
Αντιμέτωπη με την ολική κατάρρευση
του Ali Abdel-Wahab
Εισαγωγή
Η Γάζα ήταν πάντα μοναδική ανάμεσα στα διάφορα μέρη της Παλαιστίνης. Η τρέχουσα ιδιαιτερότητά της πηγάζει από την ύπαρξη τριών σημαντικών μεταβλητών που επιδεινώνουν την κατάρρευσή της: την ισραηλινή κατοχή, τη διαίρεση στην παλαιστινιακή ηγεσία και την πανδημία COVID-19.
Αυτή η πραγματικότητα εγείρει κοινωνικοπολιτικά ερωτήματα σχετικά με το ρόλο αυτών των παραγόντων στην προώθηση της κοινωνικής κατάρρευσης στη Γάζα και σχετικά με τις αλλαγές στις αξίες της ανθεκτικότητας και της σταθερότητας μεταξύ των Παλαιστινίων στη Γάζα.
Παρά τις προσπάθειες των κατοίκων της Γάζας να επιβιώσουν και να επιτύχουν σταθερότητα στην καθημερινή τους ζωή, οι συνέπειες της κατοχής, της πολιτικής διαίρεσης και της πανδημίας έχουν διαβρώσει τα θεμέλια της καρτερίας μεταξύ τους. Πράγματι, οι Παλαιστίνιοι στη Γάζα έχουν υποφέρει από κοινωνική ευθραυστότητα, αβεβαιότητα και αναταραχές που τους ανάγκασαν να ζουν σε φανταστικές κοινότητες που κολλάνε στη φαντασία για να επιβιώσουν.
Αυτό το σχόλιο περιγράφει την πραγματικότητα της Γάζας υπό το πρίσμα τριών σημαντικών μεταβλητών. Διερευνά τους εξελισσόμενους μετασχηματισμούς στην κοινωνία των πολιτών της Γάζας προκειμένου να αντιμετωπίσουν την επικείμενη κατάρρευση, συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών πρωτοβουλιών όπως η Μεγάλη Πορεία για την Επιστροφή, το κίνημα «Θέλουμε να ζήσουμε» και άλλες πρωτοβουλίες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Καταλήγει με σκέψεις για το μέλλον της Γάζας με βάση συνεντεύξεις με ακτιβιστές και νεαρούς Παλαιστινίους που ζουν αυτήν την πραγματικότητα από την παιδική τους ηλικία.

Η Γάζα μεταξύ Κατοχής και Διαίρεσης
Η Γάζα καταλαμβάνει 360 τετραγωνικά χιλιόμετρα, ή το 1,3% της συνολικής έκτασης της ιστορικής Παλαιστίνης. Με πληθυσμό περίπου 2,05 εκατομμύρια απ’ το 2020, 1,4 εκατομμύρια άνδρες και 1,01 εκατομμύρια γυναίκες, η Γάζα είναι η πιο πυκνοκατοικημένη περιοχή στον κόσμο με 9.373 κατοίκους ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο.
Οι Παλαιστίνιοι στη Γάζα συνεχίζουν να ζουν υπό καταστροφικές συνθήκες λόγω της Ισραηλινής πολιορκίας για τέταρτη χρονιά, τρεις αιματηρούς πολέμους το 2008, το 2012 και το 2014 κατά τους οποίους σκοτώθηκαν 3.800 Παλαιστίνιοι, καθώς και αδιάλειπτες και καταστροφικές ισραηλινές στρατιωτικές επιθέσεις. Επιπλέον, οι οικονομικές συνθήκες και οι συνθήκες διαβίωσης της Γάζας είναι στο ναδίρ, με την ανεργία να υπερβαίνει το 70% κατά τη διάρκεια της κρίσης του COVID-19.
