυξανόμενος φόρος αίματος καταγράφει μια γενοκτονία σε πραγματικό χρόνο, στην οποία ζωές όχι απλώς χάνονται, αλλά σβήνουν χωρίς ίχνος, καθεμιά αναντικατάστατη σε έναν ιστό αδυσώπητων και αλληλένδετων απωλειών.

Ενώ το Ισραήλ προσπαθεί να διαγράψει τη ζωή των Παλαιστινίων στη βόρεια Γάζα, δεν έχει σταματήσει τις γενοκτονικές του επιθέσεις στην υπόλοιπη λωρίδα. Οι Παλαιστίνιοι συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν βομβαρδισμούς ακόμη και στις λεγόμενες ασφαλείς ζώνες.

Η δική μου οικογένεια ένιωσε την αγωνία αυτής της πραγματικότητας πριν από δύο εβδομάδες.

Εκείνη την ημέρα, την ώρα που ετοιμαζόμουν να φύγω για τη δουλειά, ο γιος μου φώναξε: «Μαμά, μαμά, αυτή είναι η θεία Majdiya στις ειδήσεις!» Έτρεξα στο δωμάτιο της τηλεόρασης, όπου η οθόνη έδειχνε τη Majdiya –μια καρτερική γυναίκα επιζήσασα της Nakba του 1948– να κάθεται δίπλα στο σώμα της κόρης της, Suzan, 47 ετών, και να κρατά την άψυχη μορφή τού Τάμερ, του πέντε μηνών δισέγγονού της. Τα άλλα μέλη της οικογένειας τούς είχαν περικυκλώσει.

Τρεις γυναίκες κάθονται στο έδαφος και καθαρίζουν χόρτα για μαγείρεμα
Η Majdiya με δύο από τις εγγονές της πριν από τον πόλεμο στη Γάζα [Ευγενική προσφορά της Ghada Ageel]

Το ρεπορτάζ έλεγε ότι η Σούζαν και ο Τάμερ σκοτώθηκαν σε επίθεση στο στρατόπεδο Νουσεϊράτ, μια επίθεση που κόστισε τουλάχιστον 18 ζωές. Αργότερα, μάθαμε ότι ένα άλλο εγγόνι της Σούζαν, η τετράχρονη Νάντα, σκοτώθηκε επίσης καθώς κοιμόταν δίπλα της.

Η Majdiya θρηνεί τώρα την έκτη απώλεια στην οικογένειά της. Η θέα του ακίνητου σώματος της Suzan και του μωρού Τάμερ στην αγκαλιά τής Majdiya, με το πρόσωπό της χαραγμένο από θλίψη, τα χέρια της να τρέμουν ενώ περιγράφει την απώλειά της, σου ραγίζει την καρδιά.

Η σιωπηλή θλίψη των παιδιών και των αδερφών της Σούζαν, μαζεμένα γύρω από τα νεκρά σώματα, είναι αξέχαστη. Η εικόνα της Μπισάν, της νύφης της Σούζαν και μητέρας του Τάμερ και της Νάντα, να τραβάει τις τελευταίες φωτογραφίες με κινητό τα άψυχα σώματα των παιδιών της είναι αφόρητα στοιχειωμένη. Και μετά, ο 17χρονος γιος τής Σούζαν, προσκολλημένος στο σώμα της μητέρας του να παρακαλεί να ταφεί μαζί της, ένα βάθος θλίψης που δεν μπορεί να περιγραφεί.

Μόλις λίγους μήνες πριν από τον θάνατό της, η Σούζαν είχε υποστεί την οδυνηρή απώλεια του μεγαλύτερου γιου της, του Τάμερ, ενός 29χρονου οδηγού ταξί που βοηθούσε τους εκτοπισμένους να μετακινούνται από μέρος σε μέρος. Ο γιος τού Τάμερ γεννήθηκε μόλις λίγες μέρες μετά τον θάνατό του και πήρε το όνομά του. Το μωρό Τάμερ έζησε πέντε μήνες πριν σκοτωθεί την περασμένη εβδομάδα ενώ κοιμόταν δίπλα στη γιαγιά του.

