της Kατερίνας Kαραγεώργoυ
Mέρος δεύτερο
«Σκέφτομαι ότι οι κοινωνίες μας είναι υπέρμετρα κορεσμένες
από μια μη αναγνωρίσιμη οργή, που μπορεί ξαφνικά να κρυσταλλοποιηθεί
γύρω από μία αστυνομική αυθαιρεσία ή από μία κρατική καταστολή.
Ο σπόρος της εξέγερσης έχει ήδη δώσει ξεκάθαρα τους καρπούς του,
αλλά η αστική κοινωνία μόλις που αναγνωρίζει τη σοδειά.»
Mike Davis
[Έξι χρόνια μετά, η εξέγερση του Δεκέμβρη 2008, παραμένει νωπή. Για την κυρίαρχη τάξη βιώνεται ως απειλή της τάξης και της κυριαρχίας. Για τους «από κάτω» ως φλόγα ελπίδας.
Για τους κρατούντες ήταν το έναυσμα για μια σειρά νέων μέτρων καταστολής, με τη δημιουργία νέων κατασταλτικών μονάδων όπως η ΔEΛTA, επιδείνωση των νομικών και δικαστικών μέτρων σε βάρος των ελευθεριών και δικαιωμάτων – με τη δημιουργία ενός κράτους σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Για τους καταπιεσμένους είναι μια φλόγα εξέγερσης που θερμαίνει τα οράματα μιας κοινωνίας ελευθερίας και κοινωνικής δικαιοσύνης.
H εξέγερση είχε εχθρούς και φίλους. Μερικοί από τους διανοούμενους έκριναν πως πρέπει να της επιτεθούν και να τη δυσφημίσουν. Άλλοι εμπνεύστηκαν από αυτή. Όπως για παράδειγμα πολλοί καλλιτέχνες που έγραψαν μουσική και συγκροτήματα που έπαιξαν μουσική εμπνευσμένη από την Δεκεμβριανή εξέγερση.
Aπό την εργασία της Kατερίνας Kαραγιώργου δημοσιεύουμε το β’ μέρος.]
Τα «Μεθυσμένα ξωτικά» είναι ένα συγκρότημα της ανεξάρτητης ροκ και χιπ χοπ σκηνής, το οποίο δραστηριοποιείται από τα πρώτα βήματα της μουσικής του πορείας στο σύγχρονο πολιτικό τραγούδι. Η Οργή είναι ένα τραγούδι εξαιρετικά εύστοχο και με έντονο το στοιχείο της αφήγησης αλλά και της κριτικής στα γεγονότα της εξέγερσης. Το συγκεκριμένο κομμάτι αποτελεί μια μουσική διασκευή του τραγουδιού La rage της Arkana, γαλλίδας μουσικού, η οποία κινείται στον χώρο του επαναστατικού χιπ χοπ ενάντια στην κοινωνική εξαθλίωση που προκαλεί η Παγκοσμιοποίηση. Το πρωτότυπο τραγούδι γράφτηκε για την εξέγερση στα γκέτο της Γαλλίας το 2005, ενώ η ίδια η Arkana το αφιέρωσε στους εξεγερμένους της Ελλάδας το 2008. Οι στίχοι, στην ελληνική εκδοχή του τραγουδιού, όπως γράφτηκαν από τα «Μεθυσμένα Ξωτικά» είναι οι εξής:
Ε ναι λοιπόν είμαστε εμείς που έχουμε πάλι την οργή
Είμαστε εμείς που δεν ξεκουραστήκαμε κι ας ήταν Κυριακή
Εμείς που αν δε με πιάνεις δεν ήσουνα εκεί
ούτε κι αντάμωσες το επόμενο πρωί ένα μαθητή.
Είμαστε εμείς που κρύψαμε τον ουρανό,
κάναμε νύχτα κάθε μέρα για κάθε ένστολο φρουρό,
πίσω από πέτρες βροχή, δεν πρόκειται για προσευχή,
οργή που ο κάθε καταπιεσμένος πια δε συγκρατεί.
Είμαι στο δρόμο διαρκώς ξέρεις τι πάει να πει,
πως προφανώς δεν έχω μόνο την οργή,
έχω το πείσμα, το θάρρος, το φόβο να νικήσω
κι ένα ολόκληρο στρατό από γουρούνια ν’ αντιμετωπίσω.