Οι κυρώσεις της Παλαιστινιακής Αρχής κατά της Γάζας, η αυξημένη φορολογία απ’ την de-facto κυβέρνηση της Γάζας, οι κρίσεις ηλεκτρικής ενέργειας και νερού, εκτός απ’ την επισιτιστική ανασφάλεια, έχουν οδηγήσει σε μείωση των επενδύσεων και της αγοραστικής δύναμης στη Γάζα καθώς το ποσοστό της φτώχειας ξεπέρασε το 53%. Αυτοί οι δείκτες αντικατοπτρίζουν τη ζημία που προκλήθηκε απ’ την ισραηλινή κατοχή και τη διαίρεση μεταξύ της Χαμάς και της Παλαιστινιακής Αρχής η οποία εμπόδισε την κοινωνικοπολιτική ανάπτυξη. Αυτή η πραγματικότητα δείχνει δυσοίωνες προοπτικές για το μέλλον της Γάζας, μέλλον συνεχούς κινδύνου και αποσύνθεσης.
Το 2012, η UNICEF και ο Οργανισμός Αρωγής και Έργων των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες της Παλαιστίνης (UNRWA) δημοσίευσαν μια έκθεση με τίτλο «Γάζα 2020, βιώσιμος τόπος;» στην οποία προέβλεπαν ότι ο πληθυσμός στη Γάζα θα αυξηθεί από 1,6 εκατομμύρια σε 2,1 εκατομμύρια ως το 2020, με συγκέντρωση 5.800 κατοίκων ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο. Αυτή η εικόνα ξεπεράστηκε κατά πολύ.
Η έκθεση ανέφερε ότι οι θεμελιώδεις υποδομές για την ηλεκτρική ενέργεια, το νερό και την αποχέτευση, καθώς και τις δημοτικές και κοινωνικές υπηρεσίες, πάσχιζαν να συμβαδίσουν με τις ανάγκες του αυξανόμενου πληθυσμού. Ωστόσο, η έκθεση δε συνυπολόγισε φυσικές καταστροφές και πανδημίες όπως ο COVID-19, ούτε προέβλεψε τον άγριο πόλεμο του 2014. Αναμφίβολα μπορεί κανείς να συμπεράνει ότι η Γάζα έχει ήδη καταστεί απολύτως μη βιώσιμη εδώ και αρκετό καιρό και είναι αναμφισβήτητα σε κατάσταση μετά-κατάρρευσης.
Το ισραηλινό καθεστώς κατάφερε όχι μόνο να πολιορκήσει τους Παλαιστίνιους στη Γάζα, αλλά και να προβάλει την εικόνα τους σε διεθνές επίπεδο ως εχθρικού λαού. Πράγματι, το Ισραήλ έχει σκοτώσει χιλιάδες Παλαιστίνιους ειρηνικούς διαδηλωτές κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Πορείας για την Επιστροφή. Μέχρι σήμερα, ελέγχει και περιορίζει την εισαγωγή ζωτικού ιατρικού εξοπλισμού και άλλων σημαντικών υλικών σε διάφορους τομείς στη Γάζα. Επιβάλλει αυστηρούς περιορισμούς στην κυκλοφορία των εμπορευμάτων και με συνεχείς στρατιωτικούς βομβαρδισμούς, έχει καταστρέψει ζωτικής σημασίας υποδομές. Πέρα απ’ τους υλικούς περιορισμούς, το ισραηλινό καθεστώς περιορίζει την ελεύθερη κυκλοφορία των κατοίκων της Γάζας, παγιδεύοντάς τους αποτελεσματικά σε μια περιοχή την οποία συνεχίζει να καταστρέφει ενεργά.
Η συνεχιζόμενη διαίρεση στην Παλαιστινιακή ηγεσία μεταξύ της Χαμάς και της Παλαιστινιακής Αρχής έχει επίσης σοβαρές επιπτώσεις στους κατοίκους της Γάζας. Ένα αποτέλεσμα αυτής της πάλης για εξουσία ήταν ο πλήρης διαχωρισμός μεταξύ κυβερνητικών θεσμών στη Γάζα και τη Δυτική Όχθη με τη δημιουργία δύο εντελώς διαφορετικών αρχών και κυβερνήσεων. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, η διαίρεση έχει θεσμοθετήσει επίσημα την φραξιονιστική πολιτική και έχει καταστρέψει αποτελεσματικά το παλαιστινιακό εθνικό σχέδιο. Στην πραγματικότητα, έχει καταστρέψει την αξιοπιστία της απελευθερωτικής ηγεσίας και έχει μειώσει την εμπιστοσύνη των Παλαιστινίων -και ιδίως των Παλαιστινίων στη Γάζα- στην αποτελεσματικότητα και τη χρησιμότητα του αγώνα. Τέλος, ο διαχωρισμός της ηγεσίας σε δύο αυταρχικά στρατόπεδα έχει διαβρώσει τις δημόσιες ελευθερίες και τα πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα των Παλαιστινίων στη Γάζα.