Σε αναζήτηση ασφάλειας, η Σούζαν και η οικογένειά της είχαν αναγκαστεί να φύγουν πολλές φορές. Πρώτα, αναζήτησαν καταφύγιο στον κουνιάδο μου στη γειτονιά Χάι αλ-Αμάλ του Χαν Γιουνίς. Όταν το Hay al-Amal δέχτηκε επίθεση, μετακόμισαν στο al-Mawasi, αλλά ήταν δύσκολο να βρεθεί καταφύγιο στην υπερπλήρη περιοχή. Η επόμενη στάση τους ήταν η Ράφα και μετά επέστρεψαν στο Χαν Γιουνίς όταν η Ράφα καταστράφηκε.

Εξαντλημένη αλλά αποφασιστική, η Σούζαν δήλωσε: «Αν πρόκειται να πεθάνουμε, τότε ας είναι στο Νουσεϊράτ, κοντά στο σπίτι μας. Θα ζήσουμε εκεί ή θα πεθάνουμε εκεί, αλλά δεν θα πεθάνω μακριά από το σπίτι μου». Έτσι, αυτή και η οικογένειά της έκαναν το αδύνατο ταξίδι από το Khan Younis στον καταυλισμό Nuseirat, περνώντας από θαύμα πέρα από τις ισραηλινές δυνάμεις που μπλοκάρουν το δρόμο μεταξύ al-Zawaida και Nuseirat.

Ίσως η μόνη παρηγοριά της Majdiya στην αφάνταστη οδύνη της είναι ότι μπόρεσε να προσφέρει στη Σούζαν και στα δύο δισέγγονά της μια αξιοπρεπή ταφή, τυλίγοντάς τους με λευκά σάβανα.

Τόσες οικογένειες, ειδικά στο βορρά, έχουν στερηθεί ακόμη και τα βασικά μέσα για να τιμήσουν τους νεκρούς τους. Κάποιοι αναγκάστηκαν να τυλίξουν τα νεκρά αγαπημένα τους πρόσωπα σε κουβέρτες, άλλοι σε πλαστικές σακούλες σκουπιδιών.

Αυτή η αδυναμία να αποχαιρετήσεις με σεβασμό τα αγαπημένα σου πρόσωπα κάνει τον πόνο και τη θλίψη πολύ πιο αφόρητα. Αυτό, φυσικά, είναι σκόπιμη προσβολή της αξιοπρέπειας. Ο ισραηλινός στρατός φαίνεται να ακολουθεί τα λόγια του απόστρατου στρατηγού Giora Eiland, συγγραφέα του «Σχεδίου του Στρατηγού», ο οποίος είπε σε μια συνεδρίαση της Κνεσέτ: «Αυτό που έχει σημασία για τον [ηγέτη της Χαμάς Yahya] Sinwar είναι η γη και η αξιοπρέπεια, και με αυτόν τον ελιγμό, τους αφαιρείς και τη γη και την αξιοπρέπεια».

Αυτή είναι η οδυνηρή πραγματικότητα της Γάζας – μια πραγματικότητα κρυμμένη από την παγκόσμια οπτική, αλλά απαιτεί επείγουσα προσοχή και δράση. Ενώ ο κόσμος μπορεί να έχει απορροφηθεί από το πολιτικό δράμα στις ΗΠΑ, η Γάζα αντιμετωπίζει συστημική εξόντωση, απανθρωποποίηση και βαρβαρότητα. Το να αγνοείς αυτά τα δεινά σημαίνει ότι είσαι συνένοχος στη διαγραφή ενός λαού και της ιστορίας του. Ο παλαιστινιακός λαός ούτε θα ξεχάσει ούτε θα συγχωρήσει.

Η Δρ Ghada Ageel είναι τρίτης γενιάς Παλαιστίνια πρόσφυγας, αυτή την εποχή επισκέπτης καθηγήτρια στο τμήμα πολιτικών επιστημών του Πανεπιστημίου της Αλμπέρτα, στον Καναδά.

Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο Al Jazeera στις 14 Νοεμβρίου 2024.

Μετάφραση Θόδωρος Κουτσουμπός