Κι αν δεν ανατριχιάζεις τώρα όπως εγώ,
είναι που ’μαστε φτιαγμένοι από άλλο υλικό
Εγώ τις πέτρες μου τις πέταξα όλες εκεί που πρέπει,
εσύ μια πήρες και έβαλες στο στήθος σου γι’ αφέντη.
Έχουμε την οργή, χρέωσέ μας την επιλογή
Οργή, να πενθούμε πολεμώντας δίχως τέλος ούτε αρχή
Έχουμε την οργή να υπάρχουμε σε πείσμα των καιρών,
να τσιγκλάμε απομεινάρια γερασμένων συνθηκών.
Έχουμε την οργή χρέωσέ μας την επιλογή
Οργή να σκοτώνουμε το θάνατο σε κάθε μας ζωή
Έχουμε την οργή κάνουμε όνειρα με μάτια ανοιχτά,
ενσαρκώνουμε τους άγριους εφιάλτες σας ξανά.
Καθένας λοιπόν κάνει ό,τι του αναλογεί,
έτσι οι γιαγιάδες στ’ όνομά του ανάψανε κερί κι εγώ
μ’ ευλάβεια στο μπουκάλι στερέωσα στουπί, από τα πρώτα που ’φύγαν κι ήταν μεγάλη μου τιμή.
Όσο για εσένα που απ’ την πρώτη στιγμή σε βρήκα θεατή,
πιστό στην κατανάλωση, εχθρό για τη ζωή,
που όλο αυτό το ’δες σαν ξέσπασμα το βρήκες λογικό
μα αγανάκτησες που κράτησε λιγάκι παραπάνω.
Κοίτα τα δάχτυλα μου, τα γάντια μου σκισμένα,
μα και πάλι δε θα νιώσεις πως περνούσε κάθε μέρα,
φωτισμένα πρόσωπα άγνωστα γνωστά με τη φωτιά
σύμμαχο, αντίδοτο, όπλο και συντροφιά.
Κι αφού απέφυγες τα χημικά και τούτη τη φορά,
κάτι που καίγεται κοντά μύρισε αφυπνιστικά
κι έτσι σε ανάγκασα, σε κέρδισα, σου άνοιξα τ’ αυτιά,
σ’ έκανα να με φοβηθείς κι έτσι με πήρες σοβαρά.
Κι έτσι βρέθηκες σε μέρη που ούτε είχες φανταστεί,
κατειλημμένα δημαρχεία ξεπήδησαν εδώ και εκεί.
Κατειλημμένη ΓΣΕΕ, κατειλημμένη κάθε σχολή,
εξεγερμένες πιρουέτες στη δικιά μας Λυρική.
Που ήσουν λοιπόν αυτές τις μέρες που καλλιτέχνες ήταν όλοι,
δρόμοι θέατρα κατάμεστα, τρελάθηκε η πόλη,
Είσαι απ’ αυτούς που απ’ ένα έγχρωμο εξώστη θα με δουν
κ’ όλα τ’ άλλα που μου λες μπορούν να παν να γαμηθούν.
Έχουμε την οργή χρέωσέ μας την επιλογή
Οργή να πενθούμε πολεμώντας δίχως τέλος ούτε αρχή
Έχουμε την οργή να υπάρχουμε σε πείσμα των καιρών,
να τσιγκλάμε απομεινάρια γερασμένων συνθηκών.
Έχουμε την οργή χρέωσέ μας την επιλογή
Οργή να σκοτώνουμε το θάνατο σε κάθε μας ζωή
Έχουμε την οργή κάνουμε όνειρα με μάτια ανοιχτά,
ενσαρκώνουμε τους άγριους εφιάλτες σας ξανά.
Και τώρα που εφευρίσκουνε καινούριους στρατούς,
τολμάνε και εκδικούνται την εξέγερση μ’ ακούς;
Αν ακούς κι αν όσα έζησες τιμάς μη σταματάς,
έχουμε πόλεμο απαντάς, σταμάτα οίκτο να ζητάς.
Καμουφλάζ κάθε συγχωροχάρτι πρόστυχης ανακωχής,
ζούμε το κυνήγι μαγισσών της νέας εποχής,
ζούμε με τους φίλους μας να ’ναι στη φυλακή,
άλλοι επικηρυγμένοι και άλλοι αιώνια ζωντανοί.
Γιατί χτυπάνε έναν να τρομάξουν εκατό,
τώρα που ’χουμε φουντώσει τον επαναστατικό χορό
με όλα τα μέσα, χωρίς φετιχισμούς,
χωρίς αποκηρύξεις μα ούτε ανώφελους ηρωισμούς.