Η Γάζα κατά τη διάρκεια του COVID-19
Στις 22 Μαρτίου 2020, το Παλαιστινιακό Υπουργείο Υγείας στη Γάζα κατέγραψε τις πρώτες περιπτώσεις COVID-19 σε δύο ταξιδιώτες που επέστρεψαν από το Πακιστάν. Στη συνέχεια, η κυβέρνηση έκλεισε τις λαϊκές αγορές, τις αίθουσες, τα τζαμιά, τα εστιατόρια, τις καφετέριες και τα περισσότερα καταστήματα. Σχεδόν δύο μήνες αργότερα, επέτρεψε το άνοιγμα όλων των εμπορικών ιδρυμάτων υπό τον όρο ότι θα λάβουν προληπτικά μέτρα και θα επιβάλουν την κοινωνική αποστασιοποίηση. Στα τέλη Αυγούστου 2020, το υπουργείο ανακάλυψε τέσσερις εγχώριες περιπτώσεις λοιμώξεων COVID-19, οι πηγές των οποίων δεν μπορούσαν να εντοπιστούν και αργότερα ανακοίνωσε περαιτέρω λοιμώξεις.
Σε απάντηση στις εγχώριες λοιμώξεις, το Υπουργείο Εσωτερικών κήρυξε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και διήμερη απαγόρευση κυκλοφορίας στη Γάζα, απομόνωση όλων των περιοχών και επιβολή πλήρους κλεισίματος. Αυτά αργότερα υποχώρησαν λόγω της κλιμάκωσης των ισραηλινών στρατιωτικών επιθέσεων και της απότομης πτώσης στην παροχή ηλεκτρικού ρεύματος. Η de-facto κυβέρνηση απέτυχε να διδαχθεί από τις συνέπειες του προηγούμενου κλεισίματος, ειδικά για τους ημερήσιους εργάτες, ή να προτείνει μέτρα για να τους βοηθήσει οικονομικά. Επιπλέον, το ισραηλινό καθεστώς περιόρισε την εισαγωγή ιατρικών τεστ σε παλαιστινιακά εδάφη.
Από την ανίχνευση του COVID- 19 στις αρχές του 2020, ο αριθμός των λοιμώξεων έχει υπερβεί τις 45.000. Σύμφωνα με τον Mahmoud Abdul-Hadi, εμπειρογνώμονα σε θεσμούς της κοινωνίας των πολιτών, οι προσπάθειες αρωγής COVID-19 στη Γάζα επικεντρώθηκαν κυρίως σε κέντρα καραντίνας και στους πρώτους μήνες της πανδημίας, παρά τις πολλές ανθρωπιστικές πρωτοβουλίες αρωγής, συμπεριλαμβανομένων των αποκεντρωμένων κοινοτικών εκστρατειών, των θεσμών της κοινωνίας των πολιτών, των διεθνών οργανισμών, των υπουργείων της Χαμάς και του ταμείου Waqfat Ezz (στάσου με αξιοπρέπεια). Πρόσθεσε ότι η βοήθεια έχει μειωθεί σημαντικά σε σύγκριση με τα επίπεδα του Μαρτίου, επιδεινώνοντας περαιτέρω την κρίση καθώς αυξάνονται τα κρούσματα λοίμωξης και καταβάλουν την ικανότητα των ιατρικών ομάδων και τις προσπάθειες διαχείρισης κρίσεων, οι οποίες οδήγησαν σε περαιτέρω κλεισίματα που συνεχίζουν να επηρεάζουν δυσμενώς τους Παλαιστίνιους στη Γάζα.

Οι επιπτώσεις από την κατάρρευση της Γάζας
Η πραγματικότητα στη Γάζα έχει μετατοπιστεί από την ανοιχτή αντίσταση σε μια πολιτική ανυπακοή, καθώς οι προσπάθειες επιβίωσης των κατοίκων της Γάζας έχουν καταλήξει σε τρεις επιλογές συμπεριφοράς: απόσυρση, παράδοση ή αντιπαράθεση. Ένα άτομο αποσύρεται όταν αποτυγχάνει να αλλάξει την πραγματικότητά του και να ανακτήσει τα δικαιώματά του και η μόνη του επιλογή είναι να ξεφύγει αφότου τα μέσα δράσης του έχουν γίνει αντικείμενο σφετερισμού. Η απόσυρση στη Γάζα σημαίνει ταξίδια, κάτι που είναι ιδιαίτερα κοινό στους νέους.
Παράδοση σημαίνει απρόθυμη προσαρμογή στην πραγματικότητα κάποιου, μια συμπεριφορά που δημιουργεί ένα αίσθημα ήττας, αποτυχίας και αυτοκαταδίκης. Κρίνοντας απ’ τις μεταμορφώσεις τους, μετά τις αποτυχημένες καινοτόμες προσπάθειές τους, μπορεί κανείς να πει ότι πολλοί νέοι Παλαιστίνιοι στη Γάζα έχουν χάσει την αίσθηση του σκοπού και την επιθυμία να ζήσουν.
Όσοι επιλέγουν την αντιπαράθεση συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν το status quo με όλα τα διαθέσιμα μέσα, είτε είναι ειρηνικά είτε ένοπλα, και με μεγάλη προσπάθεια σε εκπαιδευτικές, κοινοτικές υπηρεσίες και δραστηριότητες αρωγής. Έτσι εναλλάσσονται μεταξύ στιγμών προσωρινής αδυναμίας και συνεχούς δράσης.
Η πανδημία του COVID-19 περιπλέκει τις οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες της Γάζας και αποκαλύπτει την ευθραυστότητα της κοινωνίας. Οι ατομικιστικές τάσεις έχουν αυξηθεί στους Παλαιστίνιους της Γάζας, μαζί με το άγχος, τη σύγχυση και την αβεβαιότητα. Η πολιτική και κοινωνική τους συμμετοχή έχει μειωθεί και οι κοινωνικές αξίες έχουν παρακμάσει. Η πανδημία δημιούργησε επίσης ένα πολιτικό κενό και έλλειψη διαφάνειας στο επίπεδο της λήψης των αποφάσεων.
Σήμερα, η Γάζα είναι υπερβολικά καταβεβλημένη και εμφανίζει μικρά σημάδια ζωής, χωρίς τα βασικά θεμέλια που θα επέτρεπαν την ανθεκτικότητα και την σταθερότητα, είτε στο πλαίσιο του απελευθερωτικού κινήματος είτε με άλλο τρόπο. Το αποτέλεσμα ήταν μια συνεχιζόμενη καθοδική πορεία προς την κοινωνική και ατομική απομόνωση.
Με απλά λόγια, οι Παλαιστίνιοι στη Γάζα στοιχειώνονται από κοινωνική δυστυχία, βία και πολέμους κάθε δευτερόλεπτο της ζωής τους. Οι κοινωνικές ανισότητες έχουν αυξηθεί, ενώ οι περιθωριοποιημένοι και οι μειονεκτούντες στην κοινωνία δεν έχουν πλέον δικαιώματα και ζουν σε κατάσταση αναμονής.
Αντιμετωπίζοντας την ολική κατάρρευση
Η Μεγάλη Πορεία της Επιστροφής
Οι κάτοικοι της Γάζας υπερηφανεύονται για τη Μεγάλη Πορεία της Επιστροφής που ξεκίνησε το 2018, καθώς ορισμένοι τη θεωρούν μια νέα μορφή αγώνα κατά της κατοχής. Και παρόλο που ο οργανωτικός φορέας που είναι υπεύθυνος για τη Μεγάλη Πορεία της Επιστροφής αποφάσισε να περιορίσει τις συγκεντρώσεις σε εθνικές εκδηλώσεις στις 26 Δεκεμβρίου 2019, οι μεγάλες και συνεχιζόμενες διαδηλώσεις αντιπροσωπεύουν μια δημοφιλή δραστηριότητα που προσελκύει άτομα και οικογένειες και οι επιπτώσεις της στην κοινωνία της Γάζας να είναι χειροπιαστές.
Τακτικά τις Παρασκευές, χιλιάδες Παλαιστίνιοι στη Γάζα κατευθύνθηκαν προς τα ανατολικά προς τα σύνορα με το τμήμα της Παλαιστίνης που κατελήφθη το 1948, θέτοντας το δικαίωμα επιστροφής τους και ονειρευόμενοι την επιστροφή στην πατρίδα. Σε τελική ανάλυση, περίπου το 70% του πληθυσμού της Γάζας είναι εσωτερικά εκτοπισμένοι πρόσφυγες από εδάφη που κατάλαβε το Ισραήλ το 1948. Στην πραγματικότητα, τις Παρασκευές, οι κάτοικοι της Γάζας έκαναν πορείες για να επιστρέψουν στα σπίτια τους.
Οι συγκεντρώσεις ήταν ειρηνικές, χωρίς αποκλεισμούς, ανεξάρτητες και αποκεντρωμένες και βασίστηκαν στην επιθυμία των Παλαιστινίων να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους χωρίς να συγκρουστούν άμεσα με το στρατό κατοχής. Ωστόσο, το καθεστώς κατοχής δεν τις είδε μ’ αυτόν τον τρόπο. Κατά τη διάρκεια του 2018 και του 2019, σκοτώθηκαν 214 Παλαιστίνιοι, συμπεριλαμβανομένων 46 παιδιών, με περισσότερους από 36.000 τραυματίες, συμπεριλαμβανομένων 8.800 παιδιών. Πολλοί από τους τραυματισμένους εξακολουθούν να έχουν απόλυτη ανάγκη φροντίδας αποκατάστασης.
Από μια άλλη οπτική γωνία, οι συγκεντρώσεις άλλαξαν από ένα εργαλείο πάλης σε ένα εργαλείο πολιτικών διαπραγματεύσεων με την εμφάνιση του συνθήματος «σπάμε την πολιορκία», το οποίο έδωσε στην ισραηλινή κυβέρνηση τη δικαιολογία για να επιτεθεί σε διαδηλωτές. Επιπλέον, ώθησε ορισμένες πολιτικές δυνάμεις, όπως η Φατάχ και το Δημοκρατικό Μέτωπο να αποσυρθούν απ’ τις συγκεντρώσεις, επειδή οι στόχοι τους άλλαξαν.
Από πολιτική άποψη, η Χαμάς επωφελήθηκε από τις συγκεντρώσεις με την έναρξη αιφνιδιαστικών συνομιλιών με το Ισραήλ, προκειμένου να προωθήσει την αποκλιμάκωση μεταξύ του Ισραήλ και των παλαιστινιακών φραξιών. Επιπλέον, ο πρέσβης του Κατάρ, Mohammad Al-Emadi, επισκέφθηκε τα στρατόπεδα των διαδηλωτών στην ανατολική Γάζα στις 9 Νοεμβρίου 2018 και, με την έγκριση του Ισραήλ, έφερε επιχορήγηση 15 εκατομμυρίων δολαρίων από το Κατάρ για να πληρώσει τους μισθούς των υπαλλήλων της Χαμάς. Την επόμενη ημέρα, οι παροχές καυσίμων επαναλήφθηκαν στις εγκαταστάσεις παραγωγής ενέργειας της Γάζας.
Οι Παλαιστίνιοι στη Γάζα βασίζονταν στην ηγεσία τους για να επιδιώξουν πολιτική συμφιλίωση και να τερματίσουν το διχασμό, να απέχουν από διαπραγματεύσεις με την κατοχή και την υιοθέτηση της Μεγάλης Πορείας της Επιστροφής ως μέσο ανάκτησης του δικαιώματος επιστροφής. Αλλά απογοητεύτηκαν σύντομα. Οι ενέργειες της Χαμάς απέναντι στις μάζες που διαδηλώνουν αντιπροσώπευαν την απώλεια της αίσθησης της εθνικής ταυτότητας και των αξιών που διέπουν το δικαίωμα επιστροφής.

Το Κίνημα «Θέλουμε να Ζήσουμε»
Οι Παλαιστίνιοι στη Γάζα κουράστηκαν απ’ τις συνθήκες διαβίωσής τους και το status quo και έτσι μετατοπίστηκαν από την αντίσταση στην πολιτική ανυπακοή και την εξέγερση. Σ’ αυτό το πλαίσιο εμφανίστηκε το Κίνημα «Θέλουμε να Ζήσουμε» (bidna n’eesh) στις 14 Μαρτίου 2019, προτρέποντας τους κατοίκους της Γάζας να βγουν στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν. Το κίνημα κάλεσε τους οπαδούς του να βγουν έξω με μαγειρικά σκεύη ως σύμβολο, αλλά έμειναν έκπληκτοι από τη βίαιη αντίδραση των δυνάμεων ασφαλείας της Χαμάς που συνέλαβαν οικογένειες, δημοσιογράφους και υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Επίσης οργάνωσαν ταυτόχρονες διαδηλώσεις με το πρόσχημα ότι υπέφεραν απ’ τη μισθολογική κρίση και τις κυρώσεις της Παλαιστινιακής Αρχής κατά της Γάζας.
Οι ακτιβιστές που συμμετείχαν στο κίνημα δήλωσαν ότι σοκαρίστηκαν κατά τη διάρκεια των ανακρίσεων, καθώς οι δυνάμεις ασφαλείας της Χαμάς επικαλέστηκαν «προδοσία» στις ερωτήσεις τους και ισχυρίστηκαν ότι οι διαδηλωτές του «Θέλουμε να Ζήσουμε» «εργάστηκαν ενάντια στην αντίσταση». Ωστόσο, οι ακτιβιστές διαμαρτυρήθηκαν για ζητήματα ανεργίας και για την αύξηση των τιμών και των φόρων. Δεν έκαναν διαμαρτυρία εναντίον της Χαμάς ούτε τάχθηκαν υπέρ της Παλαιστινιακής Αρχής· μάλλον την έκαναν για τον εαυτό τους.
Η αντίδραση της Χαμάς σ’ αυτό το κίνημα δίνει μια σαφή ένδειξη του βαθμού καταστολής που στοχεύει τις δημόσιες ελευθερίες στη Γάζα και τους τρόπους με τους οποίους οι πολιτικές αρχές αντιμετωπίζουν και δυσφημούν εκείνους που κάνουν αγκιτάτσια για βασικές βελτιώσεις στις συνθήκες διαβίωσης ως «συνεργάτες ενάντια στην αντίσταση». Στην πραγματικότητα, μια τέτοια κατηγορία προδοσίας είναι τόσο βαριά που παρέχει επαρκείς λόγους για να παραπέμψει την υπόθεση στο Στρατιωτικό Δικαστήριο της Γάζας, όπου ο κατηγορούμενος θα αντιμετωπίσει μια ζοφερή και άγνωστη μοίρα.
Οι επιπτώσεις δείχνουν την κρίση του μηχανισμού ασφαλείας στη Γάζα, και την ολοκληρωτική κυριαρχία της Χαμάς με την αιτιολογία ότι προστατεύει τους πολίτες. Αυτό, στην πραγματικότητα, διάβρωσε τη σταθερότητα στη Γάζα, καθώς πολιτικοποιεί την αντίσταση και δουλεύει για να την καταστήσει το μονοπώλιο μιας συγκεκριμένης ομάδας.
Καταφεύγοντας στα Social Media
Όπως και ο υπόλοιπος κόσμος, οι Παλαιστίνιοι στη Γάζα διακινούν πληροφορίες σε πλατφόρμες κοινωνικών μέσων όπως το Facebook και το Twitter, συμπεριλαμβανομένων σατιρικών πολιτικών ειδήσεων με τη μορφή αστείων και memes. Πράγματι, μπορούμε να σκεφτούμε τον εικονικό χώρο ως ένα χώρο τον οποίο ορισμένοι έχουν υιοθετήσει ως πεδίο αυθόρμητης κριτικής, μακριά απ’ τη φραξιονιστική πίστη, και ισοδυναμεί με το δικό τους είδος κοινωνικής κινητοποίησης.
Δεδομένης της αυξανόμενης καταπίεσης του δικαιώματός τους στην ελευθερία της έκφρασης, οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης έχουν επίσης γίνει μέσο για τους Παλαιστίνιους στη Γάζα για να ντροπιάσουν τις αρχές από όλο το πολιτικό φάσμα. Με αυτόν τον τρόπο, το public shaming έχει γίνει ένα ψηφιακό όπλο που οι κάτοικοι της Γάζας χρησιμοποιούν συχνά για να εκφράσουν το θυμό τους και για να ευαισθητοποιήσουν σχετικά με κρίσιμα ζητήματα, όπως σε περιπτώσεις όπου οι οικογένειες χρησιμοποιούν βία κατά των γυναικών τους και σε περιπτώσεις πολιτικών και κοινωνικών εκβιασμών εναντίον των απλών πολιτών.
Πρόσφατα, Παλαιστίνιοι ακτιβιστές στη Γάζα ξεκίνησαν μια διαδικτυακή εκστρατεία, «Κάτω η Jawwal», εναντίον της Παλαιστινιακής Εταιρείας Κινητής Επικοινωνίας, Jawwal, για να διαμαρτυρηθούν για τις υψηλές τιμές της, μέσα στις δύσκολες συνθήκες που επικρατούν στην πολιορκημένη Γάζα. Ο διαδικτυακός ακτιβισμός εξασφαλίζει κοινωνική παρά επίσημη ασυλία, εκφράζει την άποψη του κοινού και αποτελεί μια πραγματική έκφραση περιθωριοποιημένων ομάδων. Ως εκ τούτου, ενισχύει τη διαρθρωτική ισορροπία της κοινωνίας, ανακτώντας την προβολή σε όλη την ομάδα και ελαχιστοποιώντας τις ατομικιστικές τάσεις.
Ενώ ο κοινωνικός ακτιβισμός στο δρόμο σταμάτησε και μετακινήθηκε σε διαδικτυακές πλατφόρμες ως ο μόνος τρόπος αποφυγής της καταστολής, ωστόσο, ο ακτιβισμός στα κοινωνικά μέσα δεν είναι εξίσου ισχυρός ή αποτελεσματικός. Δεν πρέπει να αντικαταστήσει τον φυσικό και υλικό ακτιβισμό, ειδικά στο πλαίσιο της κατοχής.
Το διαδικτυακό κίνημα διαμαρτυρίας έχει δημιουργήσει μια νέα γλώσσα και μορφή πολιτικής έκφρασης στη Γάζα μετά το πολιτικό κενό και την απώλεια της πίστης στην πολιτική αλλαγή. Παρ’ όλα αυτά, εισήγαγε ένα ψηφιακό κέντρο, ας το πούμε έτσι, στο οποίο ο πολιτικός λόγος εμπλέκεται στην καταναλωτική κουλτούρα και έχει γίνει βασικός τρόπος δράσης για πολλούς στη Γάζα. Αυτός ο νέος τρόπος έκφρασης είχε ως αποτέλεσμα την αδράνεια και την έλλειψη δημιουργικότητας. Πράγματι, οι καταναλωτικές αξίες έχουν αρχίσει να αντικαθιστούν την κοινωνική και εθελοντική εργασία, καθώς και την παραγωγικότητα στην κοινωνία, οι οποίες με τη σειρά τους συνθέτουν τους τρόπους με τους οποίους η υπάρχουσα πολιτική διαίρεση συνεχίζει να προωθεί ένα περιβάλλον εχθρικό για τη δημιουργικότητα και την παραγωγικότητα.

Προβολές στο μέλλον της Γάζας
Σε μια συνεδρία καταιγισμού ιδεών που πραγματοποιήθηκε στις 27 Νοεμβρίου 2020, με μια ομάδα νεαρών ανδρών και γυναικών που γεννήθηκαν μετά την αλλαγή της χιλιετίας, για να συζητήσουν τους μετασχηματισμούς στις παλαιστινιακές κοινωνικές και πολιτικές αξίες, ένας από τους συμμετέχοντες δήλωσε: «η πατρίδα είναι πολύ στενή κι εμείς δεν έχουμε τύχη». Αυτή η ομάδα αντιπροσώπευε τη γενιά που πέρασε την παιδική της ηλικία μέσα σε βάναυσους πολέμους και ενηλικιώθηκε καθώς σταθεροποιήθηκε η διαίρεση στην παλαιστινιακή ηγεσία. Αυτή είναι η γενιά που είδε τις λίγες ελευθερίες που απολάμβαναν ως παιδιά να τους αφαιρούνται. Το παρόν τους είναι χαοτικό και το μέλλον τους ασαφές, καθώς βλέπουν έναν κόσμο γεμάτο ματαιώσεις, κινδύνους και απώλειες.
Οι Παλαιστίνιοι της Γάζας αντιμετωπίζουν τις συστηματικές διακρίσεις του κατοχικού καθεστώτος, καθώς και τις μεροληπτικές πρακτικές της Παλαιστινιακής Αρχής και της Χαμάς. Η πανδημία έχει ενισχύσει τη σιωνιστική αρχή του «διαίρει και βασίλευε», ενώ η διαίρεση στην παλαιστινιακή ηγεσία έχει εδραιώσει ακόμη περαιτέρω τον κατακερματισμό, την κατάσταση ανομίας και την κοινωνική αστάθεια. Οι επιπτώσεις του COVID-19 αποκάλυψαν το ρόλο των τριών μεταβλητών (κατοχή, διαίρεση, πανδημία) στη σφυρηλάτηση της διττότητας που αισθάνεται ο παλαιστινιακός λαός στη Γάζα μεταξύ αυτού που βιώνει σε μια κοινωνία με ιστορική μνήμη και εθνική ταυτότητα και αυτού που έχει δημιουργήσει μέσα στη μόνιμη αβεβαιότητα που βιώνουν προκειμένου να ζήσουν σε στιγμιαία ειρήνη.
Δε μπορεί κανείς να σκεφτεί τη Γάζα να περνά από μια μεταβατική φάση γεμάτη αναταραχή και αμφισημία, δεδομένου ότι βρίσκεται σ’ αυτήν την κατάσταση για περισσότερο από μια δεκαετία. Μπορεί μόνο να προβλέψει ότι η Γάζα θα μετατραπεί από πολιτική σε ανθρωπιστική υπόθεση και ο λαός της θα ασχολείται με τα ατομικά του συμφέροντα, παραμελώντας ζητήματα συλλογικής σημασίας. Σε ένα τέτοιο μέλλον, ο αγώνας θα μετατραπεί σε αγώνα για επιβίωση μεταξύ των ίδιων των θυμάτων, διαλύοντας την κοινή ανθρωπινότητά τους
Οι Παλαιστίνιοι στη Γάζα συνεχίζουν να φαντασιώνονται την επιστροφή στην πατρίδα και τα σπίτια τους, ειδικά μετά τη Μεγάλη Πορεία της Επιστροφής, ακόμη και αν οι σημερινές γενιές -όπως πολλοί απ’ τους γονείς και τους παππούδες τους- δεν έχουν πραγματικές αναμνήσεις από την πατρίδα. Πράγματι, όπως είπε κάποτε ο διακεκριμένος Παλαιστίνιος συγγραφέας Ghassan Kanafani: «Ψάχνω για την Παλαιστίνη της πραγματικότητας, την Παλαιστίνη που είναι κάτι περισσότερο από μια μνήμη». Παρ’ όλα αυτά, με τη συνεχιζόμενη κατάρρευση και την τραυματική εμπειρία στη Γάζα, οι Παλαιστίνιοι έχουν γίνει ανήσυχοι και φοβισμένοι για το αύριο, καθώς δε μπορούν να διατηρήσουν τα προς το ζην και την εργασία τους. Το δικαίωμα της επιστροφής γι’ αυτούς έχει γίνει μια απλή φαντασίωση.
Μετάφραση Γιαν. Σιμ.
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στις 14 Ιανουαρίου 2021 στο διαδικτυακό ιστότοπο al Shabaka