Χωρίς το φόβο ή την πεθυμιά μιας πρόσκαιρης κατάληξης,
χτυπάμε φλέβα για την καρδιά της άνοιξης.
Κάνουμε όνειρα με μάτια ανοιχτά
και ενσαρκώνουμε τους άγριους εφιάλτες σας ξανά.
Έχουμε την οργή, χρέωσε μας την επιλογή
Οργή, να πενθούμε πολεμώντας δίχως τέλος ούτε αρχή
Έχουμε την οργή να υπάρχουμε σε πείσμα των καιρών,
να τσιγκλάμε απομεινάρια γερασμένων συνθηκών.
Έχουμε την οργή χρέωσέ μας την επιλογή
Οργή να σκοτώνουμε το θάνατο σε κάθε μας ζωή
Έχουμε την οργή κάνουμε όνειρα με μάτια ανοιχτά,
ενσαρκώνουμε τους άγριους εφιάλτες σας ξανά.
Λοιπόν, για όσους με λένε ακόμα πράκτορα ή παραπλανημένο,
είμαστε απλά μια όμορφη εικόνα από το μέλλον.
Από κείνους που τη Βάρκιζα δεν αναγνώρισαν ποτέ,
γιατί κανένας Δεκέμβρης δεν τέλειωσε ποτέ.
Τα αντίπαλα στρατόπεδα χωρίζονται ξανά
ή με την εξέγερση ή με την κανονικότητα.
Ή με τις κουκούλες φίλοι μου, ή με τις γραβάτες.
Hasta la muerte mis amigos…
ή, πιο απλά, ραντεβού στα γουναράδικα
Όλα συνεχίζονται…
Αυτό που είναι ιδιαίτερα εμφανές στο μεγαλύτερο μέρος του κομματιού είναι η διαρκής χρήση προσωπικών αντωνυμιών (εγώ, εμείς, εσύ). Η στιχουργική αφήγηση γίνεται σε τρία πρόσωπα, σε πρώτο ενικό, πρώτο πληθυντικό, δεύτερο ενικό και τρίτο πληθυντικό.
Πιο συγκεκριμένα:
Η αντωνυμία «εμείς» αναφέρεται στους εξεγερμένους (στ.1-9, 17-24, 49-56, 66-80, 82) που έχουν την οργή απέναντι στην κρατική βιαιότητα, που διεκδικούν το δικαίωμα να πενθούν πολεμώντας σε ό,τι καταδυναστεύει και βεβηλώνει το αναφαίρετο δικαίωμα της ελευθερίας του ανθρώπου με συνειδητό τρόπο, πέρα από επαναστατικούς «φετιχισμούς», έννοια που παραπέμπει στην κοινωνία του θεάματος.
Το «εγώ», ως υποσύνολο του εξεγερμένου «εμείς» (στ. 10-12 , 27-28 , 33), λειτουργεί σαν ένα είδος προσωπικής αφήγησης του εξεγερμένου υποκειμένου (στ.10-12, 27-28, 33), το οποίο στη συνέχεια διαπλέκεται σε μια διαδικασία διαχωρισμού του από το «εσύ» (13-16, 29-48, 39-40,53) και το «αυτούς», δηλαδή, τους άλλους, τους μη εξεγερμένους και, προφανώς, αυτούς που συναινούν με την υπάρχουσα πραγματικότητα, αγανακτώντας για τη διάρκεια του «λογικού ξεσπάσματος», τις καταλήψεις ιδιωτικών και δημόσιων κτιρίων (ΓΣΕΕ, δημαρχεία, ραδιοφωνικοί και τηλεοπτικοί σταθμοί), καθώς και πολιτιστικών χώρων όπου εδρεύει –κατά κύριο λόγο- η αστική πολιτιστική κουλτούρα με εμπορικούς όρους (εθνικό θέατρο, λυρική σκηνή, μέγαρο μουσικής). Οι καταλήψεις σε τέτοιου είδους χώρους δείχνουν έμπρακτα την ανάγκη αποδόμησης των κυρίαρχων κοινωνικών σχέσεων, όπως αυτές διαμεσολαβούνται και εγκαθιδρύονται από την αστική τάξη. Απέναντι σε όλους αυτούς τους «άλλους», η οργή, όχι ως ξέσπασμα αλλά ως πολιτικά συνειδητή και έμπρακτη δράση, ορίζει τον ξεκάθαρο στόχο για μια ελεύθερη κοινωνία ενάντια στην κατανάλωση, τον κόσμο του θεάματος και τον αποκλεισμό.
Στους στίχους 60-64 διαφαίνεται ο δυναμισμός των εξεγερμένων να συνεχίσουν τον «πόλεμο» χωρίς να έχουν την παραμικρή διάθεση ανακωχής με τον «εχθρό». Μάλιστα, σε μια μπροσούρα αναφέρουν χαρακτηριστικά: «Ανακωχή; Μόλις αρχίσαμε». Η αντιεξεγερτική πολιτική από την πλευρά της επίσημης πολιτείας ξεκινά με μαζικές συλλήψεις εξεγερμένων με το πρόσχημα της τρομοκρατίας. Ο στίχος «ζούμε το κυνήγι μαγισσών μιας νέας εποχής» είναι μια παράφραση του τραγουδιού των Active Member οι οποίοι αναφέρονταν στην εφαρμογή του νόμου περί τρομοκρατίας και την πολιτική του κράτους την οποία και παραλληλίζουν με την μεσαιωνική ιερή εξέταση.
Οι στίχοι 81-82 απευθύνονται στην επίσημη γραμμή του ΚΚΕ, το οποίο ακολουθώντας –ακόμα μια φορά- την τακτική της πρακτορολαγνείας, δεν παραδέχεται την εξέγερση, ενώ η γενική γραμματέας του Κόμματος αναφέρει στην Αυριανή στις 19/12/2008: «Εάν η αστυνομία είναι ανίκανη… να αναλάβουν οι πολίτες ή το ΚΚΕ την αποκατάσταση της τάξης και την προστασία του δημοκρατικού πολιτεύματος»
Στη συνέχεια, στους στίχους 82-89 επιχειρείται μια ιστορική σύνδεση των εξεγερμένων του 2008 με τα Δεκεμβριανά του 1944 και τη συνθήκη της Βάρκιζας το 1945, όπου και επιβλήθηκε η παράδοση των όπλων του ΕΛΑΣ. Ο εξεγερμένος του 2008 –σύμφωνα με τους στίχους- παρουσιάζεται σαν το άτομο που δεν έχει δεχτεί τον αφοπλισμό ούτε τη λήξη των Δεκεμβριανών, αφού, πλέον, τα στρατόπεδα χωρίζονται και πάλι: «Ή με τις κουκούλες σας, φίλοι μου, ή με τις γραβάτες», και καταλήγει με τη γνωστή φράση που συνήθιζε να λέει ο Βελουχιώτης στους συντρόφους του: «ραντεβού στα γουναράδικα».
συνεχίζεται
Πριν ξεκινήσει η στιχουργική απαγγελία, ακούγεται ένα απόσπασμα από τις ειδήσεις όπου η εκφωνήτρια, παρουσιάζοντας το ρεπορτάζ λέει:« Και στην έκτη διαδήλωση τις τελευταίες εφτά ημέρες δεν έλειψε η ένταση. Όταν διαδηλωτές αντίκρισαν άνδρες των ΜΑΤ άρχισαν τον πετροπόλεμο και τα υβριστικά συνθήματα. Με την πρώτη σύλληψη δεκατριάχρονου μαθητή η ένταση κορυφώθηκε. Ομάδες νεαρών εξαπολύουν μολότοφ και πέτρες..» Στη συνέχεια ακούγονται φωνές διαδηλωτών να λένε « Ρε, αφήστε το παιδί», ενώ, παράλληλα ακούγεται το σύνθημα: «Εμείς θα πούμε την τελευταία λέξη. Αυτές οι μέρες είναι του Αλέξη».
Παρασκευή 12/12/2008: «Οι μολότοφ και οι λεηλασίες των κουκουλοφόρων, που το καθοδηγητικό κέντρο τους συνδέεται με μυστικές κρατικές υπηρεσίες και από κέντρα που βρίσκονται στο εξωτερικό, δεν είχαν απολύτως καμία σχέση με την μαζική οργή των μαθητών, των φοιτητών γενικά, του λαού». Παπαρήγα σε συνέντευξη στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, Ιχνηλατώντας, τον Δεκέμβρη, 2009
Βαθύ κόκκινο, http://vathikokkino.com/2008/12/%CE%B1%CF%85%CF%81%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CE%AE-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%BA%CE%BA%CE%B5/, προσπελάστηκε 5/4/2